Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων
Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου
Γρηγορίου Μουσουρούλη
Ἡ ἀλήθεια στή ζωή
μας
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ…
ταῦτα λογίζεσθε»
(Φιλιπ. δ´8)
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ…
ταῦτα λογίζεσθε»
Κυριακή τῶν Βαΐων, Μακαριώτατε. Ἡ ἡμέρα πού μᾶς ὑπενθυμίζει τή θριαμβευτική εἴσοδο
τοῦ Κυρίου στά Ἱεροσόλυμα λίγες ἡμέρες πρό τοῦ Σεπτοῦ Πάθους Του. Ἐκεῖνος πού
εἶναι «Θεός ἀληθινός» καί γεννήθηκε «ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ» εἰσέρχεται καί ὡς ἄνθρωπος
στήν προφητοκτόνο πόλη, γιά νά δώσει τήν τελική μάχη μέ τίς δυνάμεις τοῦ
σκότους καί νά συντρίψει τό κράτος τοῦ Διαβόλου. Τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα
ἔχει τόνο ἐνθουσιαστικό καί χαρμόσυνο καί μεταξύ τῶν ἄλλων μᾶς λέγει ὅτι εἶναι
ἀνάγκη νά σκεπτόμαστε καί νά πράττουμε μόνον ὅσα εἶναι ἀληθῆ. Τί σημαίνει ὅμως
αὐτό καί πῶς θά γίνει πραγματικότητα καί γιά μᾶς;
****
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ…
ταῦτα λογίζεσθε»
Νά σκέπτεσθε καί νά ἐφαρμόζετε στή ζωή σας ὅσα εἶναι ἀληθινά· ὅσα ἔχουν ἐπάνω
τους τή σφραγίδα τῆς ἀλήθειας. Αὐτό κατά τόν θεῖον Ἀπόστολο εἶναι τό πρῶτο
χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ πιστοῦ πού ἐπιθυμεῖ τή χριστιανική τελειότητα.
Μετά ἔρχονται τά ὑπόλοιπα, καί δικαιολογημένα, καθ᾽ὅτι τήν ἀλήθεια καί τά ἀληθῆ
τά ἐμπνέει ὁ Θεός. Ὁ «Θεός ὁ ἀληθινός».
Ἐφ᾽ ὅσον λοιπόν θέλουμε νά ἀνήκουμε στόν Χριστόν, νά εἴμαστε γνήσια μέλη τοῦ
θείου Σώματός Του, τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας Του, καί νά ἑνώνουμε καί ἐμεῖς τή φωνή
τῆς καρδιᾶς μας μέ τά οὐρανομήκη «ὡσαννά» τοῦ πλήθους ἐκείνου, πού ὑποδεχόταν
τότε τόν Κύριο, ἡ ἀλήθεια πρέπει νά εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς ὑπάρξεώς μας.
Νά εἴμαστε δηλαδή ἀληθινοί στίς σχέσεις μας πρός τόν Θεόν, πρός τούς
συνανθρώπους μας, ἀλλά καί ἀπέναντι τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀδελφοί μου, ἀπαιτεῖ ἀπό τούς πιστούς γνησιότητα αἰσθημάτων. Αὐτό
σημαίνει πώς δέν ἀνέχεται τήν ὑποκρισία. Ὅπως ξέρουμε, ἀπό τά γραφόμενα τῶν ἱερῶν
Εὐαγγελιστῶν καί τῶν λοιπῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὁ Χριστός μας κανένα ἄλλον
δέν ἐταλάνισε καί δέν ἤλεγξε μέ τόση δριμύτητα, ὅσο τούς ὑποκριτές Φαρισαίους.
Στίς ἁμαρτωλές γυναῖκες, στούς τελῶνες, τούς ἄσωτους καί κάθε εἴδους ἁμαρτωλούς
πού τόν πλησίαζαν φερόταν μέ πολλή στοργή. Στούς φαρισαίους ἀπηύθυνε ἐκεῖνα
τά φοβερά «οὐαί» (Ματθ. κγ´13-16), τά ὁποῖα θά ἀκούσουμε στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα
τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Τρίτης, τό ὁποῖο θά ἀναγνωσθεῖ στούς ναούς μας τό βράδυ
τῆς Μεγάλης Δευτέρας.
Ἡ ἀλήθεια πρέπει νά κυβερνᾶ τή ζωή μας καί τά λόγια μας καί γιά τόν λόγο
ὅτι οἱ συνάνθρωποί μας τότε μόνο ἀναπαύονται στή συναναστροφή καί συνεργασία
μαζί μας, ὅταν εἶναι βέβαιαοι ὅτι δέν φοροῦμε προσωπεῖα, ὅτι δέν τούς ἐξαπατοῦμε,
ὅτι αὐτά πού τούς λέμε ἀνταποκρίνονται πλήρως στήν ἀλήθεια, ὅτι δέν ἔχουμε ἄλλα
στήν καρδιά καί ἄλλα στά χείλη, ὅτι τό «ναί» πού βγαίνει ἀπό τό στόμα μας εἶναι
«ναί» καί τό «οὔ οὔ» (Ματθ. ε´37). Καί τό θέλουν αὐτό οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν
οἱ ἴδιοι ζοῦν καί κινοῦνται μέσα στό σκότος τό πυκνό καί ἐρεβῶδες τοῦ ψέματος.
Ἀλήθεια λοιπόν στίς σχέσεις μας μέ τόν Θεόν, ἀλήθεια στίς σχέσεις μας μέ
τούς συνανθρώπους μας, ἀλήθεια καί ἀπέναντι τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἄν
θέλουμε νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς καί νά μή κρυβόμαστε πίσω ἀπό τό δάκτυλό μας, εἶναι
δυνατόν νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εὐχαριστημνένοι ἀπό τόν ἑαυτό μας, ὅταν ζοῦμε
συνεχῶς μέ ψέματα καί ὅταν ζυμώνεται καθημερινά ἡ ζωή μας μέ τήν ἀνειλικρίνεια;
Δέν ἔρχονται στιγμές, πού τό ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι εἴμαστε δοῦλοι τοῦ ψεύδους
καί ὑπακοῦμε σέ «ἕτερον νόμον» ἀντίθετο πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πράγμα πού μᾶς
κάμνει πράγματι «ταλαιπώρους», κατά τόν ἀποστολικό λόγο (Ρωμ. ζ´23-24).
Τό νά ἔχω ἑπομένως βάση καί θεμέλιο τῆς ζωῆς μου τήν ἀλήθεια, τό νά σκέπτομαι,
νά ποθῶ, νά λέγω καί νά πράττω ὅσα εἶναι ἀληθινά, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο στήν οὐσία
του, παρά ἡ πλήρης εὐσέβεια, ἡ γνήσια πνευματικότητα, ἡ ὁλοκληρωμένη ἀρετή.
Γι᾽αὐτό καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔλεγεν ὅτι «ὄντως ἀληθές» εἶναι «ἡ ἀρετή·
ψεῦδος δέ ἡ κακία» (Ὑπόμν. εἰς Φιλιπ. δ´8). Αὐτός πού λέγει παντοτε καί παντοῦ
τήν ἀλήθεια, αὐτός πού δέν σκέπτεται καί δέν πράττει ποτέ κάτι ἀντίθετο πρός
τήν ἀλήθεια, εἶναι ἄνθρωπος πράγματι ἐνάρετος, ἄνθρωπος πού τόν ἀναγνωρίζει ὡς ἰδικόν
Του Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος εἶναι «ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ´16).
*****
Γιά νά γίνουμε ὅμως ἄνθρωποι τῆς ἀλήθειας, εἶναι ἀνάγκη νά πάρουμε τήν ἁρμόζουσα
στάση ἔναντι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νά ἔχουμε δηλαδή τόν Χριστό Βασιλέα
τῆς καρδιᾶς καί τῆς ζωῆς μας, ὄχι ἐπιφανειακά καί ἐπιπόλαια ὅπως ὁ ὄχλος τῶν Ἱεροσολύμων
κατά τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, ἀλλά οὐσιαστικά καί σέ βάθος. Ἡ πίστη στόν Χριστό ὡς
«Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ» πού ἐνηνθρώπισε γιά τή δική μας σωτηρία, νά
διαποτίζει τήν ὕπαρξή μας μέχρι τό τελευταῖο της κύτταρο. Ὅταν ἔχουμε τόν
Χριστό ὡς βασιλέα μας, τότε καί ἡ ἀλήθεια θά εἶναι τό κέντρο τῆς ζωῆς μας. Ἐφ᾽ὅσον
θά παραδεχόμαστε τόν Χριστόν ὡς Κύριο ἐξουσιαστή μας, εἶναι ἑπόμενο ὅτι
θά συμμορφωνόμαστε καί πρός τά προστάγματα καί τούς Νόμους Του, πού εἶναι ἡ
πηγή τῆς ἀλήθειας. Ἐάν πιστεύουμε ὅτι εἴμαστε πολίτες τῆς βασιλείας Ἐκείνου,
πού ἐντέλλεται νά λαλοῦμεν «ἀλήθειαν ἕκαστος μετά τοῦ πλησίον αὐτοῦ» (Ἐφεσ. δ´25),
εἶναι ἀδύνατο νά ζοῦμε μέ τό ψέμα καί τήν ἀνειλικρίνεια. Τί εἴδους
χριστιανοί θά εἴμαστε, ἐάν δέν ὑπολογίζουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ; Τί εἴδους
βασιλέα θά τόν ἔχουμε, ἐάν κάμνουμε κάτι πού ὁ Ἴδιος ἀποστρέφεται;
Ἐδῶ λοιπόν βρίσκεται ἡ λύση τοῦ προβλήματος. Αὐτό εἶναι τό λεπτό σημεῖο πού
πρέπει νά προσέξουμε. Ἤ εἶμαι ἀληθινός δοῦλος, ὑπήκοος, πολίτης τῆς βασιλείας
τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ἔχω (κρατῶ σφικτά) τόν Νόμο «τῆς ἀληθείας
τοῦ Εὐαγγελίου» Του (Κολ. α´5) πυξίδα στή ζωή μου, ἤ τάσσομαι στό ἀντίθετο
στρατόπεδο. Αὐτός πού δέν λέγει τήν ἀλήθεια καί δέν ἔχει γενικῶς καλές σχέσεις
μέ τήν ἀλήθεια, ἐπηρεάζεται ἔστω καί ἐν ἀγνοίᾳ του, ἀπό τόν Σατανᾶ, πού εἶναι
«ψεύστης» καί «ὁ πατήρ τοῦ ψεύδους» (Ἰω. η´44). Δέν ὑπάρχει μέση λύση, ἀγαπητοί
μου. Ἡ ἀλήθεια εἶναι φῶς. Τό ψεῦδος εἶναι σκοτάδι. Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει
«κοινωνία φωτί πρός σκότος» (Β´Κορ. στ´14), δέν ὑπάρχει ἐπικοινωνία μεταξύ
φωτός καί σκότους. Δέν μπορεῖ νά συνυπράξει φῶς καί σκοτάδι, καί νά συμβιβασθεῖ
τό ἕνα μέ τό ἄλλο.
Αὐτό πού χρειάζεται εἶναι νά ἔχουμε σχηματίσει ὀρθή γνώμη καί ἄποψη ὡς πρός τό
τί εἴδους βασιλιάς εἶναι ὁ Χριστός μας. Δέν εἶναι ἀρκετό νά ἔχουμε κάποια ἀσαφῆ
καί συγκεχυμένη ἰδέα γιά Ἐκεῖνον, ὅπως συνέβαινε μέ ἐκείνους πού τόν ὑποδέχονταν
τότε στά Ἱεροσόλυμα μέ ζητωκραυγές. Πρέπει νά τόν ἀποδεχόμαστε καί νά τόν
πιστεύουμε ὡς Κύριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, πού παρακολουθεῖ ἐκ τοῦ πλησίον
τά πάντα καί «πρός ὅν ἡμῖν ὁ λόγος» (Ἑβρ. δ´13). Νά εἴμαστε δηλαδή βέβαιοι ὅτι
ρυθμίζει Ἐκεῖνος τή ζωή μας μέχρι λεπτομερειῶν καί ὅτι κάποτε θά δώσουμε λόγο ἐνώπιόν
Του καί νά μή νομίζομεν ὅτι μένει ἀπομακρυσμένος ἀπό ἐμᾶς καί στέκει ἀδιάφορος ἀπέναντί
μας. Ἄν πιστεύουμε σωστά ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, πού θυσιάστηκε γιά μᾶς, γιά τή
σωτηρία μας εἶναι ὁ βασιλιάς μας, πού ἐνδιαφέρεται γιά τόν καθένα μας καί ζητεῖ
ἀπό τόν καθένα μας προσωπικῶς νά ζεῖ σύμφωνα πρός τόν Νόμο Του, τότε εἶναι
βέβαιο ὅτι θά λυθεῖ καί θά τακτοποιηθεῖ τό θέμα τῆς ἀλήθειας μέ τρόπο ἄριστο.
Τότε θά προσπαθοῦμε ἀντί πάσης θυσίας νά ἀποφεύγουμε τό «ψεῦδος», διότι αὐτό
θά μᾶς στερήσει τελικῶς καί αὐτόν τόν Παράδεισο (Ἀποκ. κβ´ 15).
****
«Ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ…
ταῦτα λογίζεσθε»
Ἐφθάσαμεν ἤδη, Μακαριώτατε, στά πρόθυρα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης ἑβδομάδος.
Σήμερα, ὅπως λένε τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας μας, «ὁ ἔχων θρόνο οὐρανόν
καί ὑποπόδιον τήν γῆν» «εἰσέρχεται ἐν πόλει τῇ ἁγίᾳ ἐν πόλῳ καθήμενος» «τά τῶν
προφητῶν ἐκπληρῶν κηρύγματα». Εἶναι ὁ βασιλεύς τοῦ παντός, πού προχωρεῖ γιά
νά νικήσει καί νά ἐκδιώξει «τόν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου» καί νά πάρει καί
πάλι κοντά του τά παιδιά Του.
Ἄς τόν ἀκολουθήσουμε λοιπόν καί μεῖς, κάτω ἀπό τίς ἰδιάζουσες συνθῆκες τῆς
δοκιμασίας πού ἡ ἀγαθότης του ἐπιτρέπει ἐφέτος γιά πρώτη φορά στά χρονικά, μέ ἐνθουσιασμό,
καθώς προχωρεῖ πρός τό Πάθος. Ἄς τόν ἀκολουθήσουμε καί ἄς τόν ἱκετεύσουμε
νά κάμει καί ἐμᾶς μετόχους τῆς νίκης του. Νά μᾶς ἀναδείξει νικητές τοῦ ψεύδους
καί κάθε ἁμαρτίας, γιά νά τοῦ ψάλλουμε, μέ τήν εὐχή σας, Μακαριώτατε, αἰωνίως
τά νικητήρια «ὡσαννά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου