ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ (Συγκύπτουσας)
(Λκ. 13, 10-17)
Το
νόημα τη Ημέρας του Σαββάτου
Στην τελευταία εμφάνισή Του σε Συναγωγή ο Χριστός τελειώνει με έμπρακτο τρόπο την προφητεία που είχε κηρύξει επιγραμματικά: “...... να αποστείλω τους αναπήρους υγιείς”. Μέσα στη Συναγωγή ανυψώνει μια συγκύπτουσα γυναίκα από το βάρος των βιολογικών, κοινωνικών και θρησκευτικών αγκυλώσεων. Ένα πλάσμα πληγωμένο στην καρδιά και στο σώμα, αιχμάλωτο από το πονηρό πνεύμα επί 18 ολόκληρα χρόνια.
Η θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας προκαλεί την αγανάκτηση του αρχισυναγώγου, ο οποίος δυστροπεί γιατί η θεραπεία έγινε την ημέρα του Σαββάτου. Και ο Χριστός τον αποστόμωσε όπως του πρέπει: Υποκριτή! Ο καθένας δεν λύνει το βόδι του ή τον όνο του από το παχνί το Σάββατο και πάει να το ποτίσει;
Εδώ ακριβώς τίθεται το θέμα τύπου και ουσίας και η υπόθεση της τυπολατρείας. “Το Σάββατον δια τον άνθρωπο εγένετο και ουχ ο άνθρωπος δια το Σάββατον”.
Ας δούμε το θέμα λίγο βαθύτερα.
Η πίστη είναι ένα γεγονός που συγκλονίζει την ανθρώπινη ύπαρξη και δεν περιορίζεται μόνο στην ανακάλυψη και αποδοχή του Θεού, αλλά κυρίως οικοδομείται στο λυτρωτικό διάλογο του ανθρώπου με το θεμέλιο της ύπαρξής μας που είναι ο Θεός.
Πολλές φορές στην πνευματική ιστορία της ανθρωπότητας αλλά και στη προσωπική μας ζωής, το χριστιανικό βίωμα κινδυνεύει να χάσει τη γνησιότητά του, ιδιαίτερα όταν υπερτονίζεται ο κοινωνικός ρόλος της θρησκείας και υπηρετούνται ηθικοκοινωνικές σκοπιμότητες. Τότε ατονεί το προσωπικό βίωμα, η πίστη μετατρέπεται σε καθήκον, γίνεται συνήθεια που δεν αγγίζει το εσωτερικό είναι του ανθρώπου και περιορίζεται στους εξωτερικούς τύπους. Η πίστη αλλοτριώνεται και μεταβάλλεται σε τυπολατρεία.
Ε, λοιπόν, ο περιορισμός της πίστης σε ορισμένες τυπικές διατάξεις και η παραγνώριση του αληθινού θρησκευτικού βιώματος, ήταν το πνευματικό φαινόμενο που κυριαρχούσε έντονα στους Ισραηλίτες την εποχή του Χριστού.
Ο Κύριος πολλές φορές, όπως και στη σημερινή περικοπή, έλεγξε αυτή την πνευματική εκτροπή της τυπικής και επιφανειακής θρησκευτικότητας και τόνισε την προτεραιότητα της ειλικρίνειας της πίστης και του αληθινού βιώματος. Η στάση Του απέναντι στην αργία του Σαββάτου, έδινε την αφορμή στους επικριτές Του να τον θεωρούν καταλυτή της μωσαϊκής νομοθεσίας. Ο Κύριος όμως ήθελε να αποκαταστήσει το πραγματικό νόημα της εντολής του δεκαλόγου για την αργία του Σαββάτου, που έχει φιλάνθρωπο και όχι δυναστικό χαρακτήρα. Ελευθερώνει τον άνθρωπο από τις βιοτικές μέριμνες και του δημιουργεί προϋποθέσεις για να επικοινωνήσει με τον δημιουργό του.
Οι μεταγενέστερες όμως τυπικές διατάξεις έφτασαν να περιγράφουν με σχολαστικό τρόπο και τις λεπτομέρειες συμπεριφοράς του ανθρώπου την ημέρα της αργίας του Σαββάτου. Αποτέλεσμα αυτής της διαστρεβλωμένης εφαρμογής τη εντολής του Θεού, ήταν να λειτουργεί αρνητικά στη ζωή και ο άνθρωπος να γίνεται δούλος και δέσμιος του τύπου. Ο Κύριος χαρακτηριστικά λέγει: “ Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο, ώστε ο υιός του ανθρώπου είναι κύριος και του Σαββάτου”. Και σε άλλη συνάφεια ρωτά τους τυπολάτρες “.....επιτρέπεται το Σάββατο να κάνει κανείς καλό ή να κάνει κακό; Να σώσει ή μια ζωή ή να τη σκοτώσει;” Αλλά και στο σημερινό ευαγγελικό περιστατικό, στην αγανάκτηση του αρχισυναγώγου για τη θεραπεία της συγκύπτουσας γυναίκας το Σάββατο, Ο Χριστός ξεπερνά τις τυπολατρικές απόψεις των συγχρόνων του και ενδιαφέρεται για τον ίδιο τον άνθρωπο. “Υποκριτή... αυτή που είναι θυγατέρα του Αβραάμ και την είχε δεμένη για δέκα οκτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί από τα δεσμά αυτά την ημέρα του Σαββάτου;”
Στη χριστιανική πίστη το κέντρο της πνευματικής ζωής τοποθετείται στην ουσία του ευαγγελικού μηνύματος. Όταν όμως αγνοείται η ουσία της πίστης και διατηρείται μόνο ο τύπος, απονοηματίζεται η πίστη και οδηγούμαστε στην τυπολατρεία, που καταλήγει κατά μοιραίο τρόπο στην ειδωλολατρεία, αφού δίνει προτεραιότητα και κύρος σε δευτερεύοντα στοιχεία και παραγνωρίζει τις ουσιαστικές επιταγές της πίστης.
Είναι παρατηρημένο, ότι οι άνθρωποι πολλές φορές ρέπουν σ’ αυτού του είδους την επιφανειακή θρησκευτικότητα, ικανοποιούνται στην εκτέλεση μόνο εξωτερικών και τυπικών πράξεων κι έτσι παραμένουν αμέτοχοι από το βίωμα της χριστιανικής ζωής.
Η νοοτροπία αυτή συνοδεύεται από ένα τυφλό φανατισμό για τη διατήρηση μιας ετικέτας και κατευθύνει σε μια επιφανειακή χριστιανική ζωή μακριά από την “εν Χριστώ αναγέννηση, που μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε θεοειδή ύπαρξη.
Βέβαια όταν διατηρείται γνήσια και ακέραιη η ουσία της πίστης τότε ο τύπος βοηθεί στην διατήρηση της ουσίας. Η κατάργηση όμως κάθε εξωτερικού τύπου είναι εξ ίσου λαθεμένη, γιατί ο τύπος συνδέεται με την ουσία της πίστης, από την οποία προέρχεται, και η απόρριψή του ισοδυναμεί με την οριστικά απομάκρυνση από την ουσία της πίστης.
Μ’ άλλα λόγια, ο χριστιανός οφείλει να είναι πηγαίος και ειλικρινής στην πίστη του και διακριτικός στην έκφραση του εσωτερικού βιώματος. Όσο ο άνθρωπος μυείται στην πνευματική ζωή τόσο περισσότερο βαθαίνει και η εξωτερική ζωή και είναι ικανός να αξιολογεί και δίνει προτεραιότητα στην ουσία και τις αρχές τη πίστης.
Πρωτοπρεσβύτερος Γερασιμάγγελος
Στανίτσας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου