Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2021

«Είμαστε σήμερα ενώπιον ενός ανανεωμένου μαζί» – Χρυσόστομος Σταμούλης, Κοσμήτορας Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

 

«Είμαστε σήμερα ενώπιον ενός ανανεωμένου μαζί» – Χρυσόστομος Σταμούλης, Κοσμήτορας Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

Ο κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ, Χρυσόστομος Σταμούλης μιλάει στο SPEAKNEWS και τον Περικλή Βλάχο, για την λειτουργία των πανεπιστημίων εν μέσω πανδημίας, τον ρόλο της Θεολογικής Σχολής και το μέλλον των ανθρωπιστικών σπουδών. Ακόμη σχολιάζει τη θέση και τη στάση της εκκλησίας σε σχέση με τις προκλήσεις της πανδημίας, τον διάλογό της με την πολιτεία, αναφέρεται σε εκείνο το κομμάτι εντός της εκκλησίας που παραμένει αναχρονιστικό και ανορθολογικό, και τονίζει πως η ορθόδοξη πίστη έχει απάντηση στα μεγάλα ερωτήματα που προέκυψαν από την κρίση των τελευταίων χρόνων.

1.   Κύριε Σταμούλη, Μετά από δύο ακαδημαϊκές χρονιές που τις σφράγισε το Lockdown, φέτος τα πανεπιστήμια λειτουργούν με διά ζώσης διδασκαλία. Πως κυλάει η χρονιά μέχρι στιγμής; Απέδωσαν τα μέτρα;

Ξαναβάλαμε μπρος τη διαδικασία της ζωής. Ξεκινήσαμε δειλά αλλά με μεγάλη διάθεση να ξαναβρεθούμε στα αμφιθέατρα, στους διαδρόμους, με τους φοιτητές, τους συναδέλφους, κάτι το οποίο μας έλλειψε όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Νομίζω σταδιακά τα πράγματα βελτιώθηκαν και ο φόβος άρχισε να υποχωρεί, διότι απεδείχθη ότι με την τήρηση των αναγκαίων μέτρων μπορούμε να λειτουργήσουμε διά ζώσης. Τα μέτρα τα οποία τηρήθηκαν, είναι και τα μέτρα που τηρήθηκαν σε όλο το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, και μας έδωσαν την δυνατότητα να έχουμε μια σχετική ασφάλεια. Τα κρούσματα είναι πολύ λίγα, αν αναλογιστεί κανείς ότι είμαστε μια μεγάλη σχολή. Νομίζω πως βρισκόμαστε σε έναν καλό δρόμο, ελπίζω τις επόμενες ημέρες η έξαρση της πανδημίας να μην μας αναγκάσει να αναθεωρήσουμε τις πρακτικές μας.

2.   Ποια είναι η θέση σας σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις που προσπαθεί να περάσει η κυβέρνηση στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Νομίζω ότι ακόμη δεν έχουμε σαφή εικόνα του νομοσχεδίου το οποίο ετοιμάζεται να έρθει το επόμενο χρονικό διάστημα. Πρέπει να πούμε δύο πράγματα και να είμαστε ειλικρινείς. Το πρώτον είναι ότι η φύλαξη στο πανεπιστήμιο δεν είναι αυτή που θα θέλαμε. Δηλαδή το προσωπικό του πανεπιστημίου, οι φύλακες, είναι ελάχιστοι σε σχέση με το μέγεθος του ιδρύματος αλλά και τον αριθμό των φοιτητών. Πράγμα που σημαίνει ότι όταν έχουμε ποινικά αδικήματα ή οτιδήποτε άλλο, δεν υπάρχει η δυνατότητα να προστατέψουμε τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η πανεπιστημιακή κοινότητα έκανε την πρόταση, να δώσει στα πανεπιστήμια τη δυνατότητα η πολιτεία, να δημιουργήσουν δικές τους δυνάμεις φύλαξης. Αυτή θα ήταν μια εξαιρετική λύση. Δεν έγινε αυτό, και η νομοθεσία λέει ότι η αστυνομία θα μπει στο πανεπιστήμιο. Θα δούμε πως θα προχωρήσουν τα πράγματα, πρέπει να αποφύγουμε τις χωρίς νόημα συγκρούσεις και να δούμε την αλήθεια μας μέσα σε μια νέα κοινωνία και μέσα στις καινούριες δομές τις οποίες αυτή η κοινωνία επιβάλλει. Όσον αφορά τα υπόλοιπα τα του πανεπιστημίου, σας είπα είναι νωρίς, γιατί δεν έχουμε το νομοσχέδιο στα χέρια μας και δεν έχουμε εικόνα του τι ακριβώς θα επιφέρει αυτό το νομοσχέδιο. Θα είμαστε εδώ για να το δούμε και να το συζητήσουμε.

3.   Το ενδιαφέρον για φιλοσοφικές και ανθρωπιστικές σπουδές είναι σε ύφεση διεθνώς. Το διαπιστώνετε και στα καθ’ ημάς; Πόσο αισιόδοξος ή απαισιόδοξος είστε για το μέλλον των σπουδών θεολογικής κατεύθυνσης.

Αυτό που είναι σε ύφεση είναι η διάθεση των ανθρώπων να ασχοληθούν με τις ανθρωπιστικές επιστήμες, και βεβαίως η διάθεση των εχόντων και κατεχόντων να στηρίξουν τις ανθρωπιστικές επιστήμες, διότι έχουμε προχωρήσει σε μια απόλυτη σύνδεση των επιστημών με την παραγωγή. Δεν είμαι καθόλου κατά της σύνδεσης του πανεπιστημίου με την παραγωγή, αλλά υπάρχει και ένα υπέδαφος στο οποίο στηρίζονται οι επιστήμες που συνδέονται απόλυτα με την παραγωγή, και είναι το υπέδαφος των ορίων των επιστημών, της ηθικής που μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτές τις διαδικασίες της έρευνας, και νομίζω ότι οι ανθρωπιστικές επιστήμες αποτελούν αυτό το υπέδαφος. Άρα λοιπόν ναι, υπάρχει μια υποβάθμιση, μια υποτίμηση των ανθρωπιστικών επιστημών, και θεωρώ ότι όσο υπάρχει αυτή η υποβάθμιση, τόσο υποτιμάται ο ίδιος ο άνθρωπος, και δημιουργούνται συνθήκες στην κοινωνία οι οποίες σχετίζονται με πολύ ουσιαστικά προβλήματά μας. Δεν χωρά αμφιβολία ότι τις λύσεις για τα μεγάλα προβλήματα της εποχής, όπως π.χ. το περιβαλλοντικό, δεν θα τις δώσουν οι ανθρωπιστικές επιστήμες, χρειάζονται τεχνικές λύσεις για να προχωρήσουμε. Αλλά όπως είπα πριν, υπάρχει και ένα υπέδαφος, το οποίο πρέπει να δημιουργεί εκείνες τις συνθήκες ώστε οι τεχνικές λύσεις να μην είναι απάνθρωπες. Σε αυτό συμβάλλουν και μπορούν να συμβάλλουν ακόμα περισσότερο οι ανθρωπιστικές επιστήμες και οπωσδήποτε η θεολογία.

4.   Η Θεσσαλονίκη έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την ορθοδοξία, και ιστορικά, αλλά και στο σήμερα, με την έννοια ότι εδώ ο κλήρος επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Ποιος ο ρόλος της θεολογικής σχολής σε σχέση με την πόλη;

Η Θεολογική Σχολή συνεργάζεται πλήρως με την εκκλησία. Υπάρχει ανοιχτή επικοινωνία, δίαυλοι επικοινωνίας, μέλη της θεολογικής σχολής μετέχουν στις επιτροπές της εκκλησίας και βρίσκονται στους χώρους των ενοριών και των μητροπόλεων. Από την άλλη πλευρά κρατάει η Θεολογική Σχολή και η θεολογία για τον εαυτό της τα χαρακτηριστικά μιας ανοιχτής επιστήμης, με συγκεκριμένο επιστητό, συγκεκριμένες μεθόδους έρευνας, η οποία διαλέγεται με το σύνολο των υπόλοιπων επιστημών. Είναι δηλαδή μια φωνή, η Θεολογική φωνή, η οποία προσπαθεί να ορίσει διαδικασίες ενότητας, διότι ξέρετε πάρα πολύ καλά ότι οι θρησκείες ανά τον κόσμο στοχεύουν στην ενότητα των κοινωνιών και όχι στην διάλυσή τους. Και το λέω αυτό διότι κάποιες φορές οι φωνές οι οποίες προέρχονται από ένα κλειστό και άκρως προβληματικό εκκλησιαστικό περιβάλλον, δημιουργούν προβλήματα, διαιρούν τη σύγχρονη κοινωνία. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο σύγχυσης, ειδικά αυτές τις μέρες ακούγονται πάρα πολλά πράγματα σε σχέση με την πανδημία, τα οποία δεν έχουν ουδεμία σχέση με την πραγματική εκκλησιαστική ζωή και την θεολογία που κομίζει αυτή η εκκλησιαστική ζωή. Η θεολογική επιστήμη λοιπόν είναι εκείνη η νηφάλια φωνή, η οποία μπορεί να επανεξετάζει τα πράγματα, να δείχνει τον πυρήνα τους, να συνδέει την ιστορία με το παρόν, και να κομίζει καινούριες ιδέες για ένα προχώρημα στο άμεσο μέλλον. Παντού τελευταία λέγω ότι είμαστε σήμερα ενώπιον ενός ανανεωμένου μαζί και νομίζω ότι αυτό το ανανεωμένο μαζί πρέπει να νικήσει την διαίρεση που πολλοί ευαγγελίζονται.

5.   Από την έναρξη της πανδημίας, μόνιμο θέμα είναι τα μέτρα που πρέπει ή δεν πρέπει να εφαρμόζονται εντός των ναών, ενώ την ίδια ώρα το κίνημα των αντιεμβολιαστών χρησιμοποιεί σύμβολα της πίστης κ.α. Πως κρίνετε την στάση της Επίσημης εκκλησίας σε όλη αυτή την αντιπαράθεση;

Η επίσημη εκκλησία μετά από μια περίοδο αμηχανίας, μετά τους δύο τρεις πρώτους μήνες, αντιμετώπισε με θετικό τρόπο το πρόβλημα. Στήριξε τις επιλογές της ελληνικής πολιτείας, στήριξε τις επιστημονικές επιλογές, γιατί το θέμα του covid δεν είναι ένα θεολογικό θέμα, είναι ένα θέμα καθαρά ιατρικό, και αυτό πρέπει να το πούμε εξ αρχής. Το τόνισαν άλλωστε ο Πατριάρχης, ο Αρχιεπίσκοπος, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, ότι σήμερα διώκεται ο άνθρωπος και όχι η πίστη, άρα λοιπόν καταλαβαίνετε ότι η ορθόδοξη εκκλησία στάθηκε στο ύψος της, με όλες τις αποφάσεις και όλες τις προτροπές. Είναι αλήθεια ότι αυτή η πανδημία έβγαλε στην επιφάνεια πάρα πολλές παθογένειες. Υπάρχει, όμως, και ένα μεγάλο κομμάτι της εκκλησίας και της θεολογίας, το οποίο είναι αναχρονιστικό, λειτουργεί στα πλαίσια του ανορθολογισμού, αυτό που προτείνει βρίσκεται σε σύγκρουση με τον πυρήνα του Ευαγγελίου, δεν συνδέεται καθόλου με την πίστη της αρχαίας εκκλησίας αλλά και τη διδασκαλία του Χριστού. Κάποιοι, προσπαθούν εδώ και τώρα να δημιουργήσουν καινούρια δεδομένα και να γεννήσουν μια θεολογία η οποία δεν έχει καμία σχέση με ό,τι εμείς γνωρίζουμε στον χώρο της θεολογικής έρευνας και με ότι τα μέλη της Εκκλησίας βιώνουν στον χώρο της εκκλησιαστικής ζωής, στο χώρο της εκκλησιαστικής κοινότητας.

6.   Με αφορμή την πανδημία έχει ανοίξει μία μεγάλη συζήτηση, για τα όρια του ανθρώπινου δικαιώματος, τις υποχρεωτικότητες που επιβάλλονται, την ευθύνη του ατόμου απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Η ορθόδοξη πίστη έχει απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα;

Νομίζω πως ναι. Κοιτάξτε, ζούμε σε μια εποχή απόλυτου δικαιωματισμού. Πολλοί στο όνομα της ελευθερίας υποστηρίζουν μια ψεύτικη ελευθερία, μια ελευθερία η οποία χρησιμοποιείται έτσι ώστε στο όνομά της να γίνονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα του σύγχρονου πολιτισμού. Η δικιά μου ελευθερία σταματάει εκεί που ξεκινάει η ελευθερία του άλλου. Η ελευθερία δηλαδή δεν είναι άμετρη. Το δικαίωμα σε νομικό επίπεδο προφανώς είναι ατομικό, αλλά σε επίπεδο ουσιαστικό, κοινωνικό, το δικαίωμα έχει χαρακτηριστικά συλλογικότητας, κοινοτικότητας. Δεν υπάρχει τίποτα στη ζωή το οποίο να είναι αποκλειστικά και απόλυτα μόνο δικό μας. Δηλαδή η δικιά μου πράξη έχει συνέπειες για τη ζωή αρκετών ανθρώπων οι οποίοι κινούνται γύρω μου. Η εκκλησία έχει απάντηση για το θέμα αυτό. Έχει πρόταση. Ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι «μείζων δε τούτων η αγάπη». Δεν είπε «μείζων δε τούτων η ελευθερία». Που σημαίνει ότι η ελευθερία είναι τέτοια που πρέπει να είναι, όταν εκβάλλει στην αγάπη και αυτή η αγάπη είναι που τη νοηματοδοτεί. Ειδάλλως μία ελευθερία ξεκομμένη από την αγάπη, αγάπη προς τον εαυτό μου, τον πλησίον, το σύνολο της κτίσης και του κόσμου, είναι μία ελευθερία που μπορεί να γίνει ακόμη και δαιμονική.

7.   Με τις απανωτές κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας, στράφηκε ο κόσμος ξανά στην πίστη του για απαντήσεις, ή ο σκεπτικισμός που εκδηλώθηκε προς όλους του θεσμούς, έβαλε στο στόχαστρο και την εκκλησία;

Ζούμε σε μια εποχή που είναι άκρως αντιθεσμική. Οι θεσμοί κλονίζονται και είναι λογικό να κλονίζεται και ο θεσμός της εκκλησίας. Στον αντίποδα παρατηρείται μια έμφαση σε «χαρισματικές» διαδικασίες οι οποίες όμως είναι άκρως επικίνδυνες. Αν είναι πρόβλημα μία φορά η απόλυτη θεσμοποίηση της εκκλησιαστικής ζωής, είναι μεγαλύτερο πρόβλημα η απόλυτη κίνησή μας σε τάσεις ενθουσιαστικές, χαρισματικές, εγώ θα έλεγα μαγικές και άκρως ειδωλολατρικές, οι οποίες αρνούνται τη συνοδικότητα του εκκλησιαστικού τρόπου. Διότι ο πυρήνας της Ορθόδοξης Εκκλησίας ανά τον κόσμο είναι η συνοδικότητα, που σημαίνει ότι αποφασίζει για όλα τα θέματα εν συνόδω. Εκεί εκφράζεται και η ιδιαιτερότητα του προσώπου και κοινωνείται με τις ιδιαιτερότητες των υπολοίπων προσώπων. Δεν χωρά καμία αμφιβολία, λοιπόν, πως υπάρχει μια υποχώρηση από τα κεκτημένα του παρελθόντος, τα ουσιώδη του τρόπου του εκκλησιαστικού σώματος. Ίσως θα έλεγα ότι σήμερα στην εκκλησία φωνασκεί εκείνο το κομμάτι το οποίο τη βλέπει με έναν τρόπο μαγικό, κατανοεί την πίστη ως ένα μαγικό γεγονός, και αποσυνδέει αν θέλετε τον μύθο από τον λόγο. Στην αρχαία παράδοση της εκκλησίας, και στη νεότερη, αυτό που έδινε την δυνατότητα να προχωρούν με ένα ουσιαστικό τρόπο τα μέλη της εκκλησιαστικής κοινότητας, ήταν η σύνδεση του λόγου με το μύθο. Όταν αποσυνδέσουμε το μύθο από το λόγο και προχωρήσουμε είτε σε έναν απόλυτο ορθολογισμό, είτε σε μια μυθική διάσταση της ζωής από την οποία απουσιάζει ο λόγος, τότε ο άνθρωπος διαιρείται στη μέση και τα αποτελέσματα είναι επικίνδυνα και άκρως προβληματικά.

8.   Την Δευτέρα για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας θα συμμετέχει στις εργασίες της Ιεράς Συνόδου. Πως ερμηνεύετε εσείς αυτή την κίνηση;

Είναι μια ασυνήθιστη κίνηση τούτη η επιλογή, η οποία θέλω να πιστεύω πως επιχειρεί να ενισχύσει τον διάλογο της εκκλησίας με την πολιτεία, και φαντάζομαι ότι σε αυτή την συνάντηση θα τεθούν επί τάπητος και όλα τα ουσιαστικά θέματα τα οποία συζητούν εδώ και πάρα πολλά χρόνια η εκκλησία και η πολιτεία. Ως «εύκαιρο» γεγονός, δεν τη βρίσκω κακή. Εάν αποκτήσει χαρακτηριστικά μονιμότητας καταλαβαίνετε πως δημιουργείται μια καινούρια συνθήκη η οποία κρύβει σοβαρούς κινδύνους. Σίγουρα όμως επειδή η εποχή είναι μια ιδιαίτερη εποχή, και κινούμαστε με έναν τρόπο ο οποίος μας οδηγεί σε αναθεωρήσεις των χαρακτηριστικών της ζωής των προηγούμενων χρόνων, νομίζω ότι και αυτή η συνάντηση εντάσσεται σε μια τέτοια προβληματική. Είναι αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης ιστορικής ανάγκης.

9.   Η κυβέρνηση ανακοίνωσε τον διορισμό 4000 ιερέων, πράξη που τελικά, προς το παρόν τουλάχιστον δεν προχώρησε. Πως το σχολιάζετε;

Νομίζω ότι αυτό είναι ένα πρόβλημα της εκκλησίας ουσιαστικό, αλλά από την άλλη μεριά πρέπει να υπάρξει και μια αναδιάρθρωση εσωτερική. Οι εκκλησίες στην ύπαιθρο έχουν πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα. Υπάρχουν παραμεθόριες μητροπόλεις, που δεν έχουν ιερείς. Σε αυτό όμως θα μπορούσε να υπάρξει μια προσπάθεια εσωτερικής διαχείρισης προτού πάμε σε οτιδήποτε άλλο εξωτερικό. Δηλαδή υπάρχουν ενορίες με 3 και 4 και 5 ιερείς και υπάρχουν ενορίες της περιφέρειας που δεν έχουν κανέναν ιερέα. Άρα λοιπόν δεν είναι το πρόβλημα μόνον εξωτερικό, να πάρουμε και άλλους ιερείς, νομίζω θα μπορούσε να λυθεί και με μια διαδικασία εσωτερική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η εκκλησία δεν μπορεί να διεκδικεί για τον εαυτό της περισσότερες θέσεις. Το θέμα είναι το που σταματάει η ανάγκη και που ξεκινάει η υπερβολή. Αυτό θα πρέπει να ελέγξουμε.

10.               Εκτός από την ακαδημαϊκή σας ιδιότητα, έχετε πλούσιο έργο ως συγγραφέας, αλλά και ως μουσικοσυνθέτης! Είναι οι τρεις αυτές ιδιότητες παράλληλες, ή συμπλέκονται και τρέφουν η μια την άλλη;

Είμαι ο ίδιος άνθρωπος, αυτά είναι κομμάτια του εαυτού μου και της υπάρξεώς μου. Από παιδί βρέθηκα στο χώρο της μουσικής και στο χώρο της εκκλησίας, και είχα τη χαρά να κάνω εργασία τις μεγάλες μου αγάπες και αυτό δεν είναι λίγο πράγμα. Για μένα λοιπόν δεν είναι παράξενο. Παράξενο είναι γι αυτούς που το βλέπουν διότι πολλές φορές δεν συνδέουμε την θεολογία με την τέχνη και τον πολιτισμό, θεωρούμε ότι θεολογία και εκκλησία είναι πραγματικότητες οι οποίες λειτουργούν ερήμην του πολιτισμού. Το οποίο είναι αναληθές, διότι αν δούμε το Βυζάντιο, θα καταλάβουμε ότι δημιούργησε μια πολύ υψηλή τέχνη, έναν πολύ υψηλό πολιτισμό, και η εκκλησία ήταν υπεύθυνη σε πολλές περιπτώσεις για την δημιουργία αυτού του πολιτισμού. Η ρήξη ανάμεσα στη θεολογία τις τέχνες και τον πολιτισμό, είναι κατασκευή της σύγχρονής μας πραγματικότητας, και νομίζω ότι είναι μία από τις μεγαλύτερες αμαρτίες του νεότερου πολιτισμού.

 

3 σχόλια:

Αθανάσιος Κοταδάκης είπε...

Από τη θαυμάσια και ρεαλιστική ανάρτηση του σεβαστού Καθηγητή ξεχωρίζω : «… Παρατηρείται μια έμφαση σε «χαρισματικές» διαδικασίες οι οποίες όμως είναι άκρως επικίνδυνες. Αν είναι πρόβλημα μία φορά η απόλυτη θεσμοποίηση της εκκλησιαστικής ζωής, είναι μεγαλύτερο πρόβλημα η απόλυτη κίνησή μας σε τάσεις ενθουσιαστικές, χαρισματικές, εγώ θα έλεγα μαγικές και άκρως ειδωλολατρικές, οι οποίες αρνούνται τη συνοδικότητα του εκκλησιαστικού τρόπου … Ίσως θα έλεγα ότι σήμερα στην εκκλησία φωνασκεί εκείνο το κομμάτι το οποίο τη βλέπει με έναν τρόπο μαγικό, κατανοεί την πίστη ως ένα μαγικό γεγονός και αποσυνδέει το μύθο-Αλήθεια-από το λόγο-έλλογη σκέψη». Προσθέτω με νόημα. «Και αυτά εξήντα χρόνια μετά την αποτίναξη της εκδυτικισμένης «Ορθοδοξίας» και τη στροφή στην καθαρή και αυθεντική» ! «Καλά Χριστούγεννα»-Αθαν. Κοτταδάκης

Ανώνυμος είπε...

Οποιος διαβάζει πολλά βιβλία και χρησιμοποιεί πολύ την διάνοια του για να σκέπτεται, είναι φυσικό να ομιλεί για "μύθο και λόγο".
Οποιος ασκείται, νηστεύει, προσεύχεται, αγρυπνεί, μετανοεί, αγαπά τον Θεό και τον άνθρωπο (Παίσιος, Πορφύριος, Ιάκωβος, Ιωσήφ Ησυχαστής, Εφραίμ Κατουνακιώτης, κλπ.) ομιλεί για Θεία Χάρη, Φωτισμό, Ελλαμψη, Αποκάλυψη, τα οποία αντιλαμβάνονται εμπειρικώς στον εαυτό τους ("οι τα Θεία πάσχοντες" κατά τον Αγιο Γρηγόριο Παλαμά), χωρίς φυσικά να αρνούνται οποιαδήποτε συνοδικότητα.
Και φυσικά δέν είναι δυνατόν να εντάξουμε στις "ενθουσιαστικές, μαγικες, ειδωλολατρικές τάσεις" το Διορατικό, Προορατικό, Ιαματικό, Προφητικό Χάρισμα, που δίνει ο Θεός στούς αξίους, για να το χρησιμοποιήσουν επ' αγαθώ της Εκκλησίας.

Ανώνυμος είπε...

Θερμά συγχαρητήρια στον 7:17 για τον υπέροχο σχολιασμό του.