Στο
πρώτο μας άρθρο που έφερε τον τίτλο «Η Θεοτόκος στη Βιβλική και πατερική
Παράδοση», αναφερθήκαμε στο πρόσωπο και στο ρόλο της Θεοτόκου στο μυστήριο της
σωτηρίας, όπως εκφράζονται από τους ιερούς συγγραφείς της Αγ. Γραφής και τους
Πατέρες της Εκκλησίας, με αφορμή την εορτή του Ευαγγελισμού (25η
Μαρτίου).
Στο άρθρο που ακολουθεί θ΄ αναφερθούμε στην τιμή που
αποδίδεται στη Θεοτόκο κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής, με αφορμή την Ακολουθία
του Ακαθίστου Ύμνου.
Β΄
Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ
Κατά
την περίοδο του Τριωδίου και της Μ. Τεσσαρακοστής ιδιαίτερα τιμάται η Θεοτόκος.
Ήδη με την έναρξη του Τριωδίου επικαλούμαστε τη βοήθειά της ψάλλοντας: «Της
σωτηρίας ευθυνόν μοι τρίβους Θεοτόκε… ταις σαις πρεσβείαις ρύσαι με πάσης
ακαθαρσίας».
Την
Α΄ Κυριακή των Νηστειών, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, που η Εκκλησία με την
απόφαση της Ενδημούσας Συνόδου της Κων/πόλεως το έτος 843, τιμά την οριστική
αναστήλωση των Ι. Εικόνων με ιδιαίτερη λαμπρότητα λιτανεύεται και η Εικόνα της
Θεοτόκου. Και τούτο γιατί, αν όλες οι άγιες εικόνες έχουν σχέση νε τη σάρκωση του Υιού και Λόγου του Πατρός,
ιδιαίτερα τούτο ισχύει με την εικόνα της Θεοτόκου, αφού στο πρόσωπό της
βλέπουμε τη Μητέρα του Κυρίου, που δεν γέννησε τον άνθρωπο Ιησού, αλλά τον
σαρκωμένο Θεό.
Και
στη συνέχεια έρχεται η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, που με
ιδιαίτερη λαμπρότητα πανηγυρίζει η Εκκλησία μας, στη μέση σχεδόν της Μ.
τεσσαρακοστής. Και, τέλος, κορυφώνεται η τιμή στο πρόσωπο της Θεοτόκου την 5η
εβδομάδα των Νηστειών με την ωραιοτάτη Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου.
Και
μόνο στις δύο αυτές λατρευτικές εκδηλώσεις αν σταθούμε, δηλ. στη γιορτή του
Ευαγγελισμού και στην ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, μπορούμε να καταλάβουμε
την τιμή που αποδίδει η Εκκλησία στο πρόσωπο της Θεοτόκου, για τη συμβολή της
στο έργο της σωτηρίας. Αυτός ο «ρόλος» της Θεοτόκου στο μυστήριο της σωτηρίας
συνθέτει τη μεγάλη γιορτή του
Ευαγγελισμού. Είναι η μόνη θεομητορική γιορτή που ως γνωστόν, στηρίζεται σε
κείμενο της Κ. Διαθήκης. Γι΄ αυτό, όπως και η γιορτή της Υπαπαντής του Κυρίου,
«μετέχει του χαρακτήρος και Δεσποτικής εορτής», σύμφωνα με τους αγιολόγους.
Το
γεγονός και το περιεχόμενο της μεγάλης αυτής γιορτής περιγράφεται από τον Ευαγγελιστή Λουκά στον 1ο
κεφ. Και στους στιχ. 26-38 του Ευαγγελίου του. Στο γνωστό διάλογο του
Αρχαγγέλου Γαβριήλ με τη Θεοτόκο η φράση «κλειδί», η φράση που φανερώνει την
ελεύθερη θέληση του ανθρώπου να συμβάλει στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού – Πατέρα
για τη σωτηρία του κόσμου, βρίσκεται στην απάντηση της Θεοτόκου στον
απεσταλμένο του Θεού: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»
(Λουκ. Α, 38).
Στη
διήγηση ή περισσότερο παραστατικά στη σκηνή του Ευαγγελισμού δύο πρόσωπα παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Του
Γαβριήλ, ως απεσταλμένου του Θεού, και της Θεοτόκου. Το περιεχόμενο όμως του
διαλόγου των δύο αυτών προσώπων, είναι ένα τρίτο πρόσωπο, ο ερχομός του οποίου
ξεπερνά τα ανθρώπινα δεδομένα, αφού «υιός υψίστου κληθήσεται».
Ο
ι. Καβάσιλας στη δεύετερη ομιλία του «εις τον Ευαγγελισμόν», όπως περιγράφεται,
υμνεί τη Θεοτόκο που συνεργάστηκε ελεύθερα με το Θεό για τη σωτηρία του κόσμου.
Και προχωρεί ο Καβάσιλας και σε μία τολμηρή διαπίστωση σχετικά με το ρόλο της Παναγίας στο έργο της
θ. Οικονομίας, όταν γράφει: «…η σάρκωση του Λόγου δεν ήταν έργο μόνο του Πατρός
που «ευδόκησε», και της Δυνάμεώς Του που «επισκίασε», και του Αγ. Πνεύματος που
«επεδήμησε», αλλά και της θελήσεως και της πίστεως της Παρθένου. Γιατί, όπως,
χωρίς τον Πατέρα και το Άγ. Πνεύμα, δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει και να
προσφερθεί στους ανθρώπους η απόφαση για τη σάρκωση του Λόγου, έτσι, χωρίς την
προσφορά της θελήσεως της Θεοτόκου ήταν αδύνατη η πραγματοποίηση της θείας
βουλής…».
Έτσι,
σύμφωνα και με το Απολυτίκιο της γιορτής, «υιός του Θεού, υιός της Παρθένου
γίνεται και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται». Και, αφού «υιός του Θεού», «υιός
της Παρθένου γίνεται» κατ΄ επέκταση γίνεται και «υιός του ανθρώπου», σύμφωνα με
την προφητία του Δανιήλ. Γι΄ αυτό η γιορτή του Ευαγγελισμού είναι «της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον», η δε
Θεοτόκος χαιρετίζεται από τον «πρωτοστάτην»
άγγελο με τα λόγια: «Χαίρε, των θαυμάτων Χριστού το προοίμιον, Χαίρε των
δογμάτων αυτού το κεφάλαιον».
Ο
ι. Καβάσιλας θα συμπληρώσει χαρακτηριστικά: «Ο Θεός πράγματι έδωσε στη Θεοτόκο
Παρθένο να γίνει… Αυτή προσωπικά και μέσα σ΄ Αυτή η ανθρώπινη φύση Θεοτόκος».
Όπως
είναι γνωστόν, πολλά από τα «θεομητορικά» γεγονότα έχουν σχέση με τη
Βασιλεύουσα, την Πόλη, αφού η Παναγία ήταν «Υπέρμαχος Στρατηγός» και έφορός
της. Γι΄ αυτό και η περίφημη Ακολουθία του Ακαθίστου ύμνου ήταν συνδεδεμένη
ιδιαίτερα με τη μονή των Βλαχερνών, όπου, μετά την πολιορκία των Αβάρων και των Περσών (9ος αι.) ψαλλόταν
σχεδόν σε κάθε παννυχίδα της μονής.
Η
σύνταξη αυτού του Ύμνου αποδίδεται στον περίφημο υμνογράφο του 6ου
μ.Χ. αι. Ρωμανό το μελωδό, τον εισηγητή των Κοντακίων.
Βασικά
γεγονότα που ο Ύμνος αυτός θέλει να εξάρει είναι δύο: Ο Ευαγγελισμός της
Θεοτόκου και η Ενανθρώπηση του Σωτήρος. Γι΄ αυτό στη σχετική Ακολουθία του
Ύμνου συμπλέκονται βιβλικά, συμβολικά, δογματικά και εγκωμιαστικά στοιχεία.
Αναλυτικότερα
το περιεχόμενο του Ύμνου θα μπορούσε να διαιρεθεί σε τρία μέρη: Ιστορικό –
θεολογικό – Εγκωμιαστικό. Βέβαια αυτή η διαίρεση είναι τυπική και μεθοδολογική,
αφού ιστορικά, θεολογικά και εγκωμιαστικά στοιχεία συνυπάρχουν και
συμπλέκονται.
Το
ιστορικό στοιχείο βασίζεται στις σχετικές διηγήσεις των Ευαγγελίων, που ο
υμνογράφος με το θαυμάσιο ποιητικό του τάλαντο εμβαθύνει και αναλύει. Αυτό το
στοιχείο καταλαμβάνει τις δύο πρώτες στάσεις του Ύμνου, από τον 1ο
οίκο: «Άγγελος πρωτοστάτης…» μέχρι και τον 12ο: «Μέλλοντος Συμεώνος,
του παρόντος αιώνος…».
Στις
υπόλοιπες δύο στάσεις, από τον 13ο οίκο: «Νέαν έδειξε κτίσιν,
εμφανίσας ο Κτίστης…», μέχρι τον 24ο, «Ω Πανύμνητε Μήτερ…», έχουμε
τα θεολογικά (Χριστολογικά και Σωτηριολογικά) στοιχεία του Ύμνου.
Τέλος,
και στους 24 οίκους έχουμε άφθονα εγκωμιαστικά προς τη Θεοτόκο στοιχεία.
Ολόκληρος
ο Ακάθιστος Ύμνος είναι ένα συνεχές εγκώμιο προς τη Θεοτόκο. Υμνείται ως Μητέρα
του θεού: «χαίρε, ότι υπάρχει Βασιλέως καθέδρα, Χαίρε, ότι βαστάζεις τον
βαστάζοντα πάντα». Η Θεοτόκος ενώνει τον ουρανό με τη γη, το άκτιστο με το
κτιστό, και το γεγονός αυτό εξαίρεται με το στίχο: «Χαίρε, κλίμαξ επουράνιε, δι
ης κατέβη ο Θεός, Χαίρε, γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν». Είναι,
ακόμη, η κιβωτός και το λιμάνι γι΄ αυτούς που πλοηγούν στο πέλαγος της ζωής:
Χαίρε
ολκάς των θελόντων σωθήναι, Χαίρε, λιμήν των του βίου πλωτήρων». Είναι
προστάτις των μοναχών και όσων ακολουθούν το δρόμο της Παρθενίας. Υμνείται ως
«τείχος των παρθένων» και «στήλη της παρθενίας».
Και
τελειώνει ο Ύμνος μ΄ ένα εγκωμιαστικό ξέσπασμα του ποιητή, που αποκαλύπτει το
βαθύτερο νόημα όλων των εγκωμίων προς την «Υπέρμαχον Στρατηγόν».
Ο
Ακάθιστος Ύμνος επηρέασε πολλούς υμνογράφους για να γράψουν ανάλογους ύμνους,
όπως έδωσε και την έμπνευση σε πολλούς πατέρες να γράψουν ομιλίες με ανάλογο
περιεχόμενο.
Και
θα ολοκληρώσουμε την τιμή της Θεοτόκου κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής με
τα εξής, επίσης στοιχεία: Στους κατανυκτικούς Εσπερινούς, που τελούνται στις
πέντε Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής, ο τελευταίος ύμνος που αναφέρεται, μεταξύ
των άλλων, επίσης, στο πρόσωπο της Θεοτόκου, καλεί τους πιστούς να την
επικαλούνται υποψιθυρίζοντας: «Πάντων προστατεύεις, Αγαθή, των καταφευγόντων εν
πίστει τη κραταιά Σου χειρί…».
Αλλά
και στο θεολογικότατο Μ. Κανόνα του Ανδρέα Κρήτης (7ος αι.), που
ψάλλεται την Τετάρτη της Ε΄ εβδομάδας των Νηστειών, από τα 250 τροπάρια που
περιέχει, ένα μεγάλο μέρος αυτών, τα γνωστά «θεοτόκια», είναι αφιερωμένα,
ακριβώς, στη Θεοτόκο.
Στο
σημείο αυτό τελειώνει η τιμή της Θεοτόκου κατά την περίοδο της Μ.
Τεσσαρακοστής, στον αφορά στη μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Ακολουθίας του
Ακαθίστου Ύμνου και του Κανόνα του αγ. Ανδρέα Κρήτης.
Ίσως
αποτελέσει άλλο άρθρο για τους τριώδιους Κανόνες της Μ. Εβδομάδας, στον
σταυρο-αναστάσιμο κανόνα της Μ. Παρασκευής, καθώς και στον αναστάσιμο Κανόνα
του Πάσχα.
Είθε
ο Θεός να μας αξιώσει ν΄ ακούσουμε το σωτήριο μήνυμα του Ευαγγελισμού της
Θεοτόκου, μήνυμα χαράς και αισιοδοξίας, αφού, σύμφωνα με το Δοξαστικό του
Εσπερινού της μεγάλης γιορτής: «Σήμερον χαράς ευαγγέλια, παρθενική πανήγυρις,
τα κάτω άνω συνάπτεται…».
Παναγιώτης
Σπ. Μαρτίνης
Πηγή: Εφημερίδα "Ο Εκκλησιολόγος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου