Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2019

«Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά.» (Dust to Dust) - π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος


 «Πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά.» (Dust to Dust)
(Καύσις των νεκρών και θεολογικά μορμολύκια)

Αποφάσισε η Κυβέρνηση να εγκρίνει και να ρυθμίσει νομικά την δυνατότητα της αποτέφρωσης των νεκρών ως δεύτερη δυνατότητα μετά από εκείνη της ταφής. Και κάποιοι εκκλησιαστικοί υπεύθυνοι εξέδωσαν μια «διπλωματική διακοίνωση» (nota) με την οποία ανήγγειλαν δι’ ολίγων, ότι απαγορεύουν την τέλεση νεκρωσίμου ακολουθίας σε περίπτωση τέτοιας επιλογής!
Ανάμεσά τους (στην κυβερνητική νομοθέτηση και στην εκκλησιαστική ντιρεκτίβα) οι άνθρωποι, όσοι δεν είναι χριστιανοί (βαπτισμένοι είναι σχεδόν όλοι, όμως στα σοβαρά πιστεύουμε ότι είναι χριστιανοί;) προσπερνούν και τους δύο πλευρές αδιάφορα και ειρωνικά, και όσοι είναι χριστιανοί "υφίστανται" μια αμετροεπή και αθεολόγητη αντίδραση από κληρικούς που εξαντλούνται να φωνασκούν ότι... μας αλλάζουν τα θέσμια και τις παραδόσεις μας (ποιος σε εμπόδισε να ταφείς; Συ γιατί θέλει να έχεις veto για το αν θα υπάρχουν κρεματόρια;)  και επιχειρηματολογούν με αφελείς αντιρρήσεις-"επιχειρήματα" του τύπου: «Αν καεί το σώμα, δεν θα υπάρχει λείψανο» !!! (ξεχνώντας τον αγ. Ιωάννη τον Ρώσο!!) ή «Είναι ασέβεια προς το σώμα...» κλπ κλπ αμετροεπή!
Ο Χριστός αποκαθηλούμενος ενταφιάστηκε «...καθώς ἔθος ἐστί τοῖς Ἰουδαίοις ἐνταφιάζειν» (Ιω 19, 20).

Τρεις τρόποι ταφής υπήρχαν στην εποχή του Χριστού: α. Η απόθεση των νεκρών σε τάφο-λάκκο και η επικάλυψη με χώμα, συνήθεια των φτωχών και απλών ανθρώπων και για τις περιπτώσεις ξένων αποθανόντων. β. Οι λαξευτοί τάφοι, που ήταν δωμάτιο ή και δωμάτια, που έκλειναν την είσοδο με κυλιόμενο λίθο και ήταν το συνηθισμένο που επικρατούσε. Και γ. οι πολυτελείς τυμβοφόροι τάφοι (Μαυσωλεία) εκδήλωμα ανόητης δαπανηρής ματαιοδοξίας ή σεβασμού σε άγια και επίσημα πρόσωπα (Αβραάμ- Δαβίδ κλπ). Το σώμα του Χριστού απετέθη σε λαξευτό τάφο.
Τα έθη αποτελούσαν για τους Εβραίους το συστατικό τους στοιχείο. Γι’ αυτό φοβούνταν ότι «ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος... ἀλλάξει τά ἔθη ἅ παρέδωκεν ὑμῖν Μωυσῆς» (Πραξ. 6, 14).
Το "ἔθος" είχε καταλήξει να αποτελεί συστατικό του συλλογικού σώματος της Εβραϊκής αυτοσυνειδησίας- ταυτότητας. Η επανάληψη και ο ριτουαλισμός πάντως τα είχαν καταντήσει κενά περιεχομένου! Πλείστα όσα τα εμπαίζει ο Χριστός! Ειρωνεύεται... «τήν παράδοσιν ὑμῶν». Και ήδη στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός λέει στον προφήτη «Τάς νουμηνίας ὑμῶν καί τά Σάββατα μισεῖ ἡ ψυχή μου». Δηλαδή; Δεν μπορούν να είναι τα έθιμα το συστατικό σας, όταν είναι απλές επαναλήψεις συνήθειας, που κατέληξαν να λειτουργούν στις συνειδήσεις ως έκφραση αυθεντικότητας, που δεν είναι! Η παλαιότητα και η συνήθεια δεν καθιερώνει. Το καινούργιο δεν είναι καθεαυτό ξένο. Υπάρχουν συνήθειες που δεν αλλάζουν (η περιτομή)και συνήθειες που διακυμαίνονται και εναλλάσσονται εποχιακά. Σ’ αυτές τις δεύτερες υπάγεται και η καύση.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε με νηφαλιότητα (και όχι με λαϊκίστικες κορώνες) κάποιες πτυχές του θέματος.
Το σώμα για τους χριστιανούς δεν είναι... σῆμα (τάφος)! Οι χριστιανοί δεν έχουμε σώμα, είμαστε σώμα. Το σώμα αποτελεί την έκφραση της «κράσεως και μίξεως» της ψυχοσωματικής και είναι μέγα παράδοξο πώς αυτό το κράμα επαναδιασπάται στα εξ ων συνετέθη, δια του θανάτου! Η αγάπη του Θεού και το θέλημά Του έπλασε τον άνθρωπο όχι άγγελο (καθαρό πνεύμα) ούτε ζώο (καθαρή ύλη) αλλά μια αδιαίρετη και αδιάσπαστη προσωπική ενότητα ψυχής και σώματος, ένα «ἔνσαρκο πνεῦμα» ή μάλλον μια «ἔμψυχο σάρκα». Κατά την διδασκαλία του Χριστού, ολόκληρος ο άνθρωπος, ψυχή και σώμα, πρέπει να υψωθεί από την Θεία Χάρη και να "πνευματοποιηθεί", δηλαδή να γεμίσει με Άγιο Πνεύμα! Ο Χριστός που έγινε σάρκα για μας, Αυτός μας δίδαξε ότι δεν πρέπει να καταστρέφουμε ή να περιφρονούμε τα σώματά μας, αλλά αντίθετα πρέπει να τα εξαγιάζουμε όπως εξαγιάζουμε και τις ψυχές μας. Ο απόστολος Παύλος δίδαξε ότι: Οι χριστιανοί (παρά τις όποιες και όσες κατά περιόδους και εποχές "θεολογικές" και νεοπλατωνίζουσες επιρροές και στρεβλώσεις) δεν επιθυμούν την "ἀπέκδυσιν" του σώματος, αλλά την "ἐπένδυσίν" του με την Χάρη του Θεού, ώστε να «καταποθεῖ τό θνητόν ὑπό τῆς ζωῆς» (Β’ Κορ. 5, 4). Βλέπουν το σώμα τους με την γαλήνη της χαράς του μέσου επικοινωνίας. Με το σώμα προσεύχονται. Με το σώμα ασπάζονται. Με το σώμα κοινωνούν. Με το σώμα, και στο σώμα, δέχονται την αγιαστική χάρη των Μυστηρίων. Δεν μπορούν να εννοήσουν τον εαυτό τους χωρίς το σώμα. Και η ψυχή τους χωρίς το σώμα είναι γυμνή, όπως το σώμα χωρίς την ψυχή είναι νεκρό. Αφού άλλωστε: «Τό συναμφότερον ἄνθρωπος»! Και βέβαια είναι γεμάτοι χαρά από την υπόσχεση του αγαπημένου τους Κυρίου Ιησού Χριστού, προσδοκώντες την Ανάσταση των σωμάτων τους (...όχι των ψυχών τους!!!) προκειμένου να μπορούν να Τον εναγκαλιστούν: Αυτόν τον Ελεήμονα Πατέρα, που θα έρθει και θα τους εναγκαλισθεί πρώτος "ἐπιπίπτων" επί τον τράχηλό τους και καταφιλώντας τους!!! (Λουκ. 15, 20).
Το σώμα οι χριστιανοί δεν το απορρίπτουν ούτε το θεωρούν πηγή και εστία αμαρτιών, αλλά εξίσου δεν το θεωρούν μηχανικό φετίχ για "παραγωγή" ηδονής! Είναι απαξίωση του σώματος η "δαιμονοποίηση" και η απόρριψη του, ως πηγή αμαρτιών, αλλά είναι εξίσου απόρριψη η ειδωλολατρική του "προσκύνηση" και η αξιολόγησή του ως πράγματος με μόνη ποιότητα, την βιολογική του σκευή (στην οποία και εξαντλείται;) κατατασσόμενο έτσι στην κατάσταση του ρούχου... χρήσιμου όσο μας ζεσταίνει!! Στην συνέχεια μπορούμε να το "πετάξουμε", να το "κάψουμε", να το αποσυνθέσουμε με ό,τι τρόπο θέλουμε και μπορούμε...!
«Εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» (Α΄ Κορ. 3, 17) διδάσκει ο Απόστολος Παύλος. Όμως προσοχή! Δεν συζητάει για την φθορά των συνθηκών! Συζητάει κατά την έννοια που αναφέρει ο Ωριγένης: «Εἴ τις διά τῆς ἀκολασίας ἤ τῆς ἁμαρτίας φθείρει»! Δεν είναι φθορά του σώματος η καταπόνηση του από τους ασκητές, αλλά η πνευματική του εξαχρείωση, όταν ο άνθρωπος αξιολογεί το σώμα του ως... εγωκεντρικό γλειφιτζούρι. Ως εκφραστή της ψυχικής του ανισορροπίας. «Φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» «Τοὐτέστιν ἀπολεῖ. Τοῦτο δε οὐχί καταρωμένου ἐστίν, ἀλλά προφητεύοντος» (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος).
Ακριβώς εδώ διαφοροποιούνται τα πράγματα.
Οι χριστιανοί δεν προσδιορίζουν την αξία του σώματος τους, σχετίζοντάς την με το είδος του τρόπου αποσύνθεσής του. Οι χριστιανοί έχουν το σώμα και προσπαθούν να το κάνουν κατοικητήριο της χάριτος του Θεού. Ξεκινώντας από τους πρωτοκορυφαίους αποστόλους Πέτρο (σκιά-αλυσίδες) και Παύλο (σιμικίνθια) και φτάνοντας στους αγίους μυροβλύτες και στα άφθορα σώματα (άγιος Ιωάννης ο Ρώσος· άγιος Διονύσιος· άγιος Σπυρίδων· άγιος Γεράσιμος· άγιος Αλέξανδρος του Σβιρ και μύριοι άλλοι) κατανοούν με ηρεμία και τις ανθρώπινες περιπέτειες των αγίων Λειψάνων, ως παραχώρηση και ευδοκία Θεού (π.χ. καταστροφή και καύσις των λειψάνων του αγίου Λαζάρου του Σέρβου· καύσις αρκετών λειψάνων του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου σε πυρκαγιά της μονής Στουδίου) χωρίς το θέμα να τους γεννά αγωνία, αφού για τους χριστιανούς η κατάληξη του σώματος και ο τρόπος αποδόμησής του, δεν προσδιορίζουν την πίστη και τις αντιλήψεις τους.
Α. Αυτός που δεν είναι χριστιανός, δεν τον απασχολεί ο τρόπος της μετά θάνατον αποσύνθεσης του σώματός του. Αφού το σώμα, το θεωρεί άχρηστο υπόλοιπο μιας εξαντλημένης (και χωρίς μέλλον) ζωής.
Και εδώ αν είμαστε ειλικρινείς θα πρέπει να αναρωτηθούμε, μήπως φταίμε και εμείς γι᾿ αυτές τις αντιλήψεις! Μήπως τελικά παρουσιάσαμε ένα Χριστό σκιάχτρο και φόβητρο (Ἴλεως Κύριε...) από τον οποίο δικαίως θέλησαν να "γλιτώσουν" οι άνθρωποι; «Διατί να το κρύψωμεν άλλωστε» πλείστοι όσοι "χριστιανοί" αγωνίζονται και αγωνιούν να γλιτώσουν από... τα χέρια του Θεού, στον οποίον εντοπίζουν την... δυσάρεστη συνέχεια, της μετά θάνατον κατάστασης!!! Πώς μπορεί παπάς να διαβάζει αδιάφορα την δημόσια "εξομολόγηση": «Βλέπετε έχασα την πίστη μου πριν πολλά χρόνια... Δεν ήταν εύκολη υπόθεση... Είναι λοιπόν το τυρί που ήταν νοστιμότατο και εξαίσια σερβιρισμένο, αλλά είδα και τη φάκα...;» (άρθρο "Για ποιον (δεν) χτυπά η καμπάνα" της Ρ. Βαγιάνη, στο Protagon, 24.11.14). Για ποιο "τυρί" και για ποια "φάκα" μιλάει η κυρία; Γι᾿ αυτά που της παρουσιάσαμε εμείς βεβαίως!! Για τις εντολές, που έγιναν αντί θεραπευτικής αγωγής... τροχαία παράβαση. Για ένα σώμα, που οι λειτουργίες του γίναν... "τυρί" γοητευτικό για να πιάνονται... "ποντίκια". Για μια ατμόσφαιρα αποπνικτικής αστυνόμευσης. Για μια "εξομολόγηση"... ανάκριση! Για μια νοοτροπία που δεν χαίρεται τα δώρα του Δημιουργού, αλλά τρομοκρατεί τον άνθρωπο μπροστά στην χαρά, που έχει βάλει ο Θεός στα δημιουργήματά Του και μονίμως βλέπει αμαρτίες, που αμαυρώνουν την "τελειότητά" του!! Κάποτε πρέπει (είναι απολύτως αναγκαίο) να ξαναβρούμε την θεολογία μας και να ελευθερωθούμε από τον καλβινισμό που μας τυραννάει, κάνοντας εκούσιους γενίτσαρους τα παιδιά μας!! Κάποτε πρέπει να διδάξουμε σωστά, ότι η χάρη του Θεού εναντιώνεται μόνο στο ασυνάρτητο, μπερδεμένο, παθιασμένο και σακατεμένο "εγώ" μας, και φυσικά πολύ περισσότερο στο τυραννικό "υπέρ-εγώ" μας, που είναι ο κρυφός Θεός μας, που υπερασπίζεται ζηλότυπα τον... θρόνο του, ενάντια στην έλευση του Χριστού! Ο χριστιανός δεν είναι ένα ανδρείκελο κινούμενο από ψηλά με αόρατες κλωστές, που ούτε ο ίδιος αντιλαμβάνεται! Ο Θεός μάς έπλασε λογικούς και ελεύθερους για να μπορέσουμε να αυξήσουμε την ελευθερία μας και την αγάπη μας, σε απίστευτη απλωσιά, και να φτάσουμε, σε απροσπέλαστη μέχρι τώρα θεωρία της αλήθειας, που είναι ο Ίδιος.
Β. Αυτός που είναι χριστιανός, δεν γίνεται και δεν πρέπει να "κολλήσει" στον τρόπο που θα αποσυντεθεί το σώμα του, αφού η ελπίδα και η χαρά της προσδοκίας της ελεύσεως του Αγαπημένου, που δεν θα αφήσει (από αγάπη) στην ανυπαρξία τον άνθρωπο, δεν έχει τεχνικά εμπόδια και δυσκολίες. Η Ανάσταση είναι αναδημιουργία δεν είναι επανασυγκόλληση!!! Ο Χριστός δεν χρειάζεται το υλικό μας πλαίσιο για να μπορέσει... να κάνει κάτι!! Η ψυχή που στέκεται πρόσωπο προς πρόσωπο μπροστά στον Θεό, ελεύθερα και θαρρετά, κατανοεί την ευσπλαχνία Του, Τον αγαπά και δεν καίγεται από "μίσος" εναντίον του εαυτού της εξαιτίας των αμαρτιών της, αφού ξέρει ότι αυτές κάηκαν κιόλας, μέσα στο καμίνι της θεϊκής ευσπλαχνίας. Ανάσταση ακριβώς είναι η δική μας παρρησία μπροστά στον Χριστό, από τότε που «φανερώθηκαν η καλοσύνη και η φιλανθρωπία του Θεού και Σωτήρα μας» (Τίτ. 3, 4).
Δεν χρειάζεται να πιστέψουμε ότι το ίδιο ακριβώς γήινο σώμα αποκαθίσταται με την Ανάσταση!! Κάτι τέτοιο είναι αντίθετο στην κοινή λογική, στην επιστήμη, στην ίδια την Αγία Γραφή. Ο Απόστολος Παύλος υιοθετεί μια διαφορετική οπτική. Είναι άβολο να επιχειρηματολογεί κανείς για ένα τόσο παιδαριώδες θέμα. Ποιος άραγε θα ευχόταν, το υλικό του σώμα, που είχε υποστεί τόσους και τόσους θανάτους από την γέννησή μας, που δεν έχει παραμείνει ούτε μια ώρα αναλλοίωτο και αποτελούμενο από την ίδια ύλη και του οποίου η λειτουργία βασίζεται στην συνεχή μεταβολή, ποιος θα ευχόταν να παραμείνει απαράλλακτο όπως θα είναι στη στιγμή του θανάτου και να "κλειδώσει" η ευτελής ταυτότητα των γηρατειών του για μια αιωνιότητα;;!!
Το υλικό σώμα κάθε ανθρώπου στην Ανάσταση θα είναι το παλαιό ρούχο που βγάζει κάποιος από πάνω του την νύχτα, προκειμένου το πρωί να ντυθεί ένα καθαρό, καινούργιο και καλύτερο! Η επιθυμία τυχόν να διατηρηθεί το παλαιό σώμα είναι μια επιθυμία συναισθηματικού υλισμού εντελώς ειδωλολατρική. Θα ήταν σαν κάποιος να επιθυμούσε, όλες οι τρίχες που κόπηκαν από το κεφάλι του, κατά την διάρκεια της ζωής του, να αποκατασταθούν στο αναστημένο εν δόξη κρανίο του!!!
Στην πράξη μέχρι τώρα η Εκκλησία έθαπτε και θάπτει τους νεκρούς χριστιανούς. Αυτή η συνήθεια έχει επικρατήσει. Αυτό ήταν συνέχεια της ιουδαϊκής παραδόσεως, (χωρίς τις αιγυπτιακές επιρροές που είχε εκείνη, μουμιοποίηση-απόθεση σε μνημείο-σπήλαιο). Στον ελληνικό χώρο δε, λειτουργούσαν και τα δύο. Και ταφή και καύση. Η Εκκλησία όμως έθαπτε τους νεκρούς της έξω από τους ναούς, διδάσκοντας ότι εντός του ναού, συγκεντρώνονται οι βιολογικά ζωντανοί χριστιανοί, και έξω από τους τοίχους του ναού αποτίθενται οι βιολογικά πεθαμένοι. Οι κεκοιμημένοι. Όλοι πάντως γύρω από το θυσιαστήριο-τράπεζα του Πατέρα τους. Σε κάποια χρονική στιγμή αυτό άρχισε να "σπάζει" και οδηγήθηκαν τα κοιμητήρια εκτός του οικιστικού ιστού των πόλεων. Η διοίκηση της Εκκλησίας δεν αντέδρασε. Αντίθετα υπερθεμάτιζε!! Οι λόγοι... υγιεινής υπέρ παν τι και άλλο!!! Ένας "άλλος" κόσμος ερχόταν (και βεβαίως πλέον είναι ήδη παρών) που δεν είχε θεολογικά κριτήρια, αλλά τεχνικά και οι διοικούντες δεν το πήραν χαμπάρι. Τα πράγματα σήμερα προχώρησαν περαιτέρω και τώρα αυτός ο κόσμος κατασκευάζει κρεματόρια και ρυθμίζει με επιπλέον τεχνική ευκολία το θέμα. Τώρα ξαφνικά η εκκλησιαστική διοίκηση αντιδρά! Όπως και σε άλλα θέματα, με κοινωνικές συνεπαγωγές και συνάφειες, αντιδρά με ένα τρόπο, που χάνει την "μάχη" πριν την δώσει! Εκ των προτέρων!
"Βούλες", "ντιρεκτίβες", "αφορισμοί" και "αναθέματα" στον σημερινό κόσμο είναι αδιανόητα και εκ προοιμίου απορριπτέα. Μέχρι πρότινος οι χριστιανοί απευθυνόμενοι στους κληρικούς έλεγαν: «- Πες μου, πάτερ, τι να κάνω...;» Τώρα πλέον η ερώτηση διατυπώνεται: «Γιατί, πάτερ, να κάνω...;» και από χριστιανούς ακόμα, που θεωρητικά θα έπρεπε να ξέρουν την θεολογία της Εκκλησίας τους και να τρέφονται από αυτήν. Η οδυνηρή πραγματικότητα όμως, είναι ότι οι χριστιανοί, ούτε ξέρουν, ούτε μπορούν να «δώσουν λόγον, περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α’ Πετρ. 3, 15). Δεν μπορούν, ατυχώς, να θρέψουν πνευματικά ούτε τα φυσικά παιδιά τους, έστω και αν η Εκκλησία τα βάπτισε νήπια, εναποθέτοντας στους γονείς το καθήκον της κατήχησης...! Τώρα οι γονείς χρειάζονται κατήχηση, πόσο μάλλον τα παιδιά!
Σε ένα "τέτοιον" λοιπόν κόσμο έρχεται η Εκκλησία να του πει ότι δεν θα τον... κηδεύσει (!!!) εξαιτίας τυχόν επιθυμίας του να καεί και όχι να ταφεί! Άραγε δεν φοβόμαστε μήπως έτσι κλείνουμε και μεις την θύρα της Βασιλείας του Θεού «διά τήν παράδοσιν ἡμῶν; (Ματθ. 15, 3). Η ταφή είναι παράδοση, όχι επικύρωση της πίστεως στην Ανάσταση! Το πόσο κάποιος αγαπά και πιστεύει στον Χριστό, πρέπει να είναι για μας το θέμα, και όχι αν θα αποτεφρωθεί. Αν επισείσουμε τέτοιας μορφής μορμολύκια θα μας ακούσουν... στα σοβαρά; Και δεν θα έχουμε... Λασκαράτους; Οι αδελφοί μας οι καθολικοί (ή δεν είναι αδέρφια, όσα αδέρφια είναι "μαλωμένα";) στο κανονικό τους δίκαιο στον Καν. 1176 § 3 διαλαμβάνουν: «Η Εκκλησία συνιστά ζωηρά να διατηρείται η ευλαβής συνήθεια, να ενταφιάζονται τα σώματα των κεκοιμημένων. Ωστόσο, δεν απαγορεύει την αποτέφρωση, εκτός και αν αυτή επελέγη για λόγους αντίθετους στην χριστιανική διδασκαλία». Πόσο δύσκολη ή... "αντιθεολογική" είναι μια τέτοια γαλήνια και ξεκάθαρη θεολογικά τοποθέτηση, η οποία δεν εμποδίζει και δεν αγνοεί τα ψυχολογικά δεδομένα του ταλαίπωρου εγωκεντρικού σημερινού μεταμοντέρνου ανθρώπου; Γιατί θα πρέπει εμείς να είμαστε πάντοτε «η θυμωμένη δασκάλα» και οι «ανάποδοι τροχονόμοι», που σε κάθε επικοινωνία θα μοιράζουμε «λίθους και φίδια» (Ματθ. 7, 10) στα παιδιά μας;
Είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να ύπαρξη αγάπη χωρίς ελευθερία. Μια αγάπη που δεν είναι ελεύθερη δεν είναι καθόλου αγάπη. Δεν υπάρχει επίσης αν δεν είναι αυθόρμητη. Γι᾿ αυτό το λόγο όλες οι απαγορεύσεις που επιβάλλει ο Χριστιανισμός συνοψίζονται στην εξής υποχρέωση: «Μείνετε ελεύθεροι, μην υποταχθείτε πάλι στο ζυγό της αμαρτίας» (Γαλ. 5, 1). Υποταγή σε ζυγό σημαίνει υποδούλωση σε νομικές διατάξεις, υποδούλωση «στα στοιχεία αυτού του κόσμου»: σ᾿ εκείνες τις τοπικές και ηθικές διατάξεις που δεν μπορούν, από μόνες τους, να οδηγήσουν τους ανθρώπους στην εσωτερική και πνευματική τους τελειότητα. «Εάν σας καθοδηγεί το Πνεύμα δεν είστε πια σκλάβοι τού νόμου» (Γαλ. 5, 18). Υπάρχει βεβαίως και ένας πολύ χειρότερος Νόμος, ο «νόμος της σάρκας», που με πολύ χειρότε­ρη σκλαβιά υποβιβάζει το ανθρώπινο πνεύμα, «ώστε να μην μπορείτε πια να κάνετε εκείνο πού θέλετε» (Γαλ. 5, 17). Και οι δυο αυτές σκλαβιές, από τις οποίες πρέπει να παραμείνουμε ελεύθεροι με την άσκηση μιας αληθινά χριστιανικής ζωής, μας βυθίζουν και μας κλείνουν σ’ ό,τι είναι κατώτερό μας. Η πρώτη μάς αιχμα­λωτίζει μέσα στον εαυτό μας, μ᾿ ένα φόβο που οχυρώνεται πίσω από τη νομοκρατία και τη δεισιδαιμονία. Η δεύτερη πάλι, ενώ φαίνεται ότι μας ελευθερώνει από τον ίδιο τον εαυτό μας, αδυνατίζει και αποβλακώνει το είναι μας, μέσα στην εγωιστική αταξία.
Σ᾿ ένα κόσμο σαν τον σημερινό, η Εκκλησία πρέπει να "χορτάσει" τα παιδιά της με την σωστή Θεολογία του σώματος και με την ελευθερία, που είναι συνυφασμένη με το πρόσωπο του Χριστού, από Τον οποίον τελειούνται και αυξάνουν και η Εκκλησία και η ελευθερία! Και συγχρόνως από την άλλη, και για τα παιδιά της, και για όσους «είναι και δεν είναι» παιδιά της, αλλά και για «τους έξω», και ακόμα περισσότερο για τους αντιδιατιθεμένους, πρέπει να είναι «μια Εκκλησία που αναλαμβάνει κινδύνους και παίρνει ρίσκα, αφού η εν Χριστώ ζωή δεν εξαλείφει τους κινδύνους. Προστατεύει από τους κινδύνους, αλλά δεν τους εξαλείφει».
π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σημαντική παρέμβαση με θεολογική βάση που πρέπει να τύχει της προσοχής των αρμοδίων.

Ανώνυμος είπε...

Είδες τώρα τι γίνεται; Για να μην μας κατηγορήσουν, ας βάλουμε νερό στο κρασί μας.... δεν πειράζει...

Ανώνυμος είπε...

Με όλους καλά να τα έχουμε. Γιατί να στενοχωρημενο κόσμο; Είναι και τα χρήματα των μυστηρίων... Άσε τη θεολογία. Αγάπη να έχουμε... Το δόγμα ας περιμένει.... Και εις ανώτερα πατερες

Ανώνυμος είπε...

«Σε ένα «τέτοιον» λοιπόν κόσμο έρχεται η Εκκλησία να του πει ότι δεν θα τον... κηδεύσει (!!!) εξαιτίας τυχόν επιθυμίας του να καεί και όχι να ταφεί!»

Ἄν κατάλαβα καλά, διαβάζοντας τό ἄρθρο, ὅλος ὁ λόγος γίνεται στό νά μποροῦμε (οἱ πιστοί χριστιανοί;) κάνοντας χρήση τῆς ἐλευθερίας μας, νά ἐπιλέγουμε τήν καύση τοῦ σώματός μας μετά θάνατο καί παράλληλα νά μήν μᾶς στεροῦν τήν ἐξόδιο ἀκολουθία (κηδεία).
Ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «..... ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾿ ἐπιστολῆς ἡμῶν» (Β΄ Θεσ. β΄15) μᾶς ἀφήνει παντελῶς ἀδιάφορους.
Τό ὅτι αὐτή ἡ πρᾶξη συνιστᾶ ἀσέβεια καί ἀπόκλιση ἐκ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως οὔτε μᾶς προβληματίζει ἄλλά οὔτε καί μᾶς ἐνδιαφέρει.
Οὔτε βέβαια μᾶς φέρνει κάποιον ἔλεγχο ἤ προβληματισμό ὁ ἀποστολικός λόγος ὅτι: «ὅστις γὰρ ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ, πταίσῃ δὲ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος.» (Ἰακ. β΄10) διότι προφανῶς αὐτή ἡ προειδοποίηση ἐμπίπτει στίς ἐντολές πού δημιουργοῦν «μια ατμόσφαιρα αποπνικτικής αστυνόμευσης».
Ὅσο γιά τήν ὑποδούλωσή μας βέβαια σέ κάτι τό ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ ἁμαρτία οὔτε λόγος.
Οὔτε ἀσφαλῶς βλέπουμε τό «ασυνάρτητο, μπερδεμένο, παθιασμένο και σακατεμένο «εγώ» μας» πού βρίσκεται ὑποδουλωμένο στίς ὅποιες ἐπιλογές μας, γιά ἱκανοποίηση καί μόνο τῶν ἐπιθυμιῶν μας (ὅσο βρισκόμαστε ἐν ζωῆ) ἀλλά καί στήν ὕστατη ἐπιθυμία, στόν διά πυρᾶς μετά θάνατο ἐκμηδενισμό τοῦ σώματός μας (μέ ὅτι πρεσβεύει αὐτός ὁ ὅρος στήν ἐποχή μας).
Ἕνας πιστός χριστιανός καί βέβαια «δεν γίνεται και δεν πρέπει να «κολλήσει» στον τρόπο που θα αποσυντεθεί το σώμα του», ὅμως, ἄλλο εἶναι νά ἐνταφιαστεῖ «καθώς ἔθος ἐστί» ἀφήνοντας τήν φυσική φθορά καί ἀποσύνθεση νά ἐπέλθει κατά τό ἁγιογραφικό «Χοῦς εἶ καί εἰς χοῦν ἀπελεύσει» καί ἄλλο νά ἐπιθυμήσει ὁ ἴδιος, μέ τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή του, νά τό ρίξει στήν πυρά «καθώς ἔθος «οὐκ» ἐστί».
Μήπως τελικά, τό νά μήν ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι σέ τίποτε δέν μᾶς ὠφελεῖ ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία ἀφοῦ ἤδη μέ τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή μας βρισκόμαστε πιά ἀπό μόνοι μας «ἐκτός νυμφῶνος», εἶναι αὐτό πού προσιδιάζει σέ «θεολογικό μορμολύκειο»;
Μέ ἀγάπη Χριστοῦ,
Θεόδωρος Σ.

Ανώνυμος είπε...

O έγκριτος πατήρ λαμβάνει υπόψη του την ψυχολογική κατάσταση του σύγχρονου ανθρώπου, η αρνητική ποιότητα της οποίας επιτείνεται κατά την διάρκεια της θανατηφόρου αρρώστιας, όταν αισθήματα απόγνωσης, απελπισίας, αρνήσεως και μηδενισμού καταλαμβάνουν, ενώπιον του φάσματος του θανάτου, την ψυχή του ασθενούς. Θεωρεί ότι και για μία τέτοια απεγνωσμένη ψυχή, η οποία, πάνω στην απελπισία της, ζήτησε την αποτέφρωση του σώματος που την ταλαιπώρησε με τον πόνο και την ασθένεια, δεν πρέπει να στερηθεί της αιτήσεως συγγνώμης από την Εκκλησία, την οποία (αίτηση συγγνώμης) συνιστά η εξόδιος ακολουθία). Βεβαίως, την αποτέφρωση επιλέγουν κυρίως εστέτ του πλούτου και της διανόησης, που μπορούν άλλωστε να καταβάλουν την σχετική υψηλή δαπάνη και πράγματι αδιαφορούν για την παράδοση της Εκκλησίας. Υπάρχει ωστόσο και η περίπτωση, ο θανών να υποβάλλεται σε αποτέφρωση με επιλογή των συγγενών του, χωρίς ο ίδιος να έχει προηγουμένως συναινέσει. Υπάρχουν και ποικίλες άλλες περιπτώσεις (η επίδραση π.χ. του "φασισμού" των οικολογικών προτεραιοτήτων), που μπορεί να προκαλέσουν σε κάποιον την απόφαση της αποτέφρωσης, χωρίς να συνειδητοποιεί επακριβώς την σημασία της επιλογής του. Η Εκκλησία πρέπει να διατηρήσει την ελευθερία της επιλογής να ποιεί ή όχι εκκλησιαστική κηδεία, αναλόγως των δεδομένων εκάστης περιπτώσεως, εφόσον τα δεδομένα αυτά της επιτρέπουν να αξιολογεί επακριβώς το φρόνημα του νεκρού.

Γιάννης Ιωαννίδης