«Ἰδού ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα
καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται
τοῖς ἀρχιερεῦσι καί τοῖς γραμματεῦσι,
καί κατακρινοῦσιν αὐτόν θανάτῳ…
καί τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.» (Μᾶρκος, ι΄, 33-34)
Μέ τά λόγια αὐτά, πού δέν εἶναι
παρά ἕνα προανάκρουσμα τοῦ δράματος, πού θά ἀκολουθοῦσε στά Ἱεροσόλυμα, Αἰδεσιμολογιότατοι
Πατέρες, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, προεῖπεν, ὁ Κύριος καί Διδάσκαλος Ἰησοῦς Χριστός
στούς δώδεκα μαθητές Του, τά ὅσα ἐπρόκειτο νά ὑποστεῖ, ἀπό τούς ἀρχιερεῖς καί
γραμματεῖς τῶν Ἰουδαίων, γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Ἀλλά οἱ μαθητές Του δέν
κατανόησαν, τά ὅσα τούς εἶπε, δέ λυπήθηκαν γιά τά πάθη, πού θά ὑφίστατο ὁ
Διδάσκαλος, ἀλλά γοητεύθηκαν ἀπό τήν Ἀνάσταση καί τή νίκη Του, πού θά τούς ἐξ-ασφάλιζε
κάποιο προνόμιο στή Μεσσιανική Βασιλεία Του.
Ἡ ἐσφαλμένη αὐτή ἐπιδίωξη τῆς ἐγκόσμιας
δόξας ἀπό τούς μαθητές, ἔδωσε τήν ἀφορμή στόν Κύριο νά τούς ἐξηγήσει, ὅτι στή
Βασιλεία Του δέν ἔχουν θέση νοοτροπίες ἐξουσίας καί κυριαρχίας. Γι’ αὐτό καί
τούς ἀπάντησε μέ πόνο: «Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε».
Δέν ξέρετε τί ζητᾶτε. Μάθετε ὅμως,
ὅτι: « Ὅς ἐάν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καί ὅς ἄν θέλῃ ὑμῶν
γενέσθαι πρῶτος, ἔσται πάντων δοῦλος» Δηλαδή, ὅποιος ἀνάμεσά σας θέλει νά γίνει
μεγάλος, θά εἶναι ὑπηρέτης καί διάκονος σας, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι μεταξύ
σας πρῶτος, θά εἶναι δοῦλος ὅλων. Ἔτσι ὁ Χριστός δίδαξε στούς μαθητές Του, ὅτι ὅποιος
θέλει νά γίνει πολίτης τῆς Βασιλείας Του, πρέπει νά ταπεινωθεῖ καί νά θυσιασθεῖ
γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ἀλλά καί σέ μᾶς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
διδάσκει ὁ Κύριος, ὅτι ὁ δρόμος, πρός τήν πραγματική καί αἰώνια δόξα τῆς
Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ξεκινάει ἀπό τά ἀνηφορικά μονοπάτια τῆς ταπείνωσης, τῆς ἁγιότητας,
τῆς θυσίας καί τῆς μετάνοιας.
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας, στήν
κατ’ ἐξοχήν κατανυκτική περίοδο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, πού εἶναι ἡ Ἁγία καί
Μεγάλη Τεσσαρακοστή, περιλαμβάνει ἰδιαίτερες ἀκολουθίες, ὅπως τήν Θεία
Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, τόν Ἀκάθι-στοὝμνο, τό Μεγάλο Ἀπόδειπνο,
τό Μεγάλο Κανόνα, τόν Κανόνα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης καθώς καί τούς ἕξι
Κατανυκτικούς Ἑσπερινούς, ἀπό τούς ὁποίους ὁ τελευταῖος θά γίνει τό ἀπόγευμα ἐδῶ
στό Ναό μας. Ὅλες αὐτές οἱ Ἀκολουθίες, μέ τούς ἐξαίσιους ὕμνους καί τά Ἱερά Ἀναγνώσματα,
στόχο ἔχουν νά μᾶς προετοιμάσουν γιά νά μετανοήσουμε γιά τά λάθη, τίς
παραλήψεις καί τίς ἁμαρτίες, πού ἔχουμε κάμει.
Ἀλλά καί ἀπό τήν ἀρχή τοῦ
Τριωδίου ψάλλουμε στόν Ὄρθρο τῆς Κυριακῆς τόν κατανυκτικό ὕμνο :«Τῆς μετανοίας
ἄνοιξον μοι πύλας Ζωοδότα», μέ τόν ὁποῖο ζητᾶμε ἀπό τόν Ζωοδότη Κύριο, νά μᾶς ἀνοίξει
τήν πύλη τῆς μετάνοιας, γιά νά μπορέσουμε νά ἀποκαταστήσουμε τή διαταραγμένη
σχέση μας μέ τό Θεό καί τούς ἀνθρώπους.
Εἶναι γνωστό, ὅτι μέ τή μετάνοια
μεταβάλλω τρόπο νοήσεως καί σκέψεως, ταυτόχρονα ὅμως ἀλλάζω καί τόν τρόπο ζωὴς
μου, δηλαδή ἀπομακρύνουμε ἀπό τά πάθη μου καί ὁδηγοῦμαι στή ζωή τῆς Ἀλήθειας. Δυνατό
παράδειγμα μετάνοιας εἶναι ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία.
Ἡ Μαρία ἦταν μιά γυναίκα ἀπόλυτα
δουλωμένη στά ἐγωκεντρικά πάθη τῆς ματαιοδοξίας καί τῶν σωματικῶν ἀπολαύσεων. Ἀπό
δώδεκα χρονῶν εἶχε μπλέξει στά πολυπλόκαμα δίχτυα τῆς σαρκικῆς ἀκολασίας. Ἦταν
δούλη τοῦ πάθους της.
Κάποτε πῆγε ἀπό τήν Αἴγυπτο στούς
Ἁγίους Τόπους, τήν Κυριακή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μαζί μέ πολλούς
νέους, γιά νά προσκυνήσει, τό «Ξύλον τῆς Ζωῆς», δηλαδή τόν Τίμιο Σταυρό. Ὅταν
προσπάθησε, πολλές φορές, νά μπεῖ στόν Πανίερο Ναό τῆς Ἀναστάσεως, μιά ἀόρατη
δύναμη τήν ἐμπόδιζε συνεχῶς. Τό γεγονός αὐτό τήν ἔκαμε νά συναισθανθεῖ τήν ἁμαρτωλότητά
της καί ἄρχισε νά θρηνεῖ καί νά ἐκλιπαρεῖ τή βοήθεια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου,
στήν Ὁποία καί ὑποσχέθηκε τήν ἀποχή ἀπό τά πρότερα ἁμαρτήματά της. Μετά ἀπό τήν
μετάνοιά της αὐτή μπόρεσε νά εἰσ-έλθει στόν Ἱερό Ναό καί νά προσκυνήσει τόν
Τίμιο Σταυρό. Ἀμέσως τότε ἀναχώρησε γιά τήν ἔρημο, πέραν τοῦ Ἰορδάνου, γιά νά
βρεῖ ἀνάπαυση, ὅπως τῆς ὑπόδειξε ἡ Παναγία. Ἐκεῖ μετά ἀπό συγκλονιστική
μετάνοια καί συντριβή, σταύρωσε τά πάθη της καί συνάντησε τό Χριστό.
Στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη (η΄,
1-11) βλέπουμε τόν Κύριο νά ἀντιμετωπίζει τήν μοιχαλίδα γυναίκα πέρα ἀπό τά
φαινόμενα. Ἡ μοιχαλίδα ἔπρεπε, σύμφωνα μέ τό Νόμο, νά πεθάνει μέ λιθοβολισμό. Ὁ
Χριστός τήν ἐλευθερώνει. Καί τοῦτο ἐπειδή εἶδε τήν καρδιά της. Μίλησε στόν
βαθύτερο ἑαυτό της. Τά φαινόμενα ξεπεράσθηκαν ἀπό μιά μεγάλη καί σωτηριώδη ἀλήθεια:
τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τή μετάνοια τῆς μοιχαλίδας.
Ἡ διακήρυξη τοῦ Κυρίου, ὅτι «Οἱ
τελῶναι καί αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ., κα΄,
31). Γι’ αὐτό κανείς δέν πρέπει νά ἀποθαρρύνεται ἀπό τήν πνευματική του κατάσταση,
ὅσο ἄσχημη κι ἄν εἶναι. Γιά ὅλους ἐμᾶς τούς ἁμαρτωλούς, ὑπάρχει ἡ μετάνοιά μας
καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Κύριός μας, ἀπό ἀγάπη, ἔχυσε τό
τίμιο αἷμα Του πάνω στό Σταυρό, γιά νά μᾶς καθαρίσει καί γιά νά μᾶς καθαρίζει
πάντοτε ἀπό τή λάσπη τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τά δυσβάστακτα βάρη τῶν παραβάσεών μας.
«Τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμα μου τό τῆς καινῆς διαθήκης τό περί πολλῶν ἐκχυννόμενον
εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Ματθ.,-κς΄,28). Ὅλα ἐξαλείφονται μέ τό αἷμα τῆς Σταυρικῆς
θυσίας τοῦ Χριστοῦ, μέ τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ Θεία Εὐχαριστία, εἶναι τό
θεοσύστατο ἐκεῖνο Μυστήριο, πού συνεχίζει τή σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου καί
δίνει στούς πιστούς τά σωτηριώδη ἀγαθά, πού προήλθαν ἀπ’ αὐτήν. Καμμιά ἄλλη θυσία, ὁσονδήποτε μεγάλη
καί ἄν εἶναι, δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τή Θυσία τοῦ Σταυρωθέντος Χριστοῦ,
γιατί «Ἐκεῖνος μέ τή θυσία Του αὐτή, λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπό
τή φθορά καί μᾶς ἀπάλ-λαξε ἀπό τό θάνατο, πού ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας εἴχαμε κατάδι-καστεῖ.
Ἐνῶ εἴμασταν μακρυά ἀπό τό Θεό, Ἐκεῖνος μέ τή θυσία Του μᾶς ἔφερε κοντά Του.
Καί ἐνῶ εἴχαμε χάσει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας, Ἐκεῖνος μᾶς ἔκαμε ἀδελφούς καί
συγκληρονόμους Του».
Ἀδελφοί μου, ἡ κόλαση δέν εἶναι
γιά τούς ἁμαρτωλούς, ἀλλά γιά τούς ἀμετανόητους. Γιά ὅλους ἐκείνους, πού δέν αἰσθάνονται
τήν ἀναξιότητά τους, πού δέν γνωρίζουν τό μεγαλείο τῆς συγγνώμης, πού ἀγνοοῦν
τόν παράδεισο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά, «Ὅστις θέλει…», δηλαδή ὅποιος
θέλει οἱ δωρεές αὐτές τῆς μεγάλης θυσίας τοῦ Σωτῆρος, νά γίνουν κτῆμα του,
πρέπει νά ἔχει, καθαρό καί ἄξιο τοῦ οὐράνιου δείπνου ἔνδυμα, πού ἀποκτᾶται μόνο
ἄν καθαρίσουμε τή συνείδησή μας ἀπό τά νεκρά ἔργα τῆς ἁμαρτίας μέ τό Μυστήριο τῆς
Μετάνοιας καί ‘Εξομολόγησης.
Γιά νά πραγματοποιηθεῖ αὐτό
πρέπει π ρ ῶ τ α νά ἐξετάσουμε ἰδιαιτέρως καί μέ λεπτομέρεια τήν
πνευματική μας ζωή, δηλαδή τίς πράξεις, τούς λόγους καί τίς ἐπιθυμίες μας, δ ε ύ τ ε ρ ο νά μετανοήσουμε γιά ὅσα ἔχουμε
βρεῖ ὅτι εἶναι ἐνάντια στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τ έ λ ο ς νά προσέλθουμε μέ κατάνυξη καί συντριβή, μπροστά στόν
πνευματικό μας, γιά νά ὁμολογήσουμε εἰλικρινά τίς παρεκτροπές καί τίς
παραβάσεις μας. Πρέπει νά ποῦμε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυ-χῆς μας τό «ἱλάσθητί
μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. ιη΄, 13) γιά νά ἀκούσουμε τό «τέκνόν, ἀφίενταί σου αἱ ἁμαρτίαι».
(Μάρκου, β΄, 5).
Κατά τόν θεῖο Χρυσόστομο, «μεγάλη
τῆς ἐξομολογήσεως ἡ ἰσχύς καί πολλή ταύτης ἡ δύναμις» (ΕΠΕ 36, 54-56) καί ἀκόμα
πιο μεγάλη εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ σωτηριώδης ἐνέργεια τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Μόνο τότε θά ἐπανέλθει στήν ἀρχική του θέση ὁ ἑκούσια καί ὁ θεληματικά ἀπομακρυνθείς
ἄνθρωπος. Μόνο τότε θά γίνουμε ἄξιοι γιά ἕνα δεύτερο βάπτισμα, πού θά ἀποπλύνει
ὅλα τά ἁμαρτήματά μας, μέ τή δύναμη τοῦ Σώματος καί αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Μόνο
τότε θά φορέσουμε τό καθαρό καί καθ’ ὅλα ἄξιο τοῦ οὐράνιου δείπνου ἔνδυμα.
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, ἦταν μιά ἀπό τίς ἁμαρ-τωλότερες
γυναίκες. Μέ τή μετάνοιά της τήν πολλή πρός τόν Θεό ἀγάπη της, καί τόν
φιλότιμο, μέχρις ἀληθινοῦ μαρτυρίου ἀγώνα της, χαριτώθηκε πλούσια. «Οὗ δέ ἐπλεόνασεν
ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ Χάρις» (Ρωμ. ε΄, 20). Δηλαδή ἐκεῖ ὅπου ἡ ἁμαρτία
φάνηκε στό ἀληθινά τρομακτικό της μέγεθος, ἐκεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν ὑπερκάλυψε
μέ τό παραπάνω καί ἔγινε μιά ἀπό τίς ἁγιότερες μορφές τῆς Ἐκκλησίας μας, πού
δίδαξε σέ ὅλους μας τό πόσο ἀπέραντη εἶναι ἡ ἀγά-πη τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς τούς ἀδύναμους
καί ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους. Ἡ δέ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη της,
τόσο στήν ἐπέτειο τῆς κοιμήσεώς της (1η Ἀπριλίου), ὅσο καί τήν 5η
Κυριακή τῶν Νηστειῶν.
Ἄς παρακαλέσουμε λοιπόν τόν
Κύριο, νά μᾶς ἀξιώσει, μέ τίς εὐχές καί ἱκεσίες τῆς πανσέμνου Αἰγυπτίας,
κεκαθαρμένοι, μέ τά Μυστήρια τῆς Μετάνοιας καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας, νά
μπορέσουμε νά ἑορτάσουμε πραγματικά τή Λαμπροφόρο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, σύμφωνα
μέ τήν ποιητική προτροπή τοῦ ὑμνογράφου τοῦ Πάσχα: «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις
καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς Ἀναστάσεως».
Καλή Ἀνάσταση !
Χρήστος Κ. Τσούβαλης
Άρχων Οστιάριος του
Οικουμ. Θρόνου
(Ε΄ Κυρ. Νηστειῶν, 02.04/2017,
Ἱ. Ν. Ἁγίας Σοφίας Πατρῶν.02.04.2017)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου