Κυριακὴ π. Χρ. Γεννήσεως
(Ματθ. 1,1-25)
Τι εiνε ἁμαρτiα;
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π.
Αυγουστίνου Καντιώτου
«Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ
καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν
αὐτῶν» (Ματθ. 1,21)
Κάθε παιδί, ἀγαπητοί μου, ποὺ
γεννιέται στὸν κόσμο αὐτὸν καὶ βαπτίζεται, παίρνει ἕνα ὄνομα. Καὶ τὸ ὄνομα ποὺ
τοῦ δίνουν οἱ γονεῖς, μένει μέχρι θανάτου· μ᾿ αὐτὸ ζῇ πλέον στὴν κοινωνία. Ὁ ἕνας
λέγεται Δημήτριος, ὁ ἄλλος Γεώργιος, ὁ ἄλλος Νικόλαος κ.τ.λ..
Γιατί δίνουμε τὰ ὀνόματα; Διότι τὸ ὄνομα
ὑπενθυμίζει, ὅτι ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ζήσῃ ὅπως καὶ ὁ προστάτης ἅγιός του.
Λέγεται Νικόλαος; νὰ μιμηθῇ τὸν ἅγιο Νικόλαο· λέγεται Δημήτριος; νὰ μιμηθῇ τὸν ἅγιο
Δημήτριο· λέγεται Γεώργιος; νὰ μιμηθῇ τὸν ἅγιο Γεώργιο· λέγεται Κατερίνα; νὰ
μιμηθῇ τὴν ἁγία Αἰκατερίνη· λέγεται Βαρβάρα; νὰ μιμηθῇ τὴν ἁγία Βαρβάρα·
λέγεται Παναγιώτα; ὤ τότε! νὰ μιμηθῇ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Γι᾿ αὐτὸ δίνονται ὀνόματα
τὴν ὥρα τοῦ βαπτίσματος.
Ἔτσι καὶ τὸ παιδὶ ποὺ γέννησε ἡ Παναγία
ὄχι κατὰ φυσικὸ ἀλλὰ κατὰ ὑπερφυσικὸ τρόπο, τὸ μονάκριβο παιδί της, πῆρε ὄνομα.
Τὸ ὄνομα αὐτὸ δὲν τό ᾿δωσε ἡ Παναγία, δὲν τό ᾿δωσε κανείς ἄλλος· τό ᾿δωσε ὁ οὐρανός,
τό ᾿δωσε ὁ Θεός.
Λέγεται Ἰησοῦς Χριστός. Χριστός, διότι ὅπως
στὴν παλιὰ ἐποχὴ οἱ βασιλιᾶδες χρίονταν μὲ λάδι, ἔτσι κ᾿ ἐκεῖνος χρίσθηκε· ὄχι
ὅμως μὲ λάδι, ἀλλὰ μὲ Πνεῦμα ἅγιο τὴν ὥρα τῆς συλλήψεώς του. Καὶ Ἰησοῦς (ὄνομα
ἑβραϊκό, ὄχι ἑλληνικό), ποὺ σημαίνει «Σωτήρ». Γιατί ὀνομάζεται «Σωτήρ»; Διότι
μᾶς σῴζει.
* * *
Ἐδῶ τώρα σταματοῦμε, γιὰ νὰ
σκεφτοῦμε λίγο, ἀγαπητοί μου, ἐπάνω στὸ θέμα αὐτό. Ὁ Ἰησοῦς μᾶς σῴζει. Ἀπὸ τί
μᾶς σῴζει; Ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ἂν τὸ καταλαβαίναμε, θὰ
πέφταμε στὰ πόδια του καὶ θὰ λέγαμε· Χριστέ, σ᾿ εὐγνωμονοῦμε. Ἂν σωθῇ κανεὶς
ἀπὸ ἀρρώστια, εὐχαριστεῖ τὸ γιατρό· ἂν σωθῇ ἀπὸ πυρκαϊά, εὐχαριστεῖ τοὺς
πυροσβέστες· ἂν σωθῇ ἀπὸ ναυάγιο, εὐχαριστεῖ τοὺς ναυαγοσῶστες. Ἀλλὰ τὸ Χριστό,
ποὺ μᾶς ἔσωσε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, δὲν τὸν εὐχαριστοῦμε.
Τί θὰ πῇ ἁμαρτία; Μὲ ἁπλᾶ λόγια· ἡ
ἁμαρτία, λέει τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, εἶνε ἡ ἀνομία (Α΄ Ἰω. 3,4). Καὶ τί θὰ πῇ ἀνομία;
Παράβασις τοῦ νόμου. Ὁ κόσμος κυβερνᾶται μὲ νόμους δύο εἰδῶν· μὲ νόμο φυσικὸ καὶ
νόμο πνευματικό.
Ὁ Θεὸς ἔφτειαξε νόμο φυσικό. Εἶπε λ.χ.
στὸν ἥλιο καὶ ἐκτελεῖ δρομολόγιο. Κανένα Κ.Τ.Ε.Λ. δὲν ἔχει τέτοια ἀκρίβεια στὰ
δρομολόγια ὅπως ὁ ἥλιος. Ἀνατέλλει καὶ βασιλεύει στὴν ὥρα του, στὸ λεπτό του. Τὸ
ἴδιο καὶ τὸ φεγγάρι καὶ τὰ ἄστρα. Ὅλα ὑπακούουν στὸ Θεό· δέντρα, ζῷα, πουλιά, ὁλόκληρο
τὸ σύμπαν. Ἔτσι ὑπάρχει ἀπόλυτη ἁρμονία· ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ ἁρμονία, δὲν θὰ
ὑπῆρχε κόσμος.
Ἕνας μόνο δὲν ὑπακούει· γίνεται ἀντάρτης
καὶ λέει· Δὲν πειθαρχῶ. Ποιός εἶνε; Ὁ ἄνθρωπος! Μέσα στὴν ἁρμονία τοῦ
σύμπαντος αὐτὸς ἀποτελεῖ τὸ μόνο φάλτσο, τὴ μόνη ἀνωμαλία, διότι δὲν θέλει νὰ ὑπακούσῃ
στὸν πνευματικὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Ποῦ εἶνε γραμμένος ὁ νόμος αὐτός; Εἶνε μέσα στὴν
καρδιά, στὴ συνείδησι, καὶ στὶς πλάκες τῆς διαθήκης μὲ τὶς δέκα ἐντολές, ποὺ
δόθηκαν στὸ Σινᾶ.
Ποιές εἶνε οἱ ἐντολές; Μιὰ ἐντολὴ εἶνε,
νὰ σέβεσαι τὸ Θεό, νὰ μὴν παίρνῃς στὸ στόμα σου ματαίως καὶ νὰ μὴ βλαστημᾷς τὸ ὄνομά
του. Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε, νὰ μὴ φονεύσῃς. Μὲ ὅλη τὴν ἐπιστήμη του ὁ ἄνθρωπος δὲν
μπορεῖ νὰ φτειάξῃ οὔτε ἕνα μυρμήγκι· ἐκεῖνο λοιπὸν ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ
δημιουργήσῃς μὴν τὸ καταστρέφεις. Ἄλλη ἐντολὴ εἶνε, «οὐ μοιχεύσεις»· μὴν πᾷς
μέσ᾿ στὸ σπίτι τοῦ ἄλλου καὶ ἀτιμάσῃς τὴ γυναῖκα του ἢ τὸ κορίτσι του. Ἄλλη ἐντολὴ
εἶνε, «οὐ κλέψεις»· μὴν ἁπλώσῃς τὸ χέρι σου στὰ ξένα πράγματα. Ἄλλη ἐντολή
του εἶνε, νὰ μὴν πάρῃς ψεύτικο ὅρκο, κ.τ.λ. (βλ. Ἔξ. 20,7-16. Δευτ. 5,11-20). Ἐντολὲς
εἶνε αὐτές. Πόσες εἶνε; Δέκα, ὅσα καὶ τὰ δάχτυλά μας. Κάθε δάχτυλο καὶ μιὰ ἐντολή.
Κόβεις ἕνα δάχτυλό σου; Ὄχι. Ὅπως λοιπὸν δὲν κόβεις δάχτυλο, ἔτσι νὰ μὴν κόψῃς
καὶ νὰ μὴν παραβῇς οὔτε μία ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ.
Τί εἶνε λοιπὸν ἡ ἁμαρτία; Ἀνομία,
παράβασις τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Τί ἄλλο εἶνε; Εἶνε τὸ χειρότερο κακὸ στὸν κόσμο.
Κακὸ ὁ σεισμός, κακὸ τὸ ἀστροπελέκι, κακὸ ἡ πλημμύρα, κακὸ ἡ ἀρρώστια, κακὸ ὁ
καρκίνος…, ἀλλὰ τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ἡ ἁμαρτία. Εἶνε φωτιά. Δὲν εἶνε νὰ
παίξῃς καὶ νὰ γελάσῃς μ᾿ αὐτήν. Φωτιὰ ἡ βλασφημία, φωτιὰ ἡ ψευδορκία, φωτιὰ ἡ
μοιχεία, φωτιὰ ἡ πορνεία, φωτιὰ ἡ κλεψιά, φωτιὰ ὁ φόνος, φωτιὰ κάθε ἁμαρτία.
Καίγεσαι, μέσ᾿ στὴν κόλασι μπαίνεις.
Καὶ ὅμως οἱ ἄνθρωποι ἁμαρτάνουμε. Ὅλοι
εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ὑποπίπτουμε σὲ διάφορες ἁμαρτίες.
Καὶ ὁ Θεός; Ἀδιαφορεῖ; Ὄχι, μὴν τὸ πῆτε
αὐτό. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει
ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα. Δὲν ἀγνοεῖ τίποτα. Θὰ μποροῦσε λοιπὸν ἀμέσως νὰ
τιμωρήσῃ. Τὸ δαχτυλάκι του, ναὶ τὸ δαχτυλάκι του νὰ κουνήσῃ ὁ Χριστός,
καήκαμε! Μπορεῖ νὰ πῇ ὁ Χριστὸς στὰ ποτάμια, στὸν Ἁλιάκμονα καὶ στὸ Ἀξιό· Ὑψωθῆτε
ἑκατὸ μέτρα. Καὶ νὰ φτάσουν τὰ νερὰ ἐπάνω στὸ ψηλότερο βουνό, στὸ Βίτσι καὶ στὸ
Γράμμο, καὶ νὰ πνιγοῦμε ὅλοι. Ἢ νὰ πῇ στὶς θάλασσες νὰ ὑψώσουν τὰ νερά τους καὶ
νὰ πλημμυρήσῃ ἡ οἰκουμένη. Ἢ νὰ πῇ στὴ γῆ νὰ κάνῃ σεισμό, ὄχι λίγα δευτερόλεπτα
ἀλλὰ παρατεταμένο, καὶ νὰ μὴ μείνῃ τίποτα ὄρθιο. Ἢ νὰ πῇ στὸν ἥλιο, Σβῆσε! καὶ
νὰ σβήσͺη μὲ τόση εὐκολία μὲ ὅση ἐμεῖς σβήνουμε ἕνα κερί· καὶ μετὰ νὰ δοῦμε ἂν
μπορῇ ἡ Δ.Ε.Η. νὰ τὸν ἀναπληρώσῃ. Ἢ νὰ πῇ στὸν ἀέρα νὰ μὴ φυσήξῃ, καὶ σὲ πέντε
λεπτὰ νὰ πεθάνουμε ὅλοι ἀπὸ ἀσφυξία.
Μπορεῖ νὰ τὰ κάνῃ αὐτὰ ὁ Χριστός. Τά
κάνει; Δὲν τὰ κάνει. Γιατί; Διότι εἶνε μακρόθυμος, εἶνε πατέρας, ἔχει ὠκεανὸ ἀγάπης
καὶ στοργῆς, ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ τί κάνει; Ὄχι μόνο τιμωρίες δὲν
στέλνει, ἀλλὰ καὶ κατέβηκε –τὸ μέγα μυστήριο– ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ. Ἀπόδειξι
τῆς ἀγάπης του εἶνε, ὅτι κατέβηκε ἐδῶ στὸν κόσμο γιὰ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὶς
ἁμαρτίες· ναί, νὰ συγχωρήσῃ τὶς ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου. Ἀρκεῖ μόνο αὐτὸς νὰ
μετανοήσῃ. Τὸ εἶπα κι ἄλλοτε καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω· δὲν θὰ μᾶς δικάσῃ ὁ Θεὸς γιατὶ
ἁμαρτάνουμε, διότι τὸ νὰ ἁμαρτήσουμε εἶνε ἀνθρώπινο· θὰ μᾶς δικάσῃ διότι δὲν
μετανοοῦμε, δὲν ἐπιστρέφουμε σ᾿ αὐτόν, ἀπὸ τὰ χείλη μας δὲν ἀκούγεται ἕνα «ἥμαρτον»
κι ἀπὸ τὰ μάτια μας δὲν πέφτει ἕνα δάκρυ.
* * *
Ὁ Χριστὸς εἶνε Σωτήρας, μᾶς σῴζει
ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, σβήνει τὶς ἁμαρτίες καὶ μᾶς καθαρίζει, συγχωρεῖ καὶ δίνει ἔλεος.
Πότε ὅμως; Ὅταν κ᾿ ἐμεῖς τὸ θελήσουμε καὶ προσέλθουμε νὰ ἐξομολογηθοῦμε. Ὑπάρχουν
πνευματικοὶ καὶ περιμένουν στὰ ἱερὰ ἐξομολογητήρια.
Ἐλᾶτε! Πλησιάζουν τὰ Χριστούγεννα. Μὲ ἄπλυτο
πιάτο δὲν τρῶς, μὲ ἄπλυτη ψυχὴ πῶς θὰ πλησιάσῃς στὰ ἅγια τῶν ἁγίων; Ἔρχονται γιὰ
ἐξομολόγησι μόνο κάτι μικρὰ παιδάκια, κάτι γριές, κάτι γυναικοῦλες. Οἱ ἄντρες
ποῦ εἶνε; Ἔχουν φάει τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν κουτάλα· πορνεύουν, μοιχεύουν,
κλέβουν, ἀδικοῦν, πλῆθος ἄλλα ἁμαρτήματα διαπράττουν, ἀλλὰ στὸ πετραχήλι δὲν
πλησιάζουν. Εἶνε δύσκολο νὰ πᾷς στὸν πνευματικό, νὰ γονατίσῃς καὶ νὰ πῇς
«Χριστέ, συχώρεσέ με»;
Στὴ Ῥωσία ὅσοι ἔμειναν στὴν ἐκκλησία εἶνε
πιστοί. Κάθε Κυριακή, μόλις ἀρχίζει ἡ θεία λειτουργία εἶνε μέσα ὅλοι, μικρὰ
παιδιὰ ἄντρες γυναῖκες· κι ὅταν περνοῦν τὰ ἅγια, γονατίζουν καὶ κλαῖνε! Ἐμεῖς;
Ἀδιάφοροι! Ὅπως μπαίνουμε – βγαίνουμε· μαῦροι μπαίνουμε – μαῦροι βγαίνουμε.
Τί θὰ γίνῃ; Μόνο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ θὰ μᾶς
σώσῃ. Μόνο ἂν μετανοήσουμε καὶ πιστέψουμε στὸ Χριστό, καὶ τὸν προσκυνήσουμε ὅπως
οἱ βοσκοὶ στὴ φάτνη καὶ οἱ μάγοι μὲ τὰ πολύτιμα δῶρα τους ἀπὸ τὴν ἀνατολή.
Ὅλοι νὰ προετοιμασθοῦμε γιὰ νὰ ἑορτάσουμε
καὶ νὰ πανηγυρίσουμε ὅπως πρέπει τὴν ἑορτὴ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ· ᾧ ἡ δόξα
καὶ τὸ κράτος εἰς αἰῶνας αἰώνων· ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου