Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Χριστιανική αγάπη και έλεος στο έργο της Εκκλησίας - Επίσκοπος Μεσαορίας Γρηγόριος

Χριστιανική αγάπη και έλεος 
στο έργο της Εκκλησίας

Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου
Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου
Λευκωσία


Ευθύς εξαρχής θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Ηγούμενο της Μονής ταύτης, π. Enzo Bianchi, και την ενθάδε μοναστική Αδελφότητα, για την πρόσκληση και τη φιλοξενία, καθώς και τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ. Χρυσόστομο για την ευλογία να εκπροσωπήσω της καθ’ ημάς Αποστολική Εκκλησία της Κύπρου και να συμμετάσχω στις εργασίας του παρόντος 23ου Συνεδρίου Θεολογίας και Πνευματικότητας.
Το θέμα της εισηγήσεώς μου, «Χριστιανική αγάπη και έλεος στο έργο της Εκκλησίας» το αντιλαμβάνομαι ως απαύγασμα του κεντρικού θέματος «Έλεος και συγχώρησις», της παρούσας συναντήσεως μας. Πρόκειται για ένα συνδυασμό θεωρίας και πράξεως στην καθημερινή προσπάθεια του ανθρώπου, γνήσια και αυθεντικά, να πλησιάσει κατά χάριν τη θέωση, για την οποία τον κατασκεύασε ο Θεός. Αυτό, κατά τη γνώμη μας,  είναι και το κύριο έργο του χριστιανού είτε είναι κληρικός είτε είναι λαϊκός, ενταγμένος στο πλήρωμα της Αγίας μας Εκκλησίας.
Η αποκεκαλυμμένη αλήθεια, εντός της Εκκλησίας, ότι «Ο Θεός αγάπη εστί»  που καταγράφεται από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη στην Α΄ Καθολική Επιστολή, μας δίνει και σήμερα, στον 21ο αιώνα με τα πολλά και πρωτόγνωρα προβλήματά του, που ταλανίζουν τον άνθρωπο και τον ωθούν να αποστασιοποιείται από την οδό της βασιλείας του Θεού, το προσκλητήριο να βρούμε την πορεία με κουράγιο και σταθερότητα να κοιτάξουμε ψηλά και στοχευμένα στον Θεό της αληθινής αγάπης. Να αδράξουμε την ευκαιρία, τηρώντας το λόγο του Θεού και παραμένοντας προσηλωμένοι στην ευσταθή αγάπη του Θεού και Πατρός να βρούμε την αφετηρία μας κοντά Του, ως Θεού Δημιουργού μας, «ἐξ ἧς ἐλήφθη» η ψυχοσωματική οντότητα του κάθε ανθρώπου, ως εικόνα μοναδική του Θεού.

Υπογραμμίζουμε την αναφορά στο βιβλίο της Γενέσεως στο «ἐξ ἧς ἐλήφθη» για να μη λησμονούμε την ταπείνωση που πρέπει, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο να έχουμε πάντοτε στην ύπαρξη και τα έργα μας, ένεκα της γήινης προελεύσεως μας.  Πραγματώνεται αυτή η πανέμορφη εικόνα της σχέσεως και αρμονίας του Δημιουργού και του πλάσματος Του στην επισήμανση του Ευαγγελιστή Ιωάννου, αφού, «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» .
Ο Πανάγιος τριαδικός Θεός είναι η πηγή όλων των αγαθών. Άρα, η αγάπη και το έλεος εκπηγάζουν από τον Θεό. Στην αυθεντική τους ποιότητα, τα δύο αυτά δώρα, απορρέουν από τον πολυέλεο και πανοικτίρμονα Θεό. Ως δώρα του Θεού προς τον άνθρωπο, το έλεος προϋποθέτει την αγάπη και αντίστροφα. Και τούτο διότι, σύμφωνα με την προτροπή του Αποστόλου Πέτρου «Προ πάντων δε έχετε ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην∙ διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών» . Είναι ωφέλιμο στον άνθρωπο να έχει αγάπη και δι’αυτής να ελεεί ως ομοιοπαθής άνθρωπος, τον κάθε συνάνθρωπό του.  Αφού, η όντως αγάπη είναι «μυρίων αγαθών μήτηρ», σύμφωνα με τον Ιερό Χρυσόστομο, στην ερμηνεία του στην Α΄ προς Κορινθίους, κεφ. 30. 
Χαρακτηρίζοντας στον τίτλο της εισηγήσεως μας  την αγάπη ως χριστιανική, θέλαμε να τη διακρίνουμε από την υποκρισία και τα συνεπακόλουθα εκείνης της ψευδεπίγραφης αγάπης. Αντίθετα, εδώ μιλούμε για πνευματική εργασία, όπου η καλλιέργεια της αγάπης μάς οδηγεί στην ταπείνωση, στην προσευχή, στη μελέτη του λόγου του Θεού, στην υπομονή, στην εργατικότητα, στη διάθεση για προσφορά, στην ελεημοσύνη και στη μεταμέλεια για τις αναβολές. Μεγαλύτερος αντίπαλος της αγάπης είναι η εμπάθεια. Η ψυχική αυτή κατάσταση εμποδίζει τον άνθρωπο να φθάσει στην αγάπη όπως μας άφησε τεκμήριο ο Χριστός.
Η αγάπη και το έλεος είναι δωρεές και χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Ο άνθρωπος όντας θεληματικά συνδεδεμένος με τον Πανάγιο Θεό, όχι μόνο στη σφαίρα της θεωρίας, αλλά και της πράξεως, με τη συμμετοχή στα ιερά Μυστήρια και τις αγιαστικές πράξεις της Εκκλησίας. Αναφερόμαστε κατεξοχήν στις Αγιαστικές πράξεις του Αγίου Ευχελαίου και της Ιεράς Εξομολογήσεως, ως αγιαστικά μέσα του ελέους του Θεού για την πνευματική προκοπή του ανθρώπου. Και επιστέγασμα της αγάπης του Θεού, τη μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων. Τότε, αφού επιθυμεί ελεύθερα αυτή την πορεία διακονίας του άλλου, του αδελφού, έχει αισθητή την ευλογία να ενώνεται πνευματικά μετά του Θεού και παράλληλα αυτή η σχέση να προσφέρει την πνευματοφόρο πορεία ενότητας και ενώσεως με τους συνανθρώπους του, ζώντας ο ίδιος, εκ των προτέρων, την αγωνιστική πορεία εν τω βίω τούτο, με αγάπη και έλεος.
Ο άνθρωπος που πραγματικά προσφέρει αγάπη στον συνάνθρωπό του δεν αισθάνεται κορεσμό, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο , αλλά πληρότητα ζωής. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος τονίζει ότι ο ευτυχισμένος άνθρωπος είναι εκείνος ο οποίος ενώ κυβερνά τα δικά του κτήματα, ταυτόχρονα με την αγάπη του είναι ως να απλώνει θεϊκό χέρι ελέους σε όσους εκ των αδελφών το έχουν ανάγκη .
Αυτή η ένθεη ένωση και ενότητα προσφέρουν στον άνθρωπο την αγάπη και το έλεος και επιπρόσθετα τη συμπάθεια, την καταλλαγή, τη συγχώρεση και κατεπέκταση την αυθεντική ειρήνη που συντροφεύεται με μια απέραντη και απερίγραπτη χαρά, η οποία δεν απέχει από εκείνη την οντολογική εμπειρία του Πέτρου στο όρος Θαβώρ, κατά την ιστορική βίωση της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού .
Όσο περισσότερο ζει ο άνθρωπος την παρουσία του Θεού, δηλ. μελετά συνειδητά και βιώνει υπαρξιακά τη σχέση με τον Θεό, που αναδεικνύεται ως θεϊκή αγάπη και έλεος, τόσο περισσότερο αγαπά τον Θεό στο πρόσωπο του «πλησίον», ήτοι του πλησιέστερου ανθρώπου, με τον οποίο ειρηνεύει. Και τούτο διότι, η αγάπη συνδέει και ενώνει τα διεστώτα, σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο  . Φέρνει ενότητα και γαλήνη μεταξύ των ανθρώπων. Και συμπληρώνει για να προβάλει το μεγαλείο της αγάπης, ο ίδιος Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας, ότι η διακαής αγάπη προς πάντας, αποβαίνει ανώτερη και αυτού του μαρτυρίου του αίματος χάριν της ορθοφροσύνης στο δόγμα Πίστεως  .
Η αγάπη συνοδεύεται από το έλεος. Πρώτος ο Θεός, η πηγή της αγάπης, παραμένει αμετακίνητος στην αγάπη και το έλεος της δημιουργίας ολόκληρης.
Συνεπώς, τόσο πολύ αγάπησε τον άνθρωπο ο εν Τριάδι Θεός, ώστε από φιλανθρωπία και θεία οικονομία, έστειλε τον ίδιο τον Υιό και Λόγου Του στα ημέτερα, τα ανθρώπινα και πεπερασμένα, για να σώσει με την αγάπη και το έλεός Του, ολόκληρο τον κόσμο. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός «προσέλαβε και θεράπευσε»  το ημέτερο φύραμα. Αυτή η αγάπη που εκφράζεται κι ως συγκατάβαση του άπειρου Θεού προς την εν γένει δημιουργία Του, είναι ταυτόχρονα και έκφραση του ελέους, της συμπάθειας για το απολωλός πρόβατο∙ ένθεης συμπάθειας και συγχώρεσης του πεπτωκότος ανθρώπου και επαναφορά του στο αρχαίο κάλλος εν Χριστώ Ιησού. Αυτή η αποκατάσταση είναι εφικτή δια της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού.
Πως μπορεί να ζει και να εργάζεται ο χριστιανός κατά Θεόν, εάν δεν έχει αυτή την αγάπη και  το έλεος, ως δώρα κι ευλογίες στο καθημερινό του έργο εντός της Εκκλησίας; Μάλλον παραμένει στα επίπεδα της έωλης θεωρητικής πρακτικής, όπου εμπαίζει και εμπαίζεται.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας την Α΄ προς Κορινθίους του Αποστόλου Παύλου, προτρέπει να διώκομεν την αγάπη . Αλλά και ο ψαλμωδός παρακαλεί «το έλεος σου Κύριε καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου». Η αγάπη μας οδηγεί στο έλεος και το έλεος στη λύτρωση. Η επιδίωξη της αρετής της αγάπης είναι έργο καθημερινό και ατελείωτο, διότι ο άνθρωπος ως πεπερασμένος παραμένει και ασταθής. Η αγάπη, υπογραμμίζει ενθαρρυντικά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι σύνδεσμος τελειότητας και ρίζα και πηγή όλων των αγαθών .
Όταν μιλάμε για χριστιανική αγάπη και έλεος, θα πρέπει να μη λησμονούμε ότι, ο χριστιανός που βιώνει αυτά τα χαρίσματα εντός της Εκκλησίας, αισθάνεται τέτοια πληρότητα που δεν περισσεύουν κενά στο περιεχόμενο της όλης προσωπικότητάς του, ώστε να έχει την αίσθηση της στέρησης ή της ελλειμματικότητας, άρα ανάγκη αναζήτησης υποκατάστατων αυτών των δωρεών του Θεού. Η οντολογική πληρότητα που αισθάνεται ο άνθρωπος είναι κι αυτή δώρο του Αγίου Πνεύματος. Και το έργο του εμπνέεται από ανιδιοτέλεια και πληρότητα. Ανιδιοτέλεια, διότι γνωρίζει τις ασθενικές του δυνάμεις και την παντοδυναμία του Θεού. Πληρότητα, διότι εμπνέεται από την αληθινή αγάπη και το έλεος του Θεού.
Ας ακούσουμε την βιωματική εμπειρία του Γρηγορίου Θεολόγου περί αγάπης:  «Όποιος αγάπησε, αυτός και θα αγαπηθεί, και όποιος αγαπήθηκε τον παίρνει μέσα του ένοικο (τον Θεό). Και όπου εισέρχεται, δεν είναι δυνατό να μην υπάρχει φως. Το φως πάλι γνωρίζει πρώτα το ίδιο το φως. Έτσι η αγάπη, εκτός από άλλα, προξενεί και γνώση. Αυτός ο δρόμος οδηγεί πιο σωστά στην αλήθεια, απ΄ ότι αυτός των λογικών κατασκευών που τιμούν» .
Αυτό το θαύμα του Αγίου Πνεύματος βλέπουμε να πραγματώνεται στο έργο των ανθρώπων εντός της Εκκλησίας, το οποίο αναφύεται σε ποικίλες μορφές. Αναφέρομαι σε μερικές τέτοιες εκφάνσεις της ένθεης αγάπης και του θείου ελέους, τα οποία ο πιστός άνθρωπος καλείται με σοβαρότητα, σεμνότητα, ταπείνωση και πίστη να αξιοποιήσει και να πολλαπλασιάσει εργαζόμενος στον αμπελώνα της Εκκλησίας.
Τέτοιες αυθεντικές εικόνες υπάρχουν και σήμερα, συνήθως εν τω κρυπτώ. Όμως στην πλέον αυθεντική τους μορφή εντοπίζονται στην Αγία Γραφή, τόσο στην Παλαιά, όσο και στην Καινή Διαθήκη. Στη ζωή της πρώτης Εκκλησίας στα Ιεροσόλυμα, την Αντιόχεια. Στις αποστολικές περιοδείες, με το άνοιγμα του Απ. Παύλου στην Κύπρο, τη Μικρά Ασία και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και ευρύτερα «εις πάντα τα έθνη» . Στην ασκητική ζωή της Εκκλησίας, στο μοναχισμό και την αναχώρηση μακράν του κόσμου ή και εντός του κόσμου, δηλ. στην καθημερινότητα της κοινωνίας των ανθρώπων. Των διαχρονικών αγίων ανθρώπων.
Ακόμη, δημιουργεί ζωηρό ενδιαφέρον το πως παρουσιάζεται ή με άλλα λόγια πως εκφράζεται η αγάπη και το έλεος στο πολύπλευρο ποιμαντικό έργο της Ενορίας, όπως αυτό διαμορφώθηκε μέσα στη διαχρονική πορεία της Εκκλησίας 2.000 και πλέον έτη. Ιδιαίτερα στην απρόσωπη κοινωνία της εποχής μας, με τις ραγδαίες αλλαγές, την οικονομική ύφεση και την απαξίωση εν γένει αξιών γενικά παραδεκτών.
Η αγάπη είναι ευλογία, αλλά και εντολή του Θεού στην Π. Δ. και στην Κ. Δ. Η ανέκφραστη ειρήνη που έχουν οι άγιοι άγγελοι οφείλεται σ' αυτά τα δύο: στην αγάπη προς το Θεό και στην αγάπη αναμεταξύ τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους, οι οποίοι ξεπέρασαν με την αγάπη τις μικρότητες και τους εγωισμούς στην καθημερινή τους ζωή και οδηγήθηκαν στον πραγματικό βίο. Έχει λεχθεί με ενάργεια από τον Σωτήρα και Λυτρωτή μας Ιησού Χριστό, ότι σ' αυτές τις δύο εντολές συνοψίζονται όλος ο νόμος και η διδασκαλία των Προφητών .
Ακόμη, πιο καθαρά μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. «Όποιος με αγαπάει», λέει ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, «θα τηρήσει τις εντολές μου» . «Και η δική μου εντολή είναι να αγαπάτε ο ένας τον άλλο».  Εκείνος λοιπόν που δεν αγαπάει τον πλησίον του, αθετεί την εντολή του Κυρίου. Και όποιος αθετεί την εντολή του Κυρίου, ούτε τον Θεάνθρωπο Κύριο είναι δυνατόν ν' αγαπήσει.
Εμπόδιο στον πεπερασμένο άνθρωπο παραμένει, όπως ήδη επισημάναμε, η εμπάθεια την οποία θα πρέπει ο άνθρωπος με υπομονή να αποβάλει και να μεταμορφώσει. Τότε, μπορεί να κάνει πράξη το έλεος και τη συγχώρηση.
«Εγώ σας λέω», είπε ο Ιησούς Χριστός προς τους μαθητές του της κάθε εποχής, «αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευεργετείτε όσους σας μισούν, προσεύχεστε για όσους σας βλάπτουν» . Γιατί έδωσε αυτές τις εντολές ο Κύριος; Για να ελευθερώσει τον καλοπροαίρετο άνθρωπο από το μίσος, τη λύπη, την οργή και τη μνησικακία και να τον αξιώσει ν' αποκτήσει την τέλεια αγάπη. Αυτή είναι αδύνατον να την έχει όποιος δεν αγαπάει εξίσου όλους τους ανθρώπους, όπως και ο αληθινός Θεός εφαρμόζει και  τους αγαπάει όλους εξίσου. Χρειάζεται επιμονή και παράκληση από μέρους εκείνου που επιθυμεί την οδό αυτή.
Το έλεος είναι τρόπος πορείας και ένωσης των διεστώτων∙ συγκατάβαση του Θεού προς τον άνθρωπο και συγκατάβαση του ανθρώπου καθημερινά με τον άλλο, τον «πλησίον». Υπογραμμίζει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ότι η αγάπη συνδέει και δεν αφήνει να διασκορπισθεί το καλό το οποίο υπάρχει μέσα μας .  Όπου κατοικεί η αγάπη, τότε ξεχειλίζει το έλεος και όπου το έλεος τότε επέρχεται και η λύτρωση. Τότε, γίνεται αισθητή η απεραντοσύνη του πελάγους της φιλανθρωπίας του Θεού. Σύμφωνα με το Μέγα Βασίλειο, αυτή η απεραντοσύνη του θείου ελέους καλύπτει όλη την ιστορική πορεία της ανθρωπότητας μέχρι την ημέρα της κρίσεως. Τότε θα μιλήσει ο δίκαιος Κριτής, ο Υιός του ανθρώπου, ήτοι της Υπεραγίας Θεοτόκου. Μέχρι, όμως της συντελείας του παρόντος αιώνος όλοι όσοι ζούμε στον μάταιο αυτό κόσμο έχουμε ανάγκη του ελέους του Θεού .
Μιλώντας, ο Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος, για τα σπουδαία σύγχρονα πνευματικά προβλήματα επισημαίνει  και τα ακόλουθα περί του ανθρωπίνου προσώπου: «εἴμαστε πλασμένοι κατ' εἰκόνα Θεοῦ, τουθ' ὅπερ σημαίνει, πρωτίστως κατ' εἰκόνα Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως ἐνέχει ἐπίσης τὴν ἔννοια κατ' εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Καὶ ἂν ἀναρωτηθοῦμε ποιὸ εἶναι τὸ βασικὸ νόημα τῆς Τριάδος, σαφῶς πρόκειται περὶ τοῦ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ὄχι ἁπλὰ αὐταγάπη. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀμοιβαία ἀγάπη. Δὲν εἶναι ὁ Θεὸς ἁπλὰ ἡ ἐνδοστρεφὴς ἀγάπη τοῦ ἑνός, εἶναι ἡ συνενωτικὴ καὶ συμμετοχικὴ ἀγάπη τῶν τριῶν, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ποὺ οἱ Ἕλληνες Πατέρες καλοῦν «περιχώρηση». Ὥστε, ἐὰν ἐμεῖς, τὰ ἀνθρώπινα πλάσματα, εἴμαστε κατ' εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, αὐτὸ σημαίνει ὅτι εἴμαστε πλασμένοι νὰ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ ὅτι ἀδυνατοῦμε νὰ εἴμαστε πλήρως ἀνθρώπινοι ἐὰν εἴμαστε ἀπομονωμένοι, ἐὰν εἴμαστε μόνοι. Μέσῳ τῶν σχέσεών μας μὲ τὰ ἄλλα ἀνθρώπινα πλάσματα φτάνουμε στὴν ὁλοκλήρωσή μας»  .
Αισθάνομαι ότι η σύναξή μας εδώ, μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα, ώστε περισσότεροι αδελφοί μας να προσπαθήσουμε να βιώσουμε την ένθεη αγάπη κάνοντας την υπέρβαση, να ενωθούμε με τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό και παράλληλα μεταξύ μας. Προς την κατεύθυνση αυτή συμβάλλει το έλεος του Θεού και η δική μας συμπάθεια και συγχώρησις του πλησίον, η συμπάθεια του άλλου ανθρώπου, η καταλλαγή εν αγάπη μετά του αδελφού μας.
Θα ολοκληρώσω με τον ακόλουθο ύμνο από τη ζωή και τη λειτουργική εμπειρία της Εκκλησίας μας.
Ο Κύριος προ του του πάθους, σύμφωνα με ένα ύμνο (δοξαστικό των αποστίχων) του όρθρου της Μεγάλης Πέμπτης, πριν την προδοσία, παρήγγειλε στους μαθητές του να μείνουν συνδεδεμένοι μαζί Του. Όπως έκανε και άλλες φορές, παρομοίασε τον εαυτό του με άμπελο, κληματαριά.
«Μυσταγωγών σου, Κύριε, τους μαθητάς, εδίδασκες λέγων. Ω φίλοι, οράτε, μηδείς υμάς χωρίσει μου φόβος" ει γαρ πάσχω, αλλ' υπέρ του κόσμου" Μη ουν σκανδαλίζεσθε εν εμοί" ου γαρ ήλθον διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν μου λύτρον υπερ του κόσμου. Ει ουν υμείς φίλοι μου εστέ, εμέ μιμείσθε" ο θέλων πρώτος είναι έστω έσχατος" ο δεσπότης ως ο διάκονος" μείνατε εν εμοί, ίνα βότρυν φέρητε" εγω γάρ ειμι της ζωής η άμπελος».

Εισάγων Κύριε τους μαθητές σου στο μέγα μυστήριο του Σταυρού τους εδίδασκες λέγων: Φίλοι μου προσέξτε να μη σας χωρίσει κανένας φόβος από μένα.
Εάν πάσχω, πάσχω όχι εξ αδυναμίας,  αλλά εκουσίως για να σώσω τον κόσμο.
Μην κλονίζεσθε λοιπόν απέναντί μου διότι δεν ήλθα στη γη για να υπηρετηθώ και να δοξασθώ, αλλά για να δώσω τη ζωή μου ως λύτρον και να εξαγοράσω τον κόσμο εκ της αμαρτίας. 
Εάν λοιπόν είσθε φίλοι μου και με αγαπάτε,  εμένα να μιμείσθε,  το δικό μου παράδειγμα να ακολουθείτε.
Όποιος θέλει να είναι πρώτος κατά την τιμή, ας γίνει με την ταπείνωσή του απέναντι των άλλων τελευταίος.
Ο κύριος, ο αφέντης ας γίνει όπως ο υπηρέτης.
Μείνετε δια της πίστεως ενωμένοι με εμένα για να φέρετε πλούσιο καρπό αρετής,  όπως το ωραίο και μεγάλο σταφύλι.  Εσείς είστε οι κλάδοι και εγώ είμαι η ρίζα,  η αληθινή κληματαριά, η οποία μεταδίδει στα κλαδιά τους ζωτικούς χυμούς.
Ο Χριστός κανένα δεν αφήνει απογοητευμένο. Αρκεί ο άνθρωπος να τηρεί τις εντολές του και να είναι συνδεδεμένος μαζί Του, εντός της Εκκλησίας. Αρκεί ο άνθρωπος να έχει συνείδηση της σταυρικής αγάπης του Ιησού, αλλά να αισθάνεται και το έλεος και τη συγχώρηση που εκπηγάζουν από το σταυρικό Του μαρτύριο. Όλη αυτή η συνείδηση περικλείεται στον ύμνο της αγάπης του Αποστόλου Παύλου. Με κατάληξη το ότι η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει .


Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ορθόδοξος λόγος σε μια εκδήλωση την οποία παρακολούθησε η θεολογική αφρόκρεμα όλης της γης. Συγχαίρω ταπεινά τον πανιερώτατο για την μαρτυρία του. Τον ευχαριστώ για όσα μας δίδαξε.