ΤΟ «ΓΕΝΗΘΗΤΩ» ΤΗΣ ΓΕΝΕΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΕΘΣΗΜΑΝΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Κάποιες προεκτάσεις με
αφορμή το ωραίο ποίημα ουσίας και προβληματισμού με τον τίτλο «Γενηθήτω» που μας πρόσφερε με πολλή
αγάπη ο «Αλεξανδρεύς»-26.11.2020. Αλλά και, επί-σφράγισε θαυμάσια ο αγαπητός Ιστολόγος με τον εξαίσιο πίνακα
του Μεγάλου Δομήνικου Θεοτοκόπουλου-El Greco «Ο Χριστός στον κήπο της Γεθσημανής», που ενόχλησε κάποιον
από τους ανώνυμους της μικρόνοιας του γενικού αντί-δυτικισμού !
Πιο ειδικά μια προσέγγιση-κατανόηση και προέκταση της «εκκωφαντικότερης σιωπής», δίδυμο εκπληκτικό, ήτοι, του απερίγραπτου θαυμασμού για το αστραπιαίο αποτέλεσμα του «γενηθήτω» της Γένεσης, που είναι το θαύμα της Δημιουργίας, και αυταπόδεικτα ξεπερνάει κάθε λόγο και γραφή. Αλλά και, της «εκκωφαντικότερης σιωπής» του αντίστοιχου της Γεθσημανής, της τρομερής τώρα όμως ερώτησης, απορίας ως και κατάπληξης, που επίσης ξεπερνάει κάθε λόγο και γραφή. Καθώς σε τελική ανάλυση αδυνατούν κάτι βασικό και ουσιαστικό να ανιχνεύσουν και να πουν για το τι ακριβώς και πώς αυτού. Δηλαδή, της «εκούσιας παράδοσης», που εκφράζει η ρητή επιθυμία-δήλωση-προϋπόθεση του Χριστού, «πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον γινέσθω».
Επιθυμία-δήλωση-προϋπόθεση με την οποία κατέληξε και ολοκλήρωσε-«συμπληρώνοντας»-την προηγηθείσα θερμή, όσο και αγωνιώδη ικεσία Του. «Πάτερ ει βούλει παρενεγκείν τούτο το ποτήριον». Με δεδομένο ότι πάντα ταύτα λέγονται και γίνονται όντος του Χριστού αδιάστατα και αδιάσπαστα και ανθρώπου, αλλά και Υιού του Θεού-«την απόλυτη Σου δύναμη». Λογικό, λοιπόν, επόμενο,
και ωραίο, και καίριο, και ουσιαστικό το ερώτημα :
Απ’ όλα τα «γενηθήτω»;
Της Γένεσης ή της Γεθσημανή»;
Προφανέστατα, το «γενηθήτω» της
Γεθσημανής, «η εκούσια παράδοση», ήταν
από την ανθρώπινη πλευρά του το πιο δύσκολο ! Το «γενηθήτω» της Γένεσης είναι αυτό
του θαύματος της Δημιουργίας ! Ας το πούμε έτσι, είναι κάτι σαν ένα παιχνίδι
δημιουργικής χαράς της θείας παντοδυναμίας του Υιού και Λόγου του Θεού ! Καθώς
αυτή η ίδια η φωνή, αυτός ο ήχος «γενηθήτω»,
είναι «ο Υιός και Λόγος του Θεού».
Είναι το. «Εν αρχή ην ο Λόγος», ο
οποίος «ην προς-κοντά- τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος»-Ιω.1,1. Άναρχος ο Πατέρας, άναρχος, αιώνιος, άκτιστος και ο
Υιός. Εδώ ακριβώς είναι που έπεσε οδυνηρά έξω ο Άρειος.
Διαβάζουμε, λοιπόν. «Και είπεν ο Θεός. Γενηθήτω Φως. Και
εγένετο φως». Η θεία δημιουργική εντολή, και η αστραπιαία εκτέλεση. «Εκπληκτική
τηλεγραφική καταγραφή της θείας δημιουργικής Παντοδυναμίας», μας ερμήνευε στο
Πανεπιστήμιο ο αείμνηστος Καθηγητής Παναγιώτης Μπρατσιώτης. «Και είδεν ο Θεός το φως ότι καλόν». Με
αξιοθαύμαστο τρόπο μας δίνει εδώ ο Μωυσής το Θεό ανθρωποπαθώς, που θα πει, σαν
ένα απλό άνθρωπο που δημιουργεί κάτι, το κοιτάζει, και το εξετάζει. Και επί του
προκειμένου ο Θεός το βρίσκει «καλόν», δηλαδή,
«ωραίο και χρήσιμο, ανταποκρινόμενο στο λόγο της δημιουργίας του», συνέχιζε ο
ίδιος Καθηγητής. Και μετά, διαβάζοντας. «Και
εγένετο εσπέρα, και εγένετο πρωί, ημέρα μία»-πρώτη-ολοκλήρωνε. «Τέλειωσε το
πρώτο δημιουργικό έργο, το και πρωταρχικό, και η προϋπόθεση για όλα τα άλλα.
Ένας δημιουργός πρέπει να έχει φως, αλλιώς πώς θα δημιουργήσει». Η
ανθρωποπάθεια πάλι εμφανής ! Ικανοποιημένος, λοιπόν, από το έργο του, κλείνει την πρώτη μέρα ο
Θεός. «Και εγένετο εσπέρα, και εγένετο
πρωί, ημέρα μία». «Εκκωφαντική σιωπή», έκπληξη δοξαστική, που όντως ξεπερνάει
κάθε λόγο και γραφή !
Το «γενηθήτω» της Γεθσημανής δείχνει να το παλεύει πολύ μέσα του ο
Χριστός. Διαβάζουμε. «Απεσπάσθη-απομακρύνθηκε-ωσεί λίθου βολή», πήγε λίγο πιο πέρα από
τους κοιμώμενους μαθητές, όση απόσταση κάνει μια πετριά. Εκεί, «θεις τα γόνατα», έπεσε στα γόνατα, κι
άρχισε να ικετεύει πολύ θερμά. «Πάτερ ει
βούλει παρενεγκείν τούτο το ποτήριον απ’ εμού». Είναι πολύ πικρό, κι αν
θέλεις να μην το πιω. Σπεύδει όμως και προσθέτει επεξηγηματικά. «Πλην μη το θέλημά μου, αλλά το σον
γινέσθω». Τώρα μιλάει ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός, που όμως δεν παύει ούτε
στιγμή να είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, και από τούτο να γνωρίζει τα πάντα.
Να έχει, λοιπόν, μπροστά στα μάτια του ζωντανά όλα τα φοβερά που μέλλεται να
του συμβούν και να υπομείνει. «Τους
εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την
πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και
προπάντων τον Σταυρόν και τον θάνατον». Ως ο μόνος αναμάρτητος
άνθρωπος, δεν έχει πονέσει ποτέ, είναι άγευστος κι αμάθητος ιδιαίτερα στον βαρύ
πόνο. Έτσι, καταλαβαίνει πόσο πολλαπλάσια πιο δυνατός από όλα αυτά θα είναι ο
δικός του πόνος. Ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα, λοιπόν, παρακαλεί να τον αποφύγει. «Πάτερ ει βούλει παρενεγκείν τούτο το
ποτήριον απ’ εμού».
Προσέχουμε τώρα ότι αμέσως μετά την οικεία και τρυφερή λέξη, «Πάτερ», προσθέτει, «ει βούλει», «αν θέλεις», αν συμφωνείς
Πατέρα κι εσύ! Αυτό το «ει βούλει» είναι το πλατύσκαλο, όπου
συναντώνται, δένονται, ταυτίζονται δυο αγάπες, δυο θελήματα, αυτό του Πατέρα
και εκείνο του Υιού, και φυσικά, φυσικότατα γεννούν τον όρο-πλαίσιο του, «ει βούλει», και οδηγούν στην
επεξηγηματική συνέχεια. «Πλην μη το
θέλημά μου, αλλά το σον γινέσθω». Σε αδιάσπαστη ενότητα, δυο αγάπες και δυο
θελήσεις. Δεν παύω να σε αγαπώ τόσο,
όσο εμένα εσύ, άρα να θέλω, να υιοθετώ, να κάνω
ως δικό μου αυτό που θέλεις εσύ !
Ωστόσο ενώ λέγονται αυτά
τα ωραία και καλά, η αγωνία του Χριστού ως ανθρώπου δείχνει να έχει πιάσει
κορυφή. Οπότε, παρεμβαίνει ο ουρανός, στέλνει βοήθεια. Ακολουθώντας τον
Ευαγγελιστή Λουκά, «ιατρόν τον αγαπητό»
του Απ. Παύλου, διαβάζουμε. «Ωφθη δε
αυτώ άγγελος απ’ ουρανού ενισχύων αυτόν». Αλλά ! Η συνέχεια δείχνει ρεαλιστικότατα ότι δεν του πρόσφερε και
πολλά η βοήθεια του ουρανού αυτή. Η αγωνία του συνεχίζεται, εντείνεται, πάει
ακόμη πιο πέρα, ξεπερνάει, αφήνει πίσω, πολύ πίσω την κορυφή. «Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο».
Πόσο «εκτενέστερον»; Τόσο που, «εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι
αίματος καταβαίνοντες επί την γην». Πράγμα ιατρικώς βάσιμο και βεβαιωμένο
σε περιπτώσεις υπέρ εντατικής αγωνίας.
Ωστόσο δεν ικέτεψε μόνο. «Πάτερ ει βούλει παρενεγκείν τούτο το
ποτήριον απ’ εμού». Με την ισοδύναμη
με του Πατέρα δική του αγάπη, από την οποία δεν παρεκκλίνει ούτε στιγμή,
κρατάει αδιάσπαστη, την ενότητα της αγάπης και περνάει στη ρητή δήλωση και
επεξηγηματική. «Πλην μη το θέλημά μου,
αλλά το σον γινέσθω». Ποιο όμως είναι
«το θέλημα το σον», το θέλημα του Πατέρα, που ο Υιός αγαπώντας θα εκτελέσει και ως δικό του θέλημα; Μας το
δίνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λιτά και καθαρά.
Το θέλημα του Πατέρα είναι αυτό, η Σωτηρία του κόσμου, με την πιο μεγάλη
και πιο πονεμένη και για το Θεό Πατέρα θυσία, αυτή του μονάκριβου Υιού Του. «Ούτω-τόσο πολύ- γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή
έδωκεν-θυσίασε- ίνα πας ο πιστεύων
εις αυτόν μη απόληται, αλλ΄ έχειν ζωήν αιώνιον»-Ιωαν.3,16.
Εδώ η πραγματικά ματωμένη υπέρ αγωνία του
Χριστού, εναρμονισμένη με την τόσο μεγάλη αγάπη του Θεού Πατέρα για τη σωτηρία
του κόσμου, καταλαγιάζει, ισορροπεί. Προχωρεί στο «γενηθήτω» της Γεθσημανής, «την
εκούσια παράδοση», και τα φρικτά προαναφερθέντα ως και το Σταυρό ! Τα υπομένει όλα, γιατί αγαπάει τον Πατέρα
και μαζί του τον αμαρτωλό κόσμο, που έτσι θα σωθεί. Ανεβαίνει στη μαρτυρική
οδύνη του Σταυρού. Εδώ όμως τώρα διαπιστώνει ότι είναι και μένει μόνος. απόλυτα
μόνος ! Παραπονιέται, Τόσο ανθρώπινο πάλι, τόσο φυσικό. «Θεέ μου, Θεέ μου ινατί με εγκατέλειπες»;
Εκεί πάνω δε γινόταν αλλιώς,
δεν πάσχει ο Θεός, τον άφησε μόνο. Άβυσσος
το πώς, μόνο το Άγιο Πνεύμα γνωρίζει, που «ερευνά τα πάντα και τα βάθη του Θεού»-1Κορ.2,10. Εμείς γνωρίζουμε ότι, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του
Θεού ως ο μόνος αναμάρτητος άνθρωπος, μπορούσε να θυσιαστεί για όλους τους αμαρτωλούς ανθρώπους ! Και ότι έμεινε στο Σταυρό. Και
η αγάπη Του άντεξε τους αφόρητους πόνους εκτός τους από τα φυσικά καρφιά, και τους
άλλους, από τα άλλα καρφιά, αυτά των από κάτω γιουχαϊσμών. Και όχι μόνο, αλλά και έδειξε ότι αγαπάει τόσο, που τους ξεπερνάει κι
αυτούς. «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Τι να τους κάνεις πια
αυτούς, δεν αξίζουν ούτε να τους τιμωρήσεις! Ποια τιμωρία να τους κάνεις, όταν
και δεν ξέρουν, και δεν καταλαβαίνουν τι
και πόσο φοβερό είναι αυτό που διαπράττουν !
Γυρίζει, λοιπόν, εις
εαυτόν ο Χριστός. Κάνει αναδρομή ζωής. «Τετέλεσται»,
ακούγεται να λέει, καθώς βλέπει και βρίσκει ότι όλα έγιναν και
ολοκληρώθηκαν όσο έπρεπε καλά. Από κάτω εξακολουθούν να επιμένουν, αλλάζοντας όμως
τώρα τα δεδομένα δόλια και δελεαστικά. Του
κάνουν πρόταση … ελκυστική. «Κατέβα από
το Σταυρό και θα σε πιστέψουμε». Οι δείλαιοι που στο χάος της σύγχυσης και
της απόγνωσης, πού να ξέρουν, όπως ξέρει, και που να καταλάβουν, όπως
καταλαβαίνει Εκείνος, τι ανοησία πετούν. «Παράτησε
στη μέση το έργο που ανέλαβες, του λένε, ματαίωσέ το, και θα έρθουμε μαζί Σου»,
Τους αφήνει, προχωρεί στην τελική πράξη. «Ως ο Κύριος της ζωής και του θανάτου,
επεσήμαινε ο αείμνηστος Καθηγητής Π. Ν. Τρεμπέλας, κρίνει ότι ήρθε η ώρα του
τέλους, που Αυτός Μόνος ορίζει, και Αυτός μόνος να δώσει μπορεί. «Και κλίνας την κεφαλήν, παρέδωκεν το
πνεύμα του». «Πάτερ εις χείρας σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου. Και ταύτα ειπών
εξέπνευσεν» !
Και, Θεός Πατέρας που «αγάπη
εστί», ικανοποίησε αμέσως τη συγχωρητική αγάπη του πάσχοντος και νεκρού για
την ώρα αγαπημένου ανθρώπου Υιού του. Δεν
στέλνει φωτιά ! Δεν καίει τους
από όποια πλευρά σταυρωτές Του. Κάνει σεισμό.
ανοίγουν μνήματα, πετιούνται έξω οι νεκροί, ζωντανοί ! Σκοτίζει τον ήλιο ! Σκίζεται
από πάνω ως κάτω το καταπέτασμα του Ναού. Ως εδώ, τους δίνει τράτο, τους δίνει χρόνο,
μπας και αλλάξουν μυαλό. Με το τελευταίο σημαδεύει ότι αλλάζουν τα πράγματα με της
πρώτης του αγάπης το λαό-«περιούσιος»-το
τέλος τους είναι εδώ..
Περιορίζεται σε αυτά τα θαυμαστά «σημεία» ! Διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση, και κάθε εποχή, ποιος ήταν πάνω στο Σταυρό. «Ιδών δε ο εκατόνταρχος το γενόμενον
εδόξασε τον Θεόν λέγων. Όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην»-Λουκ.23,47.
Η άλλη ανάγνωση του επικεφαλής της εκτέλεσης της θανατικής απόφασης
Ρωμαίου ειδωλολάτρη αξιωματικού ! Η χαραυγή
του νέου κόσμου του Χριστού έκανε αρχή !
Με «την αγάπην την πρώτην, ην ου αφήκα…»
Αθανάσιος Κοτταδάκης
δεν υπήρξε εκκωφαντικότερη
από εκείνη που τον λόγο σου,
Λόγε, ακολούθησε.
Αυτόν που τους συστατικούς
του σύμπαντός Σου λόγους
συμπληρώνοντας
έβαλε δίπλα στην απόλυτή Σου
δύναμη την εκούσια παράδοση.
απ' όλα τα "γενηθήτω";
Της Γένεσης ή της Γεσθημανή;» Αλεξανδρεύς }
3 σχόλια:
Την χάρηκα την αγιογραφική περιγραφή του κ. Κοτταδάκη για το "γενηθήτω" της Γεσθημανή με αφορμή από το συμπυκνωμένο σοφίας ποίημα με την υπογραφή Αλεξανδρεύς. Μπορεί να τα έχουμε ακούσει την Μ. Βδομάδα αλλά μέσα στον κατακλυσμό τόσων πολλών δεν τα «πιάνεις» όλα. Τώρα ωφελήθηκα.
Καθόλου μικρόνοια δεν είναι κ. Κοτταδάκη το σχόλιο του σχολιαστή για την δυτική ζωγραφιά.
Μικρόνοια έχει αυτό που λέτε εσείς.
Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή και λόγο χαράς για εμένα το γεγονός ότι το μικρό μου ποίημα οδήγησε στην παραπάνω εμβριθή ανάλυση τον εκλεκτό κ. Κοτταδάκη.
Το ερώτημα είναι βέβαια συγκλονιστικό, ιδιαίτερα στις ημέρες μας κατά τις οποίες πλείστοι των Χριστιανών προτιμούν το "γενηθήτω" της παντοδυναμίας του Κυρίου έναντι εκείνου της εκούσιας παραιτήσεως θέτοντάς του ξανά το ερώτημα των Αποστόλων: Γιατί δε ρίχνεις φωτιά (παντοδυναμία) να κάψεις όσους σε αντιστρατεύονται;
ΓΔΜ
Δημοσίευση σχολίου