Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

«Κοσμάς, ο ηγαπημένος πατήρ» - Φ. Τσαρούχης

Γράφει ο Φ. Τσαρούχης

Γενάρης 2023. Ένας χρόνος από την κοίμηση του μακαριστού Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας Κοσμά. Κι είναι τούτες οι ώρες, που σου ‘ρχονται -όπως και για κάθε αποθαμένο δικό σου άλλωστε- όλες οι σημαντικές στιγμές του μπροστά σου σαν ταινία. Κι εσύ θες να τις κλείσεις μέσα σου καλά, να τις φυλάς, θρονιάζοντάς τες σε ευγνώμονες νεφέλες πνοών αθανάτων. Για το μακαριστό π. Κοσμά, θα ‘θελα αυτή τη στιγμή να τονίσω δύο χαρακτηριστικά, συναφή βέβαια, που είναι και ενδεικτικά της Αρχιερατείας του.

Το πρώτο είναι η μεγάλη ανανέωση που έφερε στην τοπική Εκκλησία με την στροφή της στην -λησμονημένη από τους πολλούς- ορθόδοξη παράδοση και το δεύτερο είναι η πολυσυζητημένη στάση απέναντι στην πανδημία.

Όσο, λοιπόν, κατά τα πρόσφατα χρόνια του προηγούμενου αιώνα εξουθένωναν το σώμα της Εκκλησίας η νομικίστικη θεώρηση της αμαρτίας κι η ηθικιστική ερμηνεία του ευαγγελίου, όσο τρέμαμε εκείνον το Θεό που περιμένει με το σφυρί του δικαστή για να σε στείλει στην κόλαση που έφτιαξε κι όσο έκαναν παρέλαση από μπροστά μας σεσωσμένες ομάδες πιστών, προσμένοντας κάποια εκπλήρωση μελλοντικής κι αβέβαιης θείας υπόσχεσης για ανταμοιβή τους, ο Κοσμάς βρισκόταν ήδη στα κούτσουρα της αυλής της Παναγούδας, να διδάσκεται από τον Όσιο Παΐσιο τον Αγιορείτη (και άλλους σύγχρονους Αγίους) την ορθόδοξη θεολογία και βιωτή, που είχε, βέβαια, ήδη ξεκινήσει να μαθαίνει από μικρός στο παραδοσιακό περιβάλλον του σπιτιού του.

Τι σημαίνει όμως αυτό για την Εκκλησία; Σημαίνει ότι αργότερα, ως Επίσκοπος και προεστώς της Εκκλησίας, άρχισε πλέον να μιλά για την αγάπη του Θεού και τη μετοχή του ανθρώπου σ’ αυτήν, να καταργεί δηλαδή την δημιουργία της κόλασης από τον Θεό, αφού αυτός μόνον αγαπά και μόνον απ’ την αγάπη του μπορεί να κολαστεί όποιος δε μετέχει -αφού έχει αναφαίρετα το αυτεξούσιο ως κατ’ εικόνα του Θεού δημιουργημένος- σ’ αυτήν. Να μιλάει για την ασκητικότητα, για το νου και τη νοερά λατρεία. Και, λοιπόν, να καταργεί τους ηθικούς κώδικες και κανόνες και στη θέση τους να βάζει το φιλότιμο, την αγάπη, την ευλάβεια, που ‘χε μετατραπεί, όπως έλεγε κι ο Όσιος δάσκαλός του, από άρωμα σε κολώνια της ευσέβειας. Άρχισε να μιλάει για τη θέληση, τη φρόνηση, τη προαίρεση, να στρέφει το ποίμνιο προς το βάθος του εαυτού του, στην καρδία, στον εντός ημών άνθρωπο, αφού η βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν.

Κι έρχομαι έτσι στο δεύτερο σημείο, που είναι η στάση του απέναντι στην πανδημία. Όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω έχουν σχέση μ’ αυτή, γιατί αφενός μεν την καθορίζουν αφετέρου δε τη διατηρούν σε υγιή -και άρα ορθόδοξα- πλαίσια.

Κι αξίζει να αναφερθεί νομίζω ιδιαίτερα τώρα, μέσα στο κατακλυσμό των απόψεων που ακούμε καθημερινά: απ’ τη μια «ο κορωνοϊός δεν υπάρχει», « οποίος φοράει μάσκα του την έβαλε ο διάβολος στο στόμα», «όποιος γιόρτασε Ανάσταση στις 9 είναι αιρετικός» ή, από την άλλη, «μην προσκυνάτε τις εικόνες και κολλήσετε», «μη μπαίνετε χωρίς μάσκα στους ναούς», «χρησιμοποιείστε κουταλάκια μιας χρήσης κατά τη θεία μετάληψη», συνεχή κηρύγματα κατά τις ακολουθίες φόβου και τρομοκρατίας, κηρύγματα ιατρικής εναντίον των κηρυγμάτων ιατρικής (!) και ούτω καθεξής. Ως προς την πανδημία ο μακαριστός Κοσμάς είναι γνωστό ότι κατηγορήθηκε πολύ, βρίστηκε, περιγελάστηκε, χαρακτηρίστηκε ακόμα και ανόητος (!) από κληρικούς, διαπομπεύτηκε στα τηλεοπτικά κανάλια και τις ελαφριές τηλεοπτικές εκπομπές. Κι όμως, ούτε την ιατρική απέρριπτε, ούτε την ύπαρξη του κορωνοϊού αρνούνταν, ούτε πρόσταζε στο ναό να μπαίνουν μόνο όσοι δε φοράνε μάσκες ή μόνο όσοι φοράνε. Κινείτο σε άλλο επίπεδο, που αν δεν το κατανοήσουμε απ’ τη βάση του, ο Κοσμάς θα μας φαίνεται πάντα ανόητος, αρνητής, συνομωσιολόγος κ.α.

Συγκεκριμένα, το ότι δεν φορούσε μάσκα στο ναό ο ίδιος, δεν το έκανε για να επιδείξει τη δυνατή πίστη του και να επιβληθεί στους αλλοφρονούντες ή να αποδείξει ότι είναι πάνω από την φθαρτότητα των ασθενειών ή να αρνηθεί κι αυτές τις ίδιες ή να τηρήσει κάποια ηθική τάξη, νοούμενη ως φανέρωση της κυρίαρχης θέλησης του Θεού, δηλαδή ότι ο Θεός τιμωρεί ή ανταμείβει ανάλογα με το βαθμό υπακοής, κατά τη Νιτσεϊκή σκέψη, αλλά γιατί χάρη στην αγαπητική σχέση του με το Θεό, μπορούσε να βλέπει παντού στο ναό την ιερότητα, την παρουσία της χάριτος, να μπορεί να λέει στα κηρύγματά του ότι «είναι χώρος άγιος, ”είναι ουρανός ο Ναός” λέει ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Είναι του Θεού το θυσιαστήριο»• γι αυτό και η ευλάβεια είναι άρωμα που ελευθερώνει εξάλλου, αντίθετα από την κολώνια της ευσέβειας που σε σκλαβώνει σε στείρους κανόνες ευσεβισμού, οπότε είσαι αναγκασμένος να μη φορέσεις μάσκα για να είσαι ευσεβής.

Όχι, ο Κοσμάς δεν ήθελε να είναι ευσεβής ώστε δε φόραγε στο ναό τη μάσκα, αντίθετα η ευλάβεια, ο φόβος του Θεού, τον έκανε να είναι στο θυσιαστήριο και να μην έχει την ανάγκη να σκεφτεί καν το αν θα βάλει ή όχι μάσκα! Δεν υπήρχε αυτό το δίλημμα, αφού δεν υπήρχε και το περιθώριο να προκληθεί και να προβληθεί. Αυτό όμως σημαίνει ότι αρνιόταν τα μέτρα της ιατρικής για τη συμβολή και συνέργεια του ανθρώπου στην προφύλαξή του από τον ιό; Όχι, ο ίδιος τόνιζε ότι «ὀφείλουμε ὡς ἄνθρωποι νὰ προσέχουμε.

Μὲ ταπείνωσι νὰ ἀκούσουμε τὶς ὁδηγίες τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης καὶ νὰ τηροῦμε τοὺς ὅρους τῆς ὑγιεινῆς. Κύριος ἔδωκεν ἐπιστήμη». Αλλά δεν έμενε αποκλειστικά και μόνον σ’ αυτά, συνέχιζε λέγοντας ότι «οἱ ἄνθρωποι χωρὶς πίστι, χωρὶς ἐμπιστοσύνη στὸν Παντοκράτορα Κύριο, χωρὶς κοινωνία μὲ τὸν Χριστό, σὲ ἀνάλογες στιγμὲς καὶ περιπτώσεις, τρέμουν, κλυδωνίζονται καὶ ἀποθαρρύνονται», δίνοντας μιαν άλλη προοπτική στην αντιμετώπιση της ασθένειας.

Γι αυτό το λόγο κι ο ίδιος, όλη του την ποιμαντορία σε τι την είχε στραμμένη; Αυτή την πίστη και αυτήν την κοινωνία δεν αγωνίζονταν για να έχει το ποίμνιό του; Την ασκητική γιατί την δίδασκε άλλωστε; από προγονοπληξία ή ρομαντισμό; Όμως, δεν έχουν φτάσει όλοι στο υπέρ φύσιν, υπάρχει και το παρά φύσιν και το κατά φύσιν. Όποιος δεν έχει αυτή την ανιδιοτέλεια, ο Κοσμάς τι τον κάνει; Τον διώχνει από την εκκλησία; Τον καταδικάζει; Τον εκδικείται από την θέση εξουσίας που έχει; Τίποτα απ’ αυτά, αντίθετα δέχεται στο ναό και όποιον μπορεί να μη φορέσει μάσκα -άσχετα αν έχει καλά ή όχι κίνητρα γι αυτό- και όποιον θέλει να τη φορέσει και όποιον θέλει να προσκυνά τις εικόνες και όποιον δεν θέλει. Αυτός έργοις και λόγοις διατυπώνει την αλήθεια, δεν την προσεγγίζουν όμως όλοι με τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο χρόνο, και ως διακριτικός πατήρ αυτό το αναγνωρίζει, κατά την προσπάθειά του για την θεραπεία τού εμπιστευθέντος αυτώ ποιμνίου.

Ο μακαριστός Επίσκοπος είναι αλήθεια ότι δεν άφησε πίσω του πολυπληθή κτίρια λαμπρά, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και μητροπολιτικά μέγαρα, άφησε όμως παρακαταθήκη την ορθόδοξη θεολογία. Τι σημαντικότερο μπορούσε να αφήσει στην μητρόπολη και με ποιον άλλον τρόπο να την ευεργετούσε; Έχουμε τίποτα άλλο τόσο μεγάλη ανάγκη σήμερα, παρά αυτή; Όταν θα ‘μαστε στα λαμπρά κτίρια, θα την έχουμε αυτή τουλάχιστον, να την βάνουμε κόντρα στα ντουβάρια, μη πέσουν και πλακώσουν την απονοηματοποίησή μας…

Πηγή: agrinionew

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ο μακαριστός δεν ήταν φρού φρού και αρώματα, ούτε θέλησε να αντικαταστήσει το κράτος πρόνοιας.... έδωσε βάρος πρωτίστως στα πνευματικά-λειτουργικα και μετά στα υπόλοιπα...