Κυριακή 15 Μαΐου 2022

Δαγκωτό στη Eurovision! - Υπ.

 «Δε μπορούσαμε να βρούμε αρκετά ηλίθιο τραγούδι για έναν ηλίθιο διαγωνισμό»! Αυτά δήλωσε ο τότε Διευθυντής του Τρίτου Προγράμματος της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Μάνος Χατζηδάκις, με το γνωστό αφοπλιστικό του στυλ, όταν τον ρώτησαν παραμονές του διαγωνισμού της Eurovision του 1976 για την επιλογή του τραγουδιού της Ελλάδας.

Από τότε άλλαξαν πολλά σε αυτό το κιτς πανηγυράκι, με το παρακμιακό σόου, μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να εκφραστεί η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα και να διαφημιστεί ο σατανισμός. Σε αυτό το τηλεοπτικό σκουπίδι, που όλα σχεδόν τα τραγούδια έχουν την ίδια γλώσσα, τον ίδιο ρυθμό, το ίδιο στυλ, σαν να είναι όλα από την ίδια χώρα της «ευρωσαλάτας», κατά τον πετυχημένο χαρακτηρισμό σύγχρονου φιλοσόφου. Με απορίες του τύπου αν σνίφαρε κοκαΐνη επί σκηνής ο ένας, πόσα κιλά ήταν ο άλλος και αν πήγε κομμωτήριο ο τρίτος, σε μια υποκουλτούρα γερασμένη όπως η γηραιά ήπειρος που τη φιλοξενεί, και όχι πάντως χειρότερη από τα εγχώρια big brother, survivor [1], Φάρμα, Αννίτα που βλέπουμε τις υπόλοιπες 364 μέρες του χρόνου. «Die together», όπως τραγούδησε η Αμάντα Γεωργιάδη! [2]

Ας πάρουμε όμως, ξανά το νήμα της ιστορίας από την αρχή. Το 1975, ένα χρόνο μετά την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, η Ελλάδα που μετρά τις πληγές της και πασχίζει να σταθεί στα πόδια της, αρνείται να πάρει μέρος στο διαγωνισμό, διαμαρτυρόμενη με αυτόν τον τρόπο για την παρθενική εμφάνιση της Τουρκίας στο διαγωνισμό της Ευρώπης που σφυρίζει αδιάφορα.

Την αμέσως επόμενη χρονιά η Ελλάδα δεν έχει αποφασίσει τι θα κάνει, η Τουρκία συνεχίζει να παραμένει ατιμώρητη, οι τάφοι των νεκρών είναι νωποί, οι 1619 Κύπριοι παραμένουν ακόμα αγνοούμενοι κι η αδιαφορία της Ευρώπης αρχίζει να παγειώνεται.

Και τότε, ένα ανοιξιάτικο βράδυ ο Μάνος τηλεφωνεί στη Μαρίζα Κωχ και της προτείνει, ούτε λίγο ούτε πολύ, να του φέρει την άλλη μέρα το πρωί ένα τραγούδι για την Κύπρο, με σκοπό να το δηλώσει ως συμμετοχή της Ελλάδας και με τον τρόπο αυτό να διαμαρτυρηθεί σε διεθνές επίπεδο για την εισβολή της Τουρκίας.

Η Μαρίζα ενθουσιάζεται και τηλεφωνεί στον στιχουργό Μιχάλη Φωτιάδη που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη. Όλη νύχτα γράφουν το τραγούδι από το τηλέφωνο! Είναι το «Παναγιά μου, Παναγιά μου», ένα λιτό, δωρικό κομμάτι, βασισμένο στο ηπειρώτικο τραγούδι «δεν μπορώ μανούλα μ’».

Η Μαρίζα δεν είναι τυχαία. Αν και δεν ανήκε στην ομάδα των τραγουδιστών του, είχε διαγράψει μια αξιοθαύμαστη πορεία μέχρι τότε. Με την ανυπέρβλητη φωνή της, με όραμα και στόχο, έχει ξεκινήσει από το έντεχνο τραγούδι και στη συνέχεια εντάσσεται στο άτυπο κίνημα των seventies «επιστροφή στις ρίζες» που αφορά στη δημιουργική διασκευή της δημοτικής μας παράδοσης, μαζί με τα θρυλικά Ριζίτικα του Μαρκόπουλου, το Ζιώγαλα, το Γκαϊφύλια έως τις πιο ροκ εκδοχές του Διονύση Σαββόπουλου με τον Μπάλλο και τη Μαύρη θάλασσα. Η Μαρίζα κυκλοφορεί τον Αραμπά και ο κόσμος σιγοτραγουδά παντού την ανατριχιαστική Λαφίνα, από τις μαθητικές παρέες ως τα καφενεδάκια και τις λαϊκές αγορές. Την εποχή εκείνη έχει κυκλοφορήσει δύο παραδοσιακά τραγούδια έχοντας εξώφυλλο στο δίσκο την μαρτυρική και διχοτομημένη Κύπρο.

Την άλλη μέρα το πρωί στις 10 η Μαρίζα χτυπούσε το κουδούνι του σπιτιού του Μάνου. Από κει και μετά τα πράγματα γίνανε γρήγορα, κινηματογραφικά. Ο Χατζηδάκις κατοχύρωσε τη συμμετοχή της Ελλάδας και ο σκηνοθέτης Κώστας Φέρρης ανέλαβε το φιλμ προώθησης. Τα πλάνα γυρίστηκαν στο Μυστρά, η Μαρίζα είχε ύφος που ταίριαζε σε αυθεντικές Ελληνίδες που πενθούν: θρηνούν με το κεφάλι ψηλά.

  Το φιλμάκι προβάλλεται στην εκπομπή «Μουσική βραδιά» του Γιώργου Παπαστεφάνου και στη συνέχεια κυκλοφορεί στο εξωτερικό. Η Ελλάδα δίνει το «παρών» στη διεθνή πολιτική σκηνή, καταγγέλλοντας την ολιγωρία και την αβουλία των ισχυρών. Δεν αργούν τα παρατράγουδα. Η Τουρκία αποχωρεί από το διαγωνισμό και απαιτεί να αντικατασταθεί το τραγούδι ή να αποχωρήσει η Ελλάδα. Οι Γκρίζοι Λύκοι απειλούν ανοιχτά. 60.000 Τούρκοι μετανάστες διαδηλώνουν έξω από το χώρο του φεστιβάλ. Την κρίσιμη στιγμή επεμβαίνει η Γαλλία και απειλεί πως αν αποχωρήσει η Ελλάδα, θα αποσύρει κι εκείνη την υποψηφιότητά της. Τα υπόλοιπα κράτη συμφωνούν με τη Γαλλία, αλλά ταυτόχρονα κανονίζουν άτυπα να καταψηφίσουν την Ελλάδα. Οι διοργανωτές θορυβούνται. Καλούν τη Μαρίζα και της αναφέρουν πως οι μυστικές υπηρεσίες έμαθαν ότι θα υπάρξει ελεύθερος σκοπευτής μέσα στο κοινό. Η Μαρίζα χαμογελά. Δεν υποχωρώ, τους λέει κατηγορηματικά και υπογράφει χαρτί με το οποίο δηλώνει πως με δική της ευθύνη θα εμφανιστεί.

3 Απριλίου 1976, στη Χάγη της Ολλανδίας. Η μεγάλη στιγμή φτάνει. «Μόνο στο τέλος του τραγουδιού, στην τελευταία κορόνα, να απλώσεις τα χέρια για να φανεί το πένθος μας για την Κύπρο» της είχε πει ο Χατζηδάκις που ’χει αναλάβει και χρέη σκηνοθέτη. Η Μαρίζα εμφανίζεται στη σκηνή μ’ ένα φόρεμα κατά πώς ταιριάζει με την περίσταση. Είναι σκούρο, πένθιμο σαν την καρδιά της Ελλάδας, δημιουργία της Νίκης Γουλανδρή. Ένα χρυσό αυθεντικό βυζαντινό κόσμημα, μισό κιλό χρυσάφι, που φυλάσσεται στη ξενοδοχειακή θυρίδα της Χάγης συμπληρώνει το ενδυματολογικό σύνολο.

  Δίπλα της ο Αλεξανδρινός βιρτουόζος πιανίστας, συνθέτης Μάικ Ροζάκης, ως διευθυντής ορχήστρας, στέκεται χαμογελαστός και ψύχραιμος. Από την άλλη ο παραδοσιακός λαουτάρης Δημήτρης Ζουμπούλης.

Η Μαρίζα ξεκινά απτόητη να τραγουδά με την κρυστάλλινη φωνή της, εξιστορώντας τις θηριωδίες των Τούρκων:

Κάμπος γεμάτος πορτοκάλια, όι όι, μάνα μου!
Που πέρα ως πέρα απλώνετ’ η ελιά
Γύρω χρυσίζουν τ’ ακρογιάλια, όι όι, μάνα μου!
Και σε θαμπώνει, θαμπώνει η αντηλιά
Στον τόπο αυτό όταν θα πάτε, όι όι, μάνα μου!
Σκηνές αν δείτε, αν δείτε στη σειρά
Δε θα ’ναι κάμπινγκ για τουρίστες, όι όι, μάνα μου!
Θα `ναι μονάχα, μονάχα προσφυγιά
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!

Κι αν δείτε ερείπια γκρεμισμένα, όι όι, μάνα μου!
Δε θα ’ναι απ’ άλλες, απ’ άλλες εποχές
Από ναπάλμ θα `ναι καμένα, όι όι, μάνα μου!
Θα ’ναι τα μύρια χαλάσματα του χτες
Κι αν δείτε γη φρεσκοσκαμμένη, όι όι, μάνα μου!
Δε θα ’ναι κάμπος, ’ναι κάμπος καρπερός
Σταυροί θα είναι φυτεμένοι, όι όι, μάνα μου!
Που τους σαπίζει, σαπίζει ο καιρός
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!

 

 Η Τουρκική τηλεόραση διακόπτει τη μετάδοση και προβάλλει το εθνικιστικό τραγούδι «Memleketim» (μητέρα-πατρίδα), ένα από τα σύμβολα της Τουρκίας, κατά την περίοδο της εισβολής. Για την πράξη της αυτή η Τουρκία αποκλείστηκε από το διαγωνισμό μέχρι το 1978.

Ο διαγωνισμός τελειώνει, ευτυχώς χωρίς κανένα επεισόδιο. Το τραγούδι κατέκτησε την 13η θέση, αλλά αυτό ήταν το τελευταίο που απασχολούσε τους συμμετέχοντες στην ελληνική αποστολή. Όταν επέστρεψαν στην Ελλάδα ο Μάνος Χατζιδάκις με επιστολή που απέστειλε στον Τύπο ξεκαθάρισε: «Διάβασα πολλές επικρίσεις εναντίον της Ραδιοφωνίας, για το ότι δεν εναρμονίστηκε με το επίπεδο της Eurovision και για το ότι δεν έγινε “δημοκρατικότερα” η επιλογή [3], ώστε “να πετύχουμε”. Πουθενά δε διάβασα τη μόνη, τη μία και τη σωστή άποψη. Ότι δε διαθέτουμε ηλίθιο τραγούδι και είμαστε μια χώρα που έχει τεράστια και αξιόλογη μουσική παράδοση. Λάβαμε μέρος, διότι έπρεπε να δηλώσουμε παρουσία. Διαλέξαμε ένα τραγούδι που μας ταιριάζει και δε μας έκαμε εκ των υστέρων να ντραπούμε. Αν πετυχαίναμε, ίσως να ντρεπόμουν, μια κι εγώ προσωπικά σαν υπεύθυνος, πρώτη φορά συνειδητοποίησα το επίπεδο του θορυβώδους αυτού διαγωνισμού». Ο Μάνος Χατζηδάκις με την πράξη του αποδείχθηκε πιο άντρας από τους κατ’ επίφασιν straight του καιρού του.

 Η συνέχεια ήταν αυτή που περίμενε και στόχευε ο Χατζηδάκις: Πάμπολλες συνεντεύξεις, εκπομπές και άρθρα στα διεθνή μέσα ασχολήθηκαν με το θέμα μας Κύπρου. Την αμέσως επόμενη χρονιά απαγορεύτηκαν συμμετοχές με πολιτικά τραγούδια στη Eurovision. Το τραγούδι της Μαρίζας, το εγχείρημα του Μάνου έμειναν εσαεί ως κορυφαία πράξη πολιτικής διαμαρτυρίας και αποτελεί τη μοναδική και πραγματική μας πρωτιά! Κάθε απόπειρα να συγκριθεί με μετέπειτα «διακρίσεις» μας είναι ασέβεια και συνιστά ύβρι.

Υπ.

__________________________

[1] Ο αγρότης Γιώργος Κατσαούνης αποβλήθηκε από το τηλεπαιχνίδι Survivor, ύστερα από ανάρμοστη συμπεριφορά (χειροδίκησε σε συμπαίκτη του) και επέστρεψε από τον άγιο Δομήνικο στην Ελλάδα. Φτάνοντας στην πόλη του τα Φάρσαλα, έγινε δεκτός από τα ενθουσιασμένα πλήθη, που τον επευφημούσαν και συνωστίζονταν για να βγάλουν μια selfie μαζί του.

[2] «Die together» τραγούδησε φέτος η Αμάντα Γεωργιάδη, εκπροσωπώντας τη χώρα μας στη Eurovision.

[3]  Ούτε όμως, και το 1974 ήταν ομαλή η διαδικασία επιλογής. Αρχικά (ήταν ακόμα περίοδος δικτατορίας) είχε επιλεγεί το συγκρότημα «Νοστράδαμος», από τα δημοφιλέστερα συγκροτήματα ποπ στην Ελλάδα, ύστερα από διαγωνισμό που διοργάνωσε η ΕΡΤ.

Η συνέχεια όμως, ήταν απρόσμενη, όταν μαθεύτηκε πως ένα χρόνο πριν αστυνομικοί και ασφαλίτες συνέλαβαν σε ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης τον Ιπποκράτη Εξαρχόπουλο και τον ηχολήπτη του συγκροτήματος με την κατηγορία του βιασμού ενός 16χρονου κοριτσιού, μετά από καταγγελία της οικογένειάς του. Οι αστυνομικοί βρήκαν το κορίτσι στο ξενοδοχείο και το παρέδωσαν στην οικογένειά της στην Καβάλα.

Ο Εξαρχόπουλος βρέθηκε στα κρατητήρια, η μουσική του συγκροτήματος βρέθηκε στη blacκ list των ραδιοφωνικών εκπομπών και η συμμετοχή στη Eurovision, όπως ήταν αναμενόμενο, ακυρώθηκε. Αντί για τους Νοστράδαμος, τη χώρα μας εκπροσώπησε η Μαρινέλλα.


8 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Όπως πάντα, εξαιρετικό από κάθε άποψη το κείμενο.
Υπ., δεν παίζεσαι!!!

Ανώνυμος είπε...

Άγνωστα ντοκουμέντα αγωνιστικής περιόδου.
Δυστυχώς και στον πολιτισμό πτωχεύσαμε.

Ανώνυμος είπε...

Έφυγαν προσωπικότες όπως ο Χατζηδάκης. Σήμερα τα πάντα είναι ρηχότητα χωρίς πρωτοβουλία για κάποια αντίσταση έστω και από το τραγούδι. Αξίζουν μπράβο στον Υπ. για όσα μας έγραψε.

Ανώνυμος είπε...

Υπ. εροχον!!!!!
w

Ανώνυμος είπε...

Παρακολούθησα το φεστιβάλ. Όλα τα τραγούδια μια από τα ίδια. Οι στίχοι για κλάματα. Κρίμα για τα χιλιάδες μην πω εκατομμύρια ευρώ που δαπανήθηκαν για μια αηδία τηλεοπτική.
Αν το συγκρίνεις με το τραγούδι της Κωχ τότε άστά να πάνε. Είμαστε διαρκώς σε χειμέρια νάρκη.

Ανώνυμος είπε...

Τα λόγια κριτική του Μάνου Χατζηδάκη η σημερινή υποκουλτούρα του τραγουδιστικού ‘’πολιτισμού’’ τα έχει άραγε διαβάσει. Έχω ακούσει από αδιάβαστους ανόητους να κατηγορούν την παρουσία της Κωχ και το τραγούδι το συγκεκριμένο. Σήμερα κατάλαβα περισσότερο το λήθαργο στο οποίο είναι οι ‘’διανοούμενοι’’ και από κοντά και εγώ.
Έχω την εντύπωση ότι αυτή η μαρτυρία-παρουσίαση πρέπει να διαδοθεί για να ξυπνήσουμε.
Αυτό που μπορώ το κάνω τώρα. Το κοινοποιώ σε όλους τους φίλους στο viber και στο mail.
Με συγκλόνισε η ανάγνωση.

Ανώνυμος είπε...

Το πολύ καλό αυτό τραγούδι με την εξαιρετική φωνή της Μαρίζας Κώχ έχει και μία άλλη σημειολογική αξία.
Πρίν από 45 χρόνια ένα τραγούδι που αναφέρει οκτώ φορές το όνομα της Παναγίας και επικαλείται την παρηγορία της, θεωρείται απολύτως φυσιολογικό και αποδεκτό ακόμη και από προοδευτικούς ανθρώπους όπως ο Μάνος Χατζηδάκης.
Σήμερα ένα τραγούδι με παρόμοιους στίχους μάλλον θα αποκηρυσσόταν από τους "προοδευτικούς", ως "φονταμενταλιστικό" και "μισαλλόδοξο" και δέν θα έβρισκε το δρόμο για την Eurovision.
Ακόμη και από αυτό, φαίνεται πού κατευθύνεται η πορεία που ακολουθούμε ως χώρα.....

Ανώνυμος είπε...

Αναστάσιε, ευχαριστούμε για τα εκλεκτά κείμενα που δημοσιεύεις.
να σε έχει ο Θεός καλά!