Ἐπίσκεψη Χωρεπισκόπου Σαλαμίνος
Γενναδίου στίς 18-7-50. Ἀπό ἀριστερά: Ἄγγελος Μιχαηλίδης, π. Διονύσιος Χαραλάμπους,
Χωρεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, π. Πάμφιλος Παπαγιάννης, Δημήτριος Ρεβέλας
(Φωτ. Χριστοφόρου Καδῆ).
Ἡ πρώτη κατασκήνωση
τῆς Ἱ.
Αρχιεπισκοπῆς Κύπρου (1950)
Ἀντώνιου Χαραλάμπους Θεολόγου
Ἕνα σημαντικό ἐργαλεῖο γιά τήν
κατήχηση τῶν παιδιῶν καί τῶν νέων στήν ἐποχή μας εἶναι ὁ θεσμός τῶν θερινῶν
κατασκηνώσεων. Ἀπό νωρίς, ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου διέγνωσε τήν ὠφέλεια πού ἀποκομίζουν
τά παιδιά ἀπό τήν παραμονή σέ ἕνα χῶρο ἐκκλησιαστικό μέ κοινό πρόγραμμα καί
κοινή ζωή, γι’ αὐτό φρόντισε νά ἐντάξει τόν θεσμό τῆς κατασκήνωσης στά πλαίσια
τῆς κατήχησης τῶν μελῶν της. Ἡ ἀρχή ἔγινε ἀπό τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κύπρου τό
19501 μέ τή διοργάνωση κατασκήνωσης στήν τοποθεσία «Πεζουνόγκρεμμος» στήν
Κακοπετριά, σέ ἀπόσταση περίπου ἑνός χιλιομέτρου ἀπό τό ἱστορικό μοναστῆρι τοῦ Ἁγίου
Νικολάου τῆς Στέγης.
Οἱ πληροφορίες πού διασώζονται
γιά τήν πρώτη αὐτή κατασκήνωση εἶναι λιγοστές. Ὑπεύθυνοι γιά τή διοργάνωσή της ἦταν
ὁ ἀρχιμανδρίτης τῆς «ΖΩΗΣ» π. Πάμφιλος Παπαγιάννης2, ὑπεύθυνος τότε τῶν
κατηχητικῶν τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς καί ὁ π. Διονύσιος Χαραλάμπους, διευθυντής τῆς
νεοϊδρυθείσας Ἱερατικῆς Σχολῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.
Αὐτοί ἐπωμίστηκαν τό
βάρος καί τήν εὐθύνη τῆς λειτουργίας τῆς κατασκήνωσης, ἡ ὁποία ὀργανώθηκε στά
μέσα Ἰουλίου στόν Πεζουνόγκρεμμο, μέσα στό δάσος τοῦ Τροόδους, χωρίς νά
προϋπάρχουν καθόλου κτηριακές ἐγκαταστάσεις. «Πραγματική κατασκήνωση!», ὅπως
χαρακτηριστικά τονίζει ὁ τότε ὁμαδάρχης - Θεοχάρης Σχίζας. Μέ τή βοήθεια τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς
ἔγιναν διάφορες διευθετήσεις, στήθηκαν σκηνές γιά τή διαμονή τῶν κατασκηνωτῶν
καί ὁμαδαρχῶν καί κατάλληλες «τσίγκινες» παράγκες γιά τά μαγειρεῖα καί τήν
τραπεζαρία3. Στήν κατασκήνωση ἔλαβαν μέρος περίπου «τριάντα κατηχητόπαιδα ἀπό
τήν περιοχή Λευκωσίας, Κερύνειας καί Μόρφου, μέ ἀρχηγό τόν Ἄγγελο Μιχαηλίδη,
θεολόγο τοῦ Γυμνασίου Κερύνειας καί μέ ὁμαδάρχες τόν Θεοχάρη Σχίζα, φοιτητή τῆς
Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, τόν Ἀντώνη Δ. Κουδουνᾶ, σπουδαστή τοῦ Διδασκαλικοῦ
Κολλεγίου Μόρφου καί τόν Μιχάλη Εὐσταθίου, δάσκαλο καί Γραμματέα τοῦ Θ.Ο.Ι.‘Άγιος Μάμας’ Μόρφου»4.
Ἐπίσκεψη Χωρεπισκόπου Σαλαμίνος
Γενναδίου στήν Κατασκήνωση -
18 Ἰουλίου
1950.
Τό πρόγραμμα τῆς κατασκήνωσης
ξεκινοῦσε καθημερινά μέ ἔπαρση τῆς σημαίας καί προσευχή, στή συνέχεια γίνονταν
οἱ ὁμαδικές ἐργασίες, πού τελείωναν περίπου ἡ ὥρα δέκα καί μετά ἀκολουθούσε
μελέτη βιβλίων· τό ἀπόγευμα γίνονταν διάφορα παιχνίδια (βόλεϋ, ποδόσφαιρο) καί
οἱ ἀπογευματινές ὁμιλίες. Ἰδιαίτερη εὐλογία γιά ὅλους ἦταν οἱ θείες
λειτουργίες, οἱ ὁποῖες ἔγιναν ὑπαίθρια. Ἀκόμη, μία ξεχωριστή ἐμπειρία γιά τά
παιδιά ἀποτέλεσε ὁ τρίωρος περίπατος στό μονοπάτι Καννοῦρες, μήκους ἐννιά περίπου
χιλιομέτρων, τό ὁποῖο περπάτησαν ξεκινώντας ἀπό τόν Πεζουνόγκρεμμο,
διασχίζοντας τήν ὄμορφη κοιλάδα τοῦ ποταμοῦ Καρκώτη καί καταλήγοντας δίπλα ἀπό
τήν πηγή τοῦ ποταμοῦ, σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τήν πλατεῖα Τροόδους.
Ἡ δεύτερη ὁμάδα τῆς Κατασκήνωσης «Φωτοδόται» (φωτ. Ἀντρέα
Βοσκοῦ).
Ἀξίζει νά σταθοῦμε γιά λίγο στόν
π. Διονύσιο Χαραλάμπους, μία χαρισματική προσωπικότητα, πού μετέπειτα ἔγινε
Μητροπολῖτης Λήμνου καί ἀκολούθως Τρίκκης καί Σταγῶν. Ὁ π. Διονύσιος στήν
κατασκήνωση εἶχε τήν εὐθύνη τοῦ μάγειρα, κόβοντας τά κρέατα κι ἑτοιμάζοντας τό
φαγητό, δεῖγμα τῆς μεγάλης του ταπείνωσης καί αὐτοθυσίας. Μαρτυρεῖ γι’ αὐτόν ὁ ὁμαδάρχης
Ἀντώνιος Κουδουνᾶς: «Στήν κατασκήνωση τοῦ καλοκαιριοῦ 1950, ἦταν δυναμική ἡ
παρουσία... τοῦ πατρός Διονυσίου Χαραλάμπους. Ὁ τελευταῖος συνελήφθη ἀπό τούς
Γερμανούς στήν κατοχή καί κρατήθηκε σέ στρατόπεδα συγκέντρωσης στή Γερμανία.
Παρά τρίχα γλύτωσε ἀπό τόν θάνατο. Ἦταν συγκινητικές κάποιες ἀπογευματινές
συνάξεις ὅλων τῶν κατασκηνωτῶν, κατά τίς ὁποῖες ὁ π. Διονύσιος διηγόταν, μέ τήν
ἠρεμία καί γλαφυρότητα πού τόν χαρακτήριζε, τά δραματικά γεγονότα τῶν συλλήψεων
Ἑλλήνων ἀγωνιστῶν, πού ἐκρατοῦντο ἀπό τούς γερμανούς κατακτητές σέ στρατόπεδα
πού ὀργάνωσαν τόσο μέσα στήν κατακτημένη Ἑλλάδα, ὅσο καί σ’ αὐτή τή
Γερμανία»5.
Τρίωρη ἐκδρομή στίς Καννοῦρες - 13 Ἰουλίου
1950, (φωτ. Ἀντρέα Βοσκοῦ).
Ἡ πρώτη κατασκήνωση τοῦ 1950 ἦταν
πραγματικά σπουδαῖα καί ἄφησε πολύ καλές ἐντυπώσεις σέ ὅσους συμμετεῖχαν,
παρόλο ὅτι διέθετε πολύ περιορισμένα μέσα. Ἡ ἐπιτυχία της ὀφειλόταν κυρίως
«στούς ἐξαίρετους πνευματικούς καθοδηγητές της, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἁπλότητα καί
τήν ταπείνωσή τους, ἀλλά κυρίως μέ τό πνεῦμα τῆς αὐταπάρνησης καί τῆς θυσίας
πού τούς διακατεῖχε, ἐπέδρασαν πάνω στίς εὔπλαστες ψυχές τῶν κατασκηνωτῶν,
καθώς καί σ’ ἐμᾶς πού ἤμαστε ὁμαδάρχες»6.
Μετά τήν πρώτη αὐτή ἐπιτυχημένη
προσπάθεια, ἡ κατασκήνωση τῶν κατηχητικῶν τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς ἔγινε θεσμός. Πιό
κατάλληλος χῶρος, βέβαια, γιά τόν σκοπό αὐτό ἦταν τό ἐγκαταλελειμμένο μοναστῆρι
τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης, τό ὁποῖο ὅμως ἦταν ἐνοικιασμένο μέ συμβόλαιο στούς Ἀρμενίους,
γιά τή λειτουργία ἀνάλογης κατασκήνωσης7. Μέ τή λήξη τοῦ συμβολαίου, τό 1953, ἀρχίζει
ἡ λειτουργία τῆς κατασκήνωσης τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς στόν χῶρο τοῦ μοναστηριοῦ.
Στόν πανέμορφο αὐτό τόπο γύρω ἀπό τόν ἱστορικό ναό τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς
Στέγης, μέσα στίς πευκόφυτες πλαγιές τῆς ὁροσειρᾶς τοῦ Τροόδους καί δίπλα ἀπό
τόν ποταμό Καρκώτη, δημιουργήθηκαν σταδιακά οἱ κατάλληλες ἐγκαταστάσεις γιά τή
φιλοξενία παιδιῶν. Στίς μέρες μας, ἡ κατασκήνωση, μέ πλήρως ἀνακαινισμένα καί
κατάλληλα ἐξοπλισμένα κτήρια, φιλοξενεῖ κάθε καλοκαῖρι περίπου 600 παιδιά, 250
νέους καί νέες καί 400 γυναῖκες μέσης καί τρίτης ἡλικίας, κάτω ἀπό τή σκέπη καί
τήν εὐλογία τοῦ ἁγίου Νικολάου.
Κατασκήνωση Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης (φωτ. Στέλιου Στυλιανοῦ).
1 Τή χρονιά τοῦ 1950 συνέβησαν
πολύ σημαντικά γεγονότα, ὅσον ἀφορᾶ τήν περίοδο πρίν τόν ἀπελευθερωτικό ἀγώνα τῆς
Ε.Ο.Κ.Α. Ἀρχές τοῦ 1950, τόν Ἰανουάριο, ἔγινε τό μεγάλο ἑνωτικό δημοψήφισμα, ὅπου
τό 95% τῶν Ἑλλήνων τῆς νήσου διακήρυξε τόν πόθο του γιά ἕνωση μέ τήν Ἑλλάδα. Ἀκολούθως,
τό καλοκαῖρι -στίς 28 Ἰουνίου 1950- πέθανε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Β΄
καί στή θέση του ἐκλέγηκε, τόν Ὀκτώβριο τῆς ἴδιας χρονιᾶς, ὁ ἀπό Κιτίου
Μακάριος Γ΄. Στό μέσο αὐτῶν τῶν ζυμώσεων, ἐκκλησιαστικῶν καί ἐθνικῶν, ὀργανώθηκε
ἡ πρώτη κατασκήνωση στόν Πεζουνόγκρεμμο.
2 Ὁ π. Πάμφιλος Παπαγιάννης
(1907-1986), γεννημένος στό Ἀγρίνιο, ἦταν μέλος τῆς ἀδελφότητας Θεολόγων «Ζωή».
Μετά τή χειροτονία του, ἐργάστηκε ὡς ἱερέας καί πνευματικός σέ διάφορες πόλεις
καί χωριά, μεταξύ αὐτῶν καί στήν Κύπρο, στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή. Στήν Ἱερά
Μητρόπολη Φθιώτιδας πρόσφερε πολλά καί μάλιστα τόν καιρό τῆς γερμανικῆς κατοχῆς,
γλυτώνοντας πολλούς ἀθώους ἀπό τό ἐκτελεστικό ἀπόσπασμα, ὀργανώνοντας συσσίτια
καί ἱδρύοντας ὀρφανοτροφεῖο. Γιά τή ζωή καί τό ἔργο του βλ. τό περιοδικό «Ὁ
Σωτήρ», 1986, σ. 488-489.
3 Ἀντώνιου Κουδουνᾶ, Οἱ χριστιανικές κατασκηνώσεις τῶν κατηχητικῶν
σχολείων καί τῶν ΟΧΕΝ (Ἅγιος Νικόλαος Στέγης, Κακοπετριᾶς), ἀνέκδοτο.
4 Μιχάλη Εὐσταθίου, Ἡ χριστιανική
κίνηση τῆς Μόρφου (1939-1974), Ἀθῆνα, σ. 181-182.
5 Ἀ. Κουδουνᾶ, ὅ.π.
6 Μ. Εὐσταθίου, ὅ.π, σ. 182.
7 Ἀ. Κουδουνᾶ, ὅ.π.
1 σχόλιο:
Η κατασκήνωση αυτή έγραψε ιστορία. Ήταν η απαρχή μια νέας εποχής που συνεχίζει ως σήμερα.
Δημοσίευση σχολίου