Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2017

Στό ὄνομα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ - π. Παναγιώτου Καραγιάννη

Ἀγρυπνία πρός Παρασκευήν πρό Κυριακῆς Β’ Ματθαίου
12 Ἰουνίου 2015 Ματθ. Θ’ 14-17

Πρωτοπρεσβύτερου π. Παναγιώτου Καραγιάννη

Βρισκόμαστε, σεβαστέ μοι πάτερ καί ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, στήν ἄγρια καί παγωμένη Σιβηρία. Ἐκεῖ εἶναι ὁ κατάδικος στή φυλακή τῆς Τσίτα, καταδικασμένος σέ 10 χρόνια καταναγκαστικά ἔργα.
 Παντρεύτηκε τήν κόρη ἑνός Ἀρχιπρεσβυτέρου. Ἡ γυναίκα του ἦταν ἡ ἐνσάρκωσις τῆς ἀθωότητος. Τήν ἀγαποῦσε πολύ. Μιά ἡμέρα τοῦ εἶπε ἕνα ἀστεῖο· ὅτι τάχα δέν τόν ἀγαπᾶ καθόλου. Ἤθελε νά γίνη καί Ἱερεύς. Τήν ἑπομένη πῆγε στόν ἐπίσκοπο νά τοῦ ζητήση κάποια ἐνορία. Τό βράδυ πού ἔπεσε νά κοιμηθῆ, εἰσῆλθε εἰς τήν καρδία του ὁ διάβολος καί πῆγε στό σπίτι τοῦ Γραμματέα. «Ἔσφαξα..», ὅπως λέγει ὁ ἴδιος «.. τόν ἀδελφό μου, τόν ἀκρωτηρίασα, καί ὕστερα πῆρα ἕνα τσεκούρι, ἔκοψα τό κεφάλι τῆς γυναίκας μου καί συνέχισα νά τήν κτυπῶ μ᾿ αὐτό, ὥσπου ἔγινε πιά ἕνας φρικαλέος ματωμένος πολτός. Καί μέ τί χαρά τά ἔκανα ὅλα αὐτά! Ποτέ στή ζωή μου δέν ἔνοιωσα τόση εὐχαρίστησι ὅση δοκίμασα τή στιγμή πού σκότωνα τήν ἀγαπημένη μου γυναῖκα!
Ὅταν σταμάτησα νά τή χτυπῶ καί στράφηκα, τότε τήν εἶδα στό πλάϊ μου γονατιστή σέ στάσι προσευχῆς πάνω στό ματωμένο πάτωμα τοῦ δωματίου. Τότε ὥρμησα σάν τρελλός στό δρόμο, φωνάζοντας ὅτι εἶμαι δολοφόνος καί ὅτι εἶχα σκοτώσει δυό ἀνθρώπους! Μέ συνέλαβαν, μέ καταδίκασαν, καί νἆμαι τώρα στό δρόμο γιά τό κάτεργο, ὅπου θά μείνω 19 χρόνια. Ξέρετε, πάτερ μου, λέγει στόν Ἱερέα, ὅτι βρίσκομαι σέ μιά ἀφόρητη κατάστασι. Ἡ ζωή μου κατάντησε ἕνα σκέτο μαρτύριο. Εἶμαι ἠθικά σακατεμένος. Εἶναι στιγμές πού δέν μπορῶ νά πιστέψω ὅτι ἐγώ ἔκανα αὐτά τά φοβερά πράγματα! Προσπάθησα νά προσευχηθῶ, μά δέν μπορεῖ νά ξεπηδήση ἡ προσευχή ἀπό μιά ἐγκληματική ψυχή! Μέ κατέχει μιά τρομοκρατική ἀηδία γιά τόν ἑαυτόν μου! Ἄχ, πάτερ μου, βοηθῆστε με ἄν μπορῆτε!».
 «Ἀγαπημένο μου παιδί, σέ παρακαλῶ, σέ παρακαλῶ μέ δάκρυα, ἐξομολογήσου! Ἐξομολογήσου μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ὕστερα ἀπό αὐτή τήν ἐξομολόγησιν νά μή μείνη πιά στήν ψυχή σου καμμιά ἁμαρτία, ἀπό τότε πού ἤσουν παιδί ὥς σήμερα! Σταμάτα ἐπίτηδες στίς πιό φοβερές ἁμαρτίες σου, αὐτές πού σοῦ προκαλοῦν τήν μεγαλύτερη ντροπή, καί ἀνάφερέ τες μέ λεπτομέρειες στόν Ἱερέα. Ἀκόμα, ἀνάλαβε τήν εὐθύνη χωρίς δικαιολογίες γιά κάθε ἁμαρτία, παραδέξου ὅτι οἱ ἀφορμές δημιουργήθησαν συνειδητά ἀπό σένα τόν ἴδιο. Τότε, φίλε μου, μετά ἀπό μιά τέτοια ἐξομολόγησι, θά αἰσθανθῆς ξαφνικά μιά ἀπέραντη ἀνακούφισι, ἀσταμάτητη προσευχή ἀπό τήν καρδιά σου! Κᾶνε ὅπως σοῦ λέγω γιά δύο ἑβδομάδες, καί θά δῆς τό ἀποτέλεσμα».
 Μοῦ ἔδωσε, λέει ὁ Ἱερεύς, τήν ὑπόσχεσι νά ἀκολουθήση τήν συμβουλή μου γιά 15 ἡμέρες.
 Ὕστερα ἀπό 5 μέρες ζήτησα νά τόν δῶ. Εἶχε ἤδη φύγει γιά τό κάτεργο. Τόν συνάντησα ἐκεῖ ἀργότερα.
 Λοιπόν, φίλε μου, πῶς αἰσθάνεσαι; τόν ρώτησα, συνεχίζει ὁ Ἱερεύς.
 «Πόσο ὄμορφο εἶναι, πόση γαλήνη φέρνει! Ἀλλά εἶναι πολύ δύσκολο καί πολύ κουραστικό νά ἀκολουθήση κανείς τίς συμβουλές σας!».
 Τόν ἀγκάλιασα καί τόν παρακάλεσα, τόν ἱκέτευσα νά συνεχίση αὐτή τή σκληρή ἄσκησι. Ἐκεῖνος συμφώνησε.
 Τήν ἄλλη Κυριακή, τήν ὥρα τοῦ κηρύγματος, παρατήρησα ὅτι ἔκλαιγε δυνατώτερα ἀπό τούς ἄλλους. Τόν λυπήθηκα. Μετά τήν Λειτουργία τόν παρακάλεσα νά ἔρθη μέσα στό Ἅγιο Βῆμα. Στήν ἀρχή δέν ἤθελε, γιατί συναισθανόταν ὅτι ἦταν μεγάλος ἁμαρτωλός. Τελικά τόν ἔπεισα νά ἔλθη κοντά μου. Ὅταν ἀνέβηκε τά σκαλοπάτια τοῦ Ἱεροῦ τόν ἀγκάλιασα, τόν σκέπασα μέ "φιλμά", εἶναι ἕνα Ρωσικό ἔνδυμα, καί ἐκεῖνος νά κλαίη ἀπαρηγόρητα καί νά κάνη μετάνοιες. Τόν παρηγόρησα, γιατί τοῦ μίλησα γιά τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ. Ὁ κατάδικος ἔπεσε στήν ἀγκαλιά μου καί μοῦ εἶπε μουσκεύοντάς με μέ τά δάκρυά του:
 «Ἄχ, πάτερ μου, πόσο καλά αἰσθάνομαι, πόσο ἀνάλαφρη ἔγινε ἡ ψυχή μου! Ἐπιτρέψτε μου νά ξεμολογηθῶ τήν ἄλλη Κυριακή καί νά κοινωνήσω. Κι ἀκόμη, δῶστε μου ἕνα Εὐαγγέλιο».
 Τήν ἄλλη Κυριακή, ὅταν αὐτός ὁ κατάδικος ἦρθε νά μέ βρῆ, ἦταν τόσο χαρούμενος καί εὐτυχισμένος ἀπό τή ζωή του, ὥστε δέν τόν ἀναγνώρισα. Μοῦ ἐξομολογήθηκε ἀνάμεσα στά δάκρυά του, ὅτι ἐκεῖνο τό βράδυ εἶχε δεῖ στόν ὕπνο του τή γυναῖκα του καί ὅτι αὐτή τοῦ εἶχε πεῖ: «Σέ ἔχω συγχωρήσει. Ἕνα πρᾶγμα μόνο σοῦ ζητῶ· πίστεψε στόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί ἀγάπα ΤΟΝ!».
 Στό ὄνομα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τούς μετανοοῦντας ἁμαρτωλούς, τοῦ ἔδωσα, λέγει ὁ Ἱερεύς, τοῦ ἔδωσα τή Θεία Κοινωνία, καί γιά δυό ἡμέρες δέν σταμάτησε νά κλαίη ἀπό ὑπερβολική χαρά καί πνευματικό ἐνθουσιασμό. Μετά ἀπό αὐτό οἱ ἄλλοι κρατούμενοι τόν σέβονταν πάρα πολύ καί τόν θεωροῦσαν ἕνα σύντροφο μεγάλης ἠθικῆς ἀξίας. Καί ἐγώ χαιρόμουν μέ βαθειά χαρά βλέποντας ἕναν ἄνθρωπο νά ἐπιστρέφη στόν Κύριον!
 Αὐτοῦ τῆς μετανοίας, Χριστέ μου, ἀξίωσον καί ἡμᾶς τούς ἀναξίους σου!
 Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: