ΚΟΛΑΣΗ Ή ΕΥΛΟΓΙΑ
π. Δημητρίου Μπόκου
Λέει το ανέκδοτο, ότι μια ηλικιωμένη κυρία
αποφάσισε να πληρώσει έναν καλό ζωγράφο να της φτιάξει το πορτρέτο της. Του λέει
λοιπόν: «Ζωγράφισέ με να φοράω σκουλαρίκια με διαμάντια, περιδέραιο με ζαφείρια,
βραχιόλια με σμαράγδια, καρφίτσες με ρουμπίνια και ένα χρυσό ρολόι Ρόλεξ». «Μα
αφού δεν φοράς τίποτα από όλα αυτά, γιατί να το κάνω αυτό;» ρωτάει ο ζωγράφος. «Το
ξέρω», απαντά εκείνη. «Σε περίπτωση όμως που εγώ πεθάνω πριν από τον άντρα μου,
επειδή είμαι σίγουρη ότι θα ξαναπαντρευτεί, θέλω η καινούργια γυναίκα του να
κάνει άνω-κάτω το σπίτι ψάχνοντας για όλα αυτά τα χρυσαφικά και να του κάνει
την ζωή μαρτύριο».
Αντί λοιπόν να βλέπουμε μόνο τους σταυρούς που έχουμε ο καθένας στη ζωή του, ας σκεφτούμε λίγο σήμερα (Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως) και τους σταυρούς που ενδεχομένως δημιουργούμε εμείς για τους άλλους ενσυνειδήτως. Πράγμα που σημαίνει ότι διακατεχόμαστε από ανεπίτρεπτη εμπάθεια. Ο Χριστιανός δεν μπορεί να συμβιβάζεται επ’ ουδενί με τέτοιες πρακτικές.
Αλλά μπορεί να συμβαίνει αυτό και εν αγνοία μας με την απρόσεκτη συμπεριφορά μας, που μπορεί να αποβαίνει φορτική ή ακόμα και ανυπόφορη στους συνανθρώπους μας. Χωρίς να το καταλαβαίνουμε ή να το επιδιώκουμε. Χρειάζεται επαρκής εγρήγορση και διάκριση εκ μέρους μας για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η όλη μας διαγωγή στους γύρω μας. Είναι δυνατόν ο Χριστιανός να αδιαφορεί, όταν ο τρόπος της βιοτής του κάνει μαρτύριο τη ζωή των άλλων; Μπορεί ο Χριστιανός να γίνεται η κόλαση των άλλων;Όχι βέβαια!
Αντί γι’ αυτό ο Χριστιανός, αν θέλει να είναι αληθινός,
επιλέγει στο αντίθετο ρεύμα. Αντί να τρέχει με τους πολλούς που δημιουργούν σταυρούς
για τους συνανθρώπους τους, βαδίζει αντίστροφα. Επωμίζεται τον σταυρό των
άλλων. Κάνει δικό του το πρόβλημα του αδελφού του, αναλώνεται ο ίδιος, σαν
άλλος Σίμων Κυρηναίος, στην άρση του σταυρού του πλησίον του. Αυτό προϋποθέτει βέβαια
πολλή δύναμη και αυταπάρνηση, αλλά έχει και πολλή ευλογία.
Παλιότερα, που δεν υπήρχαν οι σημερινές ευκολίες, μια
ανεψιά ανέλαβε να περιποιείται την υπέργηρη θεία της. Η δυσοσμία της άρρωστης
απλωνόταν όχι μόνο μέσα στο σπίτι, αλλά έβγαινε και στον δρόμο. Κάθε νύχτα, την
ώρα που η κατάκοιτη βυθιζόταν στον ύπνο, η ανεψιά άρχιζε να διαβάζει, γονατιστή
δίπλα στο κρεβάτι, τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Και τότε αισθανόταν να
έρχεται μια ευωδία, που καθάριζε από τη δυσοσμία όλο το σπίτι. Μερικές φορές η
ευωδία ήταν τόσο δυνατή, που την έπνιγε. Αναγκαζόταν να ανοίξει το παράθυρο για
να αναπνεύσει. Την ένιωθαν και οι διαβάτες απ’ έξω. «Θυμιάζει πάλι η
Δεσποινούλα», έλεγαν. Μα δεν θυμιάτιζε η ευλογημένη Δεσποινούλα, αλλά η Παναγία
ανταποκρινόταν στη μεγάλη θυσία της (π. Στεφ. Αναγνωστόπουλος).
Από εμάς εξαρτάται να γίνουμε κόλαση ή ευλογία
στη ζωή του αδελφού μας.
Καλή ευλογημένη εβδομάδα! Καλή Σαρακοστή!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου