Το επιστημονικό πεδίο που ερευνώ είναι η ρωσική λογοτεχνία. Έφτασα στον Ισαάκ τον Σύρο δια των μυθιστορημάτων και σημειώσεων του Φεντόρ Ντοστογιέφσκι. Καθώς μελετούσα το πως και το γιατί των βιβλικών παραπομπών στα έργα του εν λόγω συγγραφέα, συνειδητοποίησα ότι πολλές άμεσες και έμμεσες παραπομπές σε Πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας[2] είναι δυνατό να ανιχνευθούν σ᾿ αυτά, κυρίως από τους Ασκητικούς Λόγους του Ισαάκ του Σύρου.
Πριν από τον Ντοστογιέφσκι, κι άλλοι Ρώσοι συγγραφείς αντλούν την έμπνευσή τους από πατερικά κείμενα. Η ποιητική απόδοση της προσευχής του Εφραίμ του Σύρου και η επίδραση του Ιωάννου της Κλίμακος στο έργο του Γκόγκολ είναι πασίγνωστες. Κατά τη γνώμη μου, ο Ντοστογιέφσκι προχωρεί πέρα από τους εν λόγω συγγραφείς. Η συνάντησή του με τη λαμπρή και θερμή σκέψη και την ―πολύ συγγενική με τη δική του― αγάπη του Ισαάκ του Σύρου που αντηχεί στα λόγια του έδωσε τη δύναμη στον Ντοστογιέφσκι να αντιληφθεί σαφέστερα ό,τι έως τότε αισθανόταν μέσα του βαθιά αλλά ακόμα μάλλον ακαθόριστα.
Πριν από τον Ντοστογιέφσκι, κι άλλοι Ρώσοι συγγραφείς αντλούν την έμπνευσή τους από πατερικά κείμενα. Η ποιητική απόδοση της προσευχής του Εφραίμ του Σύρου και η επίδραση του Ιωάννου της Κλίμακος στο έργο του Γκόγκολ είναι πασίγνωστες. Κατά τη γνώμη μου, ο Ντοστογιέφσκι προχωρεί πέρα από τους εν λόγω συγγραφείς. Η συνάντησή του με τη λαμπρή και θερμή σκέψη και την ―πολύ συγγενική με τη δική του― αγάπη του Ισαάκ του Σύρου που αντηχεί στα λόγια του έδωσε τη δύναμη στον Ντοστογιέφσκι να αντιληφθεί σαφέστερα ό,τι έως τότε αισθανόταν μέσα του βαθιά αλλά ακόμα μάλλον ακαθόριστα.
Κατά τη γνώμη μου, η συμβολή του Ντοστογιέφσκι στη διάδοση της σκέψης του Ισαάκ του Σύρου στη Ρωσία και στη Δύση είναι μεγάλη. Μέσω των μυθιστορημάτων αυτού του συγγραφέα κάποια καίρια θέματα του βιβλίου του Ισαάκ έφθασαν και συνεχίζουν να φθάνουν σ ένα μεγάλο κοινό, το οποίο εν πολλοίς αγνοούσε ακόμα και την ύπαρξη αυτού του Πατρός της Εκκλησίας.
Από τους πολλούς αναγνώστες του Ντοστογιέφσκι κάποιοι κατόρθωσαν όχι μόνο να αντιληφθούν το μήνυμά του αλλά και να το αναπτύξουν με έναν προσωπικό τρόπο. Στο άρθρο μου Ο Ντοστογιέφσκι και η θεολογική στροφή του 20ου αιώνα[3], επεσήμανα την επίδραση των μυθιστορημάτων του Ρώσου συγγραφέα στους Μπαρτ, Τουρνέιζεν και Μπονχόφφερ, την οποία οι ίδιοι παραδέχτηκαν ανοιχτά σε περισσότερες από μία περιπτώσεις. Νομίζω πως αξίζει να αναφέρουμε ότι οι ιδέες του Ντοστογιέφσκι που ανέπτυξαν οι εν λόγω θεολόγοι είναι ακριβώς αυτές που ο Ρώσος συγγραφέας άντλησε από το βιβλίο του Ισαάκ του Σύρου.
Στη ζωή του Ντοστογιέφσκι ως καλλιτέχνη και δημιουργού μια μέρα είναι σημαντική: 28 Δεκεμβρίου 1865[4]. Μια σημείωση αυτής της μέρας σε μια σελίδα του σημειωματαρίου που χρησιμοποίησε για το τρίτο σχέδιο του βιβλίου Έγκλημα και τιμωρία αναφέρει τα εξής:
Από τους πολλούς αναγνώστες του Ντοστογιέφσκι κάποιοι κατόρθωσαν όχι μόνο να αντιληφθούν το μήνυμά του αλλά και να το αναπτύξουν με έναν προσωπικό τρόπο. Στο άρθρο μου Ο Ντοστογιέφσκι και η θεολογική στροφή του 20ου αιώνα[3], επεσήμανα την επίδραση των μυθιστορημάτων του Ρώσου συγγραφέα στους Μπαρτ, Τουρνέιζεν και Μπονχόφφερ, την οποία οι ίδιοι παραδέχτηκαν ανοιχτά σε περισσότερες από μία περιπτώσεις. Νομίζω πως αξίζει να αναφέρουμε ότι οι ιδέες του Ντοστογιέφσκι που ανέπτυξαν οι εν λόγω θεολόγοι είναι ακριβώς αυτές που ο Ρώσος συγγραφέας άντλησε από το βιβλίο του Ισαάκ του Σύρου.
Στη ζωή του Ντοστογιέφσκι ως καλλιτέχνη και δημιουργού μια μέρα είναι σημαντική: 28 Δεκεμβρίου 1865[4]. Μια σημείωση αυτής της μέρας σε μια σελίδα του σημειωματαρίου που χρησιμοποίησε για το τρίτο σχέδιο του βιβλίου Έγκλημα και τιμωρία αναφέρει τα εξής:
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΟΣ: 1) Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΩΡΗΣΗ, ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ. Δεν είναι δυνατό να υπάρξει ευτυχία σε κατάσταση ανέσεως. Αποκτάται μόνο δια των δοκιμασιών. Αυτός είναι ο νόμος του πλανήτη μας, αλλά αυτή η σαφής γνώση (soznanie), που έρχεται δια της ζωτικής διαδικασίας, φέρνει μια τόσο τεράστια χαρά που αγοράστηκε με χρόνια δοκιμασίας. Ο άνθρωπος δεν γεννήθηκε για την ευτυχία. Κατακτά την ευτυχία, αλλά πάντα μέσω δοκιμασίας. Κι αυτό δεν είναι άδικο, διότι η γνώση που γίνεται απ᾿ ευθείας αντιληπτή από την ψυχή και το σώμα, αποκτάται μέσω της αισθήσεως των υπέρ και των κατά, την οποία πρέπει να βιώσουμε μέσα μας (Θεοτόκη, σ. 150)[5].
Τα λόγια του Ντοστογιέφσκι για την ευτυχία ―που αποκτάται με μια πολύ υψηλή τιμή, και γι᾿ αυτό είναι πολυτιμότατη― γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που το 1865 είχε ήδη την εμπειρία μιας θανατικής ποινής που ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή, του εγκλεισμού σε στρατόπεδο στη Σιβηρία επί τέσσερα χρόνια, των συχνών, μικρών θανάτων της επιληψίας και, τέλος, της απελπιστικής μοναξιάς μετά τους θανάτους της πρώτης του συζύγου και του αδελφού του Μιχαήλ το 1864, όλα σε διάστημα λίγων μηνών.
Το κείμενο της σημειώσεως συμπυκνώνει σε λίγες γραμμές μια από τις οδούς που υποδεικνύουν οι Πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας για να επιτύχει κανείς μέσα του τη «Βασιλεία του Θεού», που είναι ένα είδος χαράς φωτισμένης από το έλεος του Θεού.
Από τον κατάλογο που συνέταξε η Άννα Γκρηγκόριεβνα μετά τον θάνατο του συζύγου της, γνωρίζουμε ότι ανάμεσα στα βιβλία του Ντοστογιέφσκι περιλαμβάνονταν και οι Ασκητικοί λόγοι[6] κι ότι στις σημειώσεις του κατά την ετοιμασία του αλλά και στο τελικό κείμενο των Αδελφών Καραμάζοφ υπάρχουν πολλά χωρία από τον Ισαάκ τον Σύρο. Η σημείωση της 28ης Δεκεμβρίου στην οποία ορίζει την «Ορθόδοξη θεώρηση» είναι πολύ κοντά στην αντίληψη που εκφράζει ο Ισαάκ:
Οὐδεὶς γὰρ ἐν τῷ οὐρανῷ ἀνῆλθε μετὰ ἀνέσεως· τὴν γὰρ ταύτης ὁδὸν γινώσκομεν ὅποι καὶ καταλύει. (Θεοτόκη, σ. 17)
Μὴ ἀπαναίνου τὰς θλίψεις, διότι δι’ αὐτῶν εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας εἰσέρχῃ· καὶ μὴ φοβηθῇς τοὺς πειρασμούς, διότι ἐν αὐτοῖς εὑρίσκεις τὰ τίμια (Θεοτόκη, σ. 186).
Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. Ἡ γὰρ ταπείνωσις συνάγει τὴν καρδίαν. ... τηνικαῦτα προσεύχεται ὁ ἄνθρωπος ... μετὰ χαρᾶς τῆς καρδίας καὶ θαύματος, βρύει τὰς εὐχαριστηρίους κινήσεις διηνεκῶς (Θεοτόκη, σσ. 83-84).
Κατά τη γνώμη μου, η επίδραση του Ισαάκ είναι παρούσα στα έργα του Ντοστογιέφσκι, αρχίζοντας από το Έγκλημα και τιμωρία. Στο Έγκλημα και τιμωρία η πρώτη θεϊκή αποκάλυψη λαμβάνει χώρα στην ταβέρνα όπου ο Μαρμελάντοφ συναντά τον Ρασκόλνικοφ. Παραπέμπω σ᾿ αυτό το επεισόδιο, διότι εδώ ο συγγραφέας τοποθέτησε μια από τις πιο βαρυσήμαντες και φαινομενικά παράδοξες δηλώσεις του Ισαάκ του Σύρου. Και θεωρώ σημαντικό το να σας υπενθυμίσω πόση προσοχή αφιέρωσε ο Τουρνέιζεν στον μονόλογο του Μαρμελάντοφ στο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι (1921) και την ερμηνεία που έδωσε σ’ αυτό το χωρίο, η οποία επηρέασε τον Καρλ Μπαρτ κατά το γράψιμο του βιβλίου του Η προς Ρωμαίους επιστολή. Αργότερα θα επανέλθω σ’ αυτό.
Η ομιλία του Μαρμελάντοφ είναι ένα από τα πιο τολμηρά κείμενα που έγραψε ο Ντοστογιέφσκι. Εκφωνείται από έναν άνθρωπο που ξέπεσε στη χαμηλότερη τάξη της κοινωνίας και δεν απολαμβάνει πια τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη των συνανθρώπων. Με μια πρώτη ανάγνωση μπορεί κανείς να την παρανοήσει, θεωρώντας την ως την ακρότατη αυταπάτη ενός απελπισμένου που φτιάχνει μια εικόνα του Θεού κατά τις ανάγκες του. Εν τούτοις, τα λόγια του επιβεβαιώνονται από τα βιβλικά χωρία στα οποία παραπέμπει ο ήρωας. Μεταφέρουν μια καθαρή θεολογική σκέψη την οποία νομίζω ότι ο Ντοστογιέφσκι εκείνη την εποχή ήταν ικανός να καταλάβει και εκτιμήσει, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να την επεξεργαστεί με τόση οξύνοια.
Ο ήρωας, που δεν είχε καμιά ελπίδα από άνθρωπο, βρίσκει τη δύναμη να σηκώσει τα μάτια ζητώντας βοήθεια και να ανακαλύψει ένα «μυστικό» που παραμένει κρυφό για τους ισχυρούς και «δίκαιους» αυτού του κόσμου.
Κι όλους θα τους δικάσει και θα τους συχωρέσει και τους καλούς και τους κακούς και τους σοφούς και τους πράους... Κι όταν θάχει πια τελειώσει μ᾿ όλους, τότε θα πει και σε μας: «Βγείτε», θα πει, «και σεις! Βγείτε, μεθυσμένοι, βγείτε, αδύναμοι, βγείτε, ντροπιασμένοι». Και μεις θα βγούμε όλοι, χωρίς να ντραπούμε και θα σταθούμε μπροστά του. Και θα πει: «Είστε γουρούνια! Έχετε ζώου μορφή και τη σφραγίδα του, όμως ελάτε και σεις!» Και θα είπωσιν οι σοφοί και θα είπωσιν οι σώφρονες: «Κύριε, ἵνα τί προσδέχεσαι αὐτούς;» Και θα πει: «Τους προσδέχομαι, σοφοί, τους προσδέχομαι, σώφρονες, διότι ουδείς εξ αυτών εθεώρει εαυτόν άξιον τούτου...» και θα μας απλώσει το χέρι και μεις θα πέσουμε στα γόνατα ... καὶ θα κλάψουμε ... κι όλα θα τα καταλάβουμε! ... Θεέ μου, ελθέτω η Βασιλεία Σου![7]
Είναι σημαντικό, και το τονίζω, ότι αυτή η ομιλία που έγινε στην ταβέρνα από έναν άνθρωπο που αισθάνεται βαθιά ένοχος και ανάξιος περιέχει την ίδια ιδέα που εκφράζεται στον 90ο λόγο του Ισαάκ του Σύρου (στη ρωσική έκδοση[8]), η οποία βασίζεται στις ίδιες παραπομπές από τα Ευαγγέλια. Όταν ο Μαρμελάντοφ λέει «όλους θα τους δικάσει και θα τους συχωρέσει και τους καλούς και τους κακούς», αναφέρεται ευθέως σ᾿ ένα στίχο του κατά Λουκάν (6, 35): «Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν ... καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς». Αλλά κι η απάντηση του Κυρίου στην ένσταση των σοφών και σωφρόνων απηχεί το δεύτερο μέρος της παραβολής των εργατών του αμπελώνος στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (20, 8-15).
Τώρα παραθέτω το απόσπασμα του Ισαάκ του Σύρου, όπου οι δύο παραπομπές παρατίθενται με την ίδια σειρά:
Γίνου κῆρυξ τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ ὅτι ἀνάξιόν σε ὄντα κυβερνᾷ, καὶ ὅτι χρεωστεῖς χρέος πολύ, καὶ ἡ ἐκδίκησις αὐτοῦ οὐ φανεροῦται ἐν σοί. ... Μὴ καλέσῃς τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅτι ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ οὐ γνωρίζεται ἐν τοῖς πράγμασί σου. Καὶ ἐὰν ὁ Δαβὶδ καλῇ αὐτὸν δίκαιον καὶ εὐθῆ, ἀλλὰ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἐφανέρωσεν ἡμῖν ὅτι μᾶλλον ἀγαθός ἐστι καὶ χρηστός. Ἀγαθός ἐστι, φησί, τοῖς πονηροῖς καὶ ἀσεβέσι. Καὶ πῶς ὀνομάζεις τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅταν ἀπαντήσῃς τῷ κεφαλαίῳ τῷ περὶ τοῦ μισθοῦ τῶν ἐργατῶν; « Ἑταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε, θέλω δοῦναι τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ ὡς καὶ σοί. ... Εἰ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ἐστιν ὅτι ἐγὼ ἀγαθός εἰμι. » Πῶς πάλιν καλεῖ ἄνθρωπος τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅταν ἀπαντήσῃ τῷ κεφαλαίῳ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ; ... Ποῦ ἐστὶν ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἦμεν ἁμαρτωλοὶ καὶ ὁ Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ ὑμῶν; (Θεοτόκη, σ. 245).
Εδώ ο Ισαάκ τονίζει το γεγονός ότι ο Θεός δεν είναι δίκαιος η, μάλλον, ότι δεν ακολουθεί την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Είναι μια τολμηρή ιδέα αλλά καλά θεμελιωμένη σε παραπομπές από την Αγία Γραφή. Στη ρωσική έκδοση του κειμένου του Ισαάκ, που έχει μεταφρασθεί από τα ελληνικά, αυτός ο λόγος τοποθετείται στο τέλος του βιβλίου, όταν η οδός της καθάρσεως που περιγράφει ο συγγραφέας έχει ολοκληρωθεί κι έχει οδηγήσει σε μια εσωτερική διάσταση βαθιάς χαράς και υπερβολικής αγάπης. Πολλοί λόγοι του βιβλίου είναι αφιερωμένοι στην αναχωρητική ζωή, στην αδιάλειπτη προσευχή και στα πνευματικά γυμνάσματα των μοναχών. Αλλ᾿ ο Ισαάκ ασχολείται και με μιαν άλλη οδό, που είναι αυτή που ακολουθούν οι προικισμένοι ήρωες του Ντοστογιέφσκι, αρχίζοντας από το Έγκλημα και Τιμωρία.
Μακάριος ἄνθρωπος ὁ γινώσκων τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν ... Ὅταν γὰρ μάθῃ τίς, καὶ ἐν ἀληθείᾳ αἰσθηθῇ τῆς ἑαυτοῦ ἀσθενείας, τηνικαῦτα περισφίγγει τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ... Τότε γὰρ συγκρίνας τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν τῇ βοηθείᾳ τοῦ Θεοῦ, τηνικαῦτα γνώσεται ταύτης τὴν μεγαλωσύνην. ... Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. Ἡ γὰρ ταπείνωσις συνάγει τὴν καρδίαν. ... Ταῦτα πάντα τὰ ἀγαθὰ τίκτονται τῷ ἀνθρώπῳ ἀπὸ τοῦ ἐπιγνῶναι τὴν οἰκείαν ἀσθένειαν. Ἐκ γὰρ τῆς πολλῆς ἐφέσεως αὐτοῦ πρὸς τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, προσεγγίζει τῷ Θεῷ διαμένων ἐν τῇ προσευχῇ. Καὶ ὅσον προσεγγίζει τῷ Θεῷ τῇ προθέσει αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς προσεγγίζει αὐτῷ διὰ τῶν χαρισμάτων αὐτοῦ (Θεοτόκη, σ. 82-84).
Μια τέτοια εμπειρία είχαν γευθεί ο Mαρμελάντοβ κι η Σόνια. Αυτή η εμπειρία είλκυσε την προσοχή του Τουρνέιζεν, ο οποίος σ᾿ ένα απόσπασμα του βιβλίου του προκαταλαμβάνει κάποιες κεντρικές ιδέες που εξέφρασε ο Μπαρτ στο βιβλίο του Η προς Ρωμαίους επιστολή.
«Η προς τον Θεό αγάπη», γράφει ο Μπαρτ, «είναι μια ταπείνωση με τόσο μεγάλη συνείδηση του εαυτού της και του τι επιζητεί, ώστε να μην θέτει πια καμιά ερώτηση η διεκδίκηση. Είναι ένας πόθος τόσο έντονος, που έχει ήδη γευτεί την εκπλήρωσή του και γι αυτό δεν χρειάζεται πια καταπράυνση, εξάλειψη ... Σύμφωνα με τα σχέδια Του, ο Θεός απαιτεί απ᾿ όσους Τον αγαπούν την εκτέλεση μιας αποστολής που κανείς δεν μπορεί να την επιβάλει στον εαυτό του η σε οποιονδήποτε άλλον. Και πως αλλιώς κάποιος που αγαπά τον Θεό θα τη γνώριζε; Πως θα συνέχαιρε τον εαυτό του για το ότι έστριψε το κλειδί, άνοιξε την πόρτα, κατόρθωσε να αρνηθεί την άρνηση, βάδισε τη στενή οδό μεταξύ δύο αβύσσων, άλλαξε τα σκορπισμένα παντού μη εποικοδομητικά σημάδια, τα ανέτρεψε όλα; ... Όσοι αγαπούν τον Θεό είναι προορισμένοι να είναι μάρτυρες του Ιησού, δια του Σταυρού και —άρα— της Αναστάσεώς Του. Ο τρόπος της ζωής τους είναι ο σκληρότερος όλων, η έσχατη ταλαιπωρία, οποιαδήποτε μορφή κι αν πάρει»[9].
Αυτός ο τρόπος ζωής ήταν οικείος στον Μπαρτ πριν να γράψει το βιβλίο του το 1922, όχι μέσω άμεσης εμπειρίας, αλλά δια των προικισμένων ηρώων των ιστοριών του Ντοστογιέφσκι, στον οποίο συχνά παραπέμπει στο βιβλίο του (ειδικά στην ιστορία του Ιβάν Καραμάζοφ). Στην Εισαγωγή στη θεολογία των Ευαγγελίων ο Μπαρτ ανακαλεί στη μνήμη του ότι αυτή την περίοδο αυτός κι ο Τουρνέιζεν «διάβαζαν εντατικά Ντοστογιέφσκι (και σ’ αυτή τη μελέτη ο Τουρνέιζεν ήταν οδηγός μου)»[10].
Ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός δρα και βοηθάει στα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι απαιτεί από τη Σόνια, τον Ρασκόλνικοφ, τον Μίτια, τον Μάρκελλο και από άλλους ήρωες μια επώδυνη διαδικασία που οδηγεί στην επίγνωση της αδυναμίας και της απελπιστικής κατάστασής τους. Η επίγνωση αυτή τους αποστερεί από τις πλάνες και τους οδηγεί να «βαδίσουν τη στενή οδό μεταξύ δύο αβύσσων» για την οποία μιλά ο Μπαρτ: Η πρώτη άβυσσος είναι η συνθηκολόγηση με τις καταστροφικές δυνάμεις που νιώθουν μέσα τους[11], ενώ η δεύτερη είναι η παραδοχή μιας άγνωστης διάστασής τους ικανής να ανατρέψει τα «σκορπισμένα παντού μη εποικοδομητικά σημάδια» και να οδηγήσει σε μια νέα θεώρηση του κόσμου.
Κεντρικό θέμα του έργου του Ντοστογιέφσκι είναι αυτό του «Παραδείσου στη γη». Το σχήμα του Παραδείσου για το οποίο συζητούν ήρωες σαν τον Ζωσιμά, τον Κυρίλλοβ και τον «μυστηριώδη επισκέπτη» δεν τοποθετείται ούτε στον χώρο ούτε στον χρόνο. Είναι μια εσωτερική διάσταση που κανείς την κατακτά μέσω μιας οδού σταδιακής καθάρσεως η —όπως τονίζουν οι στάρετς κι οι Πατέρες της Εκκλησίας— μέσω μιας αιφνίδιας δοκιμασίας που διαπερνά τον όλο άνθρωπο και συνεπάγεται τον θάνατο του παλαιού ανθρώπου «σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις». Από αυτή την άποψη το επεισόδιο με τον Μάρκελλο, τον βαριά άρρωστο αδελφό του στάρετς Ζωσιμά στους Αδελφούς Καραμάζοβ, παίζει έναν ουσιώδη ρόλο:
Η ζωή είναι Παράδεισος, κι όλοι μας στον Παράδεισο βρισκόμαστε, μόνο που δε θέλουμε να το καταλάβουμε. Μα αν το καταλαβαίναμε, αύριο κιόλας θα γινόταν ολάκερος ο κόσμος Παράδεισος. ... Καλοί μου, γιατί να μαλώνουμε και να παινευόμαστε ο ένας μπροστά στον άλλον και να μνησικακούμε; ... Ἄς παίξουμε αγαπώντας, επαινώντας και φιλώντας ο ένας τον άλλον κι ευλογώντας τη ζωή[12].
Ο λόγος του Μαρκέλλου περιέχει δύο βασικές προτάσεις: «Η ζωή είναι Παράδεισος» και «Ο καθένας μας είναι ένοχος μπροστά στους άλλους». Οι δύο αυτές ενοράσεις είναι αλληλένδετες όχι μόνο στη μνήμη του Ζωσιμά, αλλά και στα υψηλότερα και σημαντικότερα κείμενα της Ορθοδόξου πνευματικότητος που περιγράφουν τις μεθόδους για την απόκτηση της εντός ημών «Βασιλείας».
Ο «παράδοξος και αποφασιστικός τόνος» του παιδιού όταν ξαφνικά διακηρύσσει τις ασυνήθεις αλήθειες του, δονούμενος από αγάπη και αίσθημα, αποκαλύπτουν ότι ανακάλυψε μια τελείως νέα θεώρηση του κόσμου, του εαυτού του, της ζωής του.
Δεν κλαίω απ᾿ τη λύπη μου, μα γιατί είμαι ευτυχισμένος. Εγώ ο ίδιος θέλω να φανώ ένοχος απέναντί τους [των πουλιών που κελαηδούν στα παράθυρα], δεν μπορώ να σ’το εξηγήσω αυτό, γιατί δεν ξέρω και γω πώς να τ᾿ αγαπήσω. ... Μήπως τάχα τώρα δεν είμαι στον Παράδεισο;»[13]
Την ίδια αίσθηση εκφράζει κι ο Ισαάκ ο Σύρος, όταν περιγράφει την εμπειρία της εντός αυτού «Βασιλείας».
Ὅτε δὲ ὁλοτελῶς ἔλθῃ εἰς τοὔμπροσθεν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ταῦτα τὰ δύο καταπίνονται. ... Πολλάκις ὅτε ταῦτα ἔγραφον, ὑπέλειποντό μου οἱ δάκτυλοι ἐπὶ τὸν χάρτην, καὶ οὐχ ὑπέφερον κατέναντι τῆς ἡδονῆς τῆς ἐμπιπτούσης ἐν τῇ καρδίᾳ μου, καὶ τὰς αἰσθήσεις κατασιγαζούσης. ... Ἡ ἀγάπη, γέννημά ἐστι τῆς γνώσεως (Θεοτόκη, σσ. 163-164).
Τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, θεωρίαν πνευματικὴν λέγουσιν ὅτι ἐστί. Καὶ αὕτη οὐκ ἐν τοῖς ἔργοις τῶν λογισμῶν εὑρίσκεται, ἀλλ’ ἐκ τῆς χάριτος γευσθῆναι δύναται. Καὶ ἕως ἂν καθαρθῇ ὁ ἄνθρωπος, οὐδὲ ἀκοῦσαι αὐτῆς κἂν ἱκανοῖ, διότι ἐκ μαθήσεως οὐδεὶς δύναται αὐτὴν κτήσασθαι (Θεοτόκη, σ. 70).
Η μετάνοια είναι δεύτερη χάρη· γεννάται στην ψυχή από πίστη και φόβο. Ο φόβος είναι η οδός των Πατέρων που μας οδηγεί στην πνευματική Εδέμ. Όταν φθάσουμε εκεί, μας αφήνει και επιστρέφει. Η Εδέμ είναι η θεία αγάπη.
Εἰρήνευσον ἐν ἑαυτῷ, καὶ εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τὸ ταμεῖον τὸ ἔνδοθέν σου, καὶ ὄψει τὸ ταμεῖον τὸ οὐράνιον· ἓν γάρ ἐστιν τοῦτο κἀκεῖνο, καὶ ἐν μιᾷ εἰσόδῳ θεωρεῖς τὰ ἀμφότερα. Ἡ κλῖμαξ τῆς βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου. Βάπτισον σεαυτὸν ἐν ἑαυτῷ ἐκ τῆς ἁμαρτίας, καὶ εὑρήσεις ἐκεῖ ἀναβάσεις ἐν αἷς ἀναβαίνειν δυνήσῃ (Θεοτόκη, σ. 127).
Σ αυτή την ατέλειωτη αγάπη, την απεριόριστη με όλη τη σημασία της λέξεως, που πηγάζει από την εντός ημών θέα της Θεότητος, ο Ισαάκ αφιέρωσε τους λαμπρότερους λόγους του στους οποίους μπόρεσε να αγκαλιάσει όλα τα όντα, χωρίς καμιά εξαίρεση —σαν να ήταν ένα—, συμπεριλαμβανομένων και των πιο δυσάρεστων και απωθητικών.
Καὶ τί ἐστι καρδία ἐλεήμων; Καὶ εἶπε· καῦσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν ὀρνέων, καὶ τῶν ζώων, καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος· καὶ ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ῥέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα. ... καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων, καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτόν, ἐν πάσῃ ὥρᾳ εὐχὴν μετὰ δακρύων προσφέρει τοῦ φυλαχθῆναι αὐτοὺς καὶ ἱλασθῆναι αὐτοῖς. ῾Ομοίως καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως τῶν ἑρπετῶν ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης τῆς κινουμένης ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, ἀμέτρως, καθ᾿ ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ (Θεοτόκη, σ. 306).
Αυτή η απέραντη αγάπη, που μας επιτρέπει να ταυτισθούμε με τον καθένα και το καθετί, προξενεί την ταπείνωση και ορίζεται από τον Ισαάκ ως «το τρεμούλιασμα της ψυχής προ των πυλών του ουρανού».
Ο Μάρκελλος περνά μια παρόμοια εμπειρία όταν νιώθει μια ενοχή που δεν είναι άγονη αλλά ανοίγει ένα δρόμο που οδηγεί στην αγάπη και στην απεριόριστη ευγνωμοσύνη. Δηλώνει: «Δεν κλαίω απ τὴ λύπη μου, μα γιατί είμαι ευτυχισμένος» κι ότι η συγγνώμη που ζητά και από τα πουλιά πηγάζει από την αγάπη του για κάθε ον, μια αγάπη τόσο μεγάλη, που δεν ξέρει πώς να την εκφράσει.
Από αυτό το επεισόδιο και μετά, η εμπειρία της δοκιμασίας —την οποία ο Ιβάν θα απορρίψει, σαν τον ιεροεξεταστή που απορρίπτει τον σταυρό— αποκτά μιαν άλλη σπουδαιότητα. Ο Ντοστογιέφσκι και ο Ισαάκ συμφωνούν ότι το κάλυμμα των οφθαλμών κάποιου μπορεί να ανασηκωθεί με δύο τρόπους: με την οδό του μοναχού, ο οποίος εγκαταλείπει τον κόσμο, αλλά και με το ψυχικό τραύμα που προκαλεί μια διαπεραστική δοκιμασία που αφήνει τον άνθρωπο ταπεινωμένο και γυμνό μπροστά στον εαυτό του και στον Θεό. Αυτή είναι η κατάσταση του Μαρκέλλου στις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του.
Στην ίδια γραμμή κινούνται και οι εμπειρίες των προικισμένων ηρώων του Ντοστογιέφσκι, που δρουν υπό την πίεση μιας απεγνωσμένης ανάγκης για φως. Όλοι οι πρωταγωνιστές των τελευταίων μυθιστορημάτων του, ακόμα κι οι πιο απελπισμένοι και ένοχοι, στοχεύουν σ αυτή την κατάσταση χαράς και εσωτερικής ικανοποίησης.
Ο Στάρετς Ζωσιμάς που αρχίζει την πνευματική διαθήκη του διηγούμενος το επεισόδιο του Μαρκέλλου, εμπνέεται όλο το κείμενο του μακρού λόγου του από τους Ασκητικούς Λόγους του Ισαάκ του Σύρου. Θα περιοριστώ να παραθέσω κάποιες σύντομες φράσεις των οποίων η πηγή είναι εύκολα αναγνωρίσιμη σε όσους γνωρίζουν το κείμενο του Ισαάκ.
Αδελφοί μου, μη σας τρομάζουν οι αμαρτίες των ανθρώπων, αγαπάτε τον άνθρωπο ακόμα και μες στην αμαρτία του γιατί αυτή η αγάπη είναι ομοίωμα της αγάπης του Θεού κι αποτελεί την ανώτερη αγάπη επί της γης.
Να θυμάσαι προ πάντων πως δεν μπορείς να γίνεις κανενός κριτής. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει στη γη δικαστής για έναν κακούργο πριν νιώσει αυτός ο δικαστής πως κι ο ίδιος είναι το ίδιο κακούργος σαν κι αυτόν πούχει μπροστά του. ... Ὅσο κι αν τούτο φαίνεται παράλογο από πρώτη άποψη, είναι αληθινό. Γιατί, αν εγώ ήμουν αναμάρτητος, ίσως να μην υπήρχε ο εγκληματίας που πρέπει τώρα να δικάσω.
Τι είναι Κόλαση; Και λέω πως είναι το μαρτύριο του να μην αγαπάει κανείς. ... αυτό το ψυχικό μαρτύριο ... δὲν είναι εξωτερικό μα τόχουν μέσα τους. Μα κι αν ήταν δυνατό να τους απαλλάξουν, τότε, έτσι νομίζω, θα γίνονταν ακόμα πιο πικρά δυστυχισμένοι. ... Γιατί ίσα-ίσα μ᾿ αυτή τη συγγνώμη θα μεγάλωνε κι η δίψα τους για ανταπόδοση αγάπης, για αγάπη ενεργητική και γεμάτη ευγνωμοσύνη, που τους είναι αδύνατο πια να δείξουν[14].
Ο λόγος του Ζωσιμά προσέλκυσε σε βάθος την προσοχή του Έντουαρντ Τουρνέιζεν, ο οποίος σ ἕνα κεφάλαιο του βιβλίου του Humble, not holy, θλίβεται επειδή δεν μπορεί να παραθέσει στην πληρότητά τους τα «θαυμαστά λόγια» του στάρετς.
Συγκρατώ τον εαυτό μου να μην παραθέσω κι άλλα. Αν κάποιος ήθελε πράγματι να παραθέσει, θα έπρεπε να τα αντέγραφε όλα. Αλλά θα προσθέσω κάτι, ως προειδοποίηση: Μη δανείζεσαι τόσο γρήγορα, τόσο εύκολα, με τόση σιγουριά τα θαυμαστά λόγια αυτού του μοναχού· μπορεί (όπως τα λόγια της Αγίας Γραφής και για τον ίδιο λόγο!) σύντομα να χάσουν τη δύναμή τους στα χέρια και στα χείλη μας. Γιατί εύκολα ξεχνούμε ότι και σ᾿ αυτή την περίπτωση το Ωσαννά ξεσπά μόνο από το Καθαρτήριο των τρομερότερων πειρασμών, ότι οι λόγοι ευχαριστίας πηγάζουν από μια συντετριμμένη καρδιά κι ότι η αγάπη για τον άνθρωπο και τον κόσμο κατορθώνεται μόνο με χειμάρρους δακρύων[15].
Συντονισμένος με τον Ισαάκ (Μὴ ἀπαναίνου τὰς θλίψεις, διότι δι᾿ αὐτῶν εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας εἰσέρχῃ· καὶ μὴ φοβηθῇς τοὺς πειρασμούς, διότι ἐν αὐτοῖς εὑρίσκεις τὰ τίμια [Θεοτόκη, σ. 186]. Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. [σ. 83]), ὁ Τουρνέιζεν έχει δίκιο όταν μας προειδοποιεί για τον κίνδυνο ενός εύκολου και περαστικού ενθουσιασμού που κρύβει ένας λόγος φαινομενικά εύκολος και ελκυστικός. Όπως κι ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι τονίζει στα μυθιστορήματα και στις σημειώσεις του, για να καταλάβει κανείς τα λόγια του Ζωσιμά στο βάθος τους, κατ᾿ ανάγκην πρέπει να γευθεί την εμπειρία μιας δοκιμασίας που μας κάνει να γονατίσουμε και που απογυμνώνει τον γευόμενό την από τις πλάνες που βρίσκονται στο ίδιο το κέντρο της ύπαρξης της πλειονότητας των ανθρώπων.
Το άρθρο μου Ο Ντοστογιέφσκι και η θεολογική στροφή του 20ου αιώνα αφιερώνεται σε λεπτομερή ανάλυση της επίδρασης του Ντοστογιέφσκι και του Ισαάκ του Σύρου στους Μπαρτ, Τουρνέιζεν και Μπονχόφφερ. Νομίζω απίθανο, όχι όμως αδύνατο[16], οι εν λόγω θεολόγοι να είχαν άμεση γνώση της σκέψης του Ισαάκ του Σύρου. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια σημαντικότατα κοινά σημεία μεταξύ της ερμηνείας τους της Αγίας Γραφής και αυτής του εν λόγω Πατρός της Εκκλησίας. Πιστεύω ότι αυτή η σύγκλιση μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής:
Τον 7ο αιώνα ο Ισαάκ ο Σύρος, έχοντας επιλέξει μια ζωή ελευθερίας μακριά από τα κέντρα πολιτισμού και ισχύος[17], μπόρεσε να αφιερώσει στη μελέτη των Γραφών κάθε μέρα της ζωής του. Η ερμηνεία που δίνει στο βιβλίο του συνοδεύεται από μεγάλο αριθμό παραθεμάτων και φανερώνει μια επάρκεια που απέκτησε μετά από εργασία μιας ζωής. Ο Ισαάκ κατόρθωσε να καταλάβει και εκφράσει την τεράστια δύναμη της αγάπης που περιέχεται στη Βίβλο —πράγμα που κάνει ελκυστικές τις ανθολογίες των έργων του— αλλά και τη ριζοσπαστικότητα της Βίβλου, τόσο δυσάρεστη και ανησυχητική για τους συνετούς, τους δίκαιους, τους ευσεβείς. Αυτό επιτεύχθηκε και στον λόγο του Ζωσιμά (γραμμένο μετά από περισσότερα από χίλια χρόνια)[18] και στα πιο πρόσφατα βιβλία των Μπαρτ, Τουρνέιζεν, Μπονχόφφερ.
Ο πλούτος και το πνευματικό βάθος που αυτοί οι πρωτεργάτες της θεολογικής στροφής βρίσκουν στο έργο του Ντοστογιέφσκι οφείλεται αναμφίβολα στο συγγραφικό ταλέντο και στις δύσκολες εμπειρίες της ζωής του, αλλά και στο ότι συχνά στοχαζόταν τη Βίβλο, φιλτραρισμένη στη σκέψη του Ισαάκ του Σύρου.
Οι ομοιότητες ανάμεσα σ᾿ ένα σχολιαστή των Γραφών του πρώιμου Χριστιανισμού, ένα Ρώσο συγγραφέα και τους συγγραφείς μιας σημαντικής θεολογικής στροφής του 20ου αιώνα μας ενθαρρύνουν να στοχαστούμε πάνω σε μια σημαντική διάσταση της ερμηνευτικής. Το κείμενο της Βίβλου φανερώνει το όλο επαναστατικό μήνυμά του για την αγάπη μεταξύ Θεού, Χριστού και ανθρώπων —μια αγάπη που αποτελεί μια δύσκολη εμπειρία και για τις δύο πλευρές— μόνο σε αυτούς που σε κάθε εποχή τολμούν να αρνηθούν τους συμβιβασμούς και να αντισταθούν σε όσους τους ικανοποιεί το επιφανειακό νόημα της Αγίας Γραφής και κλείνουν τα μάτια τους μπροστά στις σπαράσσουσες αντιφάσεις της πραγματικότητος, που φαίνεται να διαψεύδουν το μήνυμα της Βίβλου.
Στους Τουρνέιζεν, Μπαρτ και Μπονχόφφερ πρέπει να αναγνωρίσουμε την αρετή του ότι δεν έκλεισαν τα μάτια τους κατά τους σκοτεινότερους και επικινδυνότερους καιρούς στην ιστορία της θεολογίας, της Εκκλησίας και του κόσμου. Μετά από περισσότερα από χίλια χρόνια, η σκέψη του Ισαάκ, που έφτασε σ᾿ αυτούς μέσω των μυθιστορημάτων του Ντοστογιέφσκι, τους βοήθησε στο έργο τους.
Τα βιβλία του Πατρός της Εκκλησίας του εβδόμου αιώνος, του Ρώσου συγγραφέα και των τριών θεολόγων μαρτυρούν, από διαφορετικές οπτικές γωνίες, μια ολοκληρωτική πίστη στον Θεό και μια βαθιά κατανόηση των δυσκολότερων χωρίων των Γραφών. Αυτά ήσαν και είναι άκρως αναγκαία όχι μόνο για όσους πέρασαν δια της εμπειρίας του Άουσβιτς η δια των γεγονότων της ζωής του Ρώσου συγγραφέα, αλλά —πιστεύω— ακόμα και σήμερα για όσους είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συγκρούσεις, τις βίαιες αδικίες, την αρπακτικότητα των καιρών μας.
Τα λόγια του Ντοστογιέφσκι για την ευτυχία ―που αποκτάται με μια πολύ υψηλή τιμή, και γι᾿ αυτό είναι πολυτιμότατη― γράφτηκαν από έναν άνθρωπο που το 1865 είχε ήδη την εμπειρία μιας θανατικής ποινής που ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή, του εγκλεισμού σε στρατόπεδο στη Σιβηρία επί τέσσερα χρόνια, των συχνών, μικρών θανάτων της επιληψίας και, τέλος, της απελπιστικής μοναξιάς μετά τους θανάτους της πρώτης του συζύγου και του αδελφού του Μιχαήλ το 1864, όλα σε διάστημα λίγων μηνών.
Το κείμενο της σημειώσεως συμπυκνώνει σε λίγες γραμμές μια από τις οδούς που υποδεικνύουν οι Πατέρες της Ανατολικής Εκκλησίας για να επιτύχει κανείς μέσα του τη «Βασιλεία του Θεού», που είναι ένα είδος χαράς φωτισμένης από το έλεος του Θεού.
Από τον κατάλογο που συνέταξε η Άννα Γκρηγκόριεβνα μετά τον θάνατο του συζύγου της, γνωρίζουμε ότι ανάμεσα στα βιβλία του Ντοστογιέφσκι περιλαμβάνονταν και οι Ασκητικοί λόγοι[6] κι ότι στις σημειώσεις του κατά την ετοιμασία του αλλά και στο τελικό κείμενο των Αδελφών Καραμάζοφ υπάρχουν πολλά χωρία από τον Ισαάκ τον Σύρο. Η σημείωση της 28ης Δεκεμβρίου στην οποία ορίζει την «Ορθόδοξη θεώρηση» είναι πολύ κοντά στην αντίληψη που εκφράζει ο Ισαάκ:
Οὐδεὶς γὰρ ἐν τῷ οὐρανῷ ἀνῆλθε μετὰ ἀνέσεως· τὴν γὰρ ταύτης ὁδὸν γινώσκομεν ὅποι καὶ καταλύει. (Θεοτόκη, σ. 17)
Μὴ ἀπαναίνου τὰς θλίψεις, διότι δι’ αὐτῶν εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας εἰσέρχῃ· καὶ μὴ φοβηθῇς τοὺς πειρασμούς, διότι ἐν αὐτοῖς εὑρίσκεις τὰ τίμια (Θεοτόκη, σ. 186).
Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. Ἡ γὰρ ταπείνωσις συνάγει τὴν καρδίαν. ... τηνικαῦτα προσεύχεται ὁ ἄνθρωπος ... μετὰ χαρᾶς τῆς καρδίας καὶ θαύματος, βρύει τὰς εὐχαριστηρίους κινήσεις διηνεκῶς (Θεοτόκη, σσ. 83-84).
Κατά τη γνώμη μου, η επίδραση του Ισαάκ είναι παρούσα στα έργα του Ντοστογιέφσκι, αρχίζοντας από το Έγκλημα και τιμωρία. Στο Έγκλημα και τιμωρία η πρώτη θεϊκή αποκάλυψη λαμβάνει χώρα στην ταβέρνα όπου ο Μαρμελάντοφ συναντά τον Ρασκόλνικοφ. Παραπέμπω σ᾿ αυτό το επεισόδιο, διότι εδώ ο συγγραφέας τοποθέτησε μια από τις πιο βαρυσήμαντες και φαινομενικά παράδοξες δηλώσεις του Ισαάκ του Σύρου. Και θεωρώ σημαντικό το να σας υπενθυμίσω πόση προσοχή αφιέρωσε ο Τουρνέιζεν στον μονόλογο του Μαρμελάντοφ στο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι (1921) και την ερμηνεία που έδωσε σ’ αυτό το χωρίο, η οποία επηρέασε τον Καρλ Μπαρτ κατά το γράψιμο του βιβλίου του Η προς Ρωμαίους επιστολή. Αργότερα θα επανέλθω σ’ αυτό.
Η ομιλία του Μαρμελάντοφ είναι ένα από τα πιο τολμηρά κείμενα που έγραψε ο Ντοστογιέφσκι. Εκφωνείται από έναν άνθρωπο που ξέπεσε στη χαμηλότερη τάξη της κοινωνίας και δεν απολαμβάνει πια τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη των συνανθρώπων. Με μια πρώτη ανάγνωση μπορεί κανείς να την παρανοήσει, θεωρώντας την ως την ακρότατη αυταπάτη ενός απελπισμένου που φτιάχνει μια εικόνα του Θεού κατά τις ανάγκες του. Εν τούτοις, τα λόγια του επιβεβαιώνονται από τα βιβλικά χωρία στα οποία παραπέμπει ο ήρωας. Μεταφέρουν μια καθαρή θεολογική σκέψη την οποία νομίζω ότι ο Ντοστογιέφσκι εκείνη την εποχή ήταν ικανός να καταλάβει και εκτιμήσει, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να την επεξεργαστεί με τόση οξύνοια.
Ο ήρωας, που δεν είχε καμιά ελπίδα από άνθρωπο, βρίσκει τη δύναμη να σηκώσει τα μάτια ζητώντας βοήθεια και να ανακαλύψει ένα «μυστικό» που παραμένει κρυφό για τους ισχυρούς και «δίκαιους» αυτού του κόσμου.
Κι όλους θα τους δικάσει και θα τους συχωρέσει και τους καλούς και τους κακούς και τους σοφούς και τους πράους... Κι όταν θάχει πια τελειώσει μ᾿ όλους, τότε θα πει και σε μας: «Βγείτε», θα πει, «και σεις! Βγείτε, μεθυσμένοι, βγείτε, αδύναμοι, βγείτε, ντροπιασμένοι». Και μεις θα βγούμε όλοι, χωρίς να ντραπούμε και θα σταθούμε μπροστά του. Και θα πει: «Είστε γουρούνια! Έχετε ζώου μορφή και τη σφραγίδα του, όμως ελάτε και σεις!» Και θα είπωσιν οι σοφοί και θα είπωσιν οι σώφρονες: «Κύριε, ἵνα τί προσδέχεσαι αὐτούς;» Και θα πει: «Τους προσδέχομαι, σοφοί, τους προσδέχομαι, σώφρονες, διότι ουδείς εξ αυτών εθεώρει εαυτόν άξιον τούτου...» και θα μας απλώσει το χέρι και μεις θα πέσουμε στα γόνατα ... καὶ θα κλάψουμε ... κι όλα θα τα καταλάβουμε! ... Θεέ μου, ελθέτω η Βασιλεία Σου![7]
Είναι σημαντικό, και το τονίζω, ότι αυτή η ομιλία που έγινε στην ταβέρνα από έναν άνθρωπο που αισθάνεται βαθιά ένοχος και ανάξιος περιέχει την ίδια ιδέα που εκφράζεται στον 90ο λόγο του Ισαάκ του Σύρου (στη ρωσική έκδοση[8]), η οποία βασίζεται στις ίδιες παραπομπές από τα Ευαγγέλια. Όταν ο Μαρμελάντοφ λέει «όλους θα τους δικάσει και θα τους συχωρέσει και τους καλούς και τους κακούς», αναφέρεται ευθέως σ᾿ ένα στίχο του κατά Λουκάν (6, 35): «Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν ... καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς». Αλλά κι η απάντηση του Κυρίου στην ένσταση των σοφών και σωφρόνων απηχεί το δεύτερο μέρος της παραβολής των εργατών του αμπελώνος στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (20, 8-15).
Τώρα παραθέτω το απόσπασμα του Ισαάκ του Σύρου, όπου οι δύο παραπομπές παρατίθενται με την ίδια σειρά:
Γίνου κῆρυξ τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ ὅτι ἀνάξιόν σε ὄντα κυβερνᾷ, καὶ ὅτι χρεωστεῖς χρέος πολύ, καὶ ἡ ἐκδίκησις αὐτοῦ οὐ φανεροῦται ἐν σοί. ... Μὴ καλέσῃς τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅτι ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ οὐ γνωρίζεται ἐν τοῖς πράγμασί σου. Καὶ ἐὰν ὁ Δαβὶδ καλῇ αὐτὸν δίκαιον καὶ εὐθῆ, ἀλλὰ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἐφανέρωσεν ἡμῖν ὅτι μᾶλλον ἀγαθός ἐστι καὶ χρηστός. Ἀγαθός ἐστι, φησί, τοῖς πονηροῖς καὶ ἀσεβέσι. Καὶ πῶς ὀνομάζεις τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅταν ἀπαντήσῃς τῷ κεφαλαίῳ τῷ περὶ τοῦ μισθοῦ τῶν ἐργατῶν; « Ἑταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε, θέλω δοῦναι τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ ὡς καὶ σοί. ... Εἰ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ἐστιν ὅτι ἐγὼ ἀγαθός εἰμι. » Πῶς πάλιν καλεῖ ἄνθρωπος τὸν Θεὸν δίκαιον, ὅταν ἀπαντήσῃ τῷ κεφαλαίῳ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ; ... Ποῦ ἐστὶν ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἦμεν ἁμαρτωλοὶ καὶ ὁ Χριστὸς ἀπέθανεν ὑπὲρ ὑμῶν; (Θεοτόκη, σ. 245).
Εδώ ο Ισαάκ τονίζει το γεγονός ότι ο Θεός δεν είναι δίκαιος η, μάλλον, ότι δεν ακολουθεί την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Είναι μια τολμηρή ιδέα αλλά καλά θεμελιωμένη σε παραπομπές από την Αγία Γραφή. Στη ρωσική έκδοση του κειμένου του Ισαάκ, που έχει μεταφρασθεί από τα ελληνικά, αυτός ο λόγος τοποθετείται στο τέλος του βιβλίου, όταν η οδός της καθάρσεως που περιγράφει ο συγγραφέας έχει ολοκληρωθεί κι έχει οδηγήσει σε μια εσωτερική διάσταση βαθιάς χαράς και υπερβολικής αγάπης. Πολλοί λόγοι του βιβλίου είναι αφιερωμένοι στην αναχωρητική ζωή, στην αδιάλειπτη προσευχή και στα πνευματικά γυμνάσματα των μοναχών. Αλλ᾿ ο Ισαάκ ασχολείται και με μιαν άλλη οδό, που είναι αυτή που ακολουθούν οι προικισμένοι ήρωες του Ντοστογιέφσκι, αρχίζοντας από το Έγκλημα και Τιμωρία.
Μακάριος ἄνθρωπος ὁ γινώσκων τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν ... Ὅταν γὰρ μάθῃ τίς, καὶ ἐν ἀληθείᾳ αἰσθηθῇ τῆς ἑαυτοῦ ἀσθενείας, τηνικαῦτα περισφίγγει τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ... Τότε γὰρ συγκρίνας τὴν ἑαυτοῦ ἀσθένειαν τῇ βοηθείᾳ τοῦ Θεοῦ, τηνικαῦτα γνώσεται ταύτης τὴν μεγαλωσύνην. ... Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. Ἡ γὰρ ταπείνωσις συνάγει τὴν καρδίαν. ... Ταῦτα πάντα τὰ ἀγαθὰ τίκτονται τῷ ἀνθρώπῳ ἀπὸ τοῦ ἐπιγνῶναι τὴν οἰκείαν ἀσθένειαν. Ἐκ γὰρ τῆς πολλῆς ἐφέσεως αὐτοῦ πρὸς τὴν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, προσεγγίζει τῷ Θεῷ διαμένων ἐν τῇ προσευχῇ. Καὶ ὅσον προσεγγίζει τῷ Θεῷ τῇ προθέσει αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς προσεγγίζει αὐτῷ διὰ τῶν χαρισμάτων αὐτοῦ (Θεοτόκη, σ. 82-84).
Μια τέτοια εμπειρία είχαν γευθεί ο Mαρμελάντοβ κι η Σόνια. Αυτή η εμπειρία είλκυσε την προσοχή του Τουρνέιζεν, ο οποίος σ᾿ ένα απόσπασμα του βιβλίου του προκαταλαμβάνει κάποιες κεντρικές ιδέες που εξέφρασε ο Μπαρτ στο βιβλίο του Η προς Ρωμαίους επιστολή.
«Η προς τον Θεό αγάπη», γράφει ο Μπαρτ, «είναι μια ταπείνωση με τόσο μεγάλη συνείδηση του εαυτού της και του τι επιζητεί, ώστε να μην θέτει πια καμιά ερώτηση η διεκδίκηση. Είναι ένας πόθος τόσο έντονος, που έχει ήδη γευτεί την εκπλήρωσή του και γι αυτό δεν χρειάζεται πια καταπράυνση, εξάλειψη ... Σύμφωνα με τα σχέδια Του, ο Θεός απαιτεί απ᾿ όσους Τον αγαπούν την εκτέλεση μιας αποστολής που κανείς δεν μπορεί να την επιβάλει στον εαυτό του η σε οποιονδήποτε άλλον. Και πως αλλιώς κάποιος που αγαπά τον Θεό θα τη γνώριζε; Πως θα συνέχαιρε τον εαυτό του για το ότι έστριψε το κλειδί, άνοιξε την πόρτα, κατόρθωσε να αρνηθεί την άρνηση, βάδισε τη στενή οδό μεταξύ δύο αβύσσων, άλλαξε τα σκορπισμένα παντού μη εποικοδομητικά σημάδια, τα ανέτρεψε όλα; ... Όσοι αγαπούν τον Θεό είναι προορισμένοι να είναι μάρτυρες του Ιησού, δια του Σταυρού και —άρα— της Αναστάσεώς Του. Ο τρόπος της ζωής τους είναι ο σκληρότερος όλων, η έσχατη ταλαιπωρία, οποιαδήποτε μορφή κι αν πάρει»[9].
Αυτός ο τρόπος ζωής ήταν οικείος στον Μπαρτ πριν να γράψει το βιβλίο του το 1922, όχι μέσω άμεσης εμπειρίας, αλλά δια των προικισμένων ηρώων των ιστοριών του Ντοστογιέφσκι, στον οποίο συχνά παραπέμπει στο βιβλίο του (ειδικά στην ιστορία του Ιβάν Καραμάζοφ). Στην Εισαγωγή στη θεολογία των Ευαγγελίων ο Μπαρτ ανακαλεί στη μνήμη του ότι αυτή την περίοδο αυτός κι ο Τουρνέιζεν «διάβαζαν εντατικά Ντοστογιέφσκι (και σ’ αυτή τη μελέτη ο Τουρνέιζεν ήταν οδηγός μου)»[10].
Ο τρόπος με τον οποίο ο Θεός δρα και βοηθάει στα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι απαιτεί από τη Σόνια, τον Ρασκόλνικοφ, τον Μίτια, τον Μάρκελλο και από άλλους ήρωες μια επώδυνη διαδικασία που οδηγεί στην επίγνωση της αδυναμίας και της απελπιστικής κατάστασής τους. Η επίγνωση αυτή τους αποστερεί από τις πλάνες και τους οδηγεί να «βαδίσουν τη στενή οδό μεταξύ δύο αβύσσων» για την οποία μιλά ο Μπαρτ: Η πρώτη άβυσσος είναι η συνθηκολόγηση με τις καταστροφικές δυνάμεις που νιώθουν μέσα τους[11], ενώ η δεύτερη είναι η παραδοχή μιας άγνωστης διάστασής τους ικανής να ανατρέψει τα «σκορπισμένα παντού μη εποικοδομητικά σημάδια» και να οδηγήσει σε μια νέα θεώρηση του κόσμου.
Κεντρικό θέμα του έργου του Ντοστογιέφσκι είναι αυτό του «Παραδείσου στη γη». Το σχήμα του Παραδείσου για το οποίο συζητούν ήρωες σαν τον Ζωσιμά, τον Κυρίλλοβ και τον «μυστηριώδη επισκέπτη» δεν τοποθετείται ούτε στον χώρο ούτε στον χρόνο. Είναι μια εσωτερική διάσταση που κανείς την κατακτά μέσω μιας οδού σταδιακής καθάρσεως η —όπως τονίζουν οι στάρετς κι οι Πατέρες της Εκκλησίας— μέσω μιας αιφνίδιας δοκιμασίας που διαπερνά τον όλο άνθρωπο και συνεπάγεται τον θάνατο του παλαιού ανθρώπου «σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις». Από αυτή την άποψη το επεισόδιο με τον Μάρκελλο, τον βαριά άρρωστο αδελφό του στάρετς Ζωσιμά στους Αδελφούς Καραμάζοβ, παίζει έναν ουσιώδη ρόλο:
Η ζωή είναι Παράδεισος, κι όλοι μας στον Παράδεισο βρισκόμαστε, μόνο που δε θέλουμε να το καταλάβουμε. Μα αν το καταλαβαίναμε, αύριο κιόλας θα γινόταν ολάκερος ο κόσμος Παράδεισος. ... Καλοί μου, γιατί να μαλώνουμε και να παινευόμαστε ο ένας μπροστά στον άλλον και να μνησικακούμε; ... Ἄς παίξουμε αγαπώντας, επαινώντας και φιλώντας ο ένας τον άλλον κι ευλογώντας τη ζωή[12].
Ο λόγος του Μαρκέλλου περιέχει δύο βασικές προτάσεις: «Η ζωή είναι Παράδεισος» και «Ο καθένας μας είναι ένοχος μπροστά στους άλλους». Οι δύο αυτές ενοράσεις είναι αλληλένδετες όχι μόνο στη μνήμη του Ζωσιμά, αλλά και στα υψηλότερα και σημαντικότερα κείμενα της Ορθοδόξου πνευματικότητος που περιγράφουν τις μεθόδους για την απόκτηση της εντός ημών «Βασιλείας».
Ο «παράδοξος και αποφασιστικός τόνος» του παιδιού όταν ξαφνικά διακηρύσσει τις ασυνήθεις αλήθειες του, δονούμενος από αγάπη και αίσθημα, αποκαλύπτουν ότι ανακάλυψε μια τελείως νέα θεώρηση του κόσμου, του εαυτού του, της ζωής του.
Δεν κλαίω απ᾿ τη λύπη μου, μα γιατί είμαι ευτυχισμένος. Εγώ ο ίδιος θέλω να φανώ ένοχος απέναντί τους [των πουλιών που κελαηδούν στα παράθυρα], δεν μπορώ να σ’το εξηγήσω αυτό, γιατί δεν ξέρω και γω πώς να τ᾿ αγαπήσω. ... Μήπως τάχα τώρα δεν είμαι στον Παράδεισο;»[13]
Την ίδια αίσθηση εκφράζει κι ο Ισαάκ ο Σύρος, όταν περιγράφει την εμπειρία της εντός αυτού «Βασιλείας».
Ὅτε δὲ ὁλοτελῶς ἔλθῃ εἰς τοὔμπροσθεν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ταῦτα τὰ δύο καταπίνονται. ... Πολλάκις ὅτε ταῦτα ἔγραφον, ὑπέλειποντό μου οἱ δάκτυλοι ἐπὶ τὸν χάρτην, καὶ οὐχ ὑπέφερον κατέναντι τῆς ἡδονῆς τῆς ἐμπιπτούσης ἐν τῇ καρδίᾳ μου, καὶ τὰς αἰσθήσεις κατασιγαζούσης. ... Ἡ ἀγάπη, γέννημά ἐστι τῆς γνώσεως (Θεοτόκη, σσ. 163-164).
Τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, θεωρίαν πνευματικὴν λέγουσιν ὅτι ἐστί. Καὶ αὕτη οὐκ ἐν τοῖς ἔργοις τῶν λογισμῶν εὑρίσκεται, ἀλλ’ ἐκ τῆς χάριτος γευσθῆναι δύναται. Καὶ ἕως ἂν καθαρθῇ ὁ ἄνθρωπος, οὐδὲ ἀκοῦσαι αὐτῆς κἂν ἱκανοῖ, διότι ἐκ μαθήσεως οὐδεὶς δύναται αὐτὴν κτήσασθαι (Θεοτόκη, σ. 70).
Η μετάνοια είναι δεύτερη χάρη· γεννάται στην ψυχή από πίστη και φόβο. Ο φόβος είναι η οδός των Πατέρων που μας οδηγεί στην πνευματική Εδέμ. Όταν φθάσουμε εκεί, μας αφήνει και επιστρέφει. Η Εδέμ είναι η θεία αγάπη.
Εἰρήνευσον ἐν ἑαυτῷ, καὶ εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τὸ ταμεῖον τὸ ἔνδοθέν σου, καὶ ὄψει τὸ ταμεῖον τὸ οὐράνιον· ἓν γάρ ἐστιν τοῦτο κἀκεῖνο, καὶ ἐν μιᾷ εἰσόδῳ θεωρεῖς τὰ ἀμφότερα. Ἡ κλῖμαξ τῆς βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου. Βάπτισον σεαυτὸν ἐν ἑαυτῷ ἐκ τῆς ἁμαρτίας, καὶ εὑρήσεις ἐκεῖ ἀναβάσεις ἐν αἷς ἀναβαίνειν δυνήσῃ (Θεοτόκη, σ. 127).
Σ αυτή την ατέλειωτη αγάπη, την απεριόριστη με όλη τη σημασία της λέξεως, που πηγάζει από την εντός ημών θέα της Θεότητος, ο Ισαάκ αφιέρωσε τους λαμπρότερους λόγους του στους οποίους μπόρεσε να αγκαλιάσει όλα τα όντα, χωρίς καμιά εξαίρεση —σαν να ήταν ένα—, συμπεριλαμβανομένων και των πιο δυσάρεστων και απωθητικών.
Καὶ τί ἐστι καρδία ἐλεήμων; Καὶ εἶπε· καῦσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, καὶ τῶν ὀρνέων, καὶ τῶν ζώων, καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος· καὶ ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ῥέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα. ... καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων, καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτόν, ἐν πάσῃ ὥρᾳ εὐχὴν μετὰ δακρύων προσφέρει τοῦ φυλαχθῆναι αὐτοὺς καὶ ἱλασθῆναι αὐτοῖς. ῾Ομοίως καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως τῶν ἑρπετῶν ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης τῆς κινουμένης ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ, ἀμέτρως, καθ᾿ ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ (Θεοτόκη, σ. 306).
Αυτή η απέραντη αγάπη, που μας επιτρέπει να ταυτισθούμε με τον καθένα και το καθετί, προξενεί την ταπείνωση και ορίζεται από τον Ισαάκ ως «το τρεμούλιασμα της ψυχής προ των πυλών του ουρανού».
Ο Μάρκελλος περνά μια παρόμοια εμπειρία όταν νιώθει μια ενοχή που δεν είναι άγονη αλλά ανοίγει ένα δρόμο που οδηγεί στην αγάπη και στην απεριόριστη ευγνωμοσύνη. Δηλώνει: «Δεν κλαίω απ τὴ λύπη μου, μα γιατί είμαι ευτυχισμένος» κι ότι η συγγνώμη που ζητά και από τα πουλιά πηγάζει από την αγάπη του για κάθε ον, μια αγάπη τόσο μεγάλη, που δεν ξέρει πώς να την εκφράσει.
Από αυτό το επεισόδιο και μετά, η εμπειρία της δοκιμασίας —την οποία ο Ιβάν θα απορρίψει, σαν τον ιεροεξεταστή που απορρίπτει τον σταυρό— αποκτά μιαν άλλη σπουδαιότητα. Ο Ντοστογιέφσκι και ο Ισαάκ συμφωνούν ότι το κάλυμμα των οφθαλμών κάποιου μπορεί να ανασηκωθεί με δύο τρόπους: με την οδό του μοναχού, ο οποίος εγκαταλείπει τον κόσμο, αλλά και με το ψυχικό τραύμα που προκαλεί μια διαπεραστική δοκιμασία που αφήνει τον άνθρωπο ταπεινωμένο και γυμνό μπροστά στον εαυτό του και στον Θεό. Αυτή είναι η κατάσταση του Μαρκέλλου στις τελευταίες εβδομάδες της ζωής του.
Στην ίδια γραμμή κινούνται και οι εμπειρίες των προικισμένων ηρώων του Ντοστογιέφσκι, που δρουν υπό την πίεση μιας απεγνωσμένης ανάγκης για φως. Όλοι οι πρωταγωνιστές των τελευταίων μυθιστορημάτων του, ακόμα κι οι πιο απελπισμένοι και ένοχοι, στοχεύουν σ αυτή την κατάσταση χαράς και εσωτερικής ικανοποίησης.
Ο Στάρετς Ζωσιμάς που αρχίζει την πνευματική διαθήκη του διηγούμενος το επεισόδιο του Μαρκέλλου, εμπνέεται όλο το κείμενο του μακρού λόγου του από τους Ασκητικούς Λόγους του Ισαάκ του Σύρου. Θα περιοριστώ να παραθέσω κάποιες σύντομες φράσεις των οποίων η πηγή είναι εύκολα αναγνωρίσιμη σε όσους γνωρίζουν το κείμενο του Ισαάκ.
Αδελφοί μου, μη σας τρομάζουν οι αμαρτίες των ανθρώπων, αγαπάτε τον άνθρωπο ακόμα και μες στην αμαρτία του γιατί αυτή η αγάπη είναι ομοίωμα της αγάπης του Θεού κι αποτελεί την ανώτερη αγάπη επί της γης.
Να θυμάσαι προ πάντων πως δεν μπορείς να γίνεις κανενός κριτής. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει στη γη δικαστής για έναν κακούργο πριν νιώσει αυτός ο δικαστής πως κι ο ίδιος είναι το ίδιο κακούργος σαν κι αυτόν πούχει μπροστά του. ... Ὅσο κι αν τούτο φαίνεται παράλογο από πρώτη άποψη, είναι αληθινό. Γιατί, αν εγώ ήμουν αναμάρτητος, ίσως να μην υπήρχε ο εγκληματίας που πρέπει τώρα να δικάσω.
Τι είναι Κόλαση; Και λέω πως είναι το μαρτύριο του να μην αγαπάει κανείς. ... αυτό το ψυχικό μαρτύριο ... δὲν είναι εξωτερικό μα τόχουν μέσα τους. Μα κι αν ήταν δυνατό να τους απαλλάξουν, τότε, έτσι νομίζω, θα γίνονταν ακόμα πιο πικρά δυστυχισμένοι. ... Γιατί ίσα-ίσα μ᾿ αυτή τη συγγνώμη θα μεγάλωνε κι η δίψα τους για ανταπόδοση αγάπης, για αγάπη ενεργητική και γεμάτη ευγνωμοσύνη, που τους είναι αδύνατο πια να δείξουν[14].
Ο λόγος του Ζωσιμά προσέλκυσε σε βάθος την προσοχή του Έντουαρντ Τουρνέιζεν, ο οποίος σ ἕνα κεφάλαιο του βιβλίου του Humble, not holy, θλίβεται επειδή δεν μπορεί να παραθέσει στην πληρότητά τους τα «θαυμαστά λόγια» του στάρετς.
Συγκρατώ τον εαυτό μου να μην παραθέσω κι άλλα. Αν κάποιος ήθελε πράγματι να παραθέσει, θα έπρεπε να τα αντέγραφε όλα. Αλλά θα προσθέσω κάτι, ως προειδοποίηση: Μη δανείζεσαι τόσο γρήγορα, τόσο εύκολα, με τόση σιγουριά τα θαυμαστά λόγια αυτού του μοναχού· μπορεί (όπως τα λόγια της Αγίας Γραφής και για τον ίδιο λόγο!) σύντομα να χάσουν τη δύναμή τους στα χέρια και στα χείλη μας. Γιατί εύκολα ξεχνούμε ότι και σ᾿ αυτή την περίπτωση το Ωσαννά ξεσπά μόνο από το Καθαρτήριο των τρομερότερων πειρασμών, ότι οι λόγοι ευχαριστίας πηγάζουν από μια συντετριμμένη καρδιά κι ότι η αγάπη για τον άνθρωπο και τον κόσμο κατορθώνεται μόνο με χειμάρρους δακρύων[15].
Συντονισμένος με τον Ισαάκ (Μὴ ἀπαναίνου τὰς θλίψεις, διότι δι᾿ αὐτῶν εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀληθείας εἰσέρχῃ· καὶ μὴ φοβηθῇς τοὺς πειρασμούς, διότι ἐν αὐτοῖς εὑρίσκεις τὰ τίμια [Θεοτόκη, σ. 186]. Ἕως ἂν οὖν μὴ ταπεινωθῇ ἡ καρδίᾳ, οὐ δύναται παύσασθαι τοῦ μετεωρισμοῦ. [σ. 83]), ὁ Τουρνέιζεν έχει δίκιο όταν μας προειδοποιεί για τον κίνδυνο ενός εύκολου και περαστικού ενθουσιασμού που κρύβει ένας λόγος φαινομενικά εύκολος και ελκυστικός. Όπως κι ο ίδιος ο Ντοστογιέφσκι τονίζει στα μυθιστορήματα και στις σημειώσεις του, για να καταλάβει κανείς τα λόγια του Ζωσιμά στο βάθος τους, κατ᾿ ανάγκην πρέπει να γευθεί την εμπειρία μιας δοκιμασίας που μας κάνει να γονατίσουμε και που απογυμνώνει τον γευόμενό την από τις πλάνες που βρίσκονται στο ίδιο το κέντρο της ύπαρξης της πλειονότητας των ανθρώπων.
Το άρθρο μου Ο Ντοστογιέφσκι και η θεολογική στροφή του 20ου αιώνα αφιερώνεται σε λεπτομερή ανάλυση της επίδρασης του Ντοστογιέφσκι και του Ισαάκ του Σύρου στους Μπαρτ, Τουρνέιζεν και Μπονχόφφερ. Νομίζω απίθανο, όχι όμως αδύνατο[16], οι εν λόγω θεολόγοι να είχαν άμεση γνώση της σκέψης του Ισαάκ του Σύρου. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια σημαντικότατα κοινά σημεία μεταξύ της ερμηνείας τους της Αγίας Γραφής και αυτής του εν λόγω Πατρός της Εκκλησίας. Πιστεύω ότι αυτή η σύγκλιση μπορεί να ερμηνευθεί ως εξής:
Τον 7ο αιώνα ο Ισαάκ ο Σύρος, έχοντας επιλέξει μια ζωή ελευθερίας μακριά από τα κέντρα πολιτισμού και ισχύος[17], μπόρεσε να αφιερώσει στη μελέτη των Γραφών κάθε μέρα της ζωής του. Η ερμηνεία που δίνει στο βιβλίο του συνοδεύεται από μεγάλο αριθμό παραθεμάτων και φανερώνει μια επάρκεια που απέκτησε μετά από εργασία μιας ζωής. Ο Ισαάκ κατόρθωσε να καταλάβει και εκφράσει την τεράστια δύναμη της αγάπης που περιέχεται στη Βίβλο —πράγμα που κάνει ελκυστικές τις ανθολογίες των έργων του— αλλά και τη ριζοσπαστικότητα της Βίβλου, τόσο δυσάρεστη και ανησυχητική για τους συνετούς, τους δίκαιους, τους ευσεβείς. Αυτό επιτεύχθηκε και στον λόγο του Ζωσιμά (γραμμένο μετά από περισσότερα από χίλια χρόνια)[18] και στα πιο πρόσφατα βιβλία των Μπαρτ, Τουρνέιζεν, Μπονχόφφερ.
Ο πλούτος και το πνευματικό βάθος που αυτοί οι πρωτεργάτες της θεολογικής στροφής βρίσκουν στο έργο του Ντοστογιέφσκι οφείλεται αναμφίβολα στο συγγραφικό ταλέντο και στις δύσκολες εμπειρίες της ζωής του, αλλά και στο ότι συχνά στοχαζόταν τη Βίβλο, φιλτραρισμένη στη σκέψη του Ισαάκ του Σύρου.
Οι ομοιότητες ανάμεσα σ᾿ ένα σχολιαστή των Γραφών του πρώιμου Χριστιανισμού, ένα Ρώσο συγγραφέα και τους συγγραφείς μιας σημαντικής θεολογικής στροφής του 20ου αιώνα μας ενθαρρύνουν να στοχαστούμε πάνω σε μια σημαντική διάσταση της ερμηνευτικής. Το κείμενο της Βίβλου φανερώνει το όλο επαναστατικό μήνυμά του για την αγάπη μεταξύ Θεού, Χριστού και ανθρώπων —μια αγάπη που αποτελεί μια δύσκολη εμπειρία και για τις δύο πλευρές— μόνο σε αυτούς που σε κάθε εποχή τολμούν να αρνηθούν τους συμβιβασμούς και να αντισταθούν σε όσους τους ικανοποιεί το επιφανειακό νόημα της Αγίας Γραφής και κλείνουν τα μάτια τους μπροστά στις σπαράσσουσες αντιφάσεις της πραγματικότητος, που φαίνεται να διαψεύδουν το μήνυμα της Βίβλου.
Στους Τουρνέιζεν, Μπαρτ και Μπονχόφφερ πρέπει να αναγνωρίσουμε την αρετή του ότι δεν έκλεισαν τα μάτια τους κατά τους σκοτεινότερους και επικινδυνότερους καιρούς στην ιστορία της θεολογίας, της Εκκλησίας και του κόσμου. Μετά από περισσότερα από χίλια χρόνια, η σκέψη του Ισαάκ, που έφτασε σ᾿ αυτούς μέσω των μυθιστορημάτων του Ντοστογιέφσκι, τους βοήθησε στο έργο τους.
Τα βιβλία του Πατρός της Εκκλησίας του εβδόμου αιώνος, του Ρώσου συγγραφέα και των τριών θεολόγων μαρτυρούν, από διαφορετικές οπτικές γωνίες, μια ολοκληρωτική πίστη στον Θεό και μια βαθιά κατανόηση των δυσκολότερων χωρίων των Γραφών. Αυτά ήσαν και είναι άκρως αναγκαία όχι μόνο για όσους πέρασαν δια της εμπειρίας του Άουσβιτς η δια των γεγονότων της ζωής του Ρώσου συγγραφέα, αλλά —πιστεύω— ακόμα και σήμερα για όσους είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συγκρούσεις, τις βίαιες αδικίες, την αρπακτικότητα των καιρών μας.
Simonetta Salvestroni*
* Σλαβολόγος, καθηγήτρια στὸ Università degli Studi di Cagliari.
Σημειώσεις
1 Άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2002 στα ιταλικά, με τίτλο «Isacco il siro e l'opera di Dostoevskij» στο περιοδικό “Studia monastica”, τομ. 44, αρ. 1, σσ. 45-56. Το μετέφρασα από την αγγλική μετάφραση (σ.τ.μ.). Mετάφραση: μον. Θεολόγος Ιβηρίτης
2 Μελέτες για την επίδραση των Πατέρων της Ανατολικής Εκκλησίας στα έργα τοῦ Ντοστογιέφσκι δεν ήσαν διαθέσιμες. Νύξεις για το θέμα μπορεί κανείς να βρει στα δοκίμια του Ευδοκίμοφ ―κυρίως στο Gogol et Dostoievsky. La descente aux enfers, Παρίσι 1961― και σε κάποια άρθρα συγχρόνων Ρώσων συγγραφέων.
3 S. Salvestroni, Dostoevskij e le svolte teologiche del ‘900, στο “Protestantismo”, αρ. 3, 2000, σσ. 168-204.
4 S. Salvestroni, Dostoevskij e la Bibbia, Qiqajon, Biella 2000 (ρωσική μετάφραση: Biblieskie i svjatootecheskie istočnici romanov Dostoevskovo, Μόσχα 2001).
5 Με την ένδειξη «Θεοτόκη», οι παραπομπές γίνονται στην έκδοση των Εὑρεθέντων ἀσκητικῶν του αββά Ισαάκ από τον Νικηφόρο Θεοτόκη το 1770, όπως την επανεξέδωσε ο αρχιμ. Ιωακείμ Σπετσιέρης το 1895 και κυκλοφορεί σήμερα σε πολλές ανατυπώσεις. Μέσα στο 2012 αναμένεται η κριτική έκδοση των έργων του αββά Ισαάκ από την Ιερά Μονή μας. (σ.τ.μ.)
6 Βλ. L. Grossman, Seminarii po Dostoevskomu, Μόσχα 1992, σ. 45.
7 Έγκλημα και τιμωρία (έκδ. Γκοβόστη), Αθήνα 1990, τόμος 1, σ. 34.
8 60ος στην έκδοση του Θεοτόκη (σ.τ.μ.).
9 Barth, Der Romerbrief, Μόναχο 1922, ιτ. μετ. L’epistola di Romani, έκδ. Feltrinelli, Μιλάνο 1962, σ. 302-305.
10 Barth, Einführung in die evangelische Theologie, Ζυρίχη 1962, ιτ. μετ. Introduzione alla teologia evangelica, έκδ. Paoline 1990, σ. 245.
11 Όπως κι ο Μπάρτ, ο Ντοστογιέφσκι έχει σαφή επίγνωση του γεγονότος ότι μια τόσο ακραία εμπειρία δεν αποτελεί σίγουρη εγγύηση σωτηρίας. Αυτό αποδεικνύεται με την ιστορία του Ιππολύτου, που πεθαίνει απελπισμένος, του Κυρίλλοφ και του Σταβρόγκιν, που συνθηκολογούν με την αυτοκαταστροφικότητά τους, ώστε να αυτοκτονήσουν, αλλά και με άλλους ήρωες που έχουν τραγικό τέλος.
12 Αδελφοί Καραμάζοφ (έκδ. Γκοβόστη), Αθήνα χχ., τόμος 2, σσ. 147-148.
13 ό.π., σσ. 148-149.
14 ό.π. σσ. 182-187.
15 Τουρνέιζεν, Dostojewski, Ρώμη 1929 (έκδ. Doxa), σ. 91 (πρώτη έκδοση στὰ γερμανικά, 1921).
16 Μια ανθολογία μεταφράσεων στα γερμανικά του έργου του Ισαάκ του Σύρου εκδόθηκε το 1874 (G. Bickell, Ausgewahlte Schriften der syrischen Kirchenväter Aphraates, Rabulas und Isaak von Ninive, Kempten 1974). Χρωστώ αυτή την παραπομπή στον Sabino Chialà.
17 Όπως είναι αρκετά γνωστό, ο Ισαάκ χειροτονήθηκε επίσκοπος Νινευή, αλλά μόνο πέντε μήνες μετά εγκατέλειψε τον θρόνο του και αποσύρθηκε για να ζήσει με τους αναχωρητές του όρους Ματούτ· από εκεί, πήγε στη μονή του Ραμπάν Σαμπούρ, όπου πέθανε σε μεγάλη ηλικία, τυφλός από την εντατική και μακροχρόνια μελέτη του Νόμου του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου