Αρχιμ. Ειρηναίου Μπουσδέκη
Γνωστός όπως είπαμε ο θεσμός της Αριστίνδην στήν Εκκλησία της Ελλάδος και χρησιμοποιήθηκε δέκα (10) φορές πρίν την Αριστίνδην που εξέλεξε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και τους μητροπολίτες της περιόδου 1967-1974. Τόν τρίτο χρόνο όμως της Αρχιεπισκοπείας του Ιερωνύμου Κοτσώνη κάτι αλλάζει ριζικά. Την Αριστίνδην πλέον δεν την ορίζει το στρατιωτικό καθεστώς με Συντακτική Πράξη, ούτε αποτελείται πλέον από οκτώ (8) μέλη. Ο Καταστατικός Χάρτης τοῦ ἔτους 1969 (πού πέρασε η Κυβέρνηση με πρόταση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου για να ρυθμίζει τα της Εκκλησίας της Ελλάδος) ὅριζε ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος (ΔΙΣ) θά ἐκλέγεται ἀπό τήν Ἱεραρχία (θα είναι δηλαδή και πάλιν Αριστίνδην) καί θά ἔχει τριετῆ θητεία. Αυτή η Σύνοδος θα αποφασίζει για τα τρέχοντα θέματα, θα εκλέγει Ιεράρχες και έχοντας τριετή θητεία θα κατορθώνει να δρομολογεί ποιμαντικά θέματα μέσα στην Εκκλησία.
Η ένσταση (που προέρχεται από πατριαρχικούς κύκλους) σε σχέση με την
κανονικότητα της Αριστίνδην Συνόδου πού θεσμποθετήθηκε με τον Καταστατικό Χάρτη
του 1969: «Ἡ ΔΙΣ δέν θά συγκροτεῖται κατά τήν κανονική τάξη τῶν πρεσβείων ἀρχιεροσύνης
καί μέ ἴσο ἀριθμό ἀρχιερέων ἀπό τήν αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί τίς Νέες
χῶρες γιατί ὁ νόμος καταργοῦσε τήν Πατριαρχική καί Συνοδική Πράξη τοῦ 1928».
Μά τόσο ὁ Πατριαρχικός τόμος ὅσο καί ἡ Πατριαρχική Συνοδική Πράξη εἶναι
μέν κανονικά κείμενα, σχετικῆς ἀξίας ὅμως. Ἀποδέχονται τήν ἀνεξαρτητοποίηση τῆς
Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας θέτουν ὅμως κάποιους ὅρους μονομερῶς. Ὑποδεικνύουν, τρόπον
τινά, πῶς πρέπει νά διοικεῖται μιά ἄλλη Ἐκκλησία τῆς ὁποίας ἀναγνωρίζουν τήν ἀνεξαρτησία.
Τό κριτήριο γιά τήν κανονικότητα τῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι οἱ
Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι ὁ Τόμος καί ἡ Πράξη. Μάλιστα οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας,
ἐπειδή προβλέπουν τό μητροπολιτικό σύστημα διοικήσεως (μητροπολίτης μέ τούς ἐπισκόπους
του ἀπαρτίζουν μικρή τοπική Σύνοδο), μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι μέ κανένα ἀπό τά
σημερινά συνοδικά συστήματα δέν συμφωνοῦν.
Α) Μιά Διαρκής γιά παράδειγμα Σύνοδος δέν προβλέπεται γιατί ὁ ἐπίσκοπος,
κατ’ ἐπιταγή τῶν Κανόνων, ἀπαγορεύεται νά εἶναι διαρκῶς ἀπών ἀπό τήν μητρόπολή
του. Ἄν ἐπικαλεστεῖ κανείς τήν διευκόλυνση τῶν μεταφορικῶν μέσων στήν ἐποχή μας
καί τήν συνεδρίαση μόνο τριῶν ἡμερῶν κάθε μήνα γιά νά δικαιολογήσει τήν
κανονικότητα, τότε προσκρούει καί πάλι στό καθεστός τῶν συνοδικῇ ἐξουσιοδοτήσει
ἀποφάσεων τοῦ ἑκάστοτε ἀρχιεπισκόπου ὅταν οἱ συνοδικοί ἀπουσιάζουν, πού οὐσιαστικά
εἶναι κατάλυση τοῦ συνοδικοῦ συστήματος καί ἀρχή τοῦ ἑνός (τοῦ Ἀρχιεπισκόπου).
Β) Ἡ συγκρότηση, γιά παράδειγμα, τῆς πατριαρχικῆς συνόδου
παλαιότερα ἔπασχε καί αὐτή κανονικά. Ποῦ ὁρίζουν οἱ Κανόνες ἄλλοι (ψιλῷ τῷ τίτλῳ
οἱ πιό πολλοί) μητροπολίτες, οἱ Φαναριῶτες, νά λύνουν θέματα ἄλλων ἐπαρχιούχων
μητροπολιτῶν πού βρίσκονται στήν ἄλλη ἄκρη τῆς γῆς (Ἀμερική, Αὐστραλία, Εὐρώπη
κ.ἄ.), χωρίς τήν μετοχή τῶν ἴδιων;
Γ) Ἀλλά καί τήν τωρινή συγκρότηση τῆς πατριαρχικῆς Συνόδου μέ ἕξι (ψιλῷ
τῷ τίτλῳ τούς πιό πολλούς) μητροπολίτες ἀπό τό Φανάρι καί ἄλλους ἕξι ἀπό ὅλα τά
σημεῖα τῆς γῆς ἐπιλεγμένους κατά ἀπόλυτη προτίμηση ἀπό τόν Πατριάρχη, μέ ἑξάμηνη
θητεία, ποιός κανόνας τήν προβλέπει; Μόνο σάν ἐνδημούσα ἔκτακτη Σύνοδος, πού
περιστασιακά, γιά λύση κάποιου συγκεκριμένου θέματος, συγκροτεῖται μέ ὅσους
τυχαία ἐκείνη τή στιγμή παρευρίσκονται στήν Κωνσταντινούπολη, μπορεῖ νά νοηθεῖ
μιά τέτοια Σύνοδος καί ὄχι ὡς Σύνοδος μέ τακτικές συνεδριάσεις. Μάλιστα, στήν Ἀριστίνδην
τουλάχιστον τά μέλη της ἐκλέγονταν ἀπό ὅλους τούς Ἱεράρχες. Ἐδῶ ἡ ἐπιλογή εἶναι
δεσμευτική. Ἕξι Φαναριῶτες καί οἱ ὑπόλοιποι, ὅσους ἐπιλέγει ὁ Πατριάρχης.
Καί μιά ἀκόμα διευκρίνιση. Ἡ νομοθέτηση τῆς Ἀριστίνδην ἀπό τήν πολιτεία
(ἄρα καί ἀπό τό στρατιωτικό καθεστώς) εἶναι μιά σταθερή πραγματικότητα γιά τήν ἀνεξάρτητη
Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Πάντα (καί σήμερα) στήν Ἑλληνική Ἐκκλησία ὑπάρχει νόμος
πού ρυθμίζει τά θέματά της (Καταστατικός Χάρτης), ὁ ὁποῖος ὁρίζει καί τήν
συγκρότηση τῆς Συνόδου. Δέν πρόκειται λοιπόν οὔτε γιά «πολιτειοκρατική ἀντίληψη»
οὔτε γιά «φαρμακίδειο ἀντίληψη τοῦ Ἱερώνυμου καί τῶν περί αὐτόν ἱεραρχῶν», ὅπως
ἰσχυρίζονται σημερινοί υποστηρικτές του Πατριαρχείου.
Και μια τελευταία επισήμανση: Δεν είναι αντικανονική η ΔΙΣ που όριζε ο
Καταστατικός Χάρτης του 1969. Όψιμα ξιφούλκισαν πολλοί αρχιερείς της Ελλαδικής
Εκκλησίας στο τέλος της Αρχιεπισκοπείας του Ιερωνύμου (εντός του 1973),
επιδιώκοντας την απομάκρυνση του Ιερωνύμου, θορυβούντες και λέγοντες ότι είναι
αντικανονική η μη συμμετοχή όλων των μητροπολιτών στην ΔΙΣ με την σειρά κατά τα
πρεσβεία αρχιερωσύνης.
Από την πρώτη στιγμή όμως δέχθηκαν τον Καταστατικό Χάρτη, επίσης
δέχθηκαν ως Ιεραρχία να εκλέξουν την Αριστίνδην Σύνοδο και το 1969 και το 1972
και μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακύρωσε την Σύνοδο που
εξελέγη το 1972 (για τυπικούς λόγους –δεν είχαν υπογραφεί τα πρακτικά της
Ιεραρχίας) το 1973, παρ’ όλον τον θόρυβο που προκάλεσαν και πάλι ως Ιεραρχία
εξέλεξαν την Αριστίνδην μικρή (δωδεκαμελή σύνοδο) όπως ο Καταστατικός Χάρτης
του 1969 όριζε. Δεν μπορεί να κατανοήσει κανείς πως μπορεί να είναι
αντικανονικό κάτι που το αποδέχεται και μετέχει στη διαδικασία. Και δεν
μετείχαν απλώς στη διαδικασία της εκλογής των Αριστίνδην Συνόδων αλλά κάποιοι
απ’ αυτούς (επίσκοποι πρό Ιερωνύμου) μετείχαν στις τρεις (3) Αριστίνδην
αυτές Συνόδους (1969 έως 1972, 1972 έως 4ος -1973 και 5ος 1973
έως 12ος 1973) χωρίς να θέσουν θέμα κανονικότητας. Ο τότε
μάλιστα Ιωαννίνων Σεραφείμ και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος μετείχε και στις 3,
δηλαδή όλο το διάστημα από την εφαρμογή του Καταστατικού Χάρτη (1969) μέχρι την
παραίτηση του Ιερώνυμου (12ος 1973). Μετά όμως ως Αρχιεπίσκοπος
διεκτραγωδούσε ευκαίρως ακαίρως τίς αντικανονικότητες των Αριστίνδην Συνόδων.
Πηγή: Μ Α&Μ Ν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου