Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2019

ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ, «ΑΘΩΝΙΚΟΣ ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ» - ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ


ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ  ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ
1871-1957
«ΑΘΩΝΙΚΟΣ  ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ  ΣΤΗΝ  ΑΘΗΝΑ»

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

      Μετά τους Αγίους, Νικόλαο Πλανά, Άνθιμο Βαγιάνο, και Αμφιλόχιο Μακρή, ο Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, που η αγιοκατάταξή του επίκειται ως προαναγγέλθηκε, είναι η 4η «μορφή αγωνιστικής αγιότητας της Εκκλησίας των χρόνων μας», για την οποία σε ανύποπτο χρόνο έχω δημοσιεύσει εκτενή βιογραφική δοκιμή-«Συναξάρι «3» του 20ου Αιώνα»*, Εκδόσεις «Τήνος», 1989. Όπως πάντα με στοιχεία που μου διέθετε ο αφανής, πολύς,  αιωνόβιος νυν π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος. Απόσπασμα αυτής είναι το γραπτό που ακολουθεί. Και, αφιερώνεται στη μνήμη του συμμαθητή και συν-ομαδόπουλού μου  Βασίλη Σπανάκου-ΧΜΟ Μέσου Αγίου Νικολάου, και Ανωτέρου Αγίου Βασιλείου Πειραιά, Σιμωνοπετρίτη μοναχού Αρσενίου μετά, και εις τιμήν των από εκείνη την αλησμόνητη εποχή, νυν επίσης Σιμωνοπετριτών Ιερομονάχων αδελφών Θεολόγου και Εφραίμ Κερεστετζή.

    «Θαλερός βλαστός του Ελληνισμού της Μικρασίας, φυτεμένος «παρά τας διεξόδους των υδάτων»-Ψ.1,3-των παραδόσεων του Γένους, που άρδευαν γόνιμα τους εκεί συμπατριώτες μας … Γεννημένος για μοναχός … Νοσταλγός παιδιόθεν της αγιορείτικης γοητείας. Σέμνωμα πρώιμο της Αθωνικής βιωτής και πολιτείας, αλλά και … «έκτρωμα» γρήγορα της όχι σπάνιας καλογηρικής μικροψυχίας ! Πικρή δοκιμασία για τον ίδιο αυτό, αληθινή ευλογία για το λαό του Θεού !

    Η ερμηνεία γνωστή, και στο λόγο προκλητική, «παραχώρηση Θεού…» ! Μα και πραγματικότητα αυταπόδεικτη, Γέροντας θησαυρός Αθωνικός, ως ιλαρός πρεσβύτης για το Βύρωνα, λαϊκή συνοικία των Αθηνών, και όχι μόνο,  από το Μετόχι της Ανάληψης, της ίδιας Μονής, έτη είκοσι πέντε χρόνια, τέταρτο αιώνα. Από εκεί τόσο φως, τόση αγάπη, αγιότητα πολλή ! Πόσο παράξενα σου αρέσει, Θεέ μου, τα πράγματα  να «οικονομείς» !
*****  ***  *****
    Διακογιώργης Ιωάννης του Νικολάου, ταπεινού σφουγγαρά, και της ευλαβέστατης Μαρίας με τα ωραία του αργαλειού της υφαντά, πολυαγαπημένος γιος, γεννημένος το 1871 στο χωριό Ρεϊζντερέ-επαρχία Κρήνης, Μ. Ασία, στα Αλάτσατα κοντά, κατέναντι στη Χίο … Εργατικό, συνετό, έξυπνο παιδί … άριστος μαθητής … Με το που τέλειωσε το Δημοτικό Σχολείο … τον έστειλε ο δάσκαλος σε γειτονική κωμόπολη και δίδαξε με την κρατούσα τότε μέθοδο της «αλληλοδιδακτικής» …
     Μεγάλωσε μέσα στις εκκλησίες, βοηθούσε ιερείς και ψάλτες, ρουφούσε τις ευσεβείς που άκουγε από αυτούς διδαχές. «Καθ’ ημέραν δε την επ’ εκκλησίαις ευσεβή και σωτήριον διδασκαλίαν επακρωόμενος», θα γράψει αργότερα … Δώδεκα χρονών μοναχά, αποτολμά ιερή αποδημία στη Χίο με άλλους τρεις, επισκέπτεται τον ονομαστό ασκητή Παρθένιο, που ζει σε σπηλιά για τη ζωή του να τον συμβουλευτεί. Εκείνος τον συμβουλεύει σοφά, τον κοιτάζει στα μάτια, και του προμηνύει ότι θα βγει στη μοναχική οδό !
     «Κατά την εφηβικήν μου ηλικίαν, λογιζόμενος καθ’ εαυτόν -γράφει αργότερα- πώς θα ηδυνάμην να ευαρεστήσω τω Κυρίω, εξελεξάμην την των μοναχών ευαγή και θεάρεστον πολιτείαν … Και, την πατρικήν ευλογίαν και ευχήν των γονέων μου λαβών, και τον Σταυρόν του Κυρίου όπλον ακαταμάχητον αναλαβών, ως εικός μετέβην εις Άγιον Όρος του Άθω, ως μάλλον κατάλληλον και συνάδον προς τον θεοφιλή σκοπόν μου και απόφασιν». Ήταν τότε παλικάρι δεκαεφτά χρονών ! … Ευτυχισμένες οι ψυχές που μπορούν να πάρουν συνειδητά καίριες αποφάσεις ζωής τόσο νωρίς-3 Οκτωβρίου 1888. «Προσελθών δε, θεία προνοία πάντως, εις την σεβασμίαν, ιεράν Μονήν της του Σίμωνος Πέτρας, και γενόμενος δεκτός υπό του Καθηγουμένου αυτής σεβασμίου Γέροντος αειμνήστου Αρχιμανδρίτου Νεοφύτου Μολάκα, του εξ Αλατσάτων της Ερυθραίας, καλώς και ευαγώς ιθύνοντος και διακυβερνώντος την Μονήν κατετάχθην ως δόκιμος εν αυτή εξυπηρετών κατά κανόνα πάσαν ανατιθεμένην μοι διακονίαν κατά δύναμιν …  Κυριακή των Βαϊων 1893 ενεδύθην το Μέγα αγγελικόν σχήμα, από Ιωάννου, Ιερώνυμος μετονομασθείς …»
      Αρκετά αυτά για μια βασική ιδέα του προσώπου του. Προσθέτω μόνο ότι, τα ασκητικά του αθλήματα, δεν άργησαν να τον ανεβάσουν σε πνευματική κορυφή, να αναδεχθεί χειροτονία εις αθρόον στους βαθμούς Διακόνου και Πρεσβύτερου-Αρχιμανδρίτη, και εκλογή του -2 Ιανουαρίου 1920- ως Ηγούμενου της Μονής. Μετά την οποία σπεύδει  στην Αίγινα και λαμβάνει συλλειτουργώντας με τον ασθενούντα Άγιο Νεκτάριο ευλογία και ευχή.
       Δεν επεκτείνομαι ποσώς, γιατί μου είναι λίαν δυσάρεστο να καταγράψω πώς και πώς, από αυτά κι αυτά, δεν άργησε ο διάβολος να χωθεί στην κεφαλή «αδελφών» του μοναχών, και να πιάσει πονηρή δουλειά, που θα καταλήξει σε μακρά και πικρή δοκιμασία του, συν ως φαντάστηκαν, και ταπεινωτική. Στο βιβλίο υπάρχουν αρκετά, διό κατά τον ανωτέρω τίτλο, περνώ παρευθύς εις τα του Αθωνικού πρεσβύτη στην Αθήνα λίαν δημιουργικά !
*****   ***    *****
      Φθινόπωρο 1931, Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, ιερομόναχος, Προηγούμενος της Μονής, άγιος άνθρωπος, αδίκως ως πολλοί άγιοι από «αγίους» συκοφαντηθείς, έχει από τον Άθω στο Μετόχι της Ανάληψης εις Βύρωνα, λαϊκή συνοικία των Αθηνών μεταφυτευτεί. Όπου έξι χρόνια μετά έχει φανεί περί ποίου αγίου ανθρώπου πρόκειται. Όχι γιατί δε δέχτηκε να επανέλθει ως Ηγούμενος της Μονής στη θέση που είχε κενωθεί, αλλά γιατί είχε κατακτήσει τις ψυχές των πιστών τόσο, που ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, δέκτης του ιερού απόηχου, διαμήνυσε ρητά. «Ή ο Ιερώνυμος στην Ανάληψη ή άλλος κανείς».
       Και έμεινε, και έζησε στον ίδιο αυστηρό ασκητικό-μοναστηριακό λειτουργικό ρυθμό, συν την πόρτα του κελιού του διαπαντός ανοιχτή σε όποιον έστελνε στον ταπεινό λευίτη του ο Θεός να αναπαυτεί από φορτίο βαρύ. Όπως η ανήσυχη κυρία, που αμέσως μετά το γάμο της δυστυχώς, κατάλαβε ότι ο άντρας της φοιτά σε μασωνική Στοά. Και έκανε πολλή χαρά, αγκάλιασε και φίλησε τους δυο, σαν να μην συνέβαινε απολύτως τίποτα, όταν κάποια μέρα ήρθαν στην Ανάληψη μαζί, ως ήταν η δική του παράκληση. «Τώρα είσαστε κι εσείς δικό μου παιδί, είπε, στο σύζυγο, και θα δώσω στο Θεό λόγο για σας. Θα ήθελα, λοιπόν, να έλθετε με τη σύζυγό σας σε μια Λειτουργία να κοινωνήσετε». Καμιά κουβέντα για μασωνισμό κλπ. Κι όταν εκείνος πρόβαλε την επιφύλαξη ότι με νηστείες και τα τοιαύτα δεν τα πάει καλά, είπε ο Γέροντας και όρισε. «Σήμερα θα φάτε κρέας, αύριο ψάρι, μεθαύριο λάδι, και την άλλη μέρα θα κοινωνήσετε». Έτσι και έγινε. Λίγο αργότερα το ζευγάρι έφευγε για την Αμερική, και ο σύζυγος στον αποχαιρετισμό ήθελε ακόμα και τα πόδια του να ασπαστεί. Χρόνια πολλά αλληλογραφούσαν μαζί του, και λίγο πριν την κοίμησή του το γράμμα του τους έλεγε: «Να την φυλάξετε ως υποθήκη, αυτή είναι η τελευταία μου επιστολή, την επόμενη χρονιά δε θα είμαι σε αυτή τη ζωή». Εισαγωγικό στο πώς από αυτό το «σκεύος εκλογής» έφερνε χάρη σε ψυχές ο Θεός.

     Τέτοιες περιπτώσεις αγίας διάκρισης υπάρχουν πολλές. Θα περιοριστώ σε ακόμα μια. Κάποιας κοπέλας ο μνηστήρας δεν είχε σχέση με εξομολογήσεις και τα παρόμοια, κάποτε όμως πείστηκε να επισκεφτεί τον Ιερώνυμο στην Ανάληψη. Τον δέχτηκε με τη γνωστή καλοσύνη του και του είπε με τη γλυκιά του φωνή. «Παρακαλώ, παλικάρι μου, πήγαινε για λίγο στην Εκκλησία και κάνε όποια μπορείς προσευχή. Κι εγώ θα κάνω το ίδιο στο κελί μου εδώ, και θα σε φωνάξω, όταν μου πει ο Θεός». Ύστερα από κάμποση ώρα ο Γέροντας σηκώνεται και πάει στην Εκκλησία, και αντικρίζει ένα παλικάρι πνιγμένο στο δάκρυ. Αυτή ήταν μια από τις πιο ωραίες εξομολογήσεις που είχε ευλογηθεί να κάνει. «Όταν μου είπε ο παπάς να πάω στην Εκκλησία, έλεγε αργότερα το παλικάρι, νόμισα ότι δε με ήθελε ο Θεός, πως ήθελε να με διώξει από κοντά του για τα αμαρτήματά μου. Αυτό ήταν. Το αίσθημα αυτό ήταν για μένα το σωτήριο αίσθημα».
        Και μια που ο λόγος για νέους, προσθέτω το περιστατικό της Μ. Παρασκευής 1939, που κατάκοπος από την αλυσίδα Ακολουθιών της ημέρας αποσύρθηκε στο κελί του περασμένα μεσάνυχτα. Και ξεπρόβαλε πάνω την ώρα νεαρός να εξομολογηθεί. Και τι παράξενο, τι σπάνιο γι αυτόν. «Είμαι πτώμα παλικάρι, κάνε μου τη χάρη, παρακαλώ, αύριο ναρθείς». Μα ως ο νέος γύρισε να φύγει, ένιωσε να του ρίχνει βλέμμα απογοήτευσης, «Τρέξε να προλάβεις το παλικάρι, λίγα μέτρα πιο πέρα θα προχώρησε», λέει ασθμαίνων σε φίλο γιατρό, εισερχόμενο στο κελί, αμέσως μετά. «Πες του να γυρίσει να τον εξομολογήσω, γιατί τι ξέρεις, αν πάθει κάτι ως να ξανάρθει, θα το έχω κρίμα στο λαιμό», Ποιος δε θα σταθεί με σεβασμό μπρος σε έναν τέτοιο πνευματικό. Αρκούν αυτά για να καταλάβει καθείς ότι το Μετόχι της Ανάληψης με Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη είχε εξελιχτεί σε Μεγάλο Ταμιευτήριο Εξομολογητικό, και ονομάτων όχι τυχαίων κληρικών και λαϊκών, όχι μόνο της Αθήνας και των πέριξ, και από της Ελλάδος παντού.

     Εκείνο όμως που εκπλήττει είναι ότι παρά ταύτα και αυτά, και όχι λίγα άλλα θαυμαστά, δεν έπαψαν να του ρίχνονται πισώπλατα μάλιστα «αδελφικά» μαχαιρώματα. Πήρε, λοιπόν, μια μέρα το καράβι, και πήγε στην Ύδρα να βρει τον … «αδελφό» να συν-εξηγηθεί. Κι έφτασε αναζητώντας τον σε κάποιο Μετόχι, όπου μια μοναχή τον είδε δι εαυτήν, όπως η Σαμαρείτισσα το Χριστό στο φρέαρ του Ιακώβ. Κι έκανε μετά πως θα συνεχίσει για το Μοναστήρι του «αδελφού», αλλά πήρε το καράβι, και γύρισε στην Ανάληψη. Κοινωνήθηκε ευρύτερα το γεγονός, κι ο Γέροντας του Μοναστηριού που του είχε ρίξει τις πισώπλατες μαχαιριές, δεν άργησε να βρεθεί στο κελί του γονατιστός, και να κλαίει σαν μικρό παιδί. Τον έπιασε από το χέρι ο Ιερώνυμος, τον σήκωσε, τον ασπάστηκε στο μέτωπο, κάθισαν στο λιτό του τραπέζι οι δυο, κι έκλεισε μια για πάντα το θέμα, λέγοντας ταπεινά. «Αυτά, αδελφέ μου, μπορούν πολύ εύκολα να συμβούν …».
*****   ***   *****
            Σε έναν άνθρωπο σαν κι αυτόν η ευαίσθητη ψυχή του ορθόδοξου Έλληνα που βλέπει Χριστό-Εκκλησία από την κορυφαία Αλήθεια, «ο Θεός αγάπη εστί», έρχονταν κι από ευκατάστατους κι από φτωχούς πιστούς χρήματα αρκετά. Αλλά, δεν έμεναν στα χέρια του ούτε μια βραδιά, πήγαιναν στους έχοντες ανάγκη αδελφούς του Χριστού. Και εδώ ο πονηρός έσπευσε πάλι, βρήκε δουλειά στα κεφάλια «αδελφών» και στης Μονής τα υψηλά, και με την αιτιολογία-κατηγορία ότι «καταναλίσκονται ασκόπως μεγάλα ποσά» κινήθηκε διαδικασία ανάκλησης του Ιερώνυμου για τα καθεξής-1949- στη Σιμωνόπετρα. Σηκώθηκαν όμως κύματα διαμαρτυριών τότε παλιρροϊκά, και έφτασαν στο Όρος βροχή αντίστοιχες επιστολές, που συγκράτησαν τους πατέρες από το ίδιο μοιραίο λάθος αυτή τη φορά.
      Έτσι η μικρή Βενετία συνέχισε να παίρνει και να πηγαίνει σε έχοντες ανάγκη αδελφούς του Χριστού την τσάντα γεμάτη τρόφιμα και άλλα αγαθά, συν το κλειστό φακελάκι με τα αναγκαία χρήματα, συν την παραγγελία να φέρει πίσω την τσάντα, αλλά και τη ρητή εντολή να αρνηθεί να αποκαλύψει από ποιον, πού και πώς αυτή η δωρεά. Ή καθώς η πόρτα του ήταν ανοιχτή στους ανήμπορους παντοτινά, δεν έπαυε να δίνει ό,τι χρήματα του έρχονταν, τόσο που έφτασε κάποιος να του πει, βέβαια, σεβαστικά. «Μα Γέροντα, δώσατε χοντρό χρήμα, χιλιάρικο». Για να ακούσει να του απαντά εκείνος ταπεινά και απροκάλυπτα. «Άκου δω, Κωνσταντίνε, εγώ δεν εργάζομαι, συνεπώς είμαι ένας τεμπέλης. Δεν έχω, λοιπόν, δικά μου λεφτά. Εδώ έρχονται πολλοί χριστιανοί που το ξέρουν και μου αφήνουν όσα κρίνουν από δικά τους λεφτά. Γιατί το κάνουν αυτό; Ασφαλώς για να τα δώσω εκεί που πρέπει…». Γράφε ή πες με το νου σου, στο Χριστό που περπατάει ανάμεσά μας στο πρόσωπο των όποιων δυστυχισμένων δικών του ελάχιστων αδελφών ! Μα πιο πολύ πες με το νου σου αυτό είναι ουσιαστικός Χριστιανισμός ! Να κάνω κάτι κι εγώ !

     Σημειώστε τώρα ότι δεν ήταν λίγες οι νύχτες που το κελί στην Ανάληψη έμενε ανοιχτό όπως πάντα, αλλά και αδειανό. Αργότερα μάθαιναν ότι ήταν σε ολονυχτία άλλης μορφής, αγάπης αδελφικής. Ξάγρυπνος πλάι σε άρρωστο βαριά, που ο μοναδικός δικός του δεν άντεχε να αγρυπνεί καθημερινά, και να σηκώνεται  πρωί-πρωί να πάει για δουλειά. Και που τον είχε ξετρυπώσει ο ευλογημένος. «Πήγαινε εσύ να ξεκουραστείς, του έλεγε, ήρεμα, θα μείνω εγώ πλάι στον ασθενή». Και ήταν τόσο επιβλητικό, όσο και καλοσυνάτο το βλέμμα του, που διέλυε όλες τις επιφυλάξεις του.
     Κλείνω το τμήμα αυτό με τη γυναίκα που ερχόταν τακτικά με τους ανήμπορους, ήταν κάπως ξανοιχτή, και προκάλεσε σε άλλους ατυχή σχολιασμό, σαν του Φαρισαίου που έκανε τραπέζι στο Χριστό. Ήρεμος ο Ιερώνυμος και σταθερός, έβγαζε και της έδινε το βοήθημα. Κάποια φορά της έδωσε έναν πολύτιμο σταυρό, και προκάλεσε λίαν εύγλωττη παγωμάρα στους παρευρισκόμενους. Ως τη στιγμή που άρχισε Γέροντας να τους παγώνει από ντροπή με τα εξής. «Η γυναίκα που βλέπετε είχε μεγάλη περιουσία στη Φιλαδέλφεια της Μ. Ασίας, και δε δίστασε να τη διαθέσει όλη εκείνα τα ένδοξα και χρόνια όσο και τραγικά για τις ανάγκες του ελληνικού στρατού. Και τη στιγμή που μιλάμε, έχει στο σπίτι και συντηρεί παράλυτη αδερφή ! Αν δε σταθώ πλάι της εγώ ο πνευματικός, αν δεν της δώσω, θα γυρίσει να τη δει και να της δώσει ποιος»;   
*****   ***   *****
     Αυτός όμως ο άνθρωπος που η καρδιά του χτυπούσε στο ρυθμό του Θεού, και με αυτό έσφυζε γεμάτος ζωή, τι παράξενο είχε κράση εξόχως ασθενική. «Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται»-2Κορ.11,31. Κανείς δεν πήρε είδηση ποτέ, γιατί σε κανέναν δεν  παραπονέθηκε, κανένα με τους δικούς του πόνους δεν ενόχλησε, ούτε επιβάρυνε. Και όχι μόνο, αλλά με μια ζωή που κυλούσε ρολόι ασκητικά. Με εικοσιτετράωρο που ξεκινούσε πρώιμα χαράματα, και ολοκληρωνόταν παραφορτωμένο και με την πόρτα του κελιού ανοιχτή ως περασμένα μεσάνυχτα. Και τα ρούχα του να πλύνει, και να μαζέψει, και το προζύμι για το πρόσφορο της Λειτουργίας του να πιάσει προλάβαινε, πριν καταφθάσουν οι πρώτοι οδοιπόροι της ζωής, Και κάποια φορά στην Κατοχή, έφτασε να πάει πεζή Βύρωνα-Μενίδι-Βύρωνα με ένα τσουβάλι αλεύρι στον ώμο για τις ανάγκες της Εκκλησίας … Και οι προσευχές και τα μοναχικά λειτουργικά σταθερά.
     Τι θαύμα και τι θαυμάσιο, οι χριστιανοί αυτής της πόλης είχαν βρει έναν προσευχόμενο γι αυτούς, κηρύττοντα πάντα απλά από καρδιάς ολιγόλεπτα, δεχόμενος την εξομολόγησή τους διακριτικά, αναλώνοντας εαυτόν στην αγάπη του άλλου σταυρικά … Αθωνικός πρεσβύτης στην Αθήνα, άγγελος της κατερχόμενης Αγάπης του ανοιχτού ουρανού …  Διά ο Θεός τον κάλεσε κοντά του των Θεοφανίων-6. Ιανουαρίου 1957-την ημέρα που ανοίγουν κάθε χρόνο οι ουρανοί, κατάλευκο στα ογδόντα έξι του εντός και εκτός, ως την έσχατη ώρα έκτακτα δημιουργικό !
       Δεν κάνω λόγο για το μέγα στην κηδεία του πλήθος, τις πνευματικές καταθέσεις ονομαστών και απλών της Εκκλησίας τέκνων. Κλείνω αυτή την επιτομή με μαρτυρία μεγαλύτερου λίγα χρόνια λίαν αγαπητού τότε Πανεπιστημιακού Βοηθού, εκλεκτού κατόπιν Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης Ιωάννη Φουντούλη, που εκφράζει εμφανώς την από τότε συνείδηση όσων τον γνώρισαν στο κλεινόν άστυ χριστιανών ορθόδοξων. «Το Γέροντα Ιερώνυμο, ας έχουμε την ευχή του, γνώρισα περί το τέλος του βίου του επί μίαν τριετίαν. Ήτο τότε πλήρης ημερών και ζούσε «εν απαθεία» κινούμενος μόνον μεταξύ του ναού και του κελίου του … Ομολογώ ότι έχω πολύ ωφεληθεί και στηριχθεί από αυτόν. Είχε πνεύμα Θεού, και μεγάλη αγάπη και διάκριση … μόνο η θέα του ήτο ικανή να με οικοδομεί … Στην Αθήνα τον έζησαν πολλοί, τον αγάπησαν πολύ … και πολλοί τον τιμούν ως άγιο» !
Με «την αγάπην την πρώτην, ην ουκ αφήκα …»
Αθανάσιος Κοτταδάκης


*«Συναξάρι «3» του 20ου Αιώνα»
1. Φιλόθεος Ζερβάκος
2. Αμφιλοχιος Νακρής
3. Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης
4. Άγγελος Νησιώτης
5. Δημήτριος Γκαγκαστάθης
6. Άνθιμος Βαγιάνος
7. Αθανάσιος  Χαμακιώτης

3 σχόλια:

Αντίθετος1972 είπε...

Στο Μετόχι της Αναλήψεως στο Βύρωνα, κάποιοι γέροντες τον θυμούνται ακόμη... Άσβηστο πάντα το καντήλι στον τάφο του, ζωντανή η αίσθηση της χάριτος του. Τα λείψανα του βρίσκονται πλέον στη Σιμωνόπετρα (εκτός από ένα μικρό τεμάχιο που παραμένει στην Ανάληψη) ωστόσο το κενοτάφιο του είναι τόπος προσκυνήματος και προσευχής για όσους μας έδωσε ο Θεός την ευκαιρία να συνδεθούμε με αυτόν τον ευλογημένο τόπο, το μετόχι της Αναλήψεως. Η εκτενής βιογραφία του, έχει κυκλοφορήσει από έναν άλλον λαμπερό εκπρόσωπο του Αγιορείτικου μοναχισμού, τον μακαριστό (πρώην Σιμωνοπετριτη) γέροντα Μωυσή τον Αγιορείτη. Ένα μικρότερο βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα και η Σιμωνόπετρα, γραμμένο από τον π. Μύρωνα τον Σιμωνοπετριτη, ενώ για τον Όσιο Ιερώνυμο έχει γράψει και ο Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος, όταν ήταν ακόμη οικονόμος στο Σιμωνοπετρίτικο μετόχι, στο βιβλίο του για την ιστορία του Μετοχίου της Αναλήψεως. Τέλος, το 1957, λίγο πριν την κοίμηση του, τα πνευματικά τέκνα του Οσίου Ιερωνύμου είχαν εκδώσει επιστολές και άλλα κείμενα του γέροντος τους, σε ένα βιβλίο υπό τον τίτλο «Ταλας και αμαρτωλός".

Ανώνυμος είπε...

Αισθάνομαι διπλή χαρά κ. Κοτταδάκη.
Α. διότι ο σεβαστός π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος σας έδωσε στοιχεία για όλους αυτούς του πνευματικούς ανθρώπους της εποχής του. Ο π. Ηλίας είναι αφανής εκκλησιαστικός εργάτης.
Β. διότι στο βιβλίο σας –το οποίο έχω διαβάσει και είχα προσφέρει ως δώρο σε φίλους- προσφέρατε σπουδαία διακονία στην Εκκλησία με τα Συναξάρια του 20ου αιώνα. Είναι τιμή για σας ως θεολόγου διότι σε ανύποπτο χρόνο γράψατε για αυτές τις άγιες μορφές. Θέλει φωτισμό το να πηγαίνεις μπροστά από την αποχή σου και να διακρίνεις την αγιότητα σε ανθρώπους της εποχής σου.

Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να ωφεληθώ ξανά από την ζωή του αγίου αυτού μοναχού.

Ανώνυμος είπε...

Την ευχή του να έχουν οι Ορθόδοξοι.