Σάββατο 27 Ιουνίου 2009

Χριστός υπέρ ημών απέθανε - Απόστολος Παύλος


Συνίστησι δε την εαυτού αγάπη εις ημάς ο Θεός, ότι έτι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιωθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής.

(Ρωμαίους Ε΄ 8-9)

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σημαντικη παρακαταθηκη μας αφησε ο μακαριστος Χριστόδουλος.
Μας μιλά για τον πόνο και την αρρωστια.
Βιωματικη προσεγγιση.
Ας το προσεξουμε αδελφοί και ας παραδειγματιστούμε.
νς

ΕΡΩΤΗΣΗ: Πόσο Σάς άλλαξε αυτή η αναπάντεχη δοκιμασία Σας και, συγκεκριμένα, πώς θεωρείτε τη σχέση σας με τον Θεό και τους ανθρώπους;

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ: Ο πόνος μπορεί να ενεργήσει στον άνθρωπο με δύο τρόπους: ή να τον … σκληράνει και να τον εξαγριώσει απέναντι στον Θεό και τους ανθρώπους, κάνοντάς τον απόμακρο και αντικοινωνικό ή να τον μαλακώσει, να τον εξανθρωπίσει και να τού δώσει την διάθεση να δει τη ζωή και τη σχέση του με τον Δημιουργό και τον συνάνθρωπο με άλλο μάτι. Τα όρια αυτής της διττής προσέγγισης εξαρτώνται από το μέτρο της πίστης.
Εκείνος που πιστεύει, που εμπιστεύεται δηλ. τον Θεό και το θέλημά Του αντιμετωπίζει τον πόνο, την ασθένεια και την κάθε λογής δοκιμασία, ως επίσκεψή Του. Μπορεί προς στιγμήν να απορεί, να κραυγάζει το μεγάλο «γιατί», αλλά τελικά συνειδητοποιεί πως ό,τι επιτρέπει ο Θεός στη ζωή μας, καλό ή δύσκολο και τραγικό ακόμα, το επιτρέπει για την ωφέλεια και βελτίωσή μας. Σ’ αυτή την περίπτωση ο άρρωστος επιθυμεί την κοινωνία με τους ανθρώπους, θέλει να γίνεται μέτοχος της αγάπης τους, νιώθει ανακούφιση από την αναστροφή μαζί τους.
Σε αντίθετη περίπτωση, όταν η πίστη απουσιάζει ή είναι επιδερμική, απουσιάζει, δηλ. η εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού και ο Θεός μετατρέπεται σε αντίπαλο και αντικείμενο, τότε η αρρώστια σκληραίνει τον άνθρωπο, τον καθιστά απρόσιτο και δύσκολα προσεγγίσιμο.
Δοξάζω τον Θεό γιατί, σ’ αυτή την τόσο δύσκολη για την ζωή μου περίοδο, έχει ενισχύσει και ενδυναμώσει την πίστη μου και μού δίνει την δυνατότητα όσα δίδασκα και ευαγγελιζόμουν στους άλλους όλα τα προηγούμενα χρόνια, τώρα να τα βιώνω και να τα κάνω τρόπο ζωής. Τον ευχαριστώ γιατί δεν είμαι μόνος, καθώς έχω διαρκώς κοντά μου τα πνευματικά μου παιδιά, συνκυρηναίους στην πορεία του πόνου μου, γιατί μπορώ να ιεραρχώ πιο εύκολα τις αξίες της ζωής και να βάζω στην άκρη τις αδυναμίες και τις μικρότητές της, γιατί μπορώ πιο εύκολα να συγχωρώ και να απλώνω το χέρι της συγκατάβασης σε εκείνους που με πίκραναν και με πόνεσαν στο παρελθόν.
Εγώ πιστεύω ότι είναι μέσα στο σχέδιο του Θεού και αυτή η δοκιμασία, η οποία για εμένα υπήρξε κεραυνός εν αιθρία, διότι είχα μια δραστηριότητα τόσο εκτεταμένη και τόσο πολυποίκιλη, ώστε τίποτε δεν προοιωνιζόταν ότι υπάρχει στον εαυτό μου μέσα τόσο μεγάλη φθορά.
Τελικά εγώ έχω ωφεληθεί πνευματικά από τη δοκιμασία μου αυτή, γιατί συνήθισα τον θάνατο απέναντί μου και μίλησα μαζί του, κατά το δη λεγόμενο, και τελικά η πίστη μου στον Θεό και η αυτοπεποίθησή μου και βεβαίως και η βοήθεια τόσων ανθρώπων, ιδίως όταν μάθαινα ότι υπάρχει ένας παλλαϊκός συναγερμός και προσεύχονται τόσοι άνθρωποι για τον Αρχιεπίσκοπο, με συγκράτησαν ώστε να μπορέσω να σηκώσω αυτόν τον σταυρό και τελικά να περάσω αυτό το μεγάλο βουνό.
Και ακριβώς θα ήθελα, έτσι απαντώ και στη δική σας ερώτηση, να πω στον ελληνικό λαό ότι στη ζωή αυτή έχουμε πολλές φορές ν’ αντιμετωπίσουμε δοκιμασίες και δυσκολίες, αλλά τελικά όλα εντάσσονται μέσα στο σχέδιο του Θεού και δεν πρέπει να αφήνουμε τον εαυτό μας να κάνει σκέψεις απογοήτευσης και απελπισίας, τις οποίες έκαμα και εγώ, δεν θέλω να παραστήσω ούτε τον άγιο ούτε τον ήρωα, γιατί και εγώ υπήρξαν στιγμές που είπα στον Θεό «Γιατί εγώ; Γιατί σε εμένα και όχι κάπου αλλού».
Αλλά τελικά τα πήρα πίσω τα λόγια μου και είπα ότι αυτό μοιάζει με ύβρι, μοιάζει με βλασφημία, είναι σαν να ελέγχω τον Θεό γι’ αυτό το οποίο με βρήκε. Ωστόσο, επειδή εμείς διδάσκουμε πως ό,τι συμβαίνει στους ανθρώπους δεν είναι ποτέ τυχαίο αλλά εντάσσεται μέσα σ’ ένα σχέδιο του Θεού, πιστεύω ακράδαντα ότι ο Θεός έχει και για εμένα το σχέδιό Του και μέχρι τώρα όλα δείχνουν ότι υπάρχει ένα σχέδιο το οποίο και εφαρμόζεται.

Ανώνυμος είπε...

χωρις σχολια.

Ανώνυμος είπε...

Οντως. Τι να πει κανείς όταν ένας άνθρωπος έχει τέλη οσιακά.
Μακάρι ν αμας αξιώσει και εμάς ο Θεός να έχουμε παρόμοια χριστιανά τέλη.

Ανώνυμος είπε...

Όλα τα αντικείμενα, όλα τα φυσικά φαινόμενα, ολόκληρος ο κόσμος υπόκειται στην επιστημονική γνώση του άνθρωπου. Ο άνθρωπος με την παρατήρηση και τη συστηματική σκέψη (έρευνα) γνωρίζει τη φύση των διαφόρων πραγμάτων και φαινομένων του κόσμου. Η πλήρης και απόλυτη γνώση (επιστημονική γνώση) ενός πράγματος, αποτελεί ταυτόχρονα και απόδειξη, μια βεβαίωση για την ύπαρξη του. Οι γνώσεις επομένως του ανθρώπου είναι ταυτόχρονα και αποδείξεις για την ύπαρξη, τη φύση και τη λειτουργία των διαφόρων πραγμάτων του φυσικού κόσμου.

Ο Θεός όμως δεν ανήκει στο φυσικό κόσμο. Ο Θεός είναι μια υπερφυσική ύπαρξη. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι έξω και πέρα από το χώρο και τη μεθοδολογία της επιστήμης. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι πιο πάνω από τη δυνατότητα του ανθρώπου να τον ερευνήσει συστηματικά και έτσι να τον γνωρίσει, να αποδείξει δηλαδή με επιστημονικό τρόπο τη φύση και την ύπαρξή του. Αν μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, αν δηλαδή ο άνθρωπος μπορούσε να αποδείξει επιστημονικά τη φύση και την ύπαρξη του Θεού, τότε ο Θεός δεν θα ήταν Θεός, αλλά ένα μέρος του φυσικού, του κτιστού κόσμου. Ο Θεός δεν θα ήταν πάνω από τη διαχωριστική γραμμή που χωρίζει τον Άκτιστο από τα κτιστά, αλλά κάτω και επομένως όμοιος με όλα τα φυσικά και κτιστά όντα…
Γι’ αυτό και ο Κλήμης Αλεξανδρείας γράφει: «Ο Θεός αναπόδεικτος ων, ουκ εστίν επιστημονικός (Θεός)» (ΡG 8. 1365 Α).
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αποδείξει με τα δικά του σχετικά γνωστικά μέσα και μεθόδους τη φύση και την ύπαρξη του Θεού. Ο Θεός μόνος του φανερώνει και αποκαλύπτει την ύπαρξή του στον άνθρωπο.
Και ο Θεός φανερώνει και αποκαλύπτει την ύπαρξή του μέσα από τη φυσική και υπερφυσική Αποκάλυψη. Ο Θεός φανερώνει την ύπαρξή του με όλα όσα δημιούργησε (φυσική Αποκάλυψη) και με όσα απ’ ευθείας φανέρωσε στους ανθρώπους (Αγία Γραφή, Ιησούς Χριστός).
Δεν αποδεικνύω εγώ την ύπαρξη του Θεού. Ο ίδιος ο Θεός φανερώνεται σε μένα. Η γνώση του Θεού δεν είναι επίτευγμα και κατόρθωμα ανθρώπινο. Αν ήταν έτσι, τότε εγώ ο άνθρωπος θα είχα ένα ακόμη λόγο να καυχώμαι: ότι ανεκάλυψα και απέδειξα την ύπαρξη του Θεού. Έτσι ο Θεός θα ήταν μια ακόμη, η μεγαλύτερη ίσως, ανακάλυψη του ανθρώπου!
Συνήθως ζητώ να βρω και να ανακαλύψω τον Θεό με το δικό μου τρόπο. Θέλω να βάλω τον Θεό κάτω από το μικροσκόπιο του εργαστηρίου μου. Να τον βρω σαν αποτέλεσμα των μαθηματικών υπολογισμών και μετρήσεων. Στις περιπτώσεις όμως αυτές επιτυγχάνω ακριβώς το αντίθετο: ο Θεός χάνεται από τα ερευνητικά μου μάτια και εξαφανίζεται μέσα από τους υπολογισμούς μου. Όσο αναζητώ τον Θεό με λαθεμένο τρόπο, Αυτός χάνεται από μπροστά μου. Αν θέλω να βρω και να γνωρίσω τον Θεό, πρέπει να τον παρακαλέσω να μου αποκαλυφθεί. Και ο Θεός αποκαλύπτεται σε όποιον του το ζητήσει. Αυτό το απλό μάθημα προσπαθεί να μας μάθει η Εκκλησία με την ωραία προσευχή της: «Σημειωθήτω εφ’ ημάς το φως του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ κατίδωμεν φως το άπρόσιτον»