Κυριακή 26 Μαρτίου 2023

«Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου» - π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Κυριακή Δ' των Νηστειών

 «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου» 
 
π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος
 
 «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου»
(Μάρκ. 9, 24)
 
Η φυσική δυσκολία να συνειδητοποιήσουμε και να ζήσουμε αυτό που είπε ο Χριστός στον Απόστολο Θωμά «Μακάριοι οἱ μή εἰδόντες καί πιστεύσαντες», που είναι δυσκολία μεγάλη, και για πολλούς ανθρώπους ανυπέρβλητη, πολλαπλασιάζεται  όταν συνδυαστεί με πόνο, και μάλιστα πόνο αγαπημένων προσώπων, γιατί τότε γίνεται μίγμα εκρηκτικό που ανατινάζει την όλη μας υπόσταση.
Ένας πατέρας βουλιαγμένος στην θλίψη για το άρρωστο παιδί του (κατά Μάρκον 9, 17-31), απελπισμένος για την πιθανότητα θεραπείας αφού, εκτός από τους γιατρούς, είχε πάει ήδη το παιδί, ζητώντας θεραπεία, και στους μαθητές του Χριστού-αποστόλους, χωρίς αποτέλεσμα, ως τελευταία πιθανότητα καταφεύγει και στον Χριστό, εκφράζοντας την φυσική του κούραση με τα λόγια: Αν μπορείς κάτι, σπλαχνίσου μας και βοήθησέ μας…! Ο Χριστός  του αντιλέγει: αν μπορεί να εμπιστευτεί… γιατί όλα είναι δυνατά σε όσους εμπιστεύονται!  Τότε εκείνος ο ταλαίπωρος πατέρας ξεσπά στην μεγαλύτερη και βαθύτερη ανθρώπινη κραυγή: Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου…
Επειδή έχουμε στραβή αντίληψη για τις αρετές (τους καρπούς του αγ. Πνεύματος) και φανταζόμαστε ότι τις έχουμε ή τις αποχτούμε ή τέλος πάντων μας χορηγούνται… πακέτο (δηλαδή σαν σύνολο «υλικό» και όχι ως αύξουσα πορεία μετοχής), δεχόμαστε και για την πίστη(,) ότι ή έχει κάποιος πίστη ή δεν έχει! Φανταζόμαστε και για την πίστη ότι είναι κάτι όπως το χέρι μας ή το χρώμα των ματιών μας. Δηλαδή μια δεδομένη κατάσταση. Η έχω χέρι ή δεν έχω. Η τα μάτια μου είναι γαλάζια ή όχι. Η πίστη όμως είναι υπόθεση μικρή ή μεγάλη, αύξουσα ή μειούμενη. Πίστη είναι η αίσθηση που δημιουργείται από μια σχέση. Αίσθηση ασφάλειας ή ασάφειας. Σιγουριάς ή εκκρεμότητας. Μεγάλης εμπιστοσύνης ή ελάχιστης εμπιστοσύνης.
Πίστη είναι αυτό που βεβαιώνει την καρδιά του ανθρώπου ώστε να είναι σίγουρος για τον άλλον.  Είναι αυτό πού λέει ο Βλάσιος Πασκάλ: «Έχει λόγους η καρδιά να εμπιστεύεται , που το μυαλό αδυνατεί να καταλάβει». Πίστη λοιπόν είναι μια ψυχική διεργασία που, ξεκινώντας από τα ανθρώπινα (την πίστη τη ζούμε κατ’ αρχάς στην σχέση με τους γονείς), γίνεται η βάση και το βάθρο για να υπάρξει και να στηθεί και η πίστη στον Χριστό. Αυτά όλα, φυσικά, δεν έχουν καμιά σχέση με την απλή πεποίθηση ότι ο Θεός υπάρχει. Η Ευαγγελική πίστη είναι ήδη στην αγάπη. Πίστη στον Χριστό είναι να αφηνόμαστε σ’ Αυτόν για ό,τι συνιστά την ύπαρξή μας. Πίστη είναι η βεβαιότητα ότι αγαπιόμαστε, ότι συνοδευόμαστε και καθοδηγούμαστε στην ζωή. Ακόμα και όταν περπατάμε «εν μέσω σκιάς θανάτου» (ψαλμός 22) ή είμαστε αντιμέτωποι με «λέοντα και δράκοντα» (ψαλμός 90), ακόμα και στα χειρότερα που μπορούμε να περάσουμε.
Ο Θεός είναι πάντα Θεός της Εξόδου, της απελευθέρωσης από τις δουλείες μας. Γι’ αυτό πίστη και χαρά πάνε μαζί. Όπως λέει ο Απ. Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή: Πίστη σημαίνει «σιγουριά» για αυτά που ελπίζουμε, «βεβαιότητα» για αυτά που δεν βλέπουμε (11,1). Η πόρνη, στο κεφάλαιο 7 του κατά Λουκάν, εκδηλώνει την ευγνωμοσύνη της (στιχ. 37-38), αν και δεν έχει ακούσει ακόμα την συγχώρηση (στιχ. 48). Ο Χριστός μόνο στο τέλος λέει: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». Μια πίστη πού μπόρεσε να προκαταλάβει, με μια χειρονομία ευγνωμοσύνης, την έκβαση της συνάντησης!!
Ο Χριστός παρακαλεί να μην «εκλίπει» (δηλαδή να μην εξαφανιστεί) η πίστη του Πέτρου, ώστε να στηρίζει τους αδελφούς του επιστρέφοντας, τότε που ο Σατανάς ζητάει να μας «λειώσει» σαν το σιτάρι στις μυλόπετρες (Λουκ.22,31-34). Στην αρχή ο Χριστός μιλάει στον ενικό (απευθύνεται στον Πέτρο) και στην συνέχεια στον πληθυντικό, επισημαίνοντας ότι το θέμα αφορά όλους.
Οι Ευαγγελιστές μάς έκαναν γνώστες και μετόχους της αβεβαιότητας της πίστεως των πρώτων πιστών, των μαθητών, για να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν είναι εύκολο πράγμα να έχουμε πλήρη εμπιστοσύνη στον Χριστό και ότι οι δισταγμοί είναι κάτι φυσιολογικό.
Ο πατέρας του άρρωστου (σεληνιαζόμενου) νεαρού με την κραυγή του «πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου» εκπέμπει την πιο ανθρώπινη φωνή. Η αγωνία και ο φόβος του μπροστά σε μια ανεξέλεγκτη ανάγκη δεν τον αφήνουν, και δεν μας αφήνουν κατά αναλογίαν, να έχουμε την πίστη της πόρνης που προαναφέραμε, με την οποία (πίστη) εκείνη «παρέδωσε» τον εαυτό της στην αλλαγή και θεραπεία της. Αν χρησιμοποιήσουμε μια σύγχρονη εικόνα, η πίστη σε παρακινεί να προχωράς στην ζωή, όπως ένας ρεπόρτερ σε άγνωστη χώρα…! Φυσικά η ποιότητα της πίστης του καθενός είναι προσωπική. Από υγιής μέχρι νοσηρή. Πράγμα για το οποίο δεν φταίει η πίστη, αλλά ο… φορέας της.
Αν η πίστη σας σάς κάνει λιγότερο ευαίσθητους, σας σκληραίνει στην χαρά της ζωής ή και σας κάνει τραχείς , αν σας δίνει την αυταπάτη ότι τα ελέγχετε όλα, αν τέλος πάντων η πίστη σας σάς κάνει λιγότερο… έξυπνους, τότε μπορείτε να πείτε στον εαυτό σας ότι τέτοια πίστη δεν προέρχεται από τον Ζώντα Θεό Ιησού! Είναι μια κακή απομίμηση: Αντί να είναι δυνατή, ανοιχτή και άνετα εκπληκτική (ως κλήση που είναι από τον Χριστό), περιορίζεται και γίνεται ξερή σαν σλόγκαν.
Η πίστη είναι ένας συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην ανθρώπινη αδυναμία και στην θεϊκή παντοδυναμία.
Πίστη είναι το μάτι, με το οποίο βλέπουμε τον Χριστό. Ένα θολό ή ένα δακρυσμένο μάτι εξακολουθεί να είναι ένα μάτι που μπορεί να δει τον Χριστό.
Πίστη είναι το χέρι με το οποίο κρατιόμαστε από τον Χριστό. Ένα χέρι που τρέμει, είναι ένα χέρι που μπορεί να απλώσει και να πιάσει το κράσπεδο του ιματίου του Χριστού.  
Πίστη είναι η γλώσσα με την οποία γευόμαστε και διαπιστώνουμε ότι «χρηστός ὁ Κύριος»· μια γλώσσα που την καίει ο οποιοσδήποτε πυρετός, παραμένει μια γλώσσα επικοινωνίας και εμπιστοσύνης.
Πίστη είναι το πόδι που βαδίζει προς τον Χριστό. Και ένα πόδι που κουτσαίνει, συνεχίζει να είναι ένα πόδι που, έστω και προχωρώντας αργά, μπορεί να πηγαίνει προς τον Χριστό.
Έστω και αν ο ιδιότυπος εν προκειμένω εγωισμός μας θέλει να έχουμε ένα τέλειο μάτι, ένα πολύ γερό χέρι, μια άψογη γλώσσα και υγιέστατα πόδια, εμείς ας κάνουμε την προσπάθεια να επικοινωνήσουμε με τον Χριστό και να Τον εμπιστευθούμε, μ’ αυτά που έχουμε, σ’ όποια κατάσταση κι αν είναι.
Αυτός είναι και ο κόπος της πίστης μας. Να Τον «φωνάξουμε» να ανοίξει τα τυφλά μας μάτια (Μαρκ.10,46), να υγιάνει το «ξερό» χέρι μας (Μαρκ. 3, 1), να ελευθερώσει την μογιλάλο γλώσσα μας (Μαρκ. 7, 32) και να μας αναστήσει από την ολοσώματη παραλυσία μας (Ματθ. 4, 24).
«Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου». Αμήν.
Με αγάπη και ευχές
Ο εφημέριος σας
π. Θεοδόσιος
 

Δ' ΚΥΡΙΑΚΗ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
Θεραπεία νέου δαιμονιζόμενου
Ἐκ τοῦ κατά Μάρκον
Κεφ. θ', 17-31
Τόν καιρό ἐκεῖνο, πλησίασε τόν Ἰησοῦ ἕνας ἄνθρωπος, γονάτισε μπρο­στά του καί τοῦ εἶπε:                                                   
- Διδάσκαλε, σοῦ ἔφερα τό παιδί μου τό ὁποῖο ἔχει δαιμόνιο πού τό κάνει μουγκό. Καί ὅπου τό «πιάνει», τό κάνει καί τό πιάνουν σπασμοί· καί ἀφρίζει· καί τρίζει τά δόντια του καί μένει ξερό. Παρακάλεσα τούς μαθητές σου νά τό βγάλουν, μά δέν μπόρεσαν.
Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε:
             - Ὤ γενεά ἄπιστη! Μέχρι πότε θά εἶμαι μαζί σας; Μέχρι πότε θά σᾶς ἀνέχομαι; Φέρτε τό ἐδώ!
Καί τοῦ τό πῆγαν. Ἀλλά μόλις τό ἀκάθαρτο πνεῦμα τόν εἶδε, ἀ-μέσως σπάραξε ἄσχημα τό παιδί καί τό ἔριξε καταγῆς καί κυλιόταν κάτω βγάζοντας ἀφρούς.
Ὁ Ἰησοῦς ρώτησε τόν πατέρα τοῦ παιδιοῦ:
- Πόσος καιρός εἶναι πού τό ἔπαθε αὐτό;
             Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε:
             - Ἀπό μικρό παιδί. Καί πολλές φορές τό ἔσπρωχνε νά πέσει σέ φωτιά καί ἄλλοτε σέ νερό, γιά νά τό κάνει νά χαθῆ. Γι' αὐτό ἄν μπο-ρεῖς νά κάνεις κάτι, λυπήσου μας καί βοήθησέ μας.
Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε:
- Φρόντισε νά ἔχεις πίστη, γιατί γιά ἐκεῖνον πού ἔχει πίστη, ὅλα εἶναι δυνατά.
Ἀμέσως τότε ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ φώναξε μέ δάκρυα:
- Πιστεύω, Κύριε. Βοήθησέ μέ στήν ἀπιστία μου.
Ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶδε ὅτι μαζεύεται κόσμος, ἐπιτίμησε τό ἀκά-θαρτο πνεῦμα, λέγοντάς του:
             - Πνεῦμα ἄλαλο καί κωφό, ἐγώ σέ διατάζω· βγές ἀπό αὐτό τό παιδί καί μή ξαναμπεῖς σ' αὐτό.
Καί τότε τό δαιμόνιο φώναξε δυνατά, σπάραξε καί βγῆκε.
Μετά ἀπό αὐτό τό παιδί ἔμεινε ἀναίσθητο σάν νεκρό. Καί πολλοί νόμισαν ὅτι πέθανε. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τό ἔπιασε ἀπό τό χέρι, καί τό σήκωσε.
Ὅταν κατόπιν ὁ Ἰησοῦς ἐπισκέφθηκε κάποιο σπίτι, ἐκεῖ οἱ μαθητές του τόν ρώτησαν:
- Γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά  βγάλουμε τό δαιμόνιο;
Καί τούς ἀπάντησε:

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μα τι υπέροχο κείμενο! Τι θαυμαστή προσέγγιση στην πίστη! Πόσο μακρυά από εκείνα τα λανθασμένα που μάθαμε στα παιδικά μας χρόνια! (Δε λέω ότι οπωσδήποτε έφταιγαν οι "πομποί". Ίσως να φταίγαμε και οι "δέκτες"!) Πόσο μακρυά από τις δυαδικές προσλήψεις περί πίστεως: "έχω-δεν έχω". Και πόσο κοντά στα, με πίκρα αποκτημένα, βιώματα όσων δοκιμάσαμε έστω και λίγο το τολμηρό άθλημα της πίστης!
Ο π. Θεοδόσιος κατέχει το χάρισμα από το Θεό να μιλά πατερικά με λόγο σύγχρονο και να μπολιάζει με προσωπικό βίωμα εκείνα που μοιράζεται μαζί μας. Η συνεισφορά του είναι αξιομίμητη.
π. Θεοδόσιε ο Θεός να σας στηρίζει για να μας στηρίζετε
γδμ