Πώς θα σκεφθείς όταν δεν διαλέγεσαι;
Η απόφαση της Ιεράς Συνόδου κατά
της θέσπισης του ομόφυλου γάμου στηρίχθηκε στην πολυσέλιδη εισήγηση του
μητροπολίτη Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικολάου. Κύρια στοιχεία της
συλλογιστικής του σεβασμιωτάτου ήταν: η ομοφυλοφιλία συνιστά, επιστημονικά,
«ψυχική διαταραχή» και, θεολογικά, «αμαρτία»· ο ετερόφυλος γάμος υπαγορεύεται
από τη «φυσιολογία» των δύο φύλων· η προβληματική περί φύλου διαδίδεται από την
«προπαγανδιστική μηχανή» «άγνωστων κέντρων» του «ισχυρότερου στον κόσμο lobby».
Με συγκεκαλυμμένη οργή και συνωμοσιολογικό ύφος, η εισήγηση εντυπωσιάζει με την
απουσία διαλογικού πνεύματος.
Ο μητροπολίτης Νικόλαος αποφαίνεται ότι η ομοφυλοφιλική έλξη είναι «μόδα» και «εθισμός» – κάτι σαν το κάπνισμα. Η επικρατούσα επιστημονική συναίνεση είναι εντελώς διαφορετική: η σεξουαλικότητα είναι, κυρίως, ενδιάθετη. Ο σεβασμιώτατος δηλώνει αποδοκιμαστικά ότι η Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία αποχαρακτήρισε την ομοφυλοφιλία από «ψυχική διαταραχή». Θα μπορούσε να αποδοκιμάσει, επίσης, και την Αμερικανική Ψυχολογική Eνωση, την Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία. Δεν υπάρχει, αποφάνθηκαν, εγγενής σχέση ομοφυλοφιλίας και ψυχοπαθολογίας. Μήπως ξέρει κάτι παραπάνω ο σεβασμιώτατος που δεν γνωρίζουν οι εγκυρότεροι παγκοσμίως επιστημονικοί οργανισμοί; Αν ναι, το κρατάει μυστικό.
Τα θέματα ομοφυλοφιλίας,
ταυτότητας φύλου και ομόφυλου γάμου απασχολούν όλες τις χριστιανικές Εκκλησίες
διεθνώς. Η συναφής θεολογική και φιλοσοφική βιβλιογραφία είναι τεράστια. Ο
σεβασμιώτατος δεν διαλέγεται με αυτή. Αποφεύγει να ασκήσει ερμηνευτική κρίση.
H ερμηνευτική έχει, βασικά,
θεολογικές απαρχές: ανταποκρίνεται στην ανάγκη μας να κατανοήσουμε τα Ιερά
Κείμενα σε συνάφεια με τα προβλήματα που κάθε φορά αντιμετωπίζουμε. Την αλήθεια
του Ευαγγελίου την ανα-καλύπτουμε διαρκώς ερμηνεύοντας, όχι μηρυκάζοντας, τις
Γραφές.
Ερμηνεύω θα πει: διερωτώμαι για
το νόημα του κειμένου και τη σημασία του για μένα σήμερα. Η γλώσσα κάθε
κειμένου, ακόμα και των εξ αποκαλύψεως, διαπερνάται από ιστορικότητα και
σχετική ασάφεια – χρειάζεται ερμηνεία. Ο ερμηνευτής, αντιστοίχως, είναι
τοποθετημένος στον δικό του ιστορικό ορίζοντα νοήματος και αναγκών – αναζητεί
το νόημα εντός των συμφραζομένων του παρόντος. Τα κείμενα, παρατηρεί ο μεγάλος
ερμηνευτικός φιλόσοφος Χανς-Γκέοργκ Γκάνταμερ, είναι σαν τις παρτιτούρες: η
μουσική προκύπτει μόνον όταν κάποιος τις ερμηνεύσει.
Ο Ρόουαν Γουίλιαμς, πρώην
προκαθήμενος της Εκκλησίας της Αγγλίας και από τους σημαντικότερους εν ζωή
θεολόγους (δεν είναι τυχαίο που ο Χρήστος Γιανναράς του αφιέρωσε βιβλίο του το
2017), μιλάει για την ικανότητα του ερμηνευτή της Βίβλου να «αισθανθεί την
κατεύθυνση του κειμένου». Είναι σημαντικό, παρατηρεί, να βλέπουμε ένα κείμενο
ως «μέρος μιας ρητορικής διαδικασίας», όχι αποσπασματικά. Οι παραβολές του
Ιησού αποσκοπούν να επιφέρουν αλλαγή συμπεριφοράς. Διαβάζοντάς τες ωθείσαι να
δεις, δυνητικά, τον εαυτό σου στις παραβολές και να αναρωτηθείς για τη στάση
ζωής που πρέπει να έχεις.
Την αλήθεια του Ευαγγελίου την ανακαλύπτουμε διαρκώς ερμηνεύοντας, όχι μηρυκάζοντας, τις Γραφές.
Στην εισήγησή του ο σεβασμιώτατος
παραθέτει τις γνωστές περικοπές του Αποστόλου Παύλου κατά της ομοφυλοφιλίας από
την Προς Ρωμαίους Επιστολή. Είναι, όντως, απορριπτικές. Ποια είναι, όμως,
συνολικά, η κατεύθυνση του κειμένου του Παύλου, ρωτάει ο Γουίλιαμς; Τι αλλαγή
θέλει να επιφέρει; Στο κεφ. 1 ο Παύλος αναφέρει σειρά αμαρτημάτων
(«πεπληρωμένους πάσῃ ἀδικίᾳ, πορνείᾳ, πονηρίᾳ, πλεονεξία, κακίᾳ, μεστοὺς
φθόνου, φόνου, ἔριδος, δόλου κακοηθείας»), για να καταλήξει, στο κεφ. 2, στην
κριτική όσων νομίζουν ότι ζουν με τον λόγο του Θεού, αλλά δεν έχουν επίγνωση
της αμαρτωλότητάς τους. «Αυτό που κυρίως εννοεί ο Παύλος», λέει ο Γουίλιαμς,
«δεν αφορά τόσο στην ομοφυλοφιλία όσο στις αυταπάτες των υποτίθεται νομοταγών».
Ο διακεκριμένος Καθολικός
θεολόγος και φιλόσοφος Τζον Καπούτο αναφέρει ότι μείζων πρόκληση για τον
χριστιανό είναι η αποφυγή της ειδωλολατρίας. Ο βιβλικός κυριολεκτισμός συνιστά
μορφή ειδωλολατρίας, παρατηρεί. Η Βίβλος δεν είναι «άχρονο αρχέτυπο», αλλά
«ιστορικό πρότυπο» – όχι κάτι που το αντιγράφω για να το μεταφέρω στο παρόν,
αλλά κάτι που πρέπει να «εισαγάγω με ερμηνευτική ευαισθησία στα παρόντα
συμφραζόμενα». Πρέπει κάθε φορά να ξεχωρίζω το μείζον από το παρεμπίπτον, το
αποκαλυπτικό από το ενδεχομενικό· να ελέγχω τις προκαταλήψεις μου και να μη
γίνομαι δέσμιος των σχημάτων μου.
Oταν μιλάμε για την αγάπη, γράφει
ο Καπούτο, η λέξη είναι μόνο το σχήμα. Η αγάπη απηχεί δυνατότητα, δείχνει
κατεύθυνση· δεν είναι απλώς λέξη, αλλά «συμβάν» – έκ-κληση, δηλαδή ανά-κληση
και υπόσχεση. Το καθήκον μας δεν είναι να αναπαραγάγουμε κυριολεκτικά τι είπε ο
Ιησούς (ουδέποτε μίλησε, παρεμπιπτόντως, για την ομοφυλοφιλία), αλλά να
μετάσχουμε στην έκκληση της αγάπης που ενσάρκωσε. Με αυτό το πνεύμα, γράφει ο
Καπούτο, απουσιάζουν επιχειρήματα που να δείχνουν ότι η ερωτική αγάπη μεταξύ
ομοφύλων δεν συνιστά αγάπη.
Βεβαίως, υπάρχει ισχυρός
αντίλογος στα παραπάνω. Η χριστιανική θεολογία είχε ανέκαθεν ζωντάνια. Μόνο που
ο σεβασμιώτατος δεν διαλέγεται με αντίθετες απόψεις, όπως αυτές των Γουίλιαμς ή
Καπούτο. (Θα τις βρει και στον χώρο της Ορθόδοξης θεολογίας, ιδιαίτερα στη
Βόρεια Αμερική – βλ. π.χ. τον ιστότοπο https://orthodoxyindialogue.com/).
Στην εισήγησή του κατακεραυνώνει, διεκτραγωδεί και οικτίρει, αλλά, πάντως, δεν
διαλέγεται. Χαρακτηριστικό δείγμα κλειστής σκέψης, έχει καταλήξει στο
προειλημμένο συμπέρασμά του πριν καν αρχίσει – αναπόφευκτο, εφόσον όλα έχουν
ήδη ειπωθεί από την Εκκλησία, όπως γράφει. Θα επανέλθω.
Πηγή: Καθημερινή
8 σχόλια:
« ...η εισήγηση εντυπωσιάζει με την απουσία διαλογικού πνεύματος.»
Διάλογος εἶναι οἱ ἐρωταποκρίσεις μεταξύ δύο συνομιλητῶν μέ ἀπώτερο στόχο καί σκοπό τήν διαδικασία ἐπίλυσης ἑνός προβλήματος ἤ διευθέτησης καί ἀποκατάστασης τῶν σχέσεών τους.
Βασική προϋπόθεση γιά τή λειτουργία ἑνός οὐσιαστικοῦ διαλόγου εἶναι ἡ εἰλικρινής στάση καί θέση τῶν συνομιλητῶν.
Ὁ διάλογος μπορεῖ νά ἔχει ὕφος ἔντονο, διάθεση φιλική ἤ καί διάθεση ρήξης πολλές φορές χωρίς αὐτό βέβαια νά τόν καταργεῖ.
Γενικά, μέ τήν ὕπαρξη τοῦ διαλόγου καί τήν παρουσία διαλογικοῦ πνεύματος μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, δίνεται ἡ δυνατότητα πρός συζήτηση πολλῶν θεμάτων ὅπως ἰδεολογικῶν, θρησκευτικῶν, κοινωνικῶν, πολιτιστικῶν κλπ.
Ὅμως, ὑπάρχουν καί κάποια θέματα πού δέν ἐπιδέχονται διαλόγου.
Ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι καί ἡ ἁμαρτία, δηλαδή ἡ ἀπόκλιση καί ἐκτροπή ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἡ παράβαση τῶν ἐντολῶν Του.
Ὅποιος παραβαίνει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ διαπράττει ἁμαρτία.
Δέν ὑπάρχει κάτι πρός διάλογο σέ αὐτή τήν περίπτωση.
Κάτω ἀπό αὐτήν τήν προοπτική, τοῦ διαλόγου μέ τήν ἁμαρτία, ἀξίζει νά ἐγκύψουμε καί νά μελετήσουμε τόν πρῶτο καταγεγραμμένο διάλογο καί νά δοῦμε τίς συνέπειες πού εἴχε γιά τούς συνδιαλέγοντας καί ὄχι μόνο.
Εἶναι ὁ διάλογος μεταξύ Εὕας καί ὄφεως πού καταγράφεται στή Γένεση κεφ. 3.
Τά ἀποτελέσματα αὐτοῦ τοῦ «διαλόγου» εἶναι γνωστά τοῖς πᾶσι.
Ὅσο διαλογικό πνεῦμα κι ἄν ἔχει κάποιος, μέ τήν ἁμαρτία δέν διαλέγεται.
Μέ ἐκτίμηση.
Θεόδωρος Σ.
Δεν το έχεις καταλάβει Θεόδωρε ότι η λέξη αμαρτία δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο πολλών χριστιανών;
Κάνω ‘κύκλο’ και μου λένε και τι θα πει αμαρτία;
Είμαστε ακατάρτιστοι και σε στιγμές δύσκολες την πετάμε την λέξη αυτή και μας γράφουν στα παπούτσια τους.
Ο διαλογος πρέπει να γίνει. Ο μονόλογος από τον άμβωνα είναι όσα πάνε και όσα έλθουν. Διαβάστηκε η εγκύκλιος και τι έγινε;;;
Οι εποχές αλλάζουνε τα πιστεύω της Εκκλησίας πρέπει να είναι σταθερά αλλά δεν είναι κατανοητά από αυτούς που πάνε στην Εκκλησία για το ‘καλό’.
Πάντα αναρωτιόμουνα στο Δημοτικό πάνε αρκετά παιδάκια στο κατηχητικό μετά μην τα είδες… το ίδιο και οι νέοι γονείς. Τα παιδιά μου μου λένε ‘ζεις σε άλλη εποχή’ την ευθύνη δεν την έχω μόνο εγώ αλλά και η λεγόμενη ποιμένουσα Εκκλησία που μας αφήνει αποίμαντους.
Μαρία
Και τα δύο παραπάνω σχόλια δείχνουν τον χριστιανικό "αυτισμό" μας.
Όταν συζητάμε με κάποιον εκτός εκκλησίας δεν αποτελεί διάλογο το να του πετάξουμε στα μούτρα αυτά που πιστεύουμε στη γλώσσα που χρησιμοποιούμε εμείς! Προϋπόθεση διαλόγου είναι να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα του άλλου.
Εδώ ο πρώτος σχολιαστής απορρίπτει τον διάλογο γιατί πρόκειται, λέει, για διάλογο με την "αμαρτία". Είναι βέβαια εξαιρετικά απλοποιητική μια τέτοια προσέγγιση αφού ταυτίζει τον έχοντα διαφορετική άποψη με την αμαρτία. Με εντυπωσιάζει δε η υπογραφή του σχολίου αφού έχοντας διαβάσει και άλλα σχόλια του Θεοδώρου Σ. θεωρώ πως πρόκειται για υψηλού μορφωτικού επιπέδου πρόσωπο.
Το να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα που καταλαβαίνει ο άλλος ώστε να μπορέσει να με καταλάβει αποτελεί εκτός των άλλων πράξη αγάπης. Αν δεν με καταλαβαίνει τότε τι διάλογος είναι;
Νομίζω ότι ο σχολιαστής α μπερδεύει τον ανθρώπινο γλωσσικό διάλογο με τον ενδιάθετο "διάλογο" με την αμαρτία ως σκαλοπάτι πορείας προς την πραγμάτωσή της.
Αυτά
Ιχθύς
Πολύ ωραίο το σχόλιο του Ιχθύος.
Αυτή άλλωστε ήταν και η μέριμνα των συγχρόνων Αγίων (Πορφυρίου, Παϊσίου, Ιακώβου κλπ.). Να μιλούν στην γλώσσα που καταλαβαίνει ο άλλος, ο εκάστοτε συνομιλητής τους.
Τα κείμενα των ανθρώπων που έχουν Μεταμοντέρνες, Δυτικόφρονες αντιλήψεις έχουν κοινά χαρακτηριστικά, εκ των οποίων τα πιό συνηθισμένα είναι η "αγάπη" καί ο "διάλογος". Νομίζουν ότι με αυτά ως επιχειρήματα αφοπλίζουν τούς ανθρώπους της Εκκλησίας.
Τα ονόματα που αναφέρει το άρθρο είναι όλα Δυτικών κληρικών ή διανοουμένων.
Πουθενά δέν γίνεται αναφορά σε Πατέρες της Εκκλησίας, που είναι οι κατ' εξοχήν αρμόδιοι για το συγκεκριμένο θέμα, αλλά καί για την ερμηνευτική προσέγγιση της Αγίας Γραφής.
Ο Αλφα ή ο Βήτα διανοούμενος (άγνωστον άν έχει κάποια σχέση με τον Φωτισμό του Αγίου Πνεύματος) είναι πιό ειδικός στην Αγία Γραφή από τον Αγιο ;
Βλέπουμε ότι επανέρχεται συνεχώς η προβληματική του 14ου αιώνα. Ο Αγιος Γρηγόριος Παλαμάς ομιλούσε "πάσχων τα Θεία" καί ο Βαρλαάμ από την εξωτερική γνώση που είχε προσλάβει η οξυμμένη διάνοια του.
Ανάλογη κατάσταση υπάρχει καί σήμερα.
Η Εκκλησία αντιμετωπίζει τα σημερινά προβλήματα με βάση τούς Πατέρες καί η Δυτικόφρων Διανόηση με βάση τα "δημοκρατικά δικαιώματα".
«Ἡ Ἐκκλησία «ἀληθεύει ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφ. δ΄, 15) καί «ἀγαπᾶ ἐν ἀληθείᾳ» (Β΄ Ἰω. α΄, 1).»
(Ἑγκύκλιος Ἱερᾶς Συνόδου 31-1-2024)
Ἀντιγράφω ἀπό τό ἀνωτέρω ἄρθρο:
«Oταν μιλάμε για την αγάπη, γράφει ο Καπούτο, η λέξη είναι μόνο το σχήμα. Η αγάπη απηχεί δυνατότητα, δείχνει κατεύθυνση· δεν είναι απλώς λέξη, αλλά «συμβάν» – έκ-κληση, δηλαδή ανά-κληση και υπόσχεση. Το καθήκον μας δεν είναι να αναπαραγάγουμε κυριολεκτικά τι είπε ο Ιησούς (ουδέποτε μίλησε, παρεμπιπτόντως, για την ομοφυλοφιλία), αλλά να μετάσχουμε στην έκκληση της αγάπης που ενσάρκωσε. Με αυτό το πνεύμα, γράφει ο Καπούτο, απουσιάζουν επιχειρήματα που να δείχνουν ότι η ερωτική αγάπη μεταξύ ομοφύλων δεν συνιστά αγάπη.»
Αὐτή ἡ τοποθέτηση μέ τήν ὑφέρπουσα ἀμφισβήτηση τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὅλα ἐκεῖνα τά χαρακτηριστικά τῶν ἐπιχειρημάτων πού τέθηκαν γιά τήν προσβολή τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ὄφι.
Καί ζητεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία νά κάνει διάλογο ὡς ἄλλη Εὔα, σχετικά μέ τή «θέσπιση του ομόφυλου γάμου» ὅπως σημειώνει ὁ ἀρθρογράφος.
Ξεχνᾶμε ὅμως πώς ἡ Ἐκκλησία εἶναι Σῶμα Χριστοῦ καί Αὐτός κεφαλή της.
Ξεχνᾶμε πώς μέλη αὐτοῦ τοῦ Σώματος εἶναι ὅλοι οἰ βαπτισμένοι χριστιανοί πού εἴμαστε σέ ἄμεση κοινωνία τόσο ὡς πρός τόν ἰδρυτή της ὄσο καί μεταξύ μας διά τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ξεχνᾶμε πώς κοινός σκοπός ὅλων τῶν μελῶν της εἶναι ὁ ἁγιασμός μας, ἡ σωτηρία μας.
Ξεχνᾶμε πώς ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς μή «έχουσα σπίλον ή ρυτίδα» ψευδοδιδασκαλίας ἔχει ἰσχύ διαχρονική καί ὁ λόγος της ἀλήθεια.
Καί ἀναρωτιέμαι.
Κάτω ἀπό αὐτές τίς προοπτικές τί εἴδους διάλογο μπορεῖ νά κάνει ἡ Ἐκκλησία, ἀφοῦ ἡ θέση της καί ἡ διδασκαλία της γιά τό συγκεκριμένο θέμα εἶνα σαφής, συγκεκριμένη καί ἀδιαμφισβήτητη;
Εἶναι ποτέ δυνατόν νά διαλεχθεῖ ἡ ἀλήθεια μέ τό ψέμα, ἡ ἁγιότητα μέ τήν ἁμαρτία;
Τί μᾶς λέγει ὁ Κύριος: «καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς» (Β Κορ. στ΄17) κι ἐμεῖς ζητᾶμε διάλογο μέ τήν ἁμαρτία;
Στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά παρακαλέσω τόν κ. Ιωαννίδη νά μᾶς διυκρινίσει ἄν κάτω ἀπό τό σχόλιό του ὑπονοεῖται πώς οἱ σύγχρονοι ἅγιοι πού ἀναφέρει, θά ἐρχόντουσαν ποτέ σέ διάλογο σχετικά μέ τή «θέσπιση του ομόφυλου γάμου» ὅπως ὀρίζεται στό ἀνωτέρω ἄρθρο.
Ὅσο γιά τήν κ. Μαρία συμφωνῶ μέ ὅλα ὅσα καταθέτει ἐκτός ἀπό ἕνα.
Τό «Διαβάστηκε η εγκύκλιος και τι έγινε;;;»
Μπορεῖ τίποτα ἀλλά μπορεῖ καί κάτι.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι σπόρος εἶπε ὁ Χριστός καί σάν σπόρος πού εἶναι δέν ἐπιβάλλεται ἀλλά ...σπέρνεται.
Ποῦ ξέρουμε ἐμεῖς σέ τί χωράφια ἔπεσε.
Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά κηρύττει, νά νουθετεῖ, νά κατηχεῖ δηλαδή νά «σπέρνει» τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί «ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.» (Λουκ. η΄8).
Ἡ ἀγκαλιά της εἶναι πάντα ἀνοιχτή, δέχεται τόν ἁμαρτωλό προσερχόμενο ἐν μετανοία, πονάει γιά τά ἀπομακρυσμένα παιδιά της, ἀλλά ποτέ δέν ἐπιβάλλει.
Μέ σεβασμό καί ἐκτίμηση πρός κάθε σχολιαστή.
Θεόδωρος Σ.
Στην προκειμένη περίπτωση το θέμα στο οποίο τοποθετούνται όσοι θα συμμετάσχουν στη δημόσια διαβούλευση, δηλ. στον δημόσιο διάλογο, είναι η ψήφιση του Σ/Ν που δίνει δυνατότητα ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ γάμου σε ζεύγη ομοφυλοφίλων, με τη συνεπακόλουθη δυνατότητα τεκνοθεσίας. Για να συμμετάσχει η Εκκλησία στο συγκεκριμένο διάλογο οφείλει αφετηριακά να εξηγήσει γιατί την αφορά, από τη στιγμή που κανείς δεν την υποχρεώνει να αποδεχθεί ΕΚΚΛΗΣΙΣΤΙΚΟ γάμο για τα ζεύγη αυτά. Αφού απαντήσει λοιπόν η Εκκλησία γιατί, παρόλα αυτά, θεωρεί ότι έχει λόγο για το θέμα, τότε θα παραθέσει και τα επιχειρήματά της για να στηρίξει την άποψη που θα καταθέσει, επαναλαμβάνω επί του ερωτήματος της ψήφισης ή καταψήφισης του συγκεκριμένου Σ/Ν της Κυβέρνησης. Από τη στιγμή λοιπόν που η Εκκλησία θα συμμετάσχει σε δημόσιο διάλογο με ΘΥΡΑΘΕΝ συνομιλητές, προφανώς και είναι γελοίο να επικαλείται ως επιχείρημα ότι θεωρεί την ομοφυλοφιλία αμαρτία, αφού κάτι τέτοιο αφορά μόνο τους εντός της Εκκλησίας, όχι τους εκτός αυτής. Και η ψήφιση νομοσχεδίων αφορά το σύνολο της ελληνικής Πολιτείας και των Ελλήνων πολιτών και όχι μόνο των πιστών Χριστιανών. Προφανώς και οι πιστοί Χριστιανοί αποτελούν ένα υποσύνολο της ελληνικής κοινωνίας, καθώς υπάρχουν και πολίτες που δεν επιθυμούν να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας. Κατόπιν τούτων κάποια σχόλια που έχουν κατατεθεί στην παρούσα ανάρτηση είναι απλά εκτός τόπου και χρόνου. Στην κοσμάρα τους...
Ο σχολιαστής 10.48/7-2 ακριβολογεί.Η Διοικούσα Εκκλησία και πάρα πολλοί πιστοί και πολλοί ψηφοδεείς πολιτικοί νομίζουμε ότι σήμερα ,επειδή η ληξιαρχ.πράξη γράφει ΧΟ ,πράγματι ισχύει.Κάνουμε λάθος η κοινωνία είναι αλλαγμένη (Κύριος οίδεν τίνων κρίμασιν !!! ) και διαφοροποιημένη από το παρελθόν.Η σύνδεση Γένους-Έθνους και Ορθ.Εκκλησίας έχει αδυνατίσει πάρα πολύ και μένει σε επίπεδο εθίμου .Μπορεί η διάσωση της γλώσσας (400 χρόνια) να οφεί λεται στα Εκκλησ.κείμενα ,αλλά λίγοι ενδιαφέρονται γιαυτό.Ο δικαιωματισμός κυριαρχεί.
Δημοσίευση σχολίου