Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ ΠΡΟΤΥΠΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΣ - Ιωάννης Φ. Αθανασόπουλος


ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
ΠΡΟΤΥΠΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΣ
(1904-2014)

 Ιωάννου Φ. Αθανασοπούλου
    Θεολόγου – Φιλολόγου

Συμπληρώνονται 110 έτη από τότε που ο Παύλος Μελάς, ο θρυλικός καπετάν Μίκης Ζέζας, ο πρωτοπόρος και πρωτομάρτυς του Μακεδονικού Αγώνος, «έπεσεν ηρωικώς μαχόμενος υπέρ πίστεως και πατρίδος», στο χωριό Στάτιστα της Δυτικής Μακεδονίας.
Ίνδαλμα των Ελλήνων της Μακεδονίας, μορφή ιδανική, τυλιγμένη με τον φωτοστέφανο του Μάρτυρος, αντιπροσωπευτικός τύπος του Μακεδονικού Αγώνος, «υπήρξε χωρίς αμφιβολία, ένας αληθινός ήρωας και η ευγενέστερη, ίσως, νεοελληνική μορφή»,1 την οποία οφείλουμε να ανακαλούμε στην μνήμη μας, καθ’ όσον η προσφορά του σε κρίσιμες στιγμές του εθνικού μας βίου, αποτελεί έκτοτε διαχρονικό μήνυμα και παράδειγμα για όλους, κατ’ εξοχήν όμως για την ελληνική νεότητα.
Ο Παύλος Μελάς, γιος του Μιχαήλ Γ. Μελά, γεννήθηκε στην Μασσαλία to 1870 και εμαθήτευσε σε σχολείο των Αθηνών. Από το οικογενειακό του περιβάλλον είχε κληρονομήσει την αγάπη προς την πατρίδα και την ελευθερία, γι’ αυτό και από τα νεανικά του χρόνια είχε τάξει ως σκοπό της ζωής του την πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας», με το ιδεολογικό περιεχόμενο της οποίας είχε γαλουχηθεί. Το 1886 εισήλθε στην Σχολή Ευελπίδων εκ της οποίας απεφοίτησε το 1891 ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Επέλεξε το επάγγελμα του στρατιωτικού για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην εμπερίστατη, εκείνη την εποχή, πατρίδα. «Εκλέγων το στάδιον αυτό – έγγραφε τον Αύγουστο του 1889 – δεν υπήκουσα παρά εις μίαν ιδέαν, να φανώ χρήσιμος εις τον τόπον μου... Αυτή είναι η μόνη μου φιλοδοξία. Όπως κάθε καλός στρατιώτης, θέλω να υπηρετήσω την πατρίδα μου και δι’ αυτήν να αποθάνω. Καμμιά δυσκολία δεν θα με σταματήσει».2 Και πράγματι, οι λόγοι του αυτοί μετουσιώθηκαν αργότερα σε πράξεις ηρωικές, οι οποίες τον ανέδειξαν αγνό Έλληνα και ένθερμο πατριώτη.

Σε ηλικία 22 ετών ενυμφεύθη την θυγατέρα του Στεφάνου Δραγούμη, Ναταλία, αδελφή του Ίωνος Δραγούμη, η οποία υπήρξε για τον Παύλο Μελά, πολύτιμη σύντροφος και βοηθός. Ο σύνδεσμος του Παύλου Μελά με την οικογένεια Δραγούμη απεδείχθη καθοριστικός για την περαιτέρω πορεία του. Διότι καθώς ο ίδιος είχε ανδρωθεί σε περιβάλλον με έντονο εθνικό παλμό, εδέχθη αμέσως την επίδρασή του, η οποία τον οδήγησε στο να λάβει την αμετάκλητη απόφασή του, να αφιερώσει με πάθος όλη τη ζωή του στον αγώνα για την απαλλαγή του ελληνισμού της Μακεδονίας από τον άμεσο και σοβαρό κίνδυνο του εκσλαβισμού, τον οποίον διέτρεχε. Για τον Παύλο Μελά η Μακεδονία αποτελούσε ό,τι πράγματι ήταν, δηλαδή τον πνεύμονα της Ελλάδος και συνεπώς χωρίς αυτόν «το υπόλοιπο τμήμα του ελληνικού κράτους ήταν καταδικασμένο σε θάνατο».3 Η αμετάθετη πίστη του στο μέλλον του Έθνους του έδωκε την δύναμη να θεωρήσει την απελευθέρωση της Μακεδονίας ως υπέρτατο καθήκον του. Μάλιστα ο παραινετικός λόγος του γυναικαδέλφου του Ίωνος Δραγούμη, ο οποίος έλεγε «αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία η Μακεδονία θα μας σώσει… Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία εμείς θα σωθούμε»4, έγινε και δική του πεποίθηση, απερρόφησε όλη την σκέψη και την εν γένει δραστηριότητά του.
Εν τω μεταξύ και ενώ η Ελληνική Κυβέρνηση δεν είχε ακόμη συνειδητοποιήσει επαρκώς τον κίνδυνο που διέτρεχε από τις δραστηριότητες των Βουλγάρων η Μακεδονία, ο τότε Μητροπολίτης Καστορίας Γερμανός Καραβαγγέλης, ιδιαίτερα δραστήριος Ιεράρχης, εμψυχωτής και πρωτεργάτης του Μακεδονικού Αγώνος, είχε συγκροτήσει τα πρώτα ένοπλα ανταρτικά ελληνικά σώματα, για να περιφρουρήσει το εθνικό φρόνημα των Μακεδόνων και να αναχαιτίσει την δραστηριότητα των ληστρικών σωμάτων που βιαιοπραγούσαν σε βάρος των αγροτικών πληθυσμών. Ιδού πώς περιγράφει ο ως άνω Ιεράρχης τις βιαιοπραγίες των Βουλγάρων κομιτατζήδων σε έκθεσή του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄: «Σταματά ο κάλαμος προ των οργίων, άτινα διεδραματίσθησαν εν τω τόπω, ουδέ δύναται ανθρωπίνη χείρ να σκιαγραφήση τους εξαναγκασμούς, τους δαρμούς, τας ληστείας και τους στυγερούς φόνους, δι’ ών έπρεπε να πραγματωθή το σατανικόν πρόγραμμα…».5
Κάτω όμως από την αδήριτη ανάγκη ιδρύεται στην Αθήνα με ιδιωτική πρωτοβουλία και με την συναίνεση της Κυβερνήσεως, το Μακεδονικό Κομιτάτο (22 Μαρτίου 1904), του οποίου σκοπός ήταν η οργάνωση αγώνος στην Μακεδονία. Ψυχή του Κομιτάτου αναδεικνύεται ο Παύλος Μελάς, ο οποίος, μαζί με άλλους τρεις αξιωματικούς του Ελληνικού στρατού, αποστέλλεται στην Μακεδονία για να ετοιμάσει «το των ψυχών έδαφος», να αναπτερώσει δηλαδή το ηθικό των Ελλήνων της Μακεδονίας, οι οποίοι, όπως ελέχθη, υπέφεραν τα πάνδεινα, από τα ανηλεή πλήγματα των Βουλγάρων Κομιτατζήδων. Μέσα από το πλοίο που τον μετέφερε στον Βόλο, γράφει στο ημερολόγιό του: «Αυτάς τας ημέρας με πνίγει η λύπη και η συγκίνησις. Αφήνω διά πάντοτε ίσως τας υπάρξεις, τας οποίας λατρεύω, υπέρ πάν άλλο εις αυτόν τον κόσμον…», δηλαδή την σύζυγό του Ναταλία και τα δύο τέκνα του. Και πιο κάτω προσθέτει ότι πριν ξεκινήσει για την Μακεδονία επήγε στο νεκροταφείο, στον τάφο του πατέρα του: «Κάθομαι, γράφει, ολίγην ώραν παρά τον τάφον του. Ενθυμούμαι με πόσην φωτιά αγαπούσε αυτός την πατρίδα, ενθυμούμαι ότι ωρκίσθην επί του φερέτρου του ν’ αποθάνω υπέρ αυτής, ενθυμούμαι πόσον μας ελάτρευε και πόσον υπέφερε διά την καταστροφήν του 1897».6
Όταν μετά πολλούς κινδύνους και μεγάλες δυσκολίες έφθασε στην Μακεδονία, έσπευσε να στείλει στην σύζυγό του Ναταλία επιστολή, στις 8 Μαρτίου 1904, στην οποία με μεγάλο ενθουσιασμό έγραφε και τα ακόλουθα μεταξύ των άλλων: «Ουδέποτε, σε βεβαιώ, επίστευσα εις την Θείαν Πρόνοιαν, όσον χθες την νύκτα. Όταν εξεκινήσαμε ήτο σκότος βαθύ… Μόλις όμως διήλθομεν εις το σκότος την επικίνδυνον τουρκικήν ζώνην αμέσως… η σελήνη και τα άστρα μας εφώτισαν τον φοβερώτατον δρόμον... Επιστεύσαμεν όλοι, με όλην την ψυχήν μας, ότι ο Θεός εκείνην την στιγμήν ευλόγει το έργον μας και διά των αστέρων του εφώτιζε τον δρόμον μας». Εν συνεχεία, αφού περιγράφει λεπτομερώς την περιπετειώδη διαδρομή του εντός του Μακεδονικού εδάφους και τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσής του προσθέτει: «Όταν συλλογίζωμαι ότι ίσως με βοηθήση ο Χριστός να επιτύχω, νομίζω ότι μου έρχεται τρέλα. Τι χαρά δι’ όλους μας αν γίνη τούτο, και προ πάντων τι ευτύχημα δια την πατρίδα, η οποία θ’ αναθαρρήση και θα ιδή ότι αν κινηθή ολίγον, ναι μεν δεν ημπορεί να κάμη μεγάλα πράγματα, αλλ’ ημπορεί να κάμη ώστε να παύση αυτός ο παμβουλγαρισμός εις τα μέρη εκείνα…».7 Ατυχώς το έργο του στην Μακεδονία διεκόπη σύντομα, διότι εν τω μεταξύ οι Τούρκοι επληροφορήθησαν την άφιξή του και ως εκ τούτου, μετά από ενάμισυ μήνα αναγκάσθηκε να επιστρέψει στην Αθήνα.
Στις 10 Ιουλίου 1904, με δική του πρωτοβουλία, επιχειρεί δεύτερη μυστική έξοδό του στην Μακεδονία με το ψευδώνυμο Πέτρος Δέδες, για να προετοιμάσει το έδαφος ενόπλου δράσεώς του κατά των κομιτατζήδων και για τον σκοπό αυτό επισκέπτεται την Κοζάνη και την Σιάτιστα. Επέστρεψε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου, ικανοποιημένος και οριστικά αποφασισμένος να σχηματίσει σώμα ενόπλων και να επανέλθει εκ νέου στην Μακεδονία, με εντολή του Μακεδονικού Κομιτάτου, το οποίον εν τω μεταξύ του ανέθεσε την αρχηγία του αγώνος στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου. Λίγες ημέρες μετά, στις 18 Αυγούστου 1904, αναχωρεί για τρίτη και τελευταία φορά για την Μακεδονία, επικεφαλής σώματος εκ 35 ανδρών, με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας.
Ευρισκόμενος στην Λάρισα, καθ’ οδόν προς την Μακεδονία, έγραφε στην γυναίκα του στις 25 Αυγούστου, με πλήρη συνείδηση του χρέους του έναντι του Έθνους και με πίστη για το τελικό αποτέλεσμα: «Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλη μου την ψυχήν και με την ιδέαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω. Είχα και έχω την ακράδαντον πεποίθησιν, ότι δυνάμεθα να εργασθώμεν εν Μακεδονία και να σώσωμεν πολλά πράγματα».8 Πράγματι η εκ νέου παρουσία του Παύλου Μελά στην Μακεδονία «έδωκε μία νέα διάσταση στην γενικώτερη εξέλιξη του Μακεδονικού ζητήματος και αποτέλεσε το προμήνυμα της κύριας φάσης της ένοπλης πάλης».9
Όταν έφθασαν στην Μακεδονία, μετά την περιπλάνηση τους στην Πίνδο, κάτω από αντίξοες συνθήκες και με πολλές στερήσεις, όπως οι δυσκολίες επισιτισμού των ανδρών του και η έλλειψη πεπειραμένων οδηγών, ο Παύλος Μελάς είχε καταπληγωθεί και υπέφερε τρομερά, αλλά υπέφερε καρτερικότατα όλα αυτά, γιατί ο υψηλός σκοπός που είχε αναλάβει τον εμψύχωνε. Το έργο του απέβλεπε στην εκκαθάριση του εδάφους της Μακεδονίας και στην οργάνωση της άμυνας των κατοίκων εναντίον των Βουλγάρων Κομιτατζήδων. Στις 7 Σεπτεμβρίου, όταν πέρασαν τον Άνω Αλιάκμονα και επλησίαζαν στην περιοχή για την οποία είχαν προορισθεί,, υπέδειξε στους άνδρες του να κάμουν τον σταυρό τους και να ευχαριστήσουν τον Θεό, στην βοήθεια του οποίου χρεωστούσαν την αισία άφιξή τους. Τώρα πλέον ετοιμάζεται να αρχίσει την ένοπλη δράση του και καταλαμβάνεται από κρίση συνειδήσεως, όπως αποδεικνύεται εξ όσων έγραφε από το χωριό Κωσταράζι της Καστοριάς: «Τρέμω και συγκινούμαι, σκεπτόμενος ότι εγώ, ο οποίος ουδέ μύγαν εσκεμμένως εσκότωσα ποτέ, από αύριον θα φονεύσω ίσως και ανθρώπους ακόμη».
Στις 28 Αυγούστου ο Παύλος Μελάς και οι σύντροφοί του έφθασαν στην Μονή της Μερίτσας, κοντά στο σημερινό χωριό Οξύνεια του νομού Τρικάλων. Παρακολούθησαν τον Εσπερινό, μετά το τέλος του οποίου, ο ίδιος και οι άνδρες του εζήτησαν από τον ηγούμενο της Μονής να κοινωνήσουν των αχράντων Μυστηρίων, διότι μετ’ ολίγον θα άρχιζε η κυρία αποστολή τους στην Μακεδονία. «Ουδέποτε με τόσην κατάνυξιν μετέλαβα, γράφει στην σύζυγό του. Ο νους μου διαρκώς εστρέφετο προς Εκείνον, ο οποίος χάριν ημών… υπέστη το μαρτύριον. Το μέγεθος της θυσίας Του, το μέγεθος της αποστολής Του με έκαμαν να αισθάνωμαι πόσον μικροί και πόσον μακράν Αυτού ευρισκόμεθα, αλλά και συγχρόνως με ενεθάρρυναν… Ελπίζω να μας βοηθήση».11 Και αποδεικνύει τοιουτοτρόπως τον άρρηκτο δεσμό της Ορθοδόξου Εκκλησίας με το Έθνος, η οποία, ως αστείρευτος πηγή, μεταγγίζει με την μυστηριακή ζωή της την θεία δύναμη και ενέργεια. Η Εκκλησία έκπαλαι υπήρξε η συνεκτική δύναμη του Γένους των Ελλήνων στις δύσκολες στιγμές του, η πηγή της παραμυθίας και της παρηγορίας του στις απροσμέτρητες θλίψεις του, αυτή εχαλύβδωνε την αντοχή του. Ο καθηγητής Νικ. Β. Βλάχος συνοψίζοντας την δράση του Μελά στην Μακεδονία γράφει τα εξής: «Από του Λεχόβου διά της Μπελκαμένης, του Στρεμπένου, της Πρεκοπάνας και του Νερέτι προεχώρησε μέχρι των Κορεστίων, βορείως της Καστορίας, διά του καταλλήλου συγκερασμού της πειθούς και της σώφρονος πολιτείας μετά της αντεκδικήσεως και της αγριότητος την οποίαν απήτει εν τη εκτελέσει αυτού ο αγών, ενθαρρύνων τους αποτεθαρρημένους και εξοντώνων τους δυστροπούντας, μέχρις ότου κατά Οκτώβριον εν Στατίστη των Κορεστίων εύρεν ηρωϊκόν θάνατον».12
Στις 13 Οκτωβρίου ευρισκόμενος ο Μελάς στο χωριό Στάτιστα (σήμερα προς τιμήν του ονομάζεται Μελάς) της Καστορίας, αφού προδόθηκε από βουλγαρική συμμορία, εκυκλώθη από τουρκικό απόσπασμα εξ 150 ανδρών. Μετά δίωρη ανταλλαγή πυροβολισμών και όταν οι Έλληνες με επικεφαλής τον Παύλο Μελά αποφάσισαν να εξέλθουν της οικίας και να διασπάσουν την πολιορκία, τουρκική σφαίρα τον ετραυμάτισε θανάσιμα στην οσφυϊκή χώρα. Υποφέροντας πόνους φρικτούς και αισθανόμενος το τέλος του έβγαλε τον σταυρό από τον λαιμό του, τον έδωσε στον υπαρχηγό του Νικόλαο Πύρζα με την εντολή: «τον σταυρόν να τον δώσης εις την σύζυγόν μου και το τουφέκι εις τον Μίκη (τον υιόν του) και να τους είπης ότι έκαμα το καθήκον μου».13 Μετ’ ολίγον ο Παύλος Μελάς εξέπνευσε! Ήταν μόλις 34 ετών. Προσέφερε την ζωή του «λύτρον αντί πολλών» για την σωτηρία και την ελευθερία της Μακεδονίας. Η κεφαλή του αποκοπείσα από τους συμμαχητές του, για να μην τον αναγνωρίσουν οι Τούρκοι, ετάφη στο παρεκκλήσιο της αγίας Παρασκευής Πισοδερίου Φλωρίνης, προ της Ωραίας Πύλης, το δε ακέφαλο σώμα του οι Τούρκοι το μετέφεραν στην Καστοριά. Εκεί ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης, αφού κατόπιν πολλών προσπαθειών το παρέλαβε από τους Τούρκους, το έθαψε στον πλησίον της Μητροπόλεως ευρισκόμενο βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών.
Η είδηση του θανάτου του έφθασε ως κεραυνός στην Αθήνα και συγκλόνισε όλο το Έθνος. Το όνομά του κατέστη σύμβολον του Μακεδονικού Αγώνος και ο ηρωϊκός θάνατός του εξήγειρε όλον τον Ελληνισμό, έδωσε το έναυσμα και επέβαλε αμέσως τον Μακεδονικό αγώνα σε ωραίο άθλημα φιλοτιμίας, ανέδειξε δε την τύχη της Μακεδονίας υπόθεση πλέον όλων των Ελλήνων. Συνάδελφοι του Παύλου Μελά και εθελοντικά σώματα από την Κρήτη και από άλλες περιοχές ήλθαν στην Μακεδονία και επέτυχαν μαζί με τους γηγενείς Μακεδόνες, να αναχαιτίσουν τον βουλγαρικό κίνδυνο και να διατηρήσουν τον ελληνικό χαρακτήρα της, μέχρι της οριστικής απελευθερώσεώς της κατά τους Βαλκανικούς πολέμους.
Ο Παύλος Μελάς υπήρξε ψυχή φλογερή, με ωραία και επιβλητική μορφή, προικισμένος με όλες τις ψυχικές και ηθικές αρετές ενός μεγάλου ηγέτου, γενναιότητα, θάρρος, πίστη, αυταπάρνηση, ενθουσιασμό, καρτερία, άφθαστη προσωπική γοητεία. Υπήρξε «ο λόρδος Βύρων του Μακεδονικού Αγώνος». Ανέδειξε το φωτεινό πνευματικό μεγαλείο του εν μέσω πολλών αντιξοοτήτων. Τον αγώνα του κατηύθυνε η πίστη του στις αξίες και αρχές και το τέλος του υπήρξε όμοιο με εκείνο το οποίο άφηνε να διαφανεί στις επιστολές και σε όλα τα γραπτά κείμενά του. Ο ίδιος είχε πει: «Τι σημαίνει εις άνθρωπος; Ενός ανδρός το αίμα εάν ποτίση το χώμα της Μακεδονίας θα ξυπνήσωσιν οι κοιμώμενοι, θα εγκαρδιωθώσιν οι τρομοκρατηθέντες, θα φυτρώσωσιν επί της ευγενούς γης εκδικηταί και σωτήρες». Για τούτο και το όνομά του κατέστη σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνος. Μορφή τυλιγμένη με τον φωτοστέφανο του εθνομάρτυρος κατέχει ξεχωριστή θέση στην ιστορική μνήμη των Ελλήνων. Η ανάμνησή του ανάγει την σκέψη μας στις μεγάλες ώρες της Ιστορίας και ο ηρωϊκός του θάνατος επέχει θέση εθνικής διαθήκης και πνευματικής σκυτάλης για τις επερχόμενες γενιές.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1.      Γεωργίου Μόδη, Ο Μακεδονικός αγών. Θεσσαλονίκη 1967, σ. 234.
2.      Ναταλία Π. Μελά, Παύλος Μελάς. Αθήναι 1963, σσ. 28-29.
3.      Κων. Α. Βακαλόπουλος, Μακεδονικός Αγώνας. Η ένοπλη φάση, 1904-1908, σ. 16 α.χ.
4.      Ίωνος Δραγούμη (Ίδας), Μαρτύρων και ηρώων αίμα. Αθήνα 1973, σ. 5.
5.      Γερμανού Καραβαγγέλη, Ο Μακεδονικός Αγών (Απομνημονεύματα) Θεσσαλονίκη 1959, σ. 64.
6.      Ναταλία Π. Μελά, ό.π. σ. 192.
7.      Ναταλία Π. Μελά, ό.π. σσ. 28-29.
8.      Ναταλία Π. Μελά, ό.π. σ 317.
9.      Κων. Α. Βακαλόπουλος, ό.π. σ. 63.
10.  Ναταλία Π. Μελά, ό.π. σ. 374.
11.  Ναταλία Π. Μελά, ό.π. σ. 331.
12.  Νικ. Β. Βλάχου, Το Μακεδονικόν ως φάσις του Ανατολικού ζητήματος, 1878-1908. Εν Αθήναις 1935, σ. 367.
13.  Douglas Dakin, Μακεδονικός Αγώνας. Αθήναι 1985, σ. 67.    
΄
Πηγή: Εφημερίδα "Ο ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ"

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μεγάλη η προσφορά του στην Μακεδονία μας. Πρότυπο γνήσιου πατριώτη και καλού χριστιανού.

Ανώνυμος είπε...

Τους ξεχάσαμε τους μεγάλους και τώρα σαν τις πάπιες βουτάμε στα λασπόνερα. Στην καθημερινότητα της ζωής μας άλλοι μονοπωλούν την επικαιρότητα. Πρέπει όμως πάντα να μην ξεχνά ο καθένας μας τους μεγάλους που σφράγισαν με την αγωνιστική παρουσία τους την ελευθερία.
Χριστέ μου χάρισε μας ένα νέο Μελά σήμερα. Τον έχουμε ανάγκη.