Κυριακή Α´Λουκᾶ
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Μπροστά στίς ἀποτυχίες
«Ἐπιστάτα, δι᾽ ὅλης τῆς νυκτός
κοπιάσαντες, οὐδέν ἐλάβομεν» (Λουκ. ε´5)
« Ἐπιστάτα, δι᾽ ὅλης τῆς νυκτός κοπιάσαντες οὐδέν ἐλάβομεν »
Ἦταν
δραματική ἡ νύχτα πού προηγήθηκε γιά τούς ἔμπειρους ψαράδες τῆς Τιβεριάδας, καί
μετέπειτα ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ μας. Χρόνια λικνίζονταν μέ τίς βάρκες τους στά
γαλανά νερά της καί πάλευαν μέ τό κύμα της χωρίς νά τούς φοβίζει τό ἄγριο
μουγκρητό τοῦ θυμοῦ της. Εἶχαν πιά ζυμωθεῖ μέ τό ψάρεμα. Γνώριζαν μέ λεπτομέρεια
κάθε ψαρότοπο. Ὅλη ἐκείνη τή νύχτα, λοιπόν, ἀγρύπνησαν, πάλεψαν. Ὅμως ἀπέτυχαν.
Δέν ἔπιασαν οὔτε ἕνα ψάρι. Ὁ Αὐγερινός τούς μύνησε τό τέλος τῆς νύχτας.
Κατάκοποι καί πικραμένοι ἔβγαλαν τά δίχτυα τους στήν ἀκρογιαλιά καί τά
πλένουν. Ξαφνικά τούς πλησιάζει ὁ Χριστός. Ζητεῖ τό καράβι τους νά τό κάνει γιά λίγο ἄμβωνα.
Καί στό τέλος τῆς ὁμιλίας του τούς δίνει τήν ἐντολή νά τραβήξουν στ᾽ ἀνοιχτά
γιά νά ψαρέψουν. Μέ συστολή καί πόνο ὁ Πέτρος τοῦ λέει: Δάσκαλε ὅλη τή νύχτα
κοπιάσαμε ρίχνοντας τά δίχτυα καί δέν πιάσαμε τίποτε. Αὐτό τό παράπονο κάποτε
ἀνεβαίνει καί στά δικά μας χείλη, ἀδελφοί.
Πολλές φορές βάζουμε στόχους, φτειάχνουμε
ὄνειρα, κοπιάζουμε κι ὅμως ὄχι σπάνια καταλήγουμε στήν ἀποτυχία. Τό φάσμα της
τότε ζητεῖ νά μᾶς ρίξει στό χάος τῆς ἀπόγνωσης. Πῶς πρέπει λοιπόν νά διατιθέμεθα μπροστά στίς ἀποτυχίες τῆς ζωῆς; Αὐτό
θά εἶναι τό σημερινό μας θέμα.
*****
«Ἐπιστάτα, δι᾽ ὅλης τῆς νυκτός κοπι άσαντες οὐδέν ἐλάβομεν»
Μπροστά στήν πραγματικότητα τῆς ἀποτυ-χίας
οἱ ἄνθρωποι, ἀγαπητοί μου, ἀντιδροῦν κα-θένας μέ τό δικό του τρόπο. Κάποιοι
μόλις δοῦν ὅτι ναυαγοῦν τά σχέδιά τους καί τήν ἀποτυχία νά ἀπειλεῖ ἤ νά τούς ἐπισκέπτεται,
ἀναστατώνονται, συγκλονίζονται. Ἄλλοι θυμώνουν, ἄλλοι ὑβρίζουν καί ἄλλοι
βλασφημοῦν. Καταριῶνται τήν τύχη τους καί τή «μοίρα» τους. Τά βάζουν μέ ὅλους
καί μέ ὅλα. Γιατί ὁ ἕνας δέν τούς πρόσεξε, ὁ ἄλλος δέν τούς συνέτρεξε κ.ο.κ.
Κατηγοροῦν τούς πάντες, τούς συκοφαντοῦν καί τούς κάνουν σκουπίδι. Ὅταν τώρα
τελειώσουν μέ τούς ἀνθρώπους, τά βάζουν μέ τόν Θεό.«Ποῦ εἶναι ὁ Θεός» λένε. Σέ
κάποιες μάλιστα περιπτώσεις ἡ ἀποτυχία κλονίζει τά ἠθικά θεμέλια τῶν ἀποτυχόντων,
τίς ἀρχές καί τίς πεποιθήσεις τους. Ἐγώ, λένε, πῆγα μέ τό Εὐαγγέλιο στό χέρι, ἀλλά
δέ βγῆκε τίποτε. Ἀντίθετα ἦρθε ἡ ἀποτυχία, ὁ κατατρεγμός καί ἡ περιφρόνηση.
Πηγαίνεις μέ τιμιότητα καί βρίσκεις ἀτιμία. Οἱ ἄλλοι σέ ποδοπατοῦν. Λοιπόν ἀλλαγή
γραμμῆς. Ἀδικία αὐτοί; Ἀδικία καί ἐγώ. Παρανομία αὐτοί, τό ἴδιο καί ἐγώ. Πατοῦν
σέ πτώματα ἐκεῖνοι μιά φορά; Δέκα ἐγώ».
Ὑπάρχει τώρα καί ἡ κατηγορία ἀνθρώπων
ἐκείνων πού μπροστά στήν ἀποτυχία ἀντιδροῦν μέ τρόπο τελείως ἀντίθετο ἀπό τούς
πρώτους. Μιά ἀποτυχία στίς προσδοκίες, στίς σπουδές, στήν ἀποκατάσταση, στήν ἐξέλιξη,
σέ θέματα ὑγείας τούς παραλύει. Αἰσθάνονται τό ἔδαφος νά ὑποχωρεῖ κάτω ἀπό τά
πόδια τους. Ἡ ψυχή τους σκοτεινιάζει, γεμίζει ἀπό κατάθλιψη. Σάν πλημμύρα τούς
κατακλύζουν οἱ σκέψεις τῆς ἀπόγνωσης. Ἀποθαρρύνονται. Τά λόγια τους στάζουν
φαρ-μάκι. «Δέν κάνω ἐγώ γιά τίποτε», λένε. Δέν θά ἰδῶ ἄσπρη μέρα ποτέ. Δέν
πρόκειται νά ξεπεράσω τή δυσκολία μου, τόν ἑαυτό μου. Ἔτσι θά κυλίσει ἡ ζωή
μου». Κάποτε μάλιστα σκέπτονται καί αὐτόν τό θάνατο. Κυριολεκτικά οἱ ἄνθρωποι αὐτοί
μαραζώνουν.
*****
Εἶναι
λοιπόν φανερό, πώς οἱ κατά τά ἄλλα συμπαθεῖς αὐτοί ἄνθρωποι, πάνω στή θλίψη καί
τή ζάλη, πού εἶναι φυσικό νά φέρει ἡ ἀποτυχία, δέν σκέπτονται, προσωρινά ἔστω,
σωστά. Διότι ποιός ἄνθρωπος εἶχε στή ζωή του πάντοτε ἐπιτυχίες; Ποιός βρῆκε τά
πράγματα συνεχῶς ρόδινα καί γελαστά, ὅπως τά σκεπτόταν καί τά σχεδίαζε; Ποιό ἄτομο,
ποιά οἰκογένεια ἤ ἄλλο σύνολο, δέν δοκίμασε τήν πικρία τῆς ἀποτυχίας; Ἡ ζωή τοῦ
ἀνθρώπου πάνω στή γῆ, λέγει ὁ πολύαθλος Ἰώβ, δέν εἶναι μέσο δοκιμασίας καί
γεμάτη ἀπό θλίψεις; (Ἰώβ ζ´1). Γιατί
ξαφνιαζόμαστε λοιπόν; Ἡ ἀποτυχία εἶναι φυσικό ἀποτέλε-σμα τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας
καί τῆς προσω-ρινότητας τῶν ἐπιγείων πραγμάτων. Μόνο ὅταν ἀφήσουμε τή γῆ καί ὡς
νικητές τῶν ἐγκόσμιων πειρασμῶν ἀνεβοῦμε στόν οὐρανό, μόνο τότε δέν θά ἔχουμε τόν
κίνδυνο τῆς ἀποτυχίας.
Ἄς διώξουμε λοιπόν μακριά
τήν μεμψιμοιρία καί τήν ἀπογοήτευση. Αὐτή
μᾶς θαμπώνει καί μᾶς ζαλίζει τό μυαλό, μᾶς ἀφαιρεῖ δυνάμεις πολλαπλάσιες ἀπό ὅσες
μᾶς στερεῖ ἡ ἀποτυχία. Μᾶς μεταβάλλει σέ κουρέλι πραγματικό καί δέν μᾶς ἐπιτρέπει
οὔτε νά σκεφθοῦμε λογικά, οὔτε νά ἐνεργήσουμε δραστήρια.
Νά σκεφθοῦμε ὅμως καί τοῦτο. Εἶναι
ποτέ δυνατό οἱ θυμοί καί οἱ ὕβρεις καί οἱ διαπληκτισμοί καί οἱ ἐκδικήσεις νά
βοηθήσουν στήν περίσταση καί νά μᾶς ἀπαλλάξουν ἀπό τήν ἀποτυχία καί νά μᾶς ἀνακουφίσουν; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἤ μᾶλλον κά-μνουν τό τελείως ἀντίθετο.
Ἐπιτείνουν καί πολλαπλασιάζουν τό κακό. Μᾶς ὁδηγοῦν σέ χειρότερη κατάσταση. Μᾶς
χωρίζουν ψυχικά, πνευματικά ἀπό τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί ἀπό τά πιό ἀγαπητά
μας πρόσωπα, καί τελικά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό.
*****
Μέ τέτοιες σκέψεις μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος
κάπως νά ἀντιμετωπίσει τό δρᾶμα τῆς ἀπο-τυχίας. Γιά τό χριστιανό ἄνθρωπο ὅμως
τά πράγματα εἶναι διαφορετικά. Αὐτός δέν δυσανασχετεῖ, οὔτε ἀλλάσσει πορεία ζωῆς
πρός τό κοσμικό, τό ἁμαρτωλό καί τό ἄδικο.
Ὁπωσδήποτε
λυπᾶται στήν ἀποτυχία καί πονᾶ. Εἶναι ἄνθρωπος
καί αὐτός πού κουράστηκε, διέθεσε χρήματα, δυνάμεις χρόνο γιά νά
σπουδάσει μιάν ἐπιστήμη, νά ἀσκήσει δημιουργικά τό ἐπάγγελμά του, ἀγωνίστηκε
στίς ἐπάλξεις τῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς καί περίμενε νά δεῖ τά ὄνειρά του νά
πραγματοποι-οῦνται. Εἶναι φυσικό λοιπόν νά λυπηθεῖ. Ταυτόχρονα ὅμως θά
μελετήσει καί τό ἐνδεχόμενο τῆς ἰδικῆς του εὐθύνης καί ἀπροσεξίας. Διότι δέν εἶναι
ἀπίθανο ἡ ἀποτυχία νά ὀφείλεται σέ δικό του φταίξιμο. Ἐμεῖς φταῖμε
ποικιλοτρόπως καί δέν τό ἀναγνω-ρίζουμε ἤ δέν τό ἀντιλαμβανόμαστε. Καί ρίχνουμε
τήν εὐθύνη σέ ἄλλους.
Ὁ
πιστός λοιπόν θά ἐρευνήσει, ἐάν στίς ἐνέργειες πού ἔκαμε, στή γραμμή πού ἀκολού-θησε
ὑπάρχει κάτι τό λανθασμένο. Θά ἐρωτή-σει τόν ἑαυτό του μήπως, ἐνῶ ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε
ὅλα τά μέσα, αὐτός ἔδειξε ὀλιγωρία καί ραθυμία καί δέν ἔκαμε ὅ,τι ἐξηρτᾶτο ἀπό
τόν ἑαυτό του. Ἀκόμη θά ἐξετάσει τόν ἑαυτό του νά δεῖ μήπως ἐπηρεασμένος ἀπό τό
κοσμικό πνεῦμα, τό ἐντυπωσιακό, τό πνεῦμα τῆς μόδας ἔβαλε σάν σκοπό νά ἐπιτύχει
κάτι πού ἦταν πάνω ἀπό τίς δυνάμεις του;
Μήπως στό σχέδιο καί τίς ἐπιδιώξεις του κάτι δέν ἦταν σύμφωνο μέ τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ; Δέν εἶναι δύσκολο, νομίζω, νά συμβεῖ κάτι τέτοιο. Καί ἔτσι ὁ
Θεός ἐπιτρέπει τήν ἀποτυχία γιά νά ταπεινωθοῦμε, νά βροῦμε τόν ἑαυτό μας, νά
προσγειωθοῦμε, νά ἀναγνωρίσουμε τήν ἀδυναμία μας καί παίρνοντας ἀποφάσεις νά
καταφύγουμε στή χάρη τοῦ Θεοῦ καί νά ἐπαναλάβουμε τίς προσπάθειες γιά κάτι
καλύτερο στή ζωή μας.
Τέλος,
ἄν ἀπό τήν αὐτοκριτική του ὁ πιστός δέν βρεῖ ὅτι κάπου εὐθύνεται γιά τήν ἀποτυχία,
τότε στρέφει τό βλέμμα του στόν Θεό, στήν ἄγια βουλή καί τό τέλειο θέλημά Του.
Θά ἔχει τήν πεποίηθηση ὅτι τήν ἀποτυχία τήν ἐπέτρεψε ὁ Θεός, ἔστω κι ἄν ἦταν ὀδυνηρή,
γιά τό συμφέρον του, ἐφ᾽ ὅσον εἶναι αἰώνια ἡ ἀλήθεια ὅτι «ὅν ἀγαπᾶ Κύριος
παι-δεύει» (Παροιμ. γ´12) Πιστεύουμε ὅτι τά πάντα στόν κόσμο, καί τίς
λεπτομέρειες ἀκόμη τά κυβερνᾶ ὁ πάνσοφος καί πανάγαθος Θεός, πού θέλει τό καλό
καί τή σωτηρία μας.
*****
«Ἐπιστάτα, δι᾽ ὅλης τῆς νυκτός κοπι άσαντες οὐδέν ἐλάβομεν»
Ἀδελφοί
μου! Ὁ Ἅγιος Θεός μᾶς δημι-ούργησε γιά νά νοιώθουμε καί νά εἴμαστε εὐτυχισμένοι.
Καί πράγματι χαιρόμαστε καί πανηγυ-ρίζουμε ὅταν ὅλα στή ζωή μας πηγαίνουν καλά,
καί τά σχέδια καί τά ὄνειρά μας γίνονται πραγματικότητα. Λυπούμαστε καί πονᾶμε
μπροστά στήν ἀποτυχία. Ὅμως μιά ἀποτυχία ὅσο ὀδυνηρή καί ἄν εἶναι, ἄν τήν ἀντιμετωπίσουμε
σωστά, σύμ-φωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ νά γίνει ἐφαλτήριο πού θά μᾶς ἀνεβάσει
σέ ὕψη πνευματικά, θά γίνει ἀφορμή δοξολογίας τοῦ Θεοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου