Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

ΓΕ­ΝΕ­ΕΣ ΓΕ­ΝΕ­ΩΝ - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης


 ΓΕ­ΝΕ­ΕΣ ΓΕ­ΝΕ­ΩΝ

 «Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυῒδ, υἱοῦ Ἀβραάμ».
 
Στό εὐ­αγ­γέ­λι­ο τῆς Κυ­ρι­α­κῆς πρό τῶν Χρι­στου­γέν­νων, πα­ρα­τί­θε­ται ἕ­νας μα­κρύς γε­νε­α­λο­γι­κός κα­τά­λο­γος τοῦ Κυ­ρί­ου μας, ὅ­που κα­τα­δει­κνύ­ε­ται ὅ­τι ὁ Κύ­ρι­ος Ἰ­η­­σοῦς Χρι­στός πού ὡς ἄν­θρω­πος ἐγεν­νή­θη ἐκ τῆς Παρ­­θέ­νου Μαρίας εἶ­ναι σύμ­φω­να μέ τίς προ­φη­τεῖ­ες ἀ­πό­­γο­νος τοῦ πα­τρι­άρ­χου Ἀ­βρα­άμ καί τοῦ βα­σι­λέ­ως Δα­­βίδ. Ὁ κα­τά­λο­γος αὐ­τός δι­αι­ρεῖ­ται σέ τρεῖς ἱ­στο­ρι­κές πε­ρι­ό­δους δε­κα­τεσ­σά­ρων γε­νε­ῶν. Ἡ πρώ­τη πε­ρί­ο­δος δι­αρ­κεῖ ἀ­πό τόν Ἀ­βρα­άμ μέ­χρι τόν Δα­βίδ· ἡ δεύ­τε­ρη ἀ­κο­λου­θεῖ μέ­χρι τήν αἰ­χμα­λω­σί­α τῆς Βα­βυ­λώ­νας· καί ἡ τρί­τη ἀ­πό τήν Βα­βυ­λώ­νι­ο αἰ­χμα­λω­σί­α μέ­χρι τήν γέν­νη­ση τοῦ Κυ­ρί­ου μας. Ὅλες αὐτές οἱ γενεές περίμεναν μέ πόθο ἀσίγαστο τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Ἄς δοῦμε λοιπόν ποιά ἦταν ἡ προσμονή τῶν γενεῶν αὐτῶν καί ποιά θά πρέπει νά εἶναι ἡ δική μας προσμονή.
1. Η ΠΡΟΣΜΟΝΗ
Μέσα μέ­σα στό πέ­ρα­σμα τῶν αἰ­ώ­νων γενεές γε­νε­ῶν ἔ­ζη­σαν μέ τήν προ­σμο­νή καί τήν ἐλ­πί­δα τοῦ Μεσ­σί­α. Καί περίμεναν μέ ἀγωνία καί πόθο ἰσχυρό τόν Λυτρωτοῦ, διότι ἀπό τόν Ἀδάμ σέ κάθε γενιά, ἀπό στόμα σέ στό­μα, ἤξεραν τήν ὑ­πό­σχε­ση πού ἔ­δω­σε ὁ Θε­ός: πώς κά­ποι­α μέ­ρα ὁ ἔν­δο­ξος ἀ­πό­γο­νος τῆς Εὔ­ας θά ἔ­θε­τε τέρ­μα στό δρά­μα τους. Καί τό δράμα τους ἦταν ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχασαν τήν παρα­δεί­σια ἐ­πι­κοι­νω­νί­α μέ τόν Ἅ­­γιο Θεό, ἔχασαν τόν ἐπίγειο καί ἐπουράνιο παρά­δει­σο. Καί ζοῦσαν τή φρί­κη τοῦ ἀ­πο­χω­ρι­σμοῦ ἀ­πό τόν Θεό, τά ἀ­δι­έ­ξο­δα καί τό θά­να­το.
Μέ­σα στό βα­θύ καί πυ­κνό σκο­τά­δι, ἡ μό­νη ἀ­κτί­δα φω­τός πού ἔ­δι­νε ἐλ­πί­δα στά δυ­στυ­χι­σμέ­να τους πρό­σω­πα ἦταν ἡ ὑπόσχεσι τοῦ Θε­οῦ γιά λύτρωσι. Καί ἡ ἐλ­πί­δα τους αὐτή καί ἡ προσ­δο­κί­α τους, πα­ρέ­με­νε ἄ­σβε­στη γιά αἰ­ῶ­νες πολ­λο­ύς. Κι ἐνῷ ζοῦσαν ἀνάμεσα σέ εἰδωλο­λα­τρι­κούς λαούς δέν ἔ­χα­ναν τήν πίστι τους καί τήν ἐλπίδα τους. Ὁ μεγα­λύ­τε­ρος πό­θος τους ἦταν ἡ προ­σμονή τοῦ Μεσ­σί­α. Στό νοῦ τους ἠ­χοῦ­σε ἡ ὑπό­σχε­σι τοῦ Θεοῦ. Ξυ­πνοῦσαν, κοι­μό­ν­­ταν καί πέ­θαι­ναν μέ τήν ἐλπίδα τοῦ Μεσ­­σία. Αἰ­­ῶνες περίμεναν καί ἐκ­πλή­ρωσι ἐπαγ­γε­λί­ας δέν ἔβλεπαν μέ­χρι πού τούς βρῆ­κε ὁ θάνατος. Ὅμως ὁ ἅγιος Θεός ἄμει­ψε αὐτή τους τήν προ­σμο­νή. Διότι οἱ δίκαιοι τῆς Πα­λαιᾶς Διαθήκης, ἀ­πό τήν ἄλλη ζωή, εἶδαν τόν ἐρ­χο­μό τοῦ Μεσ­σί­α καί ἐ­χά­ρησαν καθώς ἀντίκρυσαν τόν «ἀχώρητο παντί», τόν ὑψηλό Θεό νά γίνεται ταπεινός ἄνθρωπος νά γίνεται βρέφος ἅγιον στήν ἀγκάλη τῆς Παναγίας Παρθένου. Εἶδαν μέ ἔκ­πλη­ξι ἐκείνη τήν μο­ναδική νύχτα τῶν Χρι­στου­γέννων τίς στρα­τι­ές τῶν ἀγ­γέ­λων νά ψάλλουν «δό­ξα ἐν ὑψί­στοις Θεῷ» καί ἀ­σφα­λῶς θά ἐδοξο­λό­γη­σαν τόν ὕψιστο Θεό γιά τήν ἄρρητη ἀγάπη του καί φιλανθρωπία του.

2. Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΠΡΟΣΜΟΝΗ
Ἐ­μεῖς βέ­βαι­α δέν μπο­ροῦ­με νά συλλάβουμε τί σή­μαι­νε γι­ά τούς ἀν­θρώ­πους αὐ­τούς ἡ προ­σμο­νή τοῦ Λυτρωτοῦ. Δι­ό­τι ἐ­μεῖς δέν γευ­θή­κα­με τήν στέ­ρη­σι τοῦ Θε­­οῦ, τήν κυ­­ρι­­αρ­χί­α τῆς ἁ­μαρ­τί­ας καί τοῦ θανάτου. Γι­ά μᾶς ἡ ἔ­λευ­σι τοῦ Μεσ­σί­α εἶ­­ναι ὄ­χι μό­νο ἕνα ἱστορικό γεγονός, ἀλ­λά καί μιά πραγματικότητα πού ἐ­πη­ρε­ά­ζει κα­θο­ρι­στι­κά τήν ζω­ή μας. Καί εἶ­ναι τρα­γι­κό γι­ά μᾶς πού ζοῦ­με καί ἀ­πο­λαμ­βά­νου­με τίς δω­ρέ­ες τῆς θεί­­ας ἐ­ν­αν­­θρω­πή­σε­ως νά συ­μπε­ρι­φε­ρό­μα­στε σάν νά εἴ­­μα­στε σέ πρό Χρι­­στοῦ ἐ­πο­χή.
Θά πρέπει λοιπόν μέσα μας νά ἔχουμε σφοδρή ἐ­πι­θυ­μί­α νά συ­ναν­τή­σου­με τόν Χρι­στό, νά τόν γνω­ρί­σου­με, νά τόν κά­νου­με φί­λο καί ὁ­δη­γό μας. Νά αἰσθα­νό­μα­στε ὅπως ὁ ψαλμωδός πού ἔλεγε «ὅν τρό­πον ἐ­πι­πο­θεῖ ἡ ἔ­λα­φος ἐ­πί τάς πη­γάς τῶν ὑ­δά­των, οὕ­τως ἐ­πι­πο­πο­θεῖ ἡ ψυ­χή μου πρός σέ ὁ Θε­ός». Ἡ ψυ­χή μας νά φλέ­γε­ται ἀ­πό ἀ­γά­πη γιά τόν Θε­ό, νά αἰ­σθά­νε­ται ἀ­κα­τά­σχε­τη δί­ψα γι’ Αὐτόν. Νά ἔχουμε τόν Κύ­ρι­ό μας ἀδιάκοπα στήν  μνήμη μας. Νά ἐπιθυμοῦμε κι ἐμεῖς μέ ἱερή ἀδημονία τίς ὧρες τίς μυστικές τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας, Νά σκιρτᾶ ἡ καρ­διά μας καί ποθεῖ νά ἑνωθῇ μέ τόν Κύριο στό Μυ­στή­ριο τῆς θείας Εὐ­χα­ρι­στίας!
Ὁ Ἅ­γι­ος Μα­κά­ρι­ος λέγει σχετικῶς: «Ἐ­κεῖ­νος πού ἀ­γα­πᾶ ἀ­λη­θι­νά τόν Θε­ό ἔ­χει με­γά­λη πεί­να καί δί­ψα γι­ά προ­σευ­χή, ἔ­χει ἀ­χόρ­τα­γο πό­θο γι­ά τά μυ­στή­ρι­α τῆς χά­ρι­τος καί γι­ά κά­θε κα­τά­στα­ση ἀ­ρε­τῆς· νι­ώ­θει πλη­γω­μέ­νος ἀ­πό θεί­α ἀ­γά­πη, καί ἐ­πι­θυ­μεῖ νά ἀ­ξι­ω­θεῖ νά ἐ­πι­τύ­χει τε­λεί­ως τήν μυ­στι­κή καί ἀ­νέκ­φρα­στη κοι­νω­νί­α τοῦ Θε­οῦ, ἔ­χο­ντας κα­θα­ρό τό πρό­σω­πο τῆς ψυ­χῆς καί στραμ­μέ­νο τό βλέμ­μα στόν Κύ­ρι­ο, πρό­σω­πο πρός πρό­σω­πο, μέ­σα σέ ἀ­νέκ­φρα­στο πνευ­μα­τι­κό φῶς».
***
Ἀδελφοί, καθώς πλησιάζουν Χριστούγεννα ἡ ἁγία μας ᾿Εκκλησία μᾶς πρετοιμάζει γιά τό μεγάλο γεγο­νός. Μέ τό κάλεσμα γιά νη­στεία, γιά ἔργα φιλαν­θρω­πί­ας, μέ τούς χρι­στου­γεν­νιά­τι­κους ὕμνους, τήν ῾Ιερά ᾿Ε­ξο­μολόγηση, τή Θεία Κοι­νωνία. Οἱ δρόμοι στο­λί­ζον­ται κι αὐτοί γιά τήν μεγάλη ἑορτή. Καί ἡ σκέψη μας στρέ­φεται μέ λαχτάρα στήν νύχτα ἐκείνη τῆς Βηθλεέμ. Πόσο θά θέλαμε μαζί μέ τούς βοσκούς καί τούς μάγους νά συνα­ντή­σου­με τόν Χριστό, πού ἔρχεται στή γῆ μας! ῎Ας Τόν ἀνα­ζη­τή­σουμε λοιπόν βα­θύ­τερα. ῎Οχι τόσο μέ ἐξω­τερικές ἑ­ορ­­­ταστικές ἐκδη­λώ­σεις ἀλλά μέ ἕνα βαθύ καί ἱερό πό­θο. Κι ὅταν οἱ καμπάνες ἐκείνης τῆς νύχτας μᾶς κα­λέ­σουν γιά τή μεγάλη ὥρα, ἄς τρέξουμε ἀμέσως στόν ῾Ιε­ρό Ναό Του. ᾿Εκεῖ θά Τόν βροῦμε. Μᾶς περιμένει στήν ῾Ωραία Του Πύλη καί μᾶς ζητᾶ νά τοῦ δώσουμε τήν καρδιά μας γιά νά τήν κάνει φάτνη Του.
  Ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
Ἀρχιγραμματεύς  Ἱεράς Συνόδου
τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: