ΓΑΒΡΙΗΛΙΑ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ
Μοναχή
1897-1992
«ΑΓΑΠΗ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ ! ΑΓΑΠΑΤΕ
ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ !»
Την εκπληκτικής χριστιανικής
αγάπης και ουσιαστικής Ορθοδοξίας πολυκύμαντη
ζωή της Γερόντισσας Γαβριηλίας Παπαγιάννη ανανεωμένη και εμπλουτισμένη έχω περιλάβει
μαζί με εκείνη των : Αμαλίας Φαραζουλή. Τασίας Θεοφιλάκη, Θεοδούλης Κούνδουρου,
Μαρίας Μαστρογιαννοπούλου στο βιβλίο : «Γυναίκες
Σταυρικής Αγάπης». Που, εκδόθηκε από την Ι. Μονή «Κοιμήσεως Θεοτόκου»
Καλαμίου Αργολίδος με πρωτοβουλία τριών μαθητριών της και καλλιτεχνική
επιμέλεια της Ζωγράφου Μάρθας Καπετανάκου-Ξυνοπούλου το 2013. Με αφορμή όσα ωραία
έγραψε ο κ. Άγις Μπεκιάρης, θέτω στη
διάθεση των επισκεπτών της Ιστοσελίδας τις δυο
εισαγωγικές παραγράφους και την προτελευταία, συν το τηλέφωνο της ανωτέρω
Μονής -27530-22160, και της κας Αριέττας Παλιατσάρα-6975/884447
για όσους ενδιαφέρονται.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΑ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ
Μοναχή
1897-1992
«ΑΓΑΠΗ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ ! ΑΓΑΠΑΤΕ
ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ !»
1. « Η καρδιά μου θα σπάσει από αγάπη»
Επιγραφή, που είναι υπογραφή και σφραγίδα ζωής της ταπεινής μοναχής
Γαβριηλίας Παπαγιάννη, «μπάλας του φουτ μπωλ στα πόδια των αγγέλων», όπως
συνήθιζε να λέει, καθώς ήταν σήμερα εδώ και με την αύριο στα πέρατα του κόσμου,
από αγάπη στο Χριστό, για την αγάπη του Χριστού στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου που
ήταν σε ανάγκη! Ήγουν, ορθόδοξη χριστιανή του 20ου αιώνα σε γραμμή:
«Μανθανέτωσαν δε και οι ημέτεροι καλών έργων προϊστασθαι εις τας αναγκαίας χρείας, ίνα μη ώσιν άκαρποι» - «Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν’ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη»- Τι,3,14. Ρήξη με δήθεν ορθόδοξα σχήματα, κάποιων που, αντί «ν’ αποφεύγουν τις ανόητες αναζητήσεις… τις φιλονικίες, τις νομικίστικες διαμάχες, που είναι ανωφελείς και μάταιες»- «μωράς δε ζητήσεις… και έρεις και μάχας νομικάς περιίστασο, εισί γαρ ανωφελείς και μάτααι»ι -Τι.3,9- τις κλωθογυρίζουν, τις ανάγουν σε διάτρητα θέσφατα, το παίζουν αυτόκλητα «υπεράνω», «λυκόσκυλα της Ορθοδοξίας», και στέλνουν στο «πυρ το εξώτερον» όποιους νομίζουν!
«Μανθανέτωσαν δε και οι ημέτεροι καλών έργων προϊστασθαι εις τας αναγκαίας χρείας, ίνα μη ώσιν άκαρποι» - «Ας μαθαίνουν και οι δικοί μας να πρωτοστατούν σε καλά έργα, για ν’ αντιμετωπίζουν τις επείγουσες υλικές ανάγκες, ώστε η ζωή τους να μην είναι άκαρπη»- Τι,3,14. Ρήξη με δήθεν ορθόδοξα σχήματα, κάποιων που, αντί «ν’ αποφεύγουν τις ανόητες αναζητήσεις… τις φιλονικίες, τις νομικίστικες διαμάχες, που είναι ανωφελείς και μάταιες»- «μωράς δε ζητήσεις… και έρεις και μάχας νομικάς περιίστασο, εισί γαρ ανωφελείς και μάτααι»ι -Τι.3,9- τις κλωθογυρίζουν, τις ανάγουν σε διάτρητα θέσφατα, το παίζουν αυτόκλητα «υπεράνω», «λυκόσκυλα της Ορθοδοξίας», και στέλνουν στο «πυρ το εξώτερον» όποιους νομίζουν!
Στο διάστημα από την α΄
έκδοση του βιβλίου -«Γυναίκες άλλης αγάπης»- ως την
ανανεωμένη τωρινή -«Γυναίκες Σταυρικής Αγάπης»- δεν εξαίρεσαν τη μεγαλωμένη στην Κωνσταντινούπολη, και ανοιχτή στον κόσμο τη μοναχή Γαβριηλία. Διό πριν προχωρήσω στη νέα παρουσίαση της αξιοθαύμαστης ζωής της, θα παραθέσω τέσσερις θέσεις με όχι μικρό νόημα από το βιβλίο: «Η Ορθοδοξία» του λαμπρού Ρώσου Ορθόδοξου Θεολόγου Παύλου Ευδοκίμωφ, που ίσως τους κάνουν να σκεφτούν πιο ψύχραιμα:
ανανεωμένη τωρινή -«Γυναίκες Σταυρικής Αγάπης»- δεν εξαίρεσαν τη μεγαλωμένη στην Κωνσταντινούπολη, και ανοιχτή στον κόσμο τη μοναχή Γαβριηλία. Διό πριν προχωρήσω στη νέα παρουσίαση της αξιοθαύμαστης ζωής της, θα παραθέσω τέσσερις θέσεις με όχι μικρό νόημα από το βιβλίο: «Η Ορθοδοξία» του λαμπρού Ρώσου Ορθόδοξου Θεολόγου Παύλου Ευδοκίμωφ, που ίσως τους κάνουν να σκεφτούν πιο ψύχραιμα:
1. «Είμαστε όλοι -οι χριστιανοί-
ενωμένοι γύρω από την ίδια Βίβλο, όσο είναι κλειστή. Μόλις όμως την ανοίγουμε,
ακολουθούμε ο καθείς τις παραδόσεις μας, και καταλήγουμε σε διαφορετικές
αναγνώσεις -σελ. 457. Υπάρχει ορθόδοξος, που μπορεί να μη νιώθει οδύνη γι
αυτό; Και η σταθερή λειτουργική επίκληση, «υπέρ της των πάντων ενώσεως» αυτό δε
θυμίζει;
2. «Η Ορθοδοξία ευνοεί και προστατεύει τη μέγιστη ελευθερία
των θεολογικών γνωμών μέσα στα πλαίσια της μιας παραδόσεως. Η Εκκλησία ξεπερνά
κάθε σχολή ενώ ταυτόχρονα τις περιέχει όλες» -.σελ. 241. Άρα, με λίγη «αγία
διάκριση» μπορούμε να ανήκουμε σε κάποια σχολή, χωρίς να στιγματίζουμε «θεομάχους
και αγιομάχους» τους άλλους!
3. «Κατά το ανθρώπινο στοιχείο των, τόσο η
Ανατολή όσο και Δύση είναι το ίδιο ένοχες, και η κοινή αυτή ενοχή δημιουργεί
επιτακτικά την αξίωση για βαθύτερη μετάνοια»-σελ. 452. Η Μετάνοια όλων όσα
έκαναν κομμάτια «τον άρραφο χιτώνα του Χριστού», την Εκκλησία, είναι η πύλη της
αδελφικής αγάπης! Και, 4. «Γνωρίζουμε -ως ορθόδοξοι- πού είναι
η Εκκλησία, δεν έχουμε όμως την εξουσία να εκφέρουμε κρίση και να ειπούμε, πού
δεν είναι η Εκκλησία» -σελ. 462. Αφού, «τις γαρ έγνω νουν Κυρίου, και τις
σύμβουλος αυτού εγένετο», και, «το Πνεύμα όπου θέλει πνει» !
Μετά από αυτά, προχωρώ με
ανοιχτό το ενδεχόμενο για κάποια παραπλήσια σε οικείο τόπο. Όντως ορθόδοξη
μοναχή στην ουσία, από τον τρόπο, όχι από τον τόπο ή τον τύπο. «Μη ζητάς να μάθεις τα θαυμαστά
πράγματα της ζωής μου κοντά στο Θεό, δε βρίσκω λόγια να τα περιγράψω! Τι
μπορείς να πεις, όταν βρίσκεσαι σε μια έρημη παραλία κι ακούς το
κύμα, ή σ’ ένα πυκνό δάσος κι ακούς τα πουλιά, ή στην έρημο του Σινά! Η ομιλία σου θα ήταν μια παραφωνία, που θα τάραζε το τοπίο». Αλλά και: «Κάποτε ρώτησα τους αγγέλους: ‘Άραγε πού με θέλει ο Θεός, και τι δουλειά θέλει να κάνω και πού να είμαι’; Και η απάντηση ήταν κατηγορηματική: «Ούτε πού πας, ούτε τι κάνεις, ούτε πώς ζεις… Ένα είναι που χρειάζεται, το ποιόν και το ποσόν της αγάπης που δίνεις παντού χωρίς διάκριση. Δηλαδή, Το ποιόν πρέπει να είναι, Αγάπη χωρίς ανταμοιβή, καθόλου, και το ποσόν πρέπει να είναι απεριόριστο, με δική σου θυσία. Γιατί, αν η αγάπη δεν είναι με θυσία, δεν είναι κατά Θεόν’». Άλλος λόγος, από μοναχή άλλου τρόπου, ατόφια υποτύπωση της χριστιανικής ζωής, της ζωής της, από μια όντως ορθόδοξη χριστιανή αυτών των χρόνων.
κύμα, ή σ’ ένα πυκνό δάσος κι ακούς τα πουλιά, ή στην έρημο του Σινά! Η ομιλία σου θα ήταν μια παραφωνία, που θα τάραζε το τοπίο». Αλλά και: «Κάποτε ρώτησα τους αγγέλους: ‘Άραγε πού με θέλει ο Θεός, και τι δουλειά θέλει να κάνω και πού να είμαι’; Και η απάντηση ήταν κατηγορηματική: «Ούτε πού πας, ούτε τι κάνεις, ούτε πώς ζεις… Ένα είναι που χρειάζεται, το ποιόν και το ποσόν της αγάπης που δίνεις παντού χωρίς διάκριση. Δηλαδή, Το ποιόν πρέπει να είναι, Αγάπη χωρίς ανταμοιβή, καθόλου, και το ποσόν πρέπει να είναι απεριόριστο, με δική σου θυσία. Γιατί, αν η αγάπη δεν είναι με θυσία, δεν είναι κατά Θεόν’». Άλλος λόγος, από μοναχή άλλου τρόπου, ατόφια υποτύπωση της χριστιανικής ζωής, της ζωής της, από μια όντως ορθόδοξη χριστιανή αυτών των χρόνων.
Με το δίκιο τους, λοιπόν, οι φίλοι της αδελφοί του Χριστού, γιατί όχι
πνευματικά παιδιά της, να επιγράφουν έτσι: «Αγάπη
χωρίς σύνορα. Αγαπάτε χωρίς όρια»-“Amour sans Limites. Aimez sans Bornes” - ένα μικρό απάνθισμα με ψιχία από τη ζωή
της, με σκέψεις που σφραγίζουν τις
πράξεις της. Μας δίνουν έτσι τηλεγραφικά τον υπέροχο κόσμο της, το αυθεντικό
στίγμα της, την άριστη, μα και τόσο ιδιότυπη, όσο και θαυμάσια στο όνομα του
Χριστού ζωή της. Μια ζωή αγαπητικό βίωμα που αναβράζει και υπερχειλίζει, αφού, «εμένα η καρδιά μου πάει να σπάσει από
αγάπη», όπως έλεγε, αλλά και έδειχνε, ανηφορίζοντας κάθε λίγο και λιγάκι σε
Γολγοθά σταυρικού χρέους αγάπης, απέναντι στον οποιονδήποτε άνθρωπο, πλάσμα του
Θεού. Η ζωή της μια θύμηση του Σολωμικού στίχου, «τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα
ποτέ δεν ησυχάζουν», με θάλασσα εδώ την αγάπη της, ανήσυχη πάντα, κι ανύσταχτη,
κι αεικίνητη !
Ήταν μοναχή ουσιαστικά, τουτέστιν, δοσμένη ψυχή τε και σώματι στο Θεό,
πολύ πριν αναδεχτεί το σχήμα της μοναχής. Μεστή σε χριστιανική σκέψη, καρπό
πίστης «αφελότητας νηπίου του Θεού», πάντα σε γραμμή μέγιστης αφάνειας. Να
αρνείται άφοβα μια Εκκλησία γρίφο, να δείχνει πάντα μια Εκκλησία λουσμένη σε
φως και ζωή αγάπης, που αυτή, μόνο αυτή, «ουδέποτε εκπίπτει», και είναι αυτή
που τόσο πολύ προσμένει από τους χριστιανούς ο άνθρωπος της εποχής μας! Ξένη κι
απόξενη με τις ηθικολογικές συμβατικότητες της παλιάς τάσης, και τις
παραπλήσιες της νέας, αυτής του λεξηλάγνου διονυσιασμού και λεξηθηρικού
κυμβαλισμού περί Ορθοδοξίας! Παντελώς άσχετη με την καταφυγή σ’ αυτούς τους
κενούς πόντους εντυπωσιασμού, του «νεορθόδοξου κύματος». Σε αδιάκοπο Σταυρό από
αγάπη στο Χριστό, για την αγάπη του Χριστού, μόνο γι αυτήν. Οι δυο Παραβολές
του, του «Ασώτου Υιού» -άθλημα μετάνοιας- και, «Καλού Σαμαρείτη» - άθλημα αγάπης
και στον εχθρό- που αν χανόταν όλο το Ευαγγέλιο, και σώζονταν μόνο αυτές, θα
αρκούσαν, ως έχει λεχθεί, να νιώσει κανείς τι όντως εστί Χριστός, τι Εκκλησία,
τι Ορθοδοξία, αποτελούσαν τη συνισταμένη της, το βασικό άξονα της ζωής της.
Να συνεχίσουμε ακόμα λίγο την εισαγωγική κοινωνία με την όλη
χριστιανική της ατμόσφαιρα, πριν περάσουμε σε συνάντηση με την εκπληκτική από
τα πράγματα ζωή της. Να την ακούσουμε να προτείνει παραστατικότατα: «Ανοίξτε τα
χέρια σας Σταυρό, η Αγάπη είναι σταυρωμένη»! Που πάει να πει, αγκαλιάστε όλο
τον κόσμο με αγάπη, αυτός είναι ο δρόμος του χριστιανού. Και να το ξεκαθαρίζει
προσθέτοντας: «Ο κόσμος θέλει την Ανάσταση, όμως αρνείται το Γολγοθά». Αλλά!
Όλοι ξέρουμε, αν υπάρχει ανάσταση χωρίς Γολγοθά. Και το πρόβλημα σήμερα, ως και
δυστύχημα είναι ότι, στη λέξη «κόσμος» μπαίνουν πρώτοι οι χριστιανοί, που
επιζητούν τη χαρά της ανάστασης παρακάμπτοντας το Γολγοθά, με έναν άλλου τύπου
Νιρβάνα! Προσφεύγουν σε μια τυπική απαγγελία της προσευχής της καρδίας του
Ιησού ή έστω σε ένα λατρευτικό
«καταφύγιο». Και δε χωρεί αμφιβολία ότι, στη Λειτουργία ιδιαίτερα, συνακόλουθα
και Θεία Κοινωνία του Αναστημένου ζει κανείς ουσιαστικά σε ατμόσφαιρα Ανάστασης
Χριστού, μιας ανάστασης όμως, που αποδείχνεται συχνά άγευστη Γολγοθά, μόλις
λίγα μέτρα έξωθεν του ναού, από τους Σταυρούς χρέους «αγάπης στον πλησίον», που
αρνείται κάποιος από μας να σηκώσει!
Η Γαβριηλία όμως επιμένει, ότι εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία των
πραγμάτων, στο ζωντανό αγαπητικό βίωμα, που γίνεται πράξη αγάπης, όχι πτητικός
ποιητικός ή ερωτικός λόγος. Γιατί ο χριστιανός δεν οφείλει μόνο ν’ αγαπάει,
αλλά και «να μην κάνει διάκριση μεταξύ ομοθρήσκων και αλλοθρήσκων, ετεροδόξων,
άλλης εθνικότητας, πλουσίων, φτωχών, ωραίων, άσχημων… Όλα να τα βλέπει και να
τα δείχνει το ίδιο». Και βρείτε τώρα εσείς, ποια σχέση μπορούν να έχουν αυτά με
το πνεύμα που καλλιεργείται τελευταία, μάλιστα, στο όνομα δήθεν της «πούρας»
Ορθοδοξίας, κατά το οποίο πέρα από τα όρια αυτής υπάρχει περίπου μόνο ο
διάβολος! Η μοναχή Γαβριηλία «αγάπησε αδιάκριτα όλους τους ανθρώπους, έγινε
ένα μ’ αυτούς, γι αυτό κι εκείνοι την αγάπησαν σαν δική τους, και της είπαν
καθαρά και απερίφραστα, ότι στο πρόσωπό της είδαν την καλύτερη Εκκλησία, υην
Ορθοδοξία, αυτήν που αντιπροσώπευε με την αγάπη της».
Και δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά με έναν άνθρωπο που ένιωθε ότι, «εμένα η καρδιά μου θα σπάσει από αγάπη»,
και ομολογούσε πως την ενδιάφερε, «η ροή
της αγάπης να μη μας φύγει, όχι η ηρεμία μας, η ροή της αγάπης να μη μας
αφήσει». Γι αυτό και είχε πάντα ως οδηγό της το λόγο του Χριστού, «ου πας ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε … αλλ’ ο
ποιών το θέλημα του Πατρός μου», είχε, δηλαδή, βαθιά συνείδηση, ότι αυτό
είναι το πιο σημαντικό. Και δεν κουραζόταν να λέει και να επαναλαμβάνει: «Αυτό να το θυμάσαι πάντα». Και να το
ξεκαθαρίζει προσθέτοντας απερίφραστα: «Μακριά
από αυτούς που πιπιλίζουν συνέχεια, «Κύριε, Κύριε, ελέησον». Έλεγε, δηλαδή,
αυτό που γράφει ο Μ. Βασίλειος: «Γνωρίζω πολλούς που νηστεύουν, προσεύχονται,
στενάζουν, οδύρονται για τις αμαρτίες τους, επιδείχνουν όλη αυτή την ανέξοδη
ευσέβεια» -«πάσαν την αδάπανον ευλάβειαν
ενδεικνυμένους»- αλλά δε δίνουν δεκάρα για τους φτωχούς και πονεμένους. Σε
τι, μπορεί να τους ωφελήσει όλη αυτή η αρετή. Τέτοιοι ευσεβείς δε γίνονται
δεκτοί στη Βασιλεία των ουρανών. Γι αυτούς λέει ο Χριστός: ‘Είναι πιο εύκολο να
περάσει καμήλα από βελονότρυπα, παρά να μπει πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού’»-
Ομιλία «προς Πλουτούντας». Και, επειδή δεν την ενδιέφερε «τόσο ο τύπος και ο
τόπος,, όσο ο τρόπος», και πίστευε πως, «δεν πρέπει να σκέφτεσαι τι θα πει ο
κόσμος, γιατί αν σκεφτόμουν έτσι, δε θα έβγαινα ποτέ από το μοναστήρι», δεν
αρνήθηκε το Γολγοθά ως καθημερινό χρέος! Αλλά ξεχύθηκε «ως επί πτερύγων ανέμων»
στα πέρατα του κόσμου και έγινε αετός «για μια αγάπη χωρίς όρια».
Με τέτοια αίσθηση, με τέτοια ατμόσφαιρα και γραμμή πορείας, σαν να
πρόκειται για κάτι άλλο στα όρια του σημερινού ορθόδοξου μοναχισμού, σαν να
πρόκειται για ένα χριστιανικό παράδοξο αυτών των χρόνων, θα μπορούσε να κινηθεί
μια ανιχνευτική καταγραφή της ζωής και του έργου της Γερόντισσας Γαβριηλίας
Παπαγιάννη, «Καθηγουμένης», όπως την είχε αποκαλέσει ο Μητροπολίτης Ύδρας,
Σπετσών και Αίγινας Ιερόθεος Τσαντίλης, και συμπληρώσει, «του Ιερού
Ησυχαστηρίου των Αγίων Αγγέλων της Λέρου», στο κοιμητήριο άγγελμα ο οικείος
Μητροπολητης Νεκτάριος Χατζημιχάλης. Ησυχαστήριο, που δεν ήταν, όπως διαβάζω,
παρά «ένα δωμάτιο, προσωπικό κελί και προσευχητάρι, αφιερωμένο στους Αγίους
Αγγέλους, ιδιαίτερα τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, στο νεοκλασσικό σπίτι της
οικογενείας Θεοτοκά, στο οποίο εφιλοξενείτο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Με την
αίσθηση ότι, έχουμε να κάνουμε με έναν από τους πολλούς πολύ-πολύτιμους
πνευματικούς θησαυρούς, τους και αφανείς σαν τα μαργαριτάρια στα βάθη της
θάλασσας, γι αυτό άγνωστους, από κάποιους παρεξηγημένους ως και κακοποιημένους,
που έχει να επιδείξει στις μέρες μας ο γυναικείος μοναστικός κόσμος της
Εκκλησίας μας, ένας κόσμος, όχι πιο λίγο τραγικά και σήμερα, από ό,τι παλιά,
παρά-θεωρημένος και περιθωριοποιημένος στα όριά της. Άγγελος αγάπης σε Ευρώπη,
Ασία, Αφρική, Αμερική, παρουσία στήριγμα και παραφορά προσφοράς σε ανθρώπους
ριγμένους στη δοκιμασία, την εγκατάλειψη, τη φτώχεια, την αρρώστια, αδιάκριτα
από φυλή, έθνος, δόγμα ή θρησκεία!
Αυτή την υψηλή, καίρια, και ουσιαστική χριστιανική αποστολή, τη μόνη
μένουσα στους
αιώνες των αιώνων, και πέρα από αυτούς, θα διακονήσει πιστά και επάξια μια ζωή, ιδιαίτερα από τη στιγμή που θα νιώσει, ότι ο Χριστός την καλεί να τα παρατήσει όλα για την Αγάπη του. Όλα! Τα πολλά, και καλά, και αξιόλογα σε επιστημονική, επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση, που θα έχει κατακτήσει ως εκείνη την ώρα, με όχι λίγους κόπους, στερήσεις και κινδύνους. Και, θα παραδοθεί στη Χάρη του «καρδιά γυμνή», και θ’ απλώσει το χέρι της στο δικό του, και θ’ αφεθεί να την οδηγήσει Εκείνος μέσα από μια όντως παράδοξη, αλλά και χαρισματικά άκρως γοητευτική περιπέτεια στο δικό του δρόμο. Από τόπους μακρινούς, άγνωστους ανθρώπους, και άσχετους με την ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία, για να μην πούμε, οπαδούς κάποιας μορφής ειδωλολατρίας. Και θα σταθεί «το λυχνάρι» με το αληθινό φως που θα φέγγει «εν αυχμηρώ τόπω», σε κάτι σαν ιδιότυπη προσωπική αποστολή στα «έθνη». Ώσπου, δεύτερη κλήση, εκεί στα βάθη της Ασίας, ψηλά στα Ιμαλάια της Ινδίας, της χώρας του Ινδουισμού, της ιερής αγελάδας και του ιερού Γάγγη, στις παρυφές του Βουδιστικού Νιρβάνα, νέα πάλι άμεση κλήση, θαρρείς σαν εκείνη του Απ. Παύλου, θα τη βγάλει πλησίστια στο αγιασμένο σχήμα και σώμα της μοναχής, ατόφια ορθόδοξης, και στην τιμή να το περιφέρει στα πέρατα του κόσμου, ως μέγιστο θησαυρό Αγάπης και πρεσβείας οικουμενικής, μέχρι τα βαθιά γηρατειά της, σχεδόν λίγο πριν την καλέσει ο Θεός στον κόσμο των μεγάλων ελπίδων μας πλήρη ημερών στα ενενήντα πέντε της χρόνια.
αιώνες των αιώνων, και πέρα από αυτούς, θα διακονήσει πιστά και επάξια μια ζωή, ιδιαίτερα από τη στιγμή που θα νιώσει, ότι ο Χριστός την καλεί να τα παρατήσει όλα για την Αγάπη του. Όλα! Τα πολλά, και καλά, και αξιόλογα σε επιστημονική, επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση, που θα έχει κατακτήσει ως εκείνη την ώρα, με όχι λίγους κόπους, στερήσεις και κινδύνους. Και, θα παραδοθεί στη Χάρη του «καρδιά γυμνή», και θ’ απλώσει το χέρι της στο δικό του, και θ’ αφεθεί να την οδηγήσει Εκείνος μέσα από μια όντως παράδοξη, αλλά και χαρισματικά άκρως γοητευτική περιπέτεια στο δικό του δρόμο. Από τόπους μακρινούς, άγνωστους ανθρώπους, και άσχετους με την ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία, για να μην πούμε, οπαδούς κάποιας μορφής ειδωλολατρίας. Και θα σταθεί «το λυχνάρι» με το αληθινό φως που θα φέγγει «εν αυχμηρώ τόπω», σε κάτι σαν ιδιότυπη προσωπική αποστολή στα «έθνη». Ώσπου, δεύτερη κλήση, εκεί στα βάθη της Ασίας, ψηλά στα Ιμαλάια της Ινδίας, της χώρας του Ινδουισμού, της ιερής αγελάδας και του ιερού Γάγγη, στις παρυφές του Βουδιστικού Νιρβάνα, νέα πάλι άμεση κλήση, θαρρείς σαν εκείνη του Απ. Παύλου, θα τη βγάλει πλησίστια στο αγιασμένο σχήμα και σώμα της μοναχής, ατόφια ορθόδοξης, και στην τιμή να το περιφέρει στα πέρατα του κόσμου, ως μέγιστο θησαυρό Αγάπης και πρεσβείας οικουμενικής, μέχρι τα βαθιά γηρατειά της, σχεδόν λίγο πριν την καλέσει ο Θεός στον κόσμο των μεγάλων ελπίδων μας πλήρη ημερών στα ενενήντα πέντε της χρόνια.
Τη μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη, ως πολύτιμο θησαυρό της σημερινής
Εκκλησίας, και από εκεί της Εκκλησίας των αιώνων μας συστήνει και η λιτή, αλλά
τόσο διακριτικά ουσιαστική κοιμητήρια ανακοίνωση της Μητρόπολης Καλύμνου, Λέρου
και Αστυπάλαιας. Κατ’ αυτήν, την εξόδια Ακολουθία τέλεσε ο οικείος Μητροπολίτης
Νεκτάριος Χατζημιχάλης, Θεολόγος εγκρατής, και Επίσκοπος δημιουργικός, που
εξήρε τη δράση, της Γερόντισσας του Ιερού Ησυχαστηρίου των Αγίων Αγγέλων, στις
Ινδίες, την Αφρική, τη Βηθανία, τη Φαράν, την Αγγλία, την Αμερική κλπ. Και
φρόντισε να ταφεί τιμητικά στην Παναγία του Κάστρου ως ακριτικός χαιρετισμός
αγάπης, στην αγαπημένη της Πόλη και τον κόσμο. «Ετάφη στο σκευοφυλάκιο της
Παναγιάς του Κάστρου -Λέρος- που ανήκει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, και είναι
Προσκύνημα των Μικρασιατών, στο οποίο είχαν βρεθεί οστά αγίων. Όπως μου είχε
πει χαριτολογώντας, «από εκεί θα έβλεπε το Φανάρι, τη Μικρά Ασία, την πατρίδα
της» -μοναχή Αυγουστίνα.
2. Οι
ρίζες της στην Κωνσταντινούπολη
Η Αυρηλία Παπαγιάννη -η κατόπιν μοναχή Γαβριηλία- άνοιξε φτερά στο φως
αυτής της ζωής στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1897, ας το προσέξουμε αυτό, έχει
ιδιαίτερη σημασία. Οι γονείς της, Ηλίας και Βικτωρία ήταν ευκατάστατοι Έλληνες
της Πόλης, πλην άνθρωποι ευσεβείς, με πολύτιμο μέταλλο ψυχής, όμοιο μ’ εκείνο
που συναντά κανείς, όχι σπάνια, και στους ελάχιστους ομογενείς, που απόμειναν
να κρατούν ζωντανό το εκκλησιαστικό πλήρωμα της άλλοτε Βασιλεύουσας, και να
φυλάνε τις Θερμοπύλες της. Η συζυγική αγάπη τους ευλογήθηκε από το Θεό να δώσει
τέσσερις καρπούς, τη Βασιλική, την Παυλίνα, τον Αλέξανδρο, και την Αυρηλία. Το
σπιτικό τους ήταν ανοιχτό, με μεγάλη κοινωνική αναστροφή, ένταση φιλοξενίας,
θέρμη αγάπης, αληθινή αρχοντιά. Οι δεσμοί της οικογένειας ιεροί, με κορυφαία
πρόσωπα της Μητέρας Εκκλησίας, της καρδιάς της Ορθοδοξίας, που τα εντοπίζει
κανείς εύκολα στο συγγενικό και φιλικό περιβάλλον της. Από τούτο, οικογένεια με
βαθύ σεβασμό στην Εκκλησία, έντονη λειτουργική ζωή, ιδιαίτερα όλα τα παιδιά με
τακτική συμμετοχή στην Ευχαριστιακή κοινωνία. Και να προσθέσω, ο αδελφός της
Αλέξανδρος με αγιορείτικες αγάπες, αν κρίνουμε από σχετικό ποίημά του με τον
τίτλο «Άθωνας», όπου ανάμεσα σε άλλα γράφει:
«Μαρμαρωμένε Άθωνα ! Βουνό θαλασσινό
Η ομορφιά και η δύναμη μαζί
ζευγαρωμένες
Σε θαύμαζα με έκσταση αυτό το δειλινό
Όταν ο ήλιος σου ’ριχνε
αχτίδες φλογισμένες.
Θεωρώντας, μάλιστα, κατά ένα τρόπο «ήρωες της πίστης» όσους επέλεξαν
την ασκητική γαλήνη της Αθωνικής βιοτής και πολιτείας, παρατηρεί:
«Καλόγεροι ή ασκητές,
καθένας κι ένας μύστης,
Σαν λένε απ’ το Όρος
μου, ποτέ δεν το κουνώ» !
Η Αυρηλία δέχτηκε το μυστήριο του Βαπτίσματος από τον τότε Διευθυντή
της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, Μητροπολίτη Γερμανό Στρηνόπουλο, από τους
εξέχοντες άλλοτε ιεράρχες του Οικουμενικού Θρόνου, κατόπιν Μητροπολίτη
Θυατείρων, και ανάδοχός της -«νουνός»- ήταν «ο αξιόλογος άνθρωπος και εξαίρετος
Θεολόγος Βασίλειος Αντωνιάδης, Καθηγητής της ίδιας ιστορικής Σχολής, σοφός
συγγραφεύς και πονεμένος οικογενειάρχης, οικογενειακός μας φίλος», όπως γράφει
η ίδια σε κάποιο πνευματικό οδοιπορικό της. Πολύ αργότερα, όταν ως μοναχή θα
γράψει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο να ζητήσει ευχή και ευλογία για το δρόμο που
διάλεξε, σε Πατριαρχικό σιγίλιο με την υπογραφή του μακαριστού Πατριάρχη
Αθηναγόρα, μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Ενθυμούμεθα υμάς και τους προσφιλείς
οικείους και συγγενείς υμών, και εδοκιμάσαμεν πολλήν συγκίνησιν
πληροφορηθέντες, ότι εν μέλος της
οικογενείας υμών αφιερώθη εις την υπηρεσίαν του Κυρίου…» -Οκτώβριος 1970.
Το ευκατάστατο της οικογενείας της και η συγκαταρίθμησή της σε μια από
τις πολλές εύπορες οικογένειες της ακμάζουσας οικονομικά εκείνη την εποχή,
αρχές του 20ου αιώνα, και πολυάριθμης Ελληνικής Κοινότητας της
Πόλης, φαίνεται και από την ακόλουθη επεξήγησή
της. «Το χειμώνα μέναμε στο Ταξίμ, και το καλοκαίρι στο ωραίο νησί της Χάλκης, στολίδι των Πριγκιποννήσων». Και σήμερα ακόμα μια απλή επίσκεψη σ’ αυτό το νησί, είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς, τώρα πια με θλίψη πολλή, βέβαια, από τα διαρπαγμένα το 1922 του ολέθρου και εγκαταλελειμμένα αρχοντικά εξοχικά, το υψηλό κοινωνικό επίπεδο των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης εκείνα τα χρόνια. Έτσι, ανάλογη με την οικογενειακή της ευπορία ήταν και η επιμελημένη μόρφωση, που πήρε η Αυρηλία, πολύ υψηλή για τα δεδομένα εκείνης της εποχής ιδιαίτερα για γυναίκα. Γιατί πέρα από τις εγκύκλιες σπουδές της στο περίφημο τότε «Ζάππειο Παρθεναγωγείο της Πόλης», έλαβε μαθήματα Αγγλικής και Γαλλικής, αλλά και Πιάνου «κατ΄ οίκον» από αντίστοιχες Καθηγήτριες. Προσθέστε εδώ, ότι από νωρίς διαβάζοντας πολύ και πολλά, έδειξε να εξελίσσεται σε αληθινή «βιβλιοφάγο», και θα καταλάβετε πώς όλα αυτά απετέλεσαν τις απαρχές θεμελίωσης μέσα της ενός αξιόλογου γνωστικού πλούτου, συνακόλουθα και της διαμόρφωσης ενός πολύτιμου πνευματικού αμαλγάματος, που την βοηθούσε να αντιμετωπίζει τα πράγματα με ευρύτητα, με ένα βλέμμα ανοιχτό στον κόσμο και τη ζωή, κάθε άλλο παρά συνηθισμένο στον εκκλησιαστικό και το θρησκευτικό χώρο, πολύ περισσότερο στο μοναστικό, όπου έμελλε τελικά να ενταχθεί!
της. «Το χειμώνα μέναμε στο Ταξίμ, και το καλοκαίρι στο ωραίο νησί της Χάλκης, στολίδι των Πριγκιποννήσων». Και σήμερα ακόμα μια απλή επίσκεψη σ’ αυτό το νησί, είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς, τώρα πια με θλίψη πολλή, βέβαια, από τα διαρπαγμένα το 1922 του ολέθρου και εγκαταλελειμμένα αρχοντικά εξοχικά, το υψηλό κοινωνικό επίπεδο των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης εκείνα τα χρόνια. Έτσι, ανάλογη με την οικογενειακή της ευπορία ήταν και η επιμελημένη μόρφωση, που πήρε η Αυρηλία, πολύ υψηλή για τα δεδομένα εκείνης της εποχής ιδιαίτερα για γυναίκα. Γιατί πέρα από τις εγκύκλιες σπουδές της στο περίφημο τότε «Ζάππειο Παρθεναγωγείο της Πόλης», έλαβε μαθήματα Αγγλικής και Γαλλικής, αλλά και Πιάνου «κατ΄ οίκον» από αντίστοιχες Καθηγήτριες. Προσθέστε εδώ, ότι από νωρίς διαβάζοντας πολύ και πολλά, έδειξε να εξελίσσεται σε αληθινή «βιβλιοφάγο», και θα καταλάβετε πώς όλα αυτά απετέλεσαν τις απαρχές θεμελίωσης μέσα της ενός αξιόλογου γνωστικού πλούτου, συνακόλουθα και της διαμόρφωσης ενός πολύτιμου πνευματικού αμαλγάματος, που την βοηθούσε να αντιμετωπίζει τα πράγματα με ευρύτητα, με ένα βλέμμα ανοιχτό στον κόσμο και τη ζωή, κάθε άλλο παρά συνηθισμένο στον εκκλησιαστικό και το θρησκευτικό χώρο, πολύ περισσότερο στο μοναστικό, όπου έμελλε τελικά να ενταχθεί!
Και για τις γνώσεις της στην Αγγλική και Γαλλική δε θα αργήσουμε να
δούμε και να πούμε πολλά. Αξίζει όμως να κρατηθούν εδώ κάποιες σημειώσεις για
την αγάπη της στη θεία τέχνη της μουσικής, και την επιμονή της στη σπουδή του
Πιάνου. Εδώ η εφτάωρη καθημερινή συστηματική μελέτη δε θα αργήσει να την
αναδείξει δεξιοτέχνη καλλιτέχνιδα αυτού του πολύ δύσκολου μουσικού οργάνου.
Ενδιαφέρει όμως και να βιαστούμε να σημειώσουμε, ότι πολύ αργότερα αυτή η
εφτάωρη άσκηση στο Πιάνο, θα αντικατασταθεί με ισόχρονη και πλέον άσκηση στην
προσευχή, και την κοινωνία με το Θεό, σ’ αυτή «την ειδική κατάσταση της ψυχής»,
όπως λέει χαρακτηριστικά η ίδια. Να προσθέσω ακόμα ότι, από νωρίς έδειξε πως
αγαπούσε ιδιαίτερα τη φύση, τα φυτά και τα λουλούδια, πράγμα που ενίσχυσε με τα
ειδικά μαθήματα ανθοκομικής τέχνης που έλαβε σε Γεωπονική Σχολή της Ελβετίας
και το κράτησε σε όλη της τη ζωή. Κρατώ τις σημειώσεις αυτές και κάποιες ακόμα
που θα ακολουθήσουν ως ενδεικτικές της φιλομάθειας και των λεπτών ευαισθησιών
που την διέκριναν, σαν κλειδιά για την κατανόηση των ανοιχτών οριζόντων της,
του κοσμοπολίτικου και οικουμενικού πνεύματος που την κοσμούσε, του αέρα
αληθινής αρχοντιάς με την οποία θα τη δούμε να κινείται σε ποικίλα και κάθε
άλλο παρά χαμηλού πνευματικού και κοινωνικού επιπέδου περιβάλλοντα.
Ηχογραφημένες συζητήσεις της με αδελφούς και φίλους μας δίνουν
ενδιαφέροντα στοιχεία για τα παιδικά της χρόνια και το χαρακτήρα της. «Ήμουνα,
όπως λέει η μητέρα μου πάρα πολύ ήσυχο μωρό, και δεν τη δυσκόλεψα σε τίποτα,
ακούγεται να λέει. Αλλά κι όταν αργότερα της έλεγαν οι αδελφές μου, ‘γιατί σ’
αυτό το κορίτσι λες «καλά», και του κάνεις όλα τα χατίρια, και σ’ εμάς λες
«όχι», εκείνη απαντούσε. ‘Γιατί δε μου ζητεί ποτέ τίποτα, που να είναι δύσκολο
να της το παραχωρήσω, ενώ εσείς μου ζητάτε απίθανα πράγματα’». Παράλληλα
αισθάνεται ικανοποιημένη για την ατμόσφαιρα ευτυχίας και αγάπης, που είχαν
δημιουργήσει οι γονείς της στην οικογένειά τους. «Η μαμά μου, ακούγεται να λέει
σαν μικρό παιδί, ποτέ δε μου έκανε παρατηρήσεις για πολλά πράγματα… Γεννήθηκα,
μεγάλωσα και έζησα σε περιβάλλον όλο αγάπη, και δεν πέρασα δυσκολίες».
Ως χαρακτήρας είναι από μικρή ιδιαίτερα εξωστρεφής και κοινωνικός
άνθρωπος, και ήθελε να εξωτερικεύει το μέσα κόσμο της, να μοιράζεται με τους
άλλους τις σκέψεις της, υα συναισθήματά της, αλλά και ό,τι είχε. «Στα παιδικά
μου χρόνια, λέει, εξωτερίκευα διάφορα… και τόσο πολύ εξωτερίκευα, που όταν
έρχονταν επισκέψεις στο σπίτι, έλεγα στη μαμά μου: ‘Μην κατεβαίνετε αμέσως, θα
πάω εγώ να τους υποδεχτώ… Και πήγαινα, και διηγούμην, και όλα αυτά. Είχα ανάγκη
να εξωτερικευθώ. Τα χρόνια περνούσαν και συνέχιζα να είμαι έτσι. Και όλοι γύρω
μου άκουγαν ιστορίες… Στο σχολείο μέσα, στην ώρα του Εργόχειρου… όλος ο κόσμος
κεντούσε κάτι. Εγώ διηγούμην τι έγινε την Κυριακή, πού πήγα, αν πήγα στον τάδε
περίπατο, πώς ήταν εκεί, τι έγινε… διηγούμην, διηγούμην, διηγούμην… Ήταν μέσα
στο χαρακτήρα μου…»
Αλλά και συνεχίζει με κάτι εντελώς άλλο, ιδιαίτερα σημαντικό όμως για
την κατανόηση της πορείας που πήρε στη ζωή της. «Όσοι έμειναν στο κρεβάτι πολύ
καιρό, εγώ έμεινα πολύ καιρό στο κρεβάτι στα νιάτα μου, καταλαβαίνουν την αξία
του δώρου της υγείας». Παρότι δεν εξηγεί, γιατί και πώς έμεινε πολύν καιρό στο
κρεβάτι, ακόμα και η αόριστη αυτή εκμυστήρευση έχει τη σημασία της. Ίσως να
αποτελεί ένα βασικό κλειδί, που μπορεί να μας ανοίξει σε κάποιες εξηγήσεις ή
έστω υποθέσεις για ορισμένες πνευματικές διεργασίες, που ενδέχεται να
συντελέστηκαν μέσα της τότε, σ’ αυτόν τον ανύποπτο χρόνο, στη διάρκεια αυτής
της μακράς, όπως αφήνει να διαφανεί, δοκιμασίας της από κάποια ασθένεια. Και
δεν αποκλείεται, εδώ να βρίσκονται οι ρίζες ή οι αφετηρίες της κατοπινής
αφιέρωσης και προσφοράς της στη διακονία του ανθρώπινου πόνου.
……………………………………………………
17. Μαρτυρίες
με νόημα και νεύμα.
Συμβαίνει συχνά στην Ελλάδα
αυτό, χριστιανοί που ξεπερνούν τα τετριμμένα παρεξηγούνται! Και όχι μόνο,
κάποτε και στιγματίζονται, και στέλλονται στο «πυρ το εξώτερο». Και η αδελφή
Γαβριηλία με την ασυνήθιστη ζωή της, δεν ξέφυγε από αυτό το δεινό. Κάποιοι
«κυνηγοί κεφαλών» αιρετικών διονυσιάστηκαν σε στιγματισμό και χλεύη της,
έβγαλαν τα απωθημένα του κενού τους! Το είχε προβλέψει και η ίδια, το είχε
εκμυστηρευτεί: «Αυτή, θα πουν, είναι μια αιρετικιά…». Και, βέβαια, δε θα ήταν
άστοχο να θυμίσουμε εδώ ότι, και ο Χριστός, και οι Απόστολοι, και πολλοί όντως
Άγιοι-Ιωάννης Χρυσόστομος -είχαν τον ίδιο κλήρο από κάποιους … υπέρ-άγιους της εποχής
τους, και να τελειώσουμε. Πλην δε θα έβλαπτε όμως να προσέξουμε, πώς
παρουσίασαν κάποια γραπτά ιδιαίτερα την «εις Ινδίας φυγήν της»! Γιατί έχει
επισημανθεί ότι: «Ο τρόπος που την παρουσίασε το γνωστό βιβλίο -«best-seller» -δημιούργησε πολλά ερωτηματικά…
αδικούσε την πραγματική εικόνα της Γερόντισσας Γαβριηλίας»! Και, ενώ «εξ
αγαθού συνειδότως», απέβλεπε στην ανάδειξή της, πράγμα το οποίο χρειάζεται
«πάρα πολλή προσοχή για να μη δημιουργήσουμε μια φιλολογία αγιοποιήσεως»,
συντέλεσε στο να γίνει τουλάχιστον, «σημείον αντιλεγόμενον».
Ωστόσο, επειδή η αδελφή
Γαβριηλία, ούτως ή άλλως ξεπέρασε θετικά και δημιουργικά τα τυπικά μιας
ορθόδοξης χριστιανής, κατόπιν και μοναχής, δεν έμεινε αλώβητη από πολύτροπη
«ρετσινιάς». Βλέπετε η υπόθεση «πουλάει»,
και «μοστράρει» κάποιους που έχουν
μια απύθμενη αντιπάθεια σε μια οδό Χριστού, που δε στάθηκαν άξιοι να
ακολουθήσουν! Και, επειδή η ταπείνωση είναι «είδος εν ανεπάρκεια», σε αντίθεση
με την πληθωρική ταπεινολογία, σε όχι λίγους του εκκλησιαστικού, μοναστικού,
και ευρύτερου θρησκευόμενου χώρου, επιβάλλεται να κατατεθούν σαν αντίδοτο, αλλά
και για αποτροπή περαιτέρω σκανδαλισμού ανύποπτων πιστών, οι ακόλουθες
ενδεικτικές μαρτυρίες κάθε άλλο παρά
τυχαίων εκκλησιαστικών ανδρών. Εκπέμπουν μήνυμα με ουσιαστικό νόημα και
αξιοπρόσεκτο νεύμα προς πολλούς αποδέκτες.
Και, ας μου συγχωρηθεί να ξεκινήσω με τον από κοινού λίαν αγαπημένο
μας, όσο και έκτακτα σεβαστό λόγιο Αρχιμανδρίτη και συγγραφέα π. Ηλία Μαστρογιαννόπουλου, «τελευταία
και Πνευματικού της», ή όπως λέει η μοναχή Αυγουστίνα, «αξιολάτρευτό της», που
γράφει: «Την εγνώρισα, κοντεύουν 48 χρόνια… είδα την καλοσύνη της, την αγάπη
της τη χριστιανική, την ευρύτητα, το ζήλο να μεταδώσει κάτι καλό, με διάκριση,
με μετριοφροσύνη… με τρόπο πολύ κατάλληλο και οικοδομητικό… Λόγο ζωντανό,
αληθινό, γνήσιο… από την εμπειρία της. Ποτέ δεν έκανε το δάσκαλο, ποτέ δεν
έλεγε μεγάλα λόγια, ποτέ δεν έκανε επίδειξη… Έκρυβε τον πλούτο της τον
πνευματικό… Είχε μεγάλες επιδράσεις σε αγγλόφωνο και γαλλόφωνο κόσμο… ήταν μια
αφανής ιεραπόστολος… μετέδιδε εμπειρίες με διάκριση, με λεπτότητα… Και στα
Ιεροσόλυμα… κι εδώ στην Ευρώπη… Εντρύφησε στην Αγία Γραφή, στην εμπειρία της
Εκκλησίας, χωρίς να το διαφημίζει, είχε εμβαθύνει πολύ, και είχε κάτι να
μεταδώσει σε κάθε άνθρωπο… Διακόνησε στο έργο των, π. Παπασαραντόπουλου, πρώτου
Έλληνα Ιεραπόστολου της Αφρικής στην εποχή μας, Αρχιεπίσκοπου Σινά Δαμιανού,
που την κάλεσε… κάτω στην κοιλάδα της Φαράν… να οργανώσει το γυναικείο
Μοναστήρι, Μητροπολίτη Γερμανίας Ειρηναίου, ευλογήθηκε από τον Αμφιλόχιο Μακρή,
ονομαστό Γέροντα της Πάτμου, που της έδωσε το
μικρό μοναχικό σχήμα με οικουμενική αποστολή, κράτησε επαφή αμοιβαίου σεβασμού με το Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ-Αγγλία… Λοιπόν είναι σημαντικό, το τονίζουμε και πάλι, διακόνησε σε κορυφαίους ορθόδοξους αρχιερείς, που λένε μερικοί είχε μόνο ξένους, τι βλακείες είναι αυτές, ο Δαμιανός βαστάει το Σινά, την μεγάλη αυτή ύπαρξη, ο Ειρηναίος άνοιξε δρόμο στη Γερμανία, μέσα στο πλήθος των Ελλήνων εργατών, τους μάζεψε στους ναούς στη Βόννη… Ο Δεσπότης με το βαλιτσάκι, που έμπαινε στο τραίνο στη σειρά… Κοινωνικότατος, αλλά και σωστός άνθρωπος, ούτε κοινωνικότης πολύ προς τα έξω, που μερικοί μοντερνίζουνε, μερικοί ανόητοι κληρικοί, ούτε πάλι κλειδωμένος, διάλογο… Δεν είναι τυχαίο αυτό για όσους σχολιάζουν και λένε με ποιους είχε επικοινωνία και με ποιους είχε αναφορά πνευματική εναλλάξ, ξέρετε τι είναι πέντε κορυφαίοι ευσεβείς και σπουδαίοι κληρικοί, δεν είναι τυχαίο».
μικρό μοναχικό σχήμα με οικουμενική αποστολή, κράτησε επαφή αμοιβαίου σεβασμού με το Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ-Αγγλία… Λοιπόν είναι σημαντικό, το τονίζουμε και πάλι, διακόνησε σε κορυφαίους ορθόδοξους αρχιερείς, που λένε μερικοί είχε μόνο ξένους, τι βλακείες είναι αυτές, ο Δαμιανός βαστάει το Σινά, την μεγάλη αυτή ύπαρξη, ο Ειρηναίος άνοιξε δρόμο στη Γερμανία, μέσα στο πλήθος των Ελλήνων εργατών, τους μάζεψε στους ναούς στη Βόννη… Ο Δεσπότης με το βαλιτσάκι, που έμπαινε στο τραίνο στη σειρά… Κοινωνικότατος, αλλά και σωστός άνθρωπος, ούτε κοινωνικότης πολύ προς τα έξω, που μερικοί μοντερνίζουνε, μερικοί ανόητοι κληρικοί, ούτε πάλι κλειδωμένος, διάλογο… Δεν είναι τυχαίο αυτό για όσους σχολιάζουν και λένε με ποιους είχε επικοινωνία και με ποιους είχε αναφορά πνευματική εναλλάξ, ξέρετε τι είναι πέντε κορυφαίοι ευσεβείς και σπουδαίοι κληρικοί, δεν είναι τυχαίο».
Περνώ στο Μητροπολίτη Κισσάμου και Σελίνου, και μετά Γερμανίας Ειρηναίο-Γαλανάκη-εκκλησιαστικό άνδρα με
ανοιχτούς ορίζοντας, γνωστό για το αξιοθαύμαστο κοινωνικό και πολιτιστικό έργο
του και στη Μητρόπολη Κισσάμου και Σελίνου, όπου το λαμπρό δημιούργημά του, το
Συνεδριακό Κέντρο «Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης», στο Κολυμπάρι, είναι μεγάλος
«πομπό» προβολής της Ορθοδοξίας στον κόσμο !
«Όταν αρχές του 1972, με εκλογή
του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανέλαβα την ποιμαντορία της Ιεράς Μητροπόλεως
Γερμανίας, γράφει, ήλθε κι εκείνη μαζί μου τον πρώτο καιρό και βοηθούσε στη νέα
αυτή αποστολή μου στον Ευρωπαϊκό χώρο. Αργότερα την συναντούσα στην Αθήνα όπου
είχε το κελί της… μια «κατ’ οίκον Εκκλησία» των πρώτων χριστιανικών χρόνων,
στην οποία ακουγόταν ο λόγος του Θεού στα πλαίσια της Ορθόδοξης Παράδοσής μας…
Η Γερόντισσα Γαβριηλία ήταν μια μοναχή με μόρφωση, γλωσσομάθεια και ευρύτερη
αντίληψη… Την ίδια ευρύτητα είχε στα θέματα χριστιανικής ζωής και συμπεριφοράς,
και βοηθούσε πολλούς, μάλιστα νέους, να γνωρίσουν την Εκκλησία, και ν’
αναπαυθούνε στην Χάρη του Θεού… Δεν έζησε κλεισμένη σ’ ένα Μοναστήρι. Μοναστήρι
της ήταν ο κόσμος όλος. Η μεγάλη
προσφορά της, πνευματική και κοινωνική την καθιστά ένα πολύτιμο κεφάλαιο στη
ζωή της σημερινής Ορθοδοξίας...»
Αργότερα της αφιέρωσε και το ποίημα «Γυναίκες Μυροφόρες», με ευδιάκριτες προεκτάσεις και συμβολισμούς,
αν κρίνουμε και από τις τρεις στροφές του που παραθέτω: = «Νύχτα βαθιά
ξεκίνησαν με τα σταμνιά των «Μύρων»/ της Γαλιλαίας οι σεμνές, πονόψυχες
γυναίκες,/ για να ’ρθουνε στο μνήμα Σου, Χριστέ μου και Σωτήρα/ να ρίξουνε
«αρώματα», αγάπη και συμπόνια»/.
=«Οι μαθητές σου κρύφτηκαν δειλοί, κι ο φλογερός ο Πέτρος/ κι αυτός τριπλά Σ’
αρνήθηκε, και μόνο οι μυροφόρες/ πιστές σ’ ακολουθήσανε στου Γολγοθά το δρόμο/
γιατί ’καμε πονόψυχη ο Πλάστης τη γυναίκα»/ =«Κι όσες φορές τον άνθρωπο τα
βάσανα πληγώνουν/ και τον υψώνουν στο Σταυρό και τον κυλούν στο μνήμα,/ τ’
άλλου ανθρώπου η κακιά και της ζωής οι μπόρες,/ Γυναίκα, που τον ακλουθάς,
αιώνια Μυροφόρα».
Τώρα θα έλεγα ότι, είναι έκτακτα καίρια και ουσιαστική η μαρτυρία του
Μητροπολίτη Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης… Ιερόθεου Τσαντίλη, ανθρώπου εγνωσμένης
αγιοσύνης, ιδιαίτερα προσεκτικού, και άκρως παραδοσιακού ! Σημειώνω ότι, είχα
την ευλογία να συνεργαστώ μαζί του, άμεσα, στενά και θερμά δώδεκα
χρόνια -1968/1980- ως Διευθυντής του Γυμνασίου και Λυκείου Σπετσών, έμμεσα και
διακριτικά ως τη μακάρια κοίμησή του. Παραθέτω χωρίς σχόλια το κείμενο της
μαρτυρίας, όμως μου παραδόθηκε από αξιόπιστη παρουσία στις αναφερόμενες
συναντήσεις, και αφήνω τον αναγνώστη να κρίνει.
«Ένα απόγευμα ο μακαριστός γέρων
π. Ιερόθεος, Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, επισκέφθηκε την Αδελφή
Γαβριηλία στο Μοναστηράκι της Αγίας Σκέπης, -Αίγινα- συνοδευόμενος από ένα
ιερομόναχο. Αμέσως η Αδ. Γαβριηλία με το δεξί της χέρι έκρουσε το τάλαντο εις
ένδειξη επίσημης υποδοχής και τιμής στον Δεσπότη, πήρε την ευχή του να παραμείνουμε,
απαντώντας στην ερώτησή του, ποιες
είμαστε, «τρείς φίλες της Μονής». Την προσφώνησε «Καθηγουμένη», και της
πρότεινε να περάσει πρώτη, ακολουθώντας την σε ένα χώρο κατάλληλα διαμορφωμένο
για «αρχονταρίκι». Μας αιφνιδίασε η βιβλική παρουσία και απλότητά του. Έδειχνε
έναν πολύ καλό άνθρωπο, καλλιεργημένο και ευπροσήγορο. Κάθισε αρκετή ώρα, όπως
και τις άλλες φορές… άρχισαν μια συζήτηση περί Αγίων, Αγγέλων… του θελήματος
του Θεού στη ζωή των ανθρώπων και την Αγάπη… Άκουγε την Αδ. Γαβριηλία, που του
μιλούσε… χαμογελαστή, όπως πάντα, με σεβασμό και τρυφερότητα. Απαντούσε στις
ερωτήσεις του, τις ίδιες που είχε κάνει και μια προηγούμενη φορά, που έτυχε να
παρευρεθώ. Εκείνος χαλάρωσε…πλησίασε πιο κοντά το κάθισμά του και… κρατώντας το
χέρι της είπε: «Δεν έχω καμιά αμφιβολία για σας Γερόντισσα. Είσθε μια αποκάλυψη
για μένα, αλλά πέστε μου, σας παρακαλώ, πως δεν παρασυρθήκατε στην Ινδία; Εάν
κάποτε γράφατε την αυτοβιογραφία σας, ως κοσμική εννοώ, θα είχε γίνει επιτυχία,
αλλά ως μοναχή, θα καταλάβουν μόνον όσοι σας γνωρίζουν από κοντά». Κι εκείνη
απάντησε: «Ποιος τολμάει κάτι τέτοιο; Προσευχήθηκα στον Κύριο να κάνει φανερό
το θέλημά του στη ζωή μου, κι Εκείνος μου απάντησε «Ινδία». Ο Κύριος με οδήγησε
στην Ινδία για να ζήσω ως Χριστιανή Ορθόδοξη, αυτό μόνο. Δεν μου ανέθεσε
συγγραφικό έργο. Έζησα τόσες πολλές καταστάσεις, σε τόσο πολλά και διαφορετικά
περιβάλλοντα… Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, οι άνθρωποι φοβούνται να ζητήσουν από
το Θεό να γίνει το θέλημά του στη ζωή τους, γιατί κατά βάθος είναι
αναποφάσιστοι….
Όταν έφευγε ο Δεσπότης, κοντοστάθηκαν στην πόρτα και
συνομιλούσαν... Δεν καταλαβαίναμε τι
ακριβώς έλεγαν. Ήταν κι οι δυο σαν αρπαγμένοι σε μια άλλη πραγματικότητα… Όταν
έμεινε μόνη η Αδ. Γαβριηλία, ήταν συγκλονισμένη και μας είπε: «Πρώτη φορά στη ζωή μου συνάντησα
ολοζώντανη φλόγα προσευχής και αγάπης. Αυτήν την συνάντηση δεν θα την ξεχάσω
ποτέ». Έκτοτε επικοινωνούσαν τακτικότατα στο τηλέφωνο και αντάλλασαν γνώμες
σε αρκετά θέματα. Όταν αρρώστησε η Γερόντισσα, έστειλε να την εξετάσουν οι
καλύτεροι γιατροί, κι όταν μπήκε στην «Παμμακάριστο», διέθεσε ένα αρκετά
σεβαστό ποσό για έξοδα πρώτης ανάγκης. Την πρόσεχε με σεβασμό και αγάπη,
τηλεφωνούσε στους γιατρούς του νοσοκομείου να πληροφορηθεί την εξέλιξη της
υγείας της, και στην ίδια έδινε πάντα κουράγιο. «Σας θέλουμε μάχιμη», της
έλεγε.
Και, μετά την κοίμησή της ακούστηκε να λέει: «Μνημονεύω με πολλήν
συγκίνησιν πάντοτε της αγίας κοιμηθείσης Γερόντισσας Γαβριηλίας το όνομα και το
πρόσωπον, και παρακαλώ τον Πανάγαθον να
αναπληροί την απουσίαν και το αισθητόν κενόν που άφησε…»
Και ο π. Λεβ Ζιλλέ, εξαίρετος ρωμαιοκαθολικός θεολόγος, από τους
θεμελιωτές της γνωστής από τις θετικές μελέτες και εκδόσεις της για την
Ορθοδοξία Μονής Chevetogne του Βελγίου, ορθόδοξος
Αρχιμανδρίτης μετά, τη σφραγίζει συνοπτικά πλην λίαν εύστοχα με τα ακόλουθα: «Η
φίλη του Αγαπημένου, κινείται αθόρυβα, γοργά, με χάρη μέσα στους θορύβους…
Είναι σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά φαίνεται να ανήκει ολόκληρη στον κόσμο της
χάριτος. Η μορφή της φωτίζεται απαλά από το αόρατο φως, αλλά γίνεται φωτεινή για
όσους την κοιτάζουν. Με χέρι δυνατό και ελαφρό αγγίζει και τακτοποιεί ό,τι
εμείς αγγίζουμε… δένει τις πληγές… στέκεται όρθια ανάμεσα σ’ εκείνους που
κάθονται… η καρδιά τη αγρυπνεί τη νύχτα για κείνους που κοιμούνται, αυτή
αγρυπνεί και… ξυπνάει την αγάπη σ’ εκείνους που είναι χωρίς αγάπη. Μεταδίδει
αγάπη σ’ εκείνους που το χέρι της ή το βλέμμα της αγγίζει, τείνει αδιάκοπα στην
πηγή, με αφάνταστη προσοχή δίνεται ολοένα».
Οι μαρτυρίες αυτών των κληρικών εγνωσμένης ορθόδοξης παρουσίας και
ευρέος πνευματικού φάσματος θα αρκούσαν να τινάξουν στον αέρα τις μικρόψυχες
και μικρόνοες κατά π. Ηλία, «βλακείες», που εκτοξεύτηκαν εναντίον της.
Με «την αγάπην την πρώτην, ην ουκ αφήκα»
Αθανάσιος Κοτταδάκης