Ούτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϞ’ [290], δούλος μιας γυναικός συγκλητικής, ονόματι Αγλαΐδος, θυγατρός Ακακίου του ανθυπάτου Ρώμης. Ούτος λοιπόν καθό άνθρωπος, ενικάτο μεν, από το κρασίον και από τον έρωτα της κυρίας του. Ήτον όμως ελεήμων και φιλόξενος. Προθύμως μεν βοηθών τους δεομένους, σπλαγχνιζόμενος δε και συμπονών εις τας συμφοράς και παρακαλέσεις των καταπονουμένων. Ομοίως και η κυρία του ήτον ελεήμων, και τους του Χριστού Μάρτυρας αγαπώσα. Εν μια δε των ημερών λέγει αύτη εις τον Βονιφάτιον. Πήγαινε εις την Ανατολήν, οπού μαρτυρούσιν οι Άγιοι, και φέρε λείψανα Αγίων, δια να έχωμεν αυτά εις βοήθειαν και ψυχικήν σωτηρίαν μας. Ο δε Βονιφάτιος χαμογελώντας, απεκρίθη. Ανίσως δε φέρω το εδικόν μου λείψανον, δέχεσαι τούτο; Η δε Αγλαΐς, δεν είναι καιρός, του είπε, να παίζης. Όθεν αρκετά τούτον επιτιμήσασα, έβαλεν εις την καρδίαν του τον του Θεού φόβον. Είτα ευξαμένη να επαναγυρίση με δεξιόν γύρισμα απέστειλεν αυτόν, όπου εβασανίζοντο οι του Χριστού Μάρτυρες.
Πηγαίνωντας λοιπόν ο Βονιφάτιος εις Κιλικίαν με δούλους δώδεκα, και με χρυσίον πολύ, ευρήκεν άνδρας Αγίους μαρτυρούντας, και κατεφίλει τα δεσμά και πληγάς των. Όθεν παρασταθείς έμπροσθεν του ηγεμόνος και ομολογήσας τον εαυτόν του Χριστιανόν, εκρεμάσθη κατακέφαλα, και κατεξεσχίσθη εις το σώμα έως και εις αυτά τα κόκκαλα. Είτα έμπηξαν εις τα ονύχιά του καλάμια κοπτερά. Και επότισαν αυτόν μολύβι βρασμένον. Μετά ταύτα έβαλαν αυτόν μέσα εις ένα καζάνι γεμάτον από πίσσαν βρασμένην. Και ο μεν Άγιος εφυλάχθη από αυτά αβλαβής με την χάριν του Θεού, διεφθάρησαν δε δήμιοι πεντήκοντα. Τελευταίον δε, απέκοψαν την τιμίαν κεφαλήν του. Και από το κόψιμον ευγήκε παραδόξως γάλα, ανακατωμένον με αίμα. Όθεν επίστευσαν εις τον Χριστόν άνδρες πεντήκοντα. Οι δε σύνδουλοί του νομίσαντες ότι ευρίσκεται εις καπηλεία και μέθας κατά την συνήθειάν του, ετριγύριζον εδώ και εκεί ζητούντες αυτόν. Μόλις δε έμαθον από τους στρατιώτας τα γενόμενα. Όθεν ευρόντες το λείψανόν του, έπεσον επάνω εις αυτό και έκλαυσαν, καταφιλούντες και ζητούντες συγχώρησιν, δια όσα πρότερον τον εκατηγόρουν. Είτα αγοράσαντες αυτό με πεντακόσια φλωρία, το επήραν και το επήγαν εις την κυρίαν τους. Εις την οποίαν επρομηνύθη ο ερχομός του λειψάνου με αποκάλυψιν αγίου Αγγέλου.
Η δε Αγλαίς μετά χαράς προϋπαντήσασα το άγιον λείψανον, και πολυτελώς τούτο τιμήσασα, ενταφίασεν αυτό τέσσαρα μίλια σχεδόν έξω της πόλεως Ρώμης. Ύστερον δε οικοδόμησε και Ναόν εις το όνομά του εν τω μέσω της πόλεως, κατά το κάλλος και κατά την ύλην λαμπρότατον. Όπου καθ’ εκάστην πηγάς ιαμάτων προχέει. Από τότε δε και ύστερα, οσίως και θεαρέστως και εκείνη διεπέρασε την ζωήν της, μεταχειριζομένη τόσην τραχυτάτην άσκησιν, ώστε οπού ηξιώθη να λάβη και χάριν θαυμάτων. Και ούτως εν ειρήνη το πνεύμα αυτής τω Κυρίω παρέδωκε.
Άγιος Νικόδημος
Αγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου