Συνείδησι συνειδητή ή ασυνείδητη;
Κυριακή Β' Ματθαίου
Από την ελληνίδα Κόρινθο ο Παύλος, ο εκλεκτός του
Θεού για τη διάδοσι του Ευαγγελίου στα Έθνη, γράφει προς τους Χριστιανούς της
Ρώμης. Στους στίχους αυτής της Κυριακής αναπτύσσει όσα η βουλή του Κυρίου του
υπαγορεύει σχετικά με το ζήτημα της συνείδησης από το οποίο εξαρτάται όλος ο
πνευματικός αγώνας προς την αρετή.
Όταν ξεκίνησε, μετά την Πεντηκοστή, το έργο των
Αποστόλων να σαρκώνεται στις ζωές των ανθρώπων, πέρα από τα εμπόδια που έθεταν
όσοι αντιμάχονταν τον Ιησού ως Μεσσία και ως Κύριο, ήταν εμφανές ότι εμπόδιο
αποτελούσε και η θέλησι των Ιουδαίων να προσελκύσουν τους νέους Χριστιανούς
στον Νόμο του Μωϋσή πρώτα ως απαραίτητη προϋπόθεσι. Κάτι τέτοιο ήταν αντίθετο
με το σωτηριώδες και καθολικό έργο του Ιησού Χριστού και αποκαλύφθηκε ως θεία
φώτισι στον Απόστολο των Εθνών ο οποίος χειρίζονταν τον Νόμο μόνο μέχρι του
σημείου που δεν εμπόδιζε την αβίαστη πρόσληψι των εξ εθνών Χριστιανών. Για τον
λόγο αυτό με τρόπο κόσμιο και ανεπαίσθητο κρίνει την στείρα προσήλωσι σε αυτόν
τον Νόμο ορθώνοντας ως κριτήριο αρετής έναν άλλον νόμο πανανθρώπινο, την
συνείδησι.
Όταν οι Πρωτόπλαστοι δέχθηκαν την ανυπακοή και άρα
την αμαρτία, τότε ο Δημιουργός "εκμεταλλεύθηκε" και πάλι για το
συμφέρον μας αυτήν την πτώσι και έτσι έθεσε μέσα μας την αίσθησι του καλού και
του κακού μέσα από την φωνή της συνείδησης. Με τον τρόπο αυτό κι ενώ ο Νόμος
είχε δοθεί στον Μωϋσή για το γένος των Εβραίων που διακρινόταν για την τελεία
ανυπακοή στο μεγαλύτερο μέρος του προς το Θείο Θέλημα, εντούτοις η φωνή της
συνείδησης απασχολούσε και επηρέαζε όλους τους λαούς και ανάλογα με την
καλλιέργειά της δημιουργούσε και τον ανάλογο πολιτισμό διαμορφώνοντας τις
κοινωνίες. Καλούνταν, λοιπόν, οι Χριστιανοί της Ρώμης που προέρχονταν από τους
Ιουδαίους να διακρίνουν την προσήλωσι στον Νόμο από τον φυσικό νόμο που
διαφεντεύει την ηθική αρετή κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Τους λέγει ότι δεν πρέπει
να αυτοδικαιώνονται λόγω του Νόμου αλλά να ξέρουν ότι αφού έχουν τον Νόμο ως
προϊστορία θα κριθούν με βάσι εκείνον ενώ τα υπόλοιπα έθνη με βάσι τη συνείδησι
και άρα ελαφρύτερα. Είναι λεπτό το ζήτημα της συνείδησης και απασχολεί πολλούς
μελετητές από κάθε τομέα, κυρίως, όμως, απασχολεί κάθε άνθρωπο που σκέπτεται.
Πόσο ανατρέπει τη φυσική ζωή, έτσι όπως τη
δημιουργήσαμε στις σκέψεις μας, η ζωή του Χριστού! Ό, τι είχε δώσει ο Θεός ως
Νόμο ήταν για να συγκρατήσει και να αποτρέψει από τις αδυναμίες έναν λαό,έστω
τον περιούσιο, ο οποίος είχε φιμώσει την φωνή της συνείδησης σε απίστευτο βαθμό
φτάνοντας στο σημείο άλλοι λαοί να διακονούν περισσότερο την ηθική αρετή. Για
την καινή κτίσι της Βασιλείας του Θεού, όμως, για την Εκκλησία του Χριστού, όλα
αυτά δεν είναι παρά η προπαιδεία της τελειότητας που δεν είναι άλλη από την
Αγάπη. Η φωνή του Θεού μέσα μας, η συνείδησι, δεν αποτελεί πια αυτοσκοπό αλλά
αξίζει να καλλιεργείται διότι σίγουρα κάποια στιγμή θα οδηγήσει τον
καλοπροαίρετο άνθρωπο στην συνάντησι με τον Ιησού που είναι η Αλήθεια. Κι αν
αυτό δεν γίνει ή η συνείδησι ήταν φιμωμένη ή η Πρόνοια άλλα επεφύλασσε. Σήμερα
η Ιστορία συνεχίζεται στον νέο Ισραήλ. Γι'αυτό ας μην αρκούμαστε στον Νόμο,
όποια μορφή καιν έχει λάβει σήμερα, αλλά να αγαπήσουμε από την αρχή τον Σωτήρα
του κόσμου στρέφοντας στο έλεός Του την έμφυτη φωνή της καρδιάς η οποία θα
επιμένει να Τον ακολουθήσουμε για πάντα. Θα είναι κάτι τέτοιο συνείδησι
συνειδητή ή ασυνείδητη μέσα μας;
δ. Γρηγόριος
Φραγκάκη
Πηγή: Απογευματινή Κωνσταντινουπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου