Ένα πρωί από τη Χιο θα μπω μεσ’ το βαπόρι να αγναντέψω το Τσεσμέ μπροστά από την πλώρη.
Βασιλικός εμύρισε και η καρδιά μου γύρισε στης Ερυθραίας τα χωριά που σκέπασε η λησμονιά.
Μελί, Τσεσμέ, Ντεμερτζιλί Λιθρί και Σιβρισάρι Αλάτσατα στο Γκιούλμπαξε να κόψω ένα κλωνάρι.
Βασιλικός εμύρισε και η καρδιά μου γύρισε στης Ερυθραίας τα χωριά που σκέπασε η λησμονιά.
Στα πλάγια του Καράνταη να πάω να προσκυνήσω και στου Βουρλά μας τα στενά το χώμα να φιλήσω.
Βασιλικός εμύρισε και η καρδιά μου γύρισε στης Ερυθραίας τα χωριά που σκέπασε η λησμονιά.
Κλαίω από συγκίνηση! Κι εύχομαι από καρδιάς ο Άη-Γιώργης των Βουρλών, ο Άη-Χαράλαμπος του Τσεσμέ, ο Άη-Γιώργης ο Γκιουλμπαξώτης, η Αγιά-Ματρώνα του Λυθριού, ο Θεολόγος του Μελιού, οι Σιβρισαριανοί Ταξιάρχες, και η Παναγιά των Αλατσάτων να μας αξιώσουν να ζήσουμε την επάνοδο στα χώματα των προγόνων μας.
Να μυρίσουμε μαζί με τον αγαπημένο Παντελή Θαλασσινό βασιλικό στις ασβεστωμένες αυλές όπως τις άφησαν εκείνο το μουντό πρωινό του ’22 οι προπαππούδες μας…
Να ακούσουμε τον απόηχο απ’ τα παινέματα και τα τραγούδια που λέγαν οι σιναφλήδες, οι καϊξήδες, οι φατόροι …
Να φάμε νόστιμο φαγί από τα χαρανιά των κυράδων, να γευτούμε αλασόνι και πίτες και σιροπιαστά …
Κι ύστερις να στήσουμε ζέφκια στις εξοχές και στα λιλάδια, κρατώντας ο ένας τον άλλο σφιχτά όπως τότενες που ηπαίζανε οι ταβάδες.
Μέχρι τότε, ας κρατήσουμε ευλαβικά τις μνήμες. Γιατί όσο η Μικρασία ζει στις μνήμες μας, αδούλωτη θα μένει…
Με συγκίνηση και δάκρια στα μάτια διάβασα το σχόλιό σας. Από μικρό παιδί έζησα μέσα από τις διηγήσεις στα Αλάτσατα. Η νόνα μου Ελένη Μακρυδάκη Κοτσαμπάση, σύζυγος Αναστάσιου Θεοδωρακόπουλου από το Γραίκα Ολυμπίας, πάντα μνημόνευε την Πατρίδα και περίμενε ότι ο Θεός θα την αξίωνε να πάει να δει τα Άγια Χώματα. Δεν τα κατάφερε. Πάντα θυμότανε σημείο προς σημείο τα μέρη που βάδιζε τα παιδικά της χρόνια. Όλο για τα Αλάτσατα και την Ερυθραία μιλούσε και έλεγε ιστορίες. Η νόνα μου κρατούσε εκείνη την ευλάβεια των Μικρασιατών με το καντήλι στο εικονοστάσι, με τις εικόνες που έφερε κοντά της από την Πατρίδα και υπάρχουν ακόμα, το θυμίαμα, την προσευχή και τον εκκλησιασμό. Όταν πήγα την πρώτη φορά στα Αλάτσατα μου φάνηκαν γνώριμα. Με πόνο καρδιάς τα περιδιάβαινα μέχρι που έφθασα στο αρχοντικό της οικογένειας που τώρα άλλοι -καλοί άνθρωποι- το κατοικούσαν. Το μόνο που πήρα φεύγοντας ήταν λίγο χώμα το οποίο της το έφερα και το έριξα στα οστά της για να νιώθει πως η Πατρίδα την αγκαλιάζει. Η Πατρίδα παραμένει αξέχαστη και όχι χαμένη. Έχει ο Θεός!
Μεγάλη η συμβολή των Μικρασιατών σε όλους τους τομείς της νεότερης Ελλάδας. Ότι το όμορφο αν ψάξεις θα βρεις ότι το πρόσφεραν οι Πρόσφυγες ξεριζωμένοι μετά την Καταστροφή.
4 σχόλια:
Ένα πρωί από τη Χιο
θα μπω μεσ’ το βαπόρι
να αγναντέψω το Τσεσμέ
μπροστά από την πλώρη.
Βασιλικός εμύρισε
και η καρδιά μου γύρισε
στης Ερυθραίας τα χωριά
που σκέπασε η λησμονιά.
Μελί, Τσεσμέ, Ντεμερτζιλί
Λιθρί και Σιβρισάρι
Αλάτσατα στο Γκιούλμπαξε
να κόψω ένα κλωνάρι.
Βασιλικός εμύρισε
και η καρδιά μου γύρισε
στης Ερυθραίας τα χωριά
που σκέπασε η λησμονιά.
Στα πλάγια του Καράνταη
να πάω να προσκυνήσω
και στου Βουρλά μας τα στενά
το χώμα να φιλήσω.
Βασιλικός εμύρισε
και η καρδιά μου γύρισε
στης Ερυθραίας τα χωριά
που σκέπασε η λησμονιά.
Κλαίω από συγκίνηση!
Κι εύχομαι από καρδιάς ο Άη-Γιώργης των Βουρλών, ο Άη-Χαράλαμπος του Τσεσμέ, ο Άη-Γιώργης ο Γκιουλμπαξώτης, η Αγιά-Ματρώνα του Λυθριού, ο Θεολόγος του Μελιού, οι Σιβρισαριανοί Ταξιάρχες, και η Παναγιά των Αλατσάτων να μας αξιώσουν να ζήσουμε την επάνοδο στα χώματα των προγόνων μας.
Να μυρίσουμε μαζί με τον αγαπημένο Παντελή Θαλασσινό βασιλικό στις ασβεστωμένες αυλές όπως τις άφησαν εκείνο το μουντό πρωινό του ’22 οι προπαππούδες μας…
Να ακούσουμε τον απόηχο απ’ τα παινέματα και τα τραγούδια που λέγαν οι σιναφλήδες, οι καϊξήδες, οι φατόροι …
Να φάμε νόστιμο φαγί από τα χαρανιά των κυράδων, να γευτούμε αλασόνι και πίτες και σιροπιαστά …
Κι ύστερις να στήσουμε ζέφκια στις εξοχές και στα λιλάδια, κρατώντας ο ένας τον άλλο σφιχτά όπως τότενες που ηπαίζανε οι ταβάδες.
Μέχρι τότε, ας κρατήσουμε ευλαβικά τις μνήμες.
Γιατί όσο η Μικρασία ζει στις μνήμες μας, αδούλωτη θα μένει…
Με συγκίνηση και δάκρια στα μάτια διάβασα το σχόλιό σας. Από μικρό παιδί έζησα μέσα από τις διηγήσεις στα Αλάτσατα. Η νόνα μου Ελένη Μακρυδάκη Κοτσαμπάση, σύζυγος Αναστάσιου Θεοδωρακόπουλου από το Γραίκα Ολυμπίας, πάντα μνημόνευε την Πατρίδα και περίμενε ότι ο Θεός θα την αξίωνε να πάει να δει τα Άγια Χώματα. Δεν τα κατάφερε. Πάντα θυμότανε σημείο προς σημείο τα μέρη που βάδιζε τα παιδικά της χρόνια. Όλο για τα Αλάτσατα και την Ερυθραία μιλούσε και έλεγε ιστορίες. Η νόνα μου κρατούσε εκείνη την ευλάβεια των Μικρασιατών με το καντήλι στο εικονοστάσι, με τις εικόνες που έφερε κοντά της από την Πατρίδα και υπάρχουν ακόμα, το θυμίαμα, την προσευχή και τον εκκλησιασμό. Όταν πήγα την πρώτη φορά στα Αλάτσατα μου φάνηκαν γνώριμα. Με πόνο καρδιάς τα περιδιάβαινα μέχρι που έφθασα στο αρχοντικό της οικογένειας που τώρα άλλοι -καλοί άνθρωποι- το κατοικούσαν. Το μόνο που πήρα φεύγοντας ήταν λίγο χώμα το οποίο της το έφερα και το έριξα στα οστά της για να νιώθει πως η Πατρίδα την αγκαλιάζει.
Η Πατρίδα παραμένει αξέχαστη και όχι χαμένη. Έχει ο Θεός!
Μεγάλη η συμβολή των Μικρασιατών σε όλους τους τομείς της νεότερης Ελλάδας. Ότι το όμορφο αν ψάξεις θα βρεις ότι το πρόσφεραν οι Πρόσφυγες ξεριζωμένοι μετά την Καταστροφή.
Τι όμορφο τραγούδι. Δεν το είχα ξανακούσει.
Δημοσίευση σχολίου