Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021

Ανδρέας Μιαούλης: Ο «ατρομητότατος» ναυμάχος - Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

 
1821

Ανδρέας Μιαούλης: Ο «ατρομητότατος» ναυμάχος

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

          Ο Ανδρέας Μιαούλης (1769-1835) ήταν και εξακολουθεί να είναι εκ των δημοφιλεστέρων αγωνιστών της Εθνεγερσίας. Αυτό γιατί οι πολλές νίκες των Ελλήνων στη θάλασσα αυτόν είχαν πρωταγωνιστή, μαζί με τους Κανάρη, Σαχτούρη και τους άλλους θαλασσινούς ήρωες. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος θεωρεί ότι ήταν «ατρομητότατος των ανθρώπων, επιτείνων την αρετήν του ταύτην μέχρι των εσχάτων ορίων της φρονήσεως και της αφροσύνης» («Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Εκδ. Οίκ. Ελευθερουδάκη, Εν Αθήναις, 1925, Τόμος στ΄, σελ. 86).

          Με την έναρξη της Επανάστασης ο Μιαούλης ορίστηκε επικεφαλής του Υδραίικου στόλου, αλλά στη συνέχεια και χωρίς κάποιο διορισμό αναδείχθηκε ηγέτης και των πλοίων από τις Σπέτσες και τα Ψαρά. Διορισμό κανονικό  ναυάρχου του Ελληνικού Στόλου έλαβε από τον Καποδίστρια, αφού ο Κυβερνήτης νωρίτερα είχε με διπλωματικό τρόπο απομακρύνει από τη θέση αυτή τον αδρά αμειβόμενο άγγλο ναύαρχο Κόχραν.

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ο Μιαούλης κυριευθείς από τα πάθη του πείσματος, της εμπαθείας και του θυμού πλήγωσε μέχρι θανάτου τον ευεργέτη του και βεβαίως την Ελλάδα, που έκανε τα πρώτα της βήματα ως ελεύθερη χώρα.

 Έχει υποστηριχθεί ότι από τη στιγμή που ο Μιαούλης εισήλθε στην επανάσταση ταυτίσθηκε με τον θαλασσινό αγώνα των Ελλήνων από το 1821 έως το 1827, γιατί με τα τρία του πλοία (Σημ. Είχαν τα ονόματα «Κίμων», «Άρης» και «Ηρακλής») δεν έχασε ούτε μία ναυμαχία, από τις σημαντικές, έως τις μικρότερης σημασίας επιχειρήσεις και έως την κυρίευση φρουρίων και το σπάσιμο του από θαλάσσης οσμανικού αποκλεισμού στο Μεσολόγγι. Όπως γράφει ο Αντώνιος Σαχίνης είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς όλες τις ναυμαχίες στις οποίες συμμετέσχε, γιατί είναι η πλήρης ιστορία των ελληνικών ναυμαχιών. («Σύντομος βιογραφία του Ναυάρχου Ανδρέου Δ. Μιαούλη», Ναύπλιο, 1882, σελ. 30). Οι περισσότερες από τις ναυμαχίες είχαν νικηφόρο αποτέλεσμα για τους Έλληνες. Μεταξύ αυτών της Πάτρας (20/2/1822), των Σπετσών (8/9/1822) και του κόλπου του Γέροντα (29/8/1824).

Είναι στενόχωρο να γραφτεί κάτι το αρνητικό για έναν θρύλο της Επανάστασης, όταν μάλιστα έχει επαινεθεί από πολλούς, έλληνες και ξένους, που τον γνώρισαν και όταν η επέτειος του θανάτου του, η 24η Ιουνίου, έχει οριστεί ως η τοπική εθνική εορτή, με το όνομα Μιαούλεια, της ιδιαίτερης πατρίδας του της Ύδρας. Τα γεγονότα της αρχικής αντίδρασής του έναντι της Επανάστασης, της στάσης του έναντι του Αντώνη Οικονόμου, πρωτεργάτη της Επανάστασης στην Ύδρα κατά των Οσμανίδων, της ενεργού συμμετοχής του στον διχαστικό πόλεμο των Ελλήνων, της φυλάκισης του Θεοδ. Κολοκοτρών, του περιορισμού σε πλοίο του συναγωνιστού του Κων. Κανάρη, κυρίως της ανατίναξης πλοίων του Ελληνικού Στόλου στον Πόρο και της ανταρσίας κατά της υπό τον Ιωαν. Καποδίστρια νόμιμης κυβέρνησης αποσιωπώνται ή, ακόμα χειρότερα, δικαιολογούνται.

Τα λάθη πάντως του Μιαούλη δεν μειώνουν την αποφασιστική συμμετοχή του στον Αγώνα των Ελλήνων για Ελευθερία και την ευσέβεια του. Ο Κων. Παπαρρηγόπουλος απαντά  με την ιστορία του στα λεγόμενα ότι ο ήρωας δεν ευλαβείτο τον Θεό. Όπως γράφει, στον Γ΄ Τόμο των Αρχείων Λαζάρου και Γεωργίου Κουντουριώτη 1821 – 1832 και στη σελίδα 232 υπάρχει επιστολή του Μιαούλη προς τον τότε αρχηγό της Κυβέρνησης Γεώργιο Κουντουριώτη. Σε αυτήν αναφέρει ότι οι εχθροί ηττήθηκαν και καταισχύνθηκαν γιατί « ο έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των άκραν δειλίαν και φόβον... Ελπίζω εντός ολίγου με την βοήθειαν του τιμίου Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών να σας χαροποιήσω...». (Αυτ. σελ. 85).

Ο Παπαρρηγόπουλος συνεχίζει τονίζοντας ότι σε καμία σχεδόν των πολλών επιστολών που απέστειλε ο Μιαούλης δεν λείπει η μνεία «του τιμίου Σταυρού» και «του παναγάθου Θεού». Ο ιστορικός μας δίδει και παραδείγματα. Σε έκθεσή του από τον κόλπο του Γέροντα (30 Αυγούστου 1824) γράφει: «Ελπίζομεν εις την βοήθειαν του Θεού και εις το έλεος της αγαθότητός Του ότι ο εχθρός δεν θέλει βραδύνει να ομολογήση ότι ο Θεός μεθ΄ ημών και ουδείς δύναται αντιστήναι εις τον δυνατόν βραχίονά Του».

Ως κορωνίδα της προς τον Θεό ευσεβείας του Μιαούλη ο Παπαρρηγόπουλος αναφέρει άλλη επιστολή του προς τον Γ. Κουντουριώτη, στην οποία τονίζει μεταξύ άλλων αυτός να συνεργήσει να γίνουν οι προς τον Κύριο ικεσίες « δια τας αμαρτίας και εμού του αναξίου και όλου του χριστεπωνύμου λαού, τον οποίον τω ιδίω Αυτού αίματι εξηγόρασεν από τας χείρας του νοητού διαβόλου, όπως συνοδευούσης της θείας Αυτού αγαθότητος ενισχυθώσιν από την παντοδύναμον χάριν Του οι βραχίονες των Ελλήνων και ούτω κατατροπώσαντες δια του επί της ελληνικής σημαίας τιμίου  Σταυρού και τους αισθητούς εχθρούς τούτους αυτούς μεν υποχρεώσωμεν και άπαντας να ομολογώσι και να κηρύττωσι “Μέγας ο Θεός και η πίστις των χριστιανών”, ημείς δε δοξολογούντες να ψάλλωμεν το του Προφητάνακτος “Η δεξιά Σου, Κύριε, δεδόξαστε”». (Αυτ. σελ. 86).

Ένα ιστορικό ερώτημα είναι αν ο Μιαούλης μετάνιωσε για την πράξη του να κάψει πλοία του στόλου, που δεν ανήκαν στον Κυβερνήτη αλλά στο Έθνος  και που με αίμα είχαν αγοραστεί και συντηρούντο. Επίσης αν παραδέχθηκε ότι ο Μαυροκορδάτος βρισκόταν πίσω από το ανοσιούργημα. Για τον εμπρησμό ο Νικόλαος Δραγούμης γράφει ότι ο Μιαούλης το 1833 και βλέποντας ψύχραιμα το γεγονός είπε στον Σπ. Τρικούπη: « Αν σε είχα σιμά μου εις τον Πόρον να με συμβουλεύσεις όταν αποφάσισα να καύσω την φρεγάδα, δεν θα την έκαια». Ο Δραγούμης σημειώνει ότι ο Τρικούπης του είχε πολλές φορές επαναλάβει ότι ο Μιαούλης είχε μετανοήσει για τον εμπρησμό. (Ν. Δραγούμη «Ιστορικαί αναμνήσεις», τ. Α΄, σελ. 193 και Ντίνας Αδαμοπούλου και Αννίτας Πρασσά «Ανδρέας Μιαούλης», Ειδ. Έκδ. για εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 2η έκδοση, σελ., 105). Ο Μιαούλης απάλλαξε τον Μαυροκορδάτο από τις κατηγορίες για τον εμπρησμό, αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη.

Λίγο πριν από το θάνατό του έγραψε στη διαθήκη του: «Εγώ ο Ανδρέας Μιαούλης έχων σώας τας φρένας μου πρώτον μεν συστήνω την ψυχήν μου εις τον παντοδύναμον Θεόν και εις όλους τους αγίους δια να με παρασταθώσιν εν ώρα θανάτου». Στα τελευταία του και στο επί της οδού Αιόλου σπίτι του τον επισκέφθηκε δύο φορές ο βασιλιάς Όθωνας. Στη δεύτερη του απένειμε τον Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος. Η κηδεία του  ήταν πάνδημη και με όλες τις στρατιωτικές τιμές. Ετάφη στον Πειραιά, στη σημερινή ακτή Μιαούλη, και η καρδιά του ταριχεύθηκε και βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο Μουσείο της Ύδρας. Τελικά στην ψυχή του λαού η προσφορά του στον Αγώνα μέτρησε πολύ περισσότερο από τα όποια σφάλματα ή τις αδυναμίες του.-

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Και επίσης ο πυρπολητής του ελληνικού στόλου στο ναύσταθμο!
Γ. Δ. Μαρκάκης
ΥΓ. Το καράβι που έκαψε το είχαμε αγοράσει με το εθνικό δάνειο και το ξεπληρώσαμε 100 χρόνια μετά.