Διαβάζοντας κάποιο ἄρθρο σχετικά μέ τήν εἰκόνα πού ἔχουν τά σημερινά παιδιά γιά τήν γλώσσα μας, καθώς καί τίς ξενόφερτες ἰδέες πού ὑποστηρίζουν περί ἁπλοποίησης (λέει) τῆς … δύσκολης Ἑλληνικῆς, δέν μποροῦσα νά κρύψω τήν πικρία μου ἀλλά καί τόν θυμό μου. Δέν πίστευα ὅτι αὐτά τά εἶπαν Ἑλληνόπουλα. Μετά, ὅμως, ἀπό λίγη ψύχραιμη σκέψη καί ἀναλογιζόμενος τήν κατάντια τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος, σκέφτηκα πώς σαφῶς καί τά παιδιά πού ἀπάντησαν στό ἄρθρο τόσο ἀδιάφορα καί ἀπαξιωτικά γιά τήν Ἑλληνική γλώσσα, ἔχουν δίκιο νά λένε αὐτά πού λένε, ἀφοῦ δέν βρέθηκε κανένας νά τούς ἐξηγήσει τόν πλοῦτο, τόν θησαυρό καί τήν τεράστια γλωσσική κληρονομιά τῆς ὁποίας εἶναι οἱ συνεχιστές. Εἶναι ἕνας θησαυρός πού τόν ζηλεύουν ὅλοι οἱ λαοί, οἱ ὁποῖοι θά ἔκαναν καί θά ἔδιναν πολλά γιά νά ἦταν ἐκεῖνοι οἱ κληρονόμοι αὐτοῦ τοῦ πλούτου.
Πέρα ἀπό τά τετριμμένα καί συνηθισμένα ἐπιχειρήματα (πού ὅμως εἶναι καί ἀληθῆ καί σωστά) θά ἀναφέρω τό ἑξῆς: εἶναι τυχαῖο ἄραγε τό ὅτι ἡ γλώσσα πλέον τῶν ὑπολογιστῶν, πού υἱοθέτησαν οἱ Ἰάπωνες καί πού τήν χαρακτήρισαν ὡς τήν τέλεια γλώσσα συνεννόησης μεταξύ μηχανῶν ἀλλά καί ἀνθρώπων, εἶναι ἡ ἀρχαία Ἑλληνική; Εἶναι ἡ μόνη γλώσσα πού συνδέει μέ τέλειο καί μαθηματικό τρόπο (ἀφοῦ ὡς γνωστόν τά γράμματα τῆς ἀλφαβήτου εἶναι ταυτόχρονα καί ἀριθμοί) λέξεις καί ἔννοιες, ὅπου ἀλλάζοντας μόνο ἕνα ψηφίο ἤ προσθέτοντας μία συγκεκριμένη πρόθεση πηγαίνεις σέ ἄλλη λέξη καί ἔννοια καί ἀπό ἐκεῖ μέ τόν ἴδιο τρόπο σέ ἄλλη κ.ο.κ.
Π.χ. δέχομαι > ἀπο-δέχομαι > παρα-δέχομαι > κατα-δέχομαι > ὑπο- δέχομαι κ.λ.π. Ἄλλο παράδειγμα: τροπή > ἀνα-τροπή > ὑπο-τροπή > ἐκ-τροπή > προ-τροπή κ.ἄ. Νά δοῦμε τί συμβαίνει μέ τίς ἀντίστοιχες τῆς Ἀγγλικῆς, τήν ὁποία διακαῶς θέλουν κάποιοι νά γίνει ἡ ἐπίσημη πλέον γλώσσα μας; ΤΡΟΠΗ = CHANGE, ΑΝΑΤΡΟΠΗ = OVERTURNING, ΥΠΟΤΡΟΠΗ = RELAPSE
ΕΚΤΡΟΠΗ = DIVERSION , ΠΡΟΤΡΟΠΗ = EXHORTATION Ὑπάρχει κάποια σχέση μεταξύ τους; Καμμία! Καί ὅμως, ὅλες ἀναφέρονται στήν τροπή πού πῆρε ἤ ἐπιθυμῶ νά πάρει κάτι. Γι’ αὐτό τόν λόγο ἄλλωστε, ἡ Ἑλληνική χαρακτηρίζεται ὡς ἡ γλώσσα πού ἐξασκεῖ καί γυμνάζει τόν ἐγκέφαλο μέ ἀποτέλεσμα νά ἐκμηδενίζει δυσλεξίες, βραδυγλωσσίες καί ἄλλες τέτοιες παθήσεις, κάνοντάς τον ταυτόχρονα καί ποιό εὔστροφο. Διότι δέν μαθαίνει ἁπλᾶ ἀπ’ ἔξω λέξεις πού πρέπει μόνο νά θυμᾶται, ἀλλά συνδέει ἀριθμούς καί φτιάχνει ἔννοιες καί νέες λέξεις οἱ ὁποῖες ὅμως δέν ξεφεύγουν ἀπό τήν ἀρχική ρίζα, ἡ ὁποία μᾶς δείχνει κάθε φορά σέ τί ἀναφέρεται αὐτή ἡ ἔννοια. Αὐτό εἶναι μοναδικό.Ἀλλά καί ἡ ὕπαρξη ὁμόηχων φωνηέντων π.χ. τοῦ ὄμικρον καί τοῦ ὠμέγα, ἔχει συγκεκριμένο σκοπό! Τό πρῶτο πῶς λέγεται; Ὀ-μικρόν! Ἐνῶ τό δεύτερο; Ὀ-μέγα (Ω). Δηλαδή τό πρῶτο προφέρεται μέ γρήγορη καί μικρή διάρκεια (μικρόν) ἐνῷ τό δεύτερο μέ μεγαλύτερη διάρκεια (μέγα). Ἔτσι, ὅταν μιλοῦμε εἶναι σά νά γράφουμε σέ ἕνα ἀόρατο χαρτί, εἶναι σά νά βλέπουμε γραμμένα αὐτά πού λέμε! Π.χ. τό ἄρθρο τοῦ ἑνικοῦ αἰτιατικῆς “τόν” ξεχωρίζει ἀκόμα καί ἀκουστικά ἀπό τό ἄρθρο πληθυντικοῦ γενικῆς “τῶν”, λόγῳ τῆς διαφορετικῆς διάρκειας τοῦ φωνήεντος! Ἑπομένως τά φωνήεντα εἶναι αὐστηρῶς ἑπτά καί ὄχι πέντε. Διότι ἄλλο τό μακρό «η» (ιιιιιιι) καί ἄλλο τό «υ» (ι) –γι’ αὐτό ἄλλωστε λέγεται καί ι-ψιλόν (μικρόν). Ἄλλο τό «ο» (ο) καί ἄλλο τό «ω» (oοοοο). Ἀκόμα καί σήμερα, ἐάν πεῖ κανείς τήν λέξη «μετεωρολόγος», ἀπό μόνος του τό «ω» θά τό τραβήξει. Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί μέ τό «ὡρολόγιο» καί μέ τό «ὡριαῖος». Ἀντίθετα μέ τό «ὁριακός» πού γράφεται καί προφέρεται μέ «ο» καί δείχνει, ἀκόμα καί στήν προφορά, ὅτι δέν ἔχει σχέση μέ τήν «ὥρα» ἀλλά μέ τό «ὅριο». Ἀπό τήν ἄλλη τό «ὡραῖος» γράφεται μέ «ω» διότι προέρχεται ἀπό τήν «ὥρα» καί δηλώνει κάτι πού δέν εἶναι ἁπλά ὄμορφο, ἀλλά ὄμορφο στήν ὥρα του. Εἶναι ὁ «στήν ὥρα του» ὄμορφος (ὅπως τό ὥριμο στήν ὥρα του φροῦτο). Σέ πάρα πολλά γραπτά κείμενα νέων ἀτόμων βλέπουμε ὅτι ἔχουν καταργήσει τόν τόνο σχεδόν ἀπό παντοῦ, εἰδικά ἀπό ὅλα τά ἄρθρα. Καί ρωτάω τό ἑξῆς: χωρίς τόν τόνο στά ἄρθρα, πῶς θά ἀντιλαμβανόμαστε ἐάν τό «τοῦ» εἶναι ἄρθρο ἤ κτητική ἀντωνυμία; Π.χ. «Ἡ μαμά τοῦ φώναξε» Ἐννοεῖ ὅτι ἡ μαμά φώναξε σέ αὐτόν ἤ ὅτι ἡ δική του μαμά ἔβγαλε μία φωνή; Μετά ἀπό ὅλα τά παραπάνω, μπορεῖτε νά καταλάβετε τόν μηχανισμό καί τήν τέλεια εὐκολία πού παρέχει ἡ γλώσσα μας; Αὐτόν τόν πλοῦτο καί τή μοναδικότητα πού ὅλοι οἱ ἄλλοι καταλαβαίνουν καί ἐκμεταλλεύονται ἐκτός ἀπό ἐμᾶς τούς Ἕλληνες, ἀγαπητά παιδιά Ἑλληνόπουλα, σέ ποιούς θά τόν χαρίσουμε; Σέ ποιούς θά τόν δώσουμε παίρνοντας ἀντάλλαγμα μία γλώσσα πού οἱ πρόγονοί μας κορόιδευαν;Ξέρετε γιατί ὀνόμασαν βαρβάρους τούς ἄλλους λαούς; Διότι ὅταν μιλοῦσαν οἱ ἄλλοι, οἱ πρόγονοί μας ἄκουγαν ἕνα «βαρ βαρ βαρ». Ἔτσι ἠχοῦσε στά αὐτιά τους ἡ γλώσσα τῶν ἄλλων ἀφοῦ εἶχαν συνηθίσει στό ἁρμονικό ἄκουσμα τῆς Ἑλληνικῆς. Καί βεβαίως, μπορεῖτε νά φανταστεῖτε τό ποῦ ἀκούγεται καί ὁμιλεῖται ἡ γλώσσα μας μέ ὁλόκληρο τόν πλοῦτο της; Στήν Ἐκκλησία. Ναί, ὅσο ἀπίστευτο κι ἄν σᾶς φαίνεται, εἶναι ἀλήθεια. Ἡ βυζαντινή μουσική, πέραν τῆς ἀναγκαίας μουσικῆς τονικότητας, φτιάχτηκε γιά νά ἀποτυπώνει καί τίς διάρκειες τῶν σημείων καί τῶν φωνηέντων τῆς ἀρχαίας Ἑλληνικῆς. Προσπαθῆστε νά πεῖτε τόν στίχο : «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τά νικητήρια» ἀκολουθῶντας τούς κανόνες προφορᾶς τῶν μακρῶν ἤ μέ βαρεῖα προφορά φωνηέντων. Θά δεῖτε ὅτι (σέ γενικές γραμμές) θέλοντας καί μή θά τό ψάλλετε! Παιδιά μας, σᾶς παρακαλῶ, μήν ἀφήνετε τόν ἑαυτό σας ἔρμαιο σέ βλέψεις καί συμφέροντα ἄλλων. Θά μπορούσατε, ἀντί νά ἐφαρμόζετε τά ξένα τερτίπια (πού κατατρώγουν καί ντροπιάζουν τή γλώσσα μας), νά ἀγωνιστεῖτε γιά νά ἐφαρμόσετε τούς πραγματικούς κανόνες καί νά ἀναστήσετε τήν γλώσσα μας, δίνοντάς της τό μεγαλεῖο πού τῆς ἁρμόζει. Θά μπορούσατε νά υἱοθετήσετε καί νά ἀναβιώσετε τήν γλώσσα μας ὁπότε νά εἶστε καί ὑπερήφανοι γιά τό ἔργο πού προσφέρετε στό γένος μας. Μήν ἀφεθεῖτε καί γίνετε σάν τά μικρά παιδιά, πού στά χρόνια μας κάποιοι ἐπιτήδειοι τούς ἔπαιρναν τή σοκολάτα καί τούς ἔδιναν τό χρυσόχαρτο γιά νά φτιάχνουν ὡραία καραβάκια! Παιδιά, δέν ξέρω τί σᾶς ἔχουν πεῖ ἤ πῶς σᾶς ἔχουν πείσει γι’ αὐτά πού λέτε (καί τό ξαναλέω ἔχετε δίκιο διότι δέν διδαχτήκατε τίποτε ἀπό αὐτά πού θά ἔπρεπε), ὅμως σάν ἀπόγονοι ἑνός τόσο ἔνδοξου, σοφοῦ, ἀλλά καί πολύπαθου λαοῦ, ἔχετε ὑποχρέωση πρίν δώσετε χάρισμα κάτι ἀπό τήν Ἐθνική μας κληρονομιά, νά τό ψάχνετε λιγάκι. Ἔχετε σκεφτεῖ ποτέ ὅτι αὐτά πού σᾶς ἔδωσαν καί τά ὑποστηρίζετε, ἐξυπηρετοῦν κάποιους ἄλλους; Μήπως –λέω, μήπως– κάποιοι περιμένουν πῶς καί τί νά ἁρπάξουν ἀπό αὐτά πού ἐσεῖς θά πετάξετε; Καί βεβαίως, ἐάν τελικά τό κάνετε (πρᾶγμα πού εὔχομαι νά μήν γίνει ποτέ), ὅταν θά τούς δεῖτε νά χρησιμοποιοῦν αὐτά πού ἐσεῖς οἱ ἴδιοι πετάξατε, μήν πᾶτε νά τούς πεῖτε ὅτι σᾶς ἀνήκουν, ὅτι εἶναι δικά σας. Θά εἶναι πλέον πολύ ἀργά. Ἀπό ἀφέντες θά ἔχετε γίνει δοῦλοι καί ὑπηρέτες χωρίς νά τό καταλάβετε. Τό παράπονο καί τό δίκιο θά σᾶς πνίγουν, ὅμως κανένας δέ θά βρεθεῖ νά σᾶς ὑποστηρίξει. Γι’ αὐτό μή γυρνᾶτε τήν πλάτη σας τόσο εὔκολα στίς ρίζες σας. Ὅσο δυνατό κορμό κι ἄν φτιάξει τό δέντρο, οἱ ρίζες εἶναι αὐτές πού τό κρατοῦν στό χῶμα. Μέ πολλή καί πραγματική ἀγάπη, γιατί ἔχω κι ἐγώ παιδιά κι ἀγωνιῶ.
Ἀναστάσιος Μυρίλλας
Πηγή: Ενοριακή Ευλογία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου