ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ 1*
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
«Αθανάσιον επαινών αρετήν επαινέσομαι…»- «Επαινώντας
τον Αθανάσιο, θα είναι ως να επαινώ ό, τι είναι και λέμε αρετή», αρχή του
Εγκωμίου Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
στον Άγιο και Μέγα Αθανάσιο, «τον
ηρωικότερο των Αγίων, και αγιότερο των ηρώων» !
Η πρώτη κορυφαία εκκλησιαστική
προσωπικότητα, η μορφή που προεξάρχει πενήντα χρόνια στον έκτακτα κρίσιμο όσο
και σημαντικό 4ο μ. Χ. αιώνα. Αυτός που νεαρός Διάκονος είκοσι μόλις
χρονών στήθηκε από το Θεό βράχος ακλόνητος, και απόρθητο φρούριο απέναντι στον
Άρειο και την άκρως επικίνδυνη κακοδοξία του. Τον Αλεξανδρινό Ιερέα που πέντε
χρόνια μοναχά απ’ όταν ο Χριστιανισμός-Εκκλησία βγήκε από τα καταφύγια των
Κατακομβών στον αέρα της ελευθερίας-Διάταγμα Μεδιολάνων 313-αρνιόταν τη Θεότητα
του Χριστού, και έκανε την Εκκλησία και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία άνω κάτω.
Εκείνο που ενδιαφέρει εδώ και σπεύδω παρευθύς να πω, για να εξηγήσω και τον εισαγωγικό χαρακτηρισμό, αν και στη συνέχεια θα φανεί λίαν ευδιάκριτα, είναι ότι : Αυτός ο νεαρός Διάκονος στα 46 χρόνια της κατοπινής Αρχιερατείας του-328/373- στην Εκκλησία του Θεού που παροικεί στην Αλεξάνδρεια, σήκωσε κυριολεκτικά στους ώμους του ανυποχώρητα ως απαιτούσε η κρίσιμη στιγμή τον αγώνα για την καθαρότητα και την ορθότητα της Αλήθειας της Εκκλησίας για το πρόσωπο του Χριστού, ήτοι τη Θεότητα του Υιού και Λόγου του Θεού, με βαρύ αντίτιμο πέντε εξορίες και άλλες δοκιμασίες που τον έφεραν συχνά έξω από την πύλη του θανάτου.
****** ***
******
Είναι ευτύχημα ότι για τη ζωή, τη δυναμική
παρουσία, και την περισπούδαστη προσφορά
του στην Εκκλησία οι περίπου σύγχρονες με τη ζωή πηγές και οι ευρύτερες
μαρτυρίες είναι πολλές. Πέρα από τα συγγράμματά του, από ελληνικής πλευράς
μπορούν ενδεικτικά να αναφερθούν, ο υπέροχος Εγκωμιαστικός Λόγος Αγίου
Γρηγορίου του Ναζιανζηνού και Θεολόγου, και, τα έργα των εκκλησιαστικών
ιστορικών Ευσεβίου Καισαρείας της Παλαιστίνης, Σωκράτη, Σωζομενού ή άλλων
συγγραφέων που ασχολήθηκαν με τη διαβόητη κακοδοξία, ως Επιφάνιος Κύπρου,
Θεοδώρητος Κύρου … Και από Λατινικής πλευράς, εκτός από τα στοιχεία που μας
δίνει στη δική του Historia Ekklesiastika ο Ρουφίνος,
ενδιαφέρον παρουσιάζει και η Historia Acerhala-πόλη
Άκρα, Ισραήλ. Επίσης τα Προλεγόμενα στη Συλλογή Πασχαλίων Επιστολών που σώθηκαν
στη Συριακή, κάποια αποσπάσματα Εγκωμίου του στην Κοπτική κλπ. όλα εγγύτατα στα
δραματικά γεγονότα.
Παρά ταύτα εκείνο που προξενεί εντύπωση,
αν μη και απορία είναι ότι τα στοιχεία που δίνουν για την οικογένεια και τα
πρώτα χρόνια της ζωής του είναι λίαν πενιχρά. Απλώς γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε
στην Αλεξάνδρεια μεταξύ 296 και 298 από και σε, οικογένεια χριστιανική ως
φαίνεται λίαν ευλαβή. Η χρονολογία αυτή μας υποχρεώνει να επισημάνουμε ότι
μικρό παιδί πρόλαβε να ζήσει, να λάβει πικρή γεύση, των πολύ δύσκολων χρόνων
του φοβερού διωγμού του αυτοκράτορα Διοκλητιανού που τέλειωσε το 311, και δε
δοκίμασε λίγο την κατά την Αίγυπτο Εκκλησία. Επειδή όμως ο ίδιος δεν αναφέρει
στα έργα του κάτι σχετικό, λέμε ότι ενδέχεται να μην πειράχτηκε διωκτικά η
οικογένεια του.
Το ότι καταγόταν από οικογένεια
χριστιανική, και λίαν ευσεβή μπορεί κατά ένα τρόπο να επιβεβαιωθεί και από το
χαριτωμένο περιστατικό των παιδικών χρόνων του που διασώζει ο Ρουφίνος. Κατ’
αυτό παίζοντας ο νεαρός Αθανάσιος με συνομήλικο ειδωλολάτρη έπιασε να τον
κατηχεί. Και κάποια στιγμή υποδύθηκε τον κληρικό και βάπτισε το φίλο του άψογα
ιεροτελεστικά άψογα, με ιεροπρέπεια πρωτοφανή, και όχι λίγο αξιοπρόσεκτη.
Πράγμα το οποίο άφησε έκπληκτο τον Αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο, που
συνέβη να παρακολουθεί διακριτικά το όλο αυτό «ιερό παιδικό παιχνίδι». Που,
συνεχίζοντας ο Ρουφίνος προσθέτει ότι, έσπευσε να συγκαλέσει σύσκεψη κληρικών και να αναγνωρίσει ως έγκυρο το
Βάπτισμα αυτό !
Το περιστατικό αυτό βέβαια μπορεί να είναι
θρύλος, ή αυτό που λέμε παράδοση ευλαβής, όμως παράλληλα κάτι δείχνει, και μας
βοηθάει αν δεν μας επιτρέπει-προτρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Μεγάλος αυτός μετά
ταύτα Πατέρας της Εκκλησίας από πάρα πολύ νωρίς, δεν ποτίστηκε απλώς με τα
νάματα της χριστιανικής αλήθειας, αλλά και τη ζούσε κατά ένα τρόπο άμεσο,
ζωντανό, δυναμικό, συγκλονιστικό. Κυρίως όμως δείχνει ευδιάκριτα και αφήνει να
κατανοηθεί πώς και γιατί πολύ νωρίς βρέθηκε στο στενό κύκλο του πρώτου εκείνου
προασπιστή της ορθόδοξης Αλήθειας κατά του Αρειανισμού, και επίσης μεγάλου για
την Ορθοδοξία Αγίου Αλεξανδρείας Αλέξανδρου.
Κατ’ επέκταση μας επιτρέπει να συμπεράνουμε
ότι ο εξαίρετος αυτός Ιεράρχης της Αλεξάνδρειας, δεύτερης τότε μετά τη Ρώμη
εκκλησιαστικά, δεν προσπέρασε την περίπτωση του μικρού Αθανασίου. Η αγία πείρα
και η όλη του πνευματική ζωή του έδωσαν την αίσθηση ότι ο Θεός δεν έβαλε τυχαία
μπροστά στα μάτια του αυτό το παιδί ! Ή για να το πει κανείς πιο καθαρά, εδώ
πρέπει να εντοπιστούν οι απαρχές για το άμεσο ενδιαφέρον που έδειξε γρήγορα για
τη θεολογική του μόρφωση και την όλη πνευματική του κατάρτιση.
Η όλη πνευματική ατμόσφαιρα που αναδύεται
νωρίς από τα πρώτα έργα του, μας δίνει τη δυνατότητα να πούμε ότι παρακολούθησε
μαθήματα σε διάφορες τότε φιλοσοφικές σχολές, κυρίως όμως και ιδιαίτερα στην
περίφημη Κατηχητική-Θεολογική Σχολή της Αλεξάνδρειας, μια Σχολή στην οποία
μεταξύ άλλων είχε αφήσει τη μεγάλη φιλοσοφική τε και θεολογική του κατάθεση και
σφραγίδα ο πολύς Ωριγένης, ο και της αρετής αδάμαντας. Ένας χριστιανός
φιλόσοφος και θεολόγος που ζούσε καθ’
υπερβολή ασκητικά στο κέντρο και την καρδιά της κοσμοπολίτης τότε και όχι μόνο
Αλεξάνδρειας.
Πιο εδικά τώρα Γρηγόριος ο Θεολόγος στον
«Εγκωμιαστικό του Λόγο» γράφει. Από μικρός ανατράφηκε και μορφώθηκε
χριστιανικά»-«Ετράφη ευθύς εν τοις θείοις ήθεσιν και παιδεύμασιν». Αλλά και
προσθέτει ότι, «ολίγα των εγκυκλίων εφιλοσόφησεν του μη δοκείν παντάπασιν των
τοιούτων απείρως έχειν». Με άλλα λόγια, μπορεί να μην έκανε βέβαια τις ειδικές
και υψηλές φιλοσοφικές σπουδές που εμείς-Βασίλειος-Γρηγόριος-στην Αθήνα, αλλά
δεν ήταν μικρές οι δικές του. Πράγμα που όποιος προσεγγίζει το συγγραφικό έργο
του εύκολα διαπιστώνει, ιδιαίτερα στα σημεία όπου χρειάζεται να κατακεραυνώσει
τον Άρειο, κάθε άλλο παρά είναι ευκαταφρόνητες. Είναι έκτακτα επιδέξιες,
λεπτές, διεισδυτικές και πλήρεις. Πέρα βέβαια από το ότι η Αγία Γραφή είναι ο
καθαρά οικείος χώρος του, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, που να γίνεται φανερό ότι
την κατέχει με απόλυτη πληρότητα, κυρίως όμως και κυριολεκτικά ότι έχει ζυμωθεί
με το πνεύμα της.
Μπορεί λοιπόν να μην ευτύχησε να λάβει την
υψηλή Αθηναϊκή φιλοσοφική μόρφωση και παιδεία που έλαβαν οι δυο Μεγάλοι
Καππαδόκες Πατέρες, όμως ο λογιώτατος ιερός και άγιος Πατριάρχης Φώτιος θεωρεί
ότι δεν υστερούσε σ’ αυτό τον τομέα. Γι αυτό εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία
εδώ είναι ότι ο βραχύσωμος εκείνος άνδρας, πιο απλά αυτό που δεν τον έπιανε το
μάτι σου εξωτερικά, «ο ανθρωπίσκος της Αλεξάνδρειας», που θα πει περιφρονητικά
Ιουλιανός ο Αποστάτης ή Παραβάτης για τον Αθανάσιο, υπήρξε ο άνθρωπος που όλες
τις πνευματικές ικανότητες που του χάρισε ο Θεός, και ως φαίνεται δεν ήταν
καθόλου λίγες, όλα του τα προσόντα, την ευρύτητα του πνεύματος, την
ακαταγώνιστη δύναμη του λόγου, ιδιαίτερα και πάνω απ’ όλα την αγωνιστική του
δυναμική και την ανεξάντλητη αγάπη του για την Εκκλησία και την ακεραιότητα της
Αλήθειας της τα διέθεσε ολόκαρδα από την πρώτη του νεανική ηλικία.
Σ’ αυτό πρέπει να βοήθησαν πολύ και οι
σπουδές άλλου τύπου, αυτές της ασκητικής αναφοράς και βίωσης της Αλήθειας της
Εκκλησίας. Να το πει κανείς με σημερινό όρο, το μεγάλο μεταπτυχιακό του στην
ασκητική γνώση και βίωση στο Πανεπιστήμιο της Ερήμου, και μάλιστα πλάι στον
πρώτο και κορυφαίο όλων των εποχών Όσιο Αντώνιο το Μέγα ! Έμεινε αρκετό χρόνο
μαθητής κοντά του, «ακολουθήσας αυτώ ουκ ολίγον χρόνον», γράφει Γρηγόριος ο
Θεολόγος. Κατά ένα τρόπο διετέλεσε υποτακτικός του, «επιχέων ύδωρ κατά χείρας
αυτού», δεχόμενος άμεσα και κυριολεκτικά μια ροή ασκητικής γνώσης και
συνακόλουθης εμπειρίας να ποτίζει-δροσίζει-διαποτίζει τη ζωή του.
Από τούτο η πνευματική του σχέση με το Μέγα
Αντώνιο έμεινε μέσα του ζωντανή και κράτησε σε όλη τη ζωή του. Τον
συμβουλευόταν συχνά, αλλά και ο μεγάλος αναχωρητής δε δίσταζε να αφήνει το
ασκητήριό του και να κατεβαίνει ει στην Αλεξάνδρεια όσες φορές χρειαζόταν να
υποστηρίξει το γενναίο αγωνιστή της Εκκλησίας ή να τον δεχτεί κοντά του σε
κάποια από τις πέντε εξορίες του, και να τον κρύψει όταν, κάθε άλλο παρά
σπάνια, διέτρεχε και τον έσχατο κίνδυνο η ζωή του. Ο στενός πνευματικός δεσμός
και η συνακόλουθη συνεργασία του αθλητή της Ερήμου και του ακαταμάχητου
αγωνιστή της Εκκλησίας αποτέλεσε ακλόνητο βράχο και απόρθητο οχυρό πάνω στο
οποίο διαλύονταν τα κύματα της κακοδοξίας του Αρείου και των παραλλαγών της, και, επισφραγίστηκε με τον πιο ιερό
τρόπο. Όταν ο Μέγα Αντώνιος διαισθάνθηκε να εγγίζει το τέλος του, όρισε να
παραδοθεί στο Μέγα Αθανάσιο η μία από τις δυο μηλωτές του-από προβιά αρνιού
ένδυμα. Και εκείνος με τη σειρά του ως αντίδωρο αγάπης και τιμής συνέγραψε περίφημη
βιογραφία του. Πράγματα όλα αυτά που δείχνουν, πόσο καλό επέρχεται στην
Εκκλησία, πόση πνευματική ωφέλεια στα μέλη της, τους χριστιανούς όπου γης, όταν
Μεγάλοι Άγιοι της Ερήμου και της Πρώτης μέσα στον κόσμο αγωνιστικής γραμμής
ζωής τελούν σε αγαστή συνεργασία !
****** ***
******
Η μόρφωση λοιπόν αυτού του αγίου άνδρα, η
ασκητική προετοιμασία του, κυρίως η πρώιμη εμφανέστατη αγάπη και αγωνιστική του
διάθεση υπέρ της Αλήθειας της Εκκλησίας εκτιμήθηκαν από τον πρώτο εκείνο
σθεναρό αγωνιστή της Ορθοδοξίας
Αλεξανδρείας Αλέξανδρο, και το 312 τέλεσε χειροθεσία του ως Αναγνώστη,
ενώ μερικά χρόνια αργότερα μεταξύ 318 και 320 τον χειροτόνησε Διάκονο, και τον
τοποθέτησε Γραμματέα της Αρχιεπισκοπής. Και εδώ εντοπίζεται η απαρχή της
επίσημης και υπεύθυνης παρουσίας του νεαρού Αθανασίου στη ζωή της Εκκλησίας, σε
μια άκρως κρίσιμη στιγμή για την Αλεξανδρινή, και «ου μετά πολλάς ταύτας
ημέρας» για την όλη Εκκλησία.
Ως το 320 λοιπόν ο Αθανάσιος θα έχει
δείξει πως είναι η νέα μεγάλη εκκλησιαστική και θεολογική προσωπικότητα εκείνων
των λόγω Αρειανισμού δίσεκτων χρόνων. Ο
εικοσιπεντάχρονος πια Διάκονος του Αλέξανδρου έχει δώσει δείγματα της αξίας του
και έχει καθιερωθεί με τα δυο του συγγράμματα, «Κατά Ειδώλων» και κυρίως «Περί
Ενανθρωπήσεως του Λόγου». Κι όταν ο Άρειος άρχισε εκείνα τα, «Ην ποτέ ότε ουκ
ην και εξ ουκ όντων εγένετο», κτίσμα άρα και δημιούργημα ο Χριστός, όχι Υιός του Θεού και Θεός
αληθινός, ο Αθανάσιος ήταν έτοιμος να πάρει πάνω του όλο το βάρος του αντί
Αρειανικού αγώνα.
Εκεί στην Αλεξάνδρεια, στις συνάξεις και
δημόσιες συζητήσεις που οργάνωσε η Εκκλησία με τις παρεμβάσεις του έδωσε τα
πρώτα δείγματα της χαρισματικής θεολογικής του αξίας. Τότε πρέπει να συνέταξε
σε πρώτη μορφή και τους περίφημους «Κατά Αρειανών» λόγους του, όπου μαζί με τον
«Περί Ενανθρωπίσεως του Λόγου», θεμελιώνεται η αντεπίθεση και η ορθή Διδασκαλία
της Εκκλησίας, για το Πρόσωπο του Χριστού και τη θέση του στην Αγία Τριάδα.
Είναι ενδιαφέρον μάλιστα ότι, όταν ύστερα από αυτές τις συνάξεις και την καταδίκη
του Αρείου από τις Αλεξανδρινές Συνόδους του 320-323 ο Αλέξανδρος αρνιόταν να
δεχτεί τον Άρειο στην Εκκλησία, οι Αρειανόφρονες και οι φίλοι τους έβλεπαν πίσω
από αυτή στην απόφαση τον Αθανάσιο ως τον πραγματικό εμπνευστή και εκφραστή
της.
Αυτά εξηγούν και το πώς ή γιατί ο
Αλεξανδρείας Αλέξανδρος δυο χρόνια μετά τον πήρε μαζί του στην Α΄ Οικουμενική
Σύνοδο-Νίκαια 325-ως το βασικό σύμβουλο και συνεργάτη του. Αλλά και το πώς ως
πανθομολογείται ότι αυτός ο μόλις τριάντα Μαϊων Διάκονος της Αλεξάνδρειας
έπαιξε τον πιο αποφασιστικό ρόλο στις προπαρασκευαστικές συζητήσεις για την
διατύπωση της Αλήθειας της Εκκλησίας. Εξηγούν επίσης περισσότερο το μεγάλο
κύρος που είχε αποκτήσει Διάκονος ακόμα
ο Αθανάσιος μετά την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, όταν και πάλι πίσω από την
ανυποχώρητη άρνηση του Αλεξανδρείας Αλέξανδρου παρά τις παρακλήσεις όσο και
πιέσεις πολλών και υψηλών να δεχτεί στην Εκκλησία τον Άρειο, όλοι έβλεπαν
αυτόν. Εξηγούν επίσης γιατί αργότερα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θα ταυτίσει
το πρόσωπο και το όνομα Αθανάσιος με την αρετή και η συνείδηση της Εκκλησίας θα
θεωρήσει τη σχέση καθενός μαζί του ως κριτήριο Ορθοδοξίας.
Αξίζει κατά ταύτα να κλείσω εδώ
μεταφέροντας αυτούσιο από το πρωτότυπο ένα απόσπασμα, όπου όλα αυτά φαίνονται
καθαρά, και μαζί τους το αδυσώπητο μίσος και η εχθρότητα των Αρειανών,
φιλοαρειανών, άλλων παρατρεχάμενων και υψηλών και εγγύτατων του αυτοκράτορα
εκκλησιαστικών δυστυχώς, βέβαια και πολιτικών εναντίον του. «Αρείου … της
Εκκλησίας εκβληθέντος … οι περί τον Ευσέβιον … έγραφον πολλά παρακαλούντες
Αλέξανδρον τον Επίσκοπον μη αφείναι
τον αιρετικόν Άρειον έξω της Εκκλησίας.
Αλεξάνδρου δε δια την εις Χριστόν ευσέβειαν μη δεχομένου τον ασεβή, εις
Αθανάσιον τότε Διάκονον όντα ελυπούντο, επειδή τα πλείστα συνόντα Αλεξάνδρω τω
επισκόπω πολυπραγμονούντες αυτόν ήκουον και τιμώμενον παρ’ αυτού. Πείραν δε αυτού και της ευσεβείας της εις
Χριστόν λαβόντες εκ της Συνόδου της εις την Νίκαιαν συγκροτηθείσης εν οις παρρησιάζετο κατά της ασεβείας των
αρειομανιτών, μειζόνως το μίσος
ήυξανον».
Ο Θεός είχε στήσει εκείνη την κρίσιμη ώρα
κατέναντι του Αρείου και των κακοδοξιών αυτού τη μεγαλύτερη φυσιογνωμία της
αρχαίας Εκκλησίας. Αυτόν που θα ξεσκέπαζε και ξεσκέπασε το πιο μεγάλο και πιο
επικίνδυνο ψέμα. Έναν όντως μεγάλο εκφραστή της Αλήθειας της Εκκλησίας για την
Θεότητα του Χριστού, της Αλήθειας της Εκκλησίας για την Αγία Τριάδα…
Αλήθεια έχει κανείς την παραμικρή
αμφιβολία ότι σε κάθε εποχή ο Θεός έχει τους ανθρώπους του;
Αθανάσιος Κοτταδάκης
8.11.2000, 1η από έξι εισαγωγικές μεταδόσεις για Μ. Αθανάσιο.
2 σχόλια:
Χρόνια σας πολλά με υγεία και πνευματική διαύγεια για προσφορά κ. Κοτταδάκη.
Χ.Α.
Πολύχρονος να είσθε.
Ευχαριστούμε για την παρουσίαση του Μ. Αθανασίου.
Δημοσίευση σχολίου