Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2023

Εὐθύνη γιά τήν Ἄμπελο - Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Κυριακὴ ΙΓ΄ Ματθαίου (Ματθ. 21,33-42)

Εὐθύνη γιά τήν Ἄμπελο

Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Λέγουσιν αὐτῷ· Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν» (Ματθ. 21, 41)

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐ­αγγέλιο.
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ἕνα ἐ­πιστημονικὸ βι­βλίο, μία ἄλγεβρα· δὲν εἶνε φιλοσοφικὸ βιβλίο, μὲ δύσ­κο­λους ὅρους, συλλογισμοὺς καὶ γριφώδη αἰνί­γματα. Ὁ κόσμος τὸ μισὸ χρόνο, ἀπ᾽ ὅσο δαπανᾷ γιὰ νὰ δια­βάζῃ διάφορα βιβλία, ὡς ἐ­πὶ τὸ πλεῖστον ἄχρηστα, ἐὰν τὸν δι­­έθετε γιὰ νὰ με­λετήσῃ τὸ Εὐαγγέλιο, θὰ ἦταν πολὺ καλύτερος. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε βιβλίο ἁ­πλό· μπο­ρεῖ νὰ τὸ καταλάβῃ καὶ ὁ ἀγράμματος.
Ἀλλὰ ἐδῶ εἶνε τὸ σπουδαῖο. Αὐτὸ τὸ ἁπλὸ βιβλίο ἔχει τέτοιο βάθος καὶ πλάτος, ὥστε καὶ ὁ πιὸ σοφὸς ἐπιστήμονας, ἑκατὸ χρόνια νὰ τὸ μελετᾷ, δὲν θὰ τὸ ἐξαντλήσῃ. Ὅλοι θαυ­μάζουν τὸ Εὐαγγέλιο· εἶνε τὸ αἰώνιο βιβλίο τῆς ἀνθρωπότητος. Σωστὰ εἶπαν, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο μοιάζει μὲ τὴν ἀπέραντη θάλασσα πού, ἐνῷ στὴν ἀκρογιαλιά της παίζουν καὶ κολυμ­ποῦν μι­κρὰ παιδιά, στὰ μεγάλα βάθη καὶ πλάτη της κινοῦν­­ται πλοῖα μεγάλα, ὑ­περωκεάνια καὶ φάλαινες.

Καὶ στὸ Εὐαγγέλιο ἡ μὲν ἁπλότης τῶν διδαγμάτων του εἶνε προσιτὴ καὶ σὲ ἀγράμματους ψαρᾶ­δες, τὸ βάθος ὅ­μως τῶν ἀ­ληθειῶν του κάνει καὶ σοφοὺς νὰ ἐντρυφοῦν καὶ ζαλισμένοι νὰ μένουν ἐνεοί.
Μετὰ τὰ γενικὰ αὐτὰ ἂς ἔλθουμε τώρα στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 21,33-42), ποὺ εἶνε μιὰ εἰ­κόνα ἀ­πὸ τὸ φυσικὸ κόσμο, ἀπὸ τὴ γεωργικὴ ζωή.

* * *

Ἕνας νοικοκύρης, λέει, πῆ­ρε ἕνα χωράφι χέρσο, ἔβαλε φωτιὰ κ᾽ ἔκαψε τ᾽ ἀγκάθια, μάζε­ψε στὴν ἄ­κρη τὰ λιθάρια ἀπὸ τὸ χῶ­μα, κι ἀ­φοῦ τὸ ξεχέρσωσε τὸ φύτεψε ἀμπέλι. Ἔ­σκα­ψε πατητήρι, νὰ συλλέ­γῃ τὸ μοῦστο ἀπὸ τὰ σταφύλια. Ὕψωσε γύρω – γύρω φρά­χτη κ᾽ ἔχτισε πύργο γιὰ φρουρὰ ἀπὸ κλέφτες.
Ἐξωπλισμένο καλά, τὸ παρέδωσε σὲ γεωρ­γοὺς νὰ τὸ καλλιεργοῦν καὶ ἔφυγε. Ἀλλὰ δὲν λησμόνησε τὸ ἀμπέλι του. Ὅταν πλησίασε ὁ καιρὸς τοῦ τρυγη­τοῦ, ἔστειλε ὑπηρέτες νὰ τοῦ φέρουν τοὺς καρπούς. Οἱ γεωργοὶ ὅμως δὲν τοὺς δέχτηκαν καθόλου καλά· ἄλλον τὸν ἔδειραν, ἄλλον τὸν σκότωσαν, ἄλλον τὸν λιθοβόλησαν. Ὁ νοικοκύρης ἔστειλε πάλι ἄλ­λους ὑπηρέτες, πιὸ πολλούς, μὰ καὶ σ᾽ αὐ­τοὺς τὰ ἴδια ἔκαναν. Τέλος τοὺς ἔστειλε τὸν ἴ­διο τὸ γυιό του. Θὰ ντραποῦν, σκέφτηκε, τὸ γυιό μου. Ἀλλὰ οἱ κακοὶ γεωργοὶ σκέφτη­καν ἀλλιῶς. Μό­λις εἶδαν τὸ γυιὸ τοῦ ἀφέντη, εἶ­παν μεταξύ τους· Αὐτὸς εἶνε ὁ διάδοχος, ὁ φυ­σι­κὸς κληρονόμος· ἐλᾶ­τε νὰ τὸν βγάλουμε ἀπ᾽ τὴ μέσῃ, νὰ μείνῃ σ᾽ ἐμᾶς ἡ κληρονομιά του. Καὶ λυσσασμένοι ἔπιασαν τὸ γυιό, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τ᾽ ἀμπέλι κ᾽ ἐκεῖ τὸν φόνευσαν.
Αὐτὴ εἶνε ἡ παραβολή. Κάτω ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λέει ἐννοεῖ κάτι ἄλλο. Τὸ κλειδὶ τῆς ἑρμηνείας ποιό εἶνε; Εἶ­νε αὐτὸ ποὺ βλέπουμε στὴ θεία λειτουργία ὅταν λειτουργῇ ἐπίσκοπος. Τότε, πρὶν ν᾽ ἀναγνωσθῇ ὁ ἀ­πόστολος, στὸν τρισάγιο ὕμνο, ὁ ἀρχιερεὺς βγαίνει στὴν ὡ­ραία πύλη, ὑψώνει τὰ βλέμματά του ἐπάνω καὶ κρατώντας τὰ δικηροτρίκηρα λέει· «Κύριε Κύριε, “ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι τὴν ἄμπελον ταύτην καὶ κατάρτισαι αὐ­τήν, ἣν ἐ­φύτευσεν ἡ δεξιά σου”» (Ψαλμ. 79,15-16). Μὲ ἁπλούστερα λόγια· ῾Ρῖξε, Κύριε, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ μιὰ ματιὰ καὶ ἰ­δὲς τοῦτο τὸ ἀμπέλι, καλλιέργησε καὶ περιποιήσου το· δικό σου εἶ­νε, τὸ δεξί σου χέρι τὸ φύτεψε.
Φαίνονται παράδοξα τὰ λόγια αὐτά. Ποιό εἶνε τὸ ἀμπέλι; Εἶνε ἡ Ἐκκλησία, οἱ Χριστιανοί, ἐσεῖς ὅλοι, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά, ὅσοι ἔχουν βαπτισθῆ εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος. Κάθε Χριστιανός, σύμφωνα μὲ τὴν ἀλ­ληγορικὴ γλῶσσα τοῦ εὐαγγελίου, εἶνε ἕνα κλῆμα, μιὰ ῥίζα. Καὶ ὅπως ὅλο τὸ κτῆμα – ἀμπέλι ἔχει πολλὲς ῥίζες, ἔτσι ἡ ἄμπελος τῆς Ἐκκλησίας ἔχει πολλὰ κλήματα, παλιὰ – γέρικα ἀλλὰ καὶ νεαρὰ ποὺ ἀνανεώνουν τὴ φυτεία.
Τὸ ἀμπέλι θέλει φροντίδα, περιποίησι· σκάψιμο, πότισμα, θειάφισμα, κλάδεμα. Τὸ κλάδεμα ἀπαιτεῖ πεῖρα, γι᾽ αὐτὸ λένε· Ἔχεις ἀμ­πέλι; πάρε νιὸ νὰ τὸ σκάψῃ ἀλλὰ γέρο νὰ τὸ κλαδέψῃ. Τὸ ἀμπέλι ἀκόμα χρειάζεται φράχτη καὶ φύλακα, δραγάτη. Ἔτσι καὶ ἡ χριστιανικὴ κοινωνία, ἡ Ἐκκλησία, ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ· ἔχει ἀνάγκη ἀπ᾽ ὅλα αὐτά, καὶ πρὸ παντὸς ἀ­πὸ ἔμπειρο καλλιεργητή, κατάλληλο γεωργό.
Ποιοί εἶνε οἱ γεωργοὶ στὸ λαὸ τῆς Ἐκκλησίας; Ἐργάτες, ποὺ πρέπει μέρα – νύχτα νὰ περιποιοῦν­ται τὰ κλήματα τῆς ἀμπέλου τοῦ Θεοῦ, εἶνε πρῶτα – πρῶ­τα οἱ κλη­ρικοί· οἱ ἐπίσκοποι, ἱερεῖς, διάκονοι.
Εἶνε ἀκόμα οἱ ἐκπαιδευτικοὶ καὶ παιδαγωγοί· οἱ διδάσκαλοι καὶ καθηγηταί, ποὺ καλλι­εργοῦν τὴ νεολαία μας πνευματικά, διανοητικά, ἀλλὰ καὶ θρησκευτικὰ καὶ πατριωτικά.
Παραπάνω ὅμως κι ἀπ᾽ τὸν παπᾶ καὶ τὸ δάσκαλο, γεωργοὶ στὰ νεαρὰ κλήματα, στὰ παιδιά μας, εἶνε οἱ γονεῖς, ὁ πατέρας καὶ πρὸ παντὸς ἡ μάνα· γιατὶ μιὰ καλὴ μάνα ἀξίζει παραπάνω ἀπὸ ἑκατὸ δασκάλους.
Γεωργοὶ εἶνε ἀκόμα καὶ οἱ ἀνώτεροι κρατικοὶ ὑ­πάλληλοι, (ὁ ἀξιωματικός, ὁ ἀστυνόμος, ὁ δικαστής, ὁ ὑπάλληλος κ.λπ.) ὅσοι εἶνε ἐν­τεταλμένοι σὲ εἰδικοὺς τομεῖς τῆς κοινωνίας, νὰ ὑπηρετοῦν καὶ καλλιεργοῦν καὶ πνευματικὰ τὴν ἄμπελο τοῦ Κυρίου.
Ὅλοι αὐτοὶ (ἐκκλησιαστικοὶ καὶ κρατικοί) πρέπει ὄχι μόνο νὰ ἐργάζωνται, ἀλλὰ καί –μία λέξι·– νὰ συν­εργάζωνται! Κάτι ποὺ δυστυχῶς δὲν συμβαίνει πάν­τοτε. Διότι, ἅμα δὲν ὑπάρχῃ συν­εργασία, τότε τὸ ἀ­ποτέλεσμα εἶνε λειψό, καμμιὰ φορὰ καὶ ἀντίθετο ἀ­πὸ τὸ ἐπιδι­ωκό­μενο. Ὅταν π.χ. ὁ παπᾶς καὶ ὁ δάσκαλος κάνουν ὅ,τι μποροῦν, ἀλλὰ μέσα στὸ σπίτι ἡ μάνα μὲ τὴ διαγωγή της ἀνατρέπῃ τὰ πάν­τα, ποιό τὸ ὄφελος; ὁ ἕνας νὰ χτίζῃ κι ὁ ἄλλος νὰ γκρεμίζῃ, ὁ ἕνας νὰ φυτεύῃ κι ὁ ἄλ­λος νὰ ξερριζώνῃ; Χρειάζεται συντονισμός, συνεργασία ὅλων τῶν παραγόν­των, ὥστε νὰ προκύψῃ καλὸ ἀποτέλεσμα.
Δυστυχῶς ὅμως συμβαίνει καὶ τὸ ἀκόμη χειρότε­ρο· ὄχι συνεργασία ἀλλ᾽ οὔτε κἂν ἐρ­γασία γίνεται ὅ­πως πρέπει μέσα στὸν ἀμπε­λῶ­να τοῦ Κυρίου. Ὅ­ταν ὁ ἐπίσκοπος σκανδαλίζῃ, ὁ ἱερεὺς χάνῃ τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ, ὁ δάσκαλος ἀμελῇ, ἡ μάνα κι ὁ πατέρας αἰσχρολο­γοῦν κι ἀσχημονοῦν μπρὸς στὰ παι­διά, οἱ γέροι μὲ τ᾽ ἄσπρα μαλλιὰ μένουν κολλημένοι στὰ πά­θη, ὅταν οἱ φρουροὶ τῆς νομιμότητος παρανομοῦν, τότε ἡ ἄμπελος τοῦ Κυρίου μοιάζει ἀμπέλι ξέφραγο.
Τότε ὅμως, γιὰ τὴ ζημιὰ αὐτὴ τῆς ἀμπέλου τοῦ Κυρίου ἐξ ὑπαιτιότητος τῶν ἐντεταλμένων, ἀ­κούγεται αὐστηρὰ ἡ ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ. Τὸ σημερινὸ εὐ­αγγέλιο δὲν ἔχει μόνο τὴν τιμὴ καὶ ἐμπιστο­σύνη στοὺς γεωργούς, ποὺ τοὺς ἀνετέθη νὰ φρον­τίσουν τὴν ἱερὰ ἄμπελο· ἔ­χει καὶ τὴν ἀπειλὴ καὶ τιμω­ρία τους, ἡ ὁ­ποία καὶ ἐκπληρώθη­κε κατὰ γράμμα. Ὁ Κύ­ρι­ος, ἀ­φοῦ εἶπε τὴν παραβολή, στὸ τέλος ῥώτησε τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ πρεσβυτέρους τῶν Ἰουδαίων ποὺ τὸν ἄκουγαν· –Δὲ μοῦ λέτε, ὅ­ταν θά ᾽ρθῃ ὁ ἰδι­οκτήτης τοῦ ἀμπελῶνος, τί θὰ κάνῃ στοὺς κακοὺς αὐτοὺς ἐργάτες, ποὺ οὔτε οἱ ἴδιοι φρόντισαν ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀπεσταλμένους του ἐφόνευσαν; Κ᾽ ἐκεῖ­νοι, χω­ρὶς νὰ καταλαβαίνουν ὅτι αὐτοὺς ἀκριβῶς ἐν­­νοοῦσε, ἀπήντησαν· –«Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλ­λοις γεωργοῖς»· ἀφοῦ ἔδειξαν τέτοια κακὴ συμπε­ριφορά, κακὴ θά ᾽νε καὶ ἡ ἀμοιβή τους, δηλαδὴ θὰ τιμωρηθοῦν (Ματθ. 21,41).
Καὶ πράγματι ὁ παλαιὸς Ἰσραήλ, ποὺ ἦταν τὸ πρῶ­το ἀμπέλι τοῦ Θεοῦ, ὁ περιούσιος λαός του, στὸν ὁποῖον ἔδωσε τὸ Δεκάλογο καὶ ἔστειλε μοναδικὲς φυσιογνωμίες πατριαρχῶν καὶ προφητῶν, ὁ λαὸς τὸν ὁποῖο προστάτευσε καὶ ἔσωσε μὲ θαύματα, αὐτὸς ὁ λαὸς παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν πορεία του, ἀθέτησε τὸ Νόμο τοῦ Κυρίου καί, ἀντὶ νὰ τοῦ δώσῃ σταφύλια ἐκλεκτά, ἔδωσε ἀγκάθια καὶ τριβόλια. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶνε γνωστό· τιμωρήθηκε παραδει­γματικά, σκορπίστηκε στοὺς τέσσερις ἀνέμους. Σήμερα καὶ στὸ τελευταῖο χωριουδάκι τῆς Πίνδου θὰ δῇς φτωχοὶ τσοπαναραῖοι νὰ ἔχουν μιὰ ἐκκλησία· οἱ πάμ­πλουτοι ὅμως Ἑβραῖοι δὲν ἔχουν ἀξιωθῆ μέχρι σήμερα νὰ ξαναχτίσουν τὸ ναό τους. Γιατί; Τοὺς ἀκολουθεῖ ἐ­κεί­νη ἡ κατάρα, ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ· «Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς». Διότι φάνηκαν τόσο σκλη­ροί, ὥστε νὰ πριονίσουν τὸν Ἠσαΐα, νὰ σκοτώσουν τὸν Ἰερεμία, νὰ σταυρώσουν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.

* * *

Οἱ εὐθῦνες ὅμως ποὺ βάραιναν τότε τὸν παλαιὸ Ἰσραὴλ βαρύνουν τώρα ἐμᾶς, ἀγαπητοί μου, τὸ νέο Ἰσραὴλ τῆς Ἐκκλησίας, τὸ δικό μας λαό. Ἐμεῖς εἴ­μαστε σήμερα ὁ περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ. Δὲν τὸ λέμε ἐγωιστικά, ἀπὸ ὑπερηφάνεια. Καὶ ἂν ἐμεῖς σι­ωπή­σου­με, ἡ Ἱστορία μαρτυρεῖ, ὅτι ἡ Ἑλλάδα ἐξ ἀρ­χῆς ὑπηρέτησε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ κατέχει κεντρικὴ θέσι μέσα στὸ ἐκ­λεκτὸ ἀμπέλι του.
Θυμηθῆτε γιὰ παράδει­γμα τὴ Μικρὰ Ἀσία, μὲ τὶς χιλιάδες ἐκκλησίες, τὰ μοναστήρια καὶ τὶς μητροπόλεις της· ἦταν ἀμπέλι τοῦ Θεοῦ, μὲ σοφοὺς ἱεράρχες, ἱερεῖς καὶ δασκάλους, μοναχοὺς καὶ γονεῖς, μητέρες ποὺ μὲ δάκρυα καλλιέργησαν ἕνα σπουδαῖο λαό. Ἦταν ἄμπελος Κυρίου· καὶ ὄχι μόνο ἡ Μικρὰ Ἀσία ἀλλὰ καὶ κάθε γωνιὰ τῆς Ἑλλάδος.
Τώρα –μὴ λέμε ψέματα, μὴν κρυβώμαστε πί­σω ἀπ᾽ τὸ δάχτυλό μας–· νὰ δοῦμε τὴν πρα­γματικότητα, γιατὶ μόνο ὅποιοι ἀναγνωρί­ζουν τὰ λάθη τους διορθώνονται. Εἶνε λοιπὸν δυσ­­­τύχημα ὅτι ἡ ἄμπελος τοῦ Κυρίου ἔ­πεσε σὲ κακὰ χέρια, σὲ κακοὺς γεωργούς. Ἐ­μεῖς οἱ δε­σποτάδες –βάζω πρῶτα τὸν ἑαυτό μου– μὲ διάφορα σκάνδαλα, οἱ ἱερεῖς μὲ τὴν ἀμέλειά τους, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ μὲ τὴν ἀπιστία καὶ ἀθεΐα τους, οἱ πλούσιοι μὲ τὴ φιλαργυρία τους, οἱ ὑπάλληλοι μὲ τὴν ἀσυνειδησία τους, ὅλοι συμβάλαμε νὰ γίνῃ τὸ ἀμπέλι χέρσο, ὅ­λοι ἁμαρτήσαμε, ὥστε ἡ πατρίδα μας, ποὺ ἦ­ταν ἄμπελος Θεοῦ, νὰ γίνῃ ἀμπέλι ξέφραγο.
Ξέρετε ὅτι σᾶς λέω τὴν ἀλήθεια. Ὀφείλου­με νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι ἡ Ἑλλάδα τὰ τελευ­ταῖα χρόνια, λόγῳ ἀναξίας ἡγεσίας, πολιτικῆς καὶ ἐκκλησιαστι­κῆς, ἔχει φτάσει στὸ χεῖ­λος τῆς ἀβύσσου, ἔγινε ἀμπέλι ὅπου κάθε περαστικὸς μπορεῖ νὰ κάνῃ ὅ,τι θέλει.
Ἀλλὰ ἡ Ἑλλάδα πρέπει νὰ ζήσῃ, νὰ προχωρήσῃ, νὰ δοξαστῇ. Εἴμαστε ὅλοι ὑπεύθυνοι. Ἂς ἐργαστοῦμε λοιπόν· καὶ τότε ὁ Θεὸς θὰ εἶνε μαζί μας. Καὶ ἂν ὁ Θεὸς εἶνε μαζί μας, τότε ἄγγελοι θὰ φρουροῦν τὰ σύνορά μας.
Ἔτσι, ἀδελφοί μου καὶ πατέρες, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἂς δουλέψουμε, νὰ γίνῃ ἡ μικρή μας πατρίδα ἕνα ἀμπέλι ἐκλεκτό, ὥστε ὅταν ὁ ἐ­πίσκοπος λειτουργῇ, νὰ λέῃ πραγματικά· «Κύ­ριε Κύριε, “ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι τὴν ἄμπελον ταύτην καὶ κατάρ­τισαι αὐ­τήν, ἣν ἐφύτευσεν ἡ δεξιά σου”» (Ψαλμ. 79,15-16).

Δεν υπάρχουν σχόλια: