Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Αλλαγή παραδείγματος στη θεολογία (;) - π. Νικόλαος Λουδοβίκος

Έχω επανειλημμένως αναφερθή στην τεράστια, σχεδόν παραδειγματική, κρίση θεωρίας που σοβεί στον νεοελληνικό στοχασμό εν γένει και ιδιαίτερα στον θεολογικό. Και τούτο διότι, πολύ περισσότερο απ'τη φιλοσοφία, η θεολογία δεν παραχωρείται εύκολα στους λογής, ακαδημαϊκούς και μη, πολιορκητές της.  Τέχνη ζωής και έναυσμα ή βλάστημα μετοχής, λεπτούργημα υπαρξιακό και  υφάδι της υπομονής η θεολογία, διαφεύγει συνεχώς της συνήθους προσοχής ημών των θεολόγων και γίνεται δυσθεώρητος και ειρωνικά απούσα μέσα στις ακατάσχετες βεβαιότητές μας. Αν σ' αυτό προστεθεί και ο τεράστιος διανοητικός μόχθος που απαιτείται, προκειμένου το λεπτούργημα τούτο να εισέλθει σε αληθινό διάλογο με τα πραγματικά προβλήματα της εποχής, αντιλαμβάνεται κανείς την κρίσιμη κατάσταση του θεολόγου ο οποίος, ως γνήσιο παιδί του καιρού του, δεν είναι συνήθως έτοιμος να ανιχνεύσει καμμιάν υποδόρια πρόκληση σοφίας σ' αυτή την αναγκαστική, κατ' αρχήν, αποτυχία του, για να αισθανθεί στη συνέχεια το πνευματικό φως πίσω της. Και σαν να μην έφθαναν αυτά, οι θεολόγοι στην Ελλάδα είναι συχνά και άνθρωποι πληγωμένοι, πνευματικά και ψυχικά' και δικαίως, μια και πολυάριθμες κακές θεολογίες  ξεβράστηκαν στον τόπο, τσακίζοντας το εκκλησιαστικό κήρυγμα, τυφλώνοντας την ποιμαντική πράξη, γελοιοποιώντας, νομικιστικά ή ηθικιστικά, την (κακώς λεγόμενη) ``πνευματική ζωή``. Εκστατισμοί και καταποντισμοί του φυσικού, αθεολόγητες μέχρις αλλοφροσύνης υπακοολογίες που τσακίζουν χωρίς να παιδαγωγούν το θέλημα, εξωκοσμικοί, αλλοκοσμικοί, τριτοκοσμικοί...Εξαιτίας τέτοιων παθημάτων, τα οποία μάλιστα συνήθως συμβαίνουν στη διάρκεια της ανυπεράσπιστης παιδικής και εφηβικής ηλικίας, μερικοί θεολόγοι μοιάζουν στους παθόντες ολικά  εγκαύματα τρίτου βαθμού: τίποτε-καλό ή κακό- δεν μπορεί να αγγίξει πάνω τους χωρίς να προξενήσει πόνο βαθύ. Και όλοι αυτοί οι τελευταίοι, μαζί με τους παραπάνω και μαζί με άλλους που απλά βλέπουν το πλοίο να σείεται από τα κύματα  και τον Ιησού ωσεί καθεύδοντα, ζητούν κραυγαλέως και ομοθυμαδόν:`` αλλαγή παραδείγματος``. Ουδείς ψόγος' έχει ο καθένας μας το δικαίωμα να είναι είτε πληγωμένος, είτε ανεπαρκής, είτε απροσανατόλιστος, είτε, απλώς, ζωντανός και πραγματικός, ζητώντας την αλήθεια, κατά τον λόγο του Rimbaud ``μέσα σε μια ψυχή και σ' ένα σώμα``. Γι αυτό και έχει το δικαίωμα ν' αναζητεί εκείνην ακριβώς την ``αλλαγή παραδείγματος`` η οποία θα τον διανοίξει στην αλήθεια ως αλήθειά του. Εδώ όμως χρειάζεται προσοχή: διότι ναι μεν βεβαίως η αλήθεια μπορεί να γίνει η αλήθειά μου, η όποια αλήθειά μου όμως δεν είναι διόλου βέβαιο πως από μόνη της είναι αλήθεια...
 Τίποτε λοιπόν επιτακτικότερο από τις αλλαγές. Ούτως ή άλλως, όπως έλεγε ο Νίτσε, το ανθρώπινο πνεύμα αν δεν αλλάξει όπως το φίδι το πουκάμισό του θα πεθάνει. Το ζήτημα είναι συνεπώς πώς θα επιτευχθούν αλλαγές υπαρξιακώς έγκυρες- αλλαγές δηλ. προς την κατεύθυνση της αλήθειας, οι οποίες δεν θα πονέσουν, μακροπρόθεσμα, περισσότερο και που, επιπλέον, θα γλυκάνουν το κατά δύναμιν τον τωρινό πόνο ή την ανεπάρκεια. Το παράδειγμα του σύγχρονου Προτεσταντισμού είναι εδώ εξόχως διδακτικό: ο καθένας που αντιλαμβάνεται κάποιο πρόβλημα στην Εκκλησία όπου ανήκει, δημιουργεί πάραυτα την δική του αλήθεια/ Εκκλησία- οι δεκάδες χιλιάδες αυτών των αληθειών/``Εκκλησιών`` απομένουν ως ράκη αμφίβολα στον απογυμνωτικό άνεμο της νεωτερικότητας, δια παντός βέβαιες για το κοσμοιστορικό και αδήριτο της ``αλλαγής`` που κάποτε εκόμισαν...Οι μεγάλες και έγκυρες πνευματικές μεταβολές δεν είναι ποτέ προϊόντα ούτε πανικού, ούτε πληγωμένου εγωισμού, ούτε ακόμα δίκαιης αγανάκτησης: για κάποιο βαθύ πνευματικό λόγο, όλα αυτά πρέπει να στραφούν σε μιαν έμπονη και επίμονη αναζήτηση της χάριτος του Πνεύματος εν μετανοία, μια αναζήτηση δηλ. της ίδιας της αλήθειας και όχι απλώς και μόνον της προσωπικής μου δικαίωσης.
 Αυτή ακριβώς είναι και η διαφορά του θεολόγου με τον φιλόσοφο. Εκεί που ο θεολόγος αποζητεί τον φωτισμό, ο φιλόσοφος προετοιμάζει τις καινούργιες αναγωγές του, λύνει το πρόβλημα εισάγοντας πλέρια την προσωπική του κρίση εκεί όπου τα δεδομένα αντιστέκονται. Η συνήθης αδυναμία του φιλοσόφου να κοντοσταθεί, ν' αμφιβάλει, να ξαναρωτήσει, ή με μια λέξη να προσευχηθεί, παράγει την εξίσου συνήθη αμετρία και πολυτροπία των αμέτρητων φιλοσοφικών δογμάτων, τα οποία, για κάποιον εξίσου βαθύ πνευματικό λόγο, δεν μπορούν να κατασιγάσουν τη βαθιά μας αγωνία. Ο φιλόσοφος, λοιπόν φέρνει το σύμπαν εν τέλει στα μέτρα του- και το ίδιο κάνει και για το κτιστό-άκτιστο σύμπαν της Εκκλησίας.  
π. Νικόλαος Λουδοβίκος
  υάκινθος

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Εύστοχες οι σκέψεις του για την ομολογουμένως διαφορά του θεολόγου με τον φιλόσοφο.

Ανώνυμος είπε...

Ορθές οι επισημάνσεις του π. Νικολάου. Το κακό όμως έχει παραγίνει διότι οι θεολογικές σχολές της πατρίδος μας κατασκευάζουν αυτής της ποιότητας θεολόγους ανεπαρκής και πληγωμένους.
Οι προτεστάντες μπορεί να βαδίζουν σε λάθος δρόμο «αλλάζουν όμως πουκάμισο» εδώ επικρατεί μια μουγκαμάρα θεολογικής ανησυχίας. Τίποτα το νέο ή τίποτα το παλαιό δεν ανακατασκευάζεται για να μπορεί να αντέξει στο σήμερα.
Από τους φιλοσόφους βλέπω ανησυχίες και ανοίγματα νέων δρόμων στον στοχασμό από τους θεολόγους δεν βλέπω «φωτισμό» περισσότερο μας μεταδίδουν συσκότιση.
Κάτι φταίει κάτι πρέπει να αλλάξει ο καιρός περνά και η αλλοίωση όλο και μεγαλώνει.
Άγγελος

Ανώνυμος είπε...

Ο π. Ν. Λουδοβίκος είναι θεολογικό κεφάλαιο για την Εκκλησία. Το γενικό κακό είναι πως είναι ελάχιστοι αυτοί μου μπορούν να αναδείξουν και να παράγουν τον θεολογικό λόγο.

Ανώνυμος είπε...

Λόγια, λόγια , κομπολόγια.
Πάτερ Λουδοβίκε,λυπούμαι που το λέω, αλλά νομίζω ότι μια από τα ίδια και συ με όλους αυτούς που κριτικάρεις.

Ανώνυμος είπε...

Αυτές οι διαπιστώσεις είναι καλές.
Το λιθαράκι για νέο ξεκίνημα υπάρχει κάποιος να το βάλει.
Ζούμε σε εποχή απραγίας

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό το κείμενο του π. Νικολάου, εξαιρετική φυσικά και η επιλογή του Υακίνθου. Η βαθιά αλήθεια της προσωπική διακινδύνευσης για την απόκτηση κάθε ουσιαστικού κέρδους είναι απαραίτητη απ' τον Αδάμ και δώθε. Όποιος την αρνιέται για χάρη μιας αυτόματης μεταβολής σε Θεό μέσω της βρώσεως οποιουδήποτε καρπού (απαγορευμένου ή μη) θάνατω αποθνήσκει.
Ευτυχείτε!
Έωλος