Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2020

Η ποιμαντική αγκαλιά της Εκκλησίας στα καρκινοπαθή παιδιά της - π. Χριστοφόρου Χρόνη


Η ποιμαντική αγκαλιά της Εκκλησίας στα καρκινοπαθή παιδιά της
 (Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα κατά του καρκίνου)

Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Κληρικού Ι.Μ. Αιτωλίας κ΄ Ακαρνανίας 
(Δρ. Θεολογίας-Μ.Α. Φιλοσοφίας)

Η Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου καθιερώθηκε το έτος 2000, με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης για τον έλεγχο του καρκίνου και πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις 4 Φεβρουαρίου.
Η λέξη καρκίνος από μόνη της προκαλεί φόβο και τρόμο. Δεν τολμούμε καν να την προφέρουμε.[1] Τα πιο τρομακτικά συναισθήματα ξεπηδούν από μέσα μας, είτε εμείς διαγνωσθούμε είτε ένας δικός μας άνθρωπος. Οι πιο απόκρυφοι φόβοι αναδύονται και παραμονεύουν. Κυρίαρχος είναι ο φόβος του πόνου και του θανάτου. Παράλληλα αιωρούνται και βασανιστικά ερωτήματα που δοκιμάζουν την πίστη μας ή την εξαφανίζουν: «γιατί ο Θεός επιτρέπει αυτή τη φοβερή ασθένεια;» ή «πώς συμβιβάζεται η ύπαρξη του Θεού με την ύπαρξη του καρκίνου;». Από την πατερική διδασκαλία μαθαίνουμε ότι, η ασθένεια είναι αποτέλεσμα της πτώσης των πρωτοπλάστων. Οι πρωτόπλαστοι πλάσθηκαν τελείως υγιείς και ζούσαν «τὴν ἐν παραδείσῳ ἄλυπον καὶ ἀνώδυνον καὶ ἀμέριμνον ζωήν».[2]

Για να είμαστε ρεαλιστές, ο κύριος υπεύθυνος της εξάπλωσης του καρκίνου είναι αποκλειστικά ο άνθρωπος (μόλυνση περιβάλλοντος, κακή διατροφή, κάπνισμα, βεβαρημένο και στρεσογόνο εργασιακό περιβάλλον, ιονίζουσα ακτινοβολία κ.α.). Αυτό δε σημαίνει ότι ο Θεός δεν μπορεί να εξαλείψει την ασθένεια αυτή όπως και κάθε ασθένεια και κάθε κακό. Ασφαλώς και μπορεί, ως παντοδύναμος. Όμως ο Θεός επιτρέπει το κακό και το μεταποιεί σε καλό, σύμφωνα με τον αγ. Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη.[3] Ο Θεός έχει τους λόγους του που επιτρέπει το κακό. Το κακό είναι αιτία για να αναπτύξει ο άνθρωπος αρετές, όπως η υπομονή η καρτερικότητα, η αγάπη, η συμπάθεια, αλλά είναι και αιτία να ανακαλύψει την προσευχή και να ενισχύσει την πίστη του. Το να ζούμε σε ένα περιβάλλον με λιγοστά προβλήματα δεν μας εξασφαλίζει απαραίτητα την ευτυχία. Βλέπουμε, για παράδειγμα, ότι σε ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Νορβηγία, όπου οι άνθρωποι δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα των κατοίκων χωρών του τρίτου κόσμου, αυτοί να οδηγούνται σε παράλογα αδιέξοδα και με ευκολία να φτάνουν στην αυτοκτονία, παρόλο το υψηλό βιοτικό τους επίπεδο, σε αντίθεση με τους «υπανάπτυκτους», που αγωνίζονται να κρατηθούν στη ζωή, εν μέσω αναρίθμητων προβλημάτων.[4]
Ο καρκινοπαθής πονάει σωματικά και ψυχικά. Ο πόνος του καρκινοπαθούς είναι ένα μαρτύριο, υπερμαρτύριο θα λέγαμε, που αν αντιμετωπισθεί με πίστη, προσευχή και υπομονή, οδηγεί σε μεγάλη πνευματική δόξα και επιβράβευση, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο.[5] Έχει ενδιαφέρον να παρουσιαστεί η αντιμετώπιση του καρκίνου από δύο σύγχρονους, δημοφιλείς και λαοφιλείς αγίους, που ασθένησαν και τελείωσαν τον επίγειο βίο τους από την ασθένεια αυτή. Πρόκειται για τους αγίους Νεκτάριο και Παΐσιο.
Ο άγιος Νεκτάριος διαγνώστηκε με καρκίνο του προστάτη. Πονούσε φοβερά. Δεν υπάκουε στις παρακλήσεις των ιατρών να εισαχθεί σε νοσοκομείο, για να του γίνει η προσήκουσα θεραπεία. Αντίθετα υπέμεινε με εκπληκτική υπομονή τους πόνους και αμέσως συνέταξε την διαθήκη του, δείχνοντας το ανδρείο του φρόνημα. Λίγους μήνες πριν την κοίμησή του (Αύγουστος 1920), προαισθανόμενος το τέλος της ζωής του, επισκέφθηκε στην Αίγινα το μοναστήρι της Χρυσολεόντισσας. Προσκύνησε τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, προσευχήθηκε θερμά και ευλόγησε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Τελικά στις 20 Σεπτεμβρίου 1920, πείθεται και εισάγεται στο Αρεταίειο Νοσοκομείο. Παρότι είναι Αρχιερέας, νοσηλεύεται ως απλός μοναχός, σε θάλαμο Γ΄ θέσης (απορίας)-το μεγαλείο της ταπείνωσή του. Ο άγιος Νεκτάριος υπέμεινε για πενήντα ημέρες τους πόνους του καρκίνου χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Προσευχόταν καθημερινά και κοινωνούσε πάντα, όταν ο ιερέας του νοσοκομειακού παρεκκλησίου του αγίου Γεωργίου τελούσε Θεία Λειτουργία. Παρέδωσε το πνεύμα του το βράδυ της Κυριακής 8 Νοεμβρίου 1920, περίπου στις 22.30.[6] Από την ώρα εκείνη και μέχρι σήμερα αλλά και για πάντα, τα θαύματα του αγίου Νεκταρίου, κυρίως σε καρκινοπαθείς, είναι αναρίθμητα.
 Από τον καρκίνο ασθένησε και ο άγιος Παΐσιος.  Όταν του ανακοίνωσαν οι γιατροί ότι πάσχει από καρκίνο, ήταν τόση η χαρά του, που είχε διάθεση για χορό, λέγοντας ότι εβδομήντα χρόνια είναι αρκετά για να ζήσει κάποιος.[7] Δε σταμάτησε να κοπιάζει, να εργάζεται και να κάνει μετάνοιες, μέχρι τον τελευταίο μήνα της ζωής του. Πολλές φορές οι γιατροί τον ρωτούσαν πως να αντιμετωπίζουν τους καρκινοπαθείς. Τους συμβούλευε να τους ενημερώνουν για την κατάστασή τους, να τους προτρέπουν να εξομολογούνται και να κοινωνούν, διότι η Θεία Κοινωνία είναι το πιο ισχυρό φάρμακο.[8] Είναι αποδεδειγμένο ότι όταν το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό ενδιαφέρεται για τις πνευματικές και θρησκευτικές ανάγκες του καρκινοπαθούς, τότε ο ασθενής ανταποκρίνεται θετικότερα στη θεραπεία και η ποιότητα της ζωής του καλυτερεύει, ακόμα και στο τελικό στάδιο της ασθένειας.[9]
Ο άγιος προσευχόταν καθημερινά με πολλή πίστη στο Θεό να του δώσει υπομονή. Δεν προσευχόταν να θεραπευτεί από τον καρκίνο. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Τί; Να κοροϊδεύουμε τον Θεό; Αφού εγώ ζήτησα να μου δώσει αυτή την αρρώστια».[10] Υπέμεινε μέχρι το τέλος τους φοβερούς και αφόρητους πόνους του καρκίνου. Η τελευταία του νύχτα ήταν η πιο μαρτυρική. Δεν τον έπιαναν ακόμα και τα πιο ισχυρά παυσίπονα. Με το δεξί του χέρι έκανε το σημείο του σταυρού, ενώ με το αριστερό  έκανε κινήσεις σαν να «τραβούσε» κομποσκοίνι. Επανέλαβε τρεις φορές τη λέξη «μαρτύριο».[11]
 Ο άγιος γέροντας Παΐσιος κοιμήθηκε στο μοναστήρι της Σουρωτής στις 12 Ιουλίου 1994, ημέρα Τρίτη και ώρα 11 το πρωί. Στον τάφο του γράφτηκε ένα ποίημα που το είχε συνθέσει ο ίδιος: «Εδώ τελείωσε η ζωή, εδώ και η πνοή μου, εδώ το σώμα θα θαφτεί θα χαίρει κι η ψυχή μου. Ο Άγιός μου κατοικεί, αυτό είναι τιμή μου. Πιστεύω Αυτός θα λυπηθεί την άθλια ψυχή μου. Θα εύχεται στον Λυτρωτή να χω την Παναγιά μαζί μου».[12]
Ο ρόλος του ποιμένα και κυρίως του πνευματικού στην αντιμετώπιση του καρκινοπαθούς και της οικογενείας του είναι σημαντικός. Ο πνευματικός δεν θα περιορισθεί σε μια απλή και ανούσια ανταλλαγή πληροφοριών για την ασθένεια και την κατάσταση του ασθενούς και της οικογενείας του, αλλά θα επικεντρωθεί στην πνευματική υποστήριξη αυτών. Ο καρκινοπαθής έχει ανάγκη από ένα ανθρώπινο στήριγμα, που θα γίνει η κλίμακα για να φτάσει στο Θεϊκό στήριγμα. Ο ποιμένας με την προσευχή, την υπομονή και την αγάπη του, θα προσπαθήσει να μεταδώσει  στον καρκινοπαθή την πεποίθηση, ότι η ασθένειά του δεν είναι ισοδύναμη με την καταστροφή και τον θάνατο. Δεν θα τον ξεγελάσει με ψεύτικες ελπίδες και βεβαιότητες περί θαυματουργικής θεραπείας,[13] αλλά θα τον βεβαιώσει ήρεμα και γαλήνια ότι με την πίστη στον Χριστό και στους αγίους, καμία ασθένεια δεν είναι αθεράπευτη. Μπορεί να αναφέρει και παραδείγματα θεραπείας καρκινοπαθών από αγίους και να τονίσει, ότι υπάρχουν άγιοι και αγίες που επιτελούν αναρίθμητες θεραπείες καρκινοπαθών ασθενών, όπως οι άγιοι Νεκτάριος, Εφραίμ της Νέας Μάκρης, Ραφαήλ, Παΐσιος, Παρθένιος, Σάββας, Πατάπιος, Πορφύριος και οι αγίες Αγάθη και Συγκλητική (καρκινοπαθής ούσα).
Ο καρκίνος δίνει την ευκαιρία σε ανθρώπους που δεν είχαν πνευματικές αναζητήσεις ή είχαν μια ρηχή και επιφανειακή σχέση με την Εκκλησία, να αναθεωρήσουν πολλές από τις απόψεις τους και να αρχίσουν να βλέπουν τη ματαιότητα της ζωής, σκεπτόμενοι πλέον μεταφυσικά. Ο φωτισμένος ποιμένας θα εκμεταλλευτεί πνευματικά τέτοιες περιπτώσεις ασθενών, για να τους οδηγήσει στη σωτηρία. Θα τους μιλήσει για τον Σωτήρα Χριστό, (διότι ο λόγος του Θεού δεν πρέπει να αποκρύπτεται), πάντα με διάκριση και αγάπη και ποτέ κηρυγματικά και υπερφίαλα. Η αγάπη, η υπομονή και η στοργή του ποιμένα είναι αδύνατο να αφήσει ασυγκίνητο και τον σκληρότερο άνθρωπο, χωρίς βέβαια να αποκλείονται οι εξαιρέσεις.
Πολλοί καρκινοπαθείς, μαζί με τις οικογένειές τους, με την αρωγή των ποιμένων ή των λαϊκών εθελοντών, που τους παρέπεμψαν με την διακονία τους στους ποιμένες της Εκκλησίας, γνώρισαν τον Χριστό στο κρεβάτι του πόνου, αλείφτηκαν με το ευλογημένο λάδι του Ευχελαίου, εξομολογήθηκαν, κοινώνησαν, συμφιλιώθηκαν με τους εχθρούς τους και αναχώρησαν έτοιμοι για την ουράνια Βασιλεία. Πολλοί από αυτούς θεραπεύτηκαν από τον καρκίνο και έγιναν πλέον οι πιστότεροι και συνεπέστεροι βοηθοί στο ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας.




[1] Συνήθως χρησιμοποιούμε τις λέξεις «το κακό», «το ξορκισμένο», «παλιαρρώστια», «επάρατη νόσο».  Στις Η.Π.Α. εάν κάποιος διαγνωσθεί με καρκίνο, δεν αναφέρει καν το όνομα της ασθένειας, απλά λέει «έχω διαγνωσθεί-I have been diagnosed».
[2] Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Λόγος περὶ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου, ΕΠΕ, τ. 1ος, σ. 234.
[3] Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Περί τῶν θείων ὀνομάτων, 4, 20, PG 3, 717, «...καὶ ἔσται τὸ κακὸν... καὶ ὂν καὶ ἀγαθὸν ὂν καὶ ἀγαθῶν ποιητικόν».
[4] Θεοδόσης Πελεγρίνης, Εισαγωγή στην Φιλοσοφία, εκδ. Πεδίο, Αθήνα 2010, σ. 70.
[5] Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Κατά Ἰουδαίων 8, ζ΄, PG 48,939 «ὅσῳ δὲ μείζων ὁ πόνος, τοσούτῳ καὶ ὁ στέφανος ἔσται λαμπρότερος».
[6] Σοφοκλής Δημητρακόπουλος, Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως-Ιστορική βιογραφία βασισμένη σε αυθεντικές πηγές», χ.ε., Αθήνα 1998, σ.σ. 306-308.
[7] Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Βασιλικά Θεσσαλονίκης 2015, σ. 531.
[8] ό.π., σ.σ. 534-535.
[9] Tracy Anne Balboni et al., “Provision of Spiritual Care to Patients with advanced Cancer: Assosiations with Medical Care and Quality of Life near Death”, Journal of Clinical Oncology, (2010), 28,3, 445-452, εδώ 447.
[10] Ιερομόναχος Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004, σ.343.
[11] Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, ό.π., σ. 554.
[12] Ιερομόναχος Ισαάκ, ό.π., σ.σ. 349-351.
[13] π. Αδαμάντιος Αυγουστίδης, Ποιμένας και Θεραπευτής, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1999, σ. 75.

Δεν υπάρχουν σχόλια: