Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου
Ἡ Ἐκκλησία, ἀδελφοί μου, ἡ Ὀρθόδοξος
Ἐκκλησία εἶνε οὐρανός. Καὶ τὸ πιὸ ἀπέριττο ἐξωκκλήσι, ὅπου ἕνας ἁπλὸς παπᾶς
φορεῖ τὸ πετραχήλι καὶ τελεῖ τὴν θεία λειτουργία, μεταβάλλεται σὲ οὐρανό. Στὸν
οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας ἥλιος εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός, ὁ «Ἥλιος τῆς
δικαιοσύνης»(ἀπολυτ. Χριστουγ.). Σελήνη, πανσέληνος, εἶνε ἡ Παναγία. Καὶ ἀστέρια
εἶνε οἱ ἅγιοι. Σὰν καντηλάκια, σὰν πολυέλεος εἶνε ὁ φυσικὸς οὐρανός· κι ἂν οἱ ἄθεοι
γκρεμίσουν τὶς ἐκκλησίες, τὸ ναὸ τοῦ σύμπαντος δὲν μποροῦν νὰ τὸν γκρεμίσουν.
Ἄστρα τῆς Ἐκκλησίας εἶνε οἱ ἅγιοι μάρτυρες, ἀσκηταί, ὁμολογηταί. Καὶ ὅπως μερικὰ ἀστέρια διακρίνονται περισσότερο καὶ λέγονται «ἀστέρες πρώτου μεγέθους», ἔτσι καὶ στὸν πνευματικὸ οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν ἅγιοι ποὺ διακρίνονται· ἀστὴρ πρώτου μεγέθους εἶνε λ.χ. ὁ μέγας Ἀθανάσιος (18 Ἰανουαρίου). Καὶ σήμερα ἀνατέλλει ἄλλος ἀστὴρ πρώτου μεγέθους, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός. Ἕνας ὕμνος του λέει· «Χαῖρε, ἀστέρι νοητό, ποὺ φωτίζεις τὰ πέρατα μὲ τὴ λάμψι τῶν σοφῶν λόγων σου». Περὶ αὐτοῦ θὰ μιλήσουμε συντόμως· διότι οὔτε ἐγὼ οὔτε σεῖς μποροῦμε νὰ ἀσχοληθοῦμε ἐκτενῶς.
* * *
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε, ἀγαπητοί
μου, τὸν 4ο αἰῶνα. Ποῦ; Στὴ Μικρὰ Ἀσία, τὴν ἀλησμόνητη, ποὺ εἶνε ἡ κούνια τοῦ
Χριστιανισμοῦ. Μέχρι τὸ 1922 εἶχε χιλιάδες ἐκκλησίες, μητροπόλεις καὶ μοναστήρια.
Τώρα δὲν ὑπάρχει πλέον τίποτα. Γιατί; Μᾶς ξερρίζωσε ὁ Θεὸς γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλων
μας.
Ὁ πατέρας του ἦταν 70% εἰδωλολάτρης καὶ 30% ἰουδαῖος.
Ἡ μητέρα του, ἡ Νόνα, ἦταν Χριστιανή. Πῶς δὲν ζήτησε διαζύγιο νὰ χωρίσουν; Ἔκανε
ὑπομονὴ καὶ μὲ τὴν προσευχή της τὸν ἔκανε Χριστιανό! Γι᾿ αὐτό, ὅσες γυναῖκες ἔχετε
σκληροὺς ἄντρες, μιμηθῆτε τὴ Νόνα. Μὲ τὰ δάκρυά της τὸν ἔκανε ὄχι μόνο Χριστιανὸ
ἀλλὰ καὶ κληρικὸ καὶ ἐπίσκοπο!
Ἡ μεγαλύτερη ὅμως χαρὰ τῆς Νόνας ἦταν
ὁ υἱός της, ὁ Γρηγόριος, ποὺ ἀπὸ μικρὸς ἔδινε δείγματα τί θὰ γίνῃ. Πέστε μου τί
παιχνίδια κάνει τὸ παιδί, νὰ σᾶς πῶ τί θὰ γίνῃ. Ἦταν παιδὶ ποὺ ῥουφοῦσε τὴ γνῶσι,
ἦταν πνεῦμα ἀστραφτερό. Ὅταν ἔμαθε νὰ γράφῃ, χαιρόταν ἡ μανούλα του, καὶ τοῦ ἔκανε
ἕνα δῶρο· πῆγε καὶ ἀγόρασε ἕνα Εὐαγγέλιο, τὸ χρύσωσε, τοῦ τὸ ἔδωσε καὶ τοῦ εἶπε·
Νὰ τὸ ἔχῃς πάντα κοντά σου καὶ νὰ τὸ διαβάζῃς. Ἐσεῖς δώσατε στὰ παιδιά σας τὸ Εὐαγγέλιο;
Τὸ πρῶτο πρόβλημά μας εἶνε τὰ παιδιὰ καὶ ἡ ἐκπαίδευσί τους.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἦταν μεγαλοφυΐα.
Οἱ γονεῖς καὶ ἰδίως ἡ μητέρα τὸν ἔστειλαν νὰ σπουδάσῃ στὴ Ναζιανζό, ἐν συνεχείᾳ
στὴν Ἀλεξάνδρεια, καὶ σὲ ἡλικία 22 ἐτῶν μπῆκε στὸ πλοῖο νὰ πάῃ ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια
στὴν Ἀθήνα. Στὸ ταξίδι ἐκεῖνο, μεταξὺ ῾Ρόδου καὶ Κρήτης, τὸ πλοῖο κινδύνευσε νὰ
ναυαγήσῃ· καὶ ὁ Γρηγόριος ἦταν ἀκόμη ἀβάπτιστος, διότι τότε δὲν εἶχε ἐπικρατήσει
ἀκόμη ὁ νηπιοβαπτισμός. Ἔπεσε τότε στὰ γόνατα καὶ παρακαλοῦσε· κ᾽ ἔκανε τάμα. Τί
τάμα; ὄχι ν᾿ ἀνάψῃ κεριὰ καὶ λαμπάδες κ.λπ.· ἔταξε, ἂν ἀξιωθῇ νὰ πατήσῃ γερὸς
στὴ στεριά, νὰ βαπτισθῇ καὶ ν᾽ ἀφιερωθῇ πλέον στὸ Θεό, δηλαδὴ νὰ σκέπτεται καὶ
ν᾽ ἀγαπᾷ καὶ νὰ ὑπηρετῇ διὰ βίου τὸν Κύριο. Ἀλλὰ καὶ ἡ μάνα του, ὅταν γεννήθηκε
ὁ Γρηγόριος, τὸν εἶχε τάξει στὸ Θεό.
Στὴν Ἀθήνα ποὺ ἔφθασε ἦρθε καὶ ὁ
φίλος του ὁ μέγας Βασίλειος. Συνδέθηκαν στενά. Ἡ ἀρχαία Ἀθήνα, μὲ τοὺς φιλοσόφους
της καὶ τὴ διαφθορά της, δὲν τοὺς ἐπηρέασε. Πολλοὺς δρόμους εἶχε ἡ πόλις, ποὺ ὡδηγοῦσαν
σὲ γυμναστήρια, σὲ ἱπποδρόμια, σὲ ἁμαρτωλὰ σπίτια κ.τ.λ.· οἱ δύο φίλοι δὲν τοὺς
γνώρiσαν τοὺς δρόμους αὐτούς.
Δύο μόνο δρόμους ἤξεραν, αὐτὸν ποὺ ὡδηγοῦσε στὴ σχολὴ καὶ αὐτὸν ποὺ ὡδηγοῦσε στὴν
ἐκκλησία.
Τὸν Γρηγόριο, ὅταν εἶδαν τὰ χαρίσματά
του, τὸν ἤθελαν νὰ μείνῃ στὴν Ἀθήνα καὶ νὰ γίνῃ καθηγητὴς τῆς ῥητορικῆς. Ἀλλὰ δὲν
ἔμεινε. Τὸν τραβοῦσε ὁ τόπος του. Γύρισε στὴν πατρίδα του καὶ ἐκεῖ, στὸν Πόντο,
ἔστησε τὸ ἐρημητήριό του μαζὶ μὲ τὸν μέγα Βασίλειο. Μελετοῦσαν, ἔσκαβαν τὴ γῆ,
διάβαζαν τὴ Γραφή.
Κατόπιν ἐπέστρεψε στοὺς γονεῖς. Ἐκεῖ
τότε τὸν ἔπεισαν καὶ χειροτονήθηκε ἱερεύς. Μετὰ ξαναγύρισε στὴν ἔρημο. Καὶ τέλος
ὁ μέγας Βασίλειος μὲ τὴν ἐπίμονή του τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Σασίμων.
Ἀλλὰ τὰ χρόνια ἐκεῖνα στὴν
Κωνσταντινούπολι ἐπικράτησαν οἱ ἀρειανοὶ καὶ κατέλαβαν ὅλους τοὺς ναοὺς τῆς πόλεως
ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Οἱ ὀρθόδοξοι τὸν κάλεσαν τότε γιὰ
βοήθεια. Ἦρθε λοιπὸν ὁ ἅγιος Γρηγόριος· καὶ ἄρχισε νὰ λαλῇ σὰν ἀηδόνι στὸ μικρὸ
ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Ὅταν ἄνοιξε τὸ στόμα του, ὁ μικρόσωμος αὐτὸς ἄνθρωπος,
μαζεύτηκαν καὶ τὸν ἄκουγαν ὅλο καὶ περισσότεροι. Τὸ τραγούδι του ἦταν ὁ Θεός, ὁ
ἐν Τριάδι Θεός. Ἀπέδειξε μὲ ἐπιχειρήματα γραφικὰ καὶ φιλοσοφικά, ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε
Τριάς. Οἱ ἀρειανοὶ ἐφρύαξαν, δέχθηκε ἐπίθεσι, ἔπεσαν λιθάρια ἐπάνω του καὶ γλύτωσε
κατὰ θαυμαστὸ τρόπο. Κατώρθωσε καὶ ἔκανε ὅλες σχεδὸν τὶς ἐκκλησίες ὀρθόδοξες.
Κατόπιν ἔρχεται ὁ αὐτοκράτωρ, ὁ
μέγας Θεοδόσιος, καὶ τὸν κάνει ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Ἀλλὰ δὲν ἔμεινε
πολὺ στὸ θρόνο, οὔτε δύο χρόνια. Τὸν συκοφάντησαν, καὶ ἀηδιασμένος ἀπὸ τὶς
δολοπλοκίες παραιτήθηκε καὶ ἔφυγε. Ποῦ πῆγε; Στὴ Ναζιανζὸ πάλι.
Εἶχαν ἐν τῷ μεταξὺ πεθάνει ὅλοι οἱ
δικοί του, καὶ ἐκεῖ πέρασε τὰ ἔτη ἐκεῖνα συγγράφων ποιήματα, ποὺ ἦταν τὸ κύκνειο
ᾆσμα του. Καὶ ὅπως ὁ κύκνος λέει τὸ ὡραιότερο τραγούδι του στὸ τέλος τῆς ζωῆς
του, ἔτσι καὶ ὁ Γρηγόριος, ὁ γερο-κύκνος, ἐκεῖ στὴν ἐρημιὰ μακριὰ ἀπὸ τὸν κόσμο,
ἄνοιγε τὴ Γραφή, καὶ ἔγραφε ποιήματα, ποὺ φτάνουν τοὺς 10.000 στίχους. Τραγούδησε
τὰ πάντα· τὸ Θεό, τὴ δημιουργία, τὸν ἄνθρωπο, τὴ γυναῖκα, τὸ παιδί, τὴ φύσι, τὴ
ζωή…. Μιὰ κιθάρα ἦταν.
Στὶς ἡμέρες μας, ὕστερα ἀπὸ τόσα
χρόνια, ἀποφάσισαν ἐπὶ τέλους νὰ βάλουν στὰ σχολεῖα μας καὶ κάτι ἀπὸ τὰ πατερικὰ
κείμενα· καὶ μετέφρασαν ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ συγγράμματα αὐτά. Ἀλλὰ μετὰ κάποιος
«διάβολος» κατώρθωσε μὲ εἰσήγησί του στὴν κυβέρνησι νὰ τὰ βγάλῃ πάλι ἔξω. Θυμᾶμαι,
ὅταν ἤμουν μικρός, εἴχαμε στὸ νησί μας ἕνα τσοπᾶνο, ποὺ εἶχε διδαχθῆ στὸ σχολεῖο
καὶ εἶχε ἀποστηθίσει λόγους τῶν ἁγίων πατέρων· τοῦ ἔδιναν λοιπὸν ἕνα ποτηράκι
κρασὶ καὶ τοῦ ἔλεγαν· Πές μας, μπαρμπα-Γιῶργο, ἕνα λόγο τοῦ Χρυσοστόμου. Καὶ ἄρχιζε
αὐτὸς καὶ ἔλεγε ἀπὸ στήθους ὁλόκληρο τὸν λόγον εἰς Εὐτρόπιον!
Τὰ ὡραιότερα τραγούδια τοῦ Γρηγορίου
ξέρετε ποιά εἶνε; Εἶνε πολλοὶ ὕμνοι ποὺ ἀκοῦμε, ὅπως π.χ. τὸ «Χριστὸς γεννᾶται…»
ποὺ λέμε τὰ Χριστούγεννα. Οἱ ὑμνογράφοι, ὅπως ὁ Κοσμᾶς ὁ μελῳδός, ἔχουν βάλει
στοὺς ὕμνους αὐτούσιες φράσεις ἀπὸ λόγους του.
Ἔτσι, τέλος, μιὰ νύχτα ὁ ἅγιος
Γρηγόριος παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Θεό.
* * *
Ἕνα πρᾶγα κρατῆστε στὸ μυαλό σας,
ἀγαπητοί μου. Σεῖς δὲν εἶστε οὔτε κληρικοὶ οὔτε θεολόγοι· εἶστε οἰκογενειάρχαι.
Κρατῆστε, ἰδίως οἱ γυναῖκες καὶ οἱ νέες ποὺ θὰ κάνουν οἰκογένεια, κρατῆστε τὸ ὄνομα
τῆς Νόνας. Ἂν δὲν ὑπῆρχε Νόνα, δὲν θὰ εἴχαμε Γρηγόριον. Ἂν αὐτὴ δὲν προσευχόταν,
δὲν τὸν δίδασκε, δὲν θὰ γινόταν αὐτὸς ποὺ ἔγινε.
Ὑπάρχουν καὶ σήμερα παιδιὰ σὰν τὸν
Γρηγόριο, ἀγγελούδια, ἀλλὰ τὰ καταστρέφουν οἱ μανάδες, οἱ γονεῖς. Ὅταν ἤμουν στὴ
Βέροια εἶχα στὸ κατηχητικὸ ἕνα παιδάκι, ποὺ εἶχε μεγάλο ζῆλο· μὲ ζάλιζε μὲ τὶς ἐρωτήσεις
του. Καὶ σκεπτόμουν· Ἂν κρατηθῇ αὐτὸ τὸ παιδί, τί μπορεῖ νὰ γίνῃ μιὰ μέρα γιὰ τὴν
Ἐκκλησία μας! Ὅμως, μετὰ ἀπὸ 4 - 5 μαθήματα τὸ Γιῶργο τὸν ἔχασα. Τὸν ἀναζητοῦσα.
Τὸν εἶδα στὸ δρόμο, ἀλλὰ μὲ ἀπέφευγε. Τὸν ρωτῶ· –Γιατί σταμάτησες νὰ ἔρχεσαι; –Ὁ
πατέρας μου, λέει, μοῦ ἀπαγόρευσε. «Ἂν ξαναπᾷς στὸ κατηχητικό, θὰ σὲ σκοτώσω», μοῦ
εἶπε… Τὸ παιδάκι αὐτὸ χάθηκε ἐξ αἰτίας τοῦ ἀθέου πατέρα του. Πῶς λοιπὸν νὰ βγοῦν
σήμερα τέτοιοι ἄνθρωποι, ὅταν τὸ παιδὶ τὸ φαρμακώνουν;
Μανάδες, προσπαθῆστε νὰ φυτεύσετε
τὴν πίστι στὴν καρδιὰ τῶν παιδιῶν σας. Δῶστε μας δασκάλους, ἀξιωματικούς,
γεωργούς, τεχνῖτες, προπαντὸς ἐδῶ στὴ Φλώρινα δῶστε μας ἕναν ἱερέα, ἕνα θεολόγο.
Εἶμαι γέρος ἄνθρωπος, μὲ περιμένουν τὰ κυπαρίσσια· θὰ εἶμαι εὐτυχὴς ἂν κάποιο ἀπὸ
αὐτὰ τὰ παιδιὰ ποὺ εἶνε μπροστά μας γίνῃ ἱερεὺς ἢ καὶ ἐπίσκοπος. Θέλεις, μάνα,
χαρὰ μεγαλύτερη ἀπ᾽ αὐτήν;
Ὦ Γρηγόριε, ὦ Νόνα, ὦ Τρεῖς Ἱεράρχαι, προσεύχεσθε
νὰ βροῦμε ἔλεος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ· ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου