Ο Εθνικός μας Ποιητής Διονύσιος Σολωμός, έτσι ωραματίστηκε την Ελευθερία μας από τον τουρκικό ζυγό : «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα Ιερά». Και είχε απόλυτο δίκιο. Γιατί από το 1453 που έπεσε η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Τούρκων, μέχρι το 1821, που υψώθηκε στην Αγία Λαύρα το Λάβαρο της Επαναστάσεως, η Ελλάδα είχε γεμίσει από τα κόκκαλα όλων εκείνων, οι οποίοι, κατά καιρούς, αγωνίστηκαν «υπέρ Πίστεως και Πατρίδος». Τετρακόσια ολόκληρα χρόνια, τα ψηλά βουνά, οι σπηλιές, οι κάμποι, τα νησιά και οι θάλασσες γέμιζαν από τα σώματα νέων και ηλικιωμένων, ανδρών και γυναικών, οι οποίοι μη μπορώντας να ζήσουν κάτω από τον βαρύ και απαίσιο οθωμανικό ζυγό, σήκωναν, κατά καιρούς, τα όπλα για να διώξουν τον κατακτητή. Ήσαν, όμως, αγύμναστοι, ολιγάριθμοι και, προ παντός, αβοήθητοι από τα διάφορα Ευρωπαϊκά κράτη, τα οποία, κατά κανόνα, τους υπονόμευαν. Έτσι, ολόκληρη η υπόδουλη Χώρα ήταν γεμάτη από τα ιερά κόκκαλα των παιδιών της.
Αλλά, κάποτε, «ήλθε το πλήρωμα του χρόνου». Στις 25 Μαρτίου 1821 οι ραγιάδες, μαζί με το ουράνιο μήνυμα του αρχαγγέλου Γαβριήλ, άκουσαν και το άγγελμα του ευαγγελισμού της Ελλάδος, που εσάλπιζε ένας άλλος άγγελος, ο Επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός στο αρχαίο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, κοντά στα Καλάβρυτα. Η παράδοση λέει ότι, όταν οι Οπλαρχηγοί μαζεύτηκαν στην Αγία Λαύρα, ήθελαν ο καθένας τους να προηγήται το δικό του μπαϊράκι. Τα πνεύματα άναψαν, γιατί κανείς δεν υποχωρούσε. Ο Γερμανός είδε ότι με αυτά τα πείσματα και τις ξεσυνέριες εκινδύνευε να μην αρχίση καν η Επανάσταση, που την περίμεναν οι Έλληνες με όνειρα και με προσδοκίες. Έτσι, χωρίς να χάνη καιρό και χωρίς να διστάση, βγήκε στην ωραία πύλη και ξεκρέμασε το «βήλο», δηλαδή την κουρτίνα, που έκλεινε το ιερό βήμα από τον κυρίως ναό. Σ’ αυτό το βήλο ήταν χρυσοκεντημένη η Κοίμηση της Θεοτόκου, που χρόνια την έβλεπαν και την ευλαβούνταν όσοι εκκλησιαζόντουσαν η επισκέπτονταν την Μονή. Ο Δεσπότης κράτησε ψηλά το «βήλο», ώστε να το βλέπουν όλοι. Και με την επιβλητική φωνή του είπε : - Αδέλφια, από σήμερα και στο εξής, αυτό θα είναι το μπαϊράκι και το λάβαρό μας. Κι’ ήταν θαυμαστό, ότι οι σκληροτράχηλοι εκείνοι οπλαρχηγοί επειθάρχησαν χωρίς αντιλογία. Ο αγώνας έμπαινε κάτω από την ευλογία του Θεού, την προστασία της Θεοτόκου και την μητρική στοργή της Εκκλησίας. Η ελευθερία, βγαλμένη από τα ιερά κόκκαλα των Ελλήνων, ξαναγύριζε στην αρχαία κοιτίδα της, στην Ελλάδα.
Ο γιγάντιος αγώνας της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας είχε, βέβαια, και τις σκιές του. Οι φατριασμοί και οι διχόνοιες δεν έλειψαν. Όμως, πάνω απ’ αυτές τις μικρότητες και αθλιότητες, οι Έλληνες έβαζαν πάντοτε την πίστη τους στον Θεό των πατέρων τους, την Εκκλησία, την Ορθοδοξία. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε ο Μακρυγιάννης στον ναύαρχο Δεριγνύ λίγο πριν από την μάχη των Μύλων : «Εκεί οπούφκιανα τις θέσεις εις τους Μύλους ήρθε ο Ντερνύς (Δεριγνύ) να με ιδή. Μου λέγει : «Τι κάνεις αυτού ; Αυτές οι θέσεις είναι αδύνατες · τι πόλεμο θα κάνετε με τον Μπραΐμη αυτού ;» Του λέγω : Είναι αδύνατες οι θέσεις και μεις, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει». Αλλά και ο λόγος του Κολοκοτρώνη, ότι «ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την ελευθερία της Ελλάδος και δεν την παίρνει πίσω», φανερώνει ακριβώς ότι εκείνος ο αγώνας δεν ήταν ... «ταξικός», όπως υποστηρίζουν ανιστόρητα κάποιοι, αλλά αγώνας για τα όσια και τα ιερά της φυλής, με την δύναμη του Θεού και κάτω από την ευλογία της Εκκλησίας.
Μικρή σε έκταση ήταν η Ελλάδα που προέκυψε από την Επανάσταση του 1821. Όμως, οι Έλληνες ποτέ δεν παραδέχθηκαν ότι αυτό το κομμάτι μόνο ήταν η πατρίδα τους. Έτσι, ύστερα από 100 χρόνια το Έθνος, γαλουχημένο με την Μεγάλη Ιδέα, εξώρμησε μονοιασμένο και ενσωμάτωσε στον Εθνικό κορμό την Μακεδονία, την Ήπειρο, την Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου.
Αλλά είναι γεγονός, ότι οι εθνικοί αγώνες δεν σταματάνε ποτέ. Έτσι, σήμερα, το Γένος των Ελλήνων παλεύει για την Κύπρο, για την Βόρειο Ήπειρο και για την Θράκη. Οι συνθήκες οι οικονομικές είναι δύσκολες, όχι όμως τόσο, όσο εκείνα τα χρόνια, που πάλευαν να διώξουν την τουρκιά, ρακένδυτοι και πεινασμένοι. Όποιος έχει γνωρίσει τον αγώνα του Μεσολογγίου, για παράδειγμα, συγκινείται και δακρύζει όταν πληροφορήται ότι οι υπερασπιστές της ιεράς πόλεως έτρωγαν ακάθαρτα ζώα για να επιβιώσουν. Κι’ όμως, στις προτάσεις του Ιμπραήμ να παραδοθούν απαντούσαν βροντόφωνα με ένα υπερήφανο όχι. Και τόχε μαράζι ο τουρκοαιγύπτιος εκείνος πολέμαρχος, ότι τον είχε ταπεινώσει «ο φράχτης», όπως έλεγε περιπαικτικά την υποτυπώδη οχύρωση του Μεσολογγίου. Ναι, «φράχτης» ήταν. Αλλά τον έκανε κάστρο απόρθητο η πίστη των αγωνιστών στον Κύριο των Δυνάμεων. Κι’ όταν, μετά την ηρωϊκή έξοδο, μπήκαν στην θρυλική πόλη οι Τούρκοι, δεν βρήκαν τίποτε άλλο από σωρούς ερειπίων και νεκρά σώματα ηρώων, μέσα από τα οποία βγήκε λαμπρότερη η Ελευθερία.
Λοιπόν, αδελφοί, κουράγιο. Ψηλά οι καρδιές. Μονοιασμένοι και αγαπημένοι ας αντιμετωπίσουμε την κρίση των συγχρόνων δύσκολων καιρών. Θα έλθουν πάλι οι καλές ημέρες. Προσεύχεσθε. Αγωνίζεσθε τον αγώνα τον καλό της πίστεως και της αρετής .
Χρόνια πολλά σε όλους. Και, προ παντός, καλά και ευλογημένα. Και για την Κύπρο. Και για την Βόρειο Ήπειρο. Και για τον όπου γης Ελληνισμό.
Διάπυρος προς Χριστόν ευχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης ΑΝΔΡΕΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου