26 Μαΐου 1834
Το πρακτικό της απόφασης για
θανατική καταδίκη του Γέρου του Μωριά, με κενά στη θέση των υπογραφών των
Πολυζωίδη και Τερτσέτη. (Από το βιβλίο του Δημήτρη Φωτιάδη)
******************************
Ὅλοι μὲ πιασμένη τὴν ἀνάσα περίμεναν νὰ ἀκούσουν τὴν ἀπόφασι.
Ὁ πρόεδρος τοῦ δικαστηρίου Ἀναστάσιος Πολυζωΐδης ζητᾶ ἀπὸ τὸν Ἀντρὲ Μάσον, τὸν ἐπίτροπο, νὰ ὁλοκληρώσῃ τὸ κατηγορητήριόν του, τὴν δευτερολογία του οὐσιαστικῶς, ἀλλὰ αὐτὸς ἀρνεῖται. Κι ἐπεὶ δὴ ἀκριβῶς ἀρνεῖται ἀξιώνει ἀπὸ τὸν Πολυζωΐδη νὰ μὴν δευτερολογήσουν καὶ οἱ δικηγόροι τῶν κατηγορουμένων.
Ὁ Πολυζωΐδης ἀρνεῖται νὰ διακόψῃ τὴν δίκη. Ἡ πίεσις εἶναι ἀφόρητος.
Ὁ Μάσον παρουσιάζει χαρτί-ἐντολὴ τῶν Ἄρμανσμεργκ, Μάουερ καὶ Ἔϊντεκ, δῆλα δὴ τῶν Ἀντιβασιλέων, ἄρα βασιλικὴ ἐντολή, γιὰ νὰ λήξῃ ἐντὸς τῆς ἡμέρας ἡ δίκη.
Ὁ Πολυζωΐδης ἀρνεῖται διότι γνωρίζει πὼς μέσα στὸ δικαστήριον αὐτὸς ὁρίζει τοὺς κανόνες συμπεριφορᾶς.
Ἀπειλεῖται εὐθέως μὲ δικαστικὲς διώξεις.
Τὸ διάταγμα δὲ ποὺ τὸν ὑπεχρέωνε νὰ βγάλῃ ἀπόφασι εἶχε ἡμερομηνία 25 Μαΐου τοῦ 1834. Δῆλα δὴ οὔτε κἄν τὴν ὑπομονὴ εἶχαν οἱ ἀντιβασιλεῖς νὰ ὑπογράψουν τὴν ἰδίαν ἡμέρα. Οὔτε καὶ προσεπάθησε ὁ Κωνσταντῖνος Σχινᾶς, ὑπουργὸς δικαιοσύνης τότε, νὰ ἐνημερώσῃ ἐκτὸς δικαστηρίου τὸν Πολυζωΐδη.
Ὅλοι ἤθελαν νὰ ἀποδείξουν τὴν ἰσχύ τους καὶ τὴν ὑπὲρ ἄνω τοῦ νόμου καὶ τοῦ δικαίου ἐπικράτησίν τους. Καθαρὴ τρομοκρατία ἀσκοῦσαν οὐσιαστικῶς καὶ μάλλιστα ἐπισήμως.
Δύο ἡμέρες πρίν, ἔξω ἀπὸ τὸ τζαμί, ἡ δήμιος ἔστηνε τὴν γκιλοτίνα. Τὸν ἀτιμωτικότερον θάνατον ἐπεφύλασσαν γιὰ τοὺς ἥρωες!
Ὅλοι λοιπὸν ἤξεραν.
Παρὰ τὴν πλειοψηφία τῶν ἐπιθυμούντων νὰ καταδικαστοῦν γιὰ ἐσχάτη προδοσία οἰ δύο στρατηγοί, οἱ Τερτσέτης καὶ Πολυζωΐδης ἀρνοῦνται. Πασχίζουν νὰ τοὺς πείσουν.
Κανένα ἐπιχείρημα. Καμμία ὑποχώρησις. Ἦταν ἡ πλειοψηφία.
Ὁ Πολυζωΐδης τότε προτείνει νὰ γίνῃ χρήσις τοῦ ἄρθρου 135, τὸ ὁποῖον ἔλεγε πὼς ἐὰν οἱ δικαστὲς διαφωνοῦσαν, μποροῦσαν νὰ ἀναβάλουν τὴν ἀπόφασι. Οἱ τρεῖς διορισμένοι δικαστὲς ἀρνοῦνται κι ἀρχίζουν νὰ συντάσσουν τὴν ἀπόφασι. Τὴν ὑπογράφουν καὶ ζητοῦν ἀπὸ τοὺς Τερτσέτη καὶ Πολυζωΐδη νὰ συνυπογράψουν.
Ἀρνοῦνται ὅμως νὰ ὑπογράψουν μίαν ἄδικο, κατὰ πῶς εἶπε ὀ Πολυζωΐδης, ἀπόφασιν.
Δέχονται νὰ βάλουν ὥς ὅρο τὴν ἀναμονὴ τῆς ἐκτελέσεως τῆς ποινῆς, γιὰ νὰ ζητηθῇ χάρις ἐκ τοῦ Ὄθωνος.
Οὔτε τότε ὑπογράφουν οἱ νέοι ἥρωες.
Ἀποφασίζουν νὰ φωνάξουν τὸν Μάσον, ὁ ὁποῖος ὅμως ὥς κυρα-κουτσομπόλα ἀναμένει ἔξω ἀπὸ τὴν θύρα νὰ παραλάβῃ τὸ ποθούμενον ἔγγραφον. Ὁ Πολυζωΐδης τὸν διώχνει.
Αὐτὸς φεύγει ἀλλὰ σὲ λίγο ἐπιστρέφει πασχίζοντας νὰ πείσῃ τὸν Τερτσέτη νὰ ὑποχωρήσῃ.
Ὁ Πολυζωΐδης τὸν διώχνει μὲ φωνές.
Τὴν ἴδια στιγμὴ οἱ Πολυζωΐδης καὶ Τερτσέτης συντάσσουν ἐπιστολή, μὲ τὴν ὁποίαν καταγγέλουν τὰ τεκταινόμενα κι ἀναχωροῦν γιὰ τὸ σπίτι τοῦ Πολυζωΐδου, πρὸ κειμένου νὰ ἀναμένουν ἐκεῖ τὶς ἀποφάσεις τοῦ ὑπουργοῦ.
Ὁ κόσμος ἀκόμη ἔξω ἀπὸ τὸ τζαμί…
Δὲν χρειάστηκε ὅμως βία.
Ὁ Τερτσέτης καὶ ὁ Πολυζωΐδης ἐπέστρεψαν.
Ὁ Σχινᾶς τότε ἀρχίζει μίαν ὑστερικὴ ἐπίθεσι στὰ πρόσωπά τους, ἄλλοτε μὲ τὸ γλυκὸ κι ἄλλοτε μὲ τὸ ἄγριο, γιὰ νὰ τοὺς μεταπείσῃ. Ἀμετάπειστοι αὐτοί!
Ἡ στολή του γυαλίζει σὰν καθρέπτης. Γύρω του ὅλοι οἱ αὐλικοί του, πλῆθος στρατοῦ καὶ τὰ παρτάλια του.
Ἀπειλεῖ πλέον εὐθέως. Κάποιαν στιγμὴ ἀναφωνεῖ: «ἐν ὀνόματι τοῦ βασιλέως σᾶς προσκαλῶ νὰ ὑπογράψετε τὴν ἀπόφασιν».
«Ἐν ὀνόματι τῆς δικαιοσύνης δὲν τὴν ὑπογράφω», ἀπαντᾶ ὁ Πολυζωΐδης.
Τοὺς παρατᾶ ἐκεῖ, κλειδωμένους καὶ φεύγει τρέχοντας ὁ Σχινᾶς γιὰ νὰ πάρῃ νέες ἐντολές, ἀπὸ τὸν Μάουερ.
Σὲ τριάντα λεπτὰ ἐπιστρέφει μὲ νέες ἐντολές. Ἀρκοῦν οἱ ὑπογραφὲς τῶν τριῶν δικαστῶν γιὰ νὰ ἀναγνωσθῇ ἡ ἀπόφασις.
Διατάσσει ἐκ νέου τοὺς δύο ἀντάρτες νὰ ἐπιστρέψουν στὴν αἴθουσα γιὰ νὰ παρίστανται στὴν διαδικασία. Ἀρνοῦνται. Διατάσσει νὰ τοὺς σύρουν οἱ κλητῆρες του ἔως τὶς θέσεις τους. Τοὺς κτυποῦν γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ τοὺς σύρουν ἔως τὴν αἴθουσα.
Τοὺς κρατοῦν ἀκινητοποιημένους στὶς θέσεις τους.
Ἀνοίγουν τὶς πύλες κι ὁ λαὸς εἰσέρχεται…
Ὤωωω… Τί θέαμα! Δύο δικαστὲς μὲ τέσσερις λόγχες ὁ καθεὶς ἐπάνω ἐπάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του κι ὁ καλογυαλισμένος Σχινᾶς στὰ πρόθυρα τῆς λιποθυμίας!
Τὴν ἀπόφασιν διάβασε ὁ ἕνας ἐκ τῶν τριῶν ἐντεταλμένων. Εἶχε ἔκτασιν ἑπτὰ σελίδων!!! Δὲν τὴν κατεχώρησαν ὅμως στὰ πρακτικά. Ἀντίγραφό της ὑπάρχει στὸ βιβλίο ποὺ κρατῶ στὰ χέρια μου καὶ βρίσκεται στὴν Ἐθνικὴ Βιβλιοθήκη.
Οἱ τρεῖς δικαστές, μαζὺ μὲ τὸν Σχινᾶ, ἔφυγαν μὲ μπόλικη συνοδεία.
Οἱ καταδικασθέντες ἐπέστρεψαν, μὲ μεγάλο τμῆμα τῆς βαυαρικῆς φρουρᾶς, στὸ Ἴτς Καλέ, στὸ φρούριο ποὺ ἡ στρατηγικὴ ἀντίληψις τοῦ Κολοκοτρώνου ἀπελευθέρωσε, δίχως νὰ γνωρίζουν πὼς εἶχαν χρονικὸ περιθώριον γιὰ χάρι.
Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἀρχίζει ὁ Γολγοθᾶς τῆς ἀντιβασιλείας νὰ ἀπεγκλωβιστῇ ἀπὸ τὸ ἀτόπημα.
Μαζὺ μὲ τὶς παρεμβάσεις ἀπὸ τὶς ξένες πρεσβεῖες καὶ μὲ τὴν συμπαράστασι τοῦ Μαυροκορδάτου, ἦταν πλέον δεδομένον πὼς ἡ παγίδα ποὺ ἔστησαν στοὺς ἑαυτούς τους ἦταν πολὺ μεγάλη.
Ἐπάνω τους σήκωσαν ὅλο τὸ Ἔθνος.
Ὁ Νικηταρᾶς λέει τοῦ Πολυζωΐδου: «Μοῦ πῆρες τὴν δόξα ποὺ ἀπέκτησα στὰ Δερβενάκια».
Ἕνας ἄλλος, στρατηγὸς τοῦ ἀγῶνος, τοῦ φιλᾶ τὸ χέρι καὶ τοῦ λέει: «Φιλῶ τὰ χέρια σας γιατὶ ἀπέμειναν ἀναίμακτα ἀπὸ φόνο».
1 σχόλιο:
Ως Έλληνες ποτέ δεν μας δίδαξε το απαράδεκτο παρελθόν μας. πάντα είμαστε στα ίδια και χειρότερα λήθη.
Δημοσίευση σχολίου