Καθημερινά, τα μέσα ενημέρωσης μας πλημμυρίζουν με άσχημες ειδήσεις.
Εικόνες βίας και συγκρούσεων μεταξύ εφήβων γεμίζουν τις οθόνες μας, με τις
ειδήσεις να φωνάζουν για την ηθική κατάρρευση της κοινωνίας και τη νεολαία που
φαίνεται να έχει χάσει τον δρόμο της. Βίντεο, συνεντεύξεις, άρθρα – όλα
αποτυπώνουν τη σκοτεινή πλευρά της εφηβείας, αφήνοντάς μας με την αίσθηση ότι
το μέλλον είναι γεμάτο βία και απελπισία.
Κι όμως, ίσως τα φώτα των καμερών να παραβλέπουν άλλες ιστορίες.
Ιστορίες που δεν θα γίνουν ποτέ πρωτοσέλιδο. Μία από αυτές τις ιστορίες έζησα
κι εγώ χθες, και ήρθε να μου υπενθυμίσει πως, πίσω από τις κραυγές των
ειδήσεων, υπάρχει ένας αθέατος κόσμος γεμάτος ευαισθησία, καλοσύνη και
συναισθηματικό βάθος.
Χθες, μετά την Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία, ένα ζευγάρι φίλων μου
ζήτησε να τους συνοδεύσω σε ένα μικρό, σιωπηλό ταξίδι. Προορισμός μας, το
κοιμητήριο της διπλανής ενορίας, εκεί όπου αναπαύεται η μητέρα της κοπέλας.
Ήταν μια απλή παράκληση – να ψάλουμε ένα ταπεινό τρισάγιο στη μνήμη της.
Όταν φτάσαμε, καθώς κατευθυνόμουν προς τον προορισμό μας, τα βήματά μου ξαφνικά βάρυναν. Δίπλα σε έναν άλλο τάφο, τρία αγόρια, στην ηλικία της πρώτης εφηβείας, στέκονταν σιωπηλά μπροστά από μια μεγάλη φωτογραφία. Το πρόσωπο ενός παιδιού, συνομήλικου τους, κοιτούσε πίσω από την κορνίζα, σφραγισμένο στη μνήμη του μάρμαρου.
Τα μάτια του έλαμπαν ακόμα στη φωτογραφία, μα η ημερομηνία δίπλα του μαρτυρούσε το τραγικό καλοκαίρι που είχε χαράξει βαθιά τις ζωές τους. Ένα απρόσμενο δυστύχημα, ένα τρακτέρ εκτός ελέγχου, και το αγόρι χάθηκε απότομα και άδικα, αφήνοντας πίσω του σκιές θλίψης που ταίριαζαν περισσότερο σε ενηλίκους παρά σε παιδιά.Πλησίασα τα παιδιά, η σιωπή μεταξύ μας βαρύνοντας ακόμα περισσότερο
από τα άβολα βλέμματα. «Ήταν φίλος σας;» τους ρώτησα.
«Ναι, φίλος μας», μου απάντησαν. Οι φωνές τους έσπασαν για λίγο,
γεμάτες πίκρα και θλίψη, πιο ώριμες από όσο θα έπρεπε να είναι για την ηλικία
τους.
«Θέλετε να προσευχηθούμε μαζί;» τους ρώτησα.
«Ναι», απάντησαν σχεδόν ψιθυριστά, με βλέμμα γεμάτο συναίσθημα. Έβαλα
το πετραχήλι μου και άρχισα να ψέλνω τα λόγια του τρισάγιου. Στην αρχή ήμουν
μόνος, μα σταδιακά, με τη βαθιά σοβαρότητα που μόνο η αληθινή φιλία μπορεί να
καλλιεργήσει, τα αγόρια με συνόδευσαν. Το «Πάτερ ημών» βγήκε αργά από τα χείλη
τους, με την ακατέργαστη, αυθόρμητη σοβαρότητα που προδίδει τον σεβασμό για το
φίλο που είχε φύγει. Ήξεραν. Ήξεραν πως εκείνη τη στιγμή, η προσευχή τους δεν
ήταν μόνο λέξεις – ήταν ένα χέρι που απλωνόταν πέρα από τον χρόνο και τον
θάνατο, να συναντήσει την ψυχή του φίλου τους.
Παρατηρούσα τη στάση τους. Έβλεπα τον τρόπο που έκαναν τον σταυρό
τους, με απλότητα αλλά και μια δύναμη που συχνά λείπει από τους ενήλικες. Τα
μάτια τους, διάφανα και γεμάτα συγκίνηση, κοίταζαν την φωτογραφία του
Κωνσταντίνου, του φίλου τους. Σκέψεις, στιγμές, γέλια και μυστικά περνούσαν μπροστά
από τα μάτια τους. Η σιωπή τους μιλούσε δυνατότερα από κάθε λέξη. Ένιωθα πως η
ψυχή του Κωνσταντίνου ήταν εκεί, μαζί τους, ενώ έκαναν την πιο αγνή και
ειλικρινή προσευχή που μπορούσαν.
Καθώς το τρισάγιο έφτανε στο τέλος του, οι συγγενείς που είχαν έρθει
για τη μητέρα της φίλης μου είχαν πλησιάσει κι αυτοί. Όλοι μαζί, ενωμένοι με
αόρατα νήματα συναισθήματος και μνήμης, άγνωστοι αλλά ταυτόχρονα ενωμένοι σε
εκείνη την ιερή στιγμή, προσευχηθήκαμε για ένα παιδί που έφυγε νωρίς. Ένα παιδί
που δεν γνώρισα ποτέ, αλλά που τώρα ένιωθα σαν να το γνώριζα.
«Όσο τον θυμάστε, θα ζει», τους είπα στο τέλος. «Οι άνθρωποι πεθαίνουν
όταν τους ξεχνάμε. Όταν σβήνουν από τη μνήμη μας. Γι’ αυτό ευχόμαστε η μνήμη να
είναι αιώνια».
Τα τρία αγόρια με κοιτούσαν με μάτια βουρκωμένα, γεμάτα από την
αλήθεια που είχαν καταλάβει ήδη από πολύ νωρίς στη ζωή τους. Ήταν μια από
εκείνες τις στιγμές που η καρδιά μου ευχαριστούσε τον Θεό για την απρόσμενη
ομορφιά και την ανθρωπιά που μπορεί να φανερωθεί στα πιο σκοτεινά σημεία της
ύπαρξης.
Αργά το βράδυ, η φίλη μου, η κοπέλα που με είχε ζητήσει να ψάλω για τη
μητέρα της, μου τηλεφώνησε. «Σας ευχαριστώ», μου είπε. «Σκεφτόμουν πως ίσως να
μην χρειαζόταν να πάμε στον τάφο της μητέρας μου. Ήμουν σίγουρη ότι κι εκείνη
ένιωσε την απόλυτη ανάπαυση, βλέποντας όλα αυτά τα υπέροχα που συνέβησαν στη
“γειτονιά” της».
Συχνά, μέσα από την ιερατική μου ιδιότητα, γίνομαι μάρτυρας στιγμών
που αναπλάθουν την πίστη μου στην ανθρωπότητα. Συμπεριφορές γεμάτες καλοσύνη,
σεβασμό και συγκίνηση που μας θυμίζουν πως, παρά την παρακμή και τη βία που
συχνά μας κατακλύζουν, ο κόσμος μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο. Στιγμές σαν
αυτές είναι ο φάρος μέσα στις θύελλες της καθημερινότητας, και ο πλούτος της
ανθρώπινης ψυχής λάμπει εκεί όπου ίσως να μην το περιμένουμε.
Και κάπως έτσι, εν μέσω μιας εποχής γεμάτης με τις ειδήσεις της βίας
και της παρακμής, βρέθηκα μάρτυρας μιας σκηνής που δεν θα γίνει ποτέ
πρωτοσέλιδο. Τρία παιδιά που δεν θα απασχολήσουν τα κανάλια και τα
ειδησεογραφικά site. Τρία παιδιά που όμως, μέσα στη σιωπηλή τους παρουσία,
έδειξαν ένα βάθος συναισθηματικής ωριμότητας και ανθρωπιάς που συχνά λείπει από
τους ενήλικες.
Η ιστορία αυτή δεν είναι μοναδική. Υπάρχουν πολλά αγόρια και κορίτσια
εκεί έξω που κουβαλούν μέσα τους έναν απίστευτο συναισθηματικό πλούτο, έναν
πλούτο που ίσως να μην τον αντιλαμβανόμαστε πάντα, αλλά που αναδύεται στις πιο
απρόσμενες στιγμές. Σε έναν κόσμο που συνεχώς προβάλλει τη βία και τη θλίψη,
υπάρχουν και αυτά τα παιδιά, που μέσα από τη θλίψη τους, μας θυμίζουν τι
σημαίνει να είσαι άνθρωπος.
π. Ιουστίνος Κεφαλούρος
Από το fb
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου