Σφάλισε πόρτες και παράθυρα, απόμεινε μόνη να κλαίει.
Ο ήχος των καρφιών δονεί το είναι της.
-Αντάξια πληρωμή, ψιθύρισε, στης ανομίας τα χρέη!
Στων γυναικών την αγκαλιά μισολιπόθυμη,
η Μάνα, θωρεί κρεμάμενον τον "τη δρακί συνέχοντα την κτίσιν"!
Ρομφαία άυλη, το καταπέτασμα
και της Παρθένου την καρδιά στα δύο θα σχίσει!
Ο γιος ο φταίχτης, στου Θεανθρώπου τη σαγήνη πιάνεται,
την πρώην ζωή ακουμπάει στα πόδια Του, αλλάζει.
Το "μνήσθητι" σφιχτά κρατά στη χούφτα του,
κλειδί ουράνιο, πολίτη πρώτο στον παράδεισο τον μπάζει.
Τρεις μέρες και τρεις νύχτες διάβηκαν•
στην αγορά οι δύο μανάδες θ' ανταλλάξουν
μονάχα βλέμματα, ίδια στη λάμψη τους,
βλέφαρα που τρεμόπαιξαν γλυκά, την ευτυχία να εκφράσουν.
Και όταν τα χέρια μπλέξαν κι οι καρδιές τους έσμιξαν,
ποια άραγε να 'νιωθε πιότερη ευγνωμοσύνη;
Η μάνα που τα χρέη του γιου της σβήστηκαν
ή του Αθώου, που ο λόγος του ληστή βάλσαμο χύθηκε, της εγκατάλειψης τον πόνο
ν' απαλύνει;
Ο.Ν.
4 σχόλια:
Εξαιρετικό!
γδμ
Πολύ καλό. Γλαφυρό με πολλές προεκτάσεις επίκαιρες και διαχρονικές.
Εξαιρετικό!
Υπ.
Ακριβό το ζύγισμα. Εκλεκτό το περιεχόμενο του ποιήματος.
Δημοσίευση σχολίου