Από τoν αµπελώνα της Μεγάλης
Εκκλησίας
Ξανά από την αρχή
(Κυριακή Β΄Ματθαίου)
Στο ευαγγελικό ανάγνωσµα της Κυριακής ο Χριστός καλεί τους πρώτους µαθητές
στην αλιεία του ανθρώπου από τον βυθό του κόσµου. Εκείνοι, αναγνωρίζοντας το
αυθεντικό και το αληθινό –τί άλλο– στο πρόσωπό Του παρατούν πλοία και δίχτυα
και αφήνονται στη µέριµνά Του. Έτσι χάνουν τη δική τους µέριµνα για όσα µπορεί
να καλύψει το σκοτάδι του θανάτου και µέριµνά τους γίνεται Εκείνος που δεν είχε
στέγη µόνιµη να διαµένει. Στη σύγχρονη εποχή τα πάντα γίνονται βιαστικά
επιδιώκοντας τη µέριµνα ολοένα περισσότερων ζητηµάτων. Πρόχειρες φιλίες,
γνωριµίες σκοπιµότητας, οικονοµικές συνεργασίες, κοινωνικές επαφές, µια ζωή
ολόκληρη στο βωµό της µέριµνας. Το σηµαντικότερο, όµως, είναι ότι στο τέλος
όλων αυτών ο άνθρωπος τις περισσότερες φορές και ιδίως όταν µένει µόνος του,
δεν αισθάνεται ευτυχισµένος. Απελπίζεται. Νιώθει χαµένος, κενός, χωρίς νόηµα
ζωής. Ζει για να εργάζεται ή καλύτερα για να δουλεύει. Οι κόποι πολλοί. Οι
µέριµνες ατελείωτες. Τελειώνουν µόνο όταν κάποια τυχόν λυπηρή σύµπτωσι
αναστατώσει τη µονότονη καθηµερινότητα.
Η ψυχή του ανθρώπου δε διαφέρει από εποχή σε εποχή. Πάντα αναζητά το αληθινό
και το γνήσιο. Και όπου και οποτεδήποτε το εντοπίσει καταφεύγει κοντά του παρατώντας
µε ευχαρίστησι τα δίχτυα µε τα οποία η ζωή τους
µπλέκει διαρκώς στη µαταιότητα και στο κίβδηλο. Με το φρόνηµα αυτό
προστρέχει ο άνθρωπος και καταφεύγει στη σκιά των Αγίων. Γοητεύεται από την
αγία αµεριµνησία τους, καλύτερα από τη µέριµνά τους µόνο για τη Βασιλεία του
Θεού. Με αυτόν τον πόθο και οι Πατέρες που επέλεξαν τον Άθω για να αναζητήσουν,
µέσα από την άσκησι και την υπακοή, τον Θεό µέσα τους, έγιναν και γίνονται το
καταφύγιο όπου ο κόσµος προσπαθεί να περισώσει κάτι από το αρχαίο κάλλος.
Θυµάται και συνάζει αυτήν την Κυριακή τους Αγίους του Αγίου Όρους η Μεγάλη
Εκκλησία. Τιµά τους κόπους τους. Τιµά την ποικίλη προσφορά τους. Σεµνύνεται για
την ύπαρξί τους. Επικαλείται τις προσευχές τους. Κυρίως, όµως, τους περιφέρει
στης ανθρωπότητας την δήθεν αλιεία για να ελκύσει σε µια ζωή αληθινή. Οι
περισσότεροι από εκείνους άφησαν πλούτη, σπίτια, οικογένεια, και το πιο σπουδαίο
άφησαν πίσω, εκεί όπου ανήκει, στον κόσμο, «το ίδιον θέλημα». Έτρεξαν πίσω από
την υπακοή για να βρουν Εκείνον που µε τη θέλησί Του έκανε υπακοή στον Πατέρα, αγίασε
αυτήν την έννοια και έδειξε τον δρόµο που οδηγεί αναµφισβήτητα στη
Βασιλεία Του. Στους
βράχους του Όρους πάλαιψαν
ανελέητα µε το «εγώ». Στα κελλιά τους µετανοούσαν για τις αµαρτίες τους. Στις
νηστείες και στις µακρές Ακολουθίες έθεταν τα όρια ανάµεσα στο σώµα και στο
πνεύµα. Στις αγρυπνίες µε αγωνία ζητούσαν το Φως. Στην εγκράτεια το ακόρεστο
της επιθυµίας για θέωσι. Στις ερηµίες την κοινωνία µαζύ Του. Στη σιωπή τις απαντήσεις
Του. Στα δάκρυα την ατέλειωτη χαρά. Στη φύσι τον Δηµιουργό. Με µια φράσι, µε τη
ζωή τους ολόκληρη προσπάθησαν να ευαρεστήσουν τον Θεό κάνοντας το ακριβώς αντίθετο
από τους Πρωτόπλαστους. Από τον πρώτο ως τον πλεόν σύγχρονο. Στα µάτια των
Αθωνιτών Αγίων ξεκουράζεται κανείς. Ο βυθός τους κρύβει τη γαλήνη του Ευαγγελίου
και τί πιο ωφέλιµο για όσους βυθιζόµαστε στην ατελεύτητη αναζήτησι κάθε
µέριµνας εκτός από αυτής που χρειάζεται.
Οι ψαράδες άφησαν τα δίχτυα των πλοίων και ξεχύθηκαν στου κόσµου τις
φουρτουνιασµένες θάλασσες για να
κηρύξουν τον Βασιλέα
της Ειρήνης. Οι
Αγιορείτες Άγιοι, αλιεύµατα αποστολικά, µας διδάσκουν του περιττού και
του άσκοπου και του αγχώδους την περιφρόνησι. Ξεκινώντας εµείς τον αγώνα και τη
γνωριµία µαζύ Του ξανά από την αρχή, ας Τον συναντήσουµε όπως Εκείνος θέλει:
εκούσια, αποκλειστικά, ανεπιτήδευτα. Ο Παράδεισος µας περιµένει να τον
ποθήσουµε.
δ. Γρηγόριος Φραγκάκης
Πηγή: Απογευματινή Κωνσταντινουπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου