Μᾶς περιμένει τὸ οὐράνιο τραπέζι
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης
Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου
Τὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας, ἀγαπητοί μου, Κυριακῆς τῶν Προπατόρων(Λουκ. 14,16- 24. Ματθ. 22,14), εἶνε μία ἀπὸ τὶς ἄφθαστες παραβολὲς ποὺ εἶπε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Σᾶς εἶνε γνωστή, τὴν ἐπαναλαμβάνω.
Ἕνας εὐγενὴς νοικοκύρης θέλησε νὰ τιμήσῃ τοὺς φίλους του καὶ ἀποφάσισε νὰ τοὺς παραθέσῃ δεῖπνο. Ἀγόρασε τὰ καλύτερα τρόφιμα καὶ ὑλικά, τὰ μαγείρεψε μὲ κάθε τέχνη καὶ ἔστρωσε τραπέζι σὲ μιὰ ἀπέραντη αἴθουσα. Ὅταν πλέον ὅλα ἦταν ἕτοιμα, ἔστειλε μὲ τὸ δοῦλο του προσκλητήρια σ᾽ ἕνα ὡρισμένο κύκλο φίλων, ποὺ τοὺς θεωροῦσε ὡς τὸ στενώτερο περιβάλλον του.
Πῆγε ὁ ἀπεσταλμένος ὡς ἀγγελιαφόρος στὰ σπίτια τῶν προσκεκλημένων, ἀλλὰ παραδόξως συνάντησε ἀπροθυμία καὶ ἄρνησι. –Ἐλᾶτε, εἶπε στὸν ἕνα, τὸ τραπέζι εἶνε ἕτοιμο. –Ὄχι, ἀπαντᾷ αὐτός. Πηγαίνει στὸν δεύτερο. –Ὄχι, τοῦ λέει κι αὐτός. Πηγαίνει στὸν τρίτο. –Ὄχι, ἀκούει ἐπίσης. Ὁ πρῶτος ἦταν μεγαλοκτηματίας καὶ εἶχε ὑπογράψει πρὸ ὀλίγου συμβόλαιο, μὲ τὸ ὁποῖο γινόταν κάτοχος μεγάλης ἐκτάσεως, τιμαριοῦχος. Ὁ δεύτερος ἦταν ζῳέμπορος· ἀγόρασε βόδια καὶ ἔπρεπε νὰ τὰ δοκιμάσῃ προτοῦ νὰ καταβάλῃ τὴν ἀξία τους. Καὶ ὁ τρίτος, πιὸ ἀδιάντροπος ἀπ᾽ ὅλους, ἀναίσχυντος σὰν πίθηκος, ἀπήντησε, ὅτι εἶνε νιόπαντρος καὶ δὲν μπορεῖ ν᾽ ἀσχολῆται μ᾽ αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἔτσι «ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες» (Λουκ. 14,18). Αὐτοί, κατὰ τὴν ἐξήγησι τῶν ἁγίων πατέρων, εἰκονίζουν τοὺς μορφωμένους ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων.
Ὁ κύριος, ποὺ πληροφορήθηκε τὴν ἐλεεινὴ αὐτὴ συμπεριφορὰ τῶν στενῶν φίλων του, παρὰ τὴν εὐγένειά του ἀγανάκτησε. Διατάζει, νὰ βγῇ ὁ δοῦλος του «εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας (=στὰ σοκάκια)» καὶ νὰ καλέσῃ καὶ ἄλλους πιὸ ἀπόμακρους. Πολλοί, παρέες - παρέες, ἄρχισαν νὰ καταφθάνουν στὴ μεγάλη αἴθουσα· ἀνάπηροι, κουτσοί, τυφλοί, καθυστερημένοι καὶ παραγκωνισμένοι. Αὐτοὶ εἰκονίζουν τὸν ἁπλοϊκὸ Ἰουδαϊκὸ λαό. Ὑπῆρχε ὅμως ἀκόμη ἀρκετὸς χῶρος καὶ γιὰ πολλοὺς ἄλλους. Καὶ διατάζει τὸ δοῦλο του νὰ βγῇ πάλι, γιὰ τρίτη φορά, σὲ δρόμους καὶ φράχτες, καὶ ὅποιους βρῇ νὰ τοὺς φέρῃ νὰ συμπληρώσουν τὸ κενὸ τῆς αἰθούσης. Αὐτοὶ είκονίζουν τοὺς ἐθνικούς.
* * *
Αὐτὴ μὲ συντομία εἶνε ἡ παραβολή. Ποιός εἶνε ὁ εὐγενὴς νοικοκύρης; Δὲν εἶνε ἄλλος παρὰ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ Θεός. Τί κάνει ὁ Κύριος; Στρώνει τραπέζι. Τί τραπέζι; Δύο εἰδῶν.
Πρῶτον ὑλικό. Ὅ,τι, ἀδελφοί μου, ἔρχεται στὸ τραπέζι σας κάθε φορὰ ποὺ κάθεστε νὰ φᾶτε, εἴτε νερὸ δροσερὸ εἴτε κρασὶ εἴτε ψάρι εἴτε κρέας εἴτε φροῦτα εἴτε ὅ,τι ἄλλο, ὅλα εἶνε δῶρα τοῦ Κυρίου. Σὲ κανένα ἄλλο πλανήτη τοῦ σύμπαντος δὲν ὑπάρχουν τ᾽ ἀγαθὰ αὐτά, ποὺ τόσο ἀχάριστα καθόμαστε καὶ τρῶμε. Τὸ πουλάκι στὴν πηγὴ πίνει μιὰ στάλα νερὸ καὶ ὑψώνει τὸ κεφαλάκι του στὸν οὐρανὸ σὰν νὰ λέῃ, Σ᾽ εὐχαριστῶ, Θεέ μου· ἐμεῖς τὴ μπουκιὰ ἔχουμε στὸ στόμα καὶ τὸ Θεὸ βλαστημᾶμε. Ὑπάρχει πιὸ ἄθλιο ὂν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο; Ἤθελα νὰ ἔβαζα τὸ βλάστημο σ᾽ ἕνα πύραυλο καὶ νὰ τὸν στείλω στὴ σελήνη, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει οὔτε ὀξυγόνο οὔτε νερὸ οὔτε ἀχλάδι οὔτε μῆλο οὔτε ἄλλα ἀγαθά, ἀλλὰ ξεραΰλα καὶ ψῦχος, γιὰ νὰ ἐκτιμήσῃ τὸ τραπέζι ποὺ τοῦ στρώνει ἐδῶ ὁ Θεὸς κάθε μέρα.
Ἀλλὰ τὸ ὑλικὸ αὐτὸ τραπέζι, ποὺ τὸ στρώνει γιὰ ὅλους ἀνεξαιρέτως, εἶνε εἰκόνα μιᾶς ἄλλης τροφῆς. Ὑπάρχει καὶ ἕνα τραπέζι πνευματικό. Στὴν ἐκκλησία τὴν ὥρα τῆς θείας λειτουργίας –ἂν πιστεύετε– ῥῖξτε ἕνα βλέμμα μέσα στὸ ἅγιο βῆμα· ἐκεῖ εἶνε ἡ τράπεζα ἡ πνευματική. Ἐπὶ τῆς ἁγίας τραπέζης ὑπάρχει ὁ ἄρτος ὁ πανάγιος καὶ ὁ οἶνος ὁ καθαγιασμένος. Τί εἶνε αὐτά; Πιστεύεις; Οἱ πρόγονοί μας, οἱ πατέρες καὶ μανάδες ποὺ γέννησαν ἥρωες τοῦ ᾽21 καὶ τοῦ ᾽12, δὲν εἶχαν ῥαδιόφωνα καὶ τηλεοράσεις καὶ τηλέφωνα, ἀλλὰ εἶχαν πίστι γιγάντια. Οἱ ἀγράμματες ἐκεῖνες γιαγιάδες ἔπαιρναν στὴν ἀγκαλιὰ τὰ μικρὰ παιδιὰ καὶ τὰ πήγαιναν στὸν παπᾶ μπροστὰ στὶς εἰκόνες. Δὲν εἶχαν σπουδάσει θεολογία, μὰ ἦταν πιστές· πίστευαν ὅτι ἐκεῖνο τὸ ψίχουλο κ᾽ ἐκείνη ἡ σταλαγματιὰ ποὺ εἶνε μέσα στὸ ἅγιο ποτήριο ἀξίζει παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα τὰ πετράδια τῆς γῆς κι ὅλα τὰ ἄστρα τ᾽ οὐρανοῦ.
Ἂν τὸ πιστεύετε κ᾽ ἐσεῖς, τώρα ποὺ ἔρχονται οἱ γιορτές, πλησιάστε νὰ κοινωνήσετε ὅπως κοινωνοῦσαν οἱ ὑπερασπισταὶ τοῦ Ἀρκαδίου, τοῦ Σουλίου, τοῦ Μεσολογγίου, τῆς Ἀγκύρας, τοῦ ἀλβανικοῦ μετώπου. Διαφορετικά, καὶ οἱ ἑορτὲς αὐτὲς θὰ εἶνε μόνο μία γαστρονομικὴ εὐωχία, χωρὶς τὴν οὐσία καὶ πεμπτουσία τῆς ἁγίας μας Ὀρθοδοξίας.
Τράπεζα εἶνε ἡ θεία λειτουργία. Ἀπ᾽ τὸ «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός…» μέχρι τὸ «Δι᾽ εὐχῶν…» παρατίθεται συμπόσιο πνευματικό, ἀσυγκρίτως ἀνώτερο ἀπὸ ἐκεῖνα τῶν ἀρχαίων προγόνων μας ποὺ ἐκθειάζει ὁ Πλάτων. Κάθε λέξι, κάθε κίνησι, καθετὶ ποὺ τελεῖται στὴν ἐκκλησία, εἶνε μία πανδαισία πνευματική.
Τράπεζα λοιπόν. Καὶ οἱ ἄνθρωποι πῶς διατίθενται; Προσέρχονται; Στὶς ἐνορίες τῶν χωριῶν καὶ τῶν πόλεών μας, σύμφωνα μὲ μιὰ στατιστικὴ ποὺ ἔγινε, οὔτε δύο τοῖς ἑκατὸ (2%) δὲν ἐκκλησιάζονται. Ἂν ἐκκλησιάζονταν ὅλοι, θὰ ᾽πρεπε νὰ γκρεμίσουμε αὐτὲς τὶς ἐκκλησίες καὶ νὰ χτίσουμε πολὺ μεγαλύτερες. Τώρα οἱ πλεῖστοι κάνουν τὴν ἐμφάνισί τους μόνο σὲ μεγάλες ἑορτές. Αὐτοὺς τοὺς χριστουγεννιάτικους καὶ πασχαλιάτικους ἐγὼ τοὺς ὀνομάζω χριστιανοὺς - κομῆτες· γιατὶ ὅπως οἱ κομῆτες σπανίως παρουσιάζονται στὸν οὐρανό, ἔτσι κι αὐτοὶ σπανίως ἐμφανίζονται στὸ ναό.
Καὶ ἂν τολμήσῃς νὰ ἐκφράσῃς ἀπορία, σοῦ ἀπαντοῦν μὲ γλῶσσα αὐθαδείας, ἰταμότητος, ἀναισχυντίας καὶ ἀχαριστίας, ὅπως ἐκεῖνοι οἱ προσκεκλημένοι τοῦ στενοῦ περιβάλλοντος. Μὰ δὲν σὲ ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστὸς νὰ ἔρθῃς ἐσὺ στὴν ἐκκλησία. Λάθος κάνεις, κύριε. Κι ἂν ἐμεῖς πάψουμε νὰ ἐκκλησιαζώμαστε, ὑπάρχουν πλῆθος πιστοὶ ποὺ λατρεύουν τὸ Χριστό, στὸν κόσμο αὐτὸν τῆς ὕλης καὶ τῶν πυραύλων. Ποῦ θέλετε νὰ πᾶμε; Στὴ ῾Ρωσία; Κ᾽ ἐκεῖ (στὴ Μόσχα, στὸ Στάλινγκραντ, στὰ Οὐράλια ὄρη), καὶ σὲ καιρὸ διωγμοῦ ἀπὸ τοὺς ἀθέους, ἡ ἀδάμαστη ῥωσικὴ ψυχὴ τρέχει στοὺς ναούς· καὶ κλαῖνε ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια, ἐνῷ ἐμεῖς κοιτᾶμε τὰ ῥολόγια πότε θὰ σχολάσουμε. Στὴν Ἀφρική; ἐκεῖ ὁ Κύπρου Μακάριος τὸ Μάρτιο τοῦ 1971 βάπτισε 5.000 ἰθαγενεῖς! Νὰ πᾶμε στὴν Τουρκία; Ὦ Μικρὰ Ἀσία καὶ Πόντε, λίκνον τῆς ἀτιμήτου Ὀρθοδοξίας μας! Τὸ 1922 βέβαια διώχθηκαν ἀπὸ ᾽κεῖ 2.000.000 Ἕλληνες, καταργήθηκαν 4.000 ἐκκλησίες καὶ 80 μητροπόλεις· ἐν τούτοις κ᾽ ἐκεῖ, στὴν καρδιὰ τῆς Τουρκιᾶς, ὑπάρχουν Χριστιανοί· εἶνε οἱ λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί. Ἕνας τέτοιος μοῦ ἦρθε πέρυσι ἀπὸ τὴ Σαμψοῦντα, ζήτησε νὰ τὸν βαπτίσω κ᾽ ἔκλαιγα μαζί του. Νὰ πᾶμε στὸ Βόρειο Πόλο; Κ᾽ ἐκεῖ οἱ Ἐσκιμῶοι στὶς παγωμένες καλύβες τους, χωρὶς καλοριφέρ, λατρεύουν τὸ Χριστὸ κ᾽ ἔχουν κανδήλα ποὺ καίει ὄχι μὲ λάδι ἐλιᾶς ἀλλὰ μὲ λῖπος φάλαινας.
Οἱ πιστοὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη τὰ μέσα τῆς εὐμαρείας. Ἐγὼ πιστεύω, ὅτι ὁ μεγάλος κίνδυνος τοῦ κόσμου καὶ τῆς πατρίδος μας δὲν εἶνε ὁ κομμουνισμός – εἶνε κι αὐτός, ἀλλὰ εἶνε ἡ εὐμάρεια. Αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸν τάφο τοῦ πολιτισμοῦ. Αὐτὴ εἶνε ἡ κοπριὰ ποὺ ἐπάνω της βλαστάνουν οἱ μύκητες τῆς ἁμαρτίας καὶ τὰ σαπρόφυτα τῆς ἀθεΐας.
Τὸν 17ο μὲ 18ο αἰῶνα κάποιος ἀπὸ τοὺς πατριάρχες τοῦ ἀθεϊστικοῦ διαφωτισμοῦ(ὁ Βολταῖρος 1694-1778) διακήρυττε, ὅτι μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια πάνω στὴ γῆ δὲν θὰ ὑπάρχῃ οὔτε ἕνας ποὺ νὰ πιστεύῃ στὸν Ἐσταυρωμένο. Ἡ πρόβλεψί του δὲν ἐπαλήθευσε. Μὰ καὶ ἂν ἀκόμα συμβῇ νὰ ἐπαληθεύσῃ –πρᾶγμα ποὺ τὸ ἀποκλείει τὸ Εὐαγγέλιο(βλ. Ματθ. 16,18. Λουκ. 1,33)– καὶ πάλι σᾶς λέω, ὅτι δὲν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Χριστός. Ἐπάνω στὰ οὐράνια, πέρα ἀπὸ τοὺς γαλαξίες καὶ τὰ ἄστρα καὶ τὸν Σείριο, ὑπάρχει, ναί ὑπάρχει, ἕνας ἄλλος κόσμος, ἄπειρα πνεύματα ἁγίων ἀγγέλων καὶ δικαίων, ποὺ τὸν λατρεύουν ἀπαύστως.
* * *
«Πᾶσα ἡ γῆ» λοιπὸν καὶ «πᾶσα πνοή», ἀλλὰ καὶ «οἱ οὐρανοὶ τῶν οὐρανῶν» (Ψαλμ. 65,1· 150,6· 148,4) λατρεύουν τὸ Χριστό. Ἂν ἐσὺ δὲν θέλῃς, μὴν πατᾷς στὴν ἐκκλησιά. Μόνος σου στερεῖς τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ μία οὐράνια εὐλογία.
Αὐτὸ δείχνει ἕνα μικρὸ ἀνέκδοτο ἀπὸ τὸν βίο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος. Πῆγε μιὰ μέρα ὁ ἅγιος σ᾽ ἕνα ἀπόμερο ξωκκλήσι νὰ λειτουργήσῃ. Καὶ ὅταν ἀπὸ τὴν ὡραία πύλη εὐλογοῦσε λέγοντας «Εἰρήνη πᾶσι», ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τῶν ἀγγέλων ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσαν νὰ τοῦ ἀπαντᾷ· «Καὶ τῷ πνεύματί σου»! Γι᾽ αὐτὸ στὸ ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει· «…Καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας σου εὐχὰς ἀγγέλους ἔσχες σειλλειτουργοῦντάς σοι, ἱερώτατε»· κι ὅταν ἀνέπεμπες τὶς ἅγιες εὐχές σου, ἀγγέλους εἶχες νὰ συλλειτουργοῦν μαζί σου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου