Κυριακή μετά την Ύψωση
Πώς μεταβάλλεται «η πικρία» σε γλυκύτητα
π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος
Το γεγονός της ύπαρξης και
παρουσίας του Σταυρού είναι προσδιοριστικό της ζωής των χριστιανών, όχι σαν
θρησκευτικό σύμβολο, (είναι γεμάτος ο τόπος θρησκευτικά σύμβολα), αλλά σαν
ουσία πραγμάτων και σχέσεων, που αλλάζει τη ζωή και την καθημερινότητα των
χριστιανών.
Η Παλαιά Διαθήκη, ως διαδρομή της
ιστορίας εκείνων των ανθρώπων στις σχέσεις τους με τον Χριστό και στην πορεία
της ελευθερίας από την δουλεία της Αιγύπτου στην ελευθερία της γης της
Επαγγελίας, έχει πολλά αντίστοιχα και ανάλογα με τη διαδρομή που έχει και σήμερα
η ανθρώπινη ζωή.
Η ανθρώπινη ζωή πολλές φορές χρειάζεται να περάσει από μια «αδιάβατη» θάλασσα, για να μπορέσει να κατευθυνθεί σωστά στην πορεία προς το στόχο της ζωής. Και όταν την περάσει αυτή την «αδιάβατη θάλασσα» και νομίζει ότι όλα πλέον είναι μια χαρά τώρα, ξαφνικά βρίσκεται σε μια έρημο! Έτσι βρέθηκαν και εκείνοι μόλις πέρασαν, με την παρέμβαση του Θεού, την Ερυθρά Θάλασσα. Βρέθηκαν να πορεύονται σε μιαν έρημο.
Έρημος είναι βέβαια η γνωστή
εικόνα του ξερού και εντελώς αμμώδους ή πετρώδους τόπου, όσον αφορά την
γεωμορφολογία. Πολλές φορές, όμως, έρημος μπορεί να είναι και το γεγονός ότι
δεν έχει κανείς πουθενά να «ακουμπήσει» την ψυχή του, ούτε κάπου να
ξεκουραστούν τα μάτια του. Όλα είναι «άμμος και πέτρες». Πολλές φορές και στη
διαδρομή της ανθρώπινης ζωής (που τυπικά δεν είναι στην έρημο), ο άνθρωπος δεν
έχει να ξεκουραστεί κάπου. Δεν μπορούν «τα μάτια του» να συναντήσουν κάποιον,
(ένα πρόσωπο δηλαδή), προκειμένου να μπορέσει ο άνθρωπος να μοιραστεί αγωνίες,
λάθη, πάθη, χαρές, λύπες.
Μέσα σ’ εκείνη την έρημο λοιπόν,
που περπάταγαν εκείνοι οι Εβραίοι, όπως είναι λογικό, η πρώτη έλλειψη ήταν το
νερό. Και το ακόμα χειρότερο απ’ όλα ήταν ότι βρήκαν νερό, αλλά ήταν πικρό!
Έτσι έπαθαν αυτοί. Μπήκαν σε μια έρημο η οποία ονομάζεται Σουρ (τείχος στα
εβραϊκά), που ήταν σαν ένα τείχος που έκοβε τα πράγματα στα δύο, δηλαδή έφευγες
από κάπου και έμπαινες μέσα σε κάτι άλλο. Μπαίνοντας λοιπόν σ’ αυτήν την έρημο
Σουρ, δίψασαν και όχι απλώς δεν είχαν νερό, είχαν την τραγωδία, όπως είπαμε, τα
νερά που βρίσκανε να είναι πικρά. Και ονομάστηκε, λέει το κείμενο της Παλαιάς
Διαθήκης, ο τόπος εκείνος «πικρία».
Πάρα πολλές φορές στην ανθρώπινη
ζωή έχει κανείς το ίδιο βίωμα: μια απέραντη πικρία. Από ανάγκες, από θλίψεις,
από πόνο, από θάνατο έρχεται μια απέραντη πικρία μέσα στην καρδιά του ανθρώπου.
Κι ο Μωυσής, τότε, παρεκάλεσε τον
Χριστό να λύσει το πρόβλημα αυτών των ανθρώπων. Και ο Θεός, ο Χριστός, του
έδωσε ένα ξύλο, λέει το κείμενο, και του είπε: Βούτηξέ το στα νερά και τα νερά
θα γλυκάνουν. Και το βούτηξε το ξύλο, που του έδωσε ο Χριστός, στα νερά και τα
νερά γλύκαναν. Κι όλοι οι Πατέρες λένε ότι αυτό το ξύλο, που έδωσε ο Χριστός
στον Μωυσή, ήταν το ξύλο του Σταυρού. Και ότι αν στην ανθρώπινη ζωή, ο άνθρωπος
δεν το καταλάβει αυτό να το «εκμεταλλευτεί», δηλαδή να «βουτήξει» τον Σταυρό
μέσα στη ζωή του, δεν θα γλυκάνει ποτέ η πικρία της ζωής του.
Αδελφοί μου, με τον Σταυρό
μαθαίνουμε ότι ο Θεός μάς αγαπάει κι όταν εμείς τον απορρίπτουμε. Εμείς,
βέβαια, στις ανθρώπινες σχέσεις έχουμε απαίτηση την αποδοχή. Δημιουργούμε μια
σχέση όταν κι ο άλλος μας αποδέχεται. Τον αγαπάμε εφ’ όσον ανταποκρίνεται στην
αγάπη μας και, το σπουδαιότερο, όταν ανταποδίδει. Αν δεν ανταποκρίνεται ούτε
καν το σκεφτόμαστε, αλλά και όταν δεν ανταποδίδει και τότε παύουμε να τον
αγαπάμε. Ο Χριστός με τον Σταυρό μάς δείχνει ότι μας αγαπάει και όταν εμείς τον
απορρίπτουμε.
Θυμόμαστε όλοι ότι στον Γολγοθά
και αυτοί ακόμα που βρισκόντουσαν κάτω από τον Σταυρό τον απέρριπταν. Τον
κορόϊδευαν, τον ενέπαιζαν, του βάλανε εμπαικτικές επιγραφές, του λέγανε, Να εσύ
που θα κατέλυες το ναό, (!) χίλια δυο άλλα. Ο Χριστός τους αγαπούσε. Πάνω στον
Σταυρό αγαπούσε περισσότερο τον Πιλάτο, τον Ηρώδη, τον Καϊάφα και τους
φαντάρους που Τον σταύρωσαν, απ’ όσο αγαπούσε την Μάνα του. Μ’ αυτόν Του τον
τρόπο μάς έδειξε ότι ακριβώς αυτό είναι ο Σταυρός: Μία άλλου είδους αγάπη, μία
αγάπη που ξεχνάει τον εαυτό της. Κι εμείς, που είμαστε χριστιανοί ακόλουθοί
Του, δεν πρόκειται ποτέ να μάθουμε να αγαπάμε, αν δεν καταλάβουμε τι είναι ο
Σταυρός.
Αδελφοί μου, δεν μπορείς να
αγαπάς αν δεν μπορείς να δώσεις, και φυσικά, δεν γίνεται να δώσεις ό,τι δεν
έχεις! Ο Χριστός έχει αγάπη σωστή και υγιά, και μπορεί να τη δώσει. Και έτσι
μπορεί και αγαπάει. Εμείς δεν έχουμε αγάπη, είμαστε σε μια στενόκαρδη λογική
συναλλάγματος και αυτή η συναλλαγή κάποια στιγμή στραβώνει ή κάνει οποιαδήποτε
«θεματάκια», που φανερώνουν το «εύθραυστό» της. Και εμείς, τότε, θεωρούμε τον
εαυτό μας δικαιολογημένο να διαγράψουμε τον άλλο.
Ο Χριστός όμως μας αγαπάει όταν
εμείς δεν το αξίζουμε. Έχουμε άραγε δοκιμάσει ποτέ να αγαπήσουμε κάποιον που
δεν το αξίζει; Όχι κατά την δική μας μονάχα κρίση, αλλά και εξ αντικειμένου.
Έχουμε μάθει να αγαπάμε το παιδί μας, που μας θίγει με τον τρόπο της ζωής του;
Που μας πληγώνει με τον τρόπο της ζωής του; Πριν να φτάσουμε στο παιδί μας,
έχουμε μάθει να αγαπάμε στη σχέση μας, την οικογενειακή, τη συζυγική, τον
άνθρωπό μας, που ώρες-ώρες είναι όχι όπως θα θέλαμε να είναι;
Αν δεν τα καταλαβαίνουμε αυτά και
μας είναι, όπως έλεγαν οι Λατίνοι «Ελληνικά, και δεν διαβάζονται», αν και για
μας αυτά είναι ακατανόητα, τότε δεν καταλάβαμε ακόμα τι είναι ο Σταυρός. Θα τον
έχουμε, οι ευσεβέστεροι, μονάχα διακόσμηση στα στήθη, φυλακτήριο σαν να είναι
αλεξικέραυνο! Αλλά δεν είναι αυτό ο Σταυρός.
Ο Σταυρός δεν μας εξασφαλίζει ότι
δεν θα πονέσουμε. Ίσα-ίσα, μας επισημαίνει ότι θα πονέσουμε. Αν δεν το
καταλάβουμε αυτό, δεν θα καταλάβουμε ποτέ αυτό που είπαμε στην αρχή, ότι δεν
είναι ένα θρησκευτικό σύμβολο ο Σταυρός, αλλά είναι ένας τρόπος που μας βγάζει
από τον εαυτό μας και μας μαθαίνει την αγάπη του Χριστού, ο οποίος, Χριστός,
αγαπάει όταν δεν το αξίζουμε και έχει την διάθεση να θυσιάσει τον εαυτό Του,
γι’ αυτούς που δεν τον αγαπάνε.
Όταν πολλές φορές οι άνθρωποι
βρίσκονται σε μια πικρία, σαν τους Εβραίους εκεί στην έρημο Σουρ, σε μια
δυσκολία στην όποια σχέση τους (συζυγική – γονεϊκή – φιλική – επαγγελματική)
και συμβουλεύσεις κάποιον «Καλά, ας γίνεις εσύ ‘μικρότερος’, ας καταλάβεις εσύ
τον άλλον άνθρωπο», η πρώτη απάντησή του είναι «Τι, εγώ θα είμαι μονίμως το
κορόϊδο»;
Με τέτοιου είδους σκεπτικό ο
Χριστός δεν συμπορεύεται! Γιατί ήταν «το απόλυτο κορόϊδο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου