Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Ο Α­ΓΙΟΣ ΚΟ­ΣΜΑΣ Ο ΑΙ­ΤΩ­ΛΟΣ (1714 - 1779) - Παναγιώτη Σ. Μαρτίνη

Ο Α­ΓΙΟΣ ΚΟ­ΣΜΑΣ Ο ΑΙ­ΤΩ­ΛΟΣ  (1714 - 1779)

Του Παναγιώτου Σ. Μαρ­τί­νη, Δρ. Θ.

1714- 2014: Συ­μπλη­ρώ­νο­νται κα­τά το έ­τος που δια­νύ­ου­με 300 χρό­νια α­πό τη γέν­νη­ση του α­γί­ου Κο­σμά του Αι­τω­λού. Γι΄ αυ­τό και η Εκ­κλη­σί­α της Ελ­λά­δος το 2014 το α­φιέ­ρω­σε στο με­γά­λο αυ­τό ιε­ρα­πό­στο­λο και δι­δά­σκα­λο του Γέ­νους.

Σύμ­φω­να με τον πρώ­το βιο­γρά­φο, σύγ­χρο­νό του, ά­γιο Νι­κό­δη­μο Α­γιο­ρεί­τη (1746-1809), ο ά­γιος Κο­σμάς «Ή­το α­πό την Αι­τω­λί­αν α­πό έ­να μι­κρόν χω­ρί­ον ο­νο­μα­ζό­με­νον Μέ­γα Δέν­δρον». Το βα­πτι­στι­κό του ό­νο­μα ή­ταν Κών­στας, ό­μως το ε­πί­θε­τό του πα­ραμέ­νει ά­γνω­στο. Έ­τος γεν­νή­σε­ώς του πρέ­πει να εί­ναι το 1714, α­φού, ό­πως μαρ­τυ­ρεί έμ­με­σα ο άγ. Νι­κό­δη­μος, ο Κο­σμάς πέ­θα­νε το 1779 σε η­λι­κί­α 65 ε­τών.
Εί­χε ι­διαί­τε­ρη κλί­ση στα γράμ­μα­τα. Α­πό τη μι­κρή του η­λι­κί­α άρ­χι­σε να μα­θαί­νει τα «ει­κο­σι­τέσ­σα­ρα γράμ­μα­τα», ό­πως ο ί­διος α­πο­κα­λεί τη στοι­χειώ­δη παι­δεί­α, και αρ­γό­τε­ρα, συ­μπλη­ρώ­νει «…έ­μα­θα πολ­λών λο­γιών γράμ­μα­τα, ε­βρα­ϊ­κά, τούρ­κι­κα, φρά­γκι­κα και απ΄ ό­λα τα έ­θνη και πολ­λά τα ε­διά­βα­σα …έ­φθει­ρα την ζω­ήν μου εις την σπου­δήν σα­ρά­ντα πε­νή­ντα χρό­νων …τα βά­θη της σο­φί­ας ε­ρεύνη­σα».
Ο άγ. Κο­σμάς δεν φοί­τη­σε σε σχο­λές του ε­ξω­τε­ρι­κού. Εί­ναι, ί­σως, ο μό­νος που δεν ε­γκα­τέ­λει­ψε πο­τέ τον ελ­λη­νι­κό χώ­ρο, ό­πως οι πε­ρισ­σό­τε­ροι Δι­δά­σκα­λοι του Γέ­νους. Σχο­λή μα­θη­τεί­ας του υ­πήρ­ξε η Α­θω­νιά­δα του Αγ.  Ό­ρους. Ε­κεί εί­χε ονο­μα­στούς δι­δα­σκά­λους, ό­πως τον Πα­να­γιώ­τη Πα­λα­μά, τον Νι­κό­λα Τζαρ­τζού­λια τον εκ Με­τσό­βου και τον σο­φώ­τα­το Ευ­γέ­νιο Βούλ­γα­ρι, ο ο­ποί­ος διε­τέ­λε­σε και σχο­λάρ­χης της Α­θω­νιά­δος. Στη μο­νή Φι­λο­θέ­ου του Αγ. Ό­ρους, κα­τά τον αγ. Νικό­δη­μο τον Α­γιο­ρεί­τη «… πρώ­τον μεν ε­κου­ρεύ­θη μο­να­χός και εις τους πό­νους της μο­να­δι­κής ζω­ής ε­χώ­ρη­σε προ­θυ­μό­τα­τα»  και στη συ­νέ­χεια «χει­ρο­το­νείται ιε­ρο­μό­να­χος». Στο Ό­ρος πρέ­πει να έ­μει­νε πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό 10 χρό­νια. Ο ί­διος γρά­φει: «Ε­πή­γα και εις το ά­γιον Ό­ρος και έ­κλαι­γα δια τις α­μαρ­τί­ες μου δεκα­ε­πτά χρό­νους».  Σύμ­φω­να με τους με­λε­τη­τές του δεν πρέ­πει να πή­γε στο Ό­ρος νω­ρί­τε­ρα α­πό το 1750, α­φού η Α­θω­νιά­δα Σχο­λή άρ­χισε να λει­τουρ­γεί α­πό το 1749. Ή­δη α­πό το έ­τος 1760 βρί­σκε­ται στην Κων/πο­λη, κο­ντά στον α­δελ­φό του Χρύ­σαν­θο, ιε­ρο­μό­να­χο, λό­γιο κλη­ρι­κό, α­πό τον ο­ποί­ον «δι­δά­χτη­κε και με­ρι­κήν τι­νά τέ­χνην ρη­το­ρι­κήν».


Ποιο ή­ταν το πε­ριε­χό­με­νο της γε­νι­κής μόρ­φω­σης του Κο­σμά δεν γνω­ρί­ζου­με! Ο­πωσ­δή­πο­τε πή­ρε μια γε­νι­κή μόρ­φω­ση ό­χι μό­νο φοι­τώ­ντας σε σχο­λεί­α αλ­λά και «κατ΄ ι­δί­αν». Α­πό τις «δι­δα­χές» του φαί­νε­ται ό­τι με­λέ­τη­σε τα βι­βλι­κά κεί­με­να (Πα­λαιά και Και­νή Δια­θή­κη), τους Πα­τέ­ρες,τα λει­τουρ­γι­κά βι­βλί­α και τα συ­να­ξά­ρια των α­γί­ων. Η «θύ­ρα­θεν» μόρ­φω­σή του πα­ρα­μέ­νει ά­γνω­στη. Α­πό φράσεις του στις «δι­δα­χές» του φαί­νε­ται ό­τι εί­χε γνώ­σεις και α­πό την αρ­χαιοελ­λη­νι­κή γραμ­μα­τεί­α (Προ­σω­κρα­τι­κούς, Σω­κρά­τη, Πλά­τω­να κ.α).
Με τέ­τοια «γε­ρή και «λι­πα­ρά» μόρ­φω­ση άρ­χι­σε το κή­ρυγ­μά του στον α­μα­θή λαό ο Κο­σμάς, α­φού, κα­τά τον αγ. Νι­κό­δη­μο τον Α­γιο­ρεί­τη «ή­τον δε η δι­δα­χή του …α­πλου­στά­τη». Α­να­φε­ρό­με­νος ο ί­διος ο «Ά­γιος των σκλά­βων», ό­πως α­πο­κλή­θη­κε ο Κο­σμάς ο Αι­τω­λός, στους λό­γους που τον ο­δή­γη­σαν να φύ­γει α­πό το Άγ. Ό­ρος και ν΄ αρ­χί­σει το ιε­ρα­πο­στο­λι­κό του έρ­γο στον α­παί­δευ­το λα­ό, γρά­φει: «Σι­μά   εις τα άλ­λα η­ύ­ρη­κα και τού­τον τον λό­γον, ο­πού λέ­γει ο Χρι­στός μας, πως δεν πρέ­πει κα­νέ­νας Χρι­στια­νός, άν­δρας ή γυ­ναί­κα, να φρο­ντί­ζη δια λό­γου του μόνον, πώς να σω­θή, αλ­λά να φρο­ντί­ζη και δια τους α­δελ­φούς του. Και ό­ποιος φροντί­ζει μό­νον δια του λό­γου του και δεν φρο­ντί­ζει και δια τους α­δελ­φούς του ε­κεί­νος θα κο­λα­σθή. Α­κού­ο­ντας και ε­γώ, α­δελ­φοί μου, ε­τού­τον τον γλυ­κύ­τατον λό­γον, ό­που λέ­γει ο Χρι­στός μας, να φρο­ντί­ζω­μεν και δια τους α­δελ­φούς μας, με έ­τρω­γε ε­κεί­νος ο λό­γος μέ­σα εις την καρ­δί­αν μου τό­σους χρό­νους ω­σάν το σκου­λή­κι, ό­που τρώ­γει το ξύ­λον».
Έ­τσι, προς το τέ­λος του 1760 βρί­σκε­ται στην Κων/λη για να ζη­τή­σει την ά­δεια και την ευ­λο­γί­α του Πα­τριάρ­χη Σε­ρα­φείμ Β΄ (1757-1761), για ν΄ αρ­χί­σει το ιε­ρα­πο­στολι­κόν του έρ­γο. Κα­τά τον Κων. Κούρ­κου­λα «Το έρ­γον του το ε­πραγ­μα­το­ποί­η­σε κατά τας τέσ­σα­ρας πε­ριο­δεί­ας (1759 - ’62, 1763 - ΄73, 1775 - ΄77, 1777 - ’79), κα­τά τας ο­ποί­ας πε­ριώ­δευ­σεν ως ιε­ρο­κή­ρυξ διά­φο­ρα μέ­ρη της πα­τρί­δος μας (Μα­κε­δο­νί­αν, Ή­πει­ρον, Θεσ­σαλί­αν, Δυ­τι­κήν Στε­ρε­άν, Ε­πτά­νη­σα, Δω­δε­κά­νη­σα, Κυ­κλά­δας). Με την ευ­γλωτ­τί­αν και την πει­θώ του, με την θερ­μήν πί­στιν και την α­ρε­τήν του, με τον α­γνόν πα­τριω­τι­σμόν και την μέ­χρις αυ­το­θυ­σί­ας αυ­τα­πάρ­νη­σίν του, α­νέ­πτυ­ξε πλου­σιω­τά­την ιε­ρα­πο­στο­λι­κήν, ε­θνι­κήν και παι­δα­γω­γι­κή δρά­σιν». Κα­τά δε τον Κων. Καλ­λίνι­κο, την ιε­ρα­πο­στο­λι­κήν του δρά­ση «θα ε­ζή­λευον και αι ά­ρι­στα ωρ­γα­νω­μέ­ναι ιε­ρα­πο­στο­λι­καί ορ­γα­νώ­σεις των ε­τε­ρο­δό­ξων εκ­κλη­σιών». Σύμ­φω­να με τον αγ. Νι­κό­δη­μο ο Κο­σμάς έ­κα­νε μί­α πρώ­τη πε­ριο­δεί­α στην η­πει­ρω­τι­κή Ελ­λά­δα κι έ­φτα­σε μέ­χρι το Με­σο­λόγ­γι, α­φού πέ­ρα­σε α­πό το Βρα­χώ­ρι (Α­γρί­νιο) και τη Ναύπα­κτο. Στο τέ­λος 1774 ξα­να­γύ­ρι­σε στην Πό­λη για να πά­ρει ευ­λο­γί­α και ά­δεια α­πό τον Πα­τριάρ­χη Σω­φρό­νιο Β΄ (1774-1780), για ν΄ αρ­χί­σει νέ­α πε­ριο­δεί­α στα νη­σιά του Αι­γαί­ου και στα «Δου­κά­νη­σα» (Κυ­κλά­δες). Το βά­ρος ό­μως των προ­σπα­θειών του το έ­ρι­ξε στην Ή­πει­ρο (βό­ρεια και νό­τια), για­τί στις πε­ριο­χές της ή­ταν συ­χνές οι αλ­λα­ξο­πι­στί­ες και οι προ­σχω­ρή­σεις στο Ι­σλάμ α­πό τις πιέ­σεις των μω­αμε­θα­νών. Γι΄ αυ­τό συ­χνά τους έ­λε­γε: «Ψυ­χή και Χρι­στός σας χρειά­ζο­νται. Αυ­τά τα δύ­ο ό­λος ο κό­σμος να πέ­ση ε­πά­νω σας δεν μπο­ρεί να σας πά­ρη, ε­κτός και τα δώ­σε­τε με το θέ­λη­μά σας». Κα­τά τον Ιω. Β. Με­νού­νο, «Ο Κο­σμάς ο Αι­τω­λός ά­φη­σε κλη­ρο­νο­μιά στον ελ­λη­νι­σμό τις δι­δα­χές του κα­θώς και «δέ­κα σχο­λεί­α ελ­λη­νικά» και «δια­κό­σια δια κοι­νά γράμ­μα­τα». …Ό­σο για την α­πή­χη­ση που εί­χε το έρ­γο του αρ­κεί να σκε­φτεί κα­νείς τα «υ­πέρ τας πε­ντα­κο­σί­ας χι­λιά­δας σταυ­ρούδια, που ε­μοί­ρα­σε «εις τον κοι­νόν λα­όν» κα­τά το Νι­κό­δη­μο, τις χι­λιά­δες των ατό­μων που πα­ρα­κο­λού­θη­σαν τις ο­μι­λί­ες του («του­λά­χι­στον 6.000 ά­το­μα της α­κολου­θί­ας του … ό­πως α­να­φέ­ρει ό­τι εί­δε …κο­ντά στην Πρέ­βε­ζα ο Κερ­κυ­ραί­ος κόμης Μα­μω­νάς…»).
Ε­πι­μέ­νει στις δι­δα­χές του για την α­νά­γκη ί­δρυ­σης σχο­λεί­ου. Γρά­φει. «Προς τους κα­τοί­κους της Δρό­βιαν­νης». «Ε­γώ, α­δελ­φοί μου χρι­στια­νοί…. Πε­ριερ­χόμε­νος και δι­δά­σκων …το ιε­ρόν Ευαγ­γέ­λιον… ήλ­θα και ε­δώ εις την χώ­ραν σας και βλέ­πο­ντας ό­που δεν έ­χε­τε σχο­λεί­ον, να δια­βά­ζουν και να μαν­θά­νουν τα παιδιά σας γράμ­μα­τα χω­ρίς πλη­ρω­μήν, ε­πα­ρα­κά­λε­σα τους χρι­στια­νούς και έ­δω­σαν το κα­τά δύ­να­μιν και προ­αί­ρε­σιν δια το σχο­λεί­ον… Έ­βα­λον δε προς τού­τοις ε­πί­τρο­πον εις το σχο­λεί­ον …και ε­πι­στά­τας και βο­η­θούς αυ­τού ό­λην την χώ­ραν δια να κυ­βερ­νή­σουν το σχο­λεί­ον». Και σε άλ­λη δι­δα­χή του ε­πι­μέ­νει: «Να σπου­δά­ζε­τε και σεις, α­δελ­φοί μου, να μαν­θά­νε­τε γράμ­μα­τα ό­σον η­μπο­ρεί­τε. Και αν δεν ε­μά­θε­τε οι πα­τέ­ρες, να σπου­δά­ζε­τε τα παι­διά σας να μαν­θά­νουν τα ελ­ληνι­κά, διό­τι και η Εκ­κλη­σί­α μας εί­ναι εις την ελ­λη­νι­κήν… Κα­λύ­τε­ρον, α­δελ­φέ μου, να έ­χης ελ­λη­νι­κόν σχο­λεί­ον εις την χώ­ραν σου, πα­ρά να έ­χης βρύ­σες και πο­τά­μια. Και ω­σάν μά­θης το παι­δί σου γράμ­μα­τα τό­τε λέ­γε­ται άν­θρω­πος…».

Ό­μως, το α­φυ­πνι­στι­κό κή­ρυγ­μα του Κο­σμά δεν έ­μει­νε χω­ρίς α­ντι­δρά­σεις. Τούρκοι, Ε­βραί­οι, Ε­νε­τοί, κο­τσα­μπά­ση­δες και ό­σοι ε­θί­γο­ντο  α­πό τα κη­ρύγ­μα­τά του  στρά­φη­καν ε­να­ντί­ον του. Έ­τσι, ο Χό­τζας, τον ο­ποί­ον ε­πι­σκέ­φθη­κε ο Αι­τω­λός για να πά­ρει ά­δεια να κη­ρύ­ξει στην πε­ριο­χή του, τον πα­ρέ­δω­σε σε ο­μά­δα Τούρκων στρα­τιω­τών, που τον κρέ­μα­σαν σ΄ έ­να δέ­ντρο έ­ξω α­πό το χω­ριό Κα­λι­κό­ντασι, κο­ντά στο Μπε­ρά­τι, δί­πλα στον πο­τα­μό Ά­ψο. Δεν έ­γι­νε κα­μί­α δί­κη, δεν διατυ­πώ­θη­κε κα­μιά προ­φο­ρι­κή ή γρα­πτή κα­τη­γο­ρί­α. Υ­πήρ­ξε θύ­μα, με­τα­ξύ άλ­λων, και δω­ρο­δο­κί­ας στο Χό­τζα. Α­παγ­χο­νί­στη­κε στις 24 Αυ­γού­στου του έ­τους 1779, η­μέ­ρα Σάβ­βα­το.
Το 1961, με α­πό­φα­ση της Πα­τριαρ­χι­κής Συ­νό­δου, έγινε η επίσημη αγιοκατάταξή του,αν και η συ­νεί­δη­ση του ελ­λη­νι­κού λα­ού α­πό πο­λύ νω­ρίς θε­ω­ρού­σε τον Πα­τρο­κο­σμά Ά­γιο.

«Το πο­λύ­πλευ­ρον έρ­γον του Κο­σμά του Αι­τω­λού α­να­γνω­ρί­ζε­ται ο­λο­νέν και περισ­σό­τε­ρον α­πό εκ­προ­σώ­πους της Πο­λι­τεί­ας και της Εκ­κλη­σί­ας. Η πα­τρί­δα μας «ευ­γνω­μο­νού­σα» τον κα­τέ­τα­ξεν εις τους με­γά­λους δι­δα­σκά­λους του Γέ­νους. Η Εκ­κλη­σί­α μας τον α­νε­κή­ρυ­ξεν ά­γιον και ε­ορ­τά­ζει την μνή­μην του την 24ην Αυ­γού­στου, διό­τι κα­τά την η­μέ­ραν αυ­τήν ε­μαρ­τύ­ρη­σε  δια τον Χρι­στόν και δια το Έ­θνος. Οι τε­λευ­ταί­οι λό­γοι του προ της αγ­χό­νης ή­σαν οι λό­γοι του ψαλ­μω­δού: «Δι­ήλ­θο­μεν δια πυ­ρός και ύ­δα­τος και ε­ξή­γα­γες η­μάς εις α­ναψυ­χήν». (Κ. Κούρ­κου­λα, Λεύ­κω­μα Δι­δα­σκά­λων του Γέ­νους, Α­θή­ναι 1971).


Σημ. Για τις «Δι­δα­χές» του αγ. Κο­σμά του Αι­τω­λού πολ­λά μας πλη­ρο­φο­ρεί η διδα­κτο­ρι­κή δια­τρι­βή του Ιω. Β. Με­νού­νου: «Κο­σμά του Αι­τω­λού Δι­δα­χές (και Βιογρα­φί­α), εκ­δ. «Τή­νος», Α­θή­ναι 1979.   

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο Άρχοντας του Οικουμενικού Θρόνου κ. Μαρτίνης είναι ένας μαιτρ στα θέματα της αγιολογίας.

Ανώνυμος είπε...

Ο κ. Μαρτίνης με ολίγα σκιαγράφησε την μορφή του αγίου Κοσμά. Μια μορφή πάντα επίκαιρη για τις διδαχές του τις διαχρονικές.

Ανώνυμος είπε...

Μία απ τις οποίες διαχρονικές διδαχές είναι και η σφοδρή αντίθεση στον αιρεσιάρχη πάπα.