Πανηγυρικός της Ημέρας από τον
Πρέσβη της Ελλάδας στην Κύπρο κ. Θεοχάρη Λαλάκο, στον Ιερό Ναό Παναγίας
Φανερωμένης στη Λευκωσία (25 Μαρτίου 2021)
Δοξολογία για τον εορτασμό της Επετείου των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821
Μακαριώτατε,
Εντιμότατε Πρόεδρε της Βουλής των
Αντιπροσώπων και Προεδρεύοντα της ΚΔ,
Κυρίες και κύριοι,
Με ιδιαίτερη συγκίνηση έχω την τιμή να συμμετέχω, ως Πρέσβης της Ελλάδας στην Κυπριακή Δημοκρατία, στην ιερά δοξολογία επ’ ευκαιρία της Επετείου των 200 χρόνων από την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης. Η 25η Μαρτίου του 1821 αποτελεί αναμφίβολα για το Έθνος μας το σημαντικότερο ορόσημο της σύγχρονης ιστορίας του, την απαρχή της νέας του πορείας μετά από τέσσερεις ατελείωτους αιώνες ζυγού. Η συμπλήρωση δύο αιώνων από την κορυφαία αυτή ιστορική στιγμή γεμίζει τους Έλληνες ανά την υφήλιο με χαρά και υπερηφάνεια για την μέχρι τώρα πορεία και τα σημαντικά επιτεύγματά μας, τα οποία εμπνέουν βάσιμες ελπίδες για το μέλλον.
Για το μεγάλο ιστορικό γεγονός
που εορτάζουμε σήμερα, πολλοί χαρακτηρισμοί έχουν υπάρξει: έναρξη του Αγώνα,
Εθνεγερσία, Παλιγγενεσία. Όροι και χαρακτηρισμοί σωστοί, καθώς αποτυπώνουν ο
καθένας μια σημαντική πτυχή αυτού του γεγονότος. Προτίμησα προ ολίγου να
χρησιμοποιήσω τις λέξεις «έκρηξη» και «επανάσταση». Γιατί;
Αυτό που ξεκίνησε τον Μάρτιο του
1821, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί – και ήταν – ξεσηκωμός, εξέγερση, αγώνας.
Είχε όμως και χαρακτηριστικά που το διέκριναν από προηγούμενες εξεγέρσεις, τόσο
των Ελλήνων κατά του οθωμανικού ζυγού, όσο και άλλων λαών της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας. Σε αντίθεση με άλλες προσπάθειες, ανεπιτυχείς ή μερικά επιτυχείς,
η Ελληνική Επανάσταση πέτυχε τον κύριο σκοπό της: την ανακήρυξη και διεθνή
αναγνώριση εθνικού κράτους. Του πρώτου στην ευρύτερη περιοχή και μάλιστα σε μια
εποχή που οι διεθνείς συνθήκες, μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους, δεν
ευνοούσαν ανακατατάξεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Επέφερε αλλαγή συνόρων και
αλλαγή του χάρτη της εποχής. Χρησίμευσε ως παράδειγμα και φάρος ελπίδας και για
άλλους υπόδουλους λαούς. Και απετέλεσε το εφαλτήριο για την σταδιακή λύτρωση
μεγάλων τμημάτων του ελληνικού Έθνους – δυστυχώς όχι όλων – όταν οι συνθήκες το
επέτρεψαν.
Επίσης, αυτό που συνέβη το 1821,
πολλοί ιστορικοί το θεωρούν ως έκρηξη. Η λάμψη και ο κρότος των ελληνικών όπλων
ακούστηκε πολύ πέρα από τα σύνορα του Έθνους, πολύ πέρα από τα σύνορα της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Προκάλεσε διεθνές ενδιαφέρον και τριγμούς. Σε μια
εποχή που τα νέα μεταδίδονταν με χαρτί και με καράβι, η έκρηξη της επανάστασης
ήχησε σε όλη την Ευρώπη, αλλά και την Αμερική. Η πρώτη αναγνώριση ήρθε από την
μακρινή Αϊτή. Επιτροπές στήριξης σχηματίστηκαν όχι μόνο σε πόλεις της Ευρώπης
με ανθηρό ελληνικό στοιχείο, αλλά και στη Βοστώνη, τη Νέα Υόρκη, την
Φιλαδέλφεια. Πολλοί ξένοι, που με στοργή τους ονομάζουμε Φιλέλληνες, ήρθαν στον
Μοριά και τη Ρούμελη για να πολεμήσουν. Περισσότεροι κινητοποιήθηκαν στις χώρες
τους για να βοηθήσουν όπως μπορούσαν: με εράνους, με αρθρογραφία, με ομιλίες,
με πολιτική πίεση. Οι πρόγονοί μας κατόρθωσαν να κεντρίσουν το παγκόσμιο
ενδιαφέρον κι αυτό ήταν κάτι που βοήθησε καθοριστικά στην αίσια έκβαση του
εγχειρήματος.
Ελληνίδες και Έλληνες της Κύπρου,
Βρισκόμαστε σήμερα εδώ όχι μόνο
για κάνουμε μια – καθ’ όλα χρήσιμη – ιστορική αναδρομή, αλλά και για να
αποτίσουμε τον οφειλόμενο φόρο τιμής σε αυτούς που, εμπνεόμενοι από τις
διαχρονικές, οικουμενικές αξίες του ελληνικού πολιτισμού, την ηρωική παράδοση
του Γένους, την Ορθοδοξία και τα ιδεώδη του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, θυσιάστηκαν
για την ελευθερία. Την ελευθερία την κατέκτησαν καταβάλλοντας το μέγιστο τίμημα
και μας την παρέδωσαν με την άφευκτη υποχρέωση να την διαφυλάξουμε και να την παραδώσουμε
στις επόμενες γενιές ως ιερή παρακαταθήκη. Γιατί οι Έλληνες ανέκαθεν
θεωρούσαν την ελευθερία ιερή. Την εκλάμβαναν ως ιδανικό, η αξία του οποίου
αποτιμάται περισσότερο και από εκείνη της ίδιας της ζωής. Αυτό κατέδειξε,
άλλωστε, και το πρόταγμα της Επανάστασης «Ελευθερία ή Θάνατος», απηχώντας με
ακρίβεια το νόημα της φράσης του Αθηναίου ρήτορα Δημοσθένη στον Περί Στεφάνου
λόγο του: «δεν άξιζε να ζουν παρά μόνον μέσα στην ελευθερία». Αυτό απέδειξε,
εμπράκτως, η δράση των αγωνιστών του 1821 και η αγόγγυστη, εθελούσια
θυσία τόσων ηρώων.
Στη θυσία αυτή ο κυπριακός
Ελληνισμός κατέβαλε, όπως πάντα έπραξε, τον δικό του βαρύτατο φόρο αίματος: τα
Ιουλιανά. Οι σφαγές των προκρίτων της Νήσου, που κορυφώθηκαν την 9η Ιουλίου
1821 με τον απαγχονισμό του εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και τον
αποκεφαλισμό, στη Λευκωσία, των τριών Μητροπολιτών, Πάφου Χρυσάνθου, Κιτίου
Μελετίου και Κυρηνείας Λαυρεντίου. Το αίμα τους έχυσαν, επίσης, και οι δεκάδες
Κύπριοι αγωνιστές του 1821, οι οποίοι πολέμησαν στον επαναστατημένο Μοριά ή την
Ρούμελη, για την ελευθερία της Ελλάδας, συνεχίζοντας έτσι μια παράδοση
ιστορικής αλληλεγγύης Ελλαδιτών και Κυπρίων, η οποία χάνεται στα βάθη των
αιώνων. Το λάβαρο των Κυπρίων αγωνιστών φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
στην Αθήνα. Το Υπουργείο Παιδείας της Κυπριακής Δημοκρατίας πήρε την λαμπρή
πρωτοβουλία να δωρίσει φέτος αντίγραφα αυτής της ιερής σημαίας σε κάθε σχολείο
της Μεγαλονήσου, ώστε να αποτελεί μια επιπλέον πηγή έμπνευσης, υπερηφάνειας και
αυτογνωσίας.
Η συμμετοχή της Κύπρου στον
επαναστατικό αγώνα είχε και μια άλλη διάσταση. Η αποστολή, εκείνη ακριβώς την
εποχή, 4.000 Οθωμανών στρατιωτών στην Κύπρο από την Συρία και την Παλαιστίνη
συνέβαλε στην αρχική εδραίωση και ίσως στην τελική επιτυχία της Επανάστασης,
χάρη στη διάσπαση των δυνάμεων που θα μπορούσαν να είχαν διατεθεί από την Υψηλή
Πύλη για την έγκαιρη αντιμετώπισή της.
Κυρίες και κύριοι,
Εδώ, στην εντός των τειχών
Λευκωσία, δίπλα στο Μαυσωλείο των Εθνομαρτύρων, εορτάζουμε με τον πλέον
πανηγυρικό τρόπο αυτή τη σημαντικότατη συμβολή της Εκκλησίας και του Ελληνισμού
της Κύπρου, που κατέθεσαν την ψυχή και το αίμα τους για την τιμή και την
αξιοπρέπεια του Έθνους. Ας τιμήσουμε ευλαβικά, την ημέρα του Ευαγγελισμού της
Θεοτόκου, τη μνήμη όλων όσοι έδωσαν τη ζωή τους «για του Χριστού την πίστη την
αγία και της πατρίδος την ελευθερία».
Αυτή η υπερήφανη ιστορική
παρακαταθήκη καθοδηγεί και σήμερα τις άοκνες προσπάθειές μας για την
απελευθέρωση και επανένωση της Κύπρου. 47 χρόνια κατοχής μεγάλου τμήματος του
κυπριακού εδάφους και συνεχιζόμενης παραβίασης των δικαιωμάτων του κυπριακού
λαού είναι αρκετά. Ελλάδα και Κύπρος, σε αρραγές εθνικό μέτωπο, θα συνεχίσουν
να εργάζονται από κοινού, με ειλικρινή βούληση και καλή πίστη, για την επίλυση
του Κυπριακού, για την μετεξέλιξη δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα
κανονικό, λειτουργικό ευρωπαϊκό κράτος, απαλλαγμένο από ξένες εγγυήσεις και
στρατεύματα κατοχής. Θα συνεχίσουν, επίσης, τα δύο κράτη μας, να
αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην ταραγμένη περιοχή της
Ανατολικής Μεσογείου, προωθώντας από κοινού τη συνεργασία με όλες τις
γειτονικές τους χώρες που μοιράζονται το ίδιο όραμα ειρηνικής συνύπαρξης,
αλληλοσεβασμού και καλής γειτονίας.
Η Επανάσταση του 1821 πέτυχε,
παρά τις φαινομενικά ανυπέρβλητες δυσχέρειες, χάρη σε έναν συνεπή και αδιάκοπο,
αν και άνισο, αγώνα, χάρη στον αγνό πατριωτισμό, τον ιδεαλισμό, την αυταπάρνηση
και την ανιδιοτέλεια των προγόνων μας, οι οποίοι έθεσαν το εθνικό συμφέρον
υπεράνω του προσωπικού. Με την ίδια αξιοπρέπεια, την ίδια επιμονή, την ίδια
πίστη στο δίκαιο του αγώνα μας, συνεχίζουμε να επιδιώκουμε, ελλαδικός και
κυπριακός Ελληνισμός, την αποκατάσταση της δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων
δικαιωμάτων και της δημοκρατίας στη Μεγαλόνησο. Ενωμένοι θα το επιτύχουμε.
Ζήτω η 25η Μαρτίου!
Ζήτω το Έθνος!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου