Ἡ κλήσις
Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π.
Αυγουστίνου Καντιώτου
Ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος, ἀγαπητοί μου, ἀφήνοντας λεπτομέρειες τῆς συναντήσεως
τῶν μαθητῶν μὲ τὸν Κύριό μας καὶ τὰ περιστατικὰ τῆς κλήσεως ποὺ ἀναφέρουν ἄλλοι
εὐαγγελισταί (βλ. Ἰω. 1,37-40. Λουκ. 5,1-11), φτάνει στὴ στιγμὴ τῆς κλήσεώς των
(βλ. Ματθ. 4,18-23).
Ἐγώ, ὅταν σήμερα, στὴν σκληρὴ ἐποχή
μας, ἀναλογίζωμαι μὲ πόση προθυμία οἱ ψαρᾶδες ἐκεῖνοι τῆς Γαλιλαίας ἀνταποκρίθηκαν
στὴν πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸ ἀποστολικὸ ἔργο, συγκινοῦμαι μέχρι δακρύων.
Ἔφτασε ἕνας μόνο λόγος του, τὸ «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»
(Ματθ. 4,19), γιὰ νὰ δονήσῃ βαθειὰ τὴν ψυχή τους καὶ νὰ πάρουν μιὰ ἀπόφασι, ποὺ
μπροστά της στέκει μὲ θαυμασμὸ ἡ Χριστιανοσύνη. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀκολούθησαν
τὸν Ἰησοῦ, ποὺ οὔτε χωράφια οὔτε σπίτια τοὺς ὑποσχέθηκε παρὰ μόνο φτώχεια καὶ
σταυρό!
* * *
Ὑπάρχει μία παρόμοια πρόσκλησι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (βλ. Γ΄ Βασ. 19,19-21). Ὁ προφήτης Ἠλίας ὁ Θεσβίτης, σὲ χρόνια μεγάλης πνευματικῆς καταπτώσεως τοῦ Ἰσραήλ, περνοῦσε μιὰ μέρα ἀπὸ ἕνα κτῆμα. Εἶδε ἐκεῖ ἕνα νεαρό, τὸν Ἐλισαῖο τὸ γυιὸ τοῦ Σαφάτ, ποὺ ἔχοντας στὴ δούλεψή του ζευγολάτες ὤργωνε μὲ δώδεκα ἀλέτρια ποὺ τά ᾽σερναν δώδεκα ζευγάρια βόδια· ἕνα ἀπ᾽ αὐτὰ ὡδηγοῦσε ὁ ἴδιος. Μὲ θεία φώτισι ἡ Ἠλίας εἶδε,
* * *
Ἀξίζει νὰ σταματήσουμε ἐδῶ καὶ νὰ σκεφτοῦμε ἐπάνω στὶς λίγες αὐτὲς
λέξεις. Μελετώντας τὴν περικοπὴ αὐτὴ θαυμάζω τὴν ἁπλῆ κι ἀνιδιοτελῆ σκέψι τῶν
τεσσάρων αὐτῶν μαθητῶν. Ἡ κλῆσι τους, ὅπως λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (βλ.
5,1-11), ἔγινε ὕστερα ἀπὸ τὸ θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος· γέμισαν τὰ πλοῖα τους ἀπὸ
ψάρια, κινδύνευαν νὰ βουλιάξουν ἀπ᾽ τὸ βάρος. Στὴ θέσι τους κάποιοι ἄλλοι θὰ
σκέπτονταν διαφορετικά. Νά, θά ᾽λεγαν, ἕνας ἄνθρωπος (ὁ Ἰησοῦς) ποὺ ἔχει τὴ
δύναμι νὰ μαζεύῃ στὰ δίχτυα μας ψάρια. Ἀπὸ ποῦ εἶνε ἡ δύναμί του δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει·
μάγος εἶνε; προφήτης εἶνε; κάποιος ἅγιος εἶνε; ἂς τὸ ψάξουν ἄλλοι· ἐμεῖς
βλέπουμε ὅτι θὰ μᾶς ὠφελήσῃ στὴ δουλειά μας· δὲν τοῦ λέμε νὰ μείνῃ μαζί μας, νὰ
τὸν κάνουμε συνέταιρό μας;…
Σᾶς φαίνεται ἀπίθανη ἡ περίπτωσι αὐτή; Ἀλλὰ
γιατί ἀπίθανη; μήπως ἔτσι δὲν σκέπτονται καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς λεγομένους
χριστιανούς; Αὐτοὶ δὲν πιστεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἔχει θεϊκὴ
προέλευσι· τὴ θεωροῦν σὰν μία ἀπὸ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, ἀνώτερη ἴσως ἀλλ᾽ ὄχι
ἐξ ἀποκαλύψεως. Ἐν τούτοις δὲν τὴν πολεμοῦν φανερά. Γιατί; Διότι μᾶς
χρειάζεται, σοῦ λένε. Ἡ θρησκεία γιὰ μᾶς δὲν εἶνε αὐτοσκοπός· σκοποὶ τῆς ζωῆς
μας εἶνε ἄλλοι, καὶ ἡ θρησκεία αὐτὴ ὡς μέσον εἶνε καλὴ καὶ τὴ χρησιμοποιοῦμε
κάθε φορὰ γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῶν σκοπῶν μας. Κάτι θὰ κερδίζουμε πάντοτε καὶ ἀπ᾽
αὐτήν· κρατάει τὶς γυναῖκες μας πιστές, τὰ παιδιά μας συμμαζεμένα, τοὺς στρατιῶτες
μας πειθαρχικούς, τοὺς πολῖτες μας νομοταγεῖς. Προσφέρει ἡ θρησκεία, σοῦ
λένε, γι᾽ αὐτὸ ἂς μείνῃ… Ἄλλοι ὅμως προχωροῦν περισσότερο, γίνονται πιὸ αὐθάδεις
καὶ ἀναίσχυντοι. Ἀνάξιοι αὐτοὶ ν᾽ ἀτενίσουν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸν ὁποῖο
δὲν ἔχουν καμμία οὐσιαστικὴ σχέσι, βλέποντας ὅτι ὑπάρχει ἕνας λαὸς ποὺ
θρησκεύει καὶ πιστεύει σ᾽ αὐτόν, τολμοῦν οἱ τέτοιοι καὶ μπαίνουν στὰ ἱερὰ ἄδυτα
τῆς Ἐκκλησίας, γίνονται ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς, καὶ χρησιμοποιοῦν τὸ Χριστὸ καὶ τὰ
ἅγιά του μυστήρια ὡς μέσον αἰσχροῦ πλουτισμοῦ. Αὐτοὶ εἶνε οἱ ἄθλιοι ἔμποροι τῆς
θρησκείας, ποὺ μοσχοπουλοῦν τὸν Ἰησοῦ τὸ Ναζωραῖο. Καὶ δὲν ἔχουμε μόνο ῥασοφόρους
ποὺ σκέπτονται τόσο ἐμπορικά, ἀλλὰ καὶ λαϊκούς, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ποὺ
σκέπτονται ἔτσι· ἔχουν νοσηρὴ θρηκευτικὴ συνείδησι. Ἕνα παράδειγμα· κάποιος ἄδικος,
θέλοντας νὰ κερδίσῃ ὁπωσδήποτε μία δικαστικὴ ὑπόθεσι εἰς βάρος φτωχῶν ἀντιδίκων
του, γονάτιζε μπροστὰ στὸ εἰκόνισμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ τὸν
βοηθήσῃ, μὲ τὴν ὑπόσχεσι ὅτι ἕνα μέρος τῶν χρημάτων θὰ τὸ διέθετε γιὰ τὴν ἀνέγερσι
μιᾶς ἐκκλησίας… Ἤθελε δηλαδὴ νὰ κάνῃ καὶ τὸ Χριστὸ συνεταῖρο στὴν ἀδικία καὶ ἁρπαγή!
Ὅλοι αὐτοὶ εἶνε κατὰ διαφόρους βαθμοὺς ἐκμεταλλευταὶ
τῆς ἱερᾶς ἐννοίας τῆς θρησκείας.
Ἂν τώρα στὴ ζωή τους, μὲ τὴ διδαχὴ ἀξίων
ὑπηρετῶν τοῦ Ἰησοῦ, ἡ πίστι τοῦ Ἰησοῦ προβληθῇ ὡς θυσία καὶ τοὺς ζητήσῃ τὸ ἐλάχιστο
γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου, ἀμέσως οἱ τέτοιοι ἀπομακρύνονται· ἔχουν μάθει νὰ
βλέπουν τὴν ἁγιώτερη θρησκεία χρησιμοθηρικὰ καὶ ἐμπορικά.
Ἀλλὰ οἱ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας στάθηκαν
τελείως ἀντίθετοι στὴ νοοτροπία αὐτή, στὸ ἀντίθετο ἄκρο ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρω
τύπους. Τοὺς κάλεσε ὁ Κύριος νὰ τὸν ἀκολουθήσουν σὲ στιγμὴ ποὺ μπροστά τους εἶχαν
τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς πλούσιας ἁλιείας, ἡ ὁποία γιὰ τὰ φτωχὰ πορτοφόλια τους ἄξιζε
σημαντικά. Καὶ ὅμως δὲν ἔκαναν τὴν πονηρὴ σκέψι, δὲν εἶπαν· Κύριε, οἱ οἰκογένειές
μας ἔχουν ἀνάγκη· δὲν μᾶς δίνεις ἄδεια νὰ πᾶμε νὰ πουλήσουμε τὰ ψάρια καὶ ν᾽ ἀφήσουμε
τὰ χρήματα στὰ σπίτια μας;…
Ἄφησαν τὴν πλούσια ψαριά. Καὶ μόνο αὐτήν;
ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὰ καΐκια, τὴ μόνη περιουσία τους. Καὶ μόνο αὐτὰ τὰ ὑλικά;
ἄφησαν καὶ ἄλλα πολὺ σπουδαιότερα· ὁ Πέτρος ἄφησε γυναῖκα καὶ παιδιά, ὁ Ἰωάννης
καὶ ὁ Ἰάκωβος ἄφησαν πατέρα ἀγαπημένο. Ἄφησαν φίλους, συγγενεῖς καὶ τὴ
μαγευτικὴ λίμνη ὅπου εἶχαν μεγαλώσει. Ἔκοψαν κάθε συναισθηματικὸ δεσμὸ καὶ ῥίχτηκαν
στὴ μεγάλη περιπέτεια τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος.
Ἀλλὰ οἱ τέσσερις ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας
εἶχαν καὶ κάποιον ἄλλο δεσμό, δεσμὸ πνευματικό· καὶ οἱ πνευματικοὶ δεσμοί, ὅταν
εἶνε ἀληθινοί, εἶνε πιὸ δυνατοὶ ἀπὸ τοὺς ὑλικοὺς καὶ σαρκικοὺς δεσμούς. Αὐτοὶ ἀνῆκαν
στὸν κύκλο τῶν μαθητῶν τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Εἶχαν δεθῆ μαζί του καὶ τὸν
θαύμαζαν. Μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ αὐτοὺς ὅταν ἐμφανίστηκε ὁ Ἰησοῦς ἄρχισαν νὰ
ζηλοτυποῦν, γιατὶ ἡ φήμη τοῦ Χριστοῦ σκίαζε τὴν αἴγλη τοῦ δασκάλου τους. Οἱ
τέσσερις ὅμως φίλοι τὸ ξεπέρασαν αὐτό. Ἀγαποῦσαν τὸν Ἰωάννη, ποὺ ἀπὸ αὐτὸν πῆραν
καὶ τὴν ὤθησι νὰ γνωρίσουν τὸν Ἰησοῦ· ἀλλὰ δὲν ἔκαναν εἴδωλο τὸ δάσκαλό τους.
Διέκριναν τὴ διαφορά. Ὁ Ἰωάννης ἦταν ὄχι ὁ Νυμφίος ἀλλὰ ὁ νυμφαγωγός, ποὺ
προετοίμαζε τὶς ψυχὲς γιὰ νὰ τὶς ὁδηγήσῃ στὸν ἐρχόμενο Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ
Χριστό (βλ. & Ἰω. 3,28-29). Ἦρθε λοιπὸν Ἐκεῖνος; τὸ ἔργο τοῦ νυμφαγωγοῦ
τελείωσε. Καὶ ὅσες ψυχὲς ζητοῦν τὴν τελειότητα πρέπει νὰ ἀγαπήσουν καὶ νὰ
γνωρίσουν τὸν Νυμφίο καὶ νὰ δεθοῦν μαζί του.
* * *
Κανένας, ὅσο μεγάλος δάσκαλος καὶ ποιμένας καὶ ἂν εἶνε μέσα στὴν Ἐκκλησία,
δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέψῃ στὸν ἑαυτό του νὰ γίνεται εἴδωλο τῶν θαυμαστῶν του. Δὲν
εἶνε αὐτὸς ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας· εἶνε ἕνας νυμφαγωγὸς ψυχῶν. Γι᾽ αὐτὸ ὀφείλει
νὰ προβάλλῃ τὸ Χριστὸ κι ὁ ἴδιος ν᾽ ἀποσύρεται στὴ σκιά, νὰ καυτηριάζῃ τάσεις
προσωπολατρίας, καὶ νὰ στρέφῃ ὅλο τὸ θαυμασμὸ καὶ τὴ λατρεία πρὸς Ἐκεῖνον·
γιατὶ ἐν ὀνόματι Ἐκείνου ἐξασκεῖ τὸ διδακτικὸ καὶ ποιμαντορικὸ ἔργο.
Δυστυχῶς –γιατί νὰ τὸ ἀποκρύψουμε;–
μεταξὺ κάποιων θερμῶν ἀκροατῶν τοῦ θείου κηρύγματος παρατηρεῖται ἕνα πνεῦμα
προσωπολατρίας. Ἡ τιμὴ ποὺ ὀφείλει κανεὶς στὸ δάσκαλο καὶ πνευματικό του
πατέρα, ἂν δὲν προσέξῃ, ἐκτρέπεται σὲ ὑπερβολικὴ ἀγάπη καὶ λατρεία του. Ὅποιος
προσβληθῇ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς προσωπολατρίας, μόνο γιὰ τὸν δικό του κήρυκα καὶ
πνευματικὸ μιλάει. Αὐτὸν μόνο ἐπαινεῖ, καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ποὺ κοπιάζουν μέσα
στὴν Ἐκκλησία δὲν λέει λέξι. Καὶ ὄχι μόνο αὐτὸ ἀλλὰ καὶ τὸ ἀκόμη χειρότερο, οἱ
ἄλλοι ἐργάτες τοῦ εὐαγγελίου περιφρονοῦνται καὶ κάποτε γίνονται στόχος διαβολῆς
καὶ συκοφαντίας. Τί πνευματικὲς συμφορὲς προξενεῖ μιὰ τέτοια συμπεριφορὰ τὸ
καλαβαίνει εὔκολα ὁ καθένας.
Οἱ πιστοί, τιμώντας κατὰ χρέος τοὺς
καλοὺς ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, ἂς προσέχουν νὰ μὴν ἐκτρέπωνται σὲ
προσωπολατρία καὶ ἐξουδένωσι ἄλλων τιμίων ἐργατῶν καὶ διασποῦν τὴν ἑνότητα τῆς
Ἐκκλησίας. Αὐτοὶ δὲ ποὺ κηρύττουν ἢ ὅποιο ἄλλο διακόνημα ἀξιώνονται νὰ ἀσκοῦν μὲ
τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, ἂς προσέχουν, ἂς προσέχουμε ὅλοι, νὰ μὴν παθαίνουμε
πνευματικὸ ναρκισσισμό, νὰ μὴν αὐτοθαυμαζώμαστε, νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε σὲ
κανένα νὰ μᾶς κάνῃ εἴδωλο. Μηδαμινοὶ ἐμεῖς ἀπέναντι στὸν Κύριο, ἂς κατευθύνουμε
τὶς διάνοιες καὶ καρδιὲς τῶν ἀκροατῶν μας πρὸς αὐτόν, τὸν αἴροντα τὶς ἁμαρτίες
τοῦ κόσμου. Ὑπέροχο ὑπόδειγμα ἔχουμε τὸν ἔνδοξο τίμιο Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος,
μόλις ἐμφανίστηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὑπέδειξε στοὺς μαθητάς του νὰ πλησιάσουν αὐτὸν
λέγοντας· «Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι» (ἔ.ἀ. 3,30). Καὶ αὐτοὶ
πάλι, ξεπερνώντας τὴν προσωπολατρία, ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου