1. Η εξαφάνιση της Παιδικότητας ως σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα.
Είναι γεγονός ότι ζούμε σε μια
εποχή βαθιάς αλλαγής και αμφισβήτησης της παιδικής ηλικίας, η οποία μάλιστα από
την πλειονότητα της έρευνας χαρακτηρίζεται σήμερα ως κοινωνική κατασκευή. Αυτό
όμως έχει ως συνέπεια τον σοβαρό κίνδυνο απώλειας της παιδικότητας ως τρόπου
ζωής, δηλαδή την πρώιμη εξαφάνιση του συνόλου των ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν
την παιδική ψυχοσύνθεση, όπως η άδολη αγνότητα, η φυσική καλοσύνη, η ευθύτητα,
η αφοπλιστική ειλικρίνεια, η αθωότητα, η συγχωρητικότητα, ο
αυθορμητισμός, ο αλτρουισμός. η ερευνητική περιέργεια, ο ενθουσιασμός, η χαρά
της έκπληξης στο καινούργιο, αλλά και η αβίαστη χαρά της ανακάλυψης, όπως και
πολλές άλλες.
Αν ανατρέξει μάλιστα κανείς στις συζητήσεις των ειδικών για την παιδική ηλικία, θα συναντήσει εκφράσεις ή έννοιες για τα σημερινά παιδιά όπως «μικροί ενήλικοι», «παιδιά καταναλωτές», «παιδιά των ΜΜΕ», «βιαστικά παιδιά», «παιδιά τέρατα», «παιδιά του φόβου ή παιδιά χωρίς παιδική ηλικία», δεδομένου ότι τα χαρακτηριστικά στοιχεία της παιδικής ηλικίας τείνουν να εξαλειφθούν στην εποχή μας, γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην όλη μετάλλαξη της οικογενειακής και ευρύτερα κοινωνικής ζωής, συμπεριλαμβανομένης οπωσδήποτε και της εκπαίδευσης, ως μια μακρά και διαρκής διαδικασία που ξεκινά ήδη από τις αρχές του 20ου αι. και κορυφώνεται στην εποχή μας.
Η κοινωνία σήμερα, μέσω της
οικογένειας και του σχολείου, δυστυχώς δεν διευκολύνει καθώς φαίνεται την ήπια
και ισόρροπη βίωση της παιδικότητας, πράγμα που ανιχνεύεται σαφώς και με σχεδόν
οδυνηρό τρόπο στο βαρύ μάλλον ακόμη και για ενήλικες καθημερινό πρόγραμμα των
παιδιών. Λαμβάνοντας υπόψη τις πολλαπλές ενασχολήσεις τους στο σπίτι και στο
σχολείο, γινόμαστε σε πολλές περιπτώσεις μάρτυρες μίας πρώιμης και άστατης
ωρίμανσής τους, σε σημείο μάλιστα που κάποιοι να κάνουν λόγο για «εξαφάνιση» ή «θάνατο της παιδικότητας», ώστε να φαίνεται πως ολόκληρη η κοινωνία
έχει βασίσει τη μελλοντική της προοπτική σε παιδιά που έχουν «γεράσει» πριν ακόμη μπορέσουν να χαρούν
την παιδική τους ανεμελιά, καθώς η εποχή της παιδικής αθωότητας δείχνει να έχει
παρέλθει ανεπιστρεπτί. Και αυτό διότι τα
πολυάσχολα παιδιά έχουν πλέον σαν σύμμαχο και αποκούμπι στο Γολγοθά της
καθημερινότητάς τους σχεδόν μόνο τα απρόσωπα, αλλά παντοδύναμα τεχνολογικά μέσα,
η παράχρηση και κατάχρηση των οποίων, ωστόσο,
όχι μόνο δεν συμβάλλει στη διατήρηση της παιδικότητάς τους, αλλά αντίθετα
τα οδηγεί στο να υιοθετούν και να εμπεδώνουν ακόμη περισσότερο και
ανεπαισθήτως, συμπεριφορές και συνήθειες ενηλίκων. Την κύρια ευθύνη για την
αφύσικη αυτή εξέλιξη έχει η οικογένεια και το σχολείο, δύο θεσμοί που μάλλον ευνοούν
στην πράξη την κυριαρχία των μέσων, η οικογένεια ως διεξόδου στη ζωή των
παιδιών λόγω έλλειψης χρόνου των γονέων και το σχολείο ως κυρίαρχου πλέον εκπαιδευτικού
εργαλείου, λόγω της σταδιακής επιβολής της ιδεολογίας του «τεχνοπώλιου».
Έτσι, η καθημερινότητα πλέον κυλάει
για τα παιδιά τόσο γρήγορα και με εξαντλητικό ρυθμό, αλλά και με τόσες πολλές
υποχρεώσεις, που αδυνατούν να βιώσουν εμπειρικά και σε βάθος την χαρά της ηλικίας
τους, δηλαδή την ανεμελιά, την ξεγνοιασιά, αλλά και τη δημιουργικότητα μακριά
από σκοτούρες και προβληματισμούς. Σχολείο το πρωί, φροντιστήριο μαθημάτων ή
ξένων γλωσσών μετά το μεσημέρι, κάποιο άθλημα ή κάποια εξωσχολική δραστηριότητα
το απόγευμα και το βράδυ εξαντλητικό διάβασμα. Με τον τρόπο αυτό όμως η «ανεμελιά δίνει τη θέση της στο άγχος και το
αθώο παιδί ‘ωριμάζει’ πρόωρα και αφύσικα, δηλαδή συμπεριφέρεται, σκέπτεται και
αισθάνεται σαν μεγάλος, με ορατούς τους κινδύνους για την υγεία του, σωματική
και ψυχική, καθώς οι πραγματικές, οι
βαθύτερες ανάγκες του ως παιδιού τίθενται σε δεύτερη μοίρα πρωτίστως από τους
γονείς, αλλά και οπωσδήποτε από το εκπαιδευτικό σύστημα, που δείχνουν σαν να
μην μπορούν να συνειδητοποιήσουν το πρόβλημα, ούτε να είναι ακόμη σε θέση να
αντιληφθούν την ανεπανόρθωτη ζημιά που μπορεί να προέλθει από την εξαφάνιση ή
την απώλεια της βίωσης οπωσδήποτε πριν και της γεύσης μετά την ενηλικίωσή τους
των καρπών της παιδικότητας, στην προσωπικότητα και την όλη ψυχοσύνθεση των
παιδιών».
Πως όμως κινδυνεύει να απολεσθεί η παιδικότητα στο σύγχρονο σχολείο,
αλλά και πως θα μπορούσε να διασωθεί και να καλλιεργηθεί ισορροπημένα η
παιδικότητα; Στα ερωτήματα αυτά θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε τρία
στάδια. Στο πρώτο θα επισημανθεί ο κίνδυνος εξαφάνισης ή απώλειας της
παιδικότητας και η σύνδεσή του με τον σύγχρονο τρόπο κοινωνικής ζωής. Στο
δεύτερο θα επιχειρηθεί η επικέντρωση του προβλήματος και η αποτύπωση της
απώλειας της παιδικότητας στον εξίσου με την οικογένεια σπουδαίο κοινωνικό
θεσμό, που είναι το σύγχρονο σχολείο. Και στο τρίτο στάδιο θα διατυπωθούν
προτάσεις και θέσεις αναφορικά με την προσπάθεια διατήρησης ή και διάσωσης,
ανάκτησης και ισόρροπης εξέλιξης, αλλά και υγιούς ωρίμανσης της παιδικότητας
κατά τη διάρκεια της σχολικής ζωής.
Αποτελεί αναντίρρητο γεγονός πως οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί της σύγχρονης ζωής δεν καταπονούν μόνον τον ενήλικα άνθρωπο, αλλά κινδυνεύουν να συντρίψουν και να εξαφανίσουν δυστυχώς και την παιδική ηλικία. Έτσι, συνιστά κοινή σχεδόν διαπίστωση ότι τα περισσότερα παιδιά σήμερα στερούνται όλα σχεδόν τα πολύτιμα στοιχεία και ουσιώδη χαρακτηριστικά της παιδικότητάς τους. Έτσι, η σημερινή κοινωνία μάλλον δεν ευνοεί την ήπια και ισόρροπη βίωση της παιδικότητας, ώστε, εξαιτίας της καθημερινής υπερδραστηριότητας των παιδιών στο οικογενειακό και ιδιαιτέρως στο σχολικό περιβάλλον, να συντελείται μία πρώιμη, απότομη και άστατη ωρίμανσή τους, σε σημείο μάλιστα που να γίνεται λόγος για «εξαφάνιση» της παιδικότητάς τους, καθώς μεταβαίνουν ανώμαλα και βιαία στον κόσμο των ενηλίκων ενώ εξακολουθούν να είναι ακόμη παιδιά, χωρίς να έχουν ωριμάσει σωματικά ή οργανικά και πνευματικά. Αυτό έχει ως συνέπεια, όχι μόνο να μη βιώνουν τη μοναδική εμπειρία και να απολαμβάνουν τα αγαθά της παιδικής τους ηλικίας ευχάριστα και δημιουργικά, προκειμένου να καλλιεργήσουν τις ιδιότητές της και να αναπτύξουν τα φυσικά τους χαρίσματα για να μπορέσουν να διαμορφώσουν ως ενήλικες άρτιο χαρακτήρα με υγιείς αρχές και αξίες, αλλά, αν και παιδιά ακόμη, να ζουν ως γηρασμένοι και σκληρά εργαζόμενοι ενήλικες μαθητές, με ολέθριες συνέπειες στην ισόρροπη ανάπτυξή τους. Αυτό συμβαίνει, διότι ακολουθείται στην πραγματικότητα μια διαδικασία «στεγνής» ενηλικίωσης τους, χωρίς τα παιδιά να έχουν προλάβει να αναπτύξουν τα δημιουργικά εργαλεία της παιδικότητάς τους, τα οποία χρειάζονται για να ζήσουν φυσιολογικά στην υπόλοιπη τους ζωή, με συνέπεια και κατ’ αντιστροφή του λόγου του Χριστού, επειδή «το μεν πνεύμα [τους είναι ακόμη] ασθενές, η δε σαρξ πρόθυμος», αλλά επίσης και αυτή φυσικώς αδύναμος για να αντέξει τόσο βαρύ φόρτο εργασίας, ελλοχεύει μεγάλος κίνδυνος οδυνηρών επιπτώσεων στην ψυχοσύνθεσή τους.
2. Το Σύγχρονο Σχολείο και ο κίνδυνος εξαφάνισης της Παιδικότητας.
Όσο και αν ακούγεται παράξενο, οι
δύο παράγοντες που συντελούν, χωρίς ίσως να το έχουν συνειδητοποιήσει απολύτως ακόμη,
στην απώλεια της παιδικότητας είναι η οικογένεια
με πρωτεργάτες τους γονείς και το σύγχρονο σχολείο, το οποίο καλείται να
εφαρμόσει ένα εν πολλοίς ουτοπικό ωρολόγιο πρόγραμμα με πλήθος αντικειμένων και
μεγάλο όγκο ύλης, μέσω κυρίως του μηχανιστικού τρόπου των νέων τεχνολογιών. Η
διαρκής αύξηση των διδακτικών αντικειμένων, ο μεγάλος όγκος της διδακτέας ύλης,
η υποβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού και η υποκατάστασή του από τα
τεχνολογικά μέσα, η κυριαρχία της τεχνολογίας γενικότερα στη διδασκαλία και ο διαρκώς
αυξανόμενος διδακτικός χρόνος με τη συνεπαγόμενη μείωση του πολύτιμου ελεύθερου
χρόνου στα διαλείμματα ή στο σπίτι για την προετοιμασία των μαθημάτων της
επόμενης ημέρας, αλλά και γενικότερα οι στόχοι του σύγχρονου σχολείου, που
είναι σχεδόν αποκλειστικά προσηλωμένοι στη μελλοντική επαγγελματική
αποκατάσταση και προετοιμασία των μαθητών για την αγορά εργασίας, συμβάλλουν
στην πρόωρη εξαφάνιση της παιδικότητάς τους. Έτσι, τα παιδιά από πολύ νωρίς
επιδίδονται σε ένα αγχώδες έργο απόκτησης τίτλων και δεξιοτήτων για να
εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους, με συνέπεια να διανύσουν στην πλειοψηφία τους
με ιλιγγιώδη ταχύτητα το διάστημα της ζωής τους από τη νηπιακή έως και τη
μετεφηβική ηλικία, μετατρεπόμενα πρόωρα σε ενήλικες, εγκλωβισμένους ωστόσο στα
άγουρά τους σώματα, καθώς εισέρχονται απότομα σχεδόν σε μια τροχιά αυτόματης
και μοναχικής ανάπτυξης, με συνήθη συντροφιά το κινητό τους και τον υπολογιστή ή
το tablet τους, χωρίς να γεύονται τους καρπούς της παιδικότητάς τους,
οι οποίοι θα τους τροφοδοτήσουν και θα τους εκπαιδεύσουν για να γίνουν σωστοί ενήλικες, έχοντας στις
προσωπικές, κοινωνικές, οικονομικές και επαγγελματικές τους σχέσεις ώριμες τις
ιδιότητες της παιδικότητας, πλασμένες, ωστόσο, σε σταθερές στάσεις ζωής.
Επειδή μάλιστα τα παιδιά
είναι αναγκασμένα να εργάζονται και να δρουν μάλλον ως ενήλικες για να
ανταποκριθούν στις πολλαπλές απαιτήσεις του καθημερινού σχολικού και λοιποί
εκπαιδευτικού τους προγράμματος, η κυρίαρχη αίσθηση που επικρατεί, είναι αυτή της
πρόωρης ενηλικίωσής τους, εφόσον ως μαθητές αναγκάζονται να υιοθετήσουν στην
πραγματικότητα την καθημερινότητα ενός ενήλικα. Αυτό τα κάνει να βιάζονται να
μιμηθούν τη νοοτροπία των ενηλίκων, ώστε να αλλάξουν τον τρόπο της δραστηριότητάς
τους, αλλά και να μεταβάλλουν τα θέλω τους, καθώς ο όγκος της σχολικής και της
λοιπής εργασίας που έχουν αναλάβει να διεκπεραιώσουν είναι τεράστιος, και οι
δραστηριότητες ανεξάντλητες, με συνέπεια να απολέσουν σύντομα τα χαρακτηριστικά
της παιδικότητάς τους. Το οδυνηρό αυτό τέλος όμως της παιδικής αθωότητας, του αυθορμητισμού
και της αγνότητας, συνεπάγεται παράλληλα επίσης και με τον αργό, καθημερινό
θάνατο, δηλαδή την εξαφάνιση της πολύτιμης εμπειρίας της παιδικότητας για την
ενήλικη ζωή. Έτσι, τα παιδιά μεταμορφώνονται κατά κανόνα σε ψυχρούς διεκπεραιωτές
μιας διαδικασίας πρόωρης ενηλικίωσης, ώστε να βιώνουμε στο σχολικό περιβάλλον
το φαινόμενο παιδιά να κυκλοφορούν απονευρωμένα τόσο, που, έχοντας χάσει την
παιδικότητά τους, να μοιάζουν περισσότερο με πολυάσχολους ενήλικες εργάτες,
υποταγμένους όλη την μέρα στα πρέπει του σχολείου και σε εκείνα του σπιτιού, όπως
οι αναρίθμητες οργανωμένες δραστηριότητες μετά το σχολικό πρόγραμμα που τους ορίζουν
στην πραγματικότητα οι γονείς, χωρίς να σκεφτούν αν μπορούν να αντέξουν.
Αλλά και η διδασκαλία, όπως και η
μάθηση στο σχολείο εξακολουθούν ακόμη να είναι διεκπεραιωτικές, στοχεύουν δηλαδή
κυρίως στη νοητική κατάληψη ενός πεδίου ή ενός αντικειμένου, καθώς οι μαθητές,
στην εποχή του «τεχνοπώλιου», της
κυριαρχίας της τεχνολογίας και στην εκπαίδευση όπως η σημερινή, δεν αντιμετωπίζονται
καν ως όντα που επιβάλλεται να αποκτήσουν γνώσεις με σκοπό να ωριμάσουν και να
αναπτυχθούν, αλλά κατανοούνται και εκλαμβάνονται κυρίως ως καταναλωτές, με
ανάγκες σχεδόν ίδιες με εκείνες των ενηλίκων. Έτσι η παιδικότητα «εξαφανίζεται», καθώς δεν λαμβάνεται εν
πολλοίς υπόψη κατά τη κατάρτιση των προγραμμάτων σπουδών, ώστε η παιδική ηλικία
κατά κάποιο τρόπο να αντιμετωπίζεται ως μία καθαρά οικονομική κατηγορία. Το
παιδί δηλαδή εκλαμβάνεται ως ένας «μικρός
ενήλικος» που έχει χρήματα ή πρέπει να αποκτήσει χρήματα για να καταναλώσει
αγαθά στο παρόν και στο μέλλον. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται δυστυχώς η
προσπάθεια σύνδεσης του σχολείου με την αγορά εργασίας, την μετατροπή του
δηλαδή σε έναν αποκλειστικά επαγγελματικό εκπαιδευτικό φορέα. Γι’ αυτό και δεν
είναι τυχαίο και συμπτωματικό, ότι ολοένα και περισσότερο οι βαθμίδες της
σχολικής εκπαίδευσης επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στο να προετοιμάζουν τους
μαθητές για τα μελλοντικά τους επαγγέλματα, εις βάρος ωστόσο της πολύτιμης για
τη ζωή τους γενικής παιδείας και της ευρύτερης εγκυκλοπαιδικής τους κατάρτισης.
Επιδιώκεται δηλαδή να συνδεθεί το σχολείο μόνο με την εξεύρεση εργασίας, γεγονός
που εντοπίζεται στην κυριαρχία των θετικών σε βάρος των ανθρωπιστικών μαθημάτων,
αλλά και στην εξέλιξη του γενικού λυκείου ως σταδίου προετοιμασίας για την
ανώτατη εκπαίδευση, με δυνατότητα πρόσβασης κατά τα δύο τρίτα σε σχολές με
θετικού ή τεχνολογικού τύπου αντικείμενα, χωρίς να υπολογίζεται επίσης η
αποστολή του επαγγελματικού λυκείου για την αποκλειστική σχεδόν πρόσβαση σε
τεχνολογικά αντικείμενα.
Αυτό συμβαίνει στην πραγματικότητα,
διότι το σχολείο ως θεσμός βάλλεται ποικιλοτρόπως, εφόσον η εκπαιδευτική
πολιτική σχεδιάζεται με βάση το πνεύμα και την ιδεολογία του «τεχνοπώλιου», δηλαδή της υποταγής στην «υπέρτατη αρχή της τεχνολογίας». Το κύρος του σχολείου ως χώρου
σφαιρικής και ισόρροπης γνώσης υποβαθμίζεται συνεχώς και εδραιώνεται η
πεποίθηση ότι υπάρχει κυρίως ως φορέας θετικής και τεχνολογικής κατάρτισης, με
σκοπό να προετοιμάζει συντομότερα τους μαθητές για να ενταχθούν στον κόσμο των
ενηλίκων. Έτσι, ενώ ο δάσκαλος θα έπρεπε να αντιπροσωπεύει στο σχολείο τον
κόσμο των ενηλίκων, για να προσφέρει την πολύτιμη γνώση και την εμπειρία του σε
ένα περιβάλλον παιδικότητας, σήμερα εκλαμβάνεται, εν ονόματι ενός θολού ενήλικα
μαθητοκεντρισμού, περισσότερο ως «ηγέτης
γνώμης», εμψυχωτής, βοηθός και «φίλος»,
που αφήνει τα παιδιά να εκφράζονται ελεύθερα και απλώς οργανώνει την ομάδα των ομοίων
συνεργατών, η οποία καλείται να διερευνήσει και να ανακαλύψει τη γνώση μέσω της
τεχνολογίας κυρίως στο διαδίκτυο. Έτσι τα παιδιά ανοίγονται στον κόσμο των
ενηλίκων στο σχολείο μέσω των πανίσχυρων Μέσων Επικοινωνίας και των
ηλεκτρονικών υπολογιστών, αλλά ταυτόχρονα αποδυναμώνεται η φαντασία τους, ώστε να
μην μπορούν να χρησιμοποιήσουν δημιουργικά ακόμη και αυτή τη γνώση που «ανακάλυψαν» στο διαδίκτυο.
Η αλόγιστη
χρήση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση έχει καταδείξει δυστυχώς ότι δεν ενθαρρύνει
τα παιδιά ν’ αγαπούν το σχολείο, όπως συνήθως διαδίδεται. Αντιθέτως τα ενθαρρύνει
να αγαπήσουν ακόμη περισσότερο τον υπολογιστή ή το κινητό τους τηλέφωνο ή το tablet τους
και να βυθίζονται ατελείωτες ώρες ανεξέλεγκτα και με πολλούς κινδύνους στο διαδίκτυο,
με το πρόσχημα της έρευνας συνήθως την αναζήτηση πληροφοριών για την
προετοιμασία της εργασίας τους για το σχολείο. Την άκριτη αυτή στροφή του σύγχρονου
σχολείου προς τις θετικές επιστήμες και την κυριαρχία των νέων τεχνολογιών στη
διδασκαλία με την παράλληλη υποχώρηση της δια ζώσης άμεσης διδασκαλίας ως
διαπροσωπικής σχέσης δασκάλου με τον μαθητή, αλλά και την υποβάθμιση των
θεωρητικών ή ανθρωπιστικών μαθημάτων με συνέπεια την απώλεια του ανθρωπιστικού
ιδεώδους και την εξαφάνιση της παιδικότητας, επιδιώκει να προβάλλει η έρευνα με
την αντιθετική σχέση Αθηναίων και Βησιγότθων. Το να είναι, δηλαδή κάποιος Αθηναίος σημαίνει ότι
αξιολογεί στο έπακρο τη γνώση και ακόμη περισσότερο την αναζήτηση της γνώσης. Ότι
αγαπά τη γλώσσα ως έκφραση πολιτισμού, ότι καταλαβαίνει τον κίνδυνο που
διατρέχει ο πολιτισμός μας και δείχνει ενδιαφέρον για τα δημόσια ζητήματα, τη
βελτίωση της δημόσιας συμπεριφοράς, τις ικανότητες και το ταλέντο. Από την άλλη
πλευρά οι Βησιγότθοι, που δεν είχαν
κανένα ενδιαφέρον για τον πολιτισμό, αντιπροσωπεύουν τους λεγόμενους
τεχνοκράτες. Ο σημερινός Βησιγότθος δηλαδή είναι ο πραγματιστής, ο
ορθολογιστής, είναι εκείνος που ενδιαφέρεται μόνο για τις ιδιωτικές του
υποθέσεις και θεωρεί τον εαυτό του ως κέντρο του σύμπαντος. Η εκπαίδευση κατ’
αυτόν πρέπει να παράγει στελέχη, να μεταδίδει χρήσιμες γνώσεις στους
μελλοντικούς παράγοντες των επιχειρήσεων, αδιαφορώντας για τη γνώση που
εξανθρωπίζει και αρμόζει στους ελεύθερους ανθρώπους. Δυστυχώς, στην εποχή μας
κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία των Βησιγότθων, που προσδιορίζεται στη
βάση δύο κύριων αξόνων. Ο πρώτος αφορά την οικονομική χρησιμοθηρία, μια ιδεολογία
δηλαδή, που αδυνατεί να εμπνεύσει τους μαθητές ως παιδιά, εφόσον καλούνται να
κατανοήσουν τον εαυτό τους κυρίως ως αυτόνομες οικονομικές μονάδες, ενώ ο δεύτερος
σχετίζεται με τον καταναλωτισμό και τη λατρεία της τεχνολογίας.
Έτσι, οι νέες τεχνολογίες γενικότερα,
ενώ εμφανίζονται ως «απελευθερωτικές δυνάμεις» στη διαδικασία της εκπαίδευσης,
τελικά αυτό που προσφέρουν είναι μία μηχανιστική και στερεότυπη γνώση, χωρίς
έμφαση στην εμπέδωση των κοινωνικών αξιών, δηλαδή στην εμβάθυνση της συνείδησης
του νέου πολίτη ως ανθρώπου και κοινωνικού όντος. Η εκπαίδευση στην εποχή της
ιδεολογίας των Βησιγότθων επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στην ικανότητα του ανθρώπου να δημιουργεί τεχνικό πολιτισμό. Η
μονοκρατορία όμως αυτή του τεχνικού πολιτισμού δεν μπορεί να δώσει όραμα στην
εκπαίδευση, αφού δημιουργεί μαθητές παθητικούς οικονομικούς καταναλωτές, που
έχοντας χάσει την παιδικότητά τους, υποτάσσονται στη θετική λογική και την
εξουσία της τεχνολογίας ως εργαζόμενοι ενήλικες.
Ενώ δηλαδή θα έπρεπε να αναγνωριζόταν
από την κοινωνία στο παιδί ως μαθητή μία περίοδος σταδιακής και ομαλής
ωρίμανσης, που θα έχει τα χαρακτηριστικά της φαντασίας, του ρίσκου, της
αποτυχίας στις εμπειρίες και του αυθορμητισμού, από τους σημερινούς μαθητές απαιτείται
από πολύ νωρίς πλέον από το σχολικό και το ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον
να κατέχουν δεξιότητες ενηλίκων, οι οποίες συνδέονται κατά κύριο λόγο με την
αλόγιστη χρήση των διαφόρων ηλεκτρονικών μέσων. Για τον λόγο αυτό και τα
περισσότερα προβλήματα της παιδικής ηλικίας εντοπίζονται από μεγάλη μερίδα
ερευνητών στην αρνητική, λόγω της συνήθους κατάχρησής τους, επίδραση των
διαφόρων Μέσων και της σύγχρονης τεχνολογίας στην ομαλή εξέλιξη της
παιδικότητάς τους, κάτι στο οποίο συνδράμει και η επιβολή των νέων τεχνολογιών στο
σχολείο.
Η επιβολή της χρήσης των τεχνολογιών στο σχολείο, όμως, δημιουργεί μία μονοδιάστατη ιδεολογία, η οποία καταλαμβάνει την ανθρώπινη ψυχή και στρέφει τα παιδιά, από τα οποία αφαιρεί τη μετοχή στη διαπλαστική λειτουργία της κοινωνικότητας ως προσωπικής σχεσιοδυναμικής μεταξύ τους, στο ν’ αναζητούν μόνο το ατομικό τους όφελος και να αισθάνονται ασφαλή στη μοναξιά τους ως ενήλικες. Η συνεχής και αδιάκοπη χρήση των τεχνολογικών μέσων από τους μαθητές μάλιστα, οδήγησε τους ερευνητές να χρησιμοποιούν πλέον τον καινοφανή επιστημονικό όρο «μιντιοποίηση της παιδικότητας», έναν όρο που τα νοήματα και η ερμηνεία του αναπόφευκτα οδηγούν στη «διεθνοποίηση» ή «παγκοσμιοποίηση» της παιδικότητας, καθώς πλέον τα παιδιά με τη χρήση των διαφόρων μέσων μπορούν άμεσα να υπερβαίνουν χωροχρονικούς περιορισμούς και να βιώνουν παγκόσμιες εμπειρίες ως ενήλικες. Έτσι, ο παιδικός χρόνος ταυτίζεται σχεδόν με τον κόσμο των μέσων και εξαφανίζεται, ώστε να κινδυνεύει να εξαφανιστεί μαζί του και η πολύτιμη εμπειρία της παιδικότητας.
3. Προτάσεις για την ανάκτηση, τη διάσωση, τη διαφύλαξη, την ισόρροπη εξέλιξη και την υγιή ωρίμανση της Παιδικότητας στη διάρκεια της σχολικής ζωής.
Η σοβαρότητα της καταστάσεως αναφορικά
με τον κίνδυνο απώλειας της παιδικότητας στο σχολείο, επιβάλλει να καταβληθεί
προσπάθεια τόσο από την Πολιτεία, όσο και από την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά
και από την οικογένεια, προκειμένου να κατανοηθεί ουσιαστικά η πολυτιμότητα της
αξίας και η ανεκτίμητη σημασία της ομαλής παιδικής ηλικίας για την ενήλικη ζωή
του κάθε ανθρώπου. Επίσης θα πρέπει να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για την ορθή
παιδαγωγική διαχείριση της παιδικής ηλικίας, με σκοπό την προστασία της
παιδικής ταυτότητας και την ισορροπημένη προετοιμασία των παιδιών για την ομαλή
και επιτυχημένη τους ένταξη στον κόσμο των ενηλίκων. Το σχολείο ως θεσμός θα
μπορούσε να αντισταθεί στην προϊούσα «εξαφάνιση»
της παιδικής ηλικίας. Επειδή όμως εξακολουθεί να εκλαμβάνεται ακόμη και σήμερα ως
ο χώρος εκπαίδευσης μελλοντικών επαγγελματιών και οι στόχοι του οφείλουν να ευθυγραμμίζονται
με την προσπάθεια να καταστεί, σύμφωνα με το Υπουργείο Παιδείας, ανταγωνιστικό «τόσο
στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και στο διεθνή χώρο», αλλά και να
επεκταθεί ακόμη περισσότερο «η χρήση της
Τεχνολογίας», ο μαθητής και η κάθε μαθήτρια είναι υποχρεωμένοι να εξακολουθήσουν
να αντιμετωπίζουν τον μεγάλο φόρτο σχολικής εργασίας. Γι’ αυτό και προκειμένου τα
παιδιά να διαφυλάξουν, να διατηρήσουν και παράλληλα να ωριμάσουν ισόρροπα την
παιδικότητά τους, κρίνονται νομίζουμε απαραίτητα τα εξής :
1. Υπάρχει ανάγκη να
αναληφθεί κατά το δυνατόν έγκαιρα προσπάθεια διάγνωσης των πνευματικών
δυνατοτήτων και των φυσικών ικανοτήτων, αλλά και των προσωπικών επιθυμιών και
κλίσεων των μαθητών από τους γονείς πρωτίστως και οπωσδήποτε από τους ίδιους
τους μαθητές σε στενή συνεργασία με το σχολείο, προκειμένου να τεθούν
και οι ανάλογοι στόχοι. Η συνδρομή του διδακτικού προσωπικού στην κατεύθυνση
αυτή, που κατά κανόνα έχει καλή προαίρεση και διάθεση να συνεργαστεί, είναι
μοναδικής σημασίας, τόσο για να συνειδητοποιήσουν οι, συνήθως αγχώδεις,
απαιτητικοί και υπερβολικοί γονείς τις πραγματικές δυνατότητες των παιδιών
τους, όσο και για να κατανοήσουν οι ίδιοι οι μαθητές και οι μαθήτριες τις
ικανότητές τους. Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο ότι θα αγνοηθούν οι κλίσεις, οι
επιθυμίες ή οι ανάγκες των μαθητών, αλλά θα πρέπει να τεθούν υπό συζήτηση νωρίς
και μέσα σε ένα ρεαλιστικό και πραγματοποιήσιμο πλαίσιο, το οποίο ανάλογα με
την εξέλιξη της μαθησιακής τους πορείας μπορεί να αναθεωρηθεί ανάλογα, πάντοτε ωστόσο
προς όφελος της διάσωσης και διατήρησης της παιδικότητάς τους, αλλά και της
διαφύλαξης της ψυχοσωματικής τους υγείας. Απαιτείται δηλαδή, όπως θα τόνιζε και
ο αείμνηστος π. Γαβριήλ πολύ σοφά, προσγείωση και συμφιλίωση με την
πραγματικότητα.
Έτσι, θα ήταν πολύ ωφέλιμο για την
διατήρηση και την υγιή βίωση της παιδικότητάς τους οι μαθητές να μπορούν να αποκτήσουν
νωρίς στοιχειώδη αυτογνωσία, χωρίς να τους απαγορεύεται παράλληλα να
ονειρεύονται άλλη εξέλιξη ή να αποθαρρύνονται για παραπάνω προσπάθεια. Ωστόσο
όμως, δεν θα πρέπει αυτή να εξαφανίζει την παιδικότητά τους και να απειλεί την
ωρίμανσή τους, ή να υπονομεύει την ισορροπία της ενήλικης ζωής τους.
2.
Πολύ ωφέλιμη κρίνεται επίσης η διαρκής και στενή συνεργασία των γονέων με
το σχολείο για τη διαφύλαξη της παιδικότητας και την υγιή ανάπτυξη και
μαθησιακή πορεία του παιδιού. Με την παρουσία των γονέων στο σχολείο, ο μαθητής
ή η μαθήτρια θεωρεί ότι διαθέτει συμπαραστάτες στον αγώνα του, ώστε να αισθάνεται
και στο σχολείο την ασφάλεια του οικογενειακού του περιβάλλοντος, αλλά και ότι
προσπαθεί και ωριμάζει ισόρροπα μεγαλώνοντας όχι μόνο του, αλλά μαζί με γονείς,
δασκάλους και συμμαθητές φίλους του.
3.
Η έγκαιρη συνειδητοποίηση των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων των παιδιών ως
μαθητών, αλλά και η συνεργασία με το σχολείο, θα συνδράμει αποφασιστικά, όχι
μόνο στην ομαλή και ωφέλιμη πορεία του καθημερινού σχολικού τους προγράμματος,
αλλά και στον ισορροπημένο και ρεαλιστικό προγραμματισμό των επίπονων και
πολλές φορές εξωσχολικών δραστηριοτήτων τους. Ο σκοπός και το περιεχόμενο του καθημερινού
προγράμματος των παιδιών μετά το σχολείο από τους γονείς κυρίως, διαδραματίζει
μοναδικό ρόλο στην διαφύλαξη και προστασία της παιδικότητάς τους. Είναι απαραίτητο
να συνειδητοποιηθεί από τους γονείς ότι το παιδί τους δεν παύει να είναι
μαθητής και μετά το καθημερινό σχολικό του πρόγραμμα. Γι’ αυτό πρέπει να έχει
δυνάμεις για να προετοιμαστεί το απόγευμα για τα μαθήματα της επομένης, αλλά
και να είναι ξεκούραστο για να παρακολουθήσει νηφάλια και δημιουργικώς
αποτελεσματικά το πολύωρο και απαιτητικό ωρολόγιο πρόγραμμα της επόμενης μέρας.
Πρωτεύει λοιπόν το σχολείο και έπονται όλα τα υπόλοιπα ανάλογα με τις
δυνατότητες και τις κλίσεις του παιδιού. Δεν είναι συνεπώς αρνητικό στοιχείο να
προγραμματιστούν δραστηριότητες μετά το σχολικό πρόγραμμα, αλλά αυτές να είναι
περιορισμένες, συγκεκριμένες και ουσιαστικά εποικοδομητικές.
4.
Είναι απαραίτητο επίσης, οι μαθητές και οι μαθήτριες να υιοθετήσουν
έναν υπεύθυνο τρόπο στάσης και συμπεριφοράς στη σχολική αίθουσα κατά τη
διάρκεια της διδασκαλίας των μαθημάτων, αλλά και να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή
στον τρόπο μελέτης στο σπίτι. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουν
κοιμηθεί αρκετές ώρες για να αντέξουν. Δεδομένου ότι είναι πολύ δύσκολο, παρόλο
που επιβάλλεται, να προχωρήσει η Πολιτεία σε περιορισμό της διδακτέας ύλης και
ίσως συγχώνευση διδακτικών αντικειμένων, η μεθοδικότητα και η συγκέντρωση κατά
την διάρκεια της διδασκαλίας και της προετοιμασίας για το σχολείο στο σπίτι,
συνδράμει ουσιαστικά στην ανετότερη και συντομότερη διεκπεραίωσή τους, με
αποτέλεσμα την εξοικονόμηση σημαντικού ελεύθερου χρόνου είτε στα διαλείμματα,
είτε το απόγευμα στο σπίτι, τόσο απαραίτητου για το παιχνίδι, την προσωπική
επικοινωνία με τους φίλους τους, αλλά και για την ανάπαυσή τους. Επιβάλλεται
λοιπόν τα παιδιά να ενθαρρυνθούν, ώστε να είναι όσο πιο προσεκτικά γίνεται κατά τη
διάρκεια του κάθε μαθήματος, κυρίως
κατά την επεξεργασία της νέας ύλης, την οποία μπορούν να κατακτήσουν σε πολύ
μεγάλο βαθμό στη διάρκεια της διδασκαλίας, ώστε να έχει απομείνει για το σπίτι
η εμπέδωση με την επανάληψη και η πραγματοποίηση των εργασιών που τους έχουν
ανατεθεί από τους διδάσκοντες.
Αυτό βέβαια σημαίνει επιπλέον ότι δεν θα
συμμετέχουν τμηματικά στην διδακτική διαδικασία ή θα μελετούν επιλεκτικά κατά
την προετοιμασία των μαθημάτων της επομένης ημέρας και μάλιστα ανάλογα με την
κατεύθυνση προς την οποία έχουν έφεση, δηλαδή μόνο ή κυρίως με τα θετικά ή και
λιγότερο δυστυχώς με τα ανθρωπιστικά μαθήματα. Το γεγονός ωστόσο, ότι το
σχολείο είναι οργανωμένο με βάση την προετοιμασία των μαθητών για την αγορά
εργασίας έχει σαφή κλίση στην ανάπτυξη των θετικών μαθημάτων σε βάρος των
ανθρωπιστικών, τα οποία πέραν του ότι συμβάλλουν αποφασιστικά στην διασφάλιση
της αυτογνωσίας του κάθε μαθητή, είναι απολύτως απαραίτητα και για την ανάπτυξη
της προσωπικότητάς του, αλλά και για την διάσωση και την ισόρροπη ωρίμανση της
παιδικότητάς του. Έτσι, ο μαθητής ή η μαθήτρια που επιθυμεί να εργάζεται σωστά,
μελετά κατά τον ίδιο τρόπο και με την ίδια προσοχή όλα τα διδακτικά
αντικείμενα, ωστόσο ανάλογα με τις ανάγκες ή τις απαιτήσεις τους για να
αφομοιωθούν και να γίνουν κτήμα τους, ώστε να καλλιεργούν ουσιαστικά εποικοδομητικά
στοιχεία της παιδικότητάς τους.
5. Στη διάσωση και διατήρηση της
παιδικότητας στο σχολείο μοναδική αξία και σημασία έχει ο ελεύθερος
χρόνος των παιδιών. Οι υποχρεώσεις στο σχολείο, αλλά και οι λοιπές,
προσαρμοσμένες στις δυνατότητες και τις ανάγκες του μαθητή, δραστηριότητες θα
πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα ικανού ελεύθερου χρόνου, με την προϋπόθεση
της ορθής χρήσης και διάθεσής του για σύμμετρο ανέμελο παιχνίδι, προσωπική
επικοινωνία με τους φίλους του, διάβασμα, αλλά και οπωσδήποτε με τους συνήθως
εργαζόμενους και απόντες κατά τη διάρκεια της ημέρας γονείς του ή τα αδέρφια
του είτε στο σπίτι, στη θαλπωρή της οικογενειακής εστίας, είτε έξω.
5.1
Ο
χρόνος και η προσωπική επικοινωνία του παιδιού με τους γονείς που
λειτουργούν ως παιδαγωγοί συμβάλλει ουσιαστικά στην υγιή ωρίμανση της
παιδικότητάς τους ως μαθητών, καθώς μετέχουν στην εμπειρία των ενηλίκων χωρίς
όμως να δρουν ως ενήλικοι. Η επικοινωνία με τους γονείς ως ενήλικα παραδείγματα
στον ελεύθερο χρόνο του παιδιού με σκοπό να διατηρήσει και να αναπτύξει την
παιδικότητά του ισόρροπα και να περάσει ομαλά στην ενήλικη ζωή δεν πρέπει να εξαντλείται
στην από κοινού, αλλά βουβοί και ανέκφραστοι, παρακολούθηση κάποιας τηλεοπτικής
σειράς, κάποιου ποδοσφαιρικού αγώνα ή κάποιας ταινίας στην οθόνη, πολύ
περισσότερο μάλιστα να ασχοληθούν ομαδικά, γονείς και παιδιά, στο σαλόνι με το
κινητό τους τηλέφωνο και με την περιήγηση στο διαδίκτυο. Είναι πολύ σημαντικό να
προτιμήσουν να συζητήσουν από κοινού διάφορα θέματα που απασχολούν τα παιδιά στο
σχολείο, στη μελέτη ή στις σχέσεις τους με τους συμμαθητές τους, ή και να
παίξουν κάποιο εποικοδομητικό παιχνίδι που ταιριάζει στην ηλικία των παιδιών ή
και να διαβάσουν και να σχολιάσουν κάποιο εξωσχολικό σημαντικό κείμενο από τον
τύπο. Θα πρέπει, λοιπόν, οι γονείς να δίνουν χρόνο και χώρο στους εαυτούς τους
και στα παιδιά τους για το πολύτιμο παιχνίδι. Πολύ ωφέλιμη επίσης κρίνεται η κοινή
δραστηριότητα με τους γονείς στην εξοχή ή η συμμετοχή κοινωνικές εκδηλώσεις
εθελοντικού χαρακτήρα.
5.2 Εκτός από την επικοινωνία με τους
γονείς, στην διάσωση της παιδικότητας των μαθητών κατά τη διάρκεια της σχολικής
τους ζωής επίσης συνδράμει και η ανάπτυξη της κοινωνικότητάς τους στον
ελεύθερό τους χρόνο με την ενθάρρυνση για απόκτηση καλών φίλων στο σχολικό και
ευρύτερο κοινωνικών περιβάλλον με σκοπό την παρέα και το παιχνίδι, αλλά και για
συμμετοχή σε κοινές δράσεις φιλανθρωπικού ή και ψυχαγωγικού χαρακτήρα από
κοινού με τους συμμαθητές του ενταγμένες στο σχολικό πρόγραμμα. Μέσα από το παιχνίδι, άλλωστε, τα παιδιά
κοινωνικοποιούνται, μαθαίνουν στην ομαδικότητα, μαθαίνουν να μοιράζονται, να
εξερευνούν, να αντιμετωπίζουν τις ανασφάλειές τους και να ρυθμίζουν το
συναίσθημά τους.
5.3 Πολύ εποικοδομητική κρίνεται επίσης
για την διατήρηση των στοιχείων της παιδικότητάς τους η αφιέρωση του ελεύθερου
χρόνου από τα παιδιά στη μελέτη εξωσχολικών σημαντικών λογοτεχνικών
κυρίως έργων, ενώ θα ήταν ευχής έργο αν μελετούσαν και χριστιανικά
παιδικά βιβλία ή παραμύθια ανάλογου με την ηλικία τους επιπέδου και
περιεχομένου, με πρώτη βέβαια την Αγία Γραφή για παιδιά σε ορθή απόδοση, ή και το
βιβλικό κείμενο με μετάφραση.
5.4
Στο πλαίσιο αυτό επίσης κρίνεται αναγκαία η οριοθέτηση της σχέσεις των
παιδιών με τον υπολογιστή, το κινητό τηλέφωνο ή και το tablet, τα οποία τα
εισάγουν στο διαδίκτυο και στα υπόλοιπα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το παιδί πρέπει
να κατανοήσει ότι τα μέσα είναι εργαλεία για να προσεγγίσει τη γνώση στο
σχολείο ή να επικοινωνήσει με τα πρόσωπα που επιθυμεί. Δεν είναι όμως ο μοναδικός
τρόπος για την προσέγγιση της γνώσης ή της επικοινωνίας. Γι’ αυτό και
χρειάζεται εκλογικευμένη χρήση τους με
σκοπό να διευκολύνουν την πνευματική τους ανάπτυξη και τις διαπροσωπικές τους
σχέσεις για τη διαφύλαξη και καλλιέργεια της παιδικότητάς τους.
6. Πολύ σημαντικό θα
μπορούσε να διαδραματίσει για την εφαρμογή όλων των παραπάνω στην κατεύθυνση
της διατήρησης και της ομαλής εξέλιξης
της παιδικότητας των μαθητών, αν αυτά συνδυαστούν με τη ζωντανή σχέση της οικογένειας με την Εκκλησία. Καλλιεργώντας και
ενδυναμώνοντας οι γονείς την πίστη των παιδιών τους ως μαθητών στον Χριστό με
το λόγο, αλλά κυρίως με το προσωπικό τους παράδειγμα, τους διδάσκουν ουσιαστικά
να μεγαλώνουν παραμένοντας πάντα παιδιά στην ψυχή, παρόλη τη διανοητική και
σωματική τους ανάπτυξη και ωρίμανση στην σχολική τους ζωή. Η πίστη της
οικογένειας στο Χριστό και η οργανική σχέση των μελών της με την λειτουργική
και τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, μπορεί να συνδράμει αποφασιστικά στην
ισορροπημένη στάση και πορεία των μαθητών στο σχολείο, καθώς θα
προσπαθούν και θα αγωνίζονται, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους χωρίς να
απολέσουν τα χαρακτηριστικά της παιδικότητάς τους με υπομονή, ελπίδα και
καρτερία, ώστε να επιτύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για το μέλλον τους.
Αυτό θα τα βοηθήσει παράλληλα να ωριμάσουν και να παγιώσουν τα πολύτιμα
στοιχεία της παιδικής τους ηλικίας, ώστε να εξελιχθούν στην ενήλικη ζωή τους,
έχοντας αποκρυσταλλώσει έναν τρόπο υγιούς και ενάρετης κοινωνικής ζωής.
7.
Μοναδικά σημαντικό ρόλο στο πλαίσιο αυτό για την διατήρηση της παιδικότητας
διαδραματίζει και η οργανική σύνδεση της
οικογένειας με έμπειρο πνευματικό πατέρα. Ο πνευματικός, επιτελώντας το
μυστήριο ιεράς Εξομολογήσεως, το κατ’ εξοχήν μυστήριο της θείας αγάπης και
συγχωρήσεως, το μυστήριο της εν Χριστώ απόκτησης της αληθινής αυτογνωσίας από
τον άνθρωπο, θα μεριμνήσει και για την παράλληλη πνευματική καθοδήγηση των παιδιών ως μαθητών, ώστε να
διαφυλάσσεται και να ωριμάζει αρμονικά η παιδικότητά τους, καθώς θα τα παρηγορεί
στον αγώνα τους, θα τα ενισχύει στην προσπάθειά τους, θα τα ενθαρρύνει την
πορεία τους, αλλά και θα τα βοηθά να αντιμετωπίζουν κάθε φορά με αυτογνωσία και
ρεαλισμό το μέλλον τους. Θα τα συνδράμει δηλαδή πατρικά να συνειδητοποιούν διαρκώς
ότι είναι παιδιά και όχι ενήλικες, αλλά και να συναισθάνονται, ανεπηρέαστα από
εξωτερικούς παράγοντες, τις δυνατότητές τους και οπωσδήποτε να θέτουν εφικτούς
στόχους και να κάνουν σταθερά βήματα στην πορεία τους, προκειμένου να
ενηλικιωθούν ομαλά και ισορροπημένα. Η συχνή επικοινωνία με τον πνευματικό θα ενθαρρύνει
και θα ενισχύει ουσιαστικά τους μαθητές στον καθημερινό τους αγώνα στο σχολείο,
θα τους διευκολύνει στην οικοδόμηση σχέσεων ορθών με τους συμμαθητές τους, θα
τα ενδυναμώνει στην αντιμετώπιση των ποικίλων αντιξοοτήτων και θα τα ενισχύει
στην προσπάθειά τους να ανταπεξέλθουν στις πολλαπλές απαιτήσεις του σχολείου,
χωρίς να χρειαστεί να υιοθετήσουν μεθόδους και νοοτροπίες ενηλίκων. Η
πνευματική καθοδήγηση της οικογένειας μπορεί να βοηθήσει ιδιαιτέρως και τους γονείς
να θέσουν εφικτούς στόχους για το παιδί τους, δηλαδή ανάλογους με τις
δυνατότητες και τις ικανότητες του.
8.
Στην προσπάθεια διάσωσης και διατήρησης των στοιχείων της παιδικότητας των
μαθητών, είναι βασικής σημασίας επίσης στοιχείο η συμμετοχή των μαθητών στις ενοριακές κατηχητικές ομάδες, ως τμήμα
της δημιουργικής χρήσης του ελεύθερου χρόνου τους. Εκεί, εκτός από την πρόσληψη
του περιεχομένου της πίστεως, τα παιδιά θα χαίρονται τις πολλές άλλες και
σημαντικές ομαδικές δραστηριότητες, που αποσκοπούν οπωσδήποτε στη βίωση και
υγιή ωρίμανση της παιδικότητας, με αποκορύφωμα τις θερινές κατασκηνώσεις με τις
αξέχαστες εμπειρίες. Αντί για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα λοιπόν, είναι πολύ
σημαντική για τη διάσωση της παιδικότητας η ενεργός συμμετοχή των παιδιών ως
μέρος του ελεύθερου χρόνου τους στο νεανικό έργο της Εκκλησίας.
Η καλλιέργεια της πνευματικής ζωής στην
παιδική ηλικία και οπωσδήποτε κατά το στάδιο της σχολικής ζωής, θεωρούμε ότι καθιστά
το παιδί υγιές ψυχικά και σωματικά, το μετατρέπει δηλαδή σε ένα είδος θα λέγαμε
σήμερα μεταφορικά, παιδαριογέροντος,
όπως θα τόνιζαν και οι άγιοι Πατέρες μας, με την έννοια βέβαια όχι ενός πρόωρα
γηρασμένου μαθητή, όπως κινδυνεύει να καταλήξει από το δυσβάστακτο φόρτο
εργασίας στη σχολική του ζωή, αλλά ενός ισόρροπα ώριμου παιδιού με σύνεση και αίσθηση
της πραγματικότητας και βαθμό αυτογνωσίας ανάλογο με την ηλικία του, που θα διακρίνεται
για τη νηφαλιότητα, την ηρεμία, τη γαλήνη και το απροσποίητο ήθος του. Απώτερος
στόχος όλης αυτής της προσπάθειας, είναι να ενηλικιωθεί ομαλά χωρίς να χάσει
την μοναδική και πολύτιμη εμπειρία της παιδικότητάς του, δηλαδή να καταστεί ένας
υπεύθυνος ενήλικος, αλλά και να μην του λείπουν τα στοιχεία της παιδικότητας,
μεταμορφωμένα πλέον σε χαρίσματα του αγίου Πνεύματος, ώστε με την παρουσία του
να αναδίδει πάντοτε το άρωμα της αγάπης, της χαράς, της ειρήνης, της υπομονής,
της καλοσύνης, της πίστης, της πραότητας και του μέτρου στα πάντα, κατά τον απ.
Παύλο, προκειμένου να εισέλθει ομαλά και να διέλθει δημιουργικά την ενήλικη ζωή
του με παιδική απλότητα. Να κάνει πράξη δηλαδή κοντολογίς, εκείνο που τόνισε ιδιαιτέρως
ο Κύριος, πως αν σαν ενήλικοι δεν κρατήσουμε την παιδικότητά μας, δεν θα έχουμε
καμία θέση στη Βασιλεία του.
Ν. Πόστμαν, Τεχνοπώλιο. Η υποταγή του πολιτισμού στην τεχνολογία, μτφρ. Κ. Μεταξά, Επικοινωνία και Κοινωνία, Αθήνα : Καστανιώτης, 1999 (1992).
Β. Βουϊδάσκη, Η τηλεοπτική βία και επιθετικότητα και οι επιδράσεις τους στα παιδιά και στους νέους, Αθήνα: Γρηγόρης, 1992
N. Postman, «Η εξαφάνιση της παιδικής ηλικίας», στο Δ. Μακρυνιώτη (επιμ.), Παιδική Ηλικία. Κείμενα, Αθήνα: Νήσος, 1997, σ. 131-150.
Ν.Σ. Γεωργίου, Σχέση Σχολείου-Οικογένειας και ανάπτυξη του παιδιού, Αθήνα: Διάδραση, 2011.
Δ. Δασκαλάκη, Όψεις της Παιδικής Ηλικίας, Αθήνα: Διάδραση, 2013.
Χ. Μπαμπούνη (επιμ.), Συνέδριο : Παιδική Ηλικία. Κοινωνιολογικές, Πολιτισμικές, Ιστορικές και Παιδαγωγικές Διαστάσεις (Αθήνα, 11-14 Απριλίου 2013), Αθήνα : ΠΤΔΕ/ΕΚΠΑ, 2014.
Μ. Γ. Μερακλή, «Η εξαφάνιση της Παιδικής Ηλικίας» , στο Χ. Μπαμπούνη (επιμ.), Συνέδριο : Παιδική Ηλικία, σ. 181-184.
Ν. Γρηγορίου, «Παιδική Ηλικία. Ιστορική και σύγχρονη διάσταση», στο Χ. Μπαμπούνη (επιμ.), Συνέδριο : Παιδική Ηλικία, σ. 329-335.
Ι. Πεχτελίδη, Κοινωνιολογία της Παιδικής Ηλικίας, Αθήνα : ΣΕΑΒ, 2015.
Α. Βασιλείου, Η θεωρία της εξαφάνισης της Παιδικής Ηλικίας του Neil Postman ως πρόκληση στη Σχολική Θρησκευτική Αγωγή, ΜΔΕ, Αθήνα : Θεολογική Σχολή ΕΚΠΑ, 2017.
[1] Εισήγηση στο 38ο
Παιδαγωγικό Συνέδριο της Χριστιανικής Εστίας Πατρών με θέμα «Αναζητώντας τη
χαμένη Παιδικότητα στα σημερινά παιδιά», στις 4 και 5 Φεβρουαρίου 2023. Πρώτη
τμηματική δημοσίευση στην εφημερίδα «Ο
Εκκλησιολόγος» 803/
25-02-2023.
7 σχόλια:
Ενδιαφέροντα τα γραφόμενα αν και βασικά αντλούν όλη τους την επιχειρηματολογία από μια και μόνη θεωρία, αυτή του Νηλ Πόστμαν. Απουσιάζουν χαρακτhριστικά η παρουσίαση και αναλυτική τεκμηρίωση του τι είναι η παιδική ηλικία, αν είναι πραγματική ή κοινωνική κατασκευή κλπ. Επειδή στο τέλος της δημοσίευσης αναφέρεται ότι πρόκειται για εισήγηση σε Συνέδριο, θέλω να ελπίζω ότι οι παραπάνω πτυχές αναλύθηκαν από άλλες, προηγηθείσες εισηγήσεις. Διότι αν απουσίαζαν συνολικά πρόκειται για σοβαρό επιστημονικό ολίσθημα.
Θα ήταν ως εκ τούτου ενδιαφέρον να δημοσιευτούν και αυτές.
Επίσης οι "λύσεις" που προτείνονται είναι σε μεγάλο βαθμό "χριστιανικές". Επειδή το πρόβλημα (αν υπάρχει) είναι γενικότερο, παγκόσμιο πρόβλημα θα ενδιέφερε να αναζητήσουμε παγκόσμιες λύσεις.
Φιλικά
w
Αγαπητέ w, ίσως διέλαθε της προσοχής σου ο τίτλος αλλά και η βιβλιογραφία του άρθρου. Εκεί π. Ευάγγελος υποδηλώνει σαφώς τον Postman. Διερωτήθηκες επίσης αν ήταν στα ερευνητικά του ερωτήματα η ανάλυση του τι είναι παιδική ηλικία; Όχι βέβαια ! Αλλά κάτι πρέπει να πούμε! Διερωτήθηκες επίσης τι συνέδριο ήταν; Όχι βέβαια, γιατί αν ενδιαφερόσουν από επιστημονική συνέπεια και μόνο θα διαπίστωνες, ότι πρόκειται για παιδαγωγικό, όχι ακραιφνώς επιστημονικό, συνέδριο της Χριστιανικής Εστίας Πατρών, που απευθύνεται σε γονείς και εκπαιδευτικούς με χριστιανικό υπόβαθρο και σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς που εσύ φαντάστηκες! Ως προς τις λύσεις και πάλι παραβλέπεις ότι οι πέντε από τις οκτώ δεν είναι "χριστιανικές", ωστόσο, παρόλο που δεν είσαι σίγουρος να υφίσταται το πρόβλημα, προτείνεις "παγκόσμιες" λύσεις! Αντιφατικότητα ή νεοελληνική "σχιζοφρένεια"; Τα υπόλοιπα στην κρίση των αναγνωστών! Φιλικά, ένας αναγνώστης.
Αγαπητέ ανωνυμότερε εμού ανώνυμε (τουλάχιστον εγώ κρατάω το w ως ταυτοποίηση)
επίτρεψέ μου να σχολιάσω ολίγα τινά στο παραπάνω σχόλιό σου.
Θα ξεκινήσω μια δήλωση ως μη όφειλα:
Κάθετι που δημοσιεύεται υπόκειται (και καλώς κατά τη γνώμη μου) στη βάσανο της κριτικής.
Η κριτική δεν σημαίνει πόλεμο!
Δεν σημαίνει απαξίωση του υπό κρίσιν κειμένου πολλώ δε μάλλον του συγγραφέως!
Η κριτική επίσης αφορά τη συγκεκριμένη διατύπωση θέσεων.
Η πιθανότητα είτε οι θέσεις να έχουν διατυπωθεί ανακριβώς είτε ο αναγνώστης να τις κατανόησε λάθος παραμένει υπαρκτή.
Αγαπητέ ανωνυμότερε εμού ανώνυμε (τουλάχιστον εγώ κρατάω το w ως ταυτοποίηση)
επίτρεψέ μου να σχολιάσω ολίγα τινά στο παραπάνω σχόλιό σου.
Θα ξεκινήσω με μια δήλωση ως μη όφειλα:
Κάθετι που δημοσιεύεται, υπόκειται (και καλώς κατά τη γνώμη μου) στη βάσανο της κριτικής.
Η κριτική δεν σημαίνει πόλεμο!
Δεν σημαίνει απαξίωση του υπό κρίσιν κειμένου, πολλώ δε μάλλον του συγγραφέως!
Η κριτική επίσης αφορά τη συγκεκριμένη διατύπωση των θέσεων. Η πιθανότητα είτε οι θέσεις να έχουν διατυπωθεί ανακριβώς είτε ο αναγνώστης να τις κατανόησε λάθος παραμένει υπαρκτή.
Αυτά όσον αφορά στο πλαίσιο του σχολίου. Πάμε τώρα στα επιμέρους της «απαντήσεώς» σου.
Προφανώς δεν διέλαθε της προσοχής μου η βιβλιογραφία. Ούτε υπαινίχθηκα ότι ο συγγραφέας αποκρύπτει ότι βασίζεται στο Πόστμαν. Η κριτική μου επισημαίνει ότι βασίζεται ΜΟΝΟΝ στον Πόστμαν. Στο τέλος-τέλος ένα θέμα όπως η παιδικότητα και η παιδική ηλικία δεν αφορά μόνον έναν «συγγραφέα, εκπαιδευτικό, θεωρητικό των μέσων και κριτικό πολιτισμού» όπως παρουσιάζεται ο συγκεκριμένος αλλά και τους παιδοψυχολόγους, παιδοψυχίατρους κλπ. Επίσης ο Πόστμαν είναι χαρακτηρισμένος ως ακραίος αντίπαλος της ψηφιακής τεχνολογίας. Μια εισήγηση οφείλει να παρουσιάσει και την αντίθετη ή τέλος πάντων και άλλες απόψεις.
Γράφεις επίσης ότι διέλαθε της προσοχής μου ο τίτλος. Κι όμως η παιδικότητα (και όχι η παιδική ηλικία όπως αναφέρεις) φιγουράρει στον τίτλο της εισηγήσεως. Δεν οφείλει ο εισηγητής να αναλύσει τους όρους του; («Αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις» λέγαμε στα παλιά εκείνα χρόνια που ασχολιόμουν μ αυτά! Ήταν πολύ κλισέ!) Δεν όφειλε λοιπόν ο εισηγητής να εντοπίσει και να περιγράψει τον όρο παιδικότητα που εμπεριέχεται στον τίτλο της εισηγήσεώς του όπως επισημαίνω; (Αφήνοντας ωστόσο παράθυρο να το έχουν κάνει προηγούμενοι εισηγητές!)
Πάμε στο τελευταίο σημείο: Δεν είναι παγκόσμιο πρόβλημα η εξαφάνιση της παιδικότητος; (Επίτρεψέ μου και πάλι να πω, αντιπαρερχόμενος την ειρωνεία σου, ότι δικαιούμαι ως σκεπτόμενος επιστήμων να το αμφισβητώ μέχρι ο εισηγητής με αδιάσειστα επιστημονικά στοιχεία και όχι απλά με την κοινή πείρα να με πείσει;) Δεν πρέπει να προταθούν λύσεις παγκόσμιες;;;;
Έρχομαι στο τελευταίο απ’ όσα γράφεις, το οποίο δεν περιποιεί τιμή στο Παιδαγωγικό Συνέδριο της Χριστιανικής Εστίας. Γράφεις: «πρόκειται για παιδαγωγικό, όχι ακραιφνώς επιστημονικό, συνέδριο της Χριστιανικής Εστίας Πατρών, που απευθύνεται σε γονείς και εκπαιδευτικούς με χριστιανικό υπόβαθρο και σκοπούς διαφορετικούς από αυτούς που εσύ φαντάστηκες!»
Εξ όσον γνωρίζω, από την μακρά πορεία του Συνεδρίου, αυτό απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς της Α/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης και όχι σε χριστιανούς γονείς. Παλαιότερα μάλιστα, αν ενθυμούμαι καλώς, αποθαρρύνονταν οι μη εκπαιδευτικοί να συμμετέχουν και πολύ περισσότερο να παίρνουν το λόγο. Νομίζω ότι το υποβιβάζεις παρουσιάζοντάς το ως μια απλή Σχολή Γονέων ή ως παιδαγωγικά χριστιανικά κηρύγματα. Στο τέλος-τέλος το βήμα του έχουν κοσμήσει και αρκετοί καθηγητές του Πανεπιστημίου Πατρών. Ο π Ευάγγελος και ως νέος πρόεδρος του Συνεδρίου θα μπορούσε να έχει άποψη επ’ αυτού.
Αντιπαρέρχομαι τις επανειλημμένες επί προσωπικού επιθέσεις, ειρωνείες και υποθέσεις σου όχι μόνο γιατί δεν συνάδουν με το κλίμα της Μ. Σαρακοστής αλλά και γιατί είμαι σίγουρος ότι αν είχες τεχνικά τη δυνατότητα θα τις είχες ήδη αποσύρει.
Παραμένοντας ένας ψύχραιμος αναγνώστης όσων διαβάζω
Σου εύχομαι Καλή και ευλογημένη Μ. Τεσσαρακοστή
w
Όπως και σε άλλα του που έχω διαβάσει, ο π. Ευ.Πρ. είναι εντός θέματος, σαφής, ευθύς, κατοχυρωμένος, συγκεκριμένος-«αυτό κι αυτό» ! Χάθηκε σήμερα αυτό που εννοούμε όταν λέμε παιδί, παιδική ηλικία, παιδικότητα. Ολοφάνερο αυτό. Την ισοπέδωσαν τα ιλιγγιωδώς εναλλασσόμενα, από τη μια μέρα στην άλλη-«Ημέρα τη ημέρα ερεύγεται ρήμα-νέο, και νυξ νυκτί αναγγέλλει γνώσιν-νέα»- τεχνολογικά δρώμενα, κοινά όμως τοις πάσι και κοινώς προσεγγίσημα διαδικτυακά ! Κι από την άλλη η υποχώρηση, καθίζηση, ως και απουσία στα όρια της ελληνικής, οικογένειας-πρωταρχικός και βασικός πυρήνας, θεσμός-χριστιανών γονιών, που θα πει με ουσιαστικό-όχι τυπικό ή τυπολατρικό, τάχα μου παραδοσιακό- χριστιανικό τρόπο, παράδειγμα ζωής ! Το αυτό στα όρια του Σχολείου-επόμενος βασικός θεσμός- και της ευρύτερης κοινωνίας ! Το ίδιο σαφής, όμως συγκεκριμένος, και κατοχυρωμένος είναι και στις προτάσεις που καταθέτει για μια απαρχή ανάταξης των πραγμάτων. Κι ας μην ξεχνάμε όλοι ότι μόνο ο τρόπος-εφαρμογή στην πράξη, παράδειγμα-ουσιαστικής χριστιανικής ζωής είναι «η ζύμη» που και οφείλει, και μπορεί ήρεμα, αργά, αφού πάντα «όστις θέλει», στέρεα όμως όλο το «φύραμα», όλο τον κόσμο να «ζυμώσει», ως λέει και θέλει Ιησούς Χριστός ο Θεός ημών. Αθανάσιος Κοτταδάκης
Τα συνέδρια που φιλοξενεί η ΧΕΠ έχουν πάψει προ πολλού να έχουν τα χαρακτηριστικά ενός παιδαγωγικού συνεδρίου.
Και δεν εννοώ μόνο τις εισηγήσεις,
Πήγα και φέτος στο συνέδριο.
Το κοινό ήταν στην πλειονότητα κυκλάρχες/ισες, ομάδάρχες/ισες και λοιποί συνεργάτες του "έργου"
Πού και πού κάποιος εκπαιδευτικός...
Με μη αμιγώς εκπαιδευτικό κοινό κάποιοι εισηγητές διολισθαίνουν στο να παρουσιάζουν εύπεπτα θέματα και να κολακεύουν το κοινό.
Η εισήγηση της κυρίας επί παραδείγματι, ήταν εισήγηση επιστημονική;
Είπε κοινότυπα πράγματα, που λίγο πολύ τα έχουμε ακούσει - διαβάσει σε περιοδικά, εκπομπές κλπ, με αρκετές υπερβολές, αλλά έξυπνα σερβιρισμένες και με επιστημονικό επίχρισμα
Χάρη στο επικοινωνιακό της χάρισμα το ενθουσιασμένο κοινό την διέκοπτε με ζωηρά χειροκροτήματα...
Είναι εικόνα σοβαρού συνεδρίου αυτό;
Παραλείπω την αναντιστοιχία των ιδιοτήτων της, αυτών που έγραφε στο πρόγραμμα και αυτών που είπε η ίδια.
Καμία σχέση με τον π. Απόστολο που ακολούθησε!
Πολύ δουλεμένη η ομιλία του!
Με λύπη τα γράφω αυτά...
Γιατί η ΧΕΠ μπορεί να ανεβάσει το επίπεδο των συνεδρίων της.
κ. w, καλησπέρα. Παρόλο που είστε, όπως γράφετε, ψύχραιμος, όχι μόνο δεν αποφεύγετε κι εσείς την ειρωνεία και την "κατεδάφιση" του "ανωνυμότερού σας ανώνυμου", αλλά δε φαίνεται να είστε επιπλέον τόσο καλά διαβασμένος (πληροφορημένος) και σε άλλα θέματα εκτός από τα παιδαγωγικά, όπως τα αποφθέγματα (όταν μάλιστα - όπως γράφετε - τα χρησιμοποιούσατε συχνά πυκνά κατά τη νεότητά σας)! Δεν είναι λοιπόν «Αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις», αλλά "αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις". Αντίθετα "αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου" κατά το βιβλικό. Αλλά πού να τη βρει κανείς τη σοφία, που το "φόβο Κυρίου", που την "αιδώ" και που την παιδεία, όταν εριστικά κριτικάρει, αλλά δεν δέχεται κριτική; Πρέπει καμιά φορά να ξέρεις για να μιλάς. Αν δεν ξέρεις, καλό είναι να μην (συνεχίζεις να) εκτίθεσαι. Παρά ταύτα, καλή Σαρακοστή από κάποιον άλλο ανώνυμο αναγνώστη που τον παραξένεψαν τα (φύρδην μίγδην) γραφόμενά σας !
Αγαπητοί ανώνυμοι
προς τι τόσο μένος;
Δημοσίευση σχολίου