Κυριακή 28 Απριλίου 2024

Οἱ Παράνομες Δίκες ! - «Κ.Π.»

Οἱ  Παράνομες Δίκες !

Μέσα σὲ μία φρικτὴ νύχτα, στήθηκε ἡ πιὸ παράνομη δίκη τοῦ κόσμου, γιὰ τὸν μόνο Ἀθῶο, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἄρχισε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Ἄννα, στὸ σπίτι τοῦ Καϊάφα, στὸ Συνέδριο τῶν Πρεσβυτέρων (Γραμματέων καὶ Φαρισαίων) καὶ κατέληξε στὸ Πραιτώριο, στὸν ἡγεμόνα Πιλάτο. Ἡ θρησκευτική, δικαστικὴ καὶ πολιτικὴ ἐξουσία καταστρώνουν παράνομη ἀπόφαση τὴ νύχτα, διότι οἱ δίκες ἀπαγορεύονταν τὴ νύχτα, γιὰ νὰ καταδικάσουν σὲ θάνατο τὸ Χριστό! Μὲ πολλοὺς ψευδομάρτυρες κατηγορίας, κατὰ τὶς ὑποδείξεις τοῦ φθόνου τῶν Πρεσβυτέρων, χωρὶς μάρτυρες ὑπερασπίσεως, χωρὶς σαφῆ κατηγορία, χωρὶς ἀπολογία τοῦ Κατηγορούμενου, κεκλεισμένων τῶν θυρῶν, μὲ τὸν ὄχλο ἀπέξω νὰ ὠρύεται, δηλαδὴ ἕνα ἄγριο σύνολο κατευθυνόμενων ἡμετέρων… Ὅλα θολά, ψευδῆ, ἄδικα, συκοφαντικὰ καὶ παράνομα. Μόνον ἡ προειλημμένη ἀπόφασή τους ἦταν κατηγορηματική: «Σταυρωθήτω!»

Τί ἀκριβῶς ἔγινε τόσο βίαια καὶ βιαστικὰ καὶ ὕπουλα στὴ δίκη τοῦ Ἀναμάρτητου;

α) Στὸν Ἄννα. Ἀπὸ τὸν κῆπο τῆς Γεσθημανῆ ὁδήγησαν δεμένο τὸν Κύριό μας ὡς κακοῦργο στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιερέα Ἄννα. Αὐτὸς ἐκεῖ, ἀνεπίσημα ἀνακρίνει τὸν Ἰησοῦ «περὶ τῶν Μαθητῶν καὶ τῆς Διδαχῆς Αὐτοῦ». Καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: - «Ἐγὼ παρρησία ἐλάλησα, καὶ ἐν κρυπτῶ ἐλάλησα οὐδέν…», καὶ ξαφνικὰ κάποιος δοῦλος Τὸν ραπίζει! Χωρὶς ἄλλη συζήτηση ὁ Ἄννας Τὸν στέλνει στὸν ἀρχιερέα Καϊάφα, ποὺ ἦταν καὶ γαμπρός του.

β) Στὸν Καϊάφα. Ἐκεῖ στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιερέα μένει δεμένος ὁ Κύριος καὶ τὸ πρωὶ Τὸν ὁδηγοῦν μὲ συνοδεία ἀγριεμένου ὄχλου στὸ Συνέδριο, ποὺ διηύθυνε ὁ Καϊάφας.

γ) Στὸ Συνέδριο τῶν Πρεσβυτέρων. Τί κατάντημα Συνεδρίου! Οἱ ψευδομαρτυρίες τῶν πολλῶν τους ψευδομαρτύρων δὲν ἔπειθαν καὶ ζητοῦσαν κι ἄλλους ψευδομάρτυρες. Τί εἶχε νὰ ἀπαντήσει στὰ ψεύδη ἡ Ἀλήθεια; «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα». Ἄν καὶ ἦταν ἐξοργισμένος, ξαναρωτοῦσε ὁ Καϊάφας! Τὸ μυστήριο τῆς σιωπῆς Του! Ὅταν ὅμως χρειάστηκε νὰ ὁμολογήσει τοῦ ἀπάντησε: «Σὺ εἴπας. Πλὴν ὅμως σᾶς λέγω ὅτι θὰ δῆτε τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου νὰ κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ καὶ νὰ ἔρχεται ἐπάνω στὰ σύννεφα τοῦ Οὐρανοῦ». Τότε ὁ Καϊάφας διέρρηξε (ἔσκισε) τὰ ἱμάτιά του ὀργισμένος, διότι θεώρησε βλασφημία τὰ λόγια τοῦτα τοῦ Ἰησοῦ, δὲν χρειάζονταν πιὰ μάρτυρες καὶ ὅλοι συμφώνησαν ὅτι εἶναι ἔνοχος θανάτου. Τότε κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς ἔφτυσαν, χτύπησαν, χαστούκισαν, ἐξευτέλιζαν καὶ ἐταπείνωναν τὸν Κύριο. Μὲ ἕτοιμη τὴν ἀπόφαση τῆς καταδίκης τοῦ Ἰησοῦ, κατὰ τὴν παρωδία τῆς νυχτερινῆς δίκης, καὶ τὴν ἐπικύρωση τῆς πρωινῆς συνεδρίας, Τὸν στέλνουν δέσμιο στὸν ἡγεμόνα, στὸ Πραιτώριο.

δ) Στὸν Πιλάτο. Ἐκεῖ καὶ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Συνεδρίου καὶ ὁ ἴδιος ὁ Πιλάτος ρώτησε τὸν Κύριον:

- Σὺ εἶ ὁ Βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων…, τί ἐποίησας; - Ἡ βασιλεία ἢ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου – Οὐκοῦν, Βασιλεὺς εἰ σύ; - Σὺ λέγεις… ἐγὼ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἴνα μαρτυρήσω τῆ ἀληθεία… - Τί ἔστιν ἀλήθεια; Καὶ λέγοντας αὐτὸ ὁ Πιλάτος, χωρὶς νὰ περιμένει ἀπάντηση ἄλλη ἀπὸ τὸν Κύριο, βγῆκε ἀπὸ τὸ Πραιτώριο. Ἔχασε τὴν εὐκαιρία νὰ ἀκούσει τὴν ἀπάντησή Του… Δὲν βρῆκε ἐνοχὴ στὸ Χριστό. Νίπτει τὰ χέρια του, ἀποποιεῖται τὴν εὐθύνη καὶ παραδίδει τὸν Ἰησοῦ στὸν ὄχλο, ἀφοῦ πρὶν ἐλευθέρωσε τὸ Βαραββά. -Τί οὒν ποιήσω τὸν Χριστόν; - Σταυρωθήτω!. Ἡ ἀνευθυνότητα σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο! Τρεῖς φορὲς ὁ Πιλάτος ὁμολόγησε ὅτι δὲν βρῆκε ἐνοχὴ οὐδεμία στὸ Χριστό καί Τὸν ἔστειλε στὸν Ἡρώδη, τὸν διοικητὴ τῆς Γαλιλαίας. Ἐκεῖνος Τὸν ἐξευτέλισε περισσότερο καὶ Τὸν ἐπέστρεψε πίσω.

Ἔτσι ἡ σπείρα, ἡ στρατιωτικὴ φρουρά, τὰ χέρια τῶν ἀνόμων παραλαμβάνουν τὸν καταταλαιπωρημένο Ἰησοῦ, Τὸν γδύνουν, Τὸν ντύνουν κόκκινη χλαμύδα, Τοῦ βάζουν ἀγκάθινο στεφάνι, καλάμι στὰ ἄχραντα χέρια Του, Τὸν καταμαστιγώνουν μὲ τὸ φρικτό, ὀδυνηρὸ φραγγέλιο καὶ Τὸν ἐμπαίζουν ἀδιάντροπα, ἱκανοποιημένοι γιὰ τὴ θανατική Του καταδίκη. Αἱμόφυρτο, πονεμένο ἑτοιμάζονται νὰ Τὸν βγάλουν ἀπὸ τὸ Πραιτώριο καὶ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ νὰ Τὸν σύρουν στὸν κοντινὸ λόφο τοῦ Γολγοθᾶ. Σηκώνει τὸ βλέμμα Του νὰ δεῖ τοὺς δικούς Του. Κανεὶς κοντὰ Του. Ἄφαντοι. Κάπου μακρύτερα διακρίνει τὸν Ἰωάννη συντετριμμένο καὶ τὸν Πέτρο καταντροπιασμένο καὶ μετανοημένο γιὰ τὴν τριπλῆ του προδοσία. Ὅμως τοὺς δείχνει, καθὼς καὶ σὲ ὅλους γύρω Του πὼς μόνο ἀγαπᾶ!

Συγχώρησέ μας Κύριε ἀναμάρτητε, δίκαιε, τέλειε Θεέ. Συγχώρησέ μας γιὰ τὶς ἀνόσιες παρανομίες τῆς πιὸ παράνομης δίκης καὶ τῆς πιὸ ἄνομης καὶ ἄδικης καταδικαστικῆς, θανατικῆς ἀπόφασης. Συγχώρησέ μας! Φρῖξον ἥλιε!

«Κ.Π.»

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστούμε.