Επιμνημόσυνος Λόγος του Μητροπολίτου Πάφου Γεωργίου για τους φονευθέντες στο Πραξικόπημα.
Καθεδρικός Ναός Αγ.Θεοδώρου Πάφου 13/07/2014.
Αινιγματικός και μυστηριώδης, αλλά πάντα πένθιμος ο αριθμός 40 στην Παλαιά Διαθήκη, κύριε Υπουργέ, κύριοι επίσημοι, κυρίες και κύριοι.
40 τα χρόνια της ταλαιπωρίας των Εβραίων στην έρημο.
40 οι τιμωρητικοί ραβδισμοί για αξιόποινα αδικήματα.
40 οι μέρες του πένθους για οικεία, ή επιφανή πρόσωπα.
40 ήσαν και οι επιβαλλόμενες μέρες της νηστείας.
Ο αρχαίος Ισραήλ στεκόταν με δέος μπροστά στις χρονικές αυτές περιόδους. Κι όταν συμπληρώνονταν, ένοιωθε μιαν ανακούφιση. Αισθανόταν ότι απέδιδε το οφειλόμενον. Ξοφλούσε την υποχρέωση. Μπορούσε να προσβλέψει με αισιοδοξία στο μέλλον, αφήνοντας πίσω το παρελθόν.
Μετρούμε κι εμείς, σήμερα, 40 ακριβώς χρόνια από τη μεγάλη προδοσία της 15ης Ιουλίου 1974. Και θα επιθυμούσαμε να αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν˙ υπεραρκετά πληρώσαμε γι’ αυτό. Και να προχωρήσουμε μπροστά. Δεν μπορούμε, όμως, δυστυχώς, να το πράξουμε. Αντίθετα μάλιστα. Το μέλλον διαγράφεται ζοφερό όσο ποτέ άλλοτε. Και η κατάσταση γίνεται περισσότερον καταθλιπτική από τη συναίσθηση ότι αίτιοι της συμφοράς δεν ήταν ξένοι. Ήταν δικοί μας. Και αν δεν μπορούμε να τους ονομάσουμε Έλληνες, ήταν, πάντως, ελληνόφωνοι.
Μετρούμε κι εμείς, σήμερα, 40 ακριβώς χρόνια από τη μεγάλη προδοσία της 15ης Ιουλίου 1974. Και θα επιθυμούσαμε να αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν˙ υπεραρκετά πληρώσαμε γι’ αυτό. Και να προχωρήσουμε μπροστά. Δεν μπορούμε, όμως, δυστυχώς, να το πράξουμε. Αντίθετα μάλιστα. Το μέλλον διαγράφεται ζοφερό όσο ποτέ άλλοτε. Και η κατάσταση γίνεται περισσότερον καταθλιπτική από τη συναίσθηση ότι αίτιοι της συμφοράς δεν ήταν ξένοι. Ήταν δικοί μας. Και αν δεν μπορούμε να τους ονομάσουμε Έλληνες, ήταν, πάντως, ελληνόφωνοι.
Ευεργετηθήκαμε από τον Θεό, με το να μας χαρίσει, στην κατάλληλη στιγμή, την ανεπανάληπτη ηγετική μορφή του Εθνάρχου Μακαρίου, ο οποίος σαν άλλος Μωϋσής οδήγησε το λαό του από τη δουλεία αιώνων στην ανεξαρτησία. Μα ατυχήσαμε να έχουμε στην πιο κρίσιμη περίοδο της εθνικής μας ζωής, αναβίωση του Εφιάλτη, του Ιούδα, του Πήλιου Γούση στα πρόσωπα της Ελληνικής Χούντας και των εδώ ολίγων μισθάρνων της.
Σκέφτομαι πως θά’ ταν ανεπαίσθητη η ζημιά και θα είχε από πολλούς ήδη ξεχασθεί, αν η αφροσύνη εκείνων των ολίγων εξανλείτο στην αδικία απέναντι σε έναν, καταξιωμένο, έστω, και καθόλα σεβάσμιο πρόσωπο, τον Εθνάρχη Μακάριο, και σε κάποιο οικονομικό κόστος για την ανοικοδόμηση των καταστραφέντων. Τέτοια συμβαίνουν και σ’άλλους λαούς. Στον Ελληνισμό, όμως, που κυκλώνεται από στίφη βαρβάρων, τα οποία τον απειλούν με την αριθμητική και οπλική υπεροχή τους, και που η επίζηλη γεωγραφική θέση του απαιτεί συνεχή εθνική επαγρύπνηση, κάθε αφροσύνη πληρώνεται με εξαιρετικά μεγάλο τίμημα. Με εκποίηση των ιερών και των οσίων μας. Αν δεν υπήρχε η Τουρκία, κι αν δεν εποφθαλμιούσε τα εδάφη μας, το πραξικόπημα θα ήταν μια αδικία θα σηματοδοτούσε μια φιλοδοξία κάποιων θα’ταν ένας παραλογισμός. Δεν θα ήταν μια εθνική καταστροφή, ένας όλεθρος. Θα ήταν ένα ανοσιούργημα, όχι όμως αφορμή για εθνικό εξευτελισμό.
Σαράντα χρόνια από τότε, στη σημερινή θλιβερή επέτειο, είναι ανάγκη, να αναζητήσουμε, όσο μπορούμε τα αίτια που οδήγησαν στο απονενοημένο διάβημα του πραξικοπήματος, αλλά και να εξάρουμε τον ηρωισμό αυτών που αντιστάθηκαν στην προδοσία, αυτών που έδωσαν τη ζωή τους προασπιζόμενοι τη Δημοκρατία και τον Εθνάρχη Μακάριο και τους οποίους μνημονεύουμε σήμερα, βγάζοντας τα αναγκαία συμπεράσματα για το μέλλον.
Πώς, στ’αλήθεια, από τήν καθολική ομοψυχία του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ φτάσαμε, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, στον αδελφοκτόνο σπαραγμό;
Ο απελευθερωτικός μας αγώνας, όλοι το γνωρίζουμε, έγινε για την ένωση με την Ελλάδα. Δεν μπόρεσε, όμως, να υλοποιήσει πλήρως τον στόχο του. Συμβιβαστήκαμε, κατ’ανάγκην, με μιαν ελλειμματική ανεξαρτησία με πολλά τα σπέρματα της διαίρεσης της Αγγλικής δολιότητας. Ο αγώνας εκείνος, ωστόσο, τερμάτισε την αποικιοκρατία. Δεν ήταν ούτε λίγο ούτε αμελητέο αυτό. Κι άφησε ανοικτή την προοπτική της μελλοντικής βελτίωσης της ελευθερίας που επιτεύχθηκε.
Πώς, στ’αλήθεια, από τήν καθολική ομοψυχία του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ φτάσαμε, μέσα σε ελάχιστα χρόνια, στον αδελφοκτόνο σπαραγμό;
Ο απελευθερωτικός μας αγώνας, όλοι το γνωρίζουμε, έγινε για την ένωση με την Ελλάδα. Δεν μπόρεσε, όμως, να υλοποιήσει πλήρως τον στόχο του. Συμβιβαστήκαμε, κατ’ανάγκην, με μιαν ελλειμματική ανεξαρτησία με πολλά τα σπέρματα της διαίρεσης της Αγγλικής δολιότητας. Ο αγώνας εκείνος, ωστόσο, τερμάτισε την αποικιοκρατία. Δεν ήταν ούτε λίγο ούτε αμελητέο αυτό. Κι άφησε ανοικτή την προοπτική της μελλοντικής βελτίωσης της ελευθερίας που επιτεύχθηκε.
Δεν μπορέσαμε, δυστυχώς, να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις ούτε της Ιστορίας, αλλ’ ούτε της στοιχειώδους λογικής. Ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, από τη θέση του εκλελεγμένου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τις δολοπλοκίες των Άγγλων και τις επεκτατικές, επεμβατικές βλέψεις της Τουρκίας που είχε, εν τω μεταξύ, παρακινήσει τους Τουρκοκυπρίους σε ανταρσία, μια μικρή μειοψηφία Ελλήνων της Κύπρου, στράφηκε εναντίον του.
Το σύνθημα της Ένωσης της Κύπρου με την μητέρα Ελλάδα, μαγνήτιζε πολλούς και τότε και σήμερα. Γι’αυτό τον σκοπό διεξήχθη ο απελευθερωτικός μας αγώνας, και για την ευόδωσή του έγιναν οι τόσες θυσίες. Η αποδοχή της λύσης της ανεξαρτησίας, από τον Μακάριο, ήταν αποτέλεσμα αδήριτης ανάγκης. Οι Άγγλοι απειλούσαν με διχοτόμηση την Κύπρο κι η Τουρκία καραδοκούσε από τότε, αφού η Αγγλική πονηρία την ενέπλεξε στο θέμα, για πλήρη κατάληψη της Κύπρου.
Θα’πρεπε να επικρατήσει η λογική. Κι αυτή τη λογική χρησιμοποιούσε ο Μακάριος. Μέσα από τις παγίδες, με πολλή δεξιοτεχνία προσπαθούσε να πετύχει τον μόνιμο στόχο της Ένωσης. Η μικρή αυτή μειοψηφία δεν μπορούσε να κατανοήσει τις δυσκολίες. Κι έγινε θύμα των εχθρών της Κύπρου, υπηρετώντας τα καταχθόνια σχέδιά τους. Καταστροφική υπήρξε η συγκυρία της επιβολής της ξενοκίνητης δικτατορίας στην Ελλάδα το 1967. Το Εθνικό κέντρο εκπροσωπούσε, τότε, μια ομάδα παρανοϊκών και ταυτόχρονα αδίστακτων δικτατόρων που οργάνωσε μιαν άρτια μηχανή παραπληροφόρησης και υπόσκαψης του Μακαρίου στην Εθνική Φρουρά, στα σχολεία, στα σωματεία, ακόμα και στην Εκκλησία, οδηγώντας σε αδελφοκτόνο σπαραγμό.
Αυτοί, όσο λίγοι κι αν ήσαν, και που είτε ξεγελάστηκαν από εύηχα συνθήματα, είτε εξαγοράστηκαν από ξένους, δρούσαν, στο σκότος και υπόσκαψαν συστηματικά τα θεμέλια του Κυπριακού Κράτους. Ανατινάξεις αστυνομικών σταθμών, δολοφονίες αντιφρονούντων, συχνές απόπειρες εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, γίνονταν εν ονόματι της Ένωσης. Οι θλιβεροί αυτοί νυχτοβάτες αποδείχτηκαν, κατά τα προφητικά λόγια του Μακαρίου, «οι νεκροθάπτες της Ενώσεως».
Παρά τις ξεκάθαρες προειδοποιήσεις του Προέδρου Μακαρίου ότι η Τουρκία καραδοκούσε κι ότι θα θρηνούσαμε επί ερειπίων, το κακό δεν απεφεύχθη. Και μετρούμε σήμερα 40 ολόκληρα χρόνια από τότε. Δεν θα αναφερθώ στο πραξικόπημα, γιατί δεν το αντέχω. Δεν έχω την ψυχική δύναμη να αναφερθώ σε μιαν τόσο μεγάλη προδοσία, σε έναν τέτοιον αυτοεξευτελισμό. Δεν αντέχω στη σκέψη ότι προσφέραμε άφατη αγαλλίαση στους Τούρκους και στους Άγγλους, στον Κίσιγκερ και στον Ετζεβίτ. Δεν μπορώ να βρώ μιαν, έστω και αδύνατη, δικαιολογία για να την προτάξω στους ήρωές μας: Τον Αυξεντίου, τον Μάτση, τον Παλληκαρίδη. Τι να τους πω; Ότι την ψυχική ανάταση εκείνων, διαδέχτηκε η νάρκωση η δική μας; Θυσιάστηκαν εκείνοι, για την Κύπρο και την ελευθερία της, κι ήρθαμε εμείς, ελάχιστα χρόνια μετά, να προσφέρουμε την πατρίδα μας στην Τουρκία;
Το μόνο παρήγορο σ’αυτή την κατάσταση είναι το γεγονός πως στην Πάφο, την πόλη και την επαρχία μας, δεν παρουσιάστηκε, τότε, νάρκωση ψυχής. Κι ήταν η Πάφος που ανέτρεψε τα σχέδια της Χούντας και των εδώ οργάνων της. Αυτή διέσωσε τον Μακάριο και τον φυγάδευσε στο εξωτερικό για να προασπιστεί απ’εκεί τα συμφέροντα της Κύπρου. Να σώσει ό,τι μπορούσε να διασωθεί. Να διατηρήσει την ελπίδα της απελευθέρωσης.
Αν η Πάφος έπεφτε αμέσως στα χέρια των πραξικοπηματιών, όπως όλες οι άλλες επαρχίες, δεν θα παρείχετο η ευχέρεια στον Μακάριο να σωθεί. Κι αν ο Μακάριος πέθαινε θα καταλυόταν αμέσως η Κυπριακή Δημοκρατία, κι η άμεση Τουρκοποίηση της Κύπρου δύσκολα θα αποφευγόταν.
Τιμή, λοιπόν, και δόξα στους ηρωϊκούς νεκρούς της αντίστασης. Τους τιμούμε για την μεγάλη προσφορά τους. Αλλά και τους μακαρίζουμε για δυο κυρίως λόγους: Αξιώθηκαν της αθανασίας, υπερασπιζόμενοι αξίες και ιδανικά. Θα’ναι για μας, διαχρονικά, το μέτρον της ανθρωπιάς, το πρότυπο της αρετής, το εκμαγείο της Δημοκρατίας. Μα τους μακαρίζουμε και για έναν άλλο λόγο. Έφυγαν με την ελπίδα ότι θα ανέκοπταν την προδοσία. Δεν είδαν το σημερινό κατάντημά μας. Το άνοιγμα των πυλών της Κύπρου στον εχθρό. Την κατάκτηση του 37% του εδάφους μας, την προσφυγοποίηση του 40% του λαού μας, τον κίνδυνο εκτουρκισμού ολόκληρης της Κύπρου. Και προπάντων δεν είδαν την ηθική και εθνική πώρωσή μας. Την πώρωση που φτάνει μέχρι το ξεπούλημα των περιουσιών μας στην κατοχική δύναμη, βοηθώντας την, έτσι, να ολοκληρώσει το ανόσιο έργο της.
Οι συναγωνιστές τους, που επέζησαν του πραξικοπήματος, και τους οποίους τιμούμε, εξίσου, για την προσφορά και τον ηρωϊσμό τους, δεν είχαν αυτή την τύχη. Έζησαν την φρίκη της εισβολής. Παρακολουθούν, με αγωνία, την Τουρκία να υλοποιεί τους στόχους της. Πνίγονται στο παράπονο για την αδικία. Διερωτώνται αν αποδείχτηκαν μάταιες οι θυσίες των συναγωνιστών τους.
Τιμώντας σήμερα τους ηρωϊκούς νεκρούς της Δημοκρατίας και της αντίστασής στο πραξικόπημα, δεν έχουμε το δικαίωμα να σταματούμε στους θρόνους, να εξαντλούμαστε στην αναπόληση. Σε μέρες όπως η σημερινή, έχουμε χρέος να προβαίνουμε, όχι με θλίψη και απόγνωση, αλλά με ελπίδα και πίστη στο δίκαιο και στο μέλλον, σε ανασύνταξη δυνάμεων και να αναζητούμε ερείσαμτα του αγώνα.
Αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή, κηρύσσοντας ουσιαστικά τον μακροχρόνιο αγώνα, δήλωνε ο Μακάριος πως οι συνεχείς υποχωρήσεις υποθηκεύουν το μέλλον κι η ενδοτικότητα οδηγεί στην υποτέλεια και στην παρακμή.
Αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή, κηρύσσοντας ουσιαστικά τον μακροχρόνιο αγώνα, δήλωνε ο Μακάριος πως οι συνεχείς υποχωρήσεις υποθηκεύουν το μέλλον κι η ενδοτικότητα οδηγεί στην υποτέλεια και στην παρακμή.
Σ’ όσους επείγονταν για λύση και αδιαφορούσαν για το περιεχόμενό της έλεγε: «... Η μόνη προσφερομένη σύντομος λύσις είναι η αναγνώρισις και αποδοχή της ντε φάκτο καταστάσεως. Ποία όμως η ωφέλεια εκ της τοιαύτης συντομίας; Μήπως δια να αποφευχθή η Τουρκοποίησις των κατεχομένων εδαφών μας; Αλλά θα γίνη τότε τη συγκαταθέσει μας και διά της υπογραφής μας. Μήπως διά να αισθανώμεθα ασφαλείς εις το υπόλοιπον τμήμα της νήσου; Πιστεύω, αντιθέτως, ότι η νομιμοποίησις των τετελεσμένων γεγονότων θα διεγείρη την Τουρκικήν βουλιμίαν και θα ενθαρρύνη τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας εις την Κύπρον...»
Προφητικά τα λόγια του Μακάριου. Σιγά – σιγά προσεγγίσαμε τις θέσεις των Τούρκων, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι Τούρκοι προβάλλουν συνεχώς νέες αξιώσεις. Και στον ορίζοντα πλανάται τώρα ο κίνδυνος της Τουρκοποίησης ολόκληρης της Κύπρου.
Και το χειρότερο: Απαλλάξαμε την Τουρκία από την ευθύνη της κατοχής, το έγκλημα του εποικισμού, τους φόνους τόσων πολιτών, την ομηρία του τόπου μας, αφού την κρατήσαμε μακρυά από τις συνομιλίες ως ένα τρίτο, ξένο, παρατηρητή. Και τ’ αποτέλεσμα; Αντιστρέφουν τους όρους, αποδίδοντας σ’ εμάς αδιαλλαξία και απροθυμία επίλυσης του προβλήματος.
Είναι ξεκάθαρο, κι αυτό διεμήνυε συνεχώς ο Μακάριος, ότι ένας αγώνας απελευθέρωσης δεν διεξάγεται με συνεχείς υποχωρήσεις ούτε και με θωπείες προς τον κατακτητή. Η αγωνιώδης κραυγή του Μακαρίου, που αντηχεί ακόμα στ’ αυτιά όλων μας ότι «δεν θα ξεγράψουμε πατρίδες και δικαιώματα», ήταν το απόσταγμα μιας κοσμοθεωρίας αλλά συγχρόνως και το επιστέγασμα μιας ζωής αγώνων. Οι υποχωρήσεις φτάνουν κάποτε σ’ ένα σημείο που αν το υπερβούμε, ναρκοθετούμε το εθνικό μας μέλλον. Ο Μακάριος δήλωνε κατηγορηματικά πως δεν υπάρχουν περιθώρια άλλων υποχωρήσεων.
Χρειάζεται, λοιπόν, έστω και την υστάτη αυτή στιγμή να συνειδητοποιήσουμε τον κίνδυνο που διατρέχουμε και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Η Τουρκία μένει αμετακίνητη στον πάγιο τελικό στόχο της. Την πλήρη κατάληψη και τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου. Με τον συνεχιζόμενο βάρβαρο εποικισμό που εντείνει η Τουρκία και το κύμα των λαθρομεταναστών που ενθαρρύνει, γίναμε, ήδη, μειονότητα στη γη τούτη των πατέρων μας.
Όλοι μαζί, Κυβέρνηση, πολιτική ηγεσία, Εκκλησία, Εθνικό Κέντρο πρέπει να δράσουμε αμέσως για να ανακόψουμε αυτή την κατάσταση. Δεν υπάρχουν χρονικά περιθώρια καθυστερήσεων. Χρειάζεται επανατοποθέτηση της βάσης του προβλήματός μας. Το πρόβλημά μας, δεν συνίσταται σε διαφορά Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Ο δρόμος που ακολουθούμε φάνηκε ξεκάθαρα πως δεν οδηγεί σε λύση. Οδηγεί σε αφανισμό.
Χρειάζεται, επαναλαμβάνω, να υιοθετήσουμε μια γραμμή αγώνα για ελευθερία που επιβάλλει τόσο η δικαιοσύνη και οι αρχές της Ενωμένης Ευρώπης, όσο και η εθνική μας καταγωγή και οι υποθήκες του Μακαρίου. Έτσι θα δικαιώσουμε και τους προγόνους μας και τον Εθνάρχη Μακάριο, αλλά και όλους τους προασπιστές της Δημοκρατίας και της νομιμότητας που πριν 40 χρόνια έδωσαν τη ζωή τους για μιαν πατρίδα ελεύθερη και ένα μέλλον ελπιδοφόρο.
Αιωνία τους η μνήμη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου