†
ΑΡΧΙΜ. ΝΙΚΗΤΑΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ
1929
– 2016
Στὶς
21 Ἰανουαρίου ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον, ὕστερα ἀπὸ πολυετῆ ἐγκεφαλικὰ ἐπεισόδια, ὁ
ἀδελφὸς τῆς Ἀδελφότητός μας π. Νικήτας Βουτυρᾶς. Ὑπέμεινε ὅλο αὐτὸ τὸ μακρὺ
διάστημα καρτερικὰ τὴ δοκιμασία του, τὴν ὁποίαν ἀνακούφιζαν οἱ ἐπιμελημένες
φροντίδες ἀφοσιωμένων ἀδελφῶν. Ἤρεμος ἀνέμενε τὸ κάλεσμα τοῦ Κυρίου, τὸν Ὁποῖο
μὲ αὐταπάρνηση ὑπηρέτησε, «ἵνα ἀναπαύσητε ἐκ τῶν κόπων αὐτοῦ». Τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας
προέστησαν ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ν. Σμύρνης κ. Συμεών, ἐκπρόσωπος τοῦ
Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου καὶ ὁ Σεβασμιώτατος
Μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως κ. Ἄνθιμος, συμπαραστατούμενοι ἀπὸ δεκάδα Ἱερέων
καὶ πλῆθος λαοῦ. Στὴ συνέχεια παραθέτουμε τὸν ἐπικήδειο λόγο ποὺ ἐξεφώνησε μὲ
πολλὴ συγκίνηση καὶ ἀγάπη ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως.
Σεβασμιώτατε
ἅγιε Νέας Σμύρνης, ἐκπρόσωπε τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε σᾶς
παρακαλῶ, ἀπευθυνόμενος πρὸς τοὺς πατέρες καὶ ἀδελφούς, νὰ ἐκφράσω μόνο
προσωπικὲς ἐμπειρίες ἀπὸ τὸν πατέρα Νικήτα, ἔτσι ὅπως τὸν γνώρισα εὑρισκόμενος
στὴν τελευταία τάξη τοῦ Δημοτικοῦ σχολείου καὶ στὴν πρώτη τοῦ Γυμνασίου, στὴν Ἀλεξανδρούπολη.
Ὅταν ἔμαθα προχθὲς τὸ ἀπόγευμα τὴν κοίμησή του, εἶπα πολὺ ἁπλά, δόξα τῷ Θεῷ ποὺ
μὲ ἀξίωσε νὰ συναναστραφῶ μὲ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὴ ζωή μας
τέτοιους ἀνθρώπους, ὥστε νὰ κατανοοῦμε ἀκόμα περισσότερο τὸ χρέος μας μέσα στὴν
Ἐκκλησία καὶ νὰ ἀναλογιζόμαστε τὴν εὐθύνη μας γι’αὐτήν, καθὼς βλέπουμε τὴ ζωὴ αὐτῶν
τῶν ἀνθρώπων καὶ τὰ ὅσα δημιούργησαν στὴν πορεία τους μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Στὴν
Ἀλεξανδρούπολη τὸν ἐνθυμοῦμαι ἀμυδρῶς ὡς καθηγητὴ τῆς Ζαριφείου Παιδαγωγικῆς Ἀκαδημίας,
λαϊκὸ ὄντα. Στὴ συνέχεια τὸ 1973 ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸν
ἑπόμενο χρόνο ἔγινε πρεσβύτερος ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας καὶ ὑπεύθυνος
τῆς Ἀδελφότητος. Ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ ἄρχισε νὰ διαμορφώνει μέσα μου ἕναν κατ’ ἀρχὴν
ἁπλοϊκὸ ζῆλο πρὸς τὴν Ἐκκλησία, δίνοντάς μου κάποιαστιγμὴ μετὰ τὴν ἐξομολόγησή
μου ἕνα βιβλίο, μὲ ἀφιέρωση μάλιστα καὶ τίτλο «Ἡ μεγάλη κλῆσις».
Μοῦ
ἔκανε ἐντύπωση, ἐπειδὴ μέχρι τότε δὲν μοῦ εἶχε πεῖ τίποτε περὶ αὐτῶν, τῶν ὅσων
φαίνεται διεπίστωνε νὰ ὑπάρχουν μέσα μου, ὡς κλίση καὶ ἐπιθυμία. Ἔκτοτε μὲ
κρατοῦσε γερὰ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μὲ καθοδηγοῦσε σ’ αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος γνώριζε καὶ
βίωνε. Ἐκεῖνο ποὺ τότε, στὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια μᾶς δίδαξε ἦταν κάτι ποὺ τὸ ἀντιληφθήκαμε
ἐκ τῶν ὑστέρων. Τὸν πειρασμὸ ποὺ βίωνε τότε ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ διχασμὸ τῆς Ἀδελφότητος,
αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, φρόντισε νὰ μὴ γίνει κατανοητὸς στὴν Ἀλεξανδρούπολη καὶ ὅλη ἐκείνη
ἡ δυσκολία ποὺ ζοῦσε ἡ Ἐκκλησία μας, δὲν ἄφησε νὰ ἐπιδράσει σὲ μᾶς ἀρνητικά. Κι
αὐτὸ ἐπειδὴ ἐμεῖς βλέπαμε θετικὸ παράδειγμα ἀνθρώπου ποὺ μὲ ἱεραποστολικὸ ζῆλο
δούλευε στὴν Ἐκκλησία καὶ ὅλοι ἀντιλαμβανόμασταν τὴν καλή του σχέση μὲ τὴν ὁποία
συνεργαζόταν μὲ τὸν γέροντά μας, τὸν νῦν Μητροπολίτη
Θεσσαλονίκης,
δίνοντας σὲ ὅλους ἀλλὰ κυρίως στοὺς νεωτέρους τότε κληρικούς, ἕνα πρότυπο,
καθαρὸ ἐκκλησιολογικὸ φρόνημα. Ὁ ἅγιος Θεσσαλονίκης, μὲ ἐπιφόρτισε νὰ μεταφέρω
σὲ ὅλους τὶς εὐχὲς καὶ τὶς εὐλογίες του γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀγαπητοῦ
του π. Νικήτα, μὲ τὸν ὁποῖο συνεργάστηκε ἄψογα ὅλα ἐκεῖνα τὰ χρόνια.
Οἱ
τομεῖς στοὺς ὁποίους ἐργάστηκε ἦταν δύο. Ὁ ἕνας ἦταν τὸ ὄργωμα τοῦ Νομοῦ Ἕβρου,
τῆς πόλεως, τῶν χωριῶν, τῶν ἐνοριῶν, μὲ στόχο τὴν καλλιέργεια τοῦ ἐποικοδομητικοῦ
φρονήματος τὸ ὁποῖο ἐμφύτευε μέσα στὶς ψυχὲς τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς μας.
Πολλὲς φορὲς τὸν συνόδευσα, κρατώντας τὴ βαλίτσα του καὶ ἀργότερα ὁδηγώντας καὶ
τὸ αὐτοκίνητο, σὲ χωριὰ ὅπου πήγαινε νὰ λειτουργήσει καὶ ἔπειτα νὰ κηρύξει καὶ
νὰ συζητήσει, νὰ ἐπισκεφθεῖ ἀνθρώπους στὸ καφενεῖο ἢ σὲ σπίτια, προκειμένου νὰ ἀφήσει
μιὰ αὔρα πνευματικότητος μέσα στὸ χωριὸ καὶ στὴν ἐνορία ποὺ δὲν εἶχε ἄλλη
δραστηριότητα, πλὴν τῆς ἐκκλησιαστικῆς.
Ὁ
δεύτερος τομέας στὸν ὁποῖο ἀφιερώθηκε ἦταν οἱ κατασκηνώσεις. Ἐκεῖ τὸν θυμᾶμαι ἀπὸ
τὶς μεσαίες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου. Ἀντιλαμβανόμασταν πόσο σημαντικὴ ἦταν
ἡ παρουσία του μέσα στὸ χῶρο ποὺ ἐμεῖς κατ’ ἀρχὴν τὸν βλέπαμε σὰν χῶρο
παιχνιδιοῦ καὶ ἀναψυχῆς, καταλαβαίναμε ὅμως μὲ πόση διάκριση φρόντιζε νὰ βάλει
μέσα στὴν ψυχή μας ὁ,τιδήποτε καλὸ προετοίμαζε καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ χρόνου
μέχρι νὰ φτάσουμε στὸ καλοκαίρι καὶ στὴν συγκεκριμένη κατασκηνωτικὴ περίοδο. Καὶ
ὅταν ἀργότερα ζήτησε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη μας καὶ τὸ πέτυχε νὰ ἀναλάβω ἐγὼ ὑπεύθυνος
τῆς περιόδου τῶν ἀγοριῶν, τότε καθὼς ὁ ἴδιος μοῦ τὶς παρέδιδε, κατάλαβα πλέον μὲ
πόση σύνεση, μὲ πόση φρόνηση καὶ μὲ πόση εὐπρέπεια καὶ ἀκρίβεια καθοδηγοῦσε τὴν
κατασκήνωσή μας ὅλα ἐκεῖνα τὰ χρόνια, ὅταν μὲ ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μοῦ ἔλεγε:
αὐτὰ πρόσεχέ τα δὲν θὰ τὰ λές, ἔτσι θὰ κυκλοφορεῖς μέσα στὴν κατασκήνωση, ἐκεῖνες
τὶς ὧρες θὰ μπαίνεις στὸ χῶρο καὶ ἐκεῖνες τὶς στιγμὲς δὲν θὰ ἐμφανίζεσαι πουθενά.
Τότε κατάλαβα πόσο διακριτικὴ πρέπει νὰ εἶναι ἡ σημαντικὴ παρουσία τοῦ ἱερέως
μέσα σὲ ἕνα τέτοιο εὐαίσθητο χῶρο νεότητος, καὶ τὸ διδάχθηκα ἀπὸ ἕναν ἄνθρωπο
ποὺ εἶχε θυσιάσει μέχρι τότε ὅλη του τὴ ζωὴ καὶ ἤδη εἶχαν περάσει πολλὲς γενιὲς
ἀλεξανδρουπολιτῶν ἀπὸ τὰ χέρια του, κι ἔχουν νὰ ἐνθυμοῦνται αὐτὴν τὴν πνευματικὴ
καὶ δραστική, συγχρόνως ὅμως διακριτικὴ καὶ εὐγενικὴ παρουσία του, μέσα στὸ χῶρο
τῶνψυχῶν τῶν νέων ἀνθρώπων.
Μπροστὰ
σ’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, στεκόμαστε σήμερα, ἐγὼ καὶ ὅλη ἡ Ἀλεξανδρούπολη διὰ τοῦ παρισταμένου
Δημάρχου μας κυρίου Λαμπάκη,στεκόμαστε ἐδῶ μπροστὰ στὸ φέρετρό του μὲ εὐγνωμοσύνη
καὶ σεβασμό. Καὶ ὅσοι ἦρθαν ἀπὸτὴν Ἀλεξανδρούπολη καὶ τὸν Ἕβρο, ταξιδεύοντας ὅλη
τὴ νύχτα, ἔχουμε νὰ ἐναποθέσουμε στὰ πόδια του ἕνα λουλούδι ἀναγνωρίσεως σὰν ἀντίδωρο
σὲ ὅσα ἐκεῖνος νύχτα καὶ ἡμέρα, καθημερινὲς καὶ γιορτὲς φρόντιζε διαρκῶς νὰ
καλλιεργεῖ, νὰ οἰκονομεῖ, νὰ κτίζει μέσα μας, τὶς συνειδήσεις μας, τὰ φρονήματά
μας, τὴν πίστη μας, τὴ σχέση μας μὲ τὴ Λατρεία μας καὶ τὴν ὑγιὴ καὶ πνευματικὴ
σχέση μας μὲ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκκλησία μας.
Μὲ
πολὺ σεβασμὸ τοῦ φιλῶ τὸ χέρι καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναδεικνύει τέτοιους ἐργάτες
μέσα στὸν ἀμπελώνα του. Ἔχοντας ὡς παράδειγμα ἄνθρωπο ποὺ ποτὲ δὲν ὑπερηφανεύονταν
γιὰ τὰ πνευματικά του παιδιά, ποτὲ δὲν μίλησε γιὰ τὸ ἔργο τὸ ὁποῖο ἔκανε, ποτὲ
δὲν κατέγραψε καὶ δὲν ἐμφάνισε τὸ πνευματικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο ποὺ δημιούργησε
στὴν Ἀλεξανδρούπολη. Ἐναποθέτοντας τὰ πάντα στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ἦρθε ἡ στιγμή, ποὺ
ἦταν τραυματικὴ γιὰ ὅλους μας, ὅταν μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νὰ κατεβεῖ στὴν Ἀθήνα
γιὰ τὴν Ἀδελφότητα. Ἤξερε βέβαια ὅτι τὸν συνόδευαν οἱ προσευχές μας, ἡ ἀγάπη
μας, ὁ σεβασμός μας καὶ ἡ ἀναγνώρισή μας ποὺ τὸν συνόδευαν μέχρι καὶ τὴν
τελευταία του στιγμή. Πνευματικὰ αἰσθήματα δικά μου ἀλλὰ καὶ πολλῶν ἀλεξανδρουπολιτῶν,
ποὺ τὸν συναντούσαμε πολλὲς φορὲς ἐδῶ στὴν Ἀθήνα, διατηρώντας τὴν ὄμορφη
πνευματικὴ σχέση ποὺ εἶχε ἀρχίσει μαζί του κάποτε. Σ’ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο ὑποκλινόμενος
μὲ σεβασμό, ζητῶ νὰ ἔχω πάντοτε τὴν εὐχή του καὶ τὸ παράδειγμά του ἂς φωτίζει ὅλους
μας, ὥστε ἡ πορεία μας μέσα στὴν Ἐκκλησία νὰ εἶναι πορεία γιὰ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ
γιὰ τὴν οἰκοδομὴ τῶν ἀνθρώπων. Μέσα στὸ δύσκολο κόσμο καὶ στὶς δύσκολες ἐποχὲς
ποὺ βιώνουμε, ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας χρειάζεται νὰ ἔχει ὡς φάρο καὶ ὡς ὁδοδείκτη
ἕναν τέτοιον ἄνθρωπο, τέτοιους ἀνθρώπους, ὥστε ἡ πορεία αὐτὴ νὰ βρεῖ στὴν
κορυφή της τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ὁποῖο ὁ π. Νικήτας τόσο ἀγάπησε, τόσο
σεβάστηκε, ἔτσι συνέζησε μαζί Του καθόλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του, προκειμένου
νὰ Τὸν δίνει στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ Τὸν κοινωνεῖ ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Ἂς εἶναι
αἰωνία ἡ μνήμη του καὶ τὸ παράδειγμά του.
Περιοδικό: "ΖΩΗ"
1 σχόλιο:
Ηπίων τόνων και γαλήνιος.
Αιωνία του η μνήμη.
Δημοσίευση σχολίου