Μέσα στα σκοτεινά χρόνια των
αντιχριστιανικών διωγμών και της αθεΐας – αντιθεΐας που σαν μανιώδεις θύελλες
σάρωσαν για περισσότερο από μισόν αιώνα τις χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης,
η Χάρη του Θεού ανέδειξε, μεταξύ πολλών άλλων, και τον Άγιο Σεραφείμ του
Σάρωφ (1759-1833), έναν Ρώσο ερημίτη ασκητή που έγινε από τους πιο
γνωστούς και τους πιο αγαπημένους αγίους της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ο Άγιος Σεραφείμ γεννήθηκε στις 19 Ιουλίου 1759 στη ρωσική πόλη Κούρσκ και με τη βάπτιση του έλαβε το χριστιανικό όνομα Πρόχορος. Ήταν γόνος μιας πλούσιας οικογένειας εμπόρων της περιοχής η οποία είχε βαθειά χριστιανική πίστη και χαρακτηριζόταν από τη αρετή της φιλευσπλαχνίας, κάτι που διδάχθηκε ο άγιος από την παιδική του ηλικία. Ο πατέρας του, Ισίδωρος, εγκατέλειψε αυτόν τον κόσμο όταν ο Πρόχορος ήταν μόλις 3 ετών κι έτσι όλη η φροντίδα της ανατροφής του αναλήφθηκε από τη μητέρα του, την Αγαθή Μόσνιν. Δίπλα σε αυτήν όμως έστεκε και μια άλλη μητέρα, η Υπεραγία Θεοτόκος που κατηύθυνε τα βήματα του.
Έτσι από παιδί εύρισκε τη γαλήνη και την ψυχική ευφορία στις ακολουθίες της Εκκλησίας και στην ανάγνωση των βίων των αγίων έως ότου, σε ηλικία 19 ετών, με την ευχή της μητέρας του, απεφάσισε να τους μιμηθεί και να μονάσει στην ιερά μονή του Σάρωφ, όπου κι έμεινε οκτώ έτη ως δόκιμος μοναχός. Εκεί διακρίθηκε πολύ γρήγορα για τον ένθεο ζήλο του και την πρόοδό του στις μοναχικές αρετές της υπακοής και της πρόθυμης εκπλήρωσης των μοναχικών καθηκόντων. Υπηρετούσε αδελφούς με ζήλο, αναλάμβανε τα πιο βαρειά διακονήματα, νήστευε αυστηρά και ασκείτο στη νοερά προσευχή του Ιησού. Μαζί με τη μοναχική κουρά και το αγγελικό σχήμα έλαβε σε ηλικία 27 ετών και το όνομα Σεραφείμ που σημαίνει «πύρινος», «φλογερός» γεγονός που φλόγισε ακόμα περισσότερο τον ζήλο του για τη μοναχική ζωή. Τότε ήταν που ο Άγιος ασθένησε βαρειά και κινδύνευσε να πεθάνει. Αρνήθηκε την ιατρική φροντίδα και ζήτησε μόνο εκείνο που θέλουν όσοι έχουν αφήσει τα πάντα στον Θεό: τη θεία Κοινωνία. Οι πατέρες της Μονής τον μετέλαβαν νομίζοντας ότι πνέει τα λοίσθια. Κι όντως, εμφανίσθηκε η Κυρία Θεοτόκος και τον θεράπευσε. Λουσμένη σε ένα άπλετο φως και συνοδευόμενη από τους Αγίους Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη τον Θεολόγο, η Παναγία έδειξε τον Άγιο λέγοντας: «Αυτός είναι από το δικό μου έθνος.» Λίγο αργότερα ο Άγιος ανέρρωσε πλήρως κι αργότερα έκτισε ένα νοσοκομείο στον τόπο που είχε γίνει το θαύμα της ιάσεως του.
Ένα χρόνο αργότερα χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος και το έτος 1793, σε ηλικία
35 ετών, χειροτονήθηκε ιερομόναχος και ορίσθηκε πνευματικός στην κοντινή
γυναικεία μονή του Ντιβέγιεβο.
Δεν πέρασε πολύς καιρός από τη χειροτονία του και ο Άγιος απεφάσισε να
ασκητεύσει μέσα στο δάσος του Σάρωφ, όπου και αποσύρθηκε με την ευλογία του
γέροντά του, του ηγούμενου της Μονής, Παχωμίου. Είχε ήδη κλείσει 16 χρόνια
μοναχικής ζωής όταν εγκατεστάθη σε μια δασική καλύβα δίπλα στις όχθες του ποταμού
Σάροφκα. Εκεί ζούσε σαν ασκητής της εποχής του Μεγάλου Αντώνιου – πατέρα και
ιδρυτή του μοναχικού βίου – με διαρκή προσευχή και μελέτη των Γραφών και των
Πατέρων, ενώ τρεφόταν πολύ λιτοδίαιτα από έναν λαχανόκηπο και μερικά μελίσσια
που συντηρούσε ο ίδιος δίπλα στο κελλί του, μερικά μίλια μακριά από τη Μονή.
Την περιοχή που ζούσε τη είχε ονομάσει «Μικρό Άθωνα» για να παραπέμπει στο Άγιο
Όρος. Κάθε Κυριακή μετέβαινε στη Μονή για να κοινωνήσει και εν συνεχεία
αποτραβιόταν και πάλι στην καλύβα του και στην ερημία.
Εκεί, στη ερημιά αντιμετώπισε τις συνήθεις επιθέσεις του πονηρού: ματαιόδοξες
σκέψεις, τρομακτικές εμφανίσεις, και άλλα τα οποία ο Άγιος τα έδιωξε με την
αδιάλειπτη προσευχή και το σημείο του Σταυρού. Όπως έλεγε αργότερα κάποιος υποτακτικός
του, ο Άγιος συνήθιζε να φεύγει την ημέρα από το κελλί του και να πηγαίνει σε
έναν βράχο μέσα στο δάσος όπου γονάτιζε και αγρυπνούσε προσευχόμενος όλη τη
νύχτα επαναλαμβάνοντας ασταμάτητα την προσευχή του τελώνη: «ὁ Θεός, ἱλάσθητί
μοι τῷ ἁμαρτωλῷ.» (Λουκάς 18:13). Το πρωί επέστρεφε στο κελλί του όπου γονάτιζε
σε έναν άλλον βράχο και συνέχιζε την προσευχή του. Κι αυτόν τον ασκητικό κανόνα
τον τήρησε για χίλιες νύχτες και χίλιες ημέρες. Έτσι ελευθερώθηκε για πάντα από
τον αγώνα των σκέψεων.
Πέρασε τρία ολόκληρα χρόνια στη σιωπή και την προσευχή, μιλώντας μόνον με τον
Θεό. Κι ο Θεός του έστειλε πλούσια τη Χάρη Του χαρίζοντας του άπειρες στιγμές
μυστικής ενοράσεως και πνευματικής κοινωνίας μαζί Του. Όλο αυτό το διάστημα
τρεφόταν με φρούτα του δάσους και με λίγο άρτο που του έδιναν από το μοναστήρι,
τον οποίον μοιραζόταν με τα άγρια ζώα της περιοχής και ειδικά με μια τεράστια
αρκούδα που πήγαινε στη καλύβα του κι ήταν υπάκουη σαν γατάκι. Στο πρόσωπο του
Αγίου η Φύση ολόκληρη είχε ξαναβρεί την προπτωτική της κατάσταση, αυτήν είχαν
οι Πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο πριν τη ανυπακοή και το προπατορικό
αμάρτημα.
Ένα βράδυ του έτους 1804, τρεις ληστές της περιοχής που πίστευαν ότι
ο Άγιος έπαιρνε χρήματα και δώρα από τους πιστούς που προσέφευγαν σε αυτόν για
έναν λόγο σωτηρίας και για μια προσευχή προς τον Θεό, του επιτέθηκαν για να τον
ληστέψουν. Ο Άγιος, αν και είχε τη σωματική ρώμη, δεν αντέδρασε, σταύρωσε τα
χέρια στο στήθος και τους άφησε να κάνουν ό,τι ήθελαν. Εκείνοι, αφού βρήκαν
μόνον μια εικόνα και μερικές πατάτες, τον χτύπησαν μέχρι θανάτου για να
ομολογήσει που είχε τα χρήματα. Λεφτά όμως δεν βρήκαν κι έφυγαν εγκαταλείποντας
τον ημιθανή. Έτσι τον βρήκαν τη επομένη ημέρα κάποιοι πατέρες της Μονής οι
οποίοι και τον μετέφεραν αιμόφυρτο στον ιατρό. Εκείνος όμως αρνήθηκε κάθε
ιατρική βοήθεια αφού ήξερε ότι ο Θεός θα τον ιάτρευε αφού τα θαύματα στη ζωή
των αγίων αποτελούν καθημερινές απλούστατες πράξεις. Κι όπως είχε γίνει και
παλιότερα, η Παναγία τον θεράπευσε.
Η επίθεση των ληστών στον Άγιο θορύβησε όμως τους Γέροντες της Μονής οι οποίοι
και του επέβαλαν να επιστρέψει εντός της ασφάλειας των τειχών της. Ο Άγιος υπακούοντας
στο Ηγουμενοσυμβούλιο επέστρεψε στη Μονή το 1810, όπου έμεινε για δέκα συναπτά
έτη έγκλειστος στο κελλί του ασκούμενος στη προσευχή και τη νηστεία. Στην
καλύβα του, δίπλα στον ποταμό Σάροφκα, επέστρεψε το 1825 κι αφού είχε λάβει από
τον Θεό το προορατικό χάρισμα, δεχόταν προσκυνητές από όλην την αχανή
αυτοκρατορία των Τσάρων προσφέροντας ελπίδα και παρηγοριά στις πονεμένες ψυχές
τους. Ο ίδιος ανάλωνε τον εαυτό του στην προσευχή και καθώς είχε μείνει σκυφτός
μετά την κακοποίηση που είχε υποστεί από τους ληστές, βάδιζε με τη βοήθεια ενός
ραβδιού.
Όσους κατέφθαναν να τον δουν τους χαιρετούσε με το πασχάλιο άγγελμα «Χριστός
Ανέστη!», ενώ αποκαλούσε τον κάθε άνθρωπο «χαρά μου». «Άνθρωπο είδες;
Τον Θεό είδες!» συνήθιζε να λέει και δεχόταν τους πάντες με την άδολη αγάπη
που δείχνει η μητέρα στο παιδί της. «Να είσαι σαν τη μητέρα κι όχι σαν τον
πατέρα για τους
αδελφούς της Μονής σου», ήταν η
προτροπή του σε κάποιον ιερομόναχο που προείδε ότι θα γινόταν ηγούμενος.
Ο άγιος Σεραφείμ μετέδιδε την αγάπη του Θεού προς όλους όσους κατέφθαναν να τον
συναντήσουν, πλούσιους και πτωχούς, ευγενείς και χωρικούς, μοναχούς και
λαϊκούς. Απλός στο παρουσιαστικό του, ενίσχυε και χαροποιούσε πνευματικά τον
καθένα και θεράπευε τα ψυχικά και σωματικά τους τραύματα. Κάποια πνευματικά του
παιδιά είχαν την ευλογία να τον δουν να λάμπει από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Αφηγούνται ότι η μορφή του ήταν τόσο λαμπερή που δεν μπορούσες να τον
αντικρίσεις. Η διδασκαλία του σχετικά με τον σκοπό της χριστιανικής ζωής, που
δεν είναι τίποτε άλλο από την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος, ειπώθηκε από
εκείνον σε μια τέτοια στιγμή ουράνιας λαπρότητος. Ο ίδιος απεκάλυψε ότι
απέκτησε αυτό το θεϊκό δώρο μέσω της αγίας μοναχικής υπακοής και της αυστηρής
μοναχικής άσκησης.
Ο Άγιος εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο μεταβαίνοντας στη αιώνιο ζωή και στο
ανέσπερο φως του Παραδείσου στις 2 Ιανουαρίου του έτους 1833. Οι Πατέρες της
Μονής τον βρήκαν γονατιστό στο κελλί του, σε στάση προσευχής ενώπιον της
εικόνος της Υπεραγίας Θεοτόκου, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος. Ήταν
εβδομήντα χρονών.
Εβδομήντα έτη μετά την οσιακή
κοίμηση του, το έτος 1903, η Ρωσική Ιερά Σύνοδος μετά από πολυετείς συζητήσεις
απεφάσισε να κατατάξει μεταξύ των αγίων της Ορθοδόξου Ρωσικής Εκκλησίας αφού
είχε ήδη αποκτήσει μεγάλη φήμη αγίου και θεραπευτή σε ολόκληρη τη Ρωσική
επικράτεια. Μετά τον θάνατο του και με τα χρόνια, η φήμη του εξαπλώθηκε σε
ολόκληρον τον Ορθόδοξο κόσμο, με αποτέλεσμα η Μόνη Σάρωφ στο Ταμπώφ της Ρωσίας
να γίνει τόπος προσκυνήματος πάρα πολλών ανθρώπων. Εν όσω ζούσε ακόμα ένα
αδιάκοπο κύμα προσκυνητών είχε αρχίσει να συρρέει στη Μονή του Σάρωφ, μέσα στα
άγρια δάση της επαρχίας Ταμπώφ. Υπήρχαν μάλιστα ημέρες που τέσσερις με πέντε
χιλιάδες ανθρώπων χτυπούσαν την πόρτα του Οσίου Σεραφείμ ο οποίος ήταν το
ζωντανό παράδειγμα της αποκαλύψεως της Βασιλείας του Θεού επί της γης. Η
υπάρξις του όλη ήταν μια ζωντανή μαρτυρία της παρουσίας της Θείας Χάριτος στον
κόσμο. Κι αυτό μέσα στην περίοδο της βιομηχανικής επαναστάσεως, της
επιστημονικής προόδου και της αδιαφορίας προς τον Χριστιανισμό και δη την
Ορθοδοξία, την οποία οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις της Ρωσίας αλλά και η δυτική
Ευρώπη περιφρονούσαν σαν «τη θρησκεία των χωρικών». Σε αυτόν τον αιώνα ο Άγιος
Σεραφείμ έλαμπε ως ένα εκλεκτό σκεύος της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος,
παρόμοιος με τους μεγάλους θαυματουργούς Αγίους των πρώτων Χριστιανικών
αιώνων.
Ο Τσάρος Νικόλαος Β’, μεριμνά
για την αγιοκατάταξη του Αγίου Σεραφείμ
Βαθειά αφοσιωμένος στην Ορθοδοξία
ο τσάρος Νικόλαος Β΄ συνετέλεσε ώστε κατά την περίοδο της βασιλείας του να
κτισθούν 10.000 νέοι ναοί καθ’ όλην την επικράτεια και περί τις πεντακόσιες
νέες μονές, ενώ ανακαινίσθηκε ένα πλήθος παλαιών μονών και ναών. Αν ο πρόγονός
του Πέτρος ο Μέγας ήταν εκείνος που δυτικοποίησε τη Ρωσία, ο Νικόλαος Β΄ μπορεί
κάλλιστα να θεωρηθεί ο Τσάρος που στράφηκε εντελώς προς τον Ορθόδοξη πίστη και
βίωσε την Ορθόδοξη μυστική διδασκαλία. Έτσι δεν είναι παράξενο ότι ήταν εκείνος
ο οποίος είχε συμβάλλει επίσης στην κήρυξη των περισσοτέρων αγιοκατατάξεων στην
ιστορία της ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μεταξύ αυτών ήταν εκείνες του Αγίου
Ιωάννου του Τομπόλσκ και του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, μια εικόνα του οποίου
βρισκόταν πάντα πάνω στο γραφείο του Τσάρου.
Ο Άγιος Σεραφείμ είχε θεραπεύσει
με θαυματουργικό τρόπο τη Μεγάλη Δούκισσα Μαρία, θυγατέρα του τσάρου Νικολάου
Α΄ και το Αυτοκρατορικό ζεύγος Νικολάου Β΄ και Αλεξάνδρας, το οποίο έδειχνε
τεράστια αφοσίωση στην οικογένεια και τα παιδιά, τον θεωρούσε προστάτη του και
προσέβλεπε στη θαυματουργική του επίδραση προκειμένου να αποκτήσουν κι εκείνοι
τον πολυπόθητο υιό και ο Ρωσικός Θρόνος Διάδοχο. Κι ήταν ο ίδιος ο τσάρος
Νικόλαος που έφερε στη ρωσική Ιερά Σύνοδο το θέμα της αγιοκατατάξεως του Οσίου Σεραφείμ
του Σάρωφ. Κατά συνέπειαν, σύμπασα η Αυτοκρατορική Οικογένεια παρευρέθηκε στις
εορτές που τελέσθηκαν επί τη ευκαιρία της επίσημης κατατάξεως του στο αγιολόγιο
της Ορθόδοξου Εκκλησίας και η αδελφή του Τσάρου, Μεγάλη Δούκισσα Όλγα
Αλεξάνδροβνα, περιγράφει στις αναμνήσεις της με συγκινητικό τρόπο τις εμπειρίες
της από αυτό το ταξίδι. «Με τα ίδια μου τα μάτια είδα το θαύμα του Αγίου
Σεραφείμ.» αφηγείτο η αδελφή του Τσάρου. «Μπροστά μας έφερε μια γυναίκα το
ανάπηρο παιδί της που δεν περπατούσε. Με τη βοήθεια κάποιων προσκυνητών το
έβαλαν στο ποτάμι δίπλα στο οποίο ζούσε ο Άγιος και το παιδί περπάτησε και
βγήκε μόνο του. Δεν είναι θέμα πίστεως. Το είδαμε το θαύμα να γίνεται μπροστά
μας!»
Ο ίδιος ο Άγιος Σεραφείμ του
Σάρωφ είχε προφητεύσει ότι ο Τσάρος που θα πήγαινε στη Μονή για την ανακομιδή
των λειψάνων του θα ήταν χριστιανός μέχρι τα βάθη του. «Ο Τσάρος θα μας
επισκεφθεί με όλη του την οικογένεια. Τι χαρά θα γίνει τότε! Θα εορτασθεί το
Πάσχα μέσα στο καλοκαίρι!» είχε προφητεύσει ο Άγιος.
Το ταξίδι των Τσάρων προς
τη Μονή του Σάρωφ διεκόπη πολλές φορές αφού σε κάθε χωριό που περνούσαν τους
περίμενε ο τοπικός εφημέριος επικεφαλής των χωρικών και μόλις η Αυτοκρατορική
άμαξα σταματούσε επαναλαμβάνετο η ίδια σκηνή: ο Τσάρος έμενε στο κέντρο
περικυκλωμένος από το πλήθος των προσκυνητών και των κατοίκων, οι οποίοι ήθελαν
να τον χαιρετήσουν και να του φιλήσουν το χέρι. Το θέαμα ήταν εξαιρετικά
συγκινητικό και η λατρεία του λαού προς τον Τσάρο ήταν τόση, που η φρουρά των
Κοζάκων, η οποία τον συνόδευε είχε καταστεί περιττή μιας και δεν υπήρχε
άνθρωπος που θα ήθελε να βλάψει τον «πατερούλη». Η πατροπαράδοτη σχέση μεταξύ
Τσάρου και ρωσικού λαού φαινόταν να είχε αποκατασταθεί κατά θαυματουργικό
τρόπο. Άλλο ένα θαύμα του Αγίου Σεραφείμ. Ούτε όμως κι αυτό θα έσωζε την Μοναρχία
και την Αγία Ρωσία αφού όπως ο ίδιος ο Όσιος είχε προφητεύσει παλαιότερα «πυκνό
σκοτάδι θα έπεφτε επάνω από την Αγία Ρωσία και οι χοίροι θα κατέστρεφαν τα
πάντα. Το σκοτάδι αυτό όμως θα κρατούσε για εβδομήντα χρόνια.» Προφητικοί λόγοι
που επαληθεύθηκαν επακριβώς…. Για επτά δεκαετίες τη θέση των Τσάρων
πήραν οι κομματικοί επίτροποι και την παρωχημένη φεουδαρχική δομή της ρωσικής
κοινωνίας αντικατέστησε μια κατ’ επίφαση ισότητα όλων των πολιτών βασισμένη
στην κοινωνικοπολιτική πρόταση των κομμουνιστών που προέβλεπε «γκούλαγκ για
όλους!»……
Όλα αυτά θα γίνονταν αργότερα.
Για την ώρα όλοι ζούσαν τη ζωντανή παρουσία της Θείας Χάριτος στη Μονή του
Σάρωφ. Στις 18 Ιουλίου που κατέφθασε η Αυτοκρατορική Οικογένεια στο δάσος
του Σάρωφ, πάνω από μισό εκατομμύριο προσκυνητών είχε συγκεντρωθεί και τους
περίμενε. Τα λείψανα του αγίου λιτανεύθηκαν βασταζόμενα από τον Τσάρο και τους
Μεγάλους Δούκες και κατά τη διάρκεια της λιτανείας σημειώθηκαν πολλά θαύματα
θεραπείας ασθενειών. Κατόπιν τοποθετήθηκαν μέσα στον ναό σε μια μεγαλοπρεπή
λάρνακα που ήταν αφιέρωμα της τσαρικής οικογενείας η οποία θεωρούσε τον Άγιο
Σεραφείμ προστάτη άγιο της.
Υπήρξε όμως κι ένα άλλο γεγονός
που θα συγκλόνιζε τον τσάρο Νικόλαο Β’ σε αυτό το προσκύνημα. Ο Όσιος έχοντας
προείδει, όσο ζούσε, τα γεγονότα της αγιοκατάξεως του και τη μετάβαση του
Τσάρου στην Ιερά Μονή του Σάρωφ, είχε γράψει, λίγο πριν την κοίμηση του το
1833, μια επιστολή προς τον Τσάρο. Ο ίδιος είχε γράψει επάνω «Προς τον
τσάρο Νικόλαο» και την είχε δώσει στον Μοτοβίλωφ, τον άνθρωπο που έγραψε τους
«Διαλόγους» με τον Άγιο Σεραφείμ. Καθώς τα χρόνια περνούσαν και ο τσάρος
Νικόλαος Α΄ πέθανε, όσοι γνώριζαν για την επιστολή του Αγίου απογοητεύθηκαν που
δεν είδαν την προφητεία του εκπληρούμενη. Ωστόσο, ο Μοτοβίλωφ πριν πεθάνει
άφησε στη γυναίκα του το χειρόγραφο του Αγίου και έτσι η επιστολή έφτασε στον
παραλήπτη της και η προφητεία του Αγίου Σεραφείμ
εκπληρώθηκε.
Ο Νικόλαος όταν την παρέλαβε
κλείστηκε σε ένα κελί και διάβασε μια επιστολή που είχε γραφεί για αυτόν και
τον περίμενε πριν ακόμα γεννηθεί, έναν σχεδόν αιώνα. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τι
έγραφε ο Άγιος Σεραφείμ στον Τσάρο που έμελλε να γίνει μάρτυρας, αλλά οι
οικείοι του θυμούνταν ότι τον είδαν να βγαίνει δακρυσμένος από το κελί.
Κατά την επιστροφή τους από το
Σάρωφ οι Αυτοκράτορες πέρασαν από τη γυναικεία Μονή του Ντιβέγιεβο για να
προσκυνήσουν και να συναντήσουν την Οσία Παρασκευή τη δια Χριστόν σαλή που
μόναζε έγκλειστη σε αυτό το μοναστήρι. Η Οσία είχε το προορατικό χάρισμα και
προφήτευε χρησιμοποιώντας αυτοσχέδιες κούκλες. Κατά την επίσκεψη των Τσάρων
έβαλε μια κούκλα σε ένα αυτοσχέδιο κρεββατάκι και άρχισε να λέει: «Κάντε
ησυχία! Το μωρό κοιμάται!» Θέλοντας να δείξει ότι η τσαρική οικογένεια θα
αποκτήσει επιτέλους τον πολυπόθητο Διάδοχο. Το Αυτοκρατορικό ζεύγος έμεινε για ώρα
στο ταπεινό κελλί της μιλώντας μαζί της και φεύγοντας ο Τσάρος άφησε χρήματα
για να κτισθεί ο καθολικός ναός της Μονής. Έκτοτε διατηρούσε επαφές μαζί της
και τη συμβουλευόταν, ενώ η Αγία Παρασκευή μέχρι και την κοίμηση της, το 1915,
έβαζε μετάνοιες μπροστά στο πορτραίτο του τσάρου Νικολάου Α΄. Όταν την ρωτούσαν
οι μοναχές γιατί βάζει μετάνοιες μπροστά στο πορτραίτο του Τσάρου, αυτή
απαντούσε: «Αυτός θα γίνει ανώτερος από όλους τους τσάρους της Ρωσίας! Ίσως
γίνει όσιος, ίσως μοναχός, ίσως μάρτυρας!»
Το 1920 οι Μπολσεβίκοι ύψωσαν χέρια βέβηλα και κατέσχεσαν τα οστά του Αγίου Σεραφείμ. Εν συνεχεία τα εξαφάνισαν προκειμένου να παύσει το προσκύνημα στον τόπο όπου αθλήθηκε πνευματικώς ο Άγιος Σεραφείμ. Εβδομήντα χρόνια αργότερα βρέθηκαν στο υπόγειο του Μουσείου Αθεϊσμού, που στεγαζόταν στον Καθεδρικό Ναό του Καζάν, έναν από τους γνωστότερους ορθοδόξους ναούς και αποδόθηκαν πάλι στην Εκκλησία.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
2. Ίωνος Βορρέ, Η Τελευταία των Ρομανώφ, Αθήναι 1985.
3. Νικολάου, Πρίγκηπος της Ελλάδος και της Δανίας, Τα πενήντα πρώτα χρόνια της ζωής μου, Παρίσι 1925.
4. Κωνσταντίνου Τσοπάνη, Οι Άγιοι Ρομανώφ, Νεομάρτυρες επί Κομμουνισμού, Αθήνα 2019.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου