Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

«Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ … ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ»[1] Ορθοδοξία και Ελληνικότητα στον Βίο και το Έργο του Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου - π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη

«Η ΕΛΛΑΔΑ  ΕΙΝΑΙ  ΕΝΑ  ΔΩΡΟ  ΤΟΥ ΘΕΟΥ  ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ … ΕΛΛΑΔΑ  ΕΙΝΑΙ  Η  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ»[1]
Ορθοδοξία και Ελληνικότητα στον Βίο και το Έργο
του Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου 

του

Πρωτοπρεσβυτέρου
Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ.- Δρος Φ.
Εφημερίου του Ιερού Ναού Αγίου Ελευθερίου Πατρών    
                             
Μικρό Υιικό Δώρημα στην Εικοσαετηρίδα
της Αρχιερατείας Του (2005-2025), 
με αφορμή τα επερχόμενα
σεπτά Του Ονομαστήρια

           Στις 13 Νοεμβρίου του 2025, θα εορτάσει και πάλι κατά το έθος για εικοστή φορά ως Αρχιερεύς τα σεπτά του ονομαστήρια στη γενέτειρά του, τον Λουκά Μαντινείας, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος, μεταβαίνοντας εκεί από την έδρα του, που βρίσκεται πλέον από τον Απρίλιο του 2005 στην «τρισευλογημένη πόλη των Πατρών», την οποία κατέστησε πράγματι νέα του πατρίδα και «γή που του υπέδειξεν ο Θεός»[2], εργαζόμενος έκτοτε πανθομολογουμένως αόκνως και θυσιαστικώς ως Ποιμήν της Εκκλησίας και Πατέρας των Τέκνων του Πρωτοκλήτου, αναδεικνυόμενος, καθ’ όλο το διάστημα της μακράς πλέον αρχιερατείας του στην πρωτεύουσα της Αχαΐας, «τύπος» γνήσιος του Χριστού, με την επιτέλεση, όπως δείξαμε ήδη εκτενώς παλαιότερα, αλλά και στις αρχές του παρόντος έτους[3], ενός πολυσχιδούς, πολύκαρπου και καλλίκαρπου ποιμαντικού έργου σε όλους τους τομείς της Εκκλησιαστικής Διακονίας.

         Σταθερό διαχρονικό γνώρισμα και ουσιώδες ταυτοτικό στοιχείο του βίου, της προσωπικότητας, αλλά και του πολυεπίπεδου Εκκλησιαστικού Έργου του Ποιμενάρχου μας ωστόσο, αποτέλεσε απ’ αρχής και μέχρι σήμερα η με πολύ ζήλο και με κάθε μέσον διαρκής και ένθερμη υποστήριξη και προάσπιση της διαχρονικής και αδιάρρηκτης ενότητας και απρόσκοπτης συμπόρευσης του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό, θέτοντας για τον σκοπό αυτό μάλιστα, όπως θα διαφανεί στη συνέχεια, ως έναν από τους κύριους άξονες, αλλά και τους πλέον βασικούς στόχους της αποστολής του ως Εκκλησιαστικός Άνδρας, τη διατήρηση, την επιπλέον καλλιέργεια και την ενίσχυση στη συνείδηση του Ορθοδόξου Ελληνικού Λαού της διαχρονικά ακατάλυτης ενότητας και αδιαίρετης σύζευξης της Εκκλησίας του Χριστού με την Ελληνική Πολιτεία ειδικότερα και γενικότερα με το Γένος μας όπου γης, όπως αυτή αναγνωρίζεται και εξακολουθεί να βιώνεται ως Ρωμηοσύνη, δεδομένου ότι, όπως φρονεί ορθώς, «δύο είναι οι πυλώνες που στηρίζουν το δικό μας [πνευματικό] οικοδόμημα. Η πίστη στον Θεό και η αγάπη μας στην Πατρίδα…»[4].

        Ι. Η πρόσληψη της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης από τον Μητροπολίτη Πατρών Χρυσόστομο (1958-1983)

       Ο Σεπτός μας Ποιμενάρχης, παρέλαβε, διδάχθηκε και βίωσε την παράδοση για την ακατάλυτη πνευματική ενότητα μεταξύ Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας αρχικά στους κόλπους της λευιτικής του οικογένειας, καθώς και στο ενοριακό, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό του περιβάλλον, ανατρεφόμενος «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» (Εφ. 6,4) κάτω από τους θόλους του περικαλλούς Ιερού Ναού του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αλλά και συναναστρεφόμενος με τους συγχωριανούς του στον Λουκά κατά την παιδική του ηλικία, οπωσδήποτε όμως κατόπιν επίσης, ζώντας και σπουδάζοντας στην εύανδρο και ηρωική πρωτεύουσα της Αρκαδίας, τη θρυλική Τριπολιτσά, γενέτειρα σειράς ολόκληρης ευκλεών μαρτύρων της πίστεως, αλλά και ανδρείων ηρώων της πατρίδος, ώστε να πιστεύει ακράδαντα, ότι τα χώματά μας διαχρονικά «ποτίστηκαν με το αίμα ηρώων και μαρτύρων για τον Χριστό και την Ελλάδα»[5].         

        Καταγόμενος από έναν μαρτυρικό τόπο και παιδαγωγούμενος σε ένα περιβάλλον εμποτισμένο βαθιά και ζυμωμένο έντονα με τα νάματα της Ορθοδοξίας και τη μακραίωνη παράδοση της Ελληνικότητας, διήλθε τα πρώτα έτη της ζωής του χειραγωγούμενος πνευματικά κατά τέτοιο τρόπο από τους ευσεβείς γονείς του, ώστε να προσλάβει από νωρίς και να αποκρυσταλλώσει υγιώς στην καρδιά του, με την αρωγή επίσης και του μακαριστού πνευματικού του πατέρα, αλλά και των πολλών διδασκάλων του, το Ορθόδοξο Φρόνημα και Ήθος ως έκφραση της πίστης του στον Χριστό και της αφοσίωσής του στην Αγία Εκκλησία, συνδυασμένα αρμονικά με την βαθιά εμποτισμένη στην ψυχή του άδολη αγάπη για την Μητέρα μας Ελλάδα.

       Είναι γεγονός, ότι ο Σεβασμιώτατος έτυχε της ιδιαίτερης ευλογίας να ανατραφεί μέσα σε ένα πνευματικό κλίμα διακρινόμενο από πιστότητα στην Ορθόδοξη Παράδοση και προσηλωμένο στην πίστη στον Χριστό, αλλά και διαπνεόμενο από βαθιά και ακραιφνή εκκλησιαστική ευσέβεια και αγνή φιλοπατρία, εφόσον οι γονείς του επιδίωκαν διαρκώς να ευθυγραμμίζουν τη ζωή τους με το θέλημα του Θεού, αλλά και ταυτόχρονα να αισθάνονται και να έχουν πυρακτωμένη την ψυχή τους από την άσβεστη φλόγα της αγάπης προς την Ελλάδα, μεταλαμπαδεύοντάς του βιωματικά, έμπρακτα και φυσικά το ακραιφνές Ορθόδοξο Ήθος, ενωμένο ασύγχυτα, άτρεπτα, αχώριστα και αδιαίρετα με τη βαθιά αφοσίωση στα ιδανικά της Ελληνικής Φυλής και τη διαφύλαξη των ζώπυρων του Γένους μας, ώστε, όπως τονίζει χαρακτηριστικά για το πρόσωπό του κατά την νεανική του ηλικία, ο συμμαθητής και αργότερα συνιεροκήρυκάς του στην Ιερά Μητρόπολη Μαντινείας, αλλά και τώρα συνεπίσκοπός του, Μητροπολίτης Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Θεόκλητος, «θυμάμαι ένα παιδί, που έλαμπε ολόκληρο από χαρά και από Χριστό. Μοσχοβολούσε Χριστό, ελπίδα, χαρά και ομολογουμένως διακατείχετο από μία αντίληψη, την οποία θα λέγαμε ότι τη σφράγιζε η πίστη στον Χριστό, η πιστότητα απέναντι σε αυτό που λέγεται Ελλάδα, η αγάπη για την Αρκαδία και την Τρίπολη»[6].

        Καλλιεργώντας ο Μητροπολίτης μας από πολύ νωρίς επίσης την ιερατική του κλίση, επιδίωξε παράλληλα, με μεθοδικότητα και επιμέλεια, εκτός από τα Ιερά Γράμματα και την κατά Χριστόν Παιδεία και Αγωγή, να προσλάβει επιπλέον, αρχικά στον Λουκά και ύστερα στην Τρίπολη λιπαρή Ελληνική Παιδεία, επιλέγοντας, ενσυνείδητα νομίζουμε, να σπουδάσει κατά τα έτη 1977-1979 στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως, από την οποία και έλαβε το πτυχίο του Δασκάλου των Ελληνικών Γραμμάτων, αλλά και στη συνέχεια να φοιτήσει στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθιστάμενος παράλληλα, με την λήψη του πτυχίου του το έτος 1983, Διδάσκαλος της Ορθοδόξου Θεολογίας, προκειμένου και επειδή πίστευε και πιστεύει ακράδαντα, ότι «το Σχολείο και η Εκκλησία» είναι «ο ωραιότερος πνευματικός συνδυασμός, [και] η συγκινητικώτερη πνευματική συμμαχία που ανέδειξε την Ελλάδα μεγάλη»[7], να αποκτήσει στη συνέχεια ως κληρικός τη δυνατότητα να διδάξει ταυτόχρονα, είτε ως Ιεροδιδάσκαλος στην Πρωτοβάθμια, είτε ως Καθηγητής Θεολόγος στην Παιδαγωγική Ακαδημία στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, προσφέροντας στιβαρή Ελληνορθόδοξη Αγωγή αρχικά στους μαθητές του κατά το διάστημα που δίδαξε στο Δημοτικό Σχολείου του χωριού Δαβιές, αλλά και στη συνέχεια στους σπουδαστές του κατά την οκταετή του θητεία στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως.

        Η επιλογή του Ποιμενάρχου μας δηλαδή, να συνδυάσει το διδασκαλικό λειτούργημα με την ιερατική διακονία θεωρούμε ότι εκπορεύεται και πηγάζει σαφώς από την πάγια πεποίθηση που είχε ήδη διαμορφώσει για τον άρρηκτο σύνδεσμο μεταξύ Σχολείου και Εκκλησίας και, κατά προέκταση, την πολυσήμαντη ωφέλεια για τη μαθητιώσα νεολαία του αρμονικού συνδυασμού Ιερωσύνης και Διδασκαλικού Αξιώματος, ως απόρροιας της ακατάλυτης σχέσης μεταξύ Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας, εφόσον, όπως υπογραμμίζει χαρακτηριστικά, «δάσκαλο αποκαλούσαν και αποκαλούν σε πολλές περιοχές της πατρίδος μας τον Ιερέα. Δάσκαλο αποκαλούν και τον έχοντα την ευθύνη της διαπαιδαγώγησης των παιδιών μέσα στο σχολείο. Αυτοί οι δύο θεσμοί πορεύτηκαν μαζί και έκαναν θαύματα. Φαίνεται πως ο Θεός που αγαπάει την πατρίδα μας, εφρόντισε να στηρίζῃ την ευτυχία της, την πρόοδό της  σε αυτά τα τόσο γερά θεμέλια. Σημειολογικά δηλώθηκε ο σύνδεσμος αυτός με την γειτνίαση και κτηριακώς των Ιερών Ναών και των Δημοτικών Σχολείων στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας. Η αυλή κοινή, η καμπάνα χτυπούσε για την Ευχαριστιακή σύναξη, αλλά και για την σύναξη των μαθητών στο σχολείο», εφόσον «οι Έλληνες είχαν κατανοήσει ότι, ‘παιδεία μετάλειψις αγιότητος εστι’ (Ιερός Χρυσόστομος PG 63, 205). Τα ‘δασκαλούδια’, οι μαθητές δηλαδή [καταλήγει], γέμιζαν κάθε Κυριακή την Εκκλησία, υπό την καθοδήγηση των δασκάλων τους»[8], με αποτέλεσμα να διατηρείται, να καλλιεργείται βαθύτερα και να ενδυναμώνεται περισσότερο ο ακατάλυτος και αμοιβαία ωφέλιμος διαχρονικός δεσμός της Ορθοδοξίας με το Ελληνικό Γένος.

        ΙΙ. Η Ελληνορθόδοξη Παράδοση στο Εκπαιδευτικό και το Ποιμαντικό Έργο του Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου στην Τρίπολη (1981-2005)

        Έχοντας διαμορφώσει από πολύ νωρίς ο Μητροπολίτης μας στέρεα την πεποίθηση για την από αιώνες δημιουργική σύνθεση και την αρμονική συμπόρευση της Ορθοδοξίας με τον Ελληνισμό, αλλά και έχοντας αποκρυσταλλώσει πλέον την ιερατική του κλίση, εισήλθε στον ιερό μοναχικό Κλήρο στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Υπηρετώντας με ιδιαίτερη ζέση την αποστολή του ως κληρικός από το έτος 1981, καλλιέργησε συστηματικά στο εκκλησιαστικό πλήρωμα ως ιεροκήρυξ, εκπαιδευτικός, εφημέριος και καθηγούμενος το ορθόδοξο φρόνημα και την ελληνική συνείδηση, τόσο μέσω του κηρύγματος και της πνευματικής καθοδηγήσεως, όσο και με την υποδειγματική εκπαιδευτική του δραστηριότητα στην Τρίπολη κυρίως, αλλά και οπωσδήποτε με την πολυσήμαντη και καρποφόρα ηγουμενία του στην μονή του Αγίου Νικολάου Βαρσών[9], της οποίας φρόντισε για την πλήρη αναστήλωση, έχοντας την πεποίθηση, ότι «ο Μοναχισμός είναι το προπύργιον της πίστεως, οι μοναχοί είναι οι φύλακες της ορθοδόξου παραδόσεως, οι θεματοφύλακες των Ιερών και των οσίων του Έθνους μας. Τα Μοναστήρια είναι οι πύργοι οι άσειστοι της ευσεβείας. Η Ορθοδοξία και το Γένος μας χρεωστούν πολλά στις Ιερές Μονές και στους Μοναχούς μας»[10]. Πέραν τούτων όμως, ο Σεβασμιώτατος επιμελήθηκε επίσης και τη συντήρηση του Κεντρικού Ναού, καθώς και των Εξωκλησίων της γενέτειράς του, θεωρώντας ότι ο κάθε Ορθόδοξος Ναός γενικότερα αποτελεί μήτρα και λίκνο της Ρωμηοσύνης, ώστε, με αφορμή την προσπάθειά του για τη διατήρηση της πανηγύρεως στην «Κόκκινη Εκκλησιά» στον Λουκά, με σκοπό την μελλοντική της αναστήλωση, να τονίζει για το ερειπιώδες ακόμη, αλλά εμβληματικό κτίσμα, πως «πρόκειται για έναν τόπο που εδώ και δέκα και πλέον αιώνες στέκεται μάρτυρας της ευσεβείας και της ελληνορθόδοξης παραδόσεώς μας»[11].

        Παράλληλα με την ευρεία πνευματική, εφημεριακή, ιεροκηρυκτική και ηγουμενική του διακονία στην Ιερά Μητρόπολη Μαντινείας, ο ευπαίδευτος Αρχιμ. π. Χρυσόστομος τότε, κλήθηκε επίσης, όπως ήδη αναφέρθηκε, να διδάξει αρχικά για σύντομο διάστημα ως Δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και κατόπιν επί οκτώ ακαδημαϊκά έτη (1983-1990) ως Θεολόγος Καθηγητής το αντικείμενό του στην πρώτη πνευματική του τροφό, την Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως. Έχοντας πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι ως Παιδαγωγός των μελλοντικών Δασκάλων επιτελεί μοναδικά σημαντικό εκκλησιαστικό και παράλληλα εθνικό έργο στην Ακαδημία, προσπάθησε να εμπνεύσει στους πολυάριθμους σπουδαστές του με τον λόγο και κυρίως με το παράδειγμά του[12], όχι μόνο την καλλιέργεια της βαθιάς πίστης στον Χριστό και την αφοσίωση στην Εκκλησία, αλλά και την αγνή φιλοπατρία, όπως και την άδολη μητρική αγάπη για την Ελλάδα μας. Καταθέτοντας μάλιστα αργότερα, ως Ιεράρχης πλέον, το παιδαγωγικό του όραμα ως Καθηγητής στην Ακαδημία για την αδιάρρηκτη ενότητα Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας, τόνιζε, απευθυνόμενος προς τους Δασκάλους αναφορικά με το έργο τους, ότι, επειδή «το Σχολείο και η Εκκλησία» είναι «ο ωραιότερος πνευματικός συνδυασμός [και] η συγκινητικώτερη πνευματική συμμαχία που ανέδειξε την Ελλάδα μεγάλη …, με την θυσιαστική προσφορά των δασκάλων, που μέσα στην καρδιά τους έχουν κλείσει την Ορθοδοξία και την Ελλάδα, η έρημος ‘εξανθήσει και υλοχαρήσει και αγαλλιασεται’ (Ησ. λε΄, 2)»[13], εννοώντας σαφώς, ότι με την ανύστακτη φροντίδα και το εκπαιδευτικό τους έργο ως αληθινών Παιδαγωγών για την υγιή πρόσληψη της Ελληνορθόδοξης Παιδείας από τη μαθητιώσα νεολαία, θα επιτευχθεί η υλική και η πνευματική προκοπή του Ελληνισμού, παροτρύνοντας τους γι’ αυτό, ως Λειτουργούς της Παιδείας, να μορφώσουν με την πνευματική τους σμίλη «στις ψυχές των παιδιών … τα ζείδωρα και τα ιδανικά του Γένους μας που αποτελούν παγκόσμιες αναγνωρισμένες αξίες»[14].


       ΙΙΙ. Η Ενότητα Ορθοδοξίας και Ελληνισμού στο Ποιμαντικό Έργο του Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου (2005-2025)


    1. Μυσταγωγημένος ο Σεβασμιώτατος ήδη από την παιδική του ηλικία και κληρονομώντας με γνησιότητα και καθαρότητα την μακραίωνη παράδοση για την αδιάρρηκτη σχέση και την αρραγή ενότητα ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό στη διαχρονία του κατά την ιερατική του διακονία και την εκπαιδευτική του δραστηριότητα στην εύανδρο και αγιοτόκο πελοποννησιακή Αρκαδία, εξακολούθησε επίσης καθ’ όλη την εικοσαετή ποιμαντορία του στην αχαϊκή Πάτρα, αλλά και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να δηλώνει συνειδητά και με πολλή εν Κυρίω καύχηση «ως Αρχιερεύς της Ορθοδόξου Εκκλησίας»[15], πως αισθάνεται παράλληλα βαθιά «Ορθόδοξος Χριστιανός και Έλληνας»[16], ώστε, όπως τονίζει πολύ χαρακτηριστικά ο λαμπρός Βοηθός του Επίσκοπος, Θεοφιλέστατος Κερνίτσης κ. Χρύσανθος, «από της Ενθρονίσεώς του και πλέον ο Επίσκοπος της τοπικής Εκκλησίας μας, σηκώνει αόκνως και αγογγύστως τον Σταυρό του χρέους και της ποιμαντορικής διακονίας, αγωνιζόμενος επί των πνευματικών επάλξεων τον καλόν αγώνα της Πίστεως, της Σταυροαναστασίμου Ορθοδοξίας και της Γλυκυτάτης Πατρίδος μας»[17].

       Την πεποίθησή του μάλιστα ο Σεπτός Ποιμενάρχης μας, ότι ως Ορθόδοξος Έλληνας Ιεράρχης έχει επωμιστεί με την ιερή αποστολή να διακηρύττει, να καλλιεργεί και να ενισχύει την ακατάλυτη ενότητα ανάμεσα στον Ελληνισμό και την Εκκλησία του Χριστού, συνεχίζει να διατηρεί, να ενδυναμώνει και να υλοποιεί ακατάπαυστα μέχρι τις ημέρες μας, ώστε σε όλες τις εκφάνσεις του πολυεδρικού και πολυσχιδούς Ποιμαντικού του Έργου, να ανιχνεύεται πλήρως και να διακρίνεται σαφώς η εργώδης και διαρκής μέριμνά του να συνδυάσει την άρτια επιτέλεση του κατ’ εξοχήν αγιαστικού, κατηχητικού και οικοδομητικού του έργου, με την πολυποίκιλη εθνική προσφορά κυρίως στην επαρχία του, αλλά και όπου αλλού κληθεί ή του ζητηθεί, θεωρώντας ότι «ἀποτελεῖ γιά μᾶς [τους Έλληνες] μεγάλη εὐλογία τό γεγονός, ὅτι ἡ Ἑλλάς, τό Ἑλληνικό πνεῦμα, ἔγινε ἡ χρυσῆ γέφυρα διά τῆς ὁποίας ὁ Θεῖος Ἀπόστολος [Παύλος] κρατώντας τόν μαργαρίτη τῆς Ἀνατολῆς, πέρασε στή Δύση γιά νά νοηματίσῃ καί νά καινοποιήσῃ τή ζωή της, γιά νά δώσῃ ἄλλη ἀξία στό μέλλον της»[18].

      Ο Μέγας Απόστολος των Εθνών, σύμφωνα με τον Μητροπολίτη μας, «ἔδωσε Χριστιανικές ρίζες καί πνευματική προοπτική στήν Ἑλλάδα καί γενικά στήν Εὐρώπη», καταφέρνοντας να διαμορφώσει «τή νέα κοινωνική νοοτροπία, τήν διαποτισμένη ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θείου Διδασκάλου», ενώνοντας «τό παληό μέ τό καινούργιο». Με τη δημιουργική αυτή συνάντηση και σύνθεση, ο Χριστιανισμός «ἔσωσε τόν Ἑλληνισμό καί τοῦ ἔδωσε τιμή καί ἀξία, μάλιστα σέ μιά ἐποχή πού ἔπνεε τά λοίσθια. Γι’ αὐτό δύο χιλιάδες καί πλέον χρόνια χριστιανικῆς ἱστορίας τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Εὐρώπης εἶναι ἀδύνατον νά τά διαγράψῃ κανείς, ὅσο καί ὅπως νά ἀγωνίζεται»[19], ώστε να διερωτάται εύλογα καταλήγοντας : «σε ποια κατάσταση θα ευρίσκετο άραγε η Ελλάς χωρίς την καινή, την καινούρια δηλαδή διδαχή, την αποκάλυψη της αλήθειας περί του ενός και μόνου αληθινού Θεού, περί της ενανθρωπήσεως του Θεού και Λόγου και περί της αξίας του ανθρώπου;»[20].

      2. Υπογραμμίζοντας ο Σεβασμιώτατος διαρκώς και στο παραπάνω πνευματικό πλαίσιο τη διαχρονική αξία και τη μοναδική ωφέλεια της δισχιλιετούς και πλέον παρουσίας και της δράσεως στην Πατρίδα μας της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας και κατά προέκταση της Τοπικής Εκκλησίας των Πατρών στην Αχαϊκή Γη, θεωρεί ότι Αυτή, ως Σώμα του Αναστάντος Χριστού, στάθηκε και στέκεται διαρκώς και «με αίσθημα ευθύνης έναντι του παρελθόντος, του παρόντος και κυρίως του μέλλοντος της Πατρίδος μας»[21], εξακολουθώντας να αποτελεί για όλους εμάς τους Έλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς τη «μεγάλη μας μάνα», η οποία, κατά το επιτυχώς παραφρασμένο Σολωμικό απόφθεγμα, «στάθηκε μεγαλόψυχη στον πόνο και στο δάκρυ αυτού του Λαού …»[22], ώστε να συνιστά έως και τις ημέρες μας «ὅ,τι ἀπέμεινε ὄρθιο σ’ αὐτό τόν τόπο», καθώς πρόκειται «γι αὐτό πού ποτέ δέν θά λυγίσῃ, γιατί δέν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλά θεϊκό. Δέν εἶναι ψεύτικο, ἀλλά ἀληθινό» [23]. Η Μητέρα μας Αγία του Χριστού Εκκλησία, σύμφωνα με τον Ποιμενάρχη μας, «ποτέ δέν ἀπεγοήτευσε, ἀλλά ἀντίθετα μέ τήν θυσιαστική [της] ἀγάπη ἐγοήτευσε [τον Λαό μας]. Ποτέ δέν [του] εἶπε ψέματα, ἀλλά μέ τήν γλῶσσα τῆς ἀλήθειας [τον] ἔσωσε. Ποτέ δέν [τον] ἐγκατέλειψε, ἀλλά μάζεψε πάντοτε τά κομμάτια αὐτοῦ τοῦ τόπου καί τοῦ Λαοῦ καί συναρμολόγησε τόν σκελετό του, στόν ὁποῖο ἐνεφύσησε πνοή ζωῆς. Μετέτρεψε τό ρημαδιό σέ παράδεισο, ξαναχτίζοντας ὅ,τι ἡ ἀσύνετη καί σπάταλη δύναμη τοῦ κακοῦ, ἔρριξε σέ ἐρείπια»[24].

     3. Συνεχίζοντας ο Μητροπολίτης μας την μακραίωνη παράδοση των προκατόχων του Αρχιερέων και κινούμενος πάντοτε με γνώμονα την αρραγή ενότητα Ορθοδοξίας και Ελληνισμού, αλλά και επιθυμώντας να διαδραματίζει ορθά ως Ιεράρχης τον εθνικό και πατριωτικό ρόλο που υπαγορεύει το αξίωμά του, καλλιέργησε και υποστηρίζει με πολλή ζέση - αποστασιοποιημένος πλήρως ωστόσο από τη χίμαιρα του σλαβικής εμπνεύσεως αιρετικού και διχαστικού Εθνοφυλετισμού -, την αναγκαιότητα της διατήρησης και της ενδυνάμωσης της ενότητας και της αμοιβαία ωφέλιμης αρμονικής συμπόρευσης Εκκλησίας και Πολιτείας στην Πατρίδα μας κατά τους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, ασκώντας το Εκκλησιαστικό Διοικητικό του Έργο σε υποδειγματικώς αγαστή συνεργασία με τους Πολιτειακούς Φορείς στο πλαίσιο της συναλληλίας των δύο Θεσμών, με θεμελιώδη στόχο την σύμπνοια, την ομόνοια, την ενότητα και την προκοπή του Ορθόδοξου Ελληνισμού.

        Κινούμενος στο εκκλησιολογικά ορθό αυτό πλαίσιο, επιδιώκει να διατηρεί, εφαρμόζοντας τις θεολογικές αρχές της κανονικής συναλληλίας στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, άψογη και εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ των δύο Θεσμών, εντός των σαφώς οριοθετημένων διακριτών τους ρόλων, με γνώμονα σε κάθε περίπτωση το πνευματικό και υλικό όφελος του Λαού του Θεού, υποστηρίζοντας ορθώς, ότι «δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα οὐσιαστικὰ στὶς σχέσεις Ἐκκλησίας - Πολιτείας, καθόσον ὑφίστανται διακριτοὶ οἱ ρόλοι, μεταξὺ τῶν δύο θεσμῶν», τονίζοντας επιπλέον, πως «τὸ λεπτό σημεῖο εἶναι, νὰ ὑπάρχῃ σεβασμὸς στοὺς θεσμούς, ὥστε οἱ σχέσεις νὰ λειτουργοῦν ἄψογα»[25].

       Στρεφόμενος στη συνάφεια αυτή επίσης εναντίον όλων εκείνων που κατά καιρούς υπονομεύουν και προσπαθούν να διαρρήξουν αυτή τη δισχιλιετή και πλέον αρραγή σχέση και συμπόρευση, υποστηρίζοντας εσφαλμένα «τὸν χωρισμὸ [των] δύο θεσμῶν, Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας», επισημαίνει εύστοχα - έχοντας σαφώς υπόψη του το περίφημο Χρυσοστομικό απόφθεγμα αναφορικά με την ενότητα του σκοπού στις σχέσεις της πολιτικής και της εκκλησιαστικής εξουσίας, ότι δηλαδή «δι’ ἀμφοτέρων ὁ Θεὸς τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν οἰκονομεῖ»[26] -, το απελπιστικά οξύμωρο και προδήλως ανεδαφικό του εγχειρήματος, τονίζοντας λίαν προσφυώς, πως «μὲ τὸν ὃρο Πολιτεία ἐννοοῦμε τοὺς πολίτες μιᾶς χώρας, τοὺς ἄρχοντας καὶ τοὺς νόμους βάσει τοῦ ὁποίων διοικεῖται μιὰ πολιτεία. Ἐκκλησία εἶναι τὰ μέλη πού εἶναι βαπτισμένα στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ ζοῦν μυστηριακὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἔχει μιὰ συγκεκριμένη διοικητικὴ διάρθρωση, βάσει τῶν Ἱερῶν κανόνων. Ποιὸν θὰ χωρίσωμε, λοιπὸν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποῦ εἶναι ταυτόχρονα καὶ μέλη τῆς Πολιτείας; Θὰ ἀπεμπολήσωμε μήπως τὴν παράδοση, ἡ ὁποία ἔχει διαμορφώσει τὰ ἤθη καὶ ἔχει διαποτίσει τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων; Ἑπομένως» καταλήγει, «μιλᾶμε γιὰ τοὺς διακριτοὺς καὶ μόνο ρόλους, γιὰ διοικητικὸ χωρισμό, ὁ ὁποῖος ἤδη ὑπάρχει»[27].

      4. Κινούμενος ο Σεβασμιώτατος με σεβασμό και φρόνιμη διάκριση στην τήρηση της διακριτότητας των ρόλων των δύο Θεσμών, αλλά και έχοντας ως γνώμονα την καλλιέργεια και την ενίσχυση της ομόνοιας και της ενότητας του Λαού μας, επιδιώκει να διατηρεί και να επιτυγχάνει διαρκώς στενότερη και τελεσφορότερη συνεργασία με την Ελληνική Πολιτεία, γεγονός που τον ώθησε μάλιστα να προβεί, αμέσως σχεδόν μετά την ενθρόνισή του το 2005, στη μεταφορά της εκκλησιαστικής διοικήσεως στο κέντρο της μεγαλουπόλεως των Πατρών, με σκοπό, εκτός των άλλων, η κεντρική διοικητική υπηρεσία της Ιεράς Μητροπόλεως να βρίσκεται εγγύτερα στις έδρες των Υπηρεσιών και των λοιπών Φορέων, ώστε να διευκολύνεται περισσότερο και να αναπτύσσεται ευχερέστερα η συνεργασία μαζί τους, υλοποιώντας με τον τρόπο αυτό επιπλέον και το ποιμαντικό του όραμα για την έμπρακτη αρωγή και συμπαράσταση της Εκκλησίας στα προβλήματα της τοπικής Κοινωνίας σε αρμονική συνεργασία με την Πολιτεία και τους εκλεγμένους της Άρχοντες. Έτσι, όπως διακήρυξε με έμφαση απευθυνόμενος προς τους τοπικούς πολιτικούς Ταγούς στον επιβατήριο λόγο του, «ο Επίσκοπος επιζητεί την συνεργασίαν μαζί σας, όπως και την συνεργασίαν με όλους τους Φορείς της πόλεως σ’ ένα διάλογο ανοικτό, ειλικρινή και διαρκή, για ό,τι καλό γι’ αυτόν τον τρισευλογημένον τόπο και τον θαυμάσιο λαό μας»[28], ενώ, όπως υπογράμμισε επίσης και προς τον κλήρο της Ιεράς μας Μητροπόλεως, προτρέποντάς τον εμμέσως να ενστερνιστεί το όραμά του, «ο Λαός μας σφοδρώς και δικαίως επιθυμεί οι ποιμένες του να είναι άνθρωποι της πίστεως, άνθρωποι ανιδιοτελείς, άνθρωποι της θυσιαστικής προσφοράς, έχοντες μεταξύ των ανυπόκριτον αγάπην, υπηρέται του κοινωνικού συνόλου»[29].

       Ιχνηλατώντας επιπλέον αδρομερώς το πλαίσιο των σχέσεων συναλληλίας μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, αλλά και περιγράφοντας την υγιή εκκλησιαστική στάση απέναντι στις πολιτικές υποθέσεις, παρατηρεί ορθά - έχοντας και πάλι ως οδηγό την διδασκαλία του Ιερού Χρυσοστόμου[30]-, ότι «ἡ Ἐκκλησία δὲν πολιτικολογεῖ, οὔτε οἱ Ποιμένες ἀσχολοῦνται μὲ τὸ θέμα αὐτό. Ἔχομε ὅμως κάθε δικαίωμα, ὡς πνευματικοὶ ταγοὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, νὰ ἐκφράζωμε τὴν γνώμη μας, νὰ ἐπαινοῦμε ὅ,τι καλὸ γίνεται γιὰ αὐτὸ τὸν Λαό, νὰ καταθέτωμε τὸν προβληματισμό μας, γιὰ θέματα σοβαρὰ ποὺ ἀπασχολοῦν τὸν τόπο μας, συνεισφέροντες ἔτσι στὴν πρόοδο τοῦ Λαοῦ μας καὶ ἂν χρειαστῆ νὰ ἐκφράζωμε καὶ τὴν ὅποια ἀντίθετη, ἂν θέλετε, θέση μας, ὄχι ἐκ πολιτικῆς θέσεως ἢ πεποιθήσεως, ἀλλὰ ἐκ τῆς ἐπιθυμίας μας γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν ὑγιῶν συμφερόντων τοῦ Λαοῦ μας»[31]. Γι’ αυτό και τόνιζε χαρακτηριστικά παλαιότερα ενόψει εκλογών, ότι «ἀπό αὔριο αὐτή τήν ἀλήθεια πρέπει νά τήν συνειδητοποιήσωμε ἀκόμη περισσότερο. Πρῶτοι οἱ πολιτικοί καί ἡ ὅποια κυβέρνηση καί ἄν προκύψῃ. Καί ὕστερα ὅλοι οἱ Ἕλληνες»[32]. Ωστόσο, όπως καταλήγει ορθώς, «Ἐμεῖς παρὰ τὴν ὅποια στάση τῆς ἐκλελεγμένης ἀπὸ τὸν Λαὸ Κυβερνήσεως,…, [θα] εὐχόμεθα καὶ [θα] προσευχόμεθα, ὁ Θεὸς νὰ τοὺς στηρίζῃ γιὰ ὅ,τι καλὸ γιὰ τὴν Πατρίδα μας»[33].

     5. Εκτός από το κατ’ εξοχήν διοικητικό έργο όμως, η συνεργασία του Ποιμενάρχου μας με τους Κρατικούς Φορείς υπήρξε και συνεχίζει να διατηρείται ουσιαστική και καρποφόρα και στον τομέα της Φιλανθρωπικής Διακονίας και Κοινωνικής Πρόνοιας. Προσπαθώντας να υλοποιήσει το όραμά του για την ενότητα, τη σύμπνοια και τη συνεργασία Ορθοδοξίας και Ελληνισμού προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, συνεργάστηκε και συνεργάζεται ως Επίσκοπος της Τοπικής Εκκλησίας με τρόπο άψογο και αποτελεσματικό με τους διαφόρους Τοπικούς Πολιτειακούς Φορείς, συμπαραστεκόμενος ποικιλοτρόπως στα πολλά και δισεπίλυτα προβλήματα που ανέκυψαν κατά την πρώτη εικοσαετία της Ποιμαντορίας του, τα οποία μάλιστα εξακολουθούν να υφίστανται στην πόλη και τη Μητρόπολή μας, όπως είναι η αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και η επούλωση των οδυνηρών συνεπειών των συχνών φυσικών καταστροφών, όπως οι σεισμοί, οι πυρκαγιές και οι πλημμύρες. Στο πλαίσιο αυτό εξακολουθεί επίσης να φροντίζει μέχρι σήμερα για την ομαλή λειτουργία του κεντρικού και των υπολοίπων ενοριακών Φιλοπτώχων Ταμείων, αλλά και του πολλαπλώς χρήσιμου Μητροπολιτικού Κοινωνικού Παντοπωλείου, μέσω των οποίων προσφέρεται καθημερινώς γενναία οικονομική και υλική αρωγή και στήριξη στους αναξιοπαθούντες, καθώς επίσης και των συσσιτίων της Ιεράς μας Μητροπόλεως, από τα οποία διανέμεται εξαιρετικά μεγάλος αριθμός μερίδων φαγητού σε καθημερινή βάση και χωρίς διάκριση στους πάσχοντες αδελφούς κυρίως της πόλεως, ώστε, όπως τονίζει διαρκώς, «ουδείς να πεινάη στην Πάτρα!»[34].

         Αξίζει να αναφερθεί, τέλος, ότι μικρό διάστημα μετά την εγκατάστασή του στην Πάτρα, ο Μητροπολίτης μας ανέλαβε αυτοβούλως και εξολοκλήρου την αντιμετώπιση του προβλήματος της διατροφής και της ένδυσης των χιλιάδων μεταναστών που εισέρευσαν στην πόλη μας, ενώ στάθηκε κατόπιν και με πατρικό ενδιαφέρον στους δοκιμαζόμενους συνανθρώπους μας από τον μεγάλο σεισμό της 8ης Ιουνίου 2008, αλλά και συνεργάστηκε για την ανακούφιση των πλημμυροπαθών και πυροπλήκτων της Επαρχίας του, με σκοπό την υποβοήθησή τους, ώστε να επανέλθει η ζωή τους στους φυσιολογικούς της ρυθμούς, ενώ αντιμετώπισε με πολλή διάκριση και διαχειρίστηκε με πολλή σύνεση τις δυσκολίες και τα προβλήματα που επέφερε στην ομαλή λειτουργική ζωή του λαού του Θεού η πανδημία του Covid-19 σε αγαστή συνεργασία με την πολιτική διοίκηση του τόπου μας.

     6. Ο Σεβασμιώτατος όμως, φρόντισε και φροντίζει διαρκώς και μεθοδικά για την καλλιέργεια της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης στον Λαό μας και στο πλαίσιο του ευρύτερου Κατηχητικού, Κηρυκτικού και Παιδαγωγικού του Έργου, επιδιδόμενος με ζήλο ένθερμο στην προσπάθεια διάδοσης του λόγου του Θεού στην μητροπολιτική του περιφέρεια κυρίως, χρησιμοποιώντας δαψιλώς για τον σκοπό αυτό τα τοπικά Μέσα Επικοινωνίας, καθώς επίσης και τον Ραδιοφωνικό και Τηλεοπτικό σταθμό της Ιεράς μας Μητροπόλεως, θεωρώντας τα ως τους νέους και πλέον επιδραστικούς άμβωνες της μεταδόσεως του Ευαγγελίου και της Ορθοδόξου Μαρτυρίας σε όλον τον κόσμο, προς τον οποίο εκπέμπεται παράλληλα σαφώς και το μήνυμα της ενότητας Ορθοδοξίας και Ελληνισμού ως Ρωμηοσύνης, δεδομένου ότι, όπως υποστηρίζει, «μέσα από αυτόν τον σύγχρονο άμβωνα, την Τηλεόραση δηλαδή και το Ραδιόφωνο της Μητροπόλεώς μας, στηρίζομε τους ανθρώπους στην πίστη, στην αγάπη στον Θεό και στην αφοσίωση στην Αγία μας Εκκλησία. Ακόμη, προβάλλομε την Ελληνορθόδοξη Παράδοσή μας, την ιστορία μας, την τέχνη, τον πολιτισμό, σε τοπικό και γενικώτερο επίπεδο»[35].

     Την αρραγή ενότητα Ορθοδοξίας και Ελληνισμού υποστήριξε επίσης με σθένος ο Ποιμενάρχης μας και μέσω των πολυπληθών, πλέον των πεντακοσίων, ποιμαντορικών του Εγκυκλίων, οι οποίες, κατά τον ενάρετο και πολιό Πρωτοσύγκελλό του τότε, Αρχιμ. π. Συμεών Χατζή, «προσφέρουν άρωμα Ορθοδοξίας και Ρωμηοσύνης, σύμφωνα με την Φιλοκαλική μας Παράδοση»[36], ενώ και με τα πολυάριθμα φλογερά του κηρύγματα δεν επιδιώκει μόνο την πνευματική αφύπνιση και οικοδομή του Ποιμνίου του, αλλά και την ενίσχυση της πεποίθησής του για την ενότητα Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας, ώστε να αντιτίθεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα σε κάθε προσπάθεια πνευματικού αποπροσανατολισμού στην κατεύθυνση της αποχριστιάνισης και του αφελληνισμού του Λαού μας και ιδίως των νέων γενεών, αποδοκιμάζοντας έντονα, όπως διαπιστώνει εύστοχα ο οξυδερκής Βοηθός του Επίσκοπος κ. Χρύσανθος, τη «σύγχρονη τάση μεταξίωσης των αξιών, την ανηθικότητα, την αποδόμηση και αποσάρθρωση του θεσμού της οικογένειας, την βία, τον εκμαυλισμό της νεολαίας, την αποϊεροποίηση και την εκκοσμίκευση, την απομάκρυνση από την παράδοση, την στείρα προοδοπληξία, την παραχάραξη της ιστορίας και την αλλοίωση της εθνικής μας ταυτότητας που συνθέτουν την τραγικότητα του σύγχρονου Έλληνα»[37].

       Ο Σεβασμιώτατος όμως, δεν αμέλησε να μεριμνήσει επιπλέον και για την Ελληνορθόδοξη Οικοδομή της Νεολαίας μας, ιδρύοντας για τον σκοπό αυτό το «Γραφείο Νεότητος», με κύριο στόχο τον συντονισμό του νεανικού και κατηχητικού έργου της Ιεράς μας Μητροπόλεως, ορίζοντας ως κορυφαία αποστολή του την φροντίδα για τη λειτουργία σε όλες τις Ενορίες Κατηχητικών Σχολείων όλων των βαθμίδων, με παράλληλη διοργάνωση δραστηριοτήτων για την προώθηση της ορθής αγωγής της Νεότητας και αποστολή την αφομοίωση και εφαρμογή του Ορθοδόξου Ελληνικού Ήθους σε όλους τους τομείς του κοινωνικού βίου, «διότι το μέλλον της Εκκλησίας και της Κοινωνίας μας είναι οι νέοι άνθρωποι»[38]. Όσον αφορά μάλιστα στον τομέα της Νεότητας, είναι γεγονός ότι ο Μητροπολίτης μας επέδειξε επιπλέον ζωηρό ενδιαφέρον και για την ποιμαντική στήριξη των φοιτητών και των σπουδαστών της πόλεώς μας με τον διορισμό εφημερίων, υπευθύνων στους Ναούς του Πανεπιστημίου και του Α.Τ.Ε.Ι., ενώ υποστηρίζει ένθερμα και τη λειτουργία των εβδομαδιαίων φοιτητικών συναντήσεων με σκοπό την επιπλέον πνευματική συγκρότηση της φοιτητιώσας νεολαίας.

         Θεωρώντας ο Ποιμενάρχης μας ως ύψιστο αγαθό την πρόσληψη της Ελληνορθόδοξης Παιδείας και Αγωγής από τις νέες γενεές, εξακολουθεί, προκειμένου να ενισχύσει την προσπάθεια αυτή, να επισκέπτεται σε τακτική βάση πληθώρα Σχολείων, να διατηρεί άριστες σχέσεις με τους Εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, αλλά και αγαστή συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Πατρών, ενώ υποστηρίζει με σθένος επίσης και εμπράκτως τη διατήρηση της λειτουργίας του Εκκλησιαστικού Λυκείου, θεωρώντας ότι σε αυτό προετοιμάζονται τα μελλοντικά πρόσωπα που θα επανδρώσουν τον Ιερό Κλήρο, αλλά και θα ενισχύσουν, ως έχοντα εμπειρία στο εκκλησιαστικό έργο, στους λοιπούς τομείς της Ποιμαντικής Διακονίας.

        Σημαντικό τομέα για την αγωγή των Νέων μας επίσης, συνιστά, με μέριμνα του Σεβασμιωτάτου, και η λειτουργία στους κόλπους της Ιεράς μας Μητροπόλεως δύο Σχολών Πληροφορικής, μίας σχολής Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Αγιογραφίας και δύο σχολών Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής, μίας στην Πάτρα και μιας άλλης στην Κάτω Αχαΐα με παράρτημα στην Χαλανδρίτσα, όπου διδάσκεται συστηματικά η Πατρώα Μουσική, Εκκλησιαστική και Λαϊκή/Δημοτική Παραδοσιακή, ως έχουσες κοινές πηγές και ρίζες, καταδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό έμπρακτα και στον τομέα αυτό την αρραγή ενότητα μεταξύ Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας.

        Σπουδαίο έργο της μέριμνας του Μητροπολίτου μας, τέλος, αποτελεί και η επέκταση και η συστηματική λειτουργία του Παιδικού Σταθμού της Ιεράς μας Μητροπόλεως με ευθύνη της ενορίας της Εγλυκάδος στον αύλειο χώρο του παρεκκλησίου των Αγίων Πατέρων, στον οποίο φιλοξενούνται περισσότερα από εκατό νήπια, προερχόμενα κατά κύριο λόγο από πολύτεκνες ή με χαμηλό εισόδημα οικογένειες από την πόλη των Πατρών, ώστε να διευκολύνονται στην εργασία τους οι γονείς τους, αλλά και τα παιδιά να γαλουχούνται από τις κατάλληλες παιδαγωγούς στην Ελληνορθόδοξη Πίστη και Παράδοση.

      7. Πορευόμενος μέχρι σήμερα ο Σεπτός μας Ποιμενάρχης σταθερά και αδιάστατα εντός του πλαισίου της υγιούς Ελληνορθοδόξου Παραδόσεως, αλλά και αγωνιζόμενος σθεναρά για την υιοθέτηση, τη διατήρηση και την εφαρμογή της από τον Λαό μας, εξακολουθεί να φρονεί ορθά, αναφορικά με τον αδιάρρηκτο σύνδεσμο μεταξύ Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας, ότι  «Ελλάδα είναι η Ορθοδοξία …, [καθώς και ότι] η Ελλάδα είναι [πράγματι] ένα δώρο του Θεού στον κόσμο …», [ώστε να είναι] άρρηκτη [η] σχέση της Πατρίδος μας με την Ορθόδοξη Πίστη. …, [εφόσον] Ελλάδα και Ορθοδοξία είναι μεγέθη τα οποία δεν ξεχωρίζουν. Όπως δεν μπορείς [παρατηρεί προσφυώς] να ξεχωρίσης το δέρμα από τα οστά, έτσι δεν μπορείς να ξεχωρίσῃς [και] τον Χριστό από την Ελλάδα»[39].

       Επιθυμώντας μάλιστα να ενισχύσει περισσότερο τον ακατάλυτο δεσμό μεταξύ του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, υποστηρίζει με σθένος, πως «η Ορθοδοξία είναι συνυφασμένη με τον ιστό του Έθνους μας, [ούτως ώστε] η διατήρηση των υγιών στοιχείων του Ελληνικού πολιτισμού, η διάσωση των Ελληνικών Γραμμάτων, η ανάδειξη του Ελληνικού πνεύματος, [να] οφείλονται κατά το πλείστον στην Ορθοδοξία. … [Για όλους αυτούς του λόγους, όπως τονίζει επιπλέον,] αγωνιζώμεθα … δια την διάσωση της ιδιοπροσωπίας του Ορθοδόξου λαού μας»[40], καθότι «για μας τους Έλληνες η Ορθοδοξία … [δεν] είναι κάποια αξία απλώς πολιτιστική ή κάποιο φως που έρχεται εξ Ανατολών, αλλά είναι ο λόγος αυτής ταύτης της υπάρξεώς μας, …[δεδομένου μάλιστα, ότι]… ο Λαός μας … έχει [βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του] την Ορθόδοξη Ρωμαίικη, Φιλοκαλική Παράδοση»[41].

       Η αδιάρρηκτη και ευχύμως καρποφόρα αυτή σχέση μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, τέλος, υπογραμμίζει ο Μητροπολίτης μας, μάς υπαγορεύει και πάλι στους σημερινούς δύσκολους καιρούς «να διατρανώσουμε, ως Έλληνες Ορθόδοξοι, απόγονοι ηρώων και μαρτύρων, την αφοσίωσή μας στις πατροπαράδοτες αξίες της Πίστεως και του Γένους μας … [αλλά και] να ομολογήσωμε … ότι εντός μας ζει ο Χριστός και η Ελλάδα και αυτές τις δύο μεγάλες μας αγάπες με τίποτα δεν τις αλλάζομε, ούτε τις παραδίδομε, ούτε τις πουλάμε»[42], ενώ οφείλουμε επιπλέον να προσευχόμαστε αδιάλειπτα «για το Γένος μας ..., το οποίο έχασε, προς καιρόν πιστεύομε, την πνευματική του πυξίδα, υιοθετήσαν αλλότρια και ξένα πρότυπα ζωής, μακράν των υπό του Θεού παραδεδομένων και υπό των ετών δοκιμασμένων ιερών αληθειών»[43].

       Ωστόσο όμως και παρά τη δυσμενή αυτή εξέλιξη και οδυνηρή κατάσταση, ο Σεβασμιώτατος δεν παύει να αισιοδοξεί και να ελπίζει, διατηρώντας σταθερή την πεποίθηση, ότι, δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, - η οποία «ανεδείχθη διαχρονικά η Υπέρμαχος Στρατηγός και Πρόμαχος της Ορθοδόξου Ελλάδος»[44] και γι’ αυτό «η Ορθόδοξη Ελλάδα κυρίως γονατίζει … τιμώντας την … ως Υπέρμαχον Στρατηγόν και Σώτειρα του Γένους»[45] -, ο Θεός «δεν θα εγκαταλείψῃ τον τόπο μας, την Πατρίδα μας, παρά τα όποια αμαρτήματα και ατοπήματά μας»[46], εφόσον, όπως καταλήγει ορθώς, «το Έθνος μας, οσάκις είχε εστραμμένα τα μάτια προς τον ένα και μόνο αληθινό Θεό, ήτο κραταιό και δυνατό»[47], αφού «η Εκκλησία [Του] στάθηκε και στέκεται [διαχρονικώς ως η μητέρα και] η τροφός όλων μας και του Γένους μας ολοκλήρου»[48], ώστε «ὅσο θά ὑπάρχῃ Ἐκκλησία, αὐτός ὁ τόπος δέν θά χαθῆ. Καί ἐφ’ ὅσον ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ νικητοῦ τοῦ θανάτου Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτός ὁ τόπος καί ὁ Λαός θά ζήσῃ ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος»[49]. Αμήν !

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

     Ανωνύμως, «Η έκτακτος σύγκλισις της Ι.Σ.Ι. και η εκλογή Μητροπολίτου Πατρών (18&19 Φεβρουαρίου 2005), Εκκλησία 82/3 (2005), σ. 199-211.

 [Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου], «Ενθρονιστήριος Λόγος (20.02.2005)», Εκκλησία 82/5 (2005), σ. 367-373 και Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 16-27.

Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Αντιφώνησις εις την προσφώνησιν του κ. Δημάρχου Πατρέων», Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 29-30.

[Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου - Αρχιμ. Συμεών Χατζή (επιμ.)], Η Εκλογή, η Χειροτονία και η Ενθρόνιση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου, Πάτρα : Ιερά Μητρόπολις Πατρών, 2010.

Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιοι (2005-2010), Πάτρα 2013.

Αρχιμ. Συμεών Χατζή, «Εισαγωγή στην έκδοση», στο Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιοι (2005-2010), Πάτρα 2013, σ. 9-12.

Μ. Βασιλάκη (επιμ.), «Ο Πατρών Χρυσόστομος. Αφιέρωμα με αφορμή τη συμπλήρωση Δέκα Ετών Ποιμαντορίας του», Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), 1/17-8/24 και 9/41-16/48.

Γ. Καραλή, «Ο Μητροπολίτης Ιερισσού Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ.κ. Θεόκλητος, ‘Γνωρίζω τη δουλειά και τη θυσία του’ - (Συνέντευξη)», στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 6/22.     

 Ανωνύμως, «Μια Συζήτηση της ‘Πελοποννήσου’ με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο», στο Πελοπόννησος/Επιλογές  21 (19/02/2015), σ. 8/24-41/9.

Αρχιμ. Μελχισεδέκ (Γαλάνη), «20 Φεβρουαρίου 2005. Αναμνήσεις με χαρμολύπη», στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 11/43.

Π. Παπαδούρη, «Ο π. Χρυσόστομος Σκλήφας, Καθηγητής Θεολογίας της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Τρίπολης (1983-1990), στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 15/47.

[Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου], Σταλάγματα Ψυχής, επιμ. Μ. Τσουκαλά, Πάτρα : Εκδόσεις ‘Πελοπόννησος’, (2015) - [Συλλογή άρθρων (από τα έτη 2012-2014) στην εφημερίδα «Πελοπόννησος»].

Επισκ. Κερνίτσης Χρυσάνθου, «Δεκαπενταετής Θεάρεστη Ποιμαντορία στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών», στο https://www.romfea.gr/katigories/10-apopseis/35386-dekapentaetis-thearesti-poimantoria-stin-apostoliki-ekklisia-ton-patron (3/11/2025).

Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019.

π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος (2005-2020). Δεκαπέντε χρόνια στο θρόνο του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου», Ο Εκκλησιολόγος 652 / 22-02-2020, σ. 12 και 14.

Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιοι (2016-2020), Πάτρα 2024.

Επισκ. Κερνίτσης Χρυσάνθου, «Είκοσι χρόνια ευκλεούς διαποίμανσης της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών», Ο Εκκλησιολόγος 904 / 22-02-2025, σ. 16.

π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος. Εικοσαέτηρος ευκλεής Ποιμαντορία στον θρόνο Ανδρέου του Πρωτοκλήτου Αποστόλου (2005 - 2025)», Ο Εκκλησιολόγος. Ειδικό Ένθετο  904 / 22-02-2025, σ. 1-20.

π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «’Η Ελλάδα είναι ένα δώρο του Θεού στον κόσμο… Ελλάδα είναι η Ορθοδοξία’. Ορθοδοξία και Ελληνικότητα στον Βίο και το Έργο του Μητροπολίτου Πατρών Χρυσοστόμου», Ο Εκκλησιολόγος  940 / 08-11-2025, σ. 1, 6-8.   



[1] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Η Ιαχή των Κολυμβητών…», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, Πάτρα : Πελοπόννησος, (2015), σ. 71-72 .

[2] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Ενθρονιστήριος Λόγος (20.02.2005)», Εκκλησία 82/5 (2005), σ. 367-  Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 16 και [Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου - Αρχιμ. Συμεών Χατζή (επιμ.)], Η Εκλογή, σ. 135.

 [3] π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη«Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος (2005-2020). Δεκαπέντε χρόνια στο θρόνο του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου», Ο Εκκλησιολόγος 652 / 22-02-2020, σ. 12 και 14 και Του Αυτού, «Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος. Εικοσαέτηρος ευκλεής Ποιμαντορία στον θρόνο Ανδρέου του Πρωτοκλήτου Αποστόλου (2005 - 2025)», Ο Εκκλησιολόγος. Ειδικό Ένθετο  904 / 22-02-2025, σ. 1-20.

[4] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Μήνυμα …προς τους Εκπαιδευτικούς …», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 149.

[5] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «28η Οκτωβρίου 1940: Όλα για την Ελλάδα …», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 120.

[6] Γ. Καραλή, «Ο Μητροπολίτης Ιερισσού Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ.κ. Θεόκλητος, ‘Γνωρίζω τη δουλειά και τη θυσία του’ - (Συνέντευξη)», στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 6/22.

[7]Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «’Σμίλεψε πάλι δάσκαλε ψυχές…’», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 104.

[8] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «’Σμίλεψε πάλι δάσκαλε ψυχές…’», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 104.

 [9]  Αρχιμ. Μελχισεδέκ (Γαλάνη), «20 Φεβρουαρίου 2005. Αναμνήσεις με χαρμολύπη», στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 11/43.

[10] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Ενθρονιστήριος Λόγος (20.02.2005)», Εκκλησία 82/5 (2005), σ. 370 και Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 20.

[11] «Συγκίνηση στην Κόκκινη Εκκλησιά, στου Λουκά Τριπόλεως», στο https://www.orthodoxianewsagency.gr/mitropolitiko_ergo/%CE%B9-%CE%BC-%CF%80%CE%B1%CF%84%CF%81%CF%8E%CE%BD/sygkinisi-stin-kokkini-ekklisia-stou-louka-tripoleos/ (3/11/2025).

 [12] Πρβλ. Π. Παπαδούρη, «Ο π. Χρυσόστομος Σκλήφας, Καθηγητής Θεολογίας της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Τρίπολης (1983-1990)», στο Μ. Βασιλάκη (επιμ.), Ο Πατρών Χρυσόστομος…, Πελοπόννησος/Επιλογές 21 (19/02/2015), σ. 15/47.

[13] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «’Σμίλεψε πάλι δάσκαλε ψυχές…’», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 104.,

[14] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Μήνυμα …προς τους Εκπαιδευτικούς …», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 149.

[15] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 169 / Χριστούγεννα 2012, στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019, σ. 86.

[16] π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος», Ο Εκκλησιολόγος. Ειδικό Ένθετο  904 / 22-02-2025, σ. 2.

[17] Επισκ. Κερνίτσης Χρυσάνθου, «Δεκαπενταετής Θεάρεστη Ποιμαντορία στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών», στο https://www.romfea.gr/katigories/10-apopseis/35386-dekapentaetis-thearesti-poimantoria-stin-apostoliki-ekklisia-ton-patron (3/11/2025).

[18] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Παύλος, ο κλεινός Απόστολος και Διδάσκαλος της Ελλάδος», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/appaulos2012.html

[19] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Παύλος, ο κλεινός Απόστολος και Διδάσκαλος της Ελλάδος», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/appaulos2012.html

[20] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Περί της Παυλείου εν Αθήναις Διδαχής», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 108.

[21] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 153 / 2-3-2012 : Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου 1821 και ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυς Γρηγόριος ο Ε΄», στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019, σ. 55.

[22] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Εκλογές 2012. Ο Ελληνικός Λαός απαιτεί την υπογραφή του δικού του Συμβολαίου …», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 10.

[23] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Λόγος…της εσχάτης ώρας «και όμως υπάρχει σωτηρία», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/swtiria2012.html (3/11/2025).

[24] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Λόγος…της εσχάτης ώρας «και όμως υπάρχει σωτηρία», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/swtiria2012.html (3/11/2025).

 [25] [Ανωνύμως, «Μια Συζήτηση της ‘Πελοποννήσου’ με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο», στο Πελοπόννησος/Επιλογές  21 (19/02/2015), σ. 41/9.

[26] Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τοὺς Ἀνδριάντας, 6,1, PG 49, 81. Πρβλ. συναφώς και π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Εκκλησία και Βασιλική Εξουσία στο έργο των Τριών Ιεραρχών», SingiLogos 4/1 (2024), σ. 225.

[27] Ανωνύμως, «Μια Συζήτηση της ‘Πελοποννήσου’ με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο», στο Πελοπόννησος/Επιλογές  21 (19/02/2015), σ. 41/9.

[28] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Ενθρονιστήριος Λόγος (20.02.2005)», Εκκλησία 82/5 (2005), σ. 367 - Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 18 και [Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου - Αρχιμ. Συμεών Χατζή (επιμ.)], Η Εκλογή, σ. 138.

[29] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Ενθρονιστήριος Λόγος (20.02.2005)», Εκκλησία 82/5 (2005), σ. 369 - Αλιεύς 238/38 (2005), σ. 19 και [Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου - Αρχιμ. Συμεών Χατζή (επιμ.)], Η Εκλογή, σ. 138.

[30] Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τό «Εἶδον τόν Κύριον…», 4, 5, PG 56, 127 : «Ἱερέως ἐλέγχειν ἐστὶ μόνον καὶ παρρησίαν ἐπιδείκνυσθαι, οὐχ ὅπλα κινεῖν, ἀλλὰ μόνον ἐλέγχειν καὶ παρρησίαν ἐπιδείκνυσθαι». Πρβλ. εκτενώς στο π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Εκκλησία και Βασιλική Εξουσία στο έργο των Τριών Ιεραρχών», SingiLogos 4/1 (2024), σ. 225-226.

[31] Ανωνύμως, «Μια Συζήτηση της ‘Πελοποννήσου’ με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο», στο Πελοπόννησος/Επιλογές  21 (19/02/2015), σ. 8/24.

[32] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Λόγος…της εσχάτης ώρας «και όμως υπάρχει σωτηρία», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/swtiria2012.html (3/11/2025).

[33] Ανωνύμως, «Μια Συζήτηση της ‘Πελοποννήσου’ με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο», στο Πελοπόννησος/Επιλογές  21 (19/02/2015), σ. 41/9.

 [34]  π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, «Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος. Εικοσαέτηρος ευκλεής Ποιμαντορία στον θρόνο Ανδρέου του Πρωτοκλήτου Αποστόλου (2005 - 2025)», Ο Εκκλησιολόγος. Ειδικό Ένθετο  904 / 22-02-2025, σ. 12.

[35] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 179 / 14-6- 2013 : «Δισκοφορία υπέρ των Εκκλησιαστικών Μέσων Ενημερώσεως …», στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019, σ. 109.

[36] Αρχιμ. Συμεών Χατζή, «Εισαγωγή στην έκδοση», στο Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιοι (2005-2010), Πάτρα 2013, σ. 11.

[37] Επισκ. Κερνίτσης Χρυσάνθου, «Είκοσι χρόνια ευκλεούς διαποίμανσης της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών», Ο Εκκλησιολόγος 904 / 22-02-2025, σ. 16.

[38] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 293 / 3-10- 2017, στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2016-2020), Πάτρα 2024, σ. 83.

[39] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Η Ιαχή των Κολυμβητών…», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 71-72.

[40] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Η Εορτή της Ορθοδοξίας», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 132.

[41] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Κύριε, είμαστε στον Άδη. Βοήθησέ μας να αναστηθούμε, δια πρεσβειών του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 59-60.

[42] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 153 / 2-3-2012: Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου 1821 και ο Άγιος Εθνοϊερομάρτυς Γρηγόριος ο Ε΄», στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019, σ. 56.

[43] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Δεύτε αναβώμεν … εις την Μονήν της Γηροκομιτίσσης», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 33.

[44] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 263 / 1-8- 2016, στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2016-2020), Πάτρα 2024, σ. 29.

[45] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 102 / Δεκαπενταύγουστος 2009 : Περί της Εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2005-2010), Πάτρα 2013, σ. 214 και Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 310 / Δεκαπενταύγουστος 2018 , στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2016-2020), Πάτρα 2024, σ. 116.

[46] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «΄Δράξασθε Παιδείας…΄», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 41.

[47] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, Εγκύκλιος 169 / Χριστούγεννα 2012, στο Του Αυτού, Εγκύκλιοι (2011-2015), Πάτρα 2019, σ. 86.

[48]Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Κύριε, είμαστε στον Άδη. Βοήθησέ μας να αναστηθούμε, δια πρεσβειών του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου», στο Μ. Τσουκαλά (επιμ.), Σταλάγματα Ψυχής, σ. 59-60.

[49] Μητρ. Πατρών Χρυσοστόμου, «Λόγος…της εσχάτης ώρας «και όμως υπάρχει σωτηρία», στο http://i-m-patron.gr/i-m-patron-old.gr/keimena/swtiria2012.html (3/11/2025).

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Άξιος ο Άγιος Πατρών.
Υπηρετεί ευσυνείδητα την Εκκλησία και το Έθνος.

Ανώνυμος είπε...

Δώρο του Θεού στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και στην Εκκλησία της Ελλάδος είναι και ο Μητροπολίτης μας κ.κ. Χρυσόστομος που τιμά το ράσο, υπακούει στους Αγίους Πατέρες, ήταν και είναι ιεράρχης παραδοσιακός με σωφροσύνη και ζωή ενάρετη, αγία και απλή.

Ανώνυμος είπε...

Μέγας Ιεράρχης αναγκαίος για την Εκκλησία. Πάντα προσφέρει με λόγια και έργα. Να ζήσει για να τον δούμε και σε παραπάνω θέση.

Ανώνυμος είπε...

Να ζήσει σαν τα ψηλά βουνά και να τον αξιώσει ο Θεός να γίνει και αρχιεπίσκοπος έχουμε ανάγκη από ανθρώπους όπως ο Άγιος Πατρών
Αξιος

Ανώνυμος είπε...

Μακάρι να ανέβει στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο.